ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Η μετάσταση του αγίου ενδόξου και πανεύφημου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου (†26 Σεπτεμβρίου)
«Ο άγιος Ιωάννης υπήρξε από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου Ιησού Χριστού, ανήκοντας μάλιστα στον στενότερο κύκλο αυτών, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον απόστολο Πέτρο.
Κλήθηκε από τον Κύριο να Τον ακολουθήσει, όταν Εκείνος βρήκε τον Ιωάννη μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και το άλλο ζεύγος αδελφών, Σίμωνα και Ανδρέα, να είναι απογοητευμένοι, που ως ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ, «δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν έλαβον» και τους προέτρεψε να δοκιμάσουν και πάλι, κάτι που τους απέφερε πλήθος ιχθύων».
Από τότε ο άγιος Ιωάννης ακολούθησε τον Κύριο, μέχρι το τέλος της ζωής Του, κι ήταν μάλιστα ο μόνος που με αφοβία Τον ακολούθησε και κατά την ώρα του μαρτυρίου Του, όπως παρευρέθηκε και κάτω από τον Σταυρό.
Μετά την Πεντηκοστή και τη λήψη του αγίου Πνεύματος, κήρυξε μαζί με τον απόστολο Πέτρο στα Ιεροσόλυμα, επιτελώντας πολλά θαύματα και μεταστρέφοντας πολλούς στην πίστη, κι αργότερα του έλαχε να αναλάβει την ευθύνη ευαγγελισμού των ειδωλολατρών στη Μικρά Ασία, με κέντρο την Έφεσο.
Κι εκεί μετέστρεψε πολλούς στην πίστη του Χριστού, μέχρις ότου ορισμένοι Εφέσιοι, μην αντέχοντας τη δράση του, κατάφεραν με κατηγορίες στον αυτοκράτορα Δομιτιανό να εξοριστεί στη νήσο Πάτμο, όπου ξεκίνησε καινούργια δράση.
Ο Θεός του παρουσίασε πολλές ευκαιρίες, κι ο άγιος Ιωάννης κήρυξε και θαυματούργησε, μέχρις ότου με την αλλαγή του αυτοκράτορα επέστρεψε στην Έφεσο, αφήνοντας απαρηγόρητους τους Πατμίους.
Εκεί στην Πάτμο, ημέρα Κυριακή, σε σπήλαιο, του δόθηκε να δει φοβερά οράματα περί της πορείας του κόσμου, τα οποία και υπαγόρευσε στον μαθητή του Πρόχορο, δημιουργώντας έτσι την Αποκάλυψη του Ιωάννη, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης.
Στην Έφεσο έζησε για αρκετά χρόνια ακόμη, κηρύσσοντας τον λόγο του Θεού, μέχρις ότου σε ηλικία 105 περίπου ετών άφησε ειρηνικά την τελευταία πνοή.
Κατά την παράδοση, προγνώρισε τον θάνατό του, και παίρνοντας επτά από τους μαθητές του, βγήκε έξω από την πόλη, οπότε του έσκαψαν σε σχήμα σταυρού τον τάφο του, μπήκε μέσα και εκεί παρέδωσε το πνεύμα του.
Οι πιστοί Εφέσιοι μαθαίνοντας τα καθέκαστα, έσπευσαν να του δώσουν τον τελευταίο ασπασμό, αλλ’ όταν άνοιξαν τον τάφο του, είδαν με έκπληξη και συγκίνηση ότι το σκήνωμά του έλειπε, κατά αντιστοιχία με αυτό που συνέβη και στην Παναγία, γι’ αυτό και η Εκκλησία μας θεώρησε ότι και εκείνος μεταστάθηκε, πριν τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, εν σώματι στους ουρανούς.
Ο άγιος Ιωάννης ήταν και συγγενής του Κυρίου μας, θεωρούμενος ανιψιός του, αφού ήταν μαζί με τον άγιο Ιάκωβο υιός της κόρης του μνήστορος Ιωσήφ, μυροφόρου Σαλώμης».
Ο άγιος Ιωάννης είναι ο πρώτος θεολόγος της Εκκλησίας μας. Αυτός άλλωστε είναι ο κατεξοχήν χαρακτηρισμός του: Ιωάννης ο θεολόγος. Άλλοι που τιμήθηκαν από την Εκκλησία μας με τον τίτλο αυτόν είναι ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος και ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος.
Για την Εκκλησία μας λοιπόν ελάχιστοι έχουν αυτόν τον τίτλο, που σημαίνει ότι αφενός πρέπει να υπάρχουν ιδιαίτερες προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό αυτό, αφετέρου δεν θεωρούνται θεολόγοι – παρά μόνον καταχρηστικά – όλοι εκείνοι που απέκτησαν ένα πτυχίο θεολογικής σχολής.
Τι είναι εκείνο που απαιτείται για να είναι κάποιος θεολόγος, και μάλιστα τι έκανε την Εκκλησία να απονείμει τον τίτλο αυτό στον άγιο Ιωάννη; Και επιμένουμε στο σημείο αυτό, διότι η υμνολογία της Εκκλησίας κατεξοχήν στο σημείο αυτό επικεντρώνει την προσοχή της.
«Ο Λόγος σε, θεολόγον αξίως ανέδειξε, την αυτού θεότητα, μυσταγωγήσας Πανάριστε, και την κατά άνθρωπον, οικονομίαν διδάξας την απόρρητον».
Δηλαδή, ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, σε ανέδειξε θεολόγο, Πανάριστε Ιωάννη, διότι σε οδήγησε στη μυστική γνώση της θεότητάς Του και σε δίδαξε το μυστήριο του σχεδίου Του, να έρθει ως άνθρωπος στον κόσμο.
Με άλλα λόγια, θεολόγος είναι εκείνος που από τον ίδιο τον Θεό μυείται στη γνώση Εκείνου και στην εξαγγελία επομένως της στον κόσμο οικονομίας Του.
Το συγκινητικό με τους ύμνους της ακολουθίας του είναι ότι αποκαλύπτουν το πού και το πότε κυρίως μυήθηκε ο άγιος Ιωάννης στη γνώση του Θεού: στον Μυστικό Δείπνο, και μάλιστα την ώρα που ο απόστολος έπεσε στο στήθος του Κυρίου, ρωτώντας Τον «μήπως είμαι εγώ ο προδότης, Κύριε;»
«Της σοφίας τω στήθει αναπεσών, και την γνώσιν του Λόγου καταμαθών, ενθέως εβρόντησας, Εν αρχή ην ο Λόγος». Ανέπεσες στο στήθος της σοφίας του Θεού, (του Χριστού) κι έμαθες καλά τη γνώση του θείου Λόγου, οπότε με θεϊκό τρόπο φώναξες με βροντερή φωνή: Εν αρχή ην ο Λόγος.
Είναι γνωστό βεβαίως σε όλους ότι τη μυστική αυτή γνώση του Θεού, το χάρισμα της θεολογίας, αποτύπωσε ο άγιος Ιωάννης κυρίως στον Ευαγγέλιό Του, το πιο πνευματικό θεωρούμενο από όλα τα Ευαγγέλια και το τελευταίο βιβλίο που γράφηκε από εκείνον σε βαθύτατο γήρας, όπως βεβαίως και στα άλλα βιβλία που μας άφησε, τα οποία κατανύσσουν βαθύτατα την καρδιά μας, τις τρεις καθολικές λεγόμενες επιστολές του (Α΄, Β΄, Γ΄ Ιωάννου) και ασφαλώς τη Θεία Αποκάλυψή Του.
Ο άγιος Ιωάννης χαρακτηρίζεται όμως και «ηγαπημένος» μαθητής του Κυρίου, όπως και άφοβος και άτρομος. Πράγματι, έτσι χαρακτηρίζεται από το Ευαγγέλιό του, διότι αγάπησε με πάθος τον Κύριο, στην οποία αγάπη του ανταποκρίθηκε και Εκείνος.
Διότι ενώ ο Χριστός αγαπά εξίσου τους πάντες, κατά την αναλογία της ανταπόκρισης των ανθρώπων, εισπράττουν αυτοί περισσότερο ή λιγότερο την αγάπη Του. Ήταν, όπως είπαμε, και ο πιο κοντινός Του μαθητής, ίσως γιατί ήταν και συγγενής Του, κάτι που το βλέπουμε και στη Σταυρική Του θυσία.
Μόνος αυτός παρευρέθηκε μαζί με την Παναγία Μητέρα του Κυρίου στον Σταυρό, γι’ αυτό και Εκείνος, λίγο πριν παραθέσει το πνεύμα Του στον Θεό Πατέρα, είπε στη Μητέρα Του: «Γύναι, ιδού ο υιός σου», όπως και στον Ιωάννη: «Ιδού η Μήτηρ σου».
Έκτοτε ο Ιωάννης όντως έλαβε την Παναγία στο σπίτι του, μέχρις ότου Εκείνη εκοιμήθη. Το ατρόμητο του χαρακτήρα του ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης του αγάπης προς τον Κύριο – ο ίδιος γράφει: «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» – κάτι που το βλέπουμε και στο γεγονός ότι δεν εγκατέλειψε τον Κύριό του ούτε στιγμή, ήταν ο μόνος που Τον ακολούθησε και στην αυλή του αρχιερέα, την ώρα της ανακρίσεως, βρέθηκε κάτω από τον Σταυρό, όπως είπαμε, και όταν οι μαθητές έμαθαν από τις μυροφόρες για την Ανάσταση του Κυρίου, ήταν ο πρώτος που έτρεξε «τάχιον του Πέτρου», προκειμένου να δει «ιδίοις όμμασι» το συγκλονιστικό γεγονός.
Το ατρόμητο και γενναίο φρόνημα του αγίου καταγράφεται και σε περιστατικό, κατά το οποίο, όντας αυτός σε πολύ προχωρημένη ηλικία, δεν διστάζει, έστω και με κίνδυνο της ζωής του, να αναζητήσει έναν ληστή, που ο ίδιος τον είχε νεαρό μεταστρέψει στην πίστη, κάτι που το επέτυχε.
παπα Γιώργης Δορμπαράκης
Η ειρήνη είναι θείο δώρο που χορηγείται πλουσιοπάροχα σ' όσους συμφιλιώνονται με το Θεό και εκτελούν τα θεία Του προστάγματα.
Η ειρήνη είναι φως και φεύγει από την αμαρτία που είναι σκοτάδι. Ένας αμαρτωλός ποτέ δεν ειρηνεύει.
Να αγωνίζεστε κατά της αμαρτίας και να μη σας ταράζει η εξέγερση των παθών μέσα σας.
Αν στην πάλη μαζί τους νικήσεις, το ξεσήκωμα των παθών έγινε για σένα αφορμή νέας χαράς και ειρήνης. Αν νικηθείς - ο μη γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη και ταραχή. Αν πάλι, μετά από σκληρή μάχη, επικρατήσει προς στιγμήν η αμαρτία, αλλά εσύ επιμείνεις στον αγώνα, τότε νικάς και η ειρήνη ξανάρχεται.
«Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12,14).
Η ειρήνη και ο αγιασμός είναι δύο αναγκαίες προϋποθέσεις για εκείνον που ζητάει με πόθο να δει το πρόσωπο του Θεού. Η ειρήνη είναι το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται ο αγιασμός.
Ο αγιασμός δεν παραμένει σε ταραγμένη και οργισμένη καρδιά. Η οργή όταν χρονίζει στην ψυχή μας, δημιουργεί την έχθρα και το μίσος κατά του πλησίον. Γι' αυτό επιβάλλεται η γρήγορη συμφιλίωση με τον αδελφό μας, ώστε να μη στερηθούμε τη χάρη του Θεού που αγιάζει την καρδιά μας.
Εκείνος που ειρηνεύει με τον εαυτό του, ειρηνεύει και με τον πλησίον του, ειρηνεύει και με το Θεό. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι γεμάτος με αγιασμό γιατί ο ίδιος ο Θεός κατοικεί μέσα του.
(Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ιερά μονή Παρακλήτου)
- Γέροντα, ποια είναι η βοήθεια που δέχονται οι κεκοιμημένοι με την προσευχή μας;
- Να σου πω ένα παράδειγμα: Αν μια μέρα με έβρισκες στο υπόγειο και έλεγες στην Γερόντισσα: «κρίμα είναι, δεν τον βάζουμε στον επάνω όροφο, ώστε, όσο ζήση, να βλέπει τον ήλιο;», τι λες, δεν θα το έκανε η Γερόντισσα;
- Σίγουρα θα το έκανε, Γέροντα.
Οι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη από προσευχή
-Γέροντα, στην Ακολουθία προσεύχομαι περισσότερο για τον εαυτό μου.
Ακόμη και όταν διαβάζεται ο Άμωμος, που είναι για τους κεκοιμημένους,
πολλές φορές συνεχίζω την ευχή για τον εαυτό μου.
-Τι, όλα για τον εαυτό σου τα θέλεις; Οι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη
από την προσευχή μας, διότι οι ίδιοι δεν μπορούν να κάνουν πια τίποτε,
ενώ εμείς μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτούς.
Ήταν στο Άγιον Όρος ένας μπάρμπα Γιάννης που γύριζε παντού και έλεγε:
«Έχεις καμμιά δουλειά να σου κάνω; Τι δουλειά θέλεις να σου κάνω;».
Ήταν τόσο καλός, που οι Πατέρες του έλεγαν να γίνη μοναχός.
Εκείνος όμως απαντούσε:«Όχι, όχι, μόνο να προσεύχεσθε για μένα,
γιατί δεν μπορείτε να φαντασθείτε τι κακός άνθρωπος ήμουν,
τι έκανα στον πόλεμο!». Μια μέρα που με βοήθησε
να κάνω ένα προσκυνητάρι, μου είπε: «Να προσεύχεσαι για μένα, γιατί είμαι
πολύ αμαρτωλός». Έκτοτε τον έχασα. Μετά από καιρό, ήρθε ένας Πατέρας
και μου είπε: «Ο μπάρμπα Γιάννης κοιμήθηκε, μου παρουσιάσθηκε δυο φορές
και με έστειλε να σου πω να τον μνημονεύεις στους κεκοιμημένους».
Τι είχε συμβή; Ο μπάρμπα Γιάννης πήγε σε ένα μοναστήρι και τους βοηθούσε.
Όταν θα πέθαινε, είπε στον ιερομόναχο που είχε την φροντίδα του κοιμητηρίου:
«Αδελφέ, είμαι πολύ αμαρτωλός. Σε παρακαλώ κάθε μέρα να κάνης ένα "Τρισάγιο”
στον τάφο μου». Πραγματικά κάθε απόγευμα αυτός πήγαινε στον τάφο του
μπάρμπα Γιάννη και έκανε "Τρισάγιο”. Μετά όμως από λίγο καιρό τον έβαλαν
στο Αρχονταρίκι. Άλλοτε θυμόταν να διαβάσει το "Τρισάγιο”, άλλοτε όχι.
Ένα βράδυ παρουσιάσθηκε ο μπάρμπα Γιάννης στον ύπνο του και του είπε:
«Σε παρακαλώ μη με ξεχνάς. Και αν δεν μπορείς να μου κάνης "Τρισάγιο”,
πήγαινε στον πατέρα Παΐσιο και πες του ότι πέθανα, γιατί με θυμάται κάθε ημέρα,
αλλά με μνημονεύει σαν ζωντανό, για να μετανοήσω. Εγώ όμως τώρα δεν μπορώ να μετανοήσω».
Οι κεκοιμημένοι έχουν πιο πολλή ανάγκη προσευχής από τους ζώντες,
γιατί στους ζώντες υπάρχει και ελπίδα μετανοίας. Και θέλει ο Θεός να υπάρχουν
άνθρωποι να Τον παρακαλούν να βοηθήσει τους κεκοιμημένους,
αφού δεν έγινε ακόμη η τελική Κρίση. Στον πόλεμο ένας βαριά τραυματισμένος
ζήτησε από έναν ιερέα νερό και εκείνος δεν του έδωσε. Αδιαφόρησε,
ενώ είχε στο παγούρι του λίγο νερό. Ο τραυματίας σε λίγο πέθανε και ο ιερέας,
μόλις συνειδητοποίησε το σφάλμα του, ήταν απαρηγόρητος. Τον μνημόνευε συνεχώς.
Ήρθε στο Καλύβι και μου είπε τον πόνο του. Ο καημένος είχε πολλή θυσία,
αλλά δεν κατάλαβε πώς το έκανε αυτό. Το επέτρεψε ο Θεός,
πήρε δηλαδή για λίγο την Χάρη του,
επειδή ο τραυματίας είχε πολλή ανάγκη από προσευχή. Αν ο Ιερέας του έδινε νερό,
θα τον ξεχνούσε, ενώ τώρα τον πείραζε η συνείδηση και προσευχόταν συνέχεια γι’ αυτόν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.145-146)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 11-32. Η παραβολή του ασώτου υιού
15.13 καὶ μετ᾽ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς
ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν(1), καὶ ἐκεῖ(2) διεσκόρπισε(3)
τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως(4).
13 Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιος τα μάζεψε όλα κι έφυγε
σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή.
(1) Μπορεί να είναι και επίθετο, διότι το μακρός με την έννοια του
απομακρυσμένος είναι κλασικό (p). Πιθανότερα είναι επίρρημα.
Δες στιχ. 20,ζ 6 κλπ. (g). «Το «αποδήμησε» δεν θα το εννοήσεις τοπικά,
αλλά ότι σημαίνει, με την ελεύθερη προαίρεσή του. Από το Θεό απομακρύνθηκε
και ο Θεός από αυτόν» (σχ.). Η μακρινή χώρα σημαίνει λησμοσύνη
πλήρη του Θεού (Αυγουστίνος).
«Μακριά από το Θεό βρίσκονται αυτοί που αμαρτάνουν, όχι με την έννοια της
αναχώρησης του τόπου, αλλά με την αναχώρηση από την αρετή» (Ζ).
Η μακρινή χώρα είναι εδώ το σύμβολο κατάστασης, στην οποία η ψυχή γίνεται
απρόσιτη στην ιδέα και ανάμνηση του Θεού (g). «Πορεύεται λοιπόν σε χώρα μακρινή,
που δεν απέχει τόσο όσον αφορά τον τόπο, όσο την κατάσταση των πραγμάτων.
Διότι πράγματι, ο ίδιος Θεός και κοντά είναι στον καθένα μας,
όταν οι καλές πράξεις προξενούν σε μας την συγγένεια με αυτόν·
και μακριά μας βρίσκεται, όταν εμείς απομακρυνόμαστε από αυτόν με το να
προσεγγίζουμε την απώλεια» (Β).
(2) Μακριά δηλαδή από την πατρική φροντίδα και την επίβλεψη
και παρατήρηση των γνωστών (p).
(3) «Κατάστρεψε… την ευγένεια της ψυχής, την καταλληλότητα στις αρετές.
Διότι αυτά και τα παρόμοια ήταν περιουσία και πλούτος του» (Ζ).
«Διότι όταν ο άνθρωπος φύγει από το Θεό και απομακρύνει τον εαυτό του από τον θείο φόβο,
ξοδεύει τελείως όλα τα θεία δώρα» (Θφ). Η πλήρης διασκόρπιση της περιουσίας
παριστάνει την κατάχρηση της ανθρώπινης ελευθερίας στο έπακρο (g).
(4) Λέγεται μοναδική φορά η λέξη. «Άπληστα, ασυγκράτητα, ακόλαστα» (Ζ)· αισχρά,
όπως ζουν οι ανήθικοι (δ). Έτσι η μέχρι τώρα εικόνα του ασώτου γιου παρουσιάζει
την άθλια κατάσταση, στην οποία περιέρχεται ο αμαρτωλός και η οποία κατά τις πρώτες
της εκδηλώσεις είναι αποστασία από το Θεό και βίος άσωτος και ακόλαστος.
Η αθλιότητα του αμαρτωλού συνίσταται στο ότι απομακρύνεται από το Θεό,
την πηγή κάθε καλού και ολοένα φεύγει πιο μακριά από αυτόν. Αναζητώντας όμως
το αγαθό στον κόσμο και τις απολαύσεις του, διασκορπίζει ο αμαρτωλός την πατρική
κληρονομιά καταχρώμενος όλων των δυνάμεων της ψυχής του, χάνοντας τον χρόνο της
ζωής του και όλες τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε αυτήν, όχι μόνο θάβοντας στη γη,
αλλά και χρησιμοποιώντας στο κακό τα τάλαντα που του εμπιστεύτηκε ο Θεός,
τα χαρίσματα της θείας Πρόνοιας, που του δόθηκαν για να τον καταστήσουν ικανό
να υπηρετεί τον Κύριο και να πράττει το αγαθό, γίνονται τροφή για ικανοποίηση
και σφοδρότερη έξαψη των επιθυμιών της σάρκας του. Η ψυχή που έγινε αιχμάλωτη
και δούλη είτε στον κόσμο είτε στην σάρκα, διασκορπίζει την περιουσία της ζώντας άσωτα.
Ξεχύνω τα λόγια της καρδιάς μου, που απαλά σκιρτά από χαρά άφθαρτη κι ανέκφραστη.
Αδελφοί, αν εισχωρήσετε στα λόγια μου με καθαρό λογισμό, θα ευφρανθείτε σαν σε συμπόσιο πνευματικό!
Η πίστη στον Χριστό είναι ζωή. Όποιος τρέφεται με την πίστη, γεύεται ήδη, στη διάρκεια της επίγειας πορείας του, την αιώνια ζωή, που ετοιμάστηκε για τους δικαίους στο τέλος αυτής της πορείας. Ο Κύριος είπε: «Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, αυτός έχει την αιώνια ζωή».
Με την πίστη οι άνθρωποι του Θεού υπέμειναν σκληρές δοκιμασίες. Έχοντας οικειωθεί τον πλούτο και την ευφροσύνη της αιώνιας ζωής, θεώρησαν σκουπίδια τα θέλγητρα της πρόσκαιρης.
Με την πίστη δέχονταν τις θλίψεις και τις στενοχώριες σαν δώρα του Τριαδικού Θεού, δώρα με τα οποία Εκείνος τους αξίωσε να γίνουν μιμητές και μέτοχοι των παθημάτων ενός από τα πανάγια Πρόσωπά Του, που έστερξε να δεχθεί τη φύση μας και να οικονομήσει τη λύτρωσή μας.
Η απέραντη ευφροσύνη, που γεννιέται από την πίστη, καταβροχθίζει τη σκληρότητα του πόνου. Έτσι, στη διάρκεια οδυνηρών βασάνων, νιώθει κανείς μόνο τέρψη.
Το ομολόγησε ο μεγαλομάρτυρας Ευστράτιος (13 Δεκεμβρίου) λίγο πριν από την τελείωσή του. “Τα βασανιστήρια στα οποία με υποβάλλεις”, είπε στον ηγεμόνα Αγρικόλα, “είναι για μένα ευφροσύνη!”.
Με την πίστη οι άγιοι βυθίστηκαν στα βάθη της ταπεινοφροσύνης. Με τα καθαρά μάτια της πίστεως είδαν πως οι ανθρώπινες θυσίες στον Θεό δεν είναι παρά τα χαρίσματα του Θεού στον άνθρωπο, χρέη του ανθρώπου στον Θεό, αχρείαστα σ’ Εκείνον αλλά απαραίτητα και σωτήρια για τον άνθρωπο. «Άκου, λαέ μου», λέει ο Θεός, «γιατί θα σου μιλήσω· άκου, Ισραήλ, γιατί θα διαμαρτυρηθώ σ’ εσένα.
Ο Θεός, ο Θεός σου, είμ’ εγώ. Δεν θα σε ελέγξω για τις θυσίες σου… γιατί δική μου είναι όλη η οικουμένη και δικά μου όλα τα πλούτη της». «Τι έχεις που να μην το έλαβες; Αφού, λοιπόν, το έλαβες από τον Θεό, γιατί καυχιέσαι σαν να μην το είχες λάβει ως δώρο;».
«Σ’ όποιον δόθηκαν πολλά, πολλά θα ζητηθούν απ’ αυτόν και σ’ όποιον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θα ζητηθούν».
Οι άγιοι του Θεού θαυματουργούσαν, ανάσταιναν νεκρούς, προέλεγαν το μέλλον, ήταν γεμάτοι από πνευματική γλυκύτητα, αλλά συνάμα και γεμάτοι από ταπεινοφροσύνη.
Με απορία, θαυμασμό και φόβο έβλεπαν ότι ο Θεός έστερξε γενναιόδωρα να προσφέρει και να εμπιστευθεί το Άγιο Πνεύμα Του στο χώμα, στη λάσπη.
Μπροστά σ’ αυτό το μυστήριο, ο νους κυριεύεται από φρίκη και σωπαίνει, η καρδιά πλημμυρίζει από ανείπωτη χαρά, ενώ η γλώσσα δεν έχει τη δύναμη να εκφραστεί.
Με την πίστη οι άγιοι αγάπησαν τους εχθρούς τους. Τα μάτια του νου τους, φωτισμένα από την πίστη, σταθερά έβλεπαν τον Θεό μέσα στην πρόνοιά Του. Σε παραχώρηση αυτής της θείας πρόνοιας απέδιδαν οι άγιοι όλες τις επιθέσεις που δέχονταν.
Έτσι ο Δαβίδ, «βλέποντας τον Κύριο παντοτινά μπροστά του», για να μη λιποψυχήσει μπροστά στις τόσες θλίψεις και δοκιμασίες του, αποκρίθηκε, όταν ο Σεμεΐ τον καταριόταν και τον πετροβολούσε: «Ο Κύριος του είπε να καταριέται τον Δαβίδ. Τι δουλειά έχετε εσείς μ’ εμένα, γιοι της Σαρουΐας», λογισμοί της οργής και της εκδικήσεως; «Αφήστε τον να με καταριέται, γιατί ο Κύριος του το είπε…Ίσως ο Κύριος, βλέποντας την ταπείνωσή μου, να μου δώσει αγαθά αντί για την κατάρα…».
Η ψυχή δέχεται τη δοκιμασία σαν θεραπεία των ασθενειών της. Ευγνωμονεί τον Θεό και Του ψάλλει: «Βάλε με, Κύριε, σε δοκιμασίες, βάλε με σε πειρασμούς, βάλε φωτιά στις σκέψεις μου και στην καρδιά μου».
Έτσι ας αντιμετωπίζουμε τις δοκιμασίες. Για τους ανθρώπους και τα άλλα όργανα των δοκιμασιών μας ας μη νιώθουμε καμιά κακία, καμιάν εχθρότητα.
Η ψυχή που δοξολογεί τον Πλάστη της, η ψυχή που ευγνωμονεί τον ουράνιο Γιατρό, πλημμυρισμένη από ανέκφραστα αισθήματα, αρχίζει να ευλογεί τα μέσα της θεραπείας της.
Και να! Ξάφνου ανάβει μέσα της η αγάπη προς τους εχθρούς. Τότε ο άνθρωπος είναι έτοιμος να θυσιάσει και τη ζωή του για τον εχθρό του, θεωρώντας μάλιστα πως αυτό δεν αποτελεί στην πραγματικότητα θυσία αλλά υποχρέωση, υποχρέωση ανάξιου δούλου.
Από τώρα ο ουρανός είναι ανοιχτός.
Μπαίνουμε στην αγάπη προς τον πλησίον και μέσω αυτής στην αγάπη προς τον Θεό. Βρισκόμαστε στον Θεό και ο Θεός βρίσκεται σ’ εμάς. Να τι θησαυρό περιέχει η πίστη, η μεσίτρια και χορηγήτρια της ελπίδας και της αγάπης.
(Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ασκητικές εμπειρίες, τ. Α΄, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 2008, σ. 222-224)
«ίνα το δοκίμιον υμών της πίστεως πολυτιμότερον χρυσίου του απολλυμένου διά πυράς δε δοκιμαζομένου ευρεθή εις έπαινον και τιμήν και δόξαν εν αποκαλύψει Ιησού Χριστού» (Α’ Πέτρου 1,7)
Αδελφοί μου, η πίστη μας δοκιμάζεται πιο συχνά απ’ όσο ένα καλάμι κλυδωνιζόμενο στους ανέμους.
Οι δοκιμασίες είναι σαν τους δυνατούς ανέμους: μια αδύναμη πίστη την ξεριζώνουν, αλλά μια δυνατή πίστη την δυναμώνουν ακόμη περισσότερο.
Επίσης, οι δοκιμασίες είναι σαν τις φλόγες, μέσα στις οποίες το άχυρο καίγεται και το χρυσάφι καθαρίζεται.
Αλλά και οι θεωρίες και οι εικασίες του ανθρώπου δοκιμάζουν την πίστη μας.
Αυτές, συνήθως, είναι όπως οι πολλοί ισχυροί και αδυσώπητοι άνεμοι· αλλά μπορούμε να τους υπερβούμε – αν είμαστε πρόθυμοι να παραμείνουμε εδραιωμένοι στους λόγους του Θεού και αν μπορούμε, σε αντίθεση μ’ αυτές τις θεωρητικολογίες, να δώσουμε την πρέπουσα έμφαση στις Διδαχές της Πίστεως στον Χριστό.
Η πίστη μας δοκιμάζεται έτι περισσότερο με τον φόβο και τη ντροπή: φόβο για ανθρώπους οι οποίοι διώκουν την Πίστη και ντροπή απέναντι σε ανθρώπους, οι οποίοι αλαζονικά καταφρονούν την Πίστη.
Αυτοί επίσης είναι δυνατοί άνεμοι στους οποίους πρέπει να αντισταθούμε, αν θέλουμε να παραμείνουμε ζωντανοί.
Πώς θ’ αντισταθούμε σ’ αυτούς;
Με τον φόβο του Θεού, που θα πρέπει πάντα να έχει στην ψυχή μας ανώτερη θέση από τον φόβο των ανθρώπων· και με το να αισχυνόμεθα ενώπιον των αποστόλων, των αγίων και των μαρτύρων, οι οποίοι δεν ντράπηκαν για την πίστη τους, παρεστώτες ενώπιον ηγεμόνων, αρχόντων και των δυνατών του κόσμου τούτου.
Η πίστη μας δοκιμάζεται επιπλέον από τα δεινά και τις ταλαιπωρίες του βίου.
Αυτό είναι το καμίνι μέσα στο οποίο η πίστη μας είτε καίγεται σαν άχυρο είτε λάμπει και καθαρίζεται, ως χρυσός εν χωνευτηρίω.
Η πίστη μας θα επιζήσει από τέτοιες δοκιμασίες, αν μνημονεύουμε Ιησούν Χριστόν Εσταυρωμένον υπέρ ημών και όλες τις χιλιάδες μαρτύρων της Πίστεως, οι οποίοι με την απαντοχή και την εγκαρτέρησή τους νίκησαν και κατατρόπωσαν κάθε πολέμιο, αναδυόμενοι μέσα απ’ τις φλόγες σαν το καθαρό χρυσάφι· και οι οποίοι εξακολούθησαν σελαγίζοντες να διαλάμπουν στο πέρασμα των αιώνων, εν μέσω των αγγέλων και εν μέσω των ανθρώπων.
Η πίστη, μας δοκιμάζεται επίσης από τον θάνατο – τον θάνατο των οικείων και προσφιλών μας προσώπων και γενικώς τον θάνατο ανθρώπων.
Αυτό είναι το αδυσώπητο πυρ μέσα στο οποίο η πίστη των πολλών κατακάηκε.
Είναι λοιπόν ο θάνατος το τέλος των πάντων;
Όχι, δεν είναι – πιστέψτε με!
Είναι η αρχή, των πάντων, η αρχή, μιας καινής και δίκαιης ζωής!
Πιστέψτε στην Ανάσταση του Χριστού, πιστέψτε στην επέκεινα του τάφου ζωή, πιστέψτε στην Κοινή Ανάσταση και στη Φρικτή Ημέρα της Κρίσεως.
Ω αγαθέ Κύριε, δυνάμωσε την πίστη μέσα μας και ελέησέ μας!
Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Αχρίδος- Ιούλιος», εκδόσεις Άθως, Αθήνα 2014)
«Αυτός που θα συναντηθεί ειλικρινώς με τον Κύριο και Χριστό, βιώνει να αλλάζουν όλα μέσα του.
Θυμηθείτε ότι συναντήθηκε μαζί Του ένας χωρικός ψαράς και από εκείνη την συνάντηση προέκυψε ένας Απόστολος Πέτρος.
Συναντήθηκε μαζί Του ο Σαύλος, ο πιο μορφωμένος άνθρωπος της εποχής του, συνάντησε τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού και έγινε ο πιο φημισμένος ανάμεσα στους ανθρώπους.
Γιατί, ποιος του έδωσε όλη εκείνη την δύναμη που είχε αν όχι ο ίδιος ο Χριστός;….
Έτσι, η συνάντηση με τον Κύριο αποτελούσε πάντα το σημαντικότερο γεγονός για τον κάθε άνθρωπο, είτε αυτός κινείται προς τον Κύριο Ιησού είτε εναντίον Εκείνου».
Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
και οδύνη
Ενώ η ηδονή από την αμαρτία είναι ολιγόλεπτη, η οδύνη που προκαλείται από αυτήν είναι συνεχής.
Ε.Π.Ε. 18α,32
αρετής
Πες μου λοιπόν, ποιος από τους δυο ζη με ηδονή, αυτός που μαίνεται και σφαδάζει και κεντάται από πολλές επιθυμίες και ούτε στον εαυτό του βρίσκεται, ή εκείνος που είναι απαλλαγμένος από όλο αυτό το σατανικό κάψιμο και αναπαύεται στο χώρο της αρετής σαν σε λιμάνι; Φυσικά, ο δεύτερος· είναι ολοφάνερο. Έχει αποδειχτή πως γνώρισμα της αρετής είναι η ηρεμία και η ευχαρίστησις. Η κακία μόνο στο όνομα είναι ηδονή, στην πραγματικότητα δεν έχει καμμια ευχαρίστησι.
Ε.Π.Ε. 18α,36
πρόσκαιρη και αιώνια
Τα δικά μας πράγματα δεν είναι έτσι (σαν την αμαρτία που η ψεύτικη ηδονή σβήνει αμέσως). Σε μας και στην αρχή της πνευματικής ζωής είναι απαλλαγμένος ο άνθρωπος από κάθε ταραχή. Και μέχρι τέλους παραμένει σε ακμαιότητα η ηδονή. Ή, καλύτερα, δεν υπάρχει τέλος στη χριστιανική ηδονή, ούτε για μας έχουν τέλος τα αγαθά του Θεού, ούτε καταλύεται η ευχαρίστησις· είναι αιώνια.
Ε.Π.Ε. 18α,38
σαρκική, ελάχιστη
Λέμε στους σαρκομανείς: Δείξτε μας την ηδονή από τη σαρκική επιθυμία. Ο μεν σώφρων έχει την ηδονή από τη νίκη, ενώ συ από πουθενά. Εσύ έχεις από τη σάρκα ολιγόλεπτη απόλαυσι· ούτε που φαίνεται. Ενώ ο αγνός και εγκρατής έχει πολύ μεγαλύτερη και παντοτινή απόλαυσι από την αγαθή του συνείδησι έχει· γλυκύτερη ευφροσύνη.
Ε.Π.Ε. 18α,544
σαρκική και ουράνια
Πες μου, ποια ηδονή εννοείς; Μήπως εκείνην της σαρκικής μίξεως, που είναι πρόσκαιρη και σύντομη; Αλλ’ αμέσως αυτήν την διαδέχεται πόλεμος και κύματα και λύσσα και η ίδια πάλι μανία... Διότι πολλή σύγχυσις προκαλείται από την ορμή της αμαρτίας στο σώμα που αμαρτάνει. Βρίσκεται σε χειρότερη από την τρικυμισμένη θάλασσα κατάστασι, αφού ποτέ δεν ησυχάζει από τη φαύλη επιθυμία. Βάλλεται συνεχώς από αυτήν, όπως οι δαιμονισμένοι, που συνεχώς κατασπαράσσονται από τα πονηρά πνεύματα.
Ε.Π.Ε. 18α,546
πνευματική
Η διάρκεια της πνευματικής ηδονής του σώφρονος και ενάρετου χριστιανού είναι μεγάλη και σε όλους καταφανής. Ή, καλύτερα, όλη η ζωή του είναι μέσα στην καλή ηδονή, αφού στεφανώνεται από τη συνείδησί του και δεν έχει τρικυμίες και σύγχυσι και ταραχή. Επειδή, λοιπόν, όποιος ζη αυτή τη θεία ηδονή, είναι χαρούμενος, ενώ ο άλλος (ο διεφθαρμένος, ο σαρκομανής, ο φιλήδονος) βρίσκεται σε θλίψι και ταραχή, ας αποφεύγουμε την ακολασία. Ας αγωνιζώμαστε για τη σωφροσύνη, ώστε ν’ αποκτήσουμε τα ουράνια αγαθά.
Ε.Π.Ε. 18α,546
του Θεού
Δυνατότερο από κάθε όπλο είναι η ηδονή του Θεού.
E.Π.E. 19,30
κρύβει την πίκρα
Δεν υπάρχει πραγματική ηδονή στην αμαρτία. Έχουμε πικρία, απάτη, προσποίησι και θέατρο. Και η μεν μάσκα των πραγμάτων φαίνεται λαμπρή, όμως τα ίδια τα πράγματα τίποτε άλλο δεν είναι, παρά ταλαιπωρία, κακομοιριά, αηδία και μεγάλη φτώχεια. Αν αφαιρέσης το προσωπείο και ξεγυμνώσης τα πράγματα, τότε θα διαπιστώσης την απάτη.
Ε.Π.Ε. 21,36
ατιμώρητα;
Δεν θα ξεφύγουμε την τιμωρία κάνοντας αισχρά πράγματα. Δεν απολαμβάνουμε τόση ηδονή, όση τιμωρία υφιστάμεθα.
Ε.Π.Ε. 22,454
αμαρτωλή, καμμια αξία
Όταν κατέχεσαι από σαρκική επιθυμία, να σκέπτεσαι τη φωτιά της κολάσεως· να σκέπτεσαι, ότι αυτή η ηδονή της αμαρτίας δεν αξίζει καθόλου, και ότι δεν είναι καν ηδονή. Αν ο φόβος των κοσμικών νόμων έχει τόση δύναμι, πολύ περισσότερο πρέπει να έχη δύναμι η μνήμη των μελλόντων, η αθάνατη τιμωρία, η αιώνια κόλασις.
Ε.Π.Ε. 23,34
σαρκική, πάθος για τους νέους
Τίποτε πιο δύσκολο και επίπονο δεν υπάρχει γι’ αυτή την ηλικία, όσο το να νικήση τις αισχρές ηδονές. Δεν ενοχλεί την ηλικία αυτή τόσο ο έρωτας των χρημάτων ή η επιθυμία της δόξας, ή κάτι άλλο, όσο ενοχλεί ο σαρκικός έρωτας. Γι’ αυτό, αφήνοντας ο,τιδήποτε άλλο, ο απ. Παύλος προτρέπει (Τίτ. β' 6) για το καίριο αυτό θέμα.
Ε.Π.Ε. 24,80
πρόσκαιρη
Λένε, ότι έχουν ηδονή οι απολαύσεις των φαγητών. Δεν είναι τόσες πολλές οι απολαύσεις, όσες είναι οι δυσκολίες. Άλλωστε η ηδονή φτάνει μέχρι το φάρυγγα, μέχρι τη γλώσσα. Όταν σηκώσουν το τραπέζι ή φαγωθούν όλα τα φαγητά, θα είσαι το ίδιο με εκείνον, που δεν πήρε μέρος καθόλου στο τραπέζι, ή μάλλον πολύ χειρότερα.
Ε.Π.Ε. 25,288
μαστίγωμα δημίων
Οι ηδονές είναι όπως κάποιοι φοβεροί δήμιοι για το σώμα, ή μάλλον είναι φοβερώτεροι από τους δημίους. Διότι καταβασανίζουν με αχειροποίητα δεσμά. Φθείρουν την ψυχή δια μέσου των πονηρών οφθαλμών. Μαστιγώνουν το μυαλό και τις αισθήσεις με τρομερό μαστίγωμα.
Ε.Π.Ε. 37,284
θαύμα η αγνότητα
Οι νέοι πυγμαχούν με τις ηδονές, όπως ο μάρτυρας με τα θηρία. Παλεύουν με τους λογισμούς, όπως εκείνος με τα βασανιστήρια.
Ε.Π.Ε. 37,286
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 303-306)
Ζωντανοί
και πεθαμένοι
Οι ζωντανοί δεν διαφέρουν από τους νεκρούς μόνο στο ότι βλέπουν τον ήλιο και αναπνέουν τον αέρα. Διαφέρουν κυρίως στο ότι πράττουν κάποιο αγαθό. Διότι, αν κάτι τέτοιο δεν συμβαίνη, καθόλου ανώτεροι δεν είναι από τους πεθαμένους.
Ε.Π.Ε. 23,338
Ζωόφιλοι
για τα σκυλιά, όχι για το Χριστό
Αν δούμε σκυλί να πεινάη, συγκινούμαστε. Βλέπεις όμως τον Κύριο (στο πρόσωπο των φτωχών) να πεινάη, και δεν συγκινείσαι. Και τι απολογία θα δώσης γι’ αυτή σου τη σκληρότητα;
Ε.Π.Ε. 12,114
όχι παιδόφιλοι
Δεν είναι ανόητο πράγμα το να συντηρούν χαζούς και νάνους, όχι από φιλανθρωπία, αλλά για να διασκεδάζουν μαζί τους; Δεν είναι ανόητο, το να έχουν ψάρια κλεισμένα στις αυλές τους, το να τρέφουν θηρία, το να ασχολούνται με σκυλιά, το να στολίζουν άλογα και να δείχνουν λιγότερο ενδιαφέρον για τα παιδιά τους και το ανθρώπινο προσωπικό;
Ε.Π.Ε. 23,430
Ηδονή
οδηγεί στην οδύνη
Τέτοια είναι η αμαρτία. Προτού να κάνη την εμφάνισί της και να πραγματοποιηθή, σκοτίζει τη σκέψι. Εξαπατά τον νουν. Όταν όμως πραγματοποιηθή, τότε αποκαλύπτει την πονηρή της απρέπεια. Η σύντομη αισχρή ηδονή σταλάζει μέσα μας συνεχή την οδύνη και τον πόνο. Αφαιρεί την παρρησία της συνειδήσεως. Περιβάλλει με ντροπή αυτόν που αιχμαλωτίστηκε.
Ε.Π.Ε. 2,582
πρόσκαιρη, συνεχής
Να επιδιώκης όχι την πρόσκαιρη ηδονή που την γεννάει το αισχρό θέαμα, αλλά τη συνεχή οδύνη, που γεννιέται από την κακή επιθυμία.
Ε.Π.Ε. 8α, 376
βραχεία, και λύπη διηνεκής
Η ευχαρίστησις από την αμαρτία διαρκεί λίγο, ενώ η πίκρα απ’ αυτήν είναι διαρκής. Αντίθετα, η χαρά από την αρετή είναι αιώνια, ενώ ο κόπος γι’ αυτήν είναι προσωρινός. Κι η μεν αρετή ανυψώνει τον εργάτη της και πριν από τους στεφάνους· τον τρέφει με την ελπίδα. Η αμαρτία όμως τιμωρεί τον εργάτη της και πριν από την κόλασι. Του δημιουργεί άγχος και φόβο στη συνείδησι και τον κάνει συνεχώς να υποπτεύεται τα πάντα.
Ε.Π.Ε. 13,356
πρόσκαιρη και διηνεκής
Από τα γήινα πράγματα, άλλα μεν προσφέρουν προσωρινή ηδονή, διαρκή όμως τιμωρία, και το αντίθετο, άλλα απαιτούν προσωρινή καρτερία και υπομονή, αλλά αιώνια προσφέρουν την απόλαυσι.
Ε.Π.Ε. 16α,122
καλή και κακή
Αν μου αναφέρης την ηδονή, που προέρχεται από την αμαρτία, σκέψου ότι και αυτό σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το απολαμβάνουν οι άνθρωποι της αρετής. Διότι το να έχη κάποιος καθαρή συνείδησι, το να θαυμάζεται από όλους, το να αναμένη με βέβαιη ελπίδα την αιώνια απόλαυσι, είναι γλυκύτερο, για εκείνον φυσικά, που μπορεί και διακρίνει τη φύσι της ηδονής.
Ε.Π.Ε. 18α,30
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 300-301)