ΚΑΝΕΝΑΣ άνθρωπος που δεν πέρασε από θλίψεις και δοκιμασίες, δεν θα γίνει δεκτός στην Βασιλεία του Θεού, συνήθιζε να λέει ο Μέγας Αντώνιος.
ΑΝ είχαμε αποκτήσει ταπεινοφροσύνη, έλεγε άλλος Πατήρ, δεν θα είχαμε ανάγκη παιδαγωγικής μάστιγος εκ μέρους του Θεού. Όλα τα κακά προέρχονται από την υπερηφάνεια. Αν στο εκλεκτό σκεύος του Χριστού, στον Μέγα Παύλο, δόθηκε άγγελος σατάν να τον θλίβει, για να μην υπερηφανευθεί, πόσο μάλλον σε μας τους υπερήφανους δεν θα παραχωρήσει ο Θεός να μας ρίξει πολλές φορές ο σατανάς σε σφάλματα, για να ταπεινωθούμε;
ΈΝΑΣ Ερημίτης ρώτησε τον Αββά Σισώη τί έπρεπε να κάνει αν του επιτίθετο κάποιος βάρβαρος στην ερημιά που έμενε:
- Επιτρέπεται να τον φονεύσω αμυνόμενος;
- Όχι, αποκρίθηκε ο Όσιος. Άφησέ τον καλύτερα στον Θεό. Όποιος πειρασμός κι αν σε βρει, να σκέφτεσαι πως προέρχεται από τις αμαρτίες σου. Το κακό που σου συμβαίνει, να το θεωρείς δώρο της θείας ευσπλαχνίας.
ΤΟ δέντρο που δεν σείεται από τον άνεμο ούτε ρίζες γερές κάνει ούτε μεγαλώνει όπως πρέπει, έλεγε κάποιος από τους Γέροντες. Κι ο άνθρωπος που δεν σαλεύεται από τους πειρασμούς, δεν αποκτά δυνατό χαρακτήρα.
ΌΤΑΝ κουράζεται η ψυχή σου από το βάρος των δοκιμασιών, ας ψάλλουν τα χείλη σου θείους ύμνους, κι η καρδιά σου ας μελετά τα ουράνια, για να βρίσκεις ανακούφιση. Μιμήσου τον κουρασμένο οδοιπόρο, που με το τραγούδι που σιγολένε τα χείλη του, διασκεδάζει τον κόπο της οδοιπορίας, έλεγε ο Αββάς Υπερέχιος.
ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕ κάποτε ο Θεός να δοκιμαστεί σκληρά ένας αδελφός στην σκήτη, για να ωφεληθούν οι άλλοι από την υπομονή του. Χωρίς δική του υπαιτιότητα, τον περιφρόνησαν όλοι οι άλλοι αδελφοί. Τον απέφευγαν. Δεν ήθελαν ούτε να τον χαιρετήσουν. Αν ζητούσε καμιά φορά ψωμί ή τίποτε άλλο απολύτως αναγκαίο, δεν βρισκόταν κανείς να του δώσει.
Την Κυριακή δεν τον φώναζαν ποτέ να φάει με τους άλλους αδελφούς στην αγάπη.
Μια φορά γύρισε κατάκοπος στο κελλί του από το θέρος και δεν βρήκε ούτε ένα ξεροκόμματο να ξεγελάσει την πείνα του. Ούτε λίγο νερό να δροσίσει τα φλογισμένα χείλη του. Κανένας από τους γείτονες του δεν τον λυπήθηκε να τον ανακουφίσει.
Παρ' όλα αυτά όμως δεν μικροψύχησε ούτε αγανάκτησε εναντίον των άλλων ούτε τους κατηγόρησε για μισαδελφία. Υπέφερε με γενναιότητα την δοκιμασία του, λέγοντας στον εαυτό του πως για τις αμαρτίες του ήταν άξιος για χειρότερα.
Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, τον απάλλαξε αμέσως απ’ αυτόν τον πειρασμό.
Το ίδιο βράδυ χτύπησε την πόρτα του κελλιού του ένας ξένος, περαστικός από την σκήτη, και του άφησε ένα φορτίο από ψωμιά και αλλά φαγώσιμα που είχε στην καμήλα του. Προτού προφτάσει ο αδελφός να τον ευχαριστήσει, εκείνος εξαφανίστηκε. Ο μοναχός τότε άρχισε να κλαίει και να λέει στην προσευχή του:
- Κύριέ μου, δεν ήμουν άξιος να θλίβομαι λίγο για την αγάπη Σου, γι’ αυτό μου πήρες την δοκιμασία;
Και πράγματι του την πήρε, γιατί από την άλλη μέρα κιόλας έπαψαν να του φέρονται με σκληρότητα οι αδελφοί.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 84-85 )