ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Ο Φύλακας Άγγελος προστατεύει τα παιδάκια
-Γέροντα, γιατί ο Θεός δίνει στον κάθε άνθρωπο έναν Φύλακα Αγγελο,
αφού μπορεί ο ίδιος να μας προστατεύση;
-Αυτό είναι ξεχωριστή φροντίδα του Θεού για το πλάσμα Του.
Ο Φύλακας Αγγελος είναι οικονομία Θεού.
Είμαστε χρεώστες γι’ αυτό.
Οι Αγγελοι ιδιαίτερα προστατεύουν τα μικρά παιδιά.
Πώς τα φυλάνε!
Μια φορά δυο παιδιά έπαιζαν έξω στον δρόμο.
Το ένα από τα δύο σημάδευε το άλλο στο κεφάλι,
για να το χτυπήση με μια πέτρα. Εκείνο δεν το έβλεπε.
Την τελευταία στιγμή, φαίνεται, ο Αγγελός του το έκανε να δη κάτι,
τινάχτηκε πέρα και γλίτωσε. Μια μάνα πάλι είχε πάρει στο χωράφι και το μωρό της.
Το θήλασε, το έβαλε στην κούνια και πήγε να δουλέψη.
Μετά από λίγο, όταν πήγε κοντά του, τί να δή!
Το παιδάκι κρατούσε ένα φίδι και το έβλεπε!
Όπως το είχε θηλάσει, είχε μείνει γάλα γύρω από το στοματάκι του.
Πήγε λοιπόν το φίδι και έγλειφε το γάλα με την γλώσσα του και το παιδάκι το έπιασε με το χέρι του.
Βάζει τις φωνές η μάνα, τρόμαξε το παιδί, άνοιξε το χεράκι του και έφυγε το φίδι!
Φυλάει ο Θεός τα παιδιά.
-Γέροντα, τότε πώς πολλά παιδάκια υποφέρουν από αρρώστιες κ.λπ.;
-Ο Θεός ξέρει τί θα ωφελήση τον καθέναν και δίνει ανάλογα.
Δεν δίνει στον άνθρωπο κάτι που δεν θα τον ωφελήση.
Βλέπει λ.χ. ότι περισσότερο θα μας ωφελήση, αν μας δώση ένα κουσούρι, μια αναπηρία,
παρά αν μας προστατεύση να μη χτυπήσουμε ή να μη μείνουμε ανάπηροι.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 121-122)
"Μη την κρατάτε με το φόβο. Θα ξαναγυρίσει"
Κοσμική κυρία, που είχε δοκιμάσει τα θέλγητρα του κόσμου και από όλα είχε τελικά απογοητευθεί,
έφθασε στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Σ' αυτήν την απελπιστική κατάσταση
τη βρήκε μια φίλη της και της συνέστησε, ως διέξοδο, τον π. Πορφύριο.
Εκείνη πήγε στα Καλλίσια και τον συνάντησε. Απροσδόκητα, μέσα στα σκοτάδια της ψυχής της,
είδε, για πρώτη φορά στη ζωή της, να λάμπει ένα παρήγορο φως.
Ενθουσιάστηκε κι έγινε μαθήτριά του. Του ζήτησε να της δώσει ευλογία να μείνει κοντά του,
όπως ο Απόστολος Πέτρος,στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, που είπε: "Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι".
Ο Γέροντας της εξασφάλισε κάποιο κατάλυμα, κοντά στις αδελφές του Μοναστηριού.
Εκεί περνούσε τις ημέρες της σε ψυχική γαλήνη και αισθανόταν, ότι "νεκρά ήν και ανέζησε και απολωλυία ήν και ευρέθη".
Ο μισόκαλος όμως διάβολος, δεν εγκατέλειψε το φθονερό έργο του.
Εφθόνησε την ψυχή εκείνη, που του ξέφυγε κυριολεκτικά μέσα από τα νύχια του, και βάλθηκε να την ξανακερδίσει.
Της έφερνε στη φαντασία ωραιοποιημένες αναμνήσεις της παλιάς ζωής της,
μέσα στον λαμπερό θόρυβο των κοσμικών διασκεδάσεων και συνέκρινε με τη φτωχική ερημιά, όπου ζούσε τώρα.
Λίγο λίγο άρχισε να την δηλητηριάζει η ανία. Ο δαίμονας της ακηδίας ροκάνιζε μυστικά την ψυχή της.
Ώσπου μια μέρα ανακοίνωσε στις αδελφές ότι επιθυμεί να επιστρέψει στην Αθήνα.
Εκείνες ταράχθηκαν και προσπάθησαν να την εμποδίσουν, λέγοντάς της, ότι έπειτα από τη φοβερή περιπέτεια που πέρασε,
η επιστροφή της στην παλιά εκείνη κόλαση, θα σήμαινε παράδοση εκούσια στο θάνατο.
Η κυρία δίστασε να φύγει, όμως έπειτα από μερικές ημέρες επανέλαβε την επιθυμία της αναχωρήσεώς της από το Μοναστήρι.
Ανήσυχες οι αδελφές ενημέρωσαν το Γέροντα, που τις ρώτησε: "Κι εσείς και τί της είπατε;"
"Να μείνει εδώ, γιατί αν φύγει, κινδυνεύει". "Κακώς της είπατε να μείνει", είπε ο Γέροντας.
"Πρέπει να την αφήσετε να φύγει, αφού το θέλει. Μην την κρατάτε με φόβο. Θέλετε να την τρελάνετε;
Μη φοβάστε, δε θα χαθεί αυτή η ψυχή, θα ξαναγυρίσει".
Στην επόμενη κρούση της κυρίας, οι αδελφές της είπαν, ότι είναι ελεύθερη να κάνει ό,τι θέλει.
Εκείνη τις χαιρέτησε, πήρε την ευλογία του Γέροντα και έφυγε για την Αθήνα.
Την υποδέχτηκαν πανηγυρικά οι παλιές συντροφιές της. Ο Γέροντας προσευχόταν μυστικά για τη σωτηρία της.
Η κυρία ξανάρχισε τη ζωή της ασωτίας, αλλά γρήγορα την έζωσαν τα φίδια της απελπισίας.
Σκοτεινές σκέψεις την ταλαιπωρούσαν. Όμως τώρα το σκοτάδι δεν αποτελούσε μονόλογο, όπως πρίν,
υπήρχε η ανάμνηση του παρήγορου φωτός κοντά στο Γέροντα.
Και το πουλί ξέφυγε από το δαιμονικό δόκανο και πέταξε ελεύθερο, προς τον ουρανό των Καλλισίων.
Την υποδέχθηκε, με στοργή και χαρά, ο Γέροντας, όπως ο πατέρας του ασώτου υιού.
Από τότε,δεν ξαναζήτησε να επιστρέψει στα παλιά. Άλλαξε οριστικά και έζησε μια καινούρια ζωή,
μετανοίας και ψυχικής ειρήνης.
[Γ 249-51]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.120-121)
περιφρονούν το γάμο
Γνωρίζω, ότι πολλοί ντρέπονται για όσα λέω.
Γιατί ντρέπεσαι για τον τίμιο γάμο;
Γιατί κοκκινίζεις για τον αμίαντο γάμο;
Οι αιρετικοί περιφρονούν το γάμο.
Θέλω να κλείσω τα στόματα των αιρετικών...
Λοιπόν, περιφρονώντας το γάμο,
το Θεό περιφρονείς, που τον θέσπισε.
Ε.Π.Ε. 22,344
του Χρυσοστόμου
Πρώτη η αίρεση του Μαρκίωνα παρουσίαζε άλλο θεό, που δεν υπάρχει.
Ύστερα η αίρεση του Σαββελίου, που λέει ότι ο Υιός και ο Πατέρας
και το άγιο Πνεύμα είναι ένα πρόσωπο.
Έπειτα η αίρεση του Μαρκέλλου και του Φωτεινού κι αυτή διδάσκει τα ίδια.
Έπειτα η αίρεση του Παύλου του Σαμοσατέα, που ισχυρίζεται
ότι ο Θεός έλαβε την αρχή από τη Μαρία.
Έπειτα η αίρεση των Μανιχαίων, αφού αυτή είναι η πιο νέα.
Ύστερα εμφανίστηκε η αίρεση του Αρείου. Υπάρχουν βέβαια και άλλες.
Αλλ’ εμείς παραλάβαμε κατά ένα μόνο τρόπο την πίστη,
ώστε να μη χρειάζεται να προσεγγίσουμε σε μια απ’ τις μυριάδες αιρέσεις.
Κι όποιος επιχειρήσει να προσθέσει ή ν’ αφαιρέσει κάτι απ’ την πίστη,
αυτό θα το θεωρήσουμε νόθο.
Ε.Π.Ε. 24,416
οι διεστραμμένοι
Όταν είναι πασιφανής η διαστροφή του,
γιατί τσακώνεσαι μαζί του;
Τι χτυπάς τον αέρα;
Όταν υστέρα από τόσες συμβουλές,
αυτός επιμένει, είναι αυτοκατάκρισης.
Ε.Π.Ε. 24,120
αδιόρθωτοι
Θεωρεί αδιόρθωτους ο Παύλος τους αιρετικούς.
Το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα κάποιας μεταβολής,
είναι απόδειξις οκνηρίας και αδιαφορίας.
Έτσι και το να προσπαθούμε να θεραπεύσουμε όσους πάσχουν ανίατα,
είναι δείγμα ανοησίας και κάκιστης παραφροσύνης.
Διότι έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.
Ε.Π.Ε. 24,124
λύκοι
Σήμερα οι αιρετικοί παρουσιάζονται χειρότεροι από τους λύκους
και έχουν πρόθεση να καταβροχθίσουν τα πρόβατα.
Γι’ αυτό είναι απόλυτη ανάγκη να πυγμαχούμε και να μαχόμαστε,
ώστε ούτε ένα πρόβατο να μη το φάνε τα θηρία.
Ε.Π.Ε. 34,192
έξω από την Εκκλησία
Αυτός, που απέκοψε τον εαυτό του από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο
και βγήκε απ’ τη διδασκαλία των πατέρων και απομακρύνθηκε από το ιατρείο,
και αν ακόμα νομίζει πώς είναι υγιής (στην πίστη)
γρήγορα θα πέση σε βαριά πνευματική αρρώστια.
Ε.Π.Ε. 34,168
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 120-121)
" Τα προβλήματα των παιδιών οφείλονται … "
Μια μητέρα, που είχε σοβαρά προβλήματα με τα παιδιά της, τον ρώτησε : Γέροντα, τα παιδιά μου έτσι γεννήθηκαν, ή τα προβλήματά τους οφείλονται σε λάθη μας ; " Εκείνος απήντησε :
" Οφείλονται σε λάθη σας. Τα επηρεάζουν και οι φίλοι τους, που ζουν αμαρτωλά και συκοφαντούν τον Χριστό ".
[Γ 124]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.298)
" Ούτε μία φορά… "
Ούτε μία φορά δεν πρέπει να σας ακούσουν τα παιδιά σας να τσακώνεστε ή, έστω, να υψώνετε τον τόνο της φωνής σας ο ένας στον άλλο.
- Μα είναι δυνατό αυτό, Γέροντα ;
- Και, βέβαια, είναι. Και, μάλιστα, έτσι, όπως σας το λέω • ούτε μια φορά.
[Ί 299]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.298)
Το θαυματουργό φάρμακο
Ο γνωστός ομολογητής Ρώσος ιερέας π. Δημήτριος Ντούντκο ( γεννήθηκε το 1922), καταγράφει τη διήγηση μιας μητέρας, για τη θαυματουργική θεραπεία του γιού της με τη θεία Κοινωνία. Να, τί λέει η ίδια:
‘‘Μέχρι 14 χρόνων πήγαινα το γιό μου στην εκκλησία και κοινωνούσε. Ύστερα δεν ήθελε πιά. Ήταν δύσκολο να τον πηγαίνω στην εκκλησία με το ζόρι. Από τότε όμως άρχισε να πηδάει απ’ το κρεβάτι του τη νύχτα, να φωνάζει, να προσπαθεί ν’ αρπάξει κάτι σε κατάσταση μεγάλης ταραχής. Συμβουλεύθηκα πολλές φορές το γιατρό. Το απέδωσε στην άχαρη ηλικία του και έλεγε ότι θα περάσει. Του έγραψε και κάτι σκονάκια, που όμως δεν τον βοήθησαν καθόλου. Οι νυχτερινές κρίσεις επαναλαμβάνονταν όλο και πιο συχνά. Ύστερα είπαν πως είναι σεληνιασμός και πως δεν μπορούν να τον βοηθήσουν.
’’Ωστόσο είχε θαυμάσια υγεία και ήταν πολύ δυνατός. Οι σπουδές του πήγαιναν πολύ καλά, ιδίως στα μαθηματικά και στη φυσική. Ακόμα κι οι καθηγητές του έμεναν κατάπληκτοι από την επίδοση του. Μπήκε στο Ινστιτούτο φυσικών μηχανικών της Μόσχας, αλλά οι νυκτερινές του κρίσεις τον ταλαιπωρούσαν όλο και περισσότερο, ενώ τη μέρα δεν του συνέβαινε τίποτα. Βασανιζόταν έτσι οκτώ χρόνια και βρισκόταν στο τρίτο έτος των σπουδών του. Οι κρίσεις του τώρα επαναλαμβάνονταν σχεδόν τρεις φορές κάθε νύχτα και η κατάσταση του χειροτέρευε.
’’Η γιαγιά του, δηλαδή η μητέρα μου, διηγήθηκε την ιστορία μας σε μια μοναχή στην εκκλησία. Εκείνη ρώτησε αν είχε πολύ καιρό να κοινωνήσει. Τότε θυμηθήκαμε ότι αυτές οι κρίσεις άρχισαν ακριβώς από τότε που σταμάτησε να μεταλαμβάνει. Η μοναχή τον συμβούλεψε να κοινωνήσει με πίστη. Εκείνος δεν ήθελε ν’ ακούσει κουβέντα. Ζούσαμε σε μια ντάτσα ( αγροτική έπαυλη) στα μισά του δρόμου για το Ζαγκόρσκ.
’’Η αδελφή μου και η μητέρα μου ήρθαν να μας επισκεφθούν, για να προσπαθήσουν να τον πείσουν να πάει στην εκκλησία, αλλά εκείνος αρνιόταν πεισματικά και δεν ήθελε ούτε να τ’ ακούσει. Η γιαγιά του και η αδερφή μου ξέσπασαν σε λυγμούς και παραπονιούνταν ότι δεν τις σέβεται καθόλου. Τελικά πείστηκε να βάλει ένα καθαρό πουκάμισο και να ετοιμαστεί. Ήταν Κυριακή πρωί. Μόλις που προλάβαμε το τραίνο. Φτάσαμε στο Ζαγκόρσκ. Βρήκαμε εκεί πολλούς νέους και νέες. Έκανε ό,τι του ζητήσαμε, προσευχήθηκε μ’ όλη του την ψυχή, με θέρμη. Αλλά κι η δική μας προσευχή ήταν το ίδιο καυτή. Εξομολογήθηκε σ’ έναν νεαρό ιερέα, κοινώνησε κι έμεινε ως το τέλος της λειτουργίας. Ύστερα επιστρέψαμε στο σπίτι. Η μητέρα μου και η αδελφή μου γύρισαν στη Μόσχα κι εμείς παραμείναμε στη ντάτσα.
’’Φαντασθείτε τη χαρά μας! Από τη μέρα εκείνη δεν ξανακούνησε ούτε το κεφάλι του σ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας. Οι κρίσεις εξαφανίστηκαν. Και όμως, πριν κοινωνήσει, πάθαινε τρεις κρίσεις κάθε βράδυ και δεν περνούσε ούτε μια νύχτα χωρίς κρίση. Κι εγώ ακόμα, η μητέρα του, φοβόμουν να τον αντικρύσω όταν βρισκόταν σε παροξυσμό. Τώρα όμως, - δοξασμένο το όνομα του Θεού- είναι παντρεμένος, με δύο παιδιά, κι όλα αυτά πέρασαν οριστικά’’.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.145-147)
Η θεία Κοινωνία θαυματουργεί
Στη διάρκεια της μεγάλης σαρακοστής του 1958, κάποιος ιερέας επισκέφθηκε χαράματα στο κελλί του τον μακαριστό π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο ( + 1982).
-Πάμε σε παρακαλώ, του λέει, στην κλινική « Άγιος Παύλος», για να εξομολογήσεις και να κοινωνήσεις κάποιον άρρωστο. Θέλω να γίνει καλά για τους συγγενείς του, που ζουν μακριά από την Εκκλησία. Ο νους τους είναι στα λεφτά. Κανείς δεν ενδιαφέρεται. Μόνο η μνηστή του αρρώστου είναι ευσεβής, και θέλει να μη φύγει απροετοίμαστος.
Πήγαν μαζί στην κλινική, τέλεσαν το μυστήριο του Ευχελαίου κι ύστερα ο π. Χαράλαμπος προσπάθησε να τον εξομολογήσει. Δυστυχώς, πάθαινε διαλήψεις. Έγινε ωστόσο με δυσκολία κάποια υποτυπώδης εξομολόγηση. Ύστερα τον κοινώνησε.
Ε, λοιπόν, έγινε καλά! Η θεία Κοινωνία έκανε το θαύμα της. Και την Κυριακή του Θωμά τέλεσε το γάμο του.
Το 1959, κάλεσαν ένα βραδάκι τον π. Χαράλαμπο να επισκεφθεί μιαν ευγενέστατη γερόντισσα, καρδιοπαθή, που έμενε κάτω απ’ το Λυκαβηττό.
Αυτή είχε ζήσει στη Ρωσία και ύστερα στη Μασσαλία, όπου από παπική έγινε ορθόδοξη. Τώρα ήταν 85 χρονών, αλλά δεν ήθελε να κοινωνήσει. Ο π. Χαράλαμπος όμως πήρε μαζί του και τα άχραντα Μυστήρια, μήπως την καταφέρει. Ο γιατρός, καθώς του μήνυσαν οι δικοί της, είπε ότι θα πέθαινε σίγουρα το ίδιο βράδυ.
Όταν μπήκε στο σπίτι και τον είδε, του λέει:
-Φεύγω…
-Δε θα πας πουθενά, της απαντάει. Σου έφερα το φάρμακο. Έχεις τίποτα να μου πεις;
Αμέσως εξομολογήθηκε πρόθυμα και κοινώνησε. Μετά τη θεία Κοινωνία πήρε προς το καλύτερο.
Το πρωί ειδοποίησαν το γιατρό, ‘ Μα δεν πέθανε’; απόρησε εκείνος. Όταν την επισκέφθηκε, θαύμασε. Διαπίστωσε πως τα φάρμακα και η επιστήμη του αποδείχθηκαν άχρηστα μπροστά στη δύναμη της θείας Κοινωνίας.
Τελικά η γερόντισσα θεραπεύθηκε κι έζησε ακόμα πέντε χρόνια.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ. 151-152)
Ο κιθαρωδός Ιβάν
Με την ευλογία του π. Ιωάννου της Κρονστάνδης ο περίφημος μουσικός Αγρένεφ Σλαβιάνσκυ και η χορωδία του θα έδιναν ένα κοντσέρτο στην Κρονστάνδη, υπέρ των οικογενειών του πληρώματος του πολεμικού « Ρουσάλκα», που είχε καταστραφή.
Ο π. Ιωάννης, με την ευκαιρία αυτή, εξέφρασε την επιθυμία να ψάλη η φημισμένη χορωδία και στην θεία λειτουργία. Έψαλαν τόσο ωραία, που τους ξανακάλεσε. Τότε, την δεύτερη φορά, έγινε η θαυματουργική θεραπεία του τυφλού κιθαρωδού Ιβάν.
«Μετά την θεία λειτουργία», διηγείται ο Αγρένεφ, «παρεκάλεσα τον πρωθιερέα να ευλογήση την οικογένεια μου και τους χορωδούς. Μετά την ακολουθία της παρακλήσεως και του αγιασμού, πλησιάσαμε όλοι ν’ ασπασθούμε τον σταυρό που κρατούσε. Εγώ ωδήγησα και τον τυφλό Ιβάν.
-Από πότε δεν βλέπεις; τον ρώτησε ο μπάτουσκα.
-Από την παιδική μου ηλικία. Είχα ίκτερο και τελικά τυφλώθηκα.
-Τότε δεν είναι σπουδαίο, του είπε χαμογελώντας. Και εγώ υπέφερα από ίκτερο και δεν ακούω καλά. Ας προσευχηθούμε όμως στον Κύριο.
»Λέγοντας αυτά έβαλε μ’ ένα κουτάλι αγιασμό στο χέρι του και έπλυνε τρεις φορές τα μάτια του Ιβάν. Ύστερα τον χάιδεψε, τον ευλόγησε και του είπε:
-Θα σ’ ελεήση ο Κύριος! Πήγαινε τώρα. Ο Θεός μαζί σου.
»Το βράδυ έδινα το κοντσέρτο. Πριν αρχίσουμε, μπαίνει στην αίθουσα του καλλωπισμού το παιδί που βοηθούσε τον Ιβάν, και μας λέει:
-Ο Ιβάν βλέπει!
-Πώς βλέπει; Φέρτε τον εδώ!
»Τον έφεραν. Γεμάτος χαρά μας ανακοίνωσε:
-Πραγματικά βλέπω! Βλέπω σαν να βρίσκωμαι μέσα σε ομίχλη.
»Ήταν αδύνατο ν’ αμφιβάλη κανείς. Στεκόταν μπροστά μας με ανοικτά μάτια και χαμογελούσε ευτυχισμένα. Από τότε ένιωθε συνεχώς βελτίωσι. Σήμερα βλέπει καθαρά και πηγαίνει παντού μόνος. Ενώ ήταν κατηφής, με σκυμμένο το κεφάλι και κλειστά τα μάτια, τώρα είναι εύθυμος, ομιλητικός και κιθαρίζει πιο χαρούμενα τραγούδια».
( Ιωάννης της Κρονστάνδης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι,Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.176-178)
Η θεραπευτική ενός οσίου
Στα Φάρασα, όπως και σε όλη την περιφέρειά τους, δεν υπήρχε άλλος γιατρός εκτός από τον όσιο Αρσένιο τον Καππαδόκη. Ήταν δάσκαλος και γιατρός, ψυχών και σωμάτων.
Όπου περνούσε και του έφερναν αρρώστους, ποτέ δεν εξέταζε αν ήσαν χριστιανοί ή τούρκοι. Εξέταζε μόνο ποια αρρώστια τους βασάνιζε, για να διαβάση την ανάλογη ευχή. Με τις θεραπείες του οι τούρκοι καταλάβαιναν την αξία της Ορθοδοξίας μας και εκδήλωναν τον σεβασμό τους σ’ αυτήν.
Δεν έδινε στους αρρώστους συνταγές, αλλά τους διάβαζε την ανάλογη ευχή της Εκκλησίας και έτσι τους θεράπευε. Όσοι είχαν άρρωστο και δεν μπορούσαν να τον μεταφέρουν στο κελλί του, είτε επειδή ήταν πολύ βαριά είτε επειδή βρισκόταν μακριά, έστελναν στον όσιο Αρσένιο ένα ρούχο από τον άρρωστο να το διαβάση. Εκείνος το διάβαζε και το επέστρεφε. Ο άρρωστος το φορούσε με ευλάβεια και πίστι, και θεραπευόταν. Πολλές φορές, για να τους αναπαύση και τον λογισμό, τους έστελνε και γραμμένη την ευχή σ’ ένα χαρτί, που το φορούσαν στον άρρωστο διπλωμένο σαν φυλαχτό.
Επειδή οι περιπτώσεις των ασθενειών ήσαν πολλές και δεν εύρισκε στο Ευχολόγιο την ανάλογη ευχή, είχε πάρει ωρισμένους ψαλμούς από το Ψαλτήρι και χρησιμοποιούσε αυτούς. Το Ευαγγέλιο συνήθως το διάβαζε μόνο για πολύ σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βωβούς, παραλύτους και δαιμονισμένους. Όταν έβλεπε κανέναν ότι ήταν και πνευματικά άρρωστος δεν τον θεράπευε αμέσως, αλλά σιγά-σιγά. Του έλεγε δηλαδή να έρχεται και να ξαναέρχεται, μέχρι που τον θεράπευε στην ψυχή. Μετά τον θεράπευε και στο σώμα.
( Αρσένιος ο Καππαδόκης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 178-179)
Του Αββά Ιωάννη του Θηβαίου
Έλεγαν για τον μικρό Ιωάννη τον Θηβαίο, τον μαθητή του Αββά Αμμώη, ότι δώδεκα έτη έκαμε υπηρετώντας τον γέροντα όταν ασθενούσε. Και μαζί του ήταν, καθήμενος στο στρωσίδι. Και ο γέρων αδιαφορούσε γι’ αυτόν. Και ενώ εκείνος κόπιασε πολύ μαζί του, ποτέ δεν τον άκουσε να του πη: «Είθε να σωθής». Και όταν έμελλε να τελευτήση και κάθονταν οι γέροντες γύρω του, του έπιασε το χέρι και του λέγει τρεις φορές: «Είθε να σωθής». Και τον παρέδωσε στους γέροντες, λέγοντας: «Αυτός Άγγελος είναι και όχι άνθρωπος».
Του Αββά Ιωάννη, μαθητή Του Αββά Παύλου
Έλεγαν για το Αββά Ιωάννη, τον μαθητή του Αββά Παύλου, ότι είχε μεγάλη υπακοή. Ήταν δε σ’ ένα τόπο μνήματα και μια ύαινα κατοικούσε εκεί. Είδε λοιπόν ο γέρων γύρω εκεί σβουνιές βοδιών. Και λέγει στον Ιωάννη να πάη και να του τις φέρη. Και εκείνος του είπε: «Και τί να κάμω, Αββά, με την ύαινα;». Ο δε γέρων, αστειευόμενος, είπε: Αν έλθη κατεπάνω σου, δέσε τη και φέρε την εδώ». Πήγε λοιπόν ο αδελφός εκεί, καθώς έπεφτε το βράδι. Και να, ήλθε η ύαινα κατεπάνω του. Αλλά αυτός, σύμφωνα με τα λόγια του γέροντος, ώρμησε να την πιάση. Και έφυγε η ύαινα. Και κυνηγώντας την, έλεγε: «Μείνε, ο Αββάς μου είπε να σε δέσω». Και την έπιασε και την έδεσε, θλιβόταν δε ο γέρων και καθόταν περιμένοντάς τον. Και νάτος, έρχεται, έχοντας την ύαινα δεμένη. Βλέποντας ο γέρων, θαύμασε. Αλλά θέλοντας να τον ταπείνωση, τον χτύπησε, λέγοντας: Ανόητε, σκυλί ανόητο μου έφερες εδώ;». Την έλυσε δε ευθύς ο γέρων και την άφησε να φύγη.
Του Αββά Ισαάκ του Θηβαίου
α΄. Πήγε κάποτε ο Αββάς Ισαάκ ο Θηβαίος σε Κοινόβιο και είδε κάποιον αδελφό οπού είχε πέσει σε σφάλμα και τον κατέκρινε. Αλλά μόλις βγήκε στην έρημο, ήλθε ο Άγγελος Κυρίου και στάθηκε μπροστά στη θύρα του κελλιού του, λέγοντας: «Δεν σου επιτρέπω να εισέλθης». Εκείνος δε παρακαλούσε, λέγοντας: «Τί σημαίνει αυτό;». Και αποκρίνεται ο ’Άγγελος και του λέγει: «Ο θεός με έστειλε, λέγοντας: Πες του, που προστάζεις να βάλω τον σφαλμένο αδελφό, όπου έκρινες;». Και ευθύς μετενόησε, λέγοντας: «Αμάρτησα, συγχώρησέ με». Και είπε ο ’Άγγελος: «Σήκω, σε συγχώρησε ο θεός. Και φυλάξου από εδώ και πέρα, να μη κρίνης κανέναν πριν ο Θεός τον κρίνη».
β΄. Έλεγαν για τον Αββά Απολλώ, ότι είχε ένα μαθητή, ονόματι Ισαάκ, καταρτισμένο σε κάθε έργο αγαθό. Και απόχτησε την ησυχία, οπού πηγάζει από τη θεία Ευχαριστία. Και όταν πήγαινε στην εκκλησία, δεν άφηνε να έλθη κανείς κοντά του. Γιατί έλεγε, ότι όλα είναι καλά στον καιρό τους, καιρός τω παντί πράγματι. Και όταν γινόταν απόλυση, έτρεχε να πάη στο κελλί του, σαν να τον έπαιρναν από πίσω φλόγες. Πολλές φορές δε, δινόταν στους αδελφούς παξιμάδι και ένα ποτήρι κρασί, μετά την τέλεση της λατρείας. Αυτός όμως δεν το έπαιρνε. Όχι γιατί αποποιόταν την ευλογία των αδελφών, αλλά για να κρατά την ειρήνη, οπού του χάριζε η λατρεία. Συνέβη δε κάποτε να πέση άρρωστος. Και μαθαίνοντάς το οι αδελφοί, ήλθαν να τον επισκεφθούν. Καθισμένοι λοιπόν, τον ρώτησαν οι αδελφοί, λέγοντας: «Αββά Ισαάκ, γιατί μετά τη σύναξη αποφεύγεις τους αδελφούς;». Και τους είπε: Τους αδελφούς δεν αποφεύγω, αλλά των δαιμόνων την κακοτεχνία. Αν τινάς κρατά κερί αναμμένο και μείνη για πολύ μέσα στον αέρα, αυτός του το σβήνει. Έτσι και εμείς, παίρνοντας το φως από τη θεία Λειτουργία, αν καθυστερήσουμε έξω από το κελλί, ο νους μας σκοτεινιάζει». Αυτή ήταν η συμπεριφορά του οσίου Αββά Ισαάκ.
Του Αββά Ιωσήφ του Θηβαίου
Είπε ο Αββάς Ιωσήφ ο Θηβαίος: «Τρία πράγματα αξίζουν πολύ ενώπιον του Κυρίου. Πρώτον, όταν τινάς ασθενή και του προσθέτωνται πειρασμοί και με ευχαριστία τους δέχεται. Δεύτερον, όταν τινάς κάνη όλα τα έργα του καθαρά ενώπιον του Θεού, χωρίς να έχουν τίποτε το ανθρώπινο. Και τρίτον, όταν τινάς ζη με υποταγή στον πνευματικό του πατέρα, απαρνούμενος κάθε δικό του θέλημα. Έχει δε αυτός ένα στέφανο επί πλέον. "Όσο για μένα, την ασθένεια διάλεξα".
Του Αββά Ιλαρίωνος
Πήγε ο Αββάς Ιλαρίων από την Παλαιστίνη στο όρος, στον Αββά Αντώνιο. Και του λέγει ο Αββάς Αντώνιος: «Καλώς ήλθες, ο αυγερινός οπού το πρωί ανατέλλει». Και είπε ο Αββάς Ιλαρίων: «Ειρήνη σε σένα, ο στύλος του φωτός οπού την οικουμένη φωτίζει».
Του Αββά Ισχυρίωνος
Οι άγιοι πατέρες της Σκήτης προφήτευσαν για την εσχάτη γενεά. «Τί εργασθήκαμε εμείς;», λέγει. Και αποκρίθηκε ένας απ’ αυτούς μέγας, ο Αββάς Ισχυρίων, και είπε: Εμείς τις εντολές του Θεού κάμαμε». Και του αποκρίθηκαν και του είπαν: «Και οι υστέρα από μας, άρα τί κάνουν;». Και είπε: «Μέλλουν να έλθουν στα μισά του δικού μας έργου». Και είπαν: «Οι δε μετ’ αυτούς, τί;». Είπε: «Οι της γενεάς εκείνης δεν έχουν καθόλου έργο. Μέλλει δε να έλθη σ’ αυτούς πειρασμός. Και όσοι αποδειχθούν εκείνο τον καιρό δόκιμοι, θα αποβούν μεγαλύτεροι και από μας και από τους πατέρες μας».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)