ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Καλλιτεχνικό χειρόγραφο της Αγ. Γραφής είχε ο αββάς Γελάσιος! Άξιζε, του είχαν πει, πάνω από δεκαπέντε νομίσματα. Η μεγάλη αξία του βιβλίου δεν τον εμπόδιζε να το αφήνη στην εκκλησία, για να το χρησιμοποιούν όλοι οι αδελφοί της σκήτης. Κάποτε όμως ένας περαστικός μοναχός το είδε και το έκλεψε. Ο αββάς Γελάσιος, αν και το επεσήμανε αμέσως, δεν θέλησε να κυνηγήση τον κλέφτη. Εκείνος, μόλις κατέβηκε στην πόλη, βρήκε αγοραστή κι άρχισε να διαπραγματεύεται την πώληση του βιβλίου. Γύρευε δεκαέξι νομίσματα. Ο αγοραστής έλεγε πως δεν άξιζε τόσο. Τέλος, συμφώνησαν να του αφήση ο μοναχός το βιβλίο, για να το δείξη σε κάποιο γνωστό του ειδικό. Έτσι το πήρε ο άνθρωπος και το πήγε στον αββά Γελάσιο, που ήταν φίλος του.
-Ν’αγοράσω αυτό το βιβλίο για δεκαέξι νομίσματα, αββά; Αξίζει τόσο; τον ρώτησε.
Ο όσιος το γνώρισε αμέσως, αλλά δεν το φανέρωσε! Το πήρε στα χέρια του, το ψηλάφησε, σαν να το έβλεπε για πρώτη φορά.
-Αξίζει. Αγόρασε το, είπε στον φίλο του.
Γυρίζοντας όμως εκείνος δεν είπε την αλήθεια.
-Έδειξα το βιβλίο σου στον αββά Γελάσιο και μου είπε πως γυρεύεις πολλά. Δεν αξίζει τόσο.
-Δεν σου είπε άλλο τίποτε; ρώτησε εκείνος ταραγμένος, μόλις άκουσε το όνομα.
-Όχι, του απάντησε ο αγοραστής.
-Μετανόησα! Δεν θα το πουλήσω, είπε ύστερα από λίγο ο μοναχός.
Μέσα του ξέσπασε μια πάλη. Από τη μια μεριά θαύμαζε την ανεξικακία του οσίου κι από την άλλη ελεγχόταν για την κακή του πράξη. Πήρε λοιπόν το βιβλίο κι ανέβηκε στη σκήτη. Όταν βρήκε τον αββά Γελάσιο, έπεσε στα πόδια του και ζήτησε συγχώρηση, δίνοντας πίσω το κλοπιμαίο. Εκείνος πάλι, όχι μόνο τον συγχώρησε με όλη του την ψυχή, αλλά επέμενε να του χαρίση το βιβλίο. Πού να το δεχτή όμως ο μοναχός!
-Αν δεν το πάρης πίσω, αββά, δεν θα βρη ανάπαυση η ψυχή μου.
-Αν είναι έτσι, πήγαινε στην εκκλησία και άφησε το εκεί απ’όπου το πήρες, του είπε με καλωσύνη ο όσιος.
Από τότε διορθώθηκε ο κακοσυνηθισμένος μοναχός και ποτέ πια δεν έπεσε σε παρόμοιο σφάλμα.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.96-97)
- Γέροντα, πιο πολύ με βοηθάει να έχω λίγη δυσκολία, όταν κάνω τα πνευματικά μου καθήκοντα. Μπορεί όμως να έχη και αυτό υπερηφάνεια;
- Έ, αν δεν προσέξη κανείς, και ξαπλωμένος να είναι και να μην κάνη τίποτε, πάλι μπορεί να υπερηφανεύεται. Το τραίνο εκτροχιάζεται και από τα αριστερά και από τα δεξιά. Ο διάβολος και από δώ και από κεί μας πιάνει. Με ρωτούν μερικοί: «Τί να προσέξω, για να μην πέφτω στην υπερηφάνεια;». Είναι σαν να λένε: «Από που κινδυνεύω να πέσω; από δώ ή από κεί;». Και από δώ και από κεί μπορεί να πέσης, και από αριστερά και από δεξιά, και από την σκάλα και από την καρέκλα και από το σκαμνί. Κάθε στιγμή και σε κάθε περίπτωση χρειάζεται προσοχή, γιατί η υπερηφάνεια εισχωρεί παντού.
- Μπορεί, Γέροντα, κάποιος να μην έχη τίποτε και να υπερηφανεύεται;
- Καμμιά φορά αυτός μπορεί να έχη περισσότερη υπερηφάνεια. Όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, στην Ήπειρο, είχα μάθει για έναν γέρο τσομπάνο ότι ήταν τελείως εγκαταλελειμμένος. Δεν είχε κάνει οικογένεια και γύριζε εδώ κι εκεί. Τελικά τον συμμάζεψε ένας άλλος τσομπάνος και τον έβαλε σε μια καλύβα, όπου είχε τα κλαδιά για τις κατσίκες. Δεν τον άφηνε να ανάβη ούτε φωτιά, για να ζεσταθή, γιατί φοβόταν μην πιάσουν φωτιά τα κλαδιά. Εκεί μέσα στο κρύο, σε μια γωνιά είχε δύο σανίδες για κρεββάτι κι ένα στρώμα. Όταν το έμαθα, πήγα να τον δώ. Ήταν χάλια. Είπα μετά σε μια φτωχή γυναίκα: «Πόσα θέλεις, για να τον πλένης λίγο;». «Τίποτε, μου λέει, μόνον το σαπούνι να μου δίνης». Μια μέρα που είχα πάει, ήταν μεσημέρι και έτρωγε. Μόλις τέλειωσε το φαγητό, με κοιτάζει, γυρίζει το πιάτο ανάποδα και λέει με
μια ικανοποίηση: «Αυτό θα πη μελό, καλόγερε, αυτό θα πη μελό! Έχει σκυλιά, γατιά εδώ». Δηλαδή το ότι γύρισε ανάποδα το πιάτο, για να μην το γλείφουν τα γατιά και τα σκυλιά, το θεώρησε κατόρθωμα. Λές και ανέβηκε στο διάστημα. Νά, υπερηφάνεια! Τα χάλια του είχε, και όμως τί υπερηφάνεια είχε!
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 62-63)
ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ που Βάνδαλοι, σαν πραγματική θεομηνία, σάρωναν αλύπητα τις χώρες της Ευρώπης κι αφηναν μόνο ερείπια στο πέρασμά τους, η Ιταλία πέρασε τα πιο πολλά δεινά. Οι ωραίες πόλεις της αφανίζονταν η μια μετά την άλλη. Οι άνθρωποι οδηγούνταν, σαν κοπάδια, αιχμάλωτοι στα βάθη της Αφρικής.
Τα δύστυχα αυτά χρόνια ο Παυλίνος, ο Επίσκοπος μιας πόλεως της Καμπανίας, ξόδεψε την περιουσία του κι όλα τα χρήματα της Εκκλησίας για την εξαγορά αιχμαλώτων. Το κακό όμως ήταν τόσο μεγάλο, που, αν και έμεινε μόνο με τα ρούχα που φορούσε, ο φιλάνθρωπος Επίσκοπος δεν μπόρεσε να φροντίσει για όλους.
Μια μέρα πήγε και τον βρήκε μια φτωχή χήρα με σπαραγμένη καρδιά. Έπιασαν τον μοναχογιό της αιχμάλωτο και ζητούσε από τον καλό Επίσκοπο να τον απελευθερώσει. Οι θρήνοι της ράγιζαν ακόμη και τις πέτρες.
Ο Παυλίνος την συμπόνεσε, έκλαψε μαζί της. Έψαξε και ξανάψαξε το αδειανό του σπίτι. Απελπισμένος διαπίστωσε πως δεν είχε μείνει πια τίποτε για να δώσει. Ξαφνικά του ήρθε κάποια έμπνευση.
- Βλέπεις κι εσύ η ίδια, είπε στην πονεμένη μητέρα, πως δεν μου έμεινε πια τίποτε, για να ανακουφίσω την δυστυχία που μας βρήκε από τις αμαρτίες μας. Ό,τι διαθέτω αυτή την στιγμή είναι ο εαυτός μου. Ευχαρίστως τον προσφέρω για να πάρεις πίσω το παιδί σου.
Η απαρηγόρητη γυναίκα τα έχασε προς στιγμήν. Νόμιζε πως ο Επίσκοπος ήθελε να την ξεγελάσει και ξέσπασε σε ασυγκράτητο οδυρμό. Ο Παυλίνος της είπε τότε να τον ακολουθήσει. Πήγαν στον βάρβαρο που κρατούσε τον γιό της και για μεγάλη της ανακούφιση είδε πώς ο Επίσκοπος κατόρθωσε να κάνει την ανταλλαγή.
Μαζί με πολλούς άλλους αιχμαλώτους οδηγήθηκε και ο Παυλίνος στην Αφρική. Όταν έγινε η διανομή, αυτόν τον κράτησε στην υπηρεσία του ο γαμπρός του Ηγεμόνα των Βανδάλων και τον έβαλε να καλλιεργεί τον κήπο του.
Με μεγάλη επιμέλεια επιδόθηκε ο άγιος Επίσκοπος στην δουλειά που του ανέθεσαν να κάνει. Κάθε μέρα έφερνε στο τραπέζι του αφέντη του καλοπεριποιημένα λαχανικά και φρούτα. Με την καλοσύνη και την εργατικότητά του κέρδισε την εκτίμησή του. Συχνά πήγαινε στον κήπο και κουβέντιαζαν μαζί χίλια δυό πράγματα. Ο βάρβαρος θαύμαζε την σοφία και την πολυμάθεια του δούλου του. Συν τω χρόνω δημιουργήθηκε μια στενή φιλία μεταξύ του ξένου αιχμαλώτου και του νεαρού δούκα.
Ύστερα από πολύ καιρό είπε μια μέρα, εκεί που συνομιλούσαν, στον κύριό του ο Παυλίνος, κάπως αινιγματικά:
- Είναι καιρός να φροντίσετε για την μελλοντική διοίκηση του βασιλείου σας.
- Γιατί το λες αυτό, Παυλίνε; ρώτησε ο νεαρός δούκας.
Στην αρχή ο Παυλίνος αρνήθηκε να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Ύστερα όμως εξαναγκάστηκε να του φανερώσει πως του είχε αποκαλύψει ο Θεός ότι θα πέθαινε πολύ γρήγορα ο γέρο-βασιλιάς. Ο δούκας, αν και δεν το πολυπίστεψε, το είπε στον πεθερό του. Εκείνος πάλι θέλησε από περιέργεια να γνωρίσει αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που άκουγε, καθώς έλεγε, τον Θεό του να του μιλά.
- Έλα αύριο να φάμε μαζί το μεσημέρι και θα τον δεις στο τραπέζι μου, του είπε ο γαμπρός του.
Την άλλη μέρα ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του δούκα. Ο Παυλίνος όπως συνήθιζε πάντοτε, έφερε φρέσκα φρούτα στο τραπέζι. Σαν τον είδε ο βασιλιάς ταράχτηκε.
- Κάποιο μυστήριο κρύβει ο άνθρωπος αυτός, ψιθύρισε στο αυτί του γαμπρού του.
Όταν ο Παυλίνος απομακρύνθηκε, του διηγήθηκε ένα παράξενο όνειρο που είχε δει την περασμένη νύχτα.
- Μου φάνηκε πως με πήγαιναν δεμένο στο κριτήριο, για να δικαστώ τάχα για όλες μου τις πράξεις. Ανάμεσα στους δικαστές μου, που ήταν πολλοί, βρισκόταν και τούτος ο άνθρωπος. Έδειχνε πως κατείχε ξεχωριστή θέση, γιατί πρόσταξε να πάρουν το σκήπτρο από τα χέρια μου και μ’ αυτό να με δείρουν. Για ρώτησέ τον να σου φανερώσει ποιός είναι. Μα την αλήθεια, δεν μου φαίνεται συνηθισμένος άνθρωπος.
Παραξενεμένος ο δούκας απ’ όσα άκουσε από το στόμα του πεθερού του, πήρε παράμερα τον αιχμάλωτό του κι άρχισε να τον εξετάζει για την πατρίδα και την καταγωγή του.
- Είμαι δούλος του Θεού, έλεγε ο Παυλίνος, που εσύ δέχτηκες να τον κρατήσεις αντί του γιού της χήρας.
Ο δούκας όμως δεν ήθελε πια να πεισθεί. Τον όρκιζε λοιπόν με όρκους φοβερούς να του φανερώσει την αλήθεια.
Έτσι, ο Παυλίνος αναγκάστηκε να φανερώσει πως ήταν Επίσκοπος και πως θεληματικά παραδόθηκε αιχμάλωτος για την αγάπη του πλησίον του. Σαν άκουσε αυτές τις αποκαλύψεις ο κύριός του, τόσο τον ευλαβήθηκε, που έπεσε στην γη και του φιλούσε τα πόδια. Ύστερα τα διηγήθηκε όλα στον βασιλιά κι οι δυό μαζί φώναξαν τον Παυλίνο και του είπαν:
- Ζήτησέ μας ό,τι θέλεις, για να σε στείλουμε με πολλά δώρα, όπως σου ταιριάζει, πίσω στην πατρίδα σου, γιατί είναι άπρεπο να κρατάμε εδώ αιχμάλωτο έναν άνθρωπο σαν κι εσένα. Ο Παυλίνος τους ευχαρίστησε για τις καλές τους διαθέσεις, αλλά δεν δέχτηκε να πάρει δώρα.
- Σε τίποτε δεν θα μου χρησιμευσουν, έλεγε. Αν όμως επιθυμείτε πραγματικά να κάνετε κάποιο καλό, ελευθερώστε όλους τους συμπατριώτες μου που κρατάτε εδώ αιχμαλώτους. Οι ηγεμόνες δέχτηκαν ευχαρίστως να κάνουν για χατήρι του αυτή την προσφορά. Έγιναν έρευνες σ’ όλο το βασίλειο, για να βρεθούν οι συμπατριώτες του Παυλίνου. Αφού τους συγκέντρωσαν όλους, τους έστειλαν με πλοία πίσω στην πατρίδα τους μαζί με τον Επίσκοπό τους και με πολλά τρόφιμα και δώρα από τον βασιλιά.
Ύστερα από λίγο καιρό πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Παυλίνου. Ο γέρο-βασιλιάς πέθανε και τον διαδεχθηκε ο νεαρός δούκας, που σ’ όλη του την ζωή θυμόταν τον Άγιο Επίσκοπο και το φωτεινό παράδειγμά του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 75-78)
Αγωγή
ελεημοσύνης
Και τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας και τους φίλους μας ας τους οδηγήσουμε στο διδασκαλείο της ελεημοσύνης.
Πρίν από κάθε άλλο ας μαθαίνη κάθε άνθρωπος αυτό το μάθημα, επειδή αυτό ακριβώς είναι ο άνθρωπος:
«Είναι σπουδαίο πράγμα ο άνθρωπος και είναι τίμιος ο άνθρωπος της ελεημοσύνης».
Όποιος δεν έχει αυτό το προσόν, ξέπεσε απ’ το αξίωμα τού ανθρώπου.
Ε.Π.Ε. 11,132
πρώτο μέλημα
Μέχρι πότε θα είμαστε σαρκικοί άνθρωποι; Μέχρι πότε θα συρώμαστε στη γη;
Όλα ας τα θεωρούμε δευτερεύοντα μπροστά στο ένα και πρωτεύον, που είναι η φροντίδα για τα παιδιά,
η ανατροφή τους «έν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Αν το παιδί μάθη να σκέπτεται σωστά απ’ την αρχή, απέκτησε πλούτο μεγαλύτερο από κάθε άλλο πλούτο και δόξα δυνατώτερη.
Ε.Π.Ε. 21,254
στην ψυχή
Μην εξασκής τη γλώσσα σου, αλλά καθάριζε την ψυχή σου.
Δεν τα λέω αυτά, για να σ’ εμποδίσω να μορφώσης το παιδί σου,
αλλά για να σ’ έμποδίσω να ρίχνης το βάρος μόνο στη διατροφή και την κοσμική μόρφωσι.
Ε.Π.Ε. 21,256
μετά δακρύων
Ας θυμώμαστε εκείνα τα δάκρυα.
Έτσι ας ανατρέφουμε τα κορίτσια, έτσι και τ’ αγόρια, χύνοντας δάκρυα μετάνοιας και προσευχής,
όταν τα δούμε να βρίσκωνται κυκλωμένα απ’ το κακό.
Ε.Π.Ε. 22,336
από μικρή ηλικία
Βάλτε στα παιδιά σας το φόβο του Θεού απ’ την πρώτη ηλικία.
Αυτός ο φόβος θα τα διατηρήση καλύτερα απ’ τον οποιονδήποτε πατέρα.
Αυτός θα είναι τείχος στερεό. Όταν υπάρχη αυτός ο εσωτερικός φύλακας, δεν χρειάζεται καμμιά δική μας αγωνία και ενέργεια.
Όταν όμως δεν υπάρχη αυτός ο φόβος, όλα όσα κάνουμε πάνε χαμένα.
Ο φόβος του Θεού θα είναι για τα παιδιά και πλούτος και δόξα και έπαινος.
Αυτός θα καταστήση τα παιδιά λαμπρά όχι μόνο στη γη, αλλά και στους ουρανούς.
Ε.Π.Ε. 22,480
απ’ τη βρεφική ηλικία
Παρακαλώ, από της εποχής του θηλασμού τα παιδιά να μη τα συνηθίζουμε σε παραμύθια, που λένε οι γριές,
αλλά να τα μαθαίνουμε ότι υπάρχει μέλλουσα κρίσις.
Να ριζώσουμε μέσα τους την πεποίθησι, ότι υπάρχει κόλασις. Αν ριζωθή ο φόβος της κολάσεως μέσα τους, μεγάλη η ωφέλεια.
Η ψυχή, που έμαθε από την πρώτη ηλικία να συνταράσσεται με την προσδοκία της κρίσεως, δεν θ’ αποβάλη εύκολα αυτό το φόβο.
Και σαν κάποιο άλογο, πειθαρχικό στα χαλινάρια, θα βαδίζη σωστά και θα λέη τα χρήσιμα.
Ε.Π.Ε. 23,40
οικογενειακή
Ας μή λυπάται η γυναίκα. Της χάρισε ο Θεός όχι μικρή παρηγοριά, το να γεννά παιδιά.
Αλλά, λένε, αυτό είναι φυσικό. Δεν έχει όμως η γυναίκα μόνο το φυσικό αυτό.
Της χάρισε ο Θεός και το έργο της ανατροφής των παιδιών.
Δεν θα ναι μικρός ο μισθός της, θα ναι μεγάλος, διότι μεγάλωσε αθλητές του Χριστού.
Ακούστε καλά, γονείς, πατέρες και μητέρες! Θα χετε μισθό για την καλή ανατροφή των παιδιών.
Ε.Π.Ε. 23,264
καλά θεμέλια
Αν απ’ τή μικρή ηλικία θέσουμε στους νέους καλούς νόμους, δεν θα κουραστούμε πολύ μετά από αυτά.
Στο εξής η ιερή συνήθεια θα ναι νόμος γι’ αυτούς.
Ας μην επιτρέπουμε να κάνουν κάτι ηδονιστικό, που όμως είναι βλαβερό, ούτε να τους κάνουμε όλα τα χατίρια, επειδή τάχα είναι παιδιά.
Πρό παντός ας τα κρατάμε σε σωφροσύνη. Γιατί η ακράτεια είναι που καταστρέφει πάνω από όλα τη νεότητα.
Ε.Π.Ε. 23,266
να μάθουν την εγκράτεια
Ας μάθουν τα παιδιά να εξουσιάζουν την κοιλιά τους. Ν’ απέχουν από την πολυτέλεια.
Να είναι οικονόμοι και φιλόστοργοι. Να μάθουν να άρχωνται.
Ε.Π.Ε. 23,270
των παιδιών
Παιδοτροφία δεν είναι απλώς το να τρέφης τα παιδιά, αλλά να τα τρέφης όπως πρέπει.
Ε.Π.Ε. 23,356
ανατροφή τους
Όποιος δεν μπόρεσε να γίνη δάσκαλος των παιδιών του, πώς θα γίνη δάσκαλος άλλων;
Αν τα παιδιά, που πάντοτε είχε μαζί του κι έχει κι άπ’ τή φύσι κι απ’ τους νόμους πάνω τους εξουσία,
δεν κατάφερε να διαπαιδαγώγηση σωστά, πώς θα μπορέση να ωφελήσει τους άλλους;
Ε.Π.Ε. 24,38
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 83-85)
Οι πολύτεκνες οικογένειες
Ο Θεός αγαπάει και φροντίζει ιδιαίτερα τους πολυτέκνους.
Σε μια μεγάλη οικογένεια δίνονται πολλές ευκαιρίες στα παιδιά να αναπτυχθούν κανονικά, εφόσον οι γονείς τους δίνουν σωστή αγωγή.
Το ένα παιδί βοηθάει το άλλο. Η μεγαλύτερη κόρη βοηθάει την μητέρα, το δεύτερο παιδί φροντίζει το μικρότερο κ.λπ.
Υπάρχει αυτό το δόσιμο και ζουν μέσα σε μια ατμόσφαιρα θυσίας και αγάπης. Ο μικρός τον μεγάλο και τον αγαπά και τον σέβεται.
Αυτό φυσιολογικά καλλιεργείται σε μια πολύτεκνη οικογένεια.
Γι’ αυτό, όταν στην οικογένεια είναι μόνον ένα ή δυο παιδιά, οι γονείς χρειάζεται πολύ να προσέξουν πώς θα τα μεγαλώσουν.
Συνήθως κοιτάζουν να μην τους λείψη τίποτε, οπότε τα παιδιά τα έχουν όλα δικά τους και αχρηστεύονται τελείως.
Πάρε μια κοπέλα μοναχοκόρη που τα έχει όλα. Έχει την υπηρέτρια που θα της φέρη το φαγητό στην ώρα του,
που θα της νοικοκυρέψη το δωμάτιό της κ.λπ. Η υπηρέτρια πληρώνεται, αλλά καλλιεργείται κιόλας, γιατί δίνεται, προσφέρει,
ενώ αυτή, αν δεν κάνη καμμιά θυσία, μένει κούτσουρο, ακαλλιέργητη.
Εγώ συνιστώ στους νέους να πάρουν σύζυγο από πολύτεκνη οικογένεια, γιατί τα παιδιά που μεγαλώνουν με οικονομική δυσκολία
συνηθίζουν στην θυσία, επειδή σκέφτονται πώς να βοηθήσουν τους γονείς. Αυτό σπάνια το συναντάς στα καλομαθημένα παιδιά.
Αλλά και οι πολύτεκνοι γονείς έχουν πλούσια καρδιά.
Θυμάμαι, στην Κατοχή, ήταν στην γειτονιά μας ένα παιδάκι ορφανό που είχε μείνει τελείως μόνο του.
Ένας φτωχός οικογενειάρχης, με δέκα παιδιά, το λυπήθηκε, το πήρε στο σπίτι του και το μεγάλωσε και αυτό μαζί με τα δικά του παιδιά.
Και ξέρετε έπειτα τί ευλογίες είχε από τον Θεό! Θα τον άφηνε ο Θεός αβοήθητο με τέτοιο φιλότιμο που είχε;
Ένας πολύτεκνος μπορεί στις αρχές να αντιμετωπίση δυσκολίες, αλλά ο Θεός δεν θα τον αφήση.
Να σας πω για μια περίπτωση: Ένας οικογενειάρχης, που είχε έξι παιδιά, μου είπε μια φορά να κάνω προσευχή
να φωτίζη ο Θεός τους νοικοκυραίους να μην τον βγάζουν από το σπίτι.
Δυστυχώς πολλοί ιδιοκτήτες, ενώ νοικιάζουν το σπίτι σε οικογένειες με δύο ανθρώπους και πέντε σκύλους ή γατιά που το μουρνταρεύουν,
δεν θέλουν οικογένειες με πολλά παιδιά, για να μην τους χαλάσουν δήθεν το σπίτι τους.
Αυτός λοιπόν ο οικογενειάρχης είχε κουραστή ο καημένος να τον διώχνη ο ένας ιδιοκτήτης, να μην του νοικιάζη το σπίτι του ο άλλος
και να μεταφέρη τα παιδάκια του και τα πράγματά του από σπίτι σε σπίτι με πολλή αγωνία.
Εργαζόταν σκληρά, οικονομούσε τα απαραίτητα για την οικογένειά του και δεν έκανε παζάρια για το ενοίκιο,
αρκεί να τον άφηναν οι ιδιοκτήτες να μείνη λίγα χρόνια, για να μην ταλαιπωρούνται με τις μετακομίσεις.
Όταν τα άκουσα αυτά, τον πόνεσα και του είπα: «Μη στενοχωριέσαι, ο Θεός έχει στον λογαριασμό Του και τα δικά σου παιδιά.
Αυτός είναι ο Δημιουργός που δίνει στα παιδιά το κυριώτερο, την ψυχή, ενώ εσύ με την σύζυγο, σαν συνδημιουργοί, δίνετε το σώμα.
Επομένως ο Θεός ενδιαφέρεται πιο πολύ από σας για τα παιδιά σας».
Δεν πέρασαν δυό-τρείς μήνες, έρχεται χαρούμενος και μου λέει: «Δόξα τω Θεώ, ο Θεός μου οικονόμησε και σπίτι, και μου περισσεύουν και αρκετά χρήματα».
Τον ρώτησα τί συνέβη και μου διηγήθηκε το εξής περιστατικό: «Πηγαίνοντας για το χωριό μου, κάθησα λίγο στο πρακτορείο,
μέχρι να έρθη η ώρα να φύγη το λεωφορείο. Με πλησιάζει λοιπόν ένας λαχειοπώλης και μου λέει να πάρω λαχεία.
Εγώ, επειδή είχα την αρχή ως Χριστιανός να μην παίρνω λαχεία, του είπα ότι δεν ήθελα.
Όταν όμως είδα τον λαχειοπώλη να φεύγη, σκέφτηκα μήπως είχε μεγάλη ανάγκη,
γι’ αυτό τον φώναξα πάλι και έβγαλα χρήματα να του πληρώσω ένα λαχείο, χωρίς να το πάρω.
Μά ο λαχειοπώλης ήταν φιλότιμος και δεν το δέχθηκε αυτό.
Πάλι στενοχωρέθηκα καί, επειδή ήθελα να τον βοηθήσω, του είπα: «Δώσ’ μου ένα λαχείο, ίσως μου χρειασθή».
Και αγόρασα ένα λαχείο με σκοπό να χαρή ο άλλος και εγώ να στενοχωρηθώ και λίγο, που παρέβηκα το τυπικό μου.
Εκείνο λοιπόν το λαχείο κέρδισε ένα μεγάλο ποσό, αγόρασα και σπίτι, μου περίσσεψαν και χρήματα, για να μεγαλώσω τα παιδιά μου.
Έμαθα και που έμενε ο λαχειοπώλης και πήγα αθόρυβα και του άφησα στην θυρίδα του έναν φάκελο με αρκετά χρήματα,
επειδή ήξερα πώς δεν θα τα δεχόταν, εάν του τα έδινα στα χέρια». Είναι φοβερό πώς ενεργεί στους φιλότιμους η αγάπη του Θεού!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 73-76)
"Αεργία και απελπισία"
Για κάποιον άνθρωπο, που βρισκόταν πολύ μακριά και δεν τον είχε αντικρίσει ποτέ, όταν ρωτήθηκε ο Γέροντας,
είπε: "Βλέπω ότι, επειδή δεν εργάζεται, κάθεται, τεμπελιάζει και γι' αυτό απελπίζεται". Η
διάγνωσή του ανταποκρινόταν πλήρως στην πραγματικότητα. Αν έπρεπε να γίνει κάτι για την αντιμετώπιση της απελπισίας,
θα 'πρεπε ν' αρχίσει από την εργασία.
[Γ 280π.]
"Μην απελπίζεσαι"
"Όταν αμαρτάνεις, να μην απελπίζεσαι. Με θάρρος και ελπίδα στο Θεό να μετανοείς και να πηγαίνεις στον πνευματικό που σου έχω υποδείξει,
αν δεν μπορώ εγώ, και να τα εξομολογείσαι.Έτσι μόνο θα σωθείς".
[Τζ 142]
"Δεν υπάρχει απελπισία μέσα στην Εκκλησία"
Η γενική εικόνα που έχω κρατήσει, μετά από είκοσι περίπου χρόνια, είναι αυτή η εράσμια, η γαλήνια εικόνα.
Δεν θυμάμαι ποτέ το Γέροντα να είναι σκληρός ή να σε μαλώσει. - Ήτανε ο Γέροντας της αγάπης.-
Ό,τι ήθελε να πει, το έλεγε χωρίς αυστηρότητα.
Η φωνή του…" ε, να πάρει η ευχή… " ήτανε μία φράση που τη χρησιμοποιούσε πολύ.
Και όλους τους έλεγε " τί καλός... τί καλά… "
Σου δημιουργούσε το κλίμα της ανέσεως.
- Άλλωστε, δεν είπε τόσες φορές "Ο Χριστός είναι φίλος σας σας αγαπάει, δεν κρατά την κόλαση και σας φοβερίζει" ;
- Εκείνο που έλεγε, κυρίως ήτανε για τη σημασία της εξομολογήσεως.
Έλεγε: "Δεν υπάρχει απελπισία όταν είσαι μέσα στην Εκκλησία, ό,τι και να έχεις κάνει, ό,τι και να έχεις υποστεί.
Δεν υπάρχει απελπισία. Στενοχώρια μπορεί να έχεις, αλλά απελπισία όχι.
Ο Θεός, μέσα από την εξομολόγηση -τόνιζε πάρα πολύ τη σημασία του ιερέα,
το χέρι του παπά... ήταν σαν να έβγαινε από κει η θεία χάρη- σε βοηθά και ξεπερνάς αυτά τα οποία μπορεί να σε οδηγήσουν στα έσχατα όρια της απελπισίας".
Πολλές φορές είχε τύχει να ξενυχτίσει με ανθρώπους που ήταν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας ή άλλων οριακών καταστάσεων υγείας και υπόστασης πνευματικής και διανοητικής.
Είχε ξενυχτίσει και με την αγάπη και τη χάρη και την προσευχή που έκανε τα ξεπερνούσε όλα με πολύ απλό τρόπο.
[Γερ.112] (σελ.78-79)
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 77-79)
«Την ύπαρξή μου την χρωστάω στον π. Αθανάσιο Χαμακιώτη. Όταν η μητέρα μου έμεινε έγκυος σε μένα, είχε την ατυχία ο πατέρας μου να μη με θέλει. Της είχε θέσει όρο. Ή το παιδί ή εμένα. Επειδή τότε είχε απαγορευτεί δια νόμου από τον Μεταξά η έκτρωση, ο πατέρας μου έδινε στη μητέρα μου διάφορα φάρμακα για να με αποβάλει. Χρησιμοποιούσε και άλλους πιο σκληρούς τρόπους. Τη χτυπούσε, την έριχνε κάτω από το κρεβάτι, την πήγαινε στη θάλασσα και την υποχρέωνε να κάνει οκτώ φορές μπάνιο την μέρα, και άλλα πολλά. Παράλληλα προσπαθούσε να βρει κάποιο γιατρό να προχωρήσει στην έκτρωση, αλλά δεν αναλάμβανε κανείς. Τελικά βρέθηκε κάποιος γιατρός να κάνει την έκτρωση. Τότε όμως κάποια φίλη της της σύστησε τον π. Αθανάσιο. Πήγε, λοιπόν, για πρώτη φορά, και εξομολογήθηκε το πρόβλημά της. Ο γέροντας ήταν απόλυτος. Της εξήγησε ότι αυτό που πάει να κάνει είναι έγκλημα.
-Μα θα με χωρίσει ο άνδρας μου, πάτερ, αντέτεινε.
-Να προτιμήσεις να σε χωρίσει παρά να σκοτώσεις το παιδί.
-Και πώς θα το μεγαλώσω μόνη μου;
-Θα φροντίσει ο Θεός. Έχουν γίνει τόσες απόπειρες και προσπάθειες για να φύγει το παιδί από πάνω σου και δεν έχει φύγει! Αυτό θα πρέπει να σε βάλει σε σκέψεις. Δεν ξέρεις τι σκοπό έχει ο Θεός γι’ αυτό.
Η μητέρα μου γύρισε αποφασισμένη να σηκώσει το σταυρό της. Ο πατέρας μου θύμωσε και την έδιωξε από το σπίτι. Έτσι εγώ γεννήθηκα χωρίς την παρουσία του πατέρα μου και μεγάλωσα χωρίς αυτόν. Παρόλο που ζούσε, απέφυγε να με γνωρίσει. Εγώ νόμιζα ότι είχε πεθάνει. Έτσι με άφηναν να πιστεύω η μητέρα μου και η γιαγιά. Όταν αργότερα έμαθα την αλήθεια και ότι ζει, έκανα πάρα πολλές προσπάθειες να τον βρω, αλλά δεν τα κατάφερα, γιατί είχε αλλάξει και το όνομά του. Έτσι δεν τον είδα ποτέ. Το μόνο που έμαθα και με χαροποίησε, ήταν ότι στο τέλος της ζωής του μετανόησε.
Τα χρόνια πέρασαν, παντρεύτηκα και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης του δεύτερου παιδιού προσβλήθηκα από οξείς ρευματισμούς, με αποτέλεσμα να κλονιστεί πολύ η υγεία μου. Έπαιρνα οκτώ ασπιρίνες την ήμερα και πέντε κορτιζόνες των 5 mgr, αγνοώντας όμως την εγκυμοσύνη. Είχα πάρει συνολικά 450 ασπιρίνες και 250 κορτιζόνες, όταν ανακάλυψα την εγκυμοσύνη. Πανικοβλήθηκα τότε και εγώ και οι γιατροί. Όλοι πρότειναν να γίνει διακοπή της κύησης. Εγώ όμως θυμήθηκα τη δική μου περίπτωση, τη στάση του π. Αθανασίου, που δεν τον γνώριζα, και δεν δέχθηκα. Το άφησα στο Θεό. Έκανα μάλιστα και μια απερισκεψία. Σταμάτησα απότομα τη θεραπεία, πιστεύοντας ότι προστατεύω το παιδί, αλλά έτσι δεν προστάτευα ούτε την υγεία μου. Ταλαιπωρήθηκα πολύ. Τελικά, με τη χάρη του Θεού, το παιδί γεννήθηκε υγιέστατο! Οι γιατροί όμως μου απαγόρευσαν να κάνω άλλο παιδί τουλάχιστον για τρία χρόνια, γιατί η υγεία μου ήταν πολύ κλονισμένη. Έτσι, παρόλο που δεν το ήθελα, απέφευγα να κάνω άλλο παιδί.
Ήταν παραμονές του Πάσχα το 1967 κι επειδή ο πνευματικός μας έλειπε στη Β. Ελλάδα, πήγαμε με τον άνδρα μου στο μοναστήρι για να εξομολογηθούμε στον π. Αθανάσιο. Ήταν τότε πολύ γέροντας. Κι εγώ συγκινήθηκα βλέποντας για πρώτη φορά τον άνθρωπο χάρη στον οποίο ήλθα στη ζωή. Του μίλησα για την περιπέτειά μου και για τη συμβουλή των γιατρών. Ο γέροντας, αφού με άκουσε, μου είπε:
-Παιδί, οι επίγειοι γιατροί γνωρίζουν το πρόβλημά σου! Ο επουράνιος γιατρός δεν το γνωρίζει; Αν δεν πρέπει να τεκνοποιήσεις δεν θα σου δώσει παιδί. Αρκεί να τον εμπιστευθείς και συ βλέπω δεν τον εμπιστεύεσαι.
Αποφασίσαμε με το σύζυγό μου να το αφήσουμε και πάλι στην αγάπη του Θεού. Και πράγματι ο Θεός επέτρεψε να αποκτήσουμε παιδί στο όριο που έβαλαν οι γιατροί. Τότε είχε αποκατασταθεί η υγεία μου. Ήταν το τρίτο παιδί μας και αποφασίσαμε να το πάμε, μαζί με τα άλλα δύο, στο μοναστήρι. Αγνοούσαμε ότι ο γέροντας είχε κοιμηθεί. Ήταν Μεγάλη Παρασκευή και ανεβήκαμε στη Φανερωμένη για την ακολουθία επιταφίου. Είχε πολύ κόσμο και κατευθυνθήκαμε στη νότια πλευρά της εκκλησίας. Ανάμεσα στα λουλούδια, χωρίς να το πολυπροσέξουμε, είδαμε μια μαρμάρινη πλάκα και ακουμπήσαμε το καλαθάκι με το παιδί. Γυρίσαμε ταυτόχρονα και τι να δούμε: «Αθανάσιος ιερομόναχος». Καταλάβαμε ότι ήταν ο τάφος του γέροντα. Αισθανθήκαμε ρίγος και νιώσαμε τα ίδια συναισθήματα και την ίδια ακριβώς σκέψη. Βλέποντας το μωρό μας πάνω στον τάφο του γέροντα το νιώσαμε σαν προσφορά και δώρο δικό του και σα να ακούγαμε τον ίδιο να μας λέει: Βλέπετε που το παιδί ήλθε στην ώρα που έπρεπε να έλθει; Κοιταχθήκαμε και όταν εξομολογηθήκαμε ο ένας στον άλλον τα συναισθήματα και τη σκέψη μας και διαπιστώσαμε ότι ήταν ακριβώς τα ίδια, τα μάτια μας γέμισαν δάκρυα. Η συγκίνηση ήταν απερίγραπτη. Ο άνθρωπος αυτός, άγνωστος σε μένα, έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή μου και στην οικογένειά μου».
1,4. «ακούσαντες την πίστιν υμών εν Χριστώ Ιησού και την αγάπην την εις πάντας τους αγίους».
«Πάντοτε προσευχόμενος», για τους Κολασσαεΐς ο άγιος Απόστολος ευχαριστεί τον Θεό και Πατέρα του «Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», γιατί λέει: «ακούσαντες την πίστιν... αγίους» (1,4). Υπάρχουν δύο προϋποθέσεις για αδιάκοπη προσευχή: η πίστη προς τον Χριστό και η αγάπη προς τον πλησίον. Και τότε η πίστη ενισχύεται από δύναμη σε δύναμη, αυξάνεται από άσκηση σε άσκηση, και οδηγεί από κατόρθωμα σε κατόρθωμα. Και η αγάπη δεν κάμπτεται και ο πιστός δεν «απογοητεύεται», βλέποντας τις αμαρτίες και τα ελαττώματα των «πλησίον» του, και δεν φθάνει ποτέ, ένεκα αυτού, στο σημείο να μη τους αγαπά.
Το να αγαπά κανείς τους αμαρτωλούς ανθρώπους, αδιάκοπα, μόνιμα και επίμονα, δεν μπορεί να «καταστεί δυνατό» χωρίς την προσευχή, χωρίς επίπονο προσευχητικό αγώνα. Γιατί, με την προσευχή ο άνθρωπος παρακαλεί και παίρνει από τον Θεό δύναμη, η οποία του είναι απαραίτητη για να μπορέσει να αγαπήσει τους ανθρώπους, ακόμη και όταν είναι αμαρτωλοί.
Στην ολοκάρδια ταπεινή προσευχή, ο Θεός δίνει αγάπη. Γιατί, τι είναι προσευχή; Είναι η απόδειξη της αγάπης μας προς τον Θεό, σαν πατέρα μας και προνοητή και Σωτήρα, και η απόδειξη της πίστης μας στον Χριστό Θεό και της εμπιστοσύνης μας προς Αυτόν.
Ναι, η αγάπη απέναντι στους πλησίον, η αγάπη απέναντι στους ανθρώπους, προέρχεται και πηγάζει από την πίστη μας προς τον Κύριο Ιησού Χριστό. Η πίστη με την αγάπη ζει και διαμέσου της αγάπης υπάρχει. «εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλά πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη». (Γαλ. 5, 6).
Όπως πάλι, όλη η αγάπη προέρχεται από την πίστη, η οποία την συνδέει με τον Θεό, την πηγή της αθάνατης και αιώνιας και χωρίς σύνορα αγάπης, γιατί «Ο Θεός αγάπη εστί» (Α' Ιω. 4, 16).
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σελ. 18-19).
Ο πύργος και τα κύματα
Ο αρχιμ. Ιωακείμ Σπετσιέρης (1858-1953) ασκήτεψε στην Ι. Μονή του αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη και στη Νέα Σκήτη του Αγ. Όρους. Στο διάστημα που υπηρέτησε ως ιεροκήρυξ σε διάφορες μητροπόλεις της Ελλάδος, άφησε παντού άριστες εντυπώσεις. Υπήρξε υπόδειγμα εναρέτου κληρικού.
Ενώ ήταν ιεροκήρυξ στην Ι. Μητρόπολι Χαλκίδος και Καρυστίας, έμαθε ότι εκοιμήθη ο ιερατικώς προϊστάμενος της ελληνικής κοινότητος στη Μασσαλία της Γαλλίας. Υπέβαλαν τότε πολλοί κληρικοί υποψηφιότητα για τη ζηλευτή θέσι του εκλιπόντος. Ο π. Ιωακείμ παρακινήθηκε από γνωστούς του και υπέβαλε κι αυτός. Πλην όμως απέτυχε για μια ψήφο! Λυπήθηκε λοιπόν πολύ και τη θλίψι της αποτυχίας την εξέφρασε και στην προστάτιδα του Υπεραγία Θεοτόκο.
Ενώ προσευχόταν ακόμη προς την Παναγία, τον πήρε ένας λεπτός ύπνος. Είδε τότε το εξής όνειρο, όπως ο ίδιος το διηγείται:
«Βρέθηκα σ’ έναν πανύψηλο πύργο! Στην κορυφή του ήταν ένα δωμάτιο, όπου ήμουν εγώ μόνος εκεί. Παραδόξως δε, μου φαινόταν ότι ήμουν κλειστός σε χώρο που είχε τέσσερα παράθυρα στα τέσσερα σημεία του ορίζοντος. Κάτω από τον πύργο ήταν πέλαγος απέραντο και τα κύματα χτυπούσαν με πάταγο και βία πολλή. Τότε μη έχοντας τι να κάνω, ώρμησα να πέσω από το δυτικό παράθυρο στο τρικυμισμένο πέλαγος. Τρόμαξα πολύ, αλλά αισθάνθηκα αμέσως ένα χέρι να με αρπάζη από τα ρούχα και να με σέρνη με βία προς τα πίσω. Έστρεψα να δω ποιος με τραβά και βλέπω – ω των θαυμασίων σου, Δέσποινα του κόσμου – την Κυρία Θεοτόκο να με βαστάζη και να μου λέη:
- Θέλεις να σε αφήσω να πέσης σ’ αυτό το πέλαγος; Δεν βλέπεις τα κύματα; Γύρισε πίσω στον πύργο.
Με αυτά τα λόγια της Παναγίας μας, αμέσως συνήλθα και ξύπνησα. Τότε κατάλαβα ποιο ήταν το πέλαγος και τι σήμαιναν όλα αυτά, τι κινδύνους θ’ αντιμετώπιζα, αν έφθανα στα υψηλά αξιώματα, που επιζητούσα».
(Μορφές Νέας Σκήτης)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 98-99)
Προσευχή για τους κεκοιμημένους…
Στον εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, η προσευχή της Εκκλησίας κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους, σε ανάμνηση της εις Άδη καθόδου του Χριστού κατά το Μ. Σάββατο.
Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα τέσσερα Ψυχοσάββατα του έτους (το τέταρτο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής) οπότε και τελούνται επίσημα μνημόσυνα της Εκκλησίας υπέρ των κεκοιμημένων "των επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου, [. . . ] ευσεβώς ορθοδόξων, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομόναχων, ιεροδιακόνων, μοναχών, μοναζουσών, πατέρων, προπατόρων, πάππων, προπάππων, γονέων, συζύγων, τέκνων, αδελφών και συγγενών ημών εκ των απ' αρχής και μέχρι των εσχάτων".
Η καθιέρωση του Ψυχοσάββατου είναι μια υπόμνηση ότι το σώμα θα αναστηθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή.
Ο Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας στον λόγο του για τους κοιμηθέντες μας λέει:
Μην αρνείσαι να προσφέρεις λάδι και να ανάβης κεριά στον τάφο του, επικαλούμενος Χριστόν τον Θεόν, και αν ακόμα ο κοιμηθείς τελείωσε ευσεβώς τη ζωή του και τοποθετήθηκε στον ουρανό. Γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα από το Θεό και προσκομίζουν μεγάλη την ανταπόδοσή του, γιατί το λάδι και το κερί είναι θυσία και η Θεία Λειτουργία είναι εξιλέωση. Η δε αγαθοεργία φέρνει τελικά προσαύξηση με κάθε αγαθή ανταπόδοση. Ο σκοπός του προσφέροντος, για την ψυχή κοιμηθέντος, είναι ίδιος με τα όσα κάνει όποιος έχει μικρό παιδί άρρωστο και αδύναμο, για το οποίο προσφέρει στον ιερό ναό κεριά, θυμίαμα και λάδι με πίστη και τα χαρίζει όλα για το παιδί του. Τα κρατάει και τα προσφέρει με τα χέρια του σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρη το ίδιο το παιδί, ακριβώς δηλαδή όπως γίνεται όταν στο βάπτισμα αποκηρύσσεται ο σατανάς από τον ανάδοχο για λογαριασμό του νηπίου.
Παρομοίως πρέπει να θεωρείται και όποιος πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι κρατάει και προσφέρει τα κεριά και το λάδι, και όλα όσα προσφέρονται για τη λύτρωσή του. Έτσι με τη χάρη του Θεού η προσπάθεια που γίνεται με πίστη δε θα πάει χαμένη. Να είστε σίγουροι ότι οι Θείοι απόστολοι και οι Θεοδίδακτοι διδάσκαλοι και οι Θεόπνευστοι πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το θείο και φωτίσθηκαν καθόρισαν με τρόπο θεάρεστο τις λειτουργίες, τις προσευχές και τις ψαλμωδίες, που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων που πέθαναν. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα, πάντα με τη χάρη του Φιλανθρώπου Θεού, αυξάνονται και συμπληρώνονται σ’ όλα τα σημεία του ορίζοντος για να δοξάζεται και να εξυμνείται ο Κύριος των κυρίων και Βασιλεύς των βασιλευόντων.
Και ο μακαριστός π. Παΐσιος (από τον Δ΄ τόμο, Οικογενειακή Ζωή, Λόγοι του π. Παισΐου, Εκδόσεις Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσσαλονίκη) μας ενημερώνει:
- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
- Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια , αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνο το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση, και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια! Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει και τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο ή σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για τη ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν....
.. .Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στο διάβολο να πει: Πώς τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε; Όταν εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: Σπείρετε εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία (Α’ Κορινθ, κεφ 15, εδ 42)(δηλαδή συμβολίζει το θάνατο και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γ ραφή.
- Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
-Εμ , όταν μπαίνει κάποιος στη φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι’ αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στη πραγματικότητα να μην ήταν-και είχε αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για τη ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί “να αγιάσουν τα κόκκαλά του”, ώστε να καμθεί ο Θεός και να τον ελεήσει. Έτσι ότι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι’ αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμα και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπόψη μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιο γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσεις, με ξέχασες και υποφέρω! Πράγματι, μου λέει (ο προσκηνυτής) εδώ και 20 μέρες είχα ξεχαστεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν
-Όταν, Γέροντα, πεθάνει κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι’ αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
-Άμα κάνεις κομποσχοίνι γι’αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει η αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνο επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι'αυτούς! Μερικοί, κάθε τόσο, κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτό το τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στο Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι’ αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
- Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχονται γι’ αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
-Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους.. .αν καμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στο πόλεμο, τον είδα μπροστά μου μετά τη Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονεύονταν στη Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνο ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι!
Ειρήνη εστί μετ' εκείνων, οίτινες ενίκησαν τον κόσμον. Ειρήνη ειή μεθ' ημών, οίτινες έτι και νυν αγωνιζόμεθα. Ούτω φεύγει η θλίψις του κόσμου, ούτως εξαφανίζεται του θανάτου το κέντρον, και ως νικητής υπεράνω της κόνεως ίσταται ο Χριστός μετά πάντων των εις αυτών πιστευόντων και λέγει:
ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε. Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε· αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον. (Ιωαν 16 33).