1,4. «ακούσαντες την πίστιν υμών εν Χριστώ Ιησού και την αγάπην την εις πάντας τους αγίους».
«Πάντοτε προσευχόμενος», για τους Κολασσαεΐς ο άγιος Απόστολος ευχαριστεί τον Θεό και Πατέρα του «Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», γιατί λέει: «ακούσαντες την πίστιν... αγίους» (1,4). Υπάρχουν δύο προϋποθέσεις για αδιάκοπη προσευχή: η πίστη προς τον Χριστό και η αγάπη προς τον πλησίον. Και τότε η πίστη ενισχύεται από δύναμη σε δύναμη, αυξάνεται από άσκηση σε άσκηση, και οδηγεί από κατόρθωμα σε κατόρθωμα. Και η αγάπη δεν κάμπτεται και ο πιστός δεν «απογοητεύεται», βλέποντας τις αμαρτίες και τα ελαττώματα των «πλησίον» του, και δεν φθάνει ποτέ, ένεκα αυτού, στο σημείο να μη τους αγαπά.
Το να αγαπά κανείς τους αμαρτωλούς ανθρώπους, αδιάκοπα, μόνιμα και επίμονα, δεν μπορεί να «καταστεί δυνατό» χωρίς την προσευχή, χωρίς επίπονο προσευχητικό αγώνα. Γιατί, με την προσευχή ο άνθρωπος παρακαλεί και παίρνει από τον Θεό δύναμη, η οποία του είναι απαραίτητη για να μπορέσει να αγαπήσει τους ανθρώπους, ακόμη και όταν είναι αμαρτωλοί.
Στην ολοκάρδια ταπεινή προσευχή, ο Θεός δίνει αγάπη. Γιατί, τι είναι προσευχή; Είναι η απόδειξη της αγάπης μας προς τον Θεό, σαν πατέρα μας και προνοητή και Σωτήρα, και η απόδειξη της πίστης μας στον Χριστό Θεό και της εμπιστοσύνης μας προς Αυτόν.
Ναι, η αγάπη απέναντι στους πλησίον, η αγάπη απέναντι στους ανθρώπους, προέρχεται και πηγάζει από την πίστη μας προς τον Κύριο Ιησού Χριστό. Η πίστη με την αγάπη ζει και διαμέσου της αγάπης υπάρχει. «εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλά πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη». (Γαλ. 5, 6).
Όπως πάλι, όλη η αγάπη προέρχεται από την πίστη, η οποία την συνδέει με τον Θεό, την πηγή της αθάνατης και αιώνιας και χωρίς σύνορα αγάπης, γιατί «Ο Θεός αγάπη εστί» (Α' Ιω. 4, 16).
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σελ. 18-19).