122. Τί εννοούμε λέγοντας δικαίωση;
Την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αμαρτία και την οφειλόμενη σ’ αυτήν ενοχή, την αναγέννηση, ανακαίνιση και θέωση της φύσεώς του που είναι όλα καρποί του λυτρωτικού έργου του Χριστού. Όπως η αμαρτία με την εισήγηση του πλάνου επέφερε αχρείωση της πνευματικής φύσεως του ανθρώπου και εξασθένηση των πνευματικών του δυνάμεων σταθερώς αποκλινουσών από το Θεό και φερομένων προς το κακό, έτσι και η χάρη του Θεού που πλούσια απέρρευσε από το πάθος και την ίλαστική θυσία του Χριστού, αποκατέστησε το «κατ’ εικόνα» στην αρχέγονή του εύκλεια, ενισχύοντας τις ηθικές και πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου στο αγαθό και την αρετή. Παρόλο ότι η δικαίωση είναι έργο καθαρό της αγάπης και της χρηστότητας του Θεού, όμως για την πραγμάτωσή της απαιτείται από μέρους του ανθρώπου η ελεύθερη σύμπραξη και συνέργειά του με τη χάρη του Χριστού. Τη δυνατότητα αυτή την έχει ο άνθρωπος, του οποίου η φύση δεν καταστράφηκε ολοσχερώς δια της αμαρτίας, αλλά διασώζει, έστω και τραυματισμένη, την ελευθερία της και τον πόθο προς τα πνευματικά και τα επουράνια. Η δικαίωση με αλλά λόγια δεν είναι έργο παθητικό. Και προέρχεται μεν από το Θεό, όμως για την ενεργό αξιοποίησή της απαιτείται από τον άνθρωπο, ως απαραίτητη υποκειμενική συνθήκη, η ελεύθερη συνέργειά του.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 177)