ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Δοξολογία
απολογία
Δοξασμένος να είσαι, Κύριε και Θεέ, διότι με απάλλαξες από τόσους κινδύνους. Αυτή η δοξολογία είναι και απολογία σε εκείνον που πρόκειται να τον κατηγορήση.
Ε.Π.Ε. 19,20
για όλα τα υπέρ ημών γεγενημένα
Αφού ο απόστολος Παύλος θύμισε το Σταυρό και την Ανάστασι, τη λύτρωσι από τις αμαρτίες, την εξασφάλισι των μελλόντων αγαθών, την οικονομία του Πατέρα, το θέλημα του Υιού, τη χάρι του Αγίου Πνεύματος, την ειρήνη, ολόκληρη τη δωρεά του Θεού, κατέκλεισε το λόγο με δοξολογία.
Ε.Π.Ε. 20,186
από κατορθώματα χριστιανών
Το κατόρθωμά σας, λέει ο Παύλος, θεωρούμε ότι είναι δώρο του Θεού. Τόσο πολύ μας ευεργετήσατε, ώστε νομίζουμε ότι είναι του Θεού ή καλύτερα και του Θεού. Διότι τόσο υψηλό φρόνημα δεν είναι γνώρισμα ψυχής ανθρώπου ούτε ανθρώπινης προσπάθειας.
Ε.Π.Ε. 22,434-436
Χρυσοστόμου για όσα θλιβερά
Όταν με έδιωχναν, ευλογούσα. Όταν επανήλθα (από την πρώτη εξορία), πάλι ευλογώ. Διαφορετικές οι καταστάσεις, αλλ’ ένα είναι το τέλος και του χειμώνα και του καλοκαιριού, όλων, και των καλών και των κακών. Ας είναι δοξασμένος ο Θεός, που παραχώρησε να με διώξουν. Ας είναι πάλι δοξασμένος, που με κάλεσε να ξαναγυρίσω. Ας είναι δοξασμένος ο Θεός, που άφησε να έρθη χειμώνας, δύσκολες μέρες και ώρες. Ας είναι δοξασμένος ο Θεός, που μας έβγαλε από τις δυσκολίες και έφερε και πάλι τη γαλήνη. Αυτά τα λέω για να σας διδάξω να δοξάζετε πάντοτε τον Θεό. Συνέβησαν καλά; Δόξασε τον Θεό, και τα καλά παραμένουν. Συνέβησαν θλίψεις; Δόξασε τον Θεό, και οι θλίψεις ξεπερνιώνται.
Ε.Π.Ε. 33,412
Δόσις
Αγίου Πνεύματος
Οι άγιοι προφήτες είχαν τη δόσι του Αγίου Πνεύματος.
Ε.Π.Ε. 18,182
Δότης
κερδίζει
Και χωρίς τα κέρδη τα μέλλοντα, πες μου: Ποιοι κερδίζουν και εδώ στη γη, όσοι παίρνουν ή όσοι δίνουν; Όσοι έπαιρναν, παραπονούνταν και διαπληκτίζονταν, ενώ οι πρώτοι χριστιανοί είχαν μια ψυχή. Βλέπεις, ότι και εδώ είναι κερδισμένοι; Εσύ πες μου: Σε ποιους θα ήθελες να είσαι, σ’ αυτούς που κατέθεταν όλα τα υπάρχοντά τους και δεν είχαν τίποτε δικό τους, ή σ’ εκείνους που άρπαζαν και των άλλων τα πράγματα;
E.Π.E. 24,128

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 81-82)

Της Αμμάς Συγκλητικής
α'.  Είπε η Αμμάς Συγκλητική : « Αγών και κόπος πολύς είναι σε όσους προσέρχονται στον Θεό για πρώτη φορά, ύστερα δε χαρά ανεκλάλητη. Όπως όσοι θέλουν να ανάψουν φωτιά, πρώτα γεμίζουν καπνούς και δακρύζουν και έτσι κατορθώνουν αυτό οπού θέλουν, και η Γραφή λέγει: Ο Θεός ημών πυρ καταναλίσκον, ανάλογα πρέπει και εμείς να ανάψουμε τη Θεία φωτιά με δάκρυα και κόπους ».
β'. Είπε πάλι: « Εμείς όπου διαλέξαμε τον μοναχικό βίο, πρέπει να κατέχουμε άκρα σωφροσύνη. Βέβαια και στους ανθρώπους του κόσμου φαίνεται να υπάρχη σωφροσύνη, αλλά είναι μαζί της και η αφροσύνη. Και αυτό συμβαίνει για το ότι αμαρτάνουν με όλες τις άλλες αισθήσεις. Γιατί βλέπουν άπρεπα και γελούν άταχτα ».
γ' . Είπε πάλι: « Όπως τα πολύ δυνατά φάρμακα αποδιώχνουν τα φαρμακερά θηρία, έτσι και τον αμαρτωλό λογισμό η προσευχή με τη νηστεία τον κάνουν να φεύγη ».
δ' . Είπε πάλι: « Μή σε δελεάση η απόλαυση των πλουσίων του κόσμου, ότι σε κάτι ωφελεί η κούφια ηδονή της. Εκείνοι τιμούν τη μαγειρική τέχνη. Νηστεύοντας και σύ, με τα λιτά ξεπερνάς τη δική τους αφθονία τροφών.
Γιατί λέγει η Γραφή, ότι όποιος ζή σε τρυφή, δεν του κάνει εντύπωση το κηρόμελι. Μή χορτάσης ψωμί και δεν θα επιθυμήσης κρασί».
ε'. Ρωτήθηκε η μακαρία Συγκλητική, αν, το να μή έχη τινάς δικό του τίποτε το υλικό, είναι τέλειο αγαθό. Και αποκρίθηκε: « Είναι τελειότατο για όσους μπορούν. Γιατί όσοι το υπομένουν, έχουν μεν θλίψη στη σάρκα, ανάπαυση όμως στην ψυχή. Όπως τα γερά ρούχα πλένονται με το να τα πατά τινάς και να τα στριφογυρίζη με δύναμη, έτσι και η γερή ψυχή, με την εκούσια πενία, πιο δυνατή γίνεται ».
στ'. Είπε πάλι: « Αν ζής σε Κοινόβιο, μή αλλάξης τον τόπο σου. Γιατί θα ζημιωθής πολύ. Όπως η κλώσσα, όταν σηκώνεται από τα αυγά, τα κάνει κλούβια και άγονα, έτσι και ο μοναχός ή η μοναχή βλέπουν να ψύχεται και να νεκρώνεται η πίστη τους, όταν πηγαίνουν από τόπο σε τόπο ».
ζ'. Είπε πάλι: «Πολλά είναι του διαβόλου τα δόκανα. Με τη φτώχεια δεν κατάφερε να κλονίση μια ψυχή ; Τον πλούτο παρουσιάζει για δόλωμα. Δεν έκαμε τίποτε με τις ύβρεις και τους ονειδισμούς ; Επαίνους και δόξα προβάλλει. Με την υγεία νικημένος, κάνει άρρωστο το σώμα. Γιατί, μή μπορώντας να ξεγελάση με τις απολαύσεις, πασχίζει να μας ξεστρατίση με την ακούσια ταλαιπωρία. Έτσι, ζητά και φέρνει στη μέση κάποιες αρρώστιες βαρύτατες, για να κάμη ώστε, εξ’ αίτιας τους αμελώντας ο άνθρωπος, να παύση να αγαπά αγνά τον Θεό. Αλλά και κατατρώγεται το σώμα με πυρετούς πολύ δυνατούς και με ακατάσχετη δίψα βασανίζεται. Αν μεν, αμαρτωλός όντας, τα παθαίνης αυτά, θυμήσου και τη μέλλουσα κόλαση και την αιώνια φωτιά και τις ποινές οπού θα καταδικασθής και μή σαστίσης με ό,τι σου συμβαίνει τώρα. Να χαίρης, οπού ο Θεός σε επισκέφθηκε. Και ας έχεις στα χείλη σου το γλυκύτατο εκείνο ρητό της Γραφής: Παιδεύων επαίδευσε με ο Κύριος και τω θανάτω ου παρέδωκε με. Σίδερο ήσουν ; Αλλά με τη φωτιά απαλλάσσεσαι από τη σκουριά. Αν δέ και δίκαιος όντας αρρωσταίνης, από τα μεγάλα στα μεγαλύτερα προκόβεις. Χρυσάφι είσαι; Αλλά με τη φωτιά γίνεσαι μάλαμα. Σου δόθηκε άγγελος σατάν στη σάρκα; Ας πλημμυρίσης από χαρά. Κοίτα με ποιόν έγινες όμοιος. Γιατί του Παύλου τη μερίδα αξιώθηκες. Με τον πυρετό δοκιμάζεσαι; Με το ρίγος παιδεύεσαι; Άκου τί λέγει η Γραφή: Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν. Σου έλαχε το πρώτο ; Περίμενε και το δεύτερο. Ασκώντας την αρετή, φώναξε του αγίου τα λόγια: Πτωχός και αλγών ειμί εγώ. Τέλειος θα γίνης μ’ αυτή τη δυάδα των θλίψεων. Γιατί λέγει: Εν θλίψει επλάτυνας με. Μ’ αυτά μάλλον τα γυμνάσια ας ασκηθούν οι ψυχές μας. Γιατί βλέπουμε κατάμματα τον αντίπαλο ».
η'. Είπε πάλι: « Αν κάποια αρρώστια μας ενοχλή, ας μη λυπηθούμε επειδή, με αιτία την αρρώστια και το πλήγμα του σώματος, δεν μπορούμε να ψάλλουμε φωναχτά. Γιατί όλα αυτά τα πραγματοποιούσαμε για τη συντριβή των επιθυμιών. Επειδή και η νηστεία και το να πλαγιάζουμε κατάχαμα έχουν θεσπισθή για μας εξ’ αίτιας των ηδονών. Αν λοιπόν αυτές η αρρώστια τις άμβλυνε, περιττός ο λόγος. Γιατί αυτή είναι η μεγάλη άσκηση, να εγκαρτερούμε στις αρρώστιες και να αναπέμπουμε ύμνους ευχαριστίας στον Θεό ».
θ'. Είπε πάλι: « Νηστεύοντας, μή προφασισθής αρρώστια. Γιατί όσοι δεν νηστεύουν στις ίδιες συχνά αρρώστιες έχουν πέσει. Άρχισες το καλό; Μή υποχωρήσης, αν σου επιτεθή ο εχθρός. Με την υπομονή σου θα τον εξουδετερώσης. Έτσι συμβαίνει και με όσους βγαίνουν στο πέλαγος. Πρώτα τους τυχαίνει ούριος άνεμος. Απλώνοντας δέ τα πανιά, συναντούν ύστερα άνεμο αντίθετο. Αλλά οι ναυτικοί δεν παρατούν το πλοίο εξ’ αιτίας του ανέμου αυτού. Αφού ησυχάσουν λίγο ή και μείνουν σαν νικημένοι από την τρικυμία, ύστερα εξακολουθούν το ταξίδι τους. Έτσι και εμείς. Αν πέση κατεπάνω μας εναντία πνοή, ας απλώσουμε τον Σταυρό σαν πανί και θα διασχίσουμε το πέλαγος της παρούσης ζωής χωρίς φόβο ».
ι'. Είπε πάλι: « Όσοι τον υλικό πλούτο, με κόπους και κινδύνους στη θάλασσα, συνάγουν, πολλά κερδίζοντας, επιθυμούν περισσότερα. Και τα μεν παρόντα τα λογαριάζουν σαν ένα τίποτε, αλλά προχωρούν προς τα μή παρόντα. Ενώ εμείς, τίποτε μή έχοντας και από τα ποθητά, τίποτε δεν θέλουμε να αποκτήσουμε για τον φόβο του Θεού ».
ια'. Είπε πάλι: « Μιμήσου τον τελώνη, για να μή κατακριθής μαζί με τον φαρισαίο. Και του Μωϋσέως την πραότητα διάλεξε, για να μεταβάλης την καρδιά σου, όπου είναι σαν πέτρα, σε πηγές υδάτων ».
ιβ'. Είπε πάλι: « Είναι επικίνδυνο να διδάσκη όποιος δεν προώδευσε με την πράξη της αρετής. Όπως ένας όπου έχει σαθρό οίκημα, όταν υποδεχθή σ’ αυτό ξένους, θα τους κάμη κακό με το να πέση πάνω τους το σπίτι, έτσι και αυτοί. Χωρίς να έχουν προηγουμένως οικοδομήσει τον εαυτό τους, κάνουν να χαθούν μαζί τους και όσοι πήγαν σ’ αυτούς. Γιατί με τα λόγια μεν τους κάλεσαν σε σωτηρία, με την αμαρτωλότητα όμως της ζωής τους μάλλον έβλαψαν όσους τους ακολούθησαν».
ιγ'. Είπε πάλι: « Είναι καλό πράγμα να μη οργίζεται τινάς. Αλλά και αν συμβή, ούτε μιας μέρας καιρό δεν σου αφήνει ο Κύριος γι’ αυτό, λέγοντας : Μή επιδυέτω ο ήλιος. Συ λοιπόν περιμένεις να δύση όλη σου η ζωή ; Γιατί μισείς τον άνθρωπο όπου σε λύπησε; Δεν σε αδίκησε ο ίδιος, αλλά ο διάβολος. Μίσησε την αρρώστια και όχι τον άρρωστο ».
ιδ'. Είπε πάλι: « Όσο προοδεύει ο αθλητής, τόσο με ισχυρότερο αντίπαλο τον βάζουν να αγωνίζεται ».
ιε'. Είπε πάλι: « Και ο εχθρός εμπνέει άσκηση. Γιατί και οι δικοί του οπαδοί το κάνουν αυτό. Πώς λοιπόν θα διακρίνουμε τη “Θεία βασιλική άσκηση από την τυραννική και δαιμονική ; Ασφαλώς, από τη συμμετρία. Όλο σου τον καιρό, ένας κανών νηστείας ας σου είναι. Μή νηστεύεις τέσσερις και πέντε μέρες και υστέρα τρώγεις υπέρμετρα. Γιατί, σε όλες τις περιπτώσεις, η αμετρία είναι φθοροποιός. Νέος όντας και καλά στην υγεία σου, νήστευε. Γιατί θα έλθουν και τα γηρατειά με την αδυναμία. Όσο μπορείς λοιπόν θησαύρισε τροφές, ώστε, όταν δεν θα μπορής, να βρής ανάπαυση ».
ιστ'. Είπε πάλι: « Ζώντας σε Κοινόβιο, ας προτιμάμε την υπακοή από την άσκηση. Γιατί η μεν διδάσκει την υπεροψία, ενώ η άλλη την ταπεινοφροσύνη ».
ιζ'. Είπε πάλι: « Πρέπει με τη διάκριση να κυβερνάμε την ψυχή. Και σε Κοινόβιο ζώντας, μήτε το συμφέρον μας να κοιτάμε, μήτε να είμαστε υπόδουλοι στη δική μας γνώμη. Αλλά να πειθαρχούμε στον πνευματικό μας πατέρα ».
ιη'. Είπε πάλι: « Είναι γραμμένο: Γίνεστε φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί. Το μεν να γίνουμε σαν τα φίδια, σημαίνει ότι πρέπει να μή μας ξεφεύγουν την αντίληψη οι επιθέσεις και οι μεθοδείες του διαβόλου. Γιατί εύκολα καταλαβαίνει τινάς το όμοιο από το όμοιο. Το δε ακέραιο της περιστεράς δείχνει την καθαρότητα της πράξεως ».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

Του Αββά Σερίνου
α'. Έλεγαν για τον Αββά Σερίνο, ότι πολύ εργαζόταν και δυο παξιμάδια έτρωγε όλα και όλα. Πήγε σ’ αυτόν λοιπόν ο Αββάς Ιωσήφ, όπου μόναζε κοντά του και ήταν και αυτός μεγάλος ασκητής, και του είπε: « Στο κελλί μου, κάνω με ακρίβεια την άσκηση μου. Όταν όμως βγω, συγκαταβαίνω στους αδελφούς ». Και του λέγει ο Αββάς Σερίνος: « Μεγάλη αρετή δεν είναι να κάνης το χρέος σου μέσα στο κελλί, αλλά μάλλον όταν είσαι έξω από το κελλί».
β'. Είπε ο Αββάς Σερίνος: « Πέρασα τον καιρό μου θερίζοντας, ράβοντας, πλέκοντας. Και παρ’ όλα αυτά, αν το χέρι του Θεού δεν με χόρταινε, δεν θα μπορούσα να χορτάσω ».
Του Αββά Σπυρίδωνος
α'. Για τον Σπυρίδωνα, εξ άλλου, λέγεται ότι ήταν πρώτα βοσκός και τόσο οσία ζωή είχε, ώστε αξιώθηκε να γίνη και ανθρώπων ποιμήν. Ήγουν του ανατέθηκε η επισκοπή μιας πόλεως της Κύπρου, όπου την έλεγαν Τριμυθούντα. Και ήταν τόσο πολύ ταπεινός, ώστε, ενώ κρατούσε την επισκοπή, βοσκούσε και τα πρόβατα. Κατά τα μεσάνυχτα λοιπόν, κάποτε, πήγαν κρυφά στη μάνδρα των προβάτων κάτι κλέφτες και προσπαθούσαν να κλέψουν από τα πρόβατα. Αλλά ο Θεός, όπου φύλαγε τον ποιμένα, φύλαγε και τα πρόβατα. Ήγουν οι κλέφτες, στη μάνδρα, βρέθηκαν δεμένοι από αόρατη δύναμη. Με τον όρθρο, πήγε και ο ποιμήν στα πρόβατα. Και μόλις τους είδε να έχουν τα χέρια πίσω, κατάλαβε τί είχε συμβή. Κάνει λοιπόν προσευχή και λύνει τους κλέφτες. Με πολλά λόγια δε νουθετώντας τους και παραινώντας τους, τους δίδασκε να κοιτάνε με τίμιο κόπο και όχι με αδικία να ζουν. Τους πρόσφερε δε και ένα κριάρι και τους άφησε να φύγουν, προσθέτοντας με χάρη: « Και αυτό, για τον κόπο σας όπου αγρυπνήσατε ».
β'. Έλεγαν πάλι ότι είχε μια ανύπανδρη κόρη, ευλαβική και αυτή όπως ο πατέρας της, ονόματι Ειρήνη. Σ’ αυτήν, κάποιος γνωστός εμπιστεύθηκε ένα πολύτιμο κόσμημα. Και εκείνη, για να το ασφαλίση καλύτερα, το έκρυψε στη γη. Ύστερα δέ από λίγο, έφυγε απ’ αυτήν εδώ τη ζωή. Ήλθε δέ μετά από καιρό εκείνος όπου της είχε εμπιστευθή το κόσμημα. Και μή βρίσκοντας την κόρη, απευθύνθηκε στον πατέρα της, τον Αββά Σπυρίδωνα. Του μιλούσε δέ πότε με το κακό και πότε με το καλό. Λυπημένος λοιπόν ο γέρων για τη ζημία του άνθρωπου εκείνου, πήγε στο μνήμα της θυγατέρας του και παρακαλούσε τον Θεό να του δείξη πριν της ώρας της την υποσχεμένη ανάσταση. Και πραγματικά, η ελπίδα του δεν διαψεύσθηκε. Γιατί, πάλι ζωντανή η κόρη παρουσιάζεται στον πατέρα της. Και αφού φανέρωσε τον τόπο, οπού ήταν κρυμμένο το κόσμημα, πάλι χάθηκε. Και παίρνοντας ο γέρων το κόσμημα, το έδωσε στον κάτοχο του.
Του Αββά Σ α ϊ ώ
Έλεγαν για τον Αββά Σαϊώ και τον Αββά Μούη, ότι έμεναν μαζί. Είχε δέ πολλή υπακοή ο Αββάς Σαϊώ και ήταν εξαιρετικά σκληρός. Και του έλεγε ο γέρων, δοκιμάζοντάς τον: « Πήγαινε, να λεηλατήσης ». Και πήγαινε και λεηλατούσε τα πράγματα των αδελφών για χάρη της υπακοής, ευχαριστώντας τον Κύριο σε όλα. Ο γέρων όμως τα έπαιρνε και τα ξαναέδινε κρυφά. Κάποτε λοιπόν όπου πεζοπορούσαν, εξαντλήθηκε και τον άφησε ο Αββάς συντριμμένον. Και έρχεται και λέγει στους αδελφούς: « Πηγαίνετε να φέρετε τον Σαϊώ, γιατί βρίσκεται καταγής τσακισμένος ». Και πήγαν και τον έφεραν.
Της Αμμάς Σάρρας
α'. Διηγήθηκαν για την Αμμά Σάρρα, ότι πέρασε δεκατρία χρόνια πολεμούμενη σφοδρά από τον δαίμονα της σαρκικής αμαρτίας και ποτέ δεν ζήτησε στην προσευχή της να απαλλαγή από τον πόλεμο, αλλά μάλλον έλεγε: « Θεέ μου, δίνε μου δύναμη ».
β'. Δοκίμασε κάποτε σφοδρότερη την επίδεση του ίδιου πνεύματος της σαρκικής αμαρτίας, όπου πάσχιζε να τη στρέψη προς τις ματαιότητες του κόσμου. Αλλά εκείνη, ανένδοτη, με τον φόβο του Θεού και την άσκηση της, ανέβηκε μονομιάς στο δώμα της για να προσευχηθή. Και εμφανίστηκε μπροστά της σωματικά το πνεύμα της σαρκικής αμαρτίας και της είπε: «Συ με νίκησες, Σάρρα». Και εκείνη αποκρίθηκε: « Δεν σε νίκησα εγώ, αλλά ο Κύριος μου ο Χριστός ».
γ'. Έλεγαν γι’ αυτήν, ότι πάνω από το ποτάμι έμεινε εξήντα χρόνια κατοικώντας και δεν έσκυψε να το δή.
δ'. Άλλοτε, την επισκέφθηκαν δυο γέροντες αναχωρητές μεγάλοι από τα μέρη του Πηλουσίου. Και στον δρόμο, έλεγαν ο ένας στον άλλο: « Ας ταπεινώσουμε αυτή τη γριούλα ». Και της λέγουν: « Κοίτα, μή πάρουν αέρα τα μυαλά σου και πής ότι ιδού οι αναχωρητές έρχονται σ’ εμένα όπου είμαι γυναίκα ». Τους λέγει η Αμμάς Σάρρα: « Σωματικά, είμαι γυναίκα, αλλά όχι και στο φρόνημα ».
ε'. Είπε η Αμμάς Σάρρα: « Αν παρακαλέσω τον Θεό, όλοι οι άνθρωποι να έχουν καλή βεβαιότητα για μένα, θα βρεθώ στο κατώφλι του καθενός μετανοώντας. Αλλά μάλλον θα τον παρακαλέσω, να είναι η καρδιά μου καθαρή με όλους ».
στ' . Είπε πάλι: « Βάζω το πόδι μου στην κλίμακα για να ανεβώ και θέτω τον θάνατο μπροστά στα μάτια μου, πριν ανεβώ εκεί».
ζ' . Είπε πάλι: « Καλό είναι και για τα μάτια των ανθρώπων να κάνη τινάς ελεημοσύνη. Γιατί και από την ανθρωπαρέσκεια καταλήγει στην αρέσκεια του Θεού ».
η'. Πήγαν κάποτε μερικοί μοναχοί της Σκήτης στην Αμμά Σάρρα. Και αυτή τους παρέθεσε φαγώσιμα. Εκείνοι όμως, αφήνοντας τα καλά, έτρωγαν από τα χαλασμένα. Και τους είπε: « Αληθινά, από τη Σκήτη είστε ».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

Ο Όσιος Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης στο Βίο του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκου (Χατζεφεντή) διασώζει μια θαυμαστή εμφάνιση του Αγίου Χαραλάμπους στον Άγιο Αρσένιο και τον ψάλτη του Πρόδρομο Κορτσινόγλου

«Μια φορά στην μνήμη του Αγίου Χαραλάμπους», έλεγε ο Πρόδρομος, «πήγαμε στην Παναγιά (στο Κάντσι) να κάνουμε ολονυκτία. Όταν φτάσαμε στους Αίνους, βγήκε και ο Χατζεφεντής από το Ιερό, για να ψάλλουμε μαζί.

Ενώ ψάλαμε στο ίδιο αναλόγιο, βλέπω ξαφνικά έναν Ασπρομάλλη Γέρο στο απέναντι αναλόγι, ο οποίος ήταν σκυφτός και ακουμπούσε στην πατερίτσα του, κι άρχισα να τρέμω από ευλάβεια.

Ο Χατζεφεντής όταν με είδε, με ρώτησε.

- Μήπως κρυώνεις;

Και εγώ του είπα «όχι» και του έδειξα τον Ασπρομάλλη Γέρο που ήταν απέναντί μας. Ο Χατζεφεντής δεν ταράχτηκε καθόλου και του μίλησε Τουρκικά.

- Ελάτε να ψάλλουμε μαζί.

Ο Ασπρομάλλης όμως δεν απάντησε, παρά μας έκανε νόημα να συνεχίσουμε μόνοι μας.

Επειδή εγώ δεν πρόσεχα πια στο βιβλίο αλλά κρυφοκοιτούσα τον Γέρο εκείνο και ο νους μου ήταν σ’ αυτόν, αυτό είχε δημιουργήσει χασμωδία και ο Ασπρομάλλης αναγκάστηκε να φύγει.

Φεύγοντας δε, τον είδαμε να εξαφανίζεται στην μικρή λίμνη του Αγιασμού, και τα νερά του Αγιασμού να πετιούνται μέσα στο Ναό.

Ο Χατζεφεντής είπε ότι ο Ασπρομάλλης εκείνος Γέρος ήταν ο Άγιος Χαράλαμπος.

Τελειώσαμε και την Θεία Λειτουργία και μετά πήγαμε στο χωριό και εκεί διηγήθηκα το γεγονός. Τότε πολλοί Φαρασιώτες έτρεξαν στο Εξωκκλήσι της Παναγίας και πήραν με ευλάβεια από το Αγίασμα, που είχε πεταχθεί μέσα στο Ναό από το θαύμα του Αγίου».

Μετά το γεγονός αυτό ο Χατζεφεντής έμεινε έγκλειστος στο κελλί του σαράντα ημέρες και έλεγε ότι δεν είχε διάθεση, και οι χωριανοί νόμιζαν ότι ήταν αδιάθετος. Άλλοι δε έλεγαν ότι θα φοβήθηκε από το γεγονός αυτό.

(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Ευαγγ. Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1999, σελ. 62-63)

124. Ποιο είναι το προπαρασκευαστικό στάδιο της δικαιώσεως;

Το χρονικό διάστημα που προηγείται του βαπτίσματος. Αυτό φυσικά δεν αναφέρεται στα νήπια, τα στερούμενα λόγου και συνειδήσεως, αλλά μόνο στους ενήλικες. Στις ψυχές αυτών η προκαταρκτική θεία χάρη γεννά τη γενική λεγόμενη πίστη, δηλαδή την αποδοχή των αληθειών της θείας αποκαλύψεως, εμφυσώντας σ’ αυτές αποστροφή προς την αμαρτία, φόβο προ της τιμωρού δικαιοσύνης του Θεού και πόθο αποκτήσεως της δικαιώσεως της χορηγούμενης δια του βαπτίσματος. Όλα αυτά αποτελούν απαραίτητη συνθήκη επιτυχίας της δικαιώσεως. Κατά τη μαρτυρία της Γραφής της αναγεννήσεως προηγείτο πάντοτε η συναίσθηση της αμαρτίας και η μετάνοια ή η κατάνυξη της καρδίας. Στην αρχαία δε Εκκλησία υπήρχε ο θεσμός των κατηχουμένων, οι οποίοι ζούσαν εν μετανοία, διδασκόμενοι τις αλήθειες του Ευαγγελίου, προτού βαπτισθούν και γίνουν επίσημα μέλη της Εκκλησίας. Πρέπει να σημειωθεί, ότι η προπαρασκευή αυτή δεν είναι η γενεσιουργός αιτία της δικαιώσεως, αλλά απλή συνθήκη παροχής αυτής. Ούτε δε είναι έργο αξιόμισθο, το οποίο οφείλει να αμείψει ο Θεός, συγχωρώντας και ανακαινίζοντας τον άνθρωπο.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 178)

123. Ποιο είναι το ληπτικό όργανο της δικαιώσεως;

Είναι το ιερό μυστήριο του βαπτίσματος. Σ’ αυτό ο βαπτιζόμενος αποθέτει μεν τον παλαιόν εν αμαρτίαις άνθρωπο, αναγεννιέται πνευματικά και ανακτίζεται σε μια νέα γεμάτη απο Θεό ύπαρξη και ζωή. Ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά δίκαιος στο ιερό βάπτισμα. Αν δε τυχόν πεθάνει αμέσως μετά την τελετή της αναγεννήσεως, είναι βέβαιο ότι θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Αυτό συμβαίνει με τα άρρωστα νήπια, που βαπτίζονται λίγο πριν πεθάνουν.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 177-178)

122. Τί εννοούμε λέγοντας δικαίωση;

Την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αμαρτία και την οφειλόμενη σ’ αυτήν ενοχή, την αναγέννηση, ανακαίνιση και θέωση της φύσεώς του που είναι όλα καρποί του λυτρωτικού έργου του Χριστού. Όπως η αμαρτία με την εισήγηση του πλάνου επέφερε αχρείωση της πνευματικής φύσεως του ανθρώπου και εξασθένηση των πνευματικών του δυνάμεων σταθερώς αποκλινουσών από το Θεό και φερομένων προς το κακό, έτσι και η χάρη του Θεού που πλούσια απέρρευσε από το πάθος και την ίλαστική θυσία του Χριστού, αποκατέστησε το «κατ’ εικόνα» στην αρχέγονή του εύκλεια, ενισχύοντας τις ηθικές και πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου στο αγαθό και την αρετή. Παρόλο ότι η δικαίωση είναι έργο καθαρό της αγάπης και της χρηστότητας του Θεού, όμως για την πραγμάτωσή της απαιτείται από μέρους του ανθρώπου η ελεύθερη σύμπραξη και συνέργειά του με τη χάρη του Χριστού. Τη δυνατότητα αυτή την έχει ο άνθρωπος, του οποίου η φύση δεν καταστράφηκε ολοσχερώς δια της αμαρτίας, αλλά διασώζει, έστω και τραυματισμένη, την ελευθερία της και τον πόθο προς τα πνευματικά και τα επουράνια. Η δικαίωση με αλλά λόγια δεν είναι έργο παθητικό. Και προέρχεται μεν από το Θεό, όμως για την ενεργό αξιοποίησή της απαιτείται από τον άνθρωπο, ως απαραίτητη υποκειμενική συνθήκη, η ελεύθερη συνέργειά του.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 177)

121. Τι είναι ο απόλυτος προορισμός;

Είναι δόγμα φοβερό (horribile decretum), στο οποίο καταλήγει κανείς διαπτύσσοντας λογικά τα περί αρχέγονης δικαιοσύνης και πτώσεως ανθρωπολογικά διδάγματα του Προτεσταντισμού. Φυσικά το δόγμα αυτό δεν γίνεται αποδεκτό από όλους τους Διαμαρτυρομένους θεολόγους, αλλά μόνον από τον Καλβίνο και τους οπαδούς του. Αυτοί με βάση χωρία της Γραφής (Ρωμ. 9. Πράξ. 13,48 κ.α.) είπαν, ότι ο Θεός σύμφωνα με την αιώνια βουλή του (προαιωνίως) άλλους μεν από ευσπλαχνία προόρισε να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή, γιαυτό και η χάρη που τους χορηγείται δεν μπορεί να τους εγκαταλείψει (είναι αναντίρρητη και αναπόβλητη: irresistibilis και inamissibilis), άλλους δε, στους οποίους δεν προσφέρεται η χάρη, προόρισε σε αιώνια κατάκριση. Η καταδίκη αυτή δεν είναι άδικη —λένε— γιατί ο φυσικός άνθρωπος δεν μπορεί να περιμένει από το Θεό τίποτε άλλο παρά αιώνιες ποινές. Όσο τα βώδια και οι κύνες (τα σκυλιά) δεν μπορούν να αιτιώνται το Θεό γιατί τους έκανε ζώα και όχι ανθρώπους, άλλο τόσο και οι αμαρτωλοί δεν μπορούν να τον αιτιώνται γιατί δεν τους δέχεται στη θεία βασιλεία του. Η πτώση του Αδάμ διατάχθηκε προαιωνίως από το Θεό για το καλό των εκλεκτών, οι οποίοι κληρονομούν την αιώνια ζωή. Η βουλή αυτή εξαίρει το μεγαλείο του Θεού, ο οποίος άλλους μεν προσλαμβάνει στη βασιλεία του, άλλους δε απορρίπτει, χωρίς κανείς να μπορεί να αντείπει στην αιώνια βούλησή του.

Οι λόγοι που ώθησαν τον Καλβίνο στη διατύπωση των διδαγμάτων αυτών είναι από τη μια μεριά η διασφάλιση της απολυτότητας των ενεργειών του Θεού, οι οποίες δεν εξαρτώνται από ανθρώπινους παράγοντες· από την άλλη δε, η ασφαλής βεβαιότητα περί σωτηρίας στις ψυχές των εκλεκτών. Αυτοί, έχοντας στις ψυχές τους τη μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος ότι είναι οι εκλεκτοί του Θεού, είναι βέβαιοι για τη σωτηρία τους, πεποίθηση που τους χαρίζει εσωτερική χαρά και ηρεμία και γεμίζει τις καρδιές τους από ευγνωμοσύνη και ταπείνωση, νιώθοντας ότι ο Θεός όρισε αυτούς ως εκλεκτούς ανάμεσα στο πλήθος των άλλων ανθρώπων.

Οι αντιλήψεις όμως αυτές του Καλβίνου δεν είναι σωστές. Και αληθεύει μεν ότι «Θεός γαρ εστιν ο ένεργών εν υμίν και το θέλειν και το ένεργείν υπέρ της ευδοκίας» (Φιλιππ. 2,13)· όμως αυτό σε καμία περίπτωση δεν αποκλείει τον ανθρώπινο παράγοντα στο έργο της σωτηρίας (σχετικός προορισμός). Ο Θεός είναι βέβαιο ότι θέλει τη σωτηρία όλων των ανθρώπων· για να γίνει όμως αυτό πρέπει να θέλουν ελεύθερα και οι άνθρωποι. Άσχετα με το ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο η θεία βούληση άπτεται της ανθρώπινης και η τελευταία καθιστά ανενεργό την πρώτη (όλοι οι άνθρωποι δεν σώζονται), όμως ο παράγοντας της ανθρώπινης συνέργειας στο έργο της σωτηρίας είναι κάτι που πρακτικά ικανοποιεί το θρησκευτικό συναίσθημα του ανθρώπου. Αν όλα εξηρτώντο από την απόλυτη βουλή του Θεού, ο δε άνθρωπος ήταν απόλυτα βέβαιος περί της σωτηρίας του, η Γραφή δεν θα παραινούσε τους πιστούς να κατεργάζονται με φόβο και τρόμο τη σωτηρία τους και ο Παύλος δεν θα πολεμούσε την βεβαιότητα περί σωτηρίας, τονίζοντας «ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση».

Ο απόλυτος όμως προορισμός οδηγεί και σε αλλά τερατώδη ατοπήματα. Αν η σωτηρία και η κατάκριση των ανθρώπων είναι απόρροια της αιώνιας βουλής του Θεού, η δε πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία προδιατάχθηκε από το Θεό, ο Θεός στο πλέγμα των αντιλήψεων αυτών παρουσιάζεται ως η πηγή του κακού, μεταποιούμενος σε τυφλό και αυθαίρετο δυνάστη, το δε κακό ανάγεται σε στοιχείο του αγαθού στην προαιώνια βουλή του Θεού. Ο άνθρωπος χάνει την όποια ηθική και πνευματική αυτοτέλειά του και ουσιαστικά είναι ανεύθυνος για τις πράξεις του. Πώς όμως θα τον κρίνει ο Θεός για τις ηθικές ενέργειές του; Είναι αγαθός και δίκαιος ο Θεός όταν τυφλά και αυθαίρετα καταδικάζει τους πολλούς σε κόλαση αιώνια;


(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 171-173)

«Η πίστη είναι το στήριγμα των πραγμάτων εκείνων που αποτελούν αντικείμενο ελπίδας, είναι το μέσο εσωτερικής πληροφόρησης για πράγματα που δε βλέπουμε» - Εβραίους 11:1

Σε μια αγροτική περιοχή υπήρχε μεγάλη ξηρασία. Οι αγρότες ήταν απελπισμένοι γιατί τα χωράφια τους ήταν κατάξερα και το χώμα είχε γίνει σκόνη. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι για επικείμενη βροχή κι ο κόσμος άρχισε να πανικοβάλλεται. Χριστιανοί μιας μικρής εκκλησίας αποφάσισαν να συναχτούν και να προσευχηθούν, ώστε ο Θεός να τους στείλει βροχή. Τη συγκεκριμένη μέρα άρχισαν να φτάνουν ο ένας μετά τον άλλο στην εκκλησία. Μια μικρή κοπελίτσα αποφάσισε να πάει κι αυτή και πριν φύγει από το σπίτι της πήρε και την ομπρέλα της. «Γιατί πήρες την ομπρέλα σου;» τη ρώτησαν οι φίλες της. «Μα δεν πάμε στην εκκλησία να προσευχηθούμε για να μας στείλει ο Θεός βροχή;», απάντησε εκείνη. Πίστευε με όλη της την καρδιά πως ο Θεός θα άκουγε την προσευχή τους και θα έστελνε βροχή στο χωριό της.
Πόσο συχνά δεν προσευχόμαστε μόνο με λόγια χωρίς να πιστεύουμε μέσα στην καρδιά μας στην παντοδυναμία του Θεού να κάνει αυτό που μας φαίνεται αδύνατο!
(Σ.Ι.)

«Να μην ταράζεται η καρδιά σας. Πιστεύετε στο Θεό, και σ’ εμένα πιστεύετε» (Ιωάννης 14:1)

«Ξαφνικά ξύπνησα τα μεσάνυχτα. Πριν τρεις μέρες πέθανε η γυναίκα μου από καρκίνο. Ύστερα από 47 χρόνια μιας όμορφης συζυγικής ζωής, ξαφνικά αυτή η απουσία! Προσεύχομαι: «Θεέ μου, βοήθησέ με! Έχασα το πρόσωπο που αγαπούσα περισσότερο από κάθε άλλο». Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα μια απερίγραπτη ειρήνη να κυλά μέσα μου, μια γλυκύτητα που ποτέ πριν δεν είχα αισθανθεί. Ήταν σαν δροσερό νερό που έλουζε όλο μου το σώμα και τη θύελλα των σκέψεών μου. Είμαι βέβαιος πως ήταν η απάντηση στην κραυγή μου. Ο Θεός μου ήρθε κοντά μου».
Όλοι χρειαζόμαστε την παρουσία του Θεού στη ζωή μας. Η παρουσία Του μας δίνει ασφάλεια, μας παρηγορεί και μας φανερώνει την αγάπη Του που τόσο έχουμε ανάγκη. Ο Ιησούς Χριστός ζούσε στην παρουσία του Πατέρα κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής Του. Ένα θαυμάσιο παράδειγμα για μας. Ήταν η δύναμη που τον βοήθησε ν’ αντιμετωπίσει το σταυρό.
Κύριε, δώσε μου τη δική Σου ειρήνη στην ταραγμένη καρδιά μου. Σε εμπιστεύομαι μέσα στις θύελλες της ζωής.
(Σ.Ι.)

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

309. «Οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου» (Ιω. ιζ’ 16). Αυτά τα λόγια του Ιησού Χριστού αφορούν τους Αποστόλους. Τι σημαίνουν; Ότι οι Απόστολοι, ενώ ζούσαν μέσα στον κόσμο, ήσαν ξένοι προς αυτόν, δεν απέβλεπαν στα αγαθά του, στη δόξα του, στις απολαύσεις του. Ήσαν άνθρωποι που ανήκαν σε έναν άλλο κόσμο, τον ουράνιο. Φρόντιζαν για τα ουράνια αγαθά, επεδίωκαν την άφθαρτο, ουράνια δόξα, αφθάρτους θησαυρούς, ουράνιες χαρές και ουράνια ανάπαυσι, στους κόλπους του Θεού. Ενώ εμείς οι αμαρτωλοί ανήκουμε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, τη δική του δόξα επιδιώκουμε, ζητούμε υλικά πλούτη, υγεία, καλοπέρασι, γήινες χαρές. Το αποτέλεσμα όμως είναι πικρό. Μας κλυδωνίζουν πάθη, μας νικούν πειρασμοί, μας κλείνεται ο δρόμος προς τον Παράδεισο. Και σε όλα αυτά αιτία είναι η προσκόλλησίς μας προς τα γήινα αγαθά.

310. Σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, αμαρτάνουμε συνεχώς. Αλλά ο εγωισμός δεν μας αφήνει να δεχθούμε επιτίμησι για τα σφάλματά μας, ιδίως επί παρουσία άλλων. Στην άλλη ζωή όμως, οι αμαρτίες μας θα ελεγχθούν ενώπιον όλου του κόσμου. Ενθυμούμενοι αυτή τη φοβερή Κρίσι, ας ταπεινωθούμε εδώ, ας μετανοήσουμε, ας διορθωθούμε.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 132-133)

katafigioti

lifecoaching