- Γέροντα, έχω τον λογισμό μήπως δεν φταίει η λίγη αντοχή μου που κουράζομαι εύκολα αλλά κάτι άλλο.
- Ναι, αν υπήρχε η θεία φλόγα μέσα σου, τότε όλα θα ήταν διαφορετικά.
- Γέροντα, πώς θα αποκτήσω αυτήν την θεία φλόγα;
- Αν ξεχνάς τον εαυτό σου και σκέφτεσαι τους άλλους.
- Μου φαίνεται δύσκολο να το κάνω πάντοτε αυτό.
- Τουλάχιστον προσπάθησε να σκέφτεσαι και να φροντίζης τους άλλους όπως σκέφτεσαι και φροντίζεις τον εαυτό σου. Έτσι, σιγά-σιγά θα φθάσης να αδιαφορής για τον εαυτό σου, με την καλή έννοια, και να σκέφτεσαι πάντα τους άλλους. Και τότε βέβαια θα σε σκέφτεται και ο Θεός, θα σε σκέφτωνται και οι άλλοι· μόνο να μην το κάνης, για να σε σκέφτωνται οι άλλοι!...
- Τελικά, Γέροντα, αυτό που με βασανίζει είναι ο εαυτός μου.
- Ναι, βρε παιδί, πέταξε τον εαυτό σου. Αν πετάξης τον εαυτό σου, μετά θα πετάς. Τι τον κρατάς τον εαυτό σου για τον εαυτό σου; Το κομμάτι της αγάπης που κρατάς για τον εαυτό σου, το αφαιρείς από την ολοκληρωτική αγάπη που πρέπει να έχης για τους άλλους.
- Γέροντα, πώς θα πετάξω τον εαυτό μου;
- Όσο μπορείς, να βγάζης τον εαυτό σου έξω από τις ενέργειές σου και να βάζης μέσα σου τους άλλους. Προσπάθησε αυτό που θέλεις για τον εαυτό σου να το δίνης στους άλλους. Να δίνης-να δίνης, χωρίς να υπολογίζης τον εαυτό σου. Όσο θα δίνης, τόσο θα παίρνης, γιατί ο Θεός θα σου δίνη άφθονη την Χάρη Του και την αγάπη Του· θα σε αγαπάη πολύ, καθώς κι εσύ πολύ θα Τον αγαπάς, γιατί θα πάψης να αγαπάς τον εαυτό σου, ο οποίος σου ζητάει να τρέφεσαι από τον εγωισμό και την υπερηφάνεια, και όχι από την Χάρη του Θεού που δίνει όλες τις βιταμίνες στην ψυχή και την θεία αλλοίωση στην σάρκα, και κάνει τον άνθρωπο να ακτινοβολή. Θα εύχομαι πολύ γρήγορα να τα νιώσης όλα αυτά, για να απαλλαγής από το βάσανο της φιλαυτίας.
- Μπορεί, Γέροντα, να αγωνίζομαι να απαλλαγώ από την φιλαυτία μου, και πάλι να έχω τον εαυτό μου σε ό,τι κάνω;
- Πώς αγωνίζεσαι; Τον πετάς τον εαυτό σου; Ό,τι είναι σιχαμερό το πετάει κανείς· πρέπει όμως να καταλάβη ότι είναι σιχαμερό. Άμα δεν το σιχαθή, δεν το πετάει. Θέλω να πω, και τον παλαιό σου άνθρωπο, για να τον πετάξης, πρέπει να τον σιχαθής. Με μουδιασμένα πράγματα δεν γίνεται προκοπή.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 53-55)
Ο ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ, νέος ευσεβής από την Αλεξάνδρεια, διηγείται ο Παλλάδιος, από πλούσια κι αρχοντική γενιά, πήγε να προσκυνήσει τους αγίους Τόπους κι επισκέφθηκε πολλά μοναστήρια κι ησυχαστήρια στην Παλαιστίνη.
Όταν γύρισε στην πατρίδα του την Αίγυπτο, με την καρδιά πλημμυρισμένη από θεϊκό έρωτα, μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, για ν’ ακολουθήσει την αμέριμνη ζωή των μοναχών. Κράτησε μόνο ένα μεγάλο υποστατικό στα περίχωρα της Αλεξάνδρειας, κατάφυτο από οπωροφόρα δέντρα, που το είχε ζηλέψει ο Έπαρχος για την ξεχωριστή ομορφιά του, και πολλές φορές του είχε ζητήσει να το αγοράσει, προσφέροντας γενναία τιμή. Μα ο Βησσαρίων δεν δεχόταν, γιατί σκόπευε να το χαρίσει στο γυναικείο μοναστήρι που βρισκόταν εκεί κοντά.
Όταν αποφάσισε ν’ ακολουθήσει τον ερημικό βίο, πήγε κι εξομολογήθηκε στον Αββά Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη. Μεταξύ των άλλων του είπε και για το υποστατικό.
- Πούλησέ το στον Έπαρχο, τον συμβούλεψε ο Γέροντας και δώσε τα χρήματα στο μοναστήρι. Μην αφήσεις υποστατικά στις καλόγριες, γιατί θα χάσουν την ψυχή τους.
Μα ο Βησσαρίων δεν θέλησε τότε να πεισθεί στην συνετή συμβουλή του Γέροντα κι έκανε δωρητήριο το μεγάλο κτήμα στο γυναικείο μοναστήρι. Ελευθερωμένος ύστερα από όλες τις υλικές του φροντίδες, πήγε στην έρημο κι έμεινε σε μια φτωχική καλύβα, στην σκήτη των Πατέρων.
Πέρασαν δεκαέξι μήνες από τότε που ο ευλαβής νέος άρχισε να αγωνίζεται τον καλό αγώνα, αφήνοντας κατά μέρος κάθε γήινη απασχόληση, όταν μια νύχτα ήρθε να τον συνταράξει ένα τρομακτικό όνειρο: Είδε πως βρέθηκε στην Βηθλεέμ, στον ναό της αγίας Γεννήσεως. Ξαφνικά ο ναός άστραψε από ουράνιο φως κι άρχισαν να μπαίνουν μέσα σε παράταξη νέοι ιεροπρεπείς, ντυμένοι με ολόχρυσες στολές, που έψαλλαν μελωδικά άσματα. Ανάμεσά τους ήταν μια Γυναίκα, που η ομορφιά της δεν χωρά σε νου ανθρώπινο, ντυμένη με πορφύρα, σαν Βασίλισσα, και με διάδημα από αστέρια στο κεφάλι.
Δεν πρόλαβε να συνέλθει από την έκπληξη του ο Βησσαρίων, όταν άκουσε έναν από τους συνοδούς της ουράνιας Βασίλισσας να τον φωνάζει αυστηρά με τ’ όνομά του. Γύρισε προς το μέρος του κι αντιλήφθηκε πως τον κοίταζε με βλέμμα βλοσυρό:
- Τί έχεις ν’ απολογηθείς για τις παρθένους, του είπε, που από τότε που τους χάρισες το κτήμα σου, δεν επαψαν ούτε μια μέρα να εξοργίζουν τον Θεό; Μεγάλη τιμωρία σε περιμένει αν δεν διορθώσεις το σφάλμα σου.
- Κύριέ μου, τόλμησε ν’ αποκριθεί ο Βησσαρίων, τρέμοντας σύγκορμος από τον μεγάλο φόβο του, για να τις αναπαύσω τους το δώρησα, επειδή σαν γυναίκες είναι σκεύη αδύνατα, όχι για να παροργίσουν τον Θεό.
Τότε πήρε τον λόγο η Βασίλισσα:
- Καλή η προαίρεσή σου, παιδί μου, αλλά ο εχθρός του ανθρωπίνου γένους βρήκε αιτία να ζημιώσει τις ψυχές τους. Μπορούσε ο Θεός, ο οποίος προνοεί για τα πλάσματά Του, να τις στείλει ποταμούς από χρυσό, αλλά δεν θα ήταν για συμφέρον τους.
Καθώς έλεγε αυτά, σήκωσε το ευλογημένο χέρι της και έδειξε εκείνον που λίγο πριν είχε τρομοκρατήσει τον Βησσαρίωνα.
- Αυτός είναι το πρότυπο των μοναχών. Ας τον μιμούνται όσοι θέλουν να αρέσουν στον Θεό. Διόρθωσε το λάθος σου και θα με έχεις πάντοτε προστασία.
Ύστερα απευθύνθηκε σ’ εκείνον που είχε δείξει:
- Σφράγισε την καρδιά του, Βαπτιστά, για να μην νομίσει πως όλα αυτά είναι φαντασία.
Άπλωσε το δεξί του χέρι ο Τίμιος Πρόδρομος και σφράγισε με το σημείο του Σταυρού το στήθος του Βησσαρίωνα και αμέσως χάθηκε το όραμα.
Μόλις ξημέρωσε, ξεκίνησε ο Βησσαρίων για τον Αββά Ισίδωρο. Τρομαγμένος ακόμη, του διηγήθηκε την οπτασία.
- Έπρεπε να είχες ακούσει την συμβουλή μου, παιδί μου, του είπε ο Γέροντας. Δεν ξέρεις πως τα υποστατικά έχουν μέριμνες και φροντίδες; Χρειάζονται καλλιέργεια κι όταν άνδρες συναλλάσσονται με ασκήτριες, ο διάβολος δεν αφήνει απείραχτες ούτε αυτές ούτε εκείνους. Αν
είναι γενικά κακό στους μοναχούς να έχουν υλικές φροντίδες, πολύ περισσότερο άπρεπο για τις παρθένους.
Χωρίς αναβολή, την ίδια κιόλας ημέρα, τον πήρε ο Γέροντας και κατέβηκαν στο γυναικείο μοναστήρι και με κάποια πρόφαση έπεισαν τις μοναχές να δεχτούν να πουλήσουν το υποστατικό στον Έπαρχο και να είσπράξουν τα χρήματα. Έτσι, ήσυχος πια, γύρισε στο ασκητήριο του ο καλός Βησσαρίων.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 52-54)
Στην περίοδο των εορτών οι ευχές μεταξύ των ανθρώπων δίνουν και παίρνουν. Στον κόσμο αυτή η ευχή που σχεδόν μονοπωλεί τα στόματα όλων είναι : « υγεία! πάνω απ’όλα η υγεία.. όλα τ’άλλα έρχονται!» Έτσι και στην εργασία μου, μια συνάδελφος έλεγε αυτή την ευχή ακούραστα σε όλους τους πελάτες. Κάποια στιγμή, της αντεύχεται μια πελάτισα: « υγεία και αγάπη, κορίτσι μου!» Εκείνη απάντησε : « υγεία, υγεία… τί να την κάνω την αγάπη;» Τότε δεν άντεξα! Επειδή η συγκεκριμένη συνάδελφος έχει και μια ιδιαίτερη αγάπη στο αυτοκίνητο της, της είπα: « μήπως το αυτοκίνητο σου μπορεί να πάει πουθενά χωρίς βενζίνη;»
Αργότερα σκέφτηκα ότι ο πνευματικά αγωνιζόμενος άνθρωπος μοιάζει με ένα αυτοκίνητο. Η υγεία τού είναι τόσο σημαντική όσο το αμάξωμα στο αυτοκίνητο. Το σώμα είναι το περίβλημα της ψυχής. Φυσικά όμως δεν φτάνει μόνο αυτό! Καταρχάς χωρίς βενζίνη, δηλαδή την αγάπη του Χριστού η αλλιώς τη Θεία Χάρη δεν πάμε πουθενά! Όμως και να έχουμε γερά λάστιχα, δηλαδή την ταπείνωση για να μας κρατάει ασφαλείς στο δρόμο μας, που είναι η ορθόδοξη πίστη! Χρειαζόμαστε σίγουρα γερή μηχανή, δηλαδή καθαρή καρδιά και να είμαστε καλοί οδηγοί! Δηλαδή ο νους μας να έχει διάκριση, να έχει τα χέρια του στο τιμόνι και να ξέρει πότε να στρίβει αριστερά, πότε δεξιά και πότε να τραβάει ευθεία. Πότε να φρενάρει και πότε να αυξάνει ταχύτητα.
Με το που μπαίνουμε στο όχημα ακούγεται ο έντονος προειδοποιητικός ήχος να φορέσουμε τη ζώνη μας, όπως και η Εκκλησία μάς προειδοποιεί, μπαίνοντας στον πνευματικό αγώνα, για τη νηστεία, την αγνότητα και τη γενικότερη εγκράτεια! Οπωσδήποτε χρειαζόμαστε το GPS για να μη βγούμε από το δρόμο μας, δηλαδή τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας και φυσικά να υπακούμε στον τροχονόμο, στα σήματα και στα φανάρια, όπως δηλαδή ο πιστός οφείλει να υπακούει στο Χριστό, στην Εκκλησία και στον πνευματικό του. Υπεραπαραίτητα είναι και τα φώτα, ημέρας και νυχτός, δηλαδή η προσευχή είτε σε καιρό χαράς είτε σε καιρό θλίψης! Όπως και οι δείκτες που υπάρχουν μέσα στο αυτοκίνητο και μας δείχνουν κάθε στιγμή τις τιμές της βενζίνης, της ταχύτητας και άλλα πράγματα, δηλαδή ό,τι κάνει η αυτογνωσία και η εγρήγορση στο χριστιανό! Και πάρα πολλά ακόμα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε… κυριότερο όμως είναι ο συνοδηγός, δηλαδή ο πνευματικός αδερφός μας, που μ’αυτόν γίνεται η διαδρομή πολύ πιο ευχάριστη και ασφαλής!
Όλα αυτά τα πολύ σημαντικά όμως θα ήταν άχρηστα, εάν δεν υπήρχε ο προορισμός! Τί να τα κάνεις τα υπερπολυτελή αυτοκίνητα, αν ο προορισμός σου είναι λάθος; Αν το τέρμα της διαδρομής είναι ο γκρεμός; Τα πάντα τα δωρίζει ο Χριστός μας για να φτάσουμε σ’Αυτόν… χωρίς Αυτόν τίποτα δεν έχει αξία! Ούτε η υγεία, ούτε οι αρετές! Πόσο ανώριμο είναι να αγαπάμε και να ποθούμε πιο πολύ το δώρο από το Δωροδότη! Μήπως η υγεία είναι ο Θεός μας; Κι ενώ ο Χριστός μας είπε « να ζητάτε πρώτα τη Βασιλεία των Ουρανών και όλα τα άλλα θα σας προστεθούν», [ Κατά Ματθαίον στ, 33] εμείς αντικαθιστούμε τη Βασιλεία των Ουρανών, την Αγία Τριάδα με την υγεία;
Η υγεία είναι ένα μεγάλο δώρο του Θεού, βασικότατο αλλά από μόνο του δεν είναι τίποτα. Ούτε καλό ούτε κακό. Τί να το κάνουμε το πανάκριβο αυτοκίνητο αν στα μέσα της διαδρομής τρακάρουμε, μας πάρουν το δίπλωμα, μείνουμε από βενζίνη ή οδηγούμαστε σε αδιέξοδο; Είναι δώρο άδωρο! Γι’αυτό λοιπόν ας δίνουμε στη σωματική υγεία τη σημαντικότητα που της αρμόζει. (Κ.Δ.Κ)
"Οι πόρνες και οι τελώνες έχουν το προβάδισμα"
Έλεγε ο πατέρας Πορφύριος ότι ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει να γνωρίσει την αμαρτωλή
και ηθικά πτωχή του κατάσταση, για να γίνεται ταπεινός και να γίνεται συμπαθής προς τους
άλλους αμαρτωλούς. "αυτό κι ο Χριστός έλεγε ότι οι πόρνες κι οι τελώνες έχουν, δια της
μετανοίας και της ταπεινώσεως, το προβάδισμα για τη βασιλεία των ουρανών. Έτσι και ο
Γέροντας δεν ήθελε να ακούσει για τέτοιους αμαρτωλούς καμιά κατηγορία, γιατί έλεγε ότι οι
πόρνες και οι τελώνες που ονομάζουμε, για το Θεό είναι κλέπτες πιασμένοι, ενώ εγώ κι εσείς,
μας έλεγε, είμαστε όλοι κλέπτες άπιαστοι. Ο κλέπτης ο πιασμένος και ταπεινωμένος, η πόρνη η γνωστή και ντροπιασμένη, η ταπεινωμένη κι η μετανοημένη είναι πολύ ανώτερη από εμάς με τα καλά ονόματα και τον άγνωστό μας κι αμφίβολο βίο.
[Πορ. 27]
ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ
"Το παράδειγμα του Γέροντα"
Ο Γέροντας δε χρησιμοποιούσε το εκπληκτικό διορατικό και προορατικό του χάρισμα, ούτε για υλική ωφέλεια , ώστε να κερδίσει πλούτη , ούτε για εντυπωσιασμό , ώστε να κερδίσει δόξα.
Προτιμούσε να μένει φτωχός και αφανής ασκητής, όπως όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας.
Απόδειξη, το ότι , σ'όλη του τη ζωή ήταν ακτήμων και το ότι, ενώ επι δεκαετίες ήταν εφημέριος ναού στο κέντρο της Αθήνας, ελάχιστοι τον γνώριζαν, κυρίως διότι απέφευγε την αυτοπροβολή.
Δεν έκανε κατάχρηση του χαρίσματός του, αλλά χρήση, προς πνευματική ωφέλεια ανθρώπων και "εις δόξαν Θεού".
[Γ 129π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.70)
Η εγκράτεια στην έγγαμη ζωή
Ο Θεός «εποίησε τα πάντα, καλά λίαν». Ο άνδρας νιώθει μια φυσική έλξη προς την γυναίκα και η γυναίκα προς τον άνδρα.
Αν δεν υπήρχε αυτή η έλξη, ποτέ δεν θα ξεκινούσε κανείς να κάνη οικογένεια.
Θα συλλογιζόταν τις δυσκολίες που θα είχε αργότερα στην οικογένεια με την ανατροφή των παιδιών κ.λ.π., και δεν θα αποφάσιζε να ξεκινήση.
Μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων το σαρκικό φρόνημα σε μερικούς ανθρώπους μπορεί να υπάρχη πέντε τοις εκατό, σε άλλους δέκα, τριάντα κ.λπ.
Αλλά σήμερα που να βρεθούν άνθρωποι να έχουν πέντε τοις εκατό σαρκικό φρόνημα, να έχουν δηλαδή αγνό φρόνημα!
Πάντως σε όλους τους ανθρώπους έχει δοθή από τον Θεό η δυνατότητα να φθάσουν στην απάθεια, αν αγωνισθούν με φιλότιμο.
Δεν δικαιολογούνται οι έγγαμοι, επειδή ακολούθησαν τον έγγαμο βίο, να ξεχνούν ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σάρκα, αλλά είναι και πνεύμα,
και να αφήνουν τον εαυτό τους αχαλίνωτο. Πρέπει να αγωνίζωνται να υποτάξουν την σάρκα στο πνεύμα.
Αν προσπαθούν να ζουν πνευματικά, με την καθοδήγηση του Πνευματικού τους, θα αρχίσουν να γεύωνται σιγά-σιγά και ανώτερες χαρές, πνευματικές,
ουράνιες, και δεν θα αναζητούν τις σαρκικές. Έχουν υποχρέωση να αγωνίζωνται να εγκρατεύωνται, για να μη μεταδώσουν το σαρκικό πάθος και στα παιδιά τους.
Ένα παιδάκι, που οι γονείς του έχουν πολύ σαρκικό φρόνημα, έχει από μικρό τέτοιες τάσεις, γιατί παίρνει το σαρκικό φρόνημα από αυτούς.
Στην αρχή αυτό είναι απαλό, όπως όλα τα κληρονομικά πάθη - σαν την τσουκνίδα πού, μόλις φυτρώνη, είναι απαλή και μπορείς να την πιάσης, ενώ,
όταν μεγαλώση, τσιμπάει - και μπορεί να θεραπευθή από έναν καλό Πνευματικό, που έχει διάκριση.
Αν όμως δεν το κόψη στην μικρή ηλικία, θα χρειασθή πολύ να αγωνισθή, όταν μεγαλώση, για να το κόψη.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 62-64)
γιατί αγαπάνε το Θεό!
Για τους αγίους ικανοποιητική αμοιβή και αντίδοσις είναι το ότι υπηρετούν το Θεό.
Για εκείνον, που αγαπάει ένα πρόσωπο, αρκεί ως αμοιβή το ότι αγαπάει φλογερά το αγαπητό του πρόσωπο.
Τίποτε παραπάνω δεν επιζητεί, τίποτε δεν νομίζει ανώτερο από αυτό.
Ε.Π.Ε. 31,598
λέοντες
Τέτοιο λιοντάρι ήταν ο μακάριος Παύλος.
Και το μεν λιοντάρι, πιάνεται κάποτε στα δίχτυα και συλλαμβάνεται.
Οι άγιοι όμως, όταν δένωνται, τότε μάλιστα γίνονται δυνατώτεροι.
Όπως συνέβη με τον μακάριο Παύλο τότε στο δεσμωτήριο των Φιλίππων.
Έλυσε τα δεσμά των φυλακισμένων, έσεισε τους τοίχους της φυλακής,
νίκησε τον δεσμοφύλακα και τον κέρδισε με το λόγο του.
Το λιοντάρι βρυχάται και τρέπονται σε φυγή όλα τα θηρία.
Ο άγιος μιλάει και διώχνει από παντού τους δαίμονες.
Ε.Π.Ε. 32,224
και ιεραποστολή
Τέτοιες είναι οι ψυχές των άγιων.
Όταν βρεθούν σε κίνδυνο, δεν αποβλέπουν πώς ν’ απαλλαγούν απ’ αυτούς,
αλλά πώς να ελκύσουν με το μέρος τους κι αυτούς που τους έρριξαν στους κινδύνους.
Ε.Π.Ε. 32,486
όσοι αρέσουν στο Θεό
Οι άγιοι άρεσαν τόσο πολύ στον Θεό, ώστε και την ίδια τη φύσι υπερνίκησαν και προσείλκυσαν,
με όσα συνέβησαν σ’ αυτούς, ολόκληρη την οικουμένη πρός την θεογνωσία.
Ε.Π.Ε. 34,212
ενδιαφέρονται για τους άλλους
Τέτοιοι είναι οι άγιοι.
Θέλουν να ενεργούν θαυμαστά πράγματα αποβλέποντας στη σωτηρία μόνο των ανθρώπων,
χωρίς να επιδεικνύονται στους πολλούς ότι είναι δικά τους τα κατορθώματα.
Ε.Π.Ε. 34,510
υποφέρουν σ’ αυτή τη ζωή
Όταν δής τον άγιο να υποφέρη, ας θυμηθής το παράδειγμα του φτωχού Λαζάρου.
Διότι δεν έχεις να προβάλης κάτι αγιώτερο απ’ αυτόν.
Ε.Π.Ε. 34,586
και ορώμενοι διδάσκουν
Ο άγιος (Μελέτιος) όχι μόνο διδάσκοντας, ούτε μόνο μιλώντας,
αλλά και βλεπόμενος απλώς, ήταν ικανός να βάλη μέσ’ στην ψυχή όσων τον έβλεπαν ολόκληρη τη διδασκαλία της αρετής.
Ε.Π.Ε. 37,28
πρότυπα μας
Οι επίσκοποι όλων των περιοχών της γης, βλέποντας την αγιοσύνη του αγίου Μελετίου,
σαν να έβλεπαν σε πρότυπη εικόνα και έπαιρναν από κεί σαφές παράδειγμα της διακονίας για το επισκοπικό αξίωμα.
Έχουν ένα κανόνα ασφαλή και σαφέστατο, σύμφωνα με τον οποίον πρέπει να οικονομούν και να κυβερνούν τις κατά τόπους εκκλησίες.
Ε.Π.Ε. 37,30
συγγενείς μας
Ο χριστιανός έχει συγγενείς και συμπολίτες όλους τους αγίους.
Λέει η Γραφή, ότι είμαστε συμπολίτες των αγίων και οικείοι του Θεού.
Ε.Π.Ε. 37,48
καλύτεροι από συγγενείς
Ενώ τίποτε το σαρκικό δεν μας συνδέει μεταξύ μας, όμως η κατά πνεύμα συγγένεια μας κάνει πιο φιλόστοργους κι από πατέρες.
Ε.Π.Ε. 37,240
Αγιότητα
αληθινή
Μας έκανε αγίους ο Θεός, αλλά πρέπει να μείνουμε άγιοι. Άγιος είναι όποιος έχει πίστι και βίο άμεπτο και ανεπίληπτο.
Αλλά δεν ζητά την οποιαδήποτε αγιότητα, αλλά την αγιότητα ενώπιον Του.
Διότι υπάρχουν άγιοι άμωμοι στα μάτια των ανθρώπων, που στην πραγματικότητα μοιάζουν με τάφους
που εξωτερικά είναι περιποιημένοι ή με ανθρώπους, που εξωτερικά φοράνε προβιά προβάτου.
Ε.Π.Ε. 20,424
Αγιωσύνη
Τι είναι!
Αγιωσύνη σημαίνει αυτό ακριβώς, το να ‘ναι κανείς καθαρός από όλα αυτά.
Κυρίως όμως αγιωσύνη ονομάζεται η σωφροσύνη, επειδή και η πορνεία και η μοιχεία λέγονται ακαθαρσία.
Γενικά, κάθε αμαρτία λέγεται ακαθαρσία, και κάθε αρετή είναι καθαριότητα.
Ε.Π.Ε. 22,438
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 73-75)
«Δεν ζητούμε να νικήσουμε (τους αιρετικούς), αλλά να τους δεχτούμε κοντά μας ως αδελφούς, για τον χωρισμό των οποίων σπαράζει η καρδιά μας» (Γρηγόριος Θεολόγος)
«Και ας ομολογούμε μέχρι την τελευταία μας αναπνοή την καλή κληρονομιά των αγίων Πατέρων, που βρίσκονταν πλησιέστερα προς τον Χριστό και την αρχική πίστη, την ομολογία (Σύμβολο Πίστης) που μας έχει συνοδεύσει από την παιδική μας ηλικία και την οποία είπαμε για πρώτη φορά και με την οποία θα αναχωρήσουμε μαζί από την ζωή αυτή, αντλώντας από αυτήν, αν όχι τίποτα άλλο, τουλάχιστον την ευσέβεια» (Γρηγόριος Θεολόγος Λόγος ΙΑ,ΕΠΕ 1,296)
«Εκείνους οι οποίοι φρονούν τα αντίθετα, ως διαφθορείς της αλήθειας, όσο μεν είναι δυνατόν, ας τους δεχόμαστε μαζί μας και ας τους θεραπεύουμε. Εκείνους όμως οι οποίοι είναι ανίατα ασθενείς, ας τους αποφεύγουμε για να μην μεταδοθεί ενδεχομένως και σε μας η ασθένειά τους προτού τους μεταδώσουμε την υγεία μας» (Γρηγορίου θεολόγου ΕΠΕ 1, 269-271)
«Είναι καλύτερος ο επαινετός πόλεμος από ειρήνη που χωρίζει από το Θεό. Και για αυτό το Πνεύμα οπλίζει τον πράο μαχητή ώστε να μπορεί να πολεμάει όπως πρέπει» «Είναι καλύτερη από εμπαθή ομόνοια, η διάσταση χάριν της ευσέβειας» (Γρηγόριος Θεολόγος,PG 35,488C,736AB)
«Ούτε είμαστε ειρηνικοί εναντίον του λόγου της αλήθειας, παραλείποντας κάτι για να μας δοξάσουν ως επιεικείς, διότι δεν κυνηγάμε με κακό τρόπο το καλό, και ειρηνεύουμε μαχόμενοι νόμιμα και εντός των δικών μας όρων και των κανόνων του Πνεύματος» (Γρηγόριος Θεολόγος,PG 36,473)
«Με κανέναν τρόπο δεν ανεχόμαστε να σαλευτεί από κάποιον η πίστη που ορίστηκε, δηλαδή το Σύμβολο της πίστης, ούτε έστω και μία συλλαβή να παραβεί κάποιος, ενθυμούμενοι αυτού που λέει «μη μετακινείς όρια αιώνια τα οποία τοποθέτησαν οι πατέρες σου»» (Γρηγορίου Θεολόγου στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, PG 77,180D)
«Προηγουμένως, όταν στασίαζαν εναντίον μας τα μέλη και κοβόταν και διαχειριζόταν σε κομμάτια το σώμα του Χριστού με τέτοιο τρόπο ώστε να διασκορπίζονται σχεδόν τα οστά μας κοντά στον Άδη… και όταν ο πονηρός διάβολος είχε κάνει όλον δικό του τον αδιαίρετο και αχώριστο και εξ’ ολοκλήρου υφαντό χιτώνα, αφού είχε κατορθώσει αυτό, το οποίο δεν είχε κατορθώσει να πετύχει με εκείνους οι οποίοι σταύρωσαν τον Χριστό, με την βοήθεια τη δική μας…» (ΕΠΕ 1,227)
«Δεν επαινέσαμε την έχθρα, αλλά αποδεχτήκαμε τον ζήλο τους. Διότι η διαφορά και η διάσπαση χάριν της ευσεβείας, είναι καλύτερη από ομόνοια γεμάτη με πάθη» (ΕΠΕ 1,247)
«και ας μη νομίσει κάνεις ότι λέω ότι πρέπει να αγαπάει κανείς την κάθε είδους ειρήνη (διότι όπως γνωρίζω ανταρσίες πολύ καλές, έτσι γνωρίζω και πολύ βλαβερή ομόνοια)· εννοώ μόνο την καλή ομόνοια η οποία συνδέει με το Θεό… εκεί μεν όπου είναι φανερά τα σημάδια της ασέβειας, είναι προτιμότερο να παραδώσει κάνεις τον εαυτό του στη φωτιά, στο μαχαίρι, σε φοβερές περιστάσεις και σε τυράννους, ή και σε όλα αυτά μαζί, παρά να γίνει συμμέτοχος στην πονηριά και να κατακρημνιστεί μαζί με εκείνους οι οποίοι ζουν στην κακιά. Και δεν πρέπει να φοβάται κανείς τίποτα από όλα περισσότερο από το να φοβηθεί κάτι άλλο πριν από το Θεό και να προδώσει εξαιτίας του τα λόγια της πίστης του και τα λόγια της αλήθειας, τα οποία υπηρετούν πράγματι την αλήθεια» (ΕΠΕ, 1,265)
«Έχουν ούτοι (οι αιρετικοί) τους οίκους, ημείς τον ένοικον˙ ούτοι τους ναούς, ημείς τον Θεόν˙ έχομεν μάλιστα το ότι είμεθα ναοί του ζώντος Θεού και ζώντες, έμψυχα σφάγια, ολοκαυτώματα λογικά, τέλεια θύματα, θεοί δια Τριάδος προσκυνουμένης. Ούτοι έχουν λαόν, ημείς αγγέλους˙ ούτοι θράσος, ημείς πίστιν˙ ούτοι την απειλήν, ημείς την προσευχήν˙ ούτοι να κτυπούν, ημείς να υποφέρωμεν˙ ούτοι χρυσόν και άργυρον, ημείς καθαρόν λόγον. Κατεσκεύασες εις εαυτόν διώροφα και τριώροφα (γνώρισε τα λόγια της Γραφής) , οίκον με υπερώα, στολισμένον με παράθυρα; Αλλ’ αυτά δεν είναι υψηλοτέρα της πίστεώς μου και των ουρανών προς τους οποίους μεταφέρομαι. Είναι μικρόν το ποίμνιόν μου; Αλλά δεν οδηγείται εις τους κρημνούς. Είναι στενή η μάνδρα; Όμως είναι απλησίαστος από λύκους, απείρακτος από ληστήν, άβατος από κλέπτας και ξένους. Θα την ίδω και πλατυτέραν, είμαι βέβαιος. Πολλούς από τους σημερινούς λύκους πρέπει να τους συναριθμήσω με πρόβατα, ίσως και με ποιμένας. Τούτο μου ευαγγελίζεται ο ποιμήν ο καλός, δια τον οποίον εγώ δίδω την ψυχήν μου υπέρ των προβάτων. Δεν φοβούμαι το μικρόν ποίμνιον, διότι επιτηρείται ευκόλως˙ διότι γνωρίζω τα ιδικά μου και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου. Τοιαύτα είναι τα γνωρίζοντα τον Θεόν και γνωριζόμενα από τον Θεόν. Τα ιδικά μου πρόβατα ακούουν την φωνήν μου, την οποίαν ήκουσα από τα θεία λόγια, εδιδάχθην από τους αγίους πατέρας, την οποίαν εδίδαξα όλον τον καιρόν ομοίως, μη συμμορφούμενος με τους καιρούς, και δεν θα παύσω να διδάσκω, με την οποίαν συνεγεννήθην και συναπέρχομαι. Τα πρόβατα καλώ με το όνομά των… και με ακολουθούν, διότι τα εκτρέφω εις πηγάς δροσιστικού ύδατος . Ακολουθούν δε πάντα τοιούτον ποιμένα, του οποίου βλέπετε πόσον ευχαρίστως ήκουσαν την φωνήν˙ ξένον όμως δεν θα ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, διότι ήδη έχουν διαγνωστικήν ικανότητα οικείας και ξένης φωνής». (ΕΠΕ 2, 117-119)
«Δεν θα σε αρνηθώ, Πάτερ άναρχε˙ δεν θα σε αρνηθώ, μονογενές Λόγε˙ δεν θα σε αρνηθώ, άγιον Πνεύμα. Γνωρίζω εις ποιον ομολόγησα πίστιν˙ ποιον απεκήρυξα και εις ποιον συνετάχθην. Δεν δέχομαι να έχω διδαχθή τους λόγους του πιστού, και να μάθω τους του απίστου˙ να έχω ομολογήσει την αλήθειαν, και να προσεταιρισθώ το ψεύδος˙ να έχω κατέλθει (στο νερό του βαπτίσματος) δια να τελειωθώ, και να ανέλθω ατελέστερος˙ να έχω βαπτισθή δια να ζήσω, και να νεκρωθώ εις το ύδωρ, όπως τα έμβρυα τα αποθανόντα κατά τας ωδίνας και λαβόντα μαζί με την γέννησιν σύντροφον τον θάνατον. Τι με καθιστάς μακάριον και συγχρόνως άθλιον, νεοφώτιστον και αφώτιστον, θείον και άθεον, δια να χάσω εις το ναυάγιον και την ελπίδα της αναπλάσεως; Ο λόγος είναι βραχύς˙ να ενθυμήσαι την ομολογίαν» (ΕΠΕ 2, 121-123)
«Να θεωρείς ως συντρόφους σου αυτούς που έχουν αυτές τις γνώμες και διδάσκουν έτσι˙ έτσι τους θεωρούμε κι εμείς. Όποιους όμως πιστεύουν διαφορετικά να τους αποστρέφεσαι και να τους θεωρείς ξένους κι από το Θεό κι από την καθολική Εκκλησία… Κι αν κάποιος δε συμφωνεί μ’ αυτά ή τώρα ή ύστερα, αυτός θα δώσει λόγο στο Θεό κατά την ημέρα της κρίσεως»(ΕΠΕ 7,197)
«Όταν μεν πολεμιόμασταν είχαμε γίνει ισχυρότεροι από τους διωγμούς και είχαμε ομονοήσει, μετά όμως από τη συγκέντρωσή μας έχουμε χωριστεί. Ποιος σωστά σκεπτόμενος δεν θα θρηνούσε για την παρούσα κατάσταση; Ποιος θα μπορούσε να βρει λόγια ικανά να περιγράψουν το μέγεθος της συμφοράς; Να ειρηνεύουν μεν οι ληστές, τους οποίους έχει συνδέσει η κακιά… και εμείς να είμαστε ανίκανοι να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον και να ομονοήσουμε και να μην μπορούμε να συμφωνήσουμε, ούτε να βρεθεί κάποιος λόγος ο οποίος να μπορεί να θεραπεύσει αυτήν την ασθένεια, αλλά σαν διδάσκαλοι και οπαδοί της κακιάς και όχι της αρετής, να βρίσκουμε μεν πολλές αφορμές για πρόκληση διάσπασης και συγκρούσεων και να φροντίζουμε ελάχιστα ή και καθόλου για την ομόνοια. … Και ποια είναι η αιτία; Ορισμένες φορές η αγάπη για την εξουσία, ή ο φθόνος, ή το μίσος, ή η υπερηφάνεια, ή κάτι από εκείνα τα οποία δεν βλέπουμε να παθαίνουν ούτε και αυτοί ακόμα οι άθεοι» (ΕΠΕ 1,335-337)
Να η δική μας η ψυχή.
Ολόκληρη η φύση μοιάζει μ’ ένα πιάνο, του οποίου τα πλήκτρα στην πραγματικότητα είναι τα πλάσματα της φύσης.
Όποιο πλήκτρο κι αν ακουμπήσει ο άνθρωπος, ακούει τον ήχο της ψυχής του.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 36).
Η γοργοεπήκοη Παναγία.
Μια ανοιξιάτικη μέρα του 1931 ο ταπεινός υποτακτικός Βασίλειος Ιλίε (1902-31) της ρουμανικής μονής Συχάστρια προσευχόταν μπροστά στην εκκλησία. Είδε τότε μια φοβερή οπτασία. Από το φόβο του άρχισε να φωνάζη με δυνατή φωνή:
-Υπεραγία Θεοτόκε, ελέησον με!
Και προς τους πατέρες που συγκεντρώθηκαν κοντά του είπε:
-Προσκυνάτε, πατέρες, προσκυνάτε. Να, ήρθε η Δέσποινα μας! Η Μητέρα του Κυρίου με τον Σωτήρα στην αγκαλιά της είναι μπροστά μας! Να την, στέκεται από πάνω μας.
- Αδελφέ Βασίλειε, τι φωνάζεις έτσι; τον ρώτησαν οι πατέρες.
-Πατέρες, όταν προσευχόμουν μπροστά στην εκκλησία, ξαφνικά παρουσιάσθηκε ένα πλήθος από φοβερούς δαίμονες με φλογερά ραβδιά στα χέρια, που άρχισαν να με βασανίζουν άγρια και να φωνάζουν: « Μάταια προσεύχεσαι, γιατί δεν θα σωθής! Εσύ είσαι δικός μας. Είσαι αμαρτωλός». Τότε άρχισα να επικαλούμαι την Υπεραγία Θεοτόκο. Εκείνη τη στιγμή κατέβηκε από τον ουρανό ένα λευκό σύννεφο, γεμάτο από φως, και στάθηκε πάνω από την εκκλησία. Μέσα στο σύννεφο είδα τη Θεομήτορα με τον Ιησού στην αγκαλιά της, που μου έλεγε: « Μη φοβάσαι, γιατί μετά από τρεις ημέρες έρχεσαι κοντά μας». Κατόπιν μας ευλόγησε όλους ο Χριστός και επέστρεψε με τη Μητέρα του στον ουρανό. Πατέρες, μεγάλη δύναμι και παρρησία έχει η Θεομήτωρ ενώπιον του Κυρίου και γρήγορα ακούει τις προσευχές μας.
- Αδελφέ Βασίλειε, είπε ο ηγούμενος, με σε εξαπατά ο εχθρός! Απόστρεψε τον νου σου απ’ αυτά και πρόσεχε πολύ, γιατί πολλές είναι οι παγίδες του!
Μετά είπε στους άλλους μοναχούς:
-Αν μετά από τρεις ημέρες ο αδελφός Βασίλειος αναχωρήση από μας, τότε πράγματι του το φανέρωσε η Υπεραγία Θεοτόκος. Εάν όχι, τότε πλανήθηκε από τον διάβολο.
Μετά από τρεις ακριβώς ημέρες, την ίδια ώρα, ο αδελφός Βασίλειος Ιλίε εκοιμήθη εν Κυρίω με την προσευχή στα χείλη.
(Ρουμανικό Γεροντικό)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, τόμος Β΄, σελ. 83-84).
Μια ιστορία που από τότε που τη διάβασα έχει μπει στην καρδιά μου είναι αυτή που περιγράφει τη συνάντηση του Χριστού με έναν πλούσιο νέο [ Κατά Ματθαίον, ιθ΄16-26]. Ένας νέος ευσεβέστατος που είχε φυλάξει εκ νεότητος όλες τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ρώτησε τον Κύριο τί να κάνει για να έχει ζωή αιώνια. Όταν ο Ιησούς τού είπε « αν θες να είσαι τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντα σου και ακολούθησε με», ο νέος έφυγε περίλυπος. Και η φράση που μου είχε κάνει πιο μεγάλη εντύπωση ήταν στο στίχο 22 «διότι είχε κτήματα πολλά».
Και στενοχωρήθηκα για αυτόν το νέο πολύ! Είπα τί κρίμα! Τόσο καλός και να προτιμήσει τα κτήματα του από το Χριστό! Σκέφτομαι πως η αυτάρκεια, όχι μόνο σε χρήματα, αλλά και σε υγεία, αγαθά, αρετές, φίλους είναι τελικά μεγάλο εμπόδιο στο να ακολουθήσεις το Χριστό! Υπάρχουν πλούσιοι που αγοράζουν τα πάντα με τα χρήματα τους, ζουν μέσα στην πολυτέλεια, αγοράζουν βίλες, αυτοκίνητα, συνειδήσεις και μια ψεύτικη εφήμερη ευτυχία! Πώς να μιλήσεις σε αυτούς για αιώνια ζωή; Θα σου πουν « πόσο έχει να την αγοράσω;» Πώς να τους μιλήσεις για το Χριστό αφού δεν τον χρειάζονται; Υπάρχουν κι αυτοί οι πανεπιστήμονες, οι ιδιοφυείς ερευνητές που νομίζουν πως μπορούν να επιλύσουν με το μυαλό τους οποιοδήποτε πρόβλημα! Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών θεωρούν μωρούς και υπανάπτυκτους όσους πιστεύουν ότι Αυτός ο γυμνός και ανήμπορος Εσταυρωμένος είναι ο Υιός του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας! Γι’αυτούς όσοι πάνε στην εκκλησία είναι αποτυχημένα ανθρωπάκια που ψάχνουν να βρουν αποκούμπι.
Αυτή την άποψη έχουν και οι διάσημοι και κοσμαγάπητοι συγγραφείς, μουσικοί, ηθοποιοί και γενικώς οι άνθρωποι της τέχνης! [ όχι όλοι φυσικά]. Αυτοί οι ‘πνευματικοί’ άνθρωποι της διανόησης που δοξάζονται για τα ακαταλαβίστικα πράγματα που λένε! Τα λένε όμως τόσο έντεχνα που σαγηνεύουν τις ψυχές αυτών που είναι μακριά από το Θεό! Κι έτσι όλοι μαζί εναντιώνονται στην απλότητα του Χριστού και χάνουν το βάθος της Αλήθειας Του. Αναρωτιούνται « αλήθεια, ποια είναι η αλήθεια; » αλλά δεν το εννοούν… γιατί ακόμη κι αν ψηλαφίσουν Αυτόν που είναι η Αλήθεια δε θα απαγκιστρωθούν από τη δόξα τους και τις τιμές τους, όμοια με τους πλουσίους που θα προτιμήσουν την περιουσία τους και τους επιστήμονες που δε θα αντέξουν να χάσουν την αυτοιδέα τους για το ιδιαίτερο και αξιοθαύμαστο μυαλό τους!
Ακόμα και μέσα στην εκκλησία η αίσθηση της πνευματικής αυτάρκειας οδηγεί σε έναν ναρκισσισμό, ότι δηλαδή «είμαι καλός και φτασμένος χριστιανός» εμποδίζει τους πιστούς να έρθουν ταπεινά πιο κοντά και πιο βαθιά μέσα στο Χριστό! Κι αυτό αποκαλύπτεται από την αδυναμία μας να συνάψουμε στενές και υγιείς πνευματικές σχέσεις. Πιεζόμαστε από τις σχέσεις με τους αδελφούς μας και έτσι χάνουμε και τη σχέση μας με το Χριστό και το Άγιο Πνεύμα! Ένα κινητό πάντα χρειάζεται το φορτιστή του! Ακόμα κι αν έχει ένδειξη εκατό τοις εκατό στην μπαταρία του κάποια στιγμή θα φτάσει στο μηδέν. Όμως αυτός που γνωρίζει ότι χωρίς το Θεό είναι μηδέν είναι πάντοτε στην πρίζα! Το έλεος του Κυρίου όμως καταδιώκει όλους τους ανθρώπους γι’αυτό είναι σ’Αυτόν η ελπίδα μου! Γιατί ο ίδιος ο Κύριος μάς το είπε « για το Θεό όλα είναι δυνατά». [ Κατά Ματθαίον ιθ΄26] (Κ.Δ.Κ)