ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Ο ηγούμενος Μισαήλ είχε προαναγγείλει τον θάνατό του σε πολλά πρόσωπα, καθώς και πολλά άλλα γεγονότα που κανένας δεν θα μπορούσε να προβλέψει, πράγμα που έδινε την εντύπωση ότι ο Θεός άκουγε και συνέπραττε με τον λόγο του.
Ο τρόπος με τον οποίο ενεργούσε ο Θεός δια του ηγουμένου Μισαήλ είχε συνέπειες που μπορεί να φαίνονταν απίστευτες. Να μια περίπτωση που μπορεί να μας καταπλήξει βαθιά. Ο ηγούμενος πήγε από τη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος στη Σκήτη του Παλαιού Ρωσικού1, για να συναντήσει τον εκεί προεστώτα. Ο δεύτερος στη σειρά, γιατί ο πρώτος ήταν άρρωστος στο κρεβάτι, τον συνάντησε και του είπε:
«Φοβούμαστε ότι ο ηγούμενός μας θα πεθάνει διότι είναι σοβαρά άρρωστος».
Και τί απάντηση έδωσε σχεδόν αμέσως ο Μισαήλ;
«Όχι, πείτε του ότι δεν θα πεθάνει, θα ζήσει. Εσύ όμως, θα πεθάνεις πριν από αυτόν. Και τρία χρόνια μετά τον θάνατό σου, όταν θα σε ξεθάψουν, εκεί θα θάψουν το σώμα του».
Έτσι και έγινε. Πώς μπορεί κάποιος να προβλέψει κάτι παρόμοιο;
Κάποιος ιερέας ζούσε στο ισόγειο της Μονής όπου είχε μεγάλη κίνηση. Ήρθε στον ηγούμενο και του λέει:
«Κουράστηκα απ’ όλον αυτό τον θόρυβο να μένω σε αυτό το πέρασμα. Δώστε μου την ευλογία να πάρω ένα δωμάτιο στον διάδρομο των πατέρων, για να είμαι πιο ήσυχος».
Ο Μισαήλ του απάντησε: «Πάτερ μου, κάνετε υπομονή. Περάσατε τόσα χρόνια στο κελί αυτό, και δεν σας μένουν παρά μόνο δύο εβδομάδες να ζήσετε. Γιατί να μπείτε στον κόπο να άλλάξετε δωμάτιο;». Και αληθινά, πέθανε σε δύο εβδομάδες.
Κάποιος ιερέας, μέλος της Γεροντίας, έπασχε από καρκίνο. Κάποιος άλλος, πολύ πράος και ταπεινός, έρχεται προς τον ηγούμενο και του λέει:
«Ξέρω ότι ο π. Νέαρχος [αυτό ήταν το όνομα του αρρώστου] θα πεθάνει. Μπορείτε παρακαλώ να μου δώσετε το γούνινο ράσο του; Υποφέρω από ρευματισμούς και στον ναό κρυώνω με όλα αυτά τα μάρμαρα που υπάρχουν εκεί».
Ο ηγούμενος του απαντά: «Πώς ζητάτε να σας δώσω κάτι που άνήκει στον Νέαρχο...; Εσείς ο ίδιος θα πεθάνετε πριν από αυτόν!».
Δεν πέρασαν δύο ή τρεις εβδομάδες από τότε που ο πατέρας αυτός ζήτησε το γούνινο ράσο και αρρώστησε. Δεν θυμάμαι από ποιά αρρώστια, αλλά πάντως πέθανε πριν από τον άλλον. Βλέπετε πώς ο Θεός ενεργούσε με τον ηγούμενο Μισαήλ, και αυτό γινόταν, γιατί από την αρχή ήθελε πάντοτε να είναι σωστός απέναντι στον Θεό και να λέει μόνο αυτό που λάμβανε από την προσευχή. Η διορατικότητα αυτού του ανθρώπου ήταν πραγματικά εκπληκτική.
Κάποτε έπασχα από την καρδιά μου και για είκοσι ημέρες υπέφερα τρομερά, κυρίως τις νύχτες. Υπέφερα τόσο, που στην προσευχή μου έλεγα:
«Κύριε, ελάφρυνε τον θάνατό μου». Δεν μπορούσα να μείνω στο κρεβάτι, δεν μπορούσα να καθίσω, δεν μπορούσα να βαδίσω. Έμενα στο κρεβάτι 2 ή 3 λεπτά, έκανα 5 λεπτά περίπατο στο νοσοκομείο, καθόμουν κάποια λεπτά με απερίγραπτο πόνο, πνευματικό και φυσικό. Τότε -ήταν τον Ιανουάριο του 1935-, βλέποντάς με οι μοναχοί και ο πνευματικός μου στην κατάσταση που ήμουν μου είπαν: «Ζήτησε από τον ηγούμενο να λάβεις το μεγάλο Σχήμα, διότι θα πεθάνεις». Πήγα λοιπόν στον ηγούμενο και του είπα: «Θα ήθελα να λάβω το μεγάλο Σχήμα, ευλογήστε, Πάτερ».
Μου λέει: «Θα γίνει σήμερα το βράδυ, ό,τι και να συμβεί. Αν δεν έχετε καινούργια ρούχα, πηγαίνετε ακόμη και με τα παλιά σας, αλλά η κουρά θα γίνει το δίχως άλλο, στο νοσοκομείο».
Λοιπόν, το ίδιο βράδυ, στις 31 Ιανουαρίου με το Παλαιό Ημερολόγιο, έλαβα το μεγάλο Σχήμα. Την επόμενη ημέρα πήγα στον ηγούμενο, γεμάτος ειρήνη και με μια χαρά πολύ τρυφερή στην καρδιά μου και του έξέφρασα την ευγνωμοσύνη μου για την ευλογία του. Ως απάντηση, μου κράτησε το χέρι και μου είπε: «Τώρα θα ζήσεις».
Πόσα χρόνια πέρασαν από τότε; Πενήντα έξι χρόνια. Αλλά αυτό που είναι αξιοσημείωτο είναι πως δεν θεραπεύτηκα την ίδια κιόλας μέρα η αρρώστια συνέχισε να με τυραννά με τα ίδια συμπτώματα για ακόμη δέκα νύχτες. Αλλά αυτός είπε με βεβαιότητα «Τώρα θα ζήσεις»; δεν είπε ότι θα γίνω άμέσως καλά. Και πράγματι μέχρι σήμερα ζω.
Γιατί σας μίλησα για όλα αυτά; Ο Θεός να με συγχωρά, αλλά θα σας πω ότι και εγώ ο ίδιος ακολούθησα αυτή την οδό της υπακοής.
1. Εκεί όπου κάποτε έζησε και ο Γέροντας Σιλουανός.
(Σωφρονίου Σαχάρωφ,Οικοδομώντας το ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 256-259)
Τα ασήμαντα.
Θαυμάσια! είπε στον Μιχαήλ Άγγελο ένας φίλος του, για ένα άγαλμα που κατασκεύαζε. Όταν τον ξαναεπισκέφθηκε τον ερώτησε αν εργάσθηκε άλλο σ’ αυτό.
«Μάλιστα φίλε μου», απάντησε ο Μιχαήλ Άγγελος. Όλο αυτό το διάστημα έκαμα πολλή εργασία. Εγυάλισα αυτό το μέρος. Σ’ αυτή την πτυχή του ενδύματος έδωσα μεγαλύτερη φυσικότητα. Τα χείλη τα έκαμα εκφραστικώτερα και τα νεύρα του αριστερού χεριού ζωηρότερα.
«Αυτά όμως είναι ασήμαντα», είπεν ο επισκέπτης.
«Ναι, θα ήταν όλα αυτά ασήμαντα το καθένα χωριστά», είπε ο μεγάλος καλλιτέχνης.
«Αλλά όμως όλα αυτά τα μικρά θα κάμουν το άγαλμα τέλειο. Και η τελειότης δεν είναι ασήμαντο πράγμα».
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο81)
Μια ευγενική μορφή
Ένας διάσημος γλύπτης, ανεβασμένος στην οροφή του πανυψήλου Γοτθικού Ναού όπου ηργάζετο, κατεπονείτο σκαλίζοντας τα μάρμαρα της στέγης. Κάποιος του είπε:
—«Γιατί κουράζεσαι; Αυτά δεν θα τα δη ποτέ κανείς»,
—«Αλλά τα βλέπει ο Θεός. Γι’ Αυτόν εργάζομαι», απάντησε αμέσως ο καλλιτέχνης.
Πόσο ωφέλιμη είναι αυτή η σκέψη για τον κάθε πιστό!
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο839)
Πόσο απρόσεκτοι είναι οι άνθρωποι στον κόσμο!
Κάποιος επέστρεψε από το γραφείο στο σπίτι, και στο δείπνο (στη Ρωσία τελειώνουν από την εργασία κατά τις 5 το απόγευμα και στις 6 έχουν το δείπνο στο σπίτι) η γυναίκα του άρχισε να του μιλά για τον γιό τους:
«Χθές μου είπε ψέματα. Μου είπε ότι θα πάει κάπου και στην πραγματικότητα πήγε κάπου άλλου».
Ο πατέρας παίρνει το αυστηρό του ύφός και λέει στον γιο του:
«Αν κάνεις έτσι, να μη με αποκαλείς πια πατέρα. Αν θέλεις να κρατήσεις την τιμή να είσαι γιος μου, πρέπει να λες μόνο την αλήθεια».
Όταν το δείπνο τελείωσε, ο πατέρας ανεβαίνοντας προς το δωμάτιό του είπε:
«Ο κ. Μ. θα έρθει απόψε. Πέστε του ότι λείπω. Πρέπει να αναπαυθώ».
Αυτό είναι μια μικρή λεπτομέρεια, αλλά συμβαίνει συχνά. Ο ίδιος είπε: «Αν πεις ψέματα, δεν θα είσαι πια γιος μου», και αμέσως μετά προσθέτει: «Αν ο κ. Μ. έρθει, πείτε του ότι λείπω. Πρέπει να αναπαυθώ».
Αυτό είναι σοβαρό, καταλαβαίνετε; Κρίνουμε τους άλλους, αλλά θα κριθουμε από τη δική μας στάση, από τις κρίσεις που κάνουμε για τους άλλους.
Έτσι λοιπόν, προσπαθήστε να μην κρίνετε ο ένας τον άλλο, αλλά προσεύχεσθε να ανοίξει ο Θεός την οδό της σωτηρίας Του.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 346)
(γέρων Σωφρόνιος του 'Εσσεξ)
Τώρα θα υποδείξω μόνο έναν μικρό πρακτικό τρόπο, πως μεταβαίνουμε με τον νου σε θεάρεστη σκέψη.
Όταν μας έρχεται οποιαδήποτε σκέψη που δεν αντιστοιχεί στον εύαγγελικό νόμο, λέμε:
«Κύριε, ίασαί μου τον νουν».
Όταν εμφανίζονται στην καρδιά μας είτε εκνευρισμός είτε οτιδήποτε παρόμοιο, λέμε:
«Κύριε, ίασαί μου την καρδίαν».
Αυτό προσλαμβάνει γενικό χαρακτήρα πάλης, και εμείς άφωνα αλλά εσωτερικά κράζουμε:
«Κύριε, ίασαί με όλον... Έλα σε εμένα, που είμαι πεσμένος στη γη, και βγάλε με από τους χαμερπείς λογισμούς και τα πάθη, από τις ευτελείς κινήσεις της καρδιάς μου»!
Έτσι διεξάγεται η πάλη μας.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 334)
(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικό στο κατά Ιωάννην, Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
Ιωάννου 5,1 Μετὰ ταῦτα(1) ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων(2), καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα(3).
Ιω. 5,1 Έπειτα από αυτά ήλθεν η εορτή των Ιουδαίων και ανέβη ο Ιησούς εις τα Ιεροσόλυμα (μετάφραση Κολιτσάρα Ι).
(*) Μέχρι τώρα στην αφήγηση του Ιωάννη παρουσιάζεται η πίστη και η απιστία ως φαινόμενα εξαιρετικά, διότι οι μάζες φαίνονται είτε να παραμένουν σε κατάσταση αδιαφορίας είτε να εκδηλώνουν θαυμασμό, εξωτερικό όμως και επιπόλαιο. Από τη στιγμή αυτή η κατάσταση παίρνει οριστικότερη διαμόρφωση και μολονότι δεν λείπουν και παραδείγματα πίστης στον Ιησού σταθερής και βέβαιης, η απιστία γίνεται ολοένα περισσότερη και εκδηλώνει εχθρότητα αυξητική εναντίον του Ιησού, η οποία κορυφούμενη καταλήγει στην καταδίκη του και το θάνατό του. Αυτή η σταθερά αυξητική ανάπτυξη της απιστίας εκδηλώνεται κυρίως στην Ιουδαία και μάλιστα στην Ιερουσαλήμ, όπου υπάρχει πληθυσμός συσφιγμένος με πειθαρχία και που βρίσκεται κάτω από την άμεση επιρροή των αρχόντων στα Ιεροσόλυμα, οι οποίοι κυριαρχούνταν από φανατισμό και μισαλλοδοξία.
Τα τρία συνοπτικά ευαγγέλια ασχολούμενα κυρίως με τα γεγονότα, που αναφέρονται στη θεμελίωση της πίστης στον Ιησού, διέσωσαν σε εμάς την παράδοση, που αφηγείται την δράση του Κυρίου στη Γαλιλαία, όπου ο Ιησούς δεν βρισκόταν μπροστά σε αντίδραση συστηματική και ισχυρά οργανωμένη. Η οργανωμένη αντίδραση, η οποία ανάγκαζε τον Ιησού σε συζητήσεις υψηλότερες και θεολογικότερες, εκδηλώθηκε κατά τις επισκέψεις του στα Ιεροσόλυμα. Εφόσον όμως οι συζητήσεις αυτές ήταν λιγότερο προσιτές στο λαό, και δεν έφεραν κανένα σοβαρό αποτέλεσμα μεταξύ των Ιουδαίων στα Ιεροσόλυμα που απιστούσαν και αντιστέκονταν πεισματικά, δεν κατέλαβαν κεντρική θέση στην προφορική παράδοση της αποστολικής εκκλησίας και σιγά σιγά παραμερίστηκαν. Ο Ιωάννης όμως, εφόσον συνέγραψε το ευαγγέλιό του και για συμπλήρωση της αφήγησης των συνοπτικών, επόμενο ήταν να δώσει πρωτεύουσα θέση στις συζητήσεις αυτές εμμένοντας ιδιαιτέρως σε αυτές.
Περιλαμβάνονται λοιπόν αυτές στα κεφάλαια Ε-ΙΒ και σχηματίζουν 3 κύκλους, ο καθένας από τους οποίους στρέφεται σαν γύρω από κέντρο, γύρω από κάποιο σοβαρό θαύμα. Δηλαδή, ο πρώτος κύκλος, στον οποίο εκτίθεται η έκρηξη του αγώνα και οι πρώτες ισχυρές αντιδράσεις της απιστίας (κεφ. Ε-Η), στρέφεται γύρω από το θαύμα του παραλύτου της Βηθεσδά· ο δεύτερος, στον οποίο περιγράφεται η αυξητική μανία των Ιουδαίων (κεφ. Θ και Ι), στρέφεται γύρω από το θαύμα του εκ γενετής τυφλού· και ο τρίτος, στον οποίο περιγράφεται το κορύφωμα του εναντίον του Ιησού μίσους (κεφ. ΙΑ και ΙΒ), στρέφεται γύρω από το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου (g).
(1) Δεν σημαίνει άμεση συνέχεια γεγονότων, το οποίο ο Ιωάννης το εκφράζει με τη φράση «μετά τούτο». Παρεμβλήθηκαν λοιπόν γεγονότα αρκετά στη Γαλιλαία, τα οποία ο ευαγγελιστής παραλείπει, επειδή ενδιαφέρεται να παρουσιάσει τον Κύριο στην Ιουδαία και μάλιστα στα Ιεροσόλυμα.
«Ο μακάριος Ευαγγελιστής δεν προσθέτει άσκοπα σε αυτά που ειπώθηκαν αμέσως την επάνοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, αλλά σκοπός του, όπως φαίνεται, ήταν να δείξει πόσο ανώτεροι από τους Ιουδαίους ήταν σε υπακοή οι αλλοεθνείς, και πόση διαφορά ως προς τη συνήθεια και τους τρόπους συμπεριφοράς υπήρχε μεταξύ των δύο» (Κ).
(2) Ποια γιορτή; Για τον καθορισμό της σημειώθηκε διαφορά γνωμών. Ο Χρυσόστομος, Κύριλλος, Ζιγαβηνός, Θεοφύλακτος, Bengel και άλλοι θεωρούν την Πεντηκοστή. «Ποια γιορτή; Εγώ νομίζω, η Πεντηκοστή» (Χ). Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή «όταν τέλεσαν τη γιορτή των αζύμων οι Ιουδαίοι… κατά τον καιρό δηλαδή του Πάσχα» που αναφέρεται στο Ιω. β 13,23, ο Ιησούς «αναχωρεί μεν από την Ιερουσαλήμ, αναμιγνύεται όμως με τους Σαμαρείτες και τους αλλοεθνείς» (Κ). Η διέλευση λοιπόν μέσω της Σαμάρειας και η επιστροφή στη Γαλιλαία γίνεται αμέσως μετά το πρώτο πάσχα, και παρέμεινε ο Κύριος κάποιες εβδομάδες μόνο στη Γαλιλαία «και επέστρεψε κατά τον καιρό της αγίας πεντηκοστής» (Κ) στα Ιεροσόλυμα.
Εναντίον αυτής της εκδοχής αντιτάχθηκε, ότι ο Ιωάννης στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο, στο σ. 4, μιλά για το αμέσως επόμενο πάσχα. Εάν δεχτούμε λοιπόν, ότι η εδώ γιορτή είναι η της πεντηκοστής, ο Ιωάννης προσπερνά με σιγή διάστημα 10 ολόκληρων μηνών, το οποίο θεωρείται από κάποιους ερμηνευτές ως υπόθεση απίθανη. Για τον ίδιο λόγο απορρίπτεται από αυτούς και η εκδοχή άλλων ερμηνευτών, μεταξύ των οποίων και ο Ειρηναίος, σύμφωνα με την οποία γιορτή εδώ είναι το Πάσχα, οπότε η δημόσια δράση του Κυρίου επεκτάθηκε σε 4 Πάσχα (πρώτο στο Ιω. β 13, δεύτερο αυτό, τρίτο στο Ιω. στ 4 και τέταρτο το του Πάθους) και τρία και μισό χρόνια.
Τέλος κάποιοι από τους νεώτερους, ανάμεσα στους οποίους και ο g στηριζόμενοι και στο ότι αυθεντικότερη γραφή θεωρείται αυτή χωρίς το άρθρο (εορτή και όχι η εορτή) καθορίζουν τη γιορτή ως τη γιορτή των Πουρίμ, η οποία γινόταν λίγο πριν το Πάσχα, κατά τον μήνα Μάρτιο εις ανάμνησιν της απελευθέρωσης των Ιουδαίων από την Εσθήρ. Ισχυρίζονται λοιπόν αυτοί, ότι μετά το πρώτο Πάσχα στο Ιω. β 13, ο Ιησούς γύρω στο Δεκέμβριο του ίδιου έτους αφήνει την Ιουδαία ώστε μέσω της Σαμάρειας να έλθει στη Γαλιλαία. Από τη Γαλιλαία ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα κατά την γιορτή των Πουρίμ έχοντας πρόθεση να περάσει εκεί και το δεύτερο Πάσχα. Η αντίδραση όμως που εκδηλώθηκε τον ανάγκασε να γυρίσει και πάλι στη Γαλιλαία, όπου και βρίσκεται σύμφωνα με το Ιω. στ 4 ενώ πλησίαζε δεύτερο Πάσχα. Κατά το τρίτο Πάσχα έλαβε χώρα το πάθος του, οπότε η δημόσια δράση του εκτείνεται σε 3 Πάσχα και δύο και μισό χρόνια. Εναντίον αυτής της εκδοχής αντιτάχθηκε ότι η γιορτή των Πουρίμ δεν ήταν γιορτή διατεταγμένη από το νόμο, και τελούνταν ως εθνική μάλλον γιορτή σε όλες τις κατά την οικουμένη συναγωγές και όχι αποκλειστικά στα Ιεροσόλυμα.
Εκτός από τις εκδοχές αυτές υπάρχει και η γνώμη, σύμφωνα με την οποία πρόκειται για τη γιορτή της σκηνοπηγίας, οπότε και πάλι η δημόσια δράση του Κυρίου θα περιλάμβανε 3 Πάσχα. Πιθανότερη είναι η γνώμη ότι πρόκειται για την γιορτή των Πουρίμ, «η οποία πανηγυριζόταν κατά τις 14 και 15 Αδάρ, δηλαδή αρχές Μαρτίου» (δ).
(3) «Συνέχεια κατά τις γιορτές μένει στην πόλη, αφ’ ενός μεν για να φαίνεται ότι γιορτάζει μαζί τους, αφ’ ετέρου δε για να προσελκύει στην πίστη τον άδολο λαό· διότι κατεξοχήν σε αυτές τις ημέρες συνέρρεαν οι πιο απλοϊκοί άνθρωποι» (Χ).
Ιω. 5,2 ἔστι(1) δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα(2), ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά(3), πέντε στοὰς ἔχουσα(4).
Ιω. 5,2 Εκεί δε εις τα Ιεροσόλυμα, κοντά εις την προβατικήν πύλην του τείχους, υπήρχε μία δεξαμενή νερού, η οποία εις την Εβραϊκήν γλώσσαν είχε το όνομα Βηθεσθά. Γύρω από αυτήν ήσαν και πέντε υπόστεγα.
(1) Ο ενεστώτας λέγεται όχι διότι ο Ιωάννης έγραψε πριν την καταστροφή των Ιεροσολύμων (b), αλλά είτε διότι ο ενεστώτας αυτός εμπνεύστηκε από τη ζωηρότητα των εντυπώσεων του ευαγγελιστή, στου οποίου τη μνήμη η ζωηρή ανάμνηση του γεγονότος παρουσίαζε τα σχετικά με το θαύμα ως παρόντα, είτε και διότι παρά την καταστροφή των Ιεροσολύμων που συνέβη, η πηγή υπήρχε (g).
(2) Ο σιναϊτικός αποσιωπά το: ἐπὶ τῇ. «Υπάρχει στα Ιεροσόλυμα κολυμβήθρα στην τοποθεσία… προβατική» (Ζ) ή πιθανότατα στην προβατική πύλη σύμφωνα με το Νεεμίου γ 1,32,ιβ 39 (σύμφωνα με κάποιους προβατική αγορά). Η πύλη αυτή φαίνεται ότι βρισκόταν βορειοανατολικά του ναού, δίπλα στη σημερινή πύλη του αγίου Στεφάνου, και μέσω αυτής τα ποίμνια που οδηγούνταν από την ύπαιθρο, εισάγονταν στην πόλη (g).
Κοντά στην πύλη αυτή ήταν η κολυμβήθρα για την οποία γίνεται λόγος, δηλαδή μία λίμνη που σχηματιζόταν από πηγή, αρκετά βαθειά, ώστε να μπορεί κάποιος σε αυτήν να κολυμπά. Πού ακριβώς βρισκόταν η πηγή αυτή αμφισβητείται. Κάποιοι μπερδεύουν αυτήν με την κολυμβήθρα του Σιλωάμ (Ιω. θ 7), η οποία όμως φαίνεται να διακρίνεται από τον ευαγγελιστή. Η πιθανότερη γνώμη είναι αυτή που την ταυτίζει με την σημερινή πηγή της Παρθένου, που βρίσκεται νοτιοανατολικά του όρους Μωρία, η οποία περιοδικά αναβλύζει και παρουσιάζεται μερικές φορές εξ’ ολοκλήρου ξερή (β).
(3) =σπίτι ελέους. Υπάρχουν και οι γραφές Βηθζαθά και Βηζαθά και Βηθσαιδά. Ίσως ονομάστηκε έτσι λόγω δωρεάς, στην οποία κάποιος Ιουδαίος προέβη για οικοδομή των γύρω της στοών για τους ασθενείς, την οποία υπαινίσσεται η ονομασία· είτε διότι αναφέρεται στην αγαθότητα του Θεού, στην οποία οφείλεται η ευεργετική αυτή πηγή (g) και η οποία αγαθότητα εκδηλωνόταν και στις πολλές θεραπείες που συντελούνταν εκεί. Το όνομα λοιπόν δόθηκε σε αυτήν εξαιτίας της θεραπείας διαφόρων νοσημάτων που γινόταν σε αυτήν, όπως στις μέρες μας νοσοκομεία ονομάζονται Charite (=φιλανθρωπικά). Ήταν λοιπόν πρόσθετο όνομα το οποίο αφού επικράτησε στη συνήθεια εξαφάνισε το αρχικό. Και για αυτό ο ευαγγελιστής χρησιμοποίησε την έκφραση «επιλεγομένη» (δ).
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, προέρχεται από το αραμαϊκό Μπεθασιαντά=μέρος του χυσίματος (του αίματος των θυμάτων), και το προβατική μπήκε «όπως λένε κάποιοι, διότι παλαιά μάζευαν εκεί τα πρόβατα, τα οποία επρόκειτο να θυσιαστούν στις γιορτές, και από εκείνο το νερό έπλεναν τα εντόσθιά τους» (Ζ). Για τη λέξη «Εβραϊστί» δες Ιω. ιθ 13,17,20,κ 16 και Αποκ. θ 11,ιστ 16. Δεν σημαίνει την αρχαία κλασσική Εβραϊκή γλώσσα του κειμένου της Π.Δ., αλλά την χρησιμοποιούμενη τότε Αραμαϊκή. Εδώ και στο ιθ 13,17 δεν λέει ο Ιωάννης το Εβραϊκό όνομα του προσώπου ή της θέσης για να αναφέρει στη συνέχεια το αντίστοιχο Ελληνικό του, αλλά αντιστρόφως, πρώτα περιγράφει τον τόπο στα ελληνικά και βάζει στη συνέχεια το Εβραϊκό όνομα (β).
(4) «Στοά είναι αυτό που εμείς λέμε καμάρα ή και θόλος· είχε αυτές κυκλικά… για τους ασθενείς» (Ζ)· χτίστηκαν από τους ασθενείς ή για χάρη τους κοντά στην κολυμβήθρα (b). «Είχε πέντε στοές. Μετά δηλαδή από τις τέσσερις κυκλικά είχε άλλη στη μέση» (Ω).
Ιω. 5,3 ἐν ταύταις κατέκειτο(1) πλῆθος πολὺ(2) τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν(3), ξηρῶν(4), ἐκδεχομένων(5) τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν.
Ιω. 5,3 Εις αυτά τα υπόστεγα ευρίσκετο πολύ πλήθος από αρρώστους, τυφλοί, χωλοί, άνθρωποι με ακίνητο και σαν ξερό κάποιο μέλος του σώματός των και οι οποίοι όλοι επερίμεναν να κινηθή το νερό.
(1) Με λίγες λέξεις περιγράφει ζωηρά και φυσικά την εικόνα των ασθενών που βρίσκονταν κάτω από τις στοές. Κατέκειτο=βρισκόταν κάτω (β).
(2) Πολλοί λοιπόν βρίσκονταν εκεί συνεχώς, όλο το χρόνο· τέτοια τουλάχιστον φαίνεται να ήταν η περίπτωση του παραλύτου, τον οποίο ο Κύριος θεράπευσε, διότι αυτός δεν είχε κανέναν σύμφωνα με το σ. 7 (b).
(3) Η παρουσία τυφλών, κουτσών και όπως φαίνεται από τον όλο στίχο, κάθε είδους ασθενών, από τους οποίους ένας μόνο κατά καιρόν θεραπευόταν, δεν εξηγεί με τρόπο φυσικό την ιαματική επίδραση της πηγής, έστω και αν δεχτούμε, ότι ο ακόλουθος στίχος αποτελεί γλώσσα (=κείμενο πρόσθετο) που παρεμβλήθηκε στο κείμενο από το περιθώριο του χειρογράφου. Οι τυφλοί και οι κουτσοί με καμιά λουτροθεραπεία δεν θα μπορούσαν να θεραπευτούν (F).
(4) Είχαν κάποιο μέλος ατροφικό και αναίσθητο (g). Πόσες είναι οι θλίψεις αυτών που δοκιμάζονται στη ζωή αυτή! Πόσα παράπονα και στεναγμοί ακούγονται παντού και πόσα πλήθη ασθενών υπάρχουν! Είναι ωφέλιμο για μας να επισκεπτόμαστε μερικές φορές τα νοσοκομεία, για να μας παρέχονται σε αυτά αφορμές από τις συμφορές των άλλων να ευχαριστούμε το Θεό για την υγεία την οποία απολαμβάνουμε και για τις άλλες ανέσεις της ζωής μας, ή να παρηγορούμαστε και εμείς για τις δικές μας δοκιμασίες.
(5) Έχει την έννοια του περιμένω με ελπίδα (ο). Ολόκληρη η φράση αυτή (από το εκδεχομένων) μαζί με ολόκληρο τον επόμενο στίχο, αποσιωπάται από κάποιους μεγαλογράμματους κώδικες, ανάμεσα στους οποίους και ο Σιναϊτικός και ο Βατικανός.
Ιω. 5,4 (1)ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν(2) κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο(3) τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς(4) μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο(5) ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι.
Ιω. 5,4 Διότι κατά καιρούς κατέβαινε άγγελος εις αυτήν την κολυβήθρα και ανεταράσσετο το νερό. Ο πρώτος, λοιπόν, που θα έμπαινε μετά την ταραχήν του νερού, εθεραπεύετο, από οποιοδήποτε νόσημα και αν κατείχετο.
(1) Το ότι ο στίχος λείπει εντελώς από τους αρχαιότερους κώδικες Σιναϊτικό, Βατικανό, του Εφραίμ, του Βέζα κλπ. γέννησε σε κάποιους από τους νεώτερους την υπόνοια ότι είναι αυτός μεταγενέστερο σχόλιο που μπήκε στο κείμενο από το περιθώριο του χειρογράφου. Η αυθεντικότητα όμως του στίχου μαρτυρείται από τις Συριακή, Λατινική, Αιθιοπική και Αραβική μεταφράσεις και από τους Τερτυλλιανό, Αμβρόσιο, Χρυσόστομο, Κύριλλο, Αυγουστίνο (ο) και το περιεχόμενό του μαρτυρείται στο μεγαλύτερο μέρος από τον σ. 7.
(2) «Δεν γινόταν πάντα το θαύμα, αλλά σε χρόνο μεν άγνωστο στους ανθρώπους, νομίζω όμως ότι πολλές φορές το χρόνο» (Ζ). «Διότι βεβαίως δεν θεράπευε αυτή η ίδια η φύση του νερού από μόνη της (διότι τότε θα συνέβαινε αυτό πάντα), αλλά το παν βρισκόταν στην ενέργεια του αγγέλου» (Θφ).
(3) Υπάρχει και η γραφή εταράσσετο. Με το παθητικό ρήμα εκφράζεται το φαινόμενο όπως παρουσιαζόταν στα μάτια όλων, αν και δεν έβλεπαν αισθητά την επενέργεια του αγγέλου (b). Δες και το «όταν ταραχθεί το ύδωρ» του σ. 7. Οι άγγελοι είναι δούλοι του Θεού και φίλοι των ανθρώπων. Και παρουσιάζονται περισσότερο δραστήριοι για απομάκρυνση των ασθενειών μας από όσο φροντίζουμε εμείς οι ίδιοι για αυτό. Η ονομασία Ραφαήλ, η οποία στο βιβλίο του Τωβίτ αποδίδεται σε άγγελο, σημαίνει φάρμακο Θεού ή ιατρός Θεού. Δες και ποιού είδους άλλες αποστολές αναλαμβάνουν οι άγιοι άγγελοι για αγαθό των ανθρώπων!
(4) Με αυτό είναι εξ’ ολοκλήρου σύμφωνο το «ενώ έρχομαι εγώ, άλλος πριν από εμένα κατεβαίνει» του σ. 7.
«Κατεβαίνοντας έπαιρναν τη θεραπεία, αφού δεν θεραπεύονταν μεν πολλοί την ίδια εκείνη ώρα, αλλά μόνο ο πρώτος που κατέβαινε απολάμβανε τη χάρη, έτσι ώστε να μην ελαττώσει το θαύμα η ευκολία της θεραπείας, αλλά να είναι περισσότερο ξάγρυπνοι και με πολλή διάθεση να αναμένουν την κίνηση του νερού και από αυτό να διδάσκονται να έχουν τον πρέποντα λογισμό και μετά τη θεραπεία» (Ω).
Επρόκειτο προφανώς για υπερφυσικά χορηγούμενη θεραπεία, διότι πουθενά ουδέποτε ακούστηκε νερό οποιασδήποτε μεταλλικής σύνθεσης και ραδιοθεραπευτικής ιδιότητας να θεραπεύει σε συγκεκριμένο χρόνο οποιοδήποτε νόσημα και να χάνει τις θεραπευτικές του ιδιότητες, αμέσως μόλις θεραπευόταν ο πρώτος που έμπαινε σε αυτό (ο). Ο άγγελος τάραζε τα νερά, αλλά επαφιόταν στους ασθενείς να επωφεληθούν από την ιαματική δύναμη που έμπαινε στο νερό. Ο Θεός έβαλε θείες ιδιότητες μέσα στις Γραφές, χάρις στις οποίες θεραπευόμαστε από τις πνευματικές μας ασθένειες και γινόμαστε μέτοχοι του αγιασμού. Εάν όμως δεν εκδηλώσουμε και εμείς κάθε διάθεση, για να επωφεληθούμε από τις Γραφές, θα βαρύνει πλέον εξ’ ολοκλήρου εμάς, εάν δεν θεραπευτούμε.
(5) «Αφού κατέβαινε άγγελος, τάραζε το νερό και έβαζε σε αυτό ιαματική δύναμη, για να μάθουν οι Ιουδαίοι ότι πολύ περισσότερο ο δεσπότης των αγγέλων μπορεί να θεραπεύει όλα τα νοσήματα της ψυχής. Αλλά όπως ακριβώς εδώ, δεν θεράπευε απλώς η φύση των υδάτων, αλλά γινόταν αυτό με την ενέργεια του αγγέλου, έτσι και σε εμάς, δεν κάνει αυτό απλώς το νερό (του βαπτίσματος), αλλά όταν δεχτεί τη χάρη του Πνεύματος, τότε συγχωρεί όλα τα αμαρτήματα» (Χ).
«Εκείνη η κολυμβήθρα ήταν τύπος (σύμβολο) της κολυμβήθρας του αγίου βαπτίσματος» (Ζ), για την οποία «δεν μπορεί κάποιος να πει· Ενώ έρχομαι εγώ να κατέβω, άλλος πριν από εμένα κατεβαίνει, αλλά και αν ακόμα έλθει όλη η οικουμένη, η χάρη δεν τελειώνει» (Χ). «Και τότε μεν, η ασθένεια εμπόδιζε σε κάποιους τη θεραπεία, ενώ τώρα δεν έχουμε κανένα εμπόδιο στο να βαπτιστούμε» (Θφ).
Ιω. 5,5 ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ(1) ἔτη ἔχων(2) ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ.
Ιω. 5,5 Υπήρχε δε εκεί ένας άνθρωπος, ο οποίος ήτο ασθενής τριάντα οκτώ χρόνια.
(1) Δεν σημαίνει με αυτό ότι και για 38 χρόνια ήταν εκεί δίπλα στην κολυμβήθρα. Αλλά τονίζεται με αυτό το μακροχρόνιο της ασθένειας, άρα και το αθεράπευτο αυτής, όπως και στο Λουκ. ιγ 11 λέγεται για την συγκύπτουσα και στο Πράξ. δ 22 για τον από 40 χρόνια και πάνω κουτσό, για να τονιστεί το μέγεθος της θεραπείας που επακολούθησε (β,F).
«Δεν τους θεράπευσε μεν όλους (ο Κύριος), αλλά δείχνοντας τη δύναμή του, διάλεξε έναν, αυτόν που ήταν κυριευμένος από την κατεξοχήν βαρύτερη πάθηση και ο οποίος δεν είχε ελπίδα σωτηρίας λόγω του μήκους του χρόνου» (Ω).
Αυτό είναι μία επιπλέον μαρτυρία και για το ότι στο πλήθος των κατακοίτων υπήρχαν και άνθρωποι κυριευμένοι από χρόνια και αθεράπευτα νοσήματα και συνεπώς η θεραπεία που παρεχόταν στην κολυμβήθρα ήταν υπερφυσική. Πόσες φορές παραπονιόμαστε για την κακοπάθεια μίας νύχτας αϋπνίας ή για την αδιαθεσία μίας ημέρας! Και ενώ για ολόκληρα χρόνια δεν ασθενήσαμε ίσως ούτε μία ημέρα, δεν σκεφτόμαστε, ότι υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι για ολόκληρα χρόνια δεν απόλαυσαν ούτε μία ημέρα υγείας! Και όμως αυτοί που δοκίμασαν τη χαρά εκείνη, την οποία συνιστά ο θείος Ιάκωβος να χαιρόμαστε, «όταν πέσουμε σε ποικίλους πειρασμούς» (Ιακ. α 2) δεν θα έβρισκαν παράδοξο ό,τι φώναξε ευσεβής ψυχή με αφορμή τη μακροχρόνια ασθένεια του παραλύτου: «Ω Θεέ μου! Σε ευχαριστώ για την παρόμοια εκπαίδευση των 58 χρόνων, με την οποία με καταρτίζεις. Πόσο ασφαλής είναι αυτή σε σύγκριση με ζωή γεμάτη ευδαιμονίες και απολαύσεις!»
(2) Δεν πρέπει να συνδέσουμε αυτό στενά με το ἦν, διότι ο Ιωάννης δεν θέλει να πει, ότι βρισκόταν εκεί ο ασθενής από την ηλικία των 38 ετών. Αντικείμενο του «ἔχων» είναι το «έτη»=είχε 38 χρόνια στην κατάσταση αυτή της ασθένειας. Αυτή η σύνταξη του έχω υπάρχει και στο σ. 6, όπου αντικείμενό του είναι το «χρόνον» (g).
Ιω. 5,6 τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον(1), καὶ γνοὺς(2) ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει(3), λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι(4);
Ιω. 5,6 Οταν τον είδε ο Ιησούς να κατάκειται, και σαν Θεός που ήτο εγνώρισε ότι πολύν καιρόν είναι άρρωστος, του λέγει• “θέλεις να γίνης υγιής;”
(1) Φανερώνει ασθενή που μάλλον αδυνατούσε να σηκωθεί και βρισκόταν ξαπλωμένος χάμω. Ο σιναϊτικός γράφει: ανακείμενον (ο). Σημείωσε, ότι ο Κύριος όταν πήγε στα Ιεροσόλυμα, δεν επισκέφτηκε ανάκτορα, αλλά νοσοκομεία. Δείγμα και αυτό της ταπείνωσης και της συγκατάβασης και της συμπάθειάς του, αλλά και δηλωτικό του μεγάλου σκοπού, για τον οποίο ήλθε στον κόσμο και ο οποίος ήταν να ζητήσει και να σώσει το χαμένο, κουβαλώντας την πνευματική ασθένεια από την οποία στέναζε κινδυνεύοντας τον έσχατο κίνδυνο ολόκληρη η ανθρωπότητα.
(2) Μάλλον σημαίνει από εσωτερική υπερφυσική αποκάλυψη που γινόταν στον Ιησού από τη θεία Του φύση, όπως στις περιπτώσεις στα α 49,δ 17. Η θεία του φύση αποκάλυπτε σε μία στιγμή στον Κύριο άγνωστα γεγονότα και αλήθειες στο μέτρο, το οποίο απαιτούσε αυτό το έργο του εκείνη τη στιγμή. Όπως συμπεραίνουμε από το σ. 14 ολόκληρο το παρελθόν του ασθενή παρουσιάστηκε στα μάτια του Κυρίου (g).
(3) «Απόδειξη ολοκάθαρη της άκρας αγαθότητας του Χριστού… Διότι, όπως βλέπεις, προστρέχει στον κατάκοιτο και ευσπλαγχνίζεται τον ασθενή χωρίς ο ασθενής να τον παρακαλέσει» (Κ). «Αυτόν που για πολλά χρόνια καθόταν εκεί και παρακολουθούσε και είχε πάρα πολλή καρτερία, αυτόν τον προτιμά από τους άλλους, από τη μία επειδή ήταν πιο αξιολύπητος, από την άλλη πάλι και για να διδάξει, ότι… αυτοί που έχουν μεγαλύτερη καρτερία συγκινούν περισσότερο το Θεό» (Ζ).
(4) Η ερώτηση αποβλέπει στο να αποσπάσει τη σκέψη του αρρώστου από το μέσο της θεραπείας, προς το οποίο αυτή ήταν στραμμένη αποκλειστικά και να υποβοηθήσει αυτόν στο να διαισθανθεί, ότι υπάρχει και άλλο μέσο, με το οποίο μπορεί να τύχει της θεραπείας· «του διεγείρει θερμότερη την επιθυμία για τη θεραπεία και τον παροτρύνει να την ζητήσει με πολλή προθυμία. Το ότι πάλι ρωτά αν θέλει… αποτελεί κάποια έμφαση και εμπεριέχει την ένδειξη ότι μπορεί να του προσφέρει τη θεραπεία» (Κ). Η ερώτηση αυτή είναι ανάλογη με το λόγο του Πέτρου στο Πράξ. γ 4 «δες μας». Ο Χριστός δίνει συγχρόνως και λαβή για να ζητηθεί η βοήθειά του και δίνει και την ίδια τη βοήθεια (b).
Ιω. 5,7 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε(1), ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν(2)· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ(3), ἄλλος(4) πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει(5).
Ιω. 5,7 Απεκρίθη ο ασθενής• “θέλω, Κυριε, αλλά δεν έχω άνθρωπον, ώστε όταν ταραχθή το νερό νε με ρίψη εις την κολυμβήθραν. Ενώ δε εγώ σύρομαι προς αυτήν, άλλος πριν από μένα κατεβαίνει εις την κολυμβήθραν”.
(1) Η ονομασία, με την οποία αποκαλεί τον άγνωστο ο παραλυτικός, φανερώνει το σεβασμό, τον οποίο αυτός αισθάνθηκε μπροστά στην επιβλητική και αξιοπρεπή στάση και εμφάνιση του Ιησού (ο). Υπάρχει και η γραφή «Ναι, Κύριε» που δεν μαρτυρείται αρκετά. Η απάντηση όμως του παραλυτικού στρέφεται κυρίως γύρω από το γεγονός, ότι επανειλημμένα αποπειράθηκε να ριχτεί στην κολυμβήθρα και επανειλημμένα τον πρόλαβαν άλλοι, διότι δεν είχε άνθρωπο να ενδιαφερθεί για αυτόν και να βοηθήσει αυτόν (β). Δικαιολογείται η απάντηση πρωτίστως από το ότι ο ασθενής «υποπτεύθηκε, ότι για αυτό τον ρώτησε αυτό ο Ιησούς… επειδή ήθελε να του φανεί χρήσιμος ώστε να τον βάλει στην κολυμβήθρα» (Ζ). «Και περίμενε ότι αυτό οπωσδήποτε θα του έλεγε και θα τον συμβούλευε ο Ιησούς» (Κ).
(2) Επιβεβαιώνεται με τη φράση αυτή, ότι «ο πρώτος που έμπαινε μετά την ταραχή του νερού γινόταν υγιής».
(3) Αυτό σημαίνει, ότι ο παράλυτος δεν βρισκόταν σε πλήρη αδυναμία στο να κινηθεί κάπως σερνόμενος. Ήταν κατάκοιτος μεν μη μπορώντας να σηκωθεί, μπορούσε όμως συρόμενος να πλησιάσει προς την κολυμβήθρα (ο).
(4) Κανείς από τους αρρώστους δεν επέδειξε αγάπη προς αυτόν, διότι κανείς δεν του είπε: Η περίπτωσή σου είναι χειρότερη από τη δική μου· μπες εσύ τώρα και εγώ θα περιμένω να πέσω άλλη φορά. Ο καθένας φρόντιζε για τον εαυτό του. Με πόση αλήθεια μετριοπάθεια μιλά ο παράλυτος αυτός για την αδιαφορία και ασυμπάθεια, την οποία οι γύρω του τού δείχνουν! Μάθε λοιπόν, ότι όπως οφείλουμε να είμαστε ευγνώμονες για την ελάχιστη έστω ευμένεια, την οποία μας δείχνουν, έτσι οφείλουμε να είμαστε υπομονετικοί και στις μεγαλύτερες εναντίον μας περιφρονήσεις.
(5) «Έδειξε την καρτερία του, πώς δηλαδή, ενώ για τόσα χρόνια αποτύγχανε, παρέμενε ακόμα και δεν απομακρυνόταν» (Ζ). Αλλά και η όλη απάντηση του παραλυτικού ελκύει την συμπάθεια. «Δεν καταράστηκε την ημέρα του, δεν δυσανασχέτησε με την ερώτηση, ούτε είπε· Ήλθες να με διασύρεις και να με διακωμωδήσεις και ρωτάς, αν θέλω να γίνω υγιής, αλλά μιλά με πραότητα και πολλή επιείκεια» (Χ), «παρόλο βεβαίως που δεν γνώριζε, ποιος τέλος πάντων ήταν αυτός που ρωτούσε» (Θφ).
Ιω. 5,8 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειραι(1), ἆρον(2) τὸν κράβαττόν(3) σου καὶ περιπάτει(4).
Ιω. 5,8 Λεγει εις αυτόν ο Ιησούς• “σήκω επάνω, πάρε το κραββάτι σου και περιπάτει”.
(1) «Η διαταγή ήταν θεοπρεπής και είχε ολοκάθαρη την απόδειξη της δύναμης και εξουσίας πάνω από τις δυνατότητες του ανθρώπου. Γιατί δεν προσεύχεται ζητώντας για τον κατάκοιτο τη θεραπεία της ασθένειάς του, για να μη φανεί και αυτός ότι είναι ένας από τους αγίους προφήτες, αλλά ως Κύριος των δυνάμεων προστάζει με εξουσία να γίνει» (Κ). Αυθεντική γραφή: έγειρε (σήκωσε). Το έγειρε αφήνει να εννοείται το «τον εαυτό σου», το οποίο υπάρχει στο ἔγειραι (δ).
(2) «Δεν τον σηκώνει μόνο, αλλά τον διατάζει να σηκώσει και το κρεβάτι του, ώστε και το θαύμα που έγινε να πιστοποιήσει και κανείς να μην νομίσει ότι αυτό που έγινε ήταν στη φαντασία ή απάτη» (Χ). Διατάζει το «σήκωσε το κρεβάτι σου» σαν κάτι «το οποίο θα γινόταν υπενθύμιση της δύναμης εκείνου που τον θεράπευσε σε όσους θα τον έβλεπαν» (Κ). «Διότι αν τα μέλη του δεν στηρίζονταν με σιγουριά και πολύ, δεν θα μπορούσε να κουβαλήσει το κρεβάτι» (Θφ). Βλέποντας οι Ιουδαίοι το Σάββατο άνθρωπο να κουβαλά στους ώμους κρεβάτι και να περπατά, αυτομάτως θα ζητούσαν το λόγο, για τον οποίο αυτός παραβίαζε το Σάββατο και αυτομάτως θα επακολουθούσε η δημοσίευση και ευρεία γνωστοποίηση του θαύματος.
(3) Λέξη της μακεδονικής διαλέκτου που γράφεται με διάφορους τρόπους (κράββατος, κράβατος, κράβακτος, κράβαττος)(g).
(4) Δεν σημαίνει πήγαινε, αλλά βάλε σε κίνηση τα πόδια σου για να δεις ότι η δύναμή τους επανήλθε (δ).
«Κάποιοι μεν νομίζουν ότι αυτός (ο παραλυτικός) είναι αυτός που βρίσκεται στον Ματθαίο. Αλλά δεν είναι. Και αυτό είναι φανερό από πολλά σημεία. Και πρώτον μεν από το ότι αυτός εδώ ήταν έρημος από βοηθούς. Εκείνος μεν είχε πολλούς που τον φρόντισαν και τον έφεραν, ενώ αυτός κανέναν. Έπειτα από την απάντηση. Διότι εκείνος δεν λέει τίποτα, ενώ αυτός διηγείται όλα τα δικά του. Και τρίτον από τον καιρό και το χρόνο. Διότι αυτός εδώ σε γιορτή και σε Σάββατο, ενώ εκείνος σε άλλη ημέρα. Αλλά και ο τόπος και στους δύο είναι διαφορετικός. Διότι ο μεν θεραπεύεται στο σπίτι, ενώ αυτός εδώ στην κολυμβήθρα» (Χ).
Ιω. 5,9 καὶ εὐθέως(1) ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ(2) καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον(3) ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ.
Ιω. 5,9 Και αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος, επήρε το κρεββάτι του και ήρχισε να περιπατή, όπως όλοι οι υγιείς. Ητο δε Σαββατον κατά την ημέραν εκείνην.
(1) Η θεραπεία έγινε σε μία στιγμή και συντελέστηκε πλήρως. Η σχέση μας με το Χριστό εξυγιαίνει και ενδυναμώνει όλες τις δυνάμεις μας, όσες είχαμε, όταν για πρώτη φορά γνωρίσαμε αυτόν. Αποκαθιστά όμως σε πλήρη υγεία και εκείνες οι οποίες είχαν ατροφήσει από αμέλεια ή κατάχρηση. Μη λησμονούμε όμως, ότι η ιδιότητα, την οποία έχει η αμαρτία του να βυθίζει στον ύπνο και να νεκρώνει αυτόν που αιχμαλωτίζει, μάς εμποδίζει να ζητήσουμε από τον Ιησού τη θεραπεία μας. Ενδέχεται λοιπόν λόγω των αμαρτιών μας κατά το παρελθόν να χάσαμε τη διάθεση να υποβληθούμε στη θεραπεία του Ιησού. Ή είναι πιθανό να μην επιστρέψαμε με επίμονη μετάνοια πλήρως σε αυτόν και για αυτό να μην είμαστε μεν νεκροί μέσα στις αμαρτίες μας, αλλά να είμαστε ασθενείς, αδύνατοι και παράλυτοι. Ας το προσέξουμε (τ).
(2) Προηγήθηκε η πίστη του ασθενή. Διότι πριν ακόμη αυτός αντιληφθεί, ότι ήταν ήδη υγιής, έπρεπε να δώσει εμπιστοσύνη στα λόγια του αγνώστου και να επιχειρήσει να σηκωθεί.
«Εσύ όμως δες και έτσι την πίστη του παραλύτου· διότι αφού άκουσε ότι «σήκωσε…» δεν γέλασε, ούτε είπε· Τι είναι αυτό τέλος πάντων; Άγγελος κατεβαίνει και ταράζει το νερό και έναν θεραπεύει μόνο, ενώ εσύ αν και είσαι άνθρωπος, ήλπισες ότι από μία απλή διαταγή και μία κουβέντα θα μπορέσεις περισσότερα από αγγέλους;» (Χ), αλλά «εκτελεί αμέσως την προσταγή, και με υπακοή και πίστη απολαμβάνει την πολυπόθητη στον εαυτό του χάρη» (Κ). Εάν ο παράλυτος δεν επιχειρούσε να βοηθήσει τον εαυτό του, δεν θα θεραπευόταν. Όμως το θεραπευτικό αποτέλεσμα που ακολούθησε δεν οφειλόταν στη δύναμη του παραλύτου, αλλά εξ’ ολοκλήρου στη δύναμη του Χριστού.
(3) «Θεραπεύει το Σάββατο διδάσκοντας τους ανθρώπους, να καταλαβαίνουν με άλλο τρόπο τις διατάξεις του νόμου για την παρατήρηση των ημερών και να μην τιμούν το Σάββατο με τη αργία που είναι στα λόγια, αλλά με την αποχή από τα κακά» (Θφ).
Ιω. 5,10 ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι(1) τῷ τεθεραπευμένῳ· σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι(2) ἆραι τὸν κράβαττον.
Ιω. 5,10 Ελεγαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι στον θεραπευθέντα• “σήμερα είναι Σαββατον. Και δεν σου επιτρέπεται να σηκώνης το κρεββάτι σου”.
(1) Δες α 19.
(2) Το να μεταφέρει κάποιος φορτία σε ημέρα Σαββάτου ήταν απαγορευμένο (Νεεμ. ιγ 19, Ιερεμ. ιζ 21). Σύμφωνα μάλιστα με τις παραδόσεις των ραββίνων «εάν κάποιος μεταφέρει κάτι από δημόσιο μέρος σε ιδιωτικό σπίτι σε ημέρα Σαββάτου… με πρόθεση, τιμωρείται με θάνατο και λιθοβολισμό» (β). Το σε αυτήν την περίπτωση πονηρό και αξιοκατάκριτο των Ιουδαίων συνίσταται στο ότι: «το ότι αρμόζει μεν να θαυμάζουν τη δύναμη εκείνου που θεράπευσε, δεν το δέχονται στο νου τους, αλλά επειδή είναι πικροί επικριτές, και αυτό μόνο γνωρίζουν καλά, περιβάλλουν με την κατηγορία της παρανομίας αυτόν που μόλις πριν λίγο απαλλάχτηκε από τη μακροχρόνια νόσο» (Κ).
Ιω. 5,11 ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας με ὑγιῆ(1), ἐκεῖνός(2) μοι εἶπεν(3)· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει(4).
Ιω. 5,11 Απήντησε εις αυτούς• “εκείνος, που με θαύμα μου έδωσε την υγείαν μου, μου είπε• Παρε το κρεββάτι σου, και περιπάτει”.
(1) Δεν αρνείται ότι παρέβη το γράμμα του νόμου, δικαιολογείται όμως ισχυριζόμενος, ότι έπραξε πράξη υπακοής προς εκείνον, ο οποίος τον θεράπευσε με έναν και μόνο λόγο, και ο οποίος για να κάνει τέτοιο θαύμα, σημαίνει ότι είναι άξιος τέτοιας υπακοής (ο).
«Είναι πάρα πολύ αξιόλογος… στο ότι πρέπει να τιμάται… αυτός στον οποίο υπάρχει τόσο μεγάλη δύναμη και χάρη, ώστε να διώξει την ασθένειά μου… Πώς θα μπορούσε να μη συμβουλεύσει οπωσδήποτε αυτά που είναι χαρισμένα από το Θεό, αυτός που έχει δύναμη που ταιριάζει στο Θεό;» (Κ). «Σχεδόν λέει· Λέτε ανοησίες και παραλογίζεστε όταν με διατάζετε να μην υπακούσω στις προσταγές αυτού που με απάλλαξε από ασθένεια τόσο μακροχρόνια και φοβερή» (Απ).
(2) Με έμφαση=Όχι κάποιος άλλος, αλλά αυτός ο ίδιος.
(3) Και πράγματι, όπως το γεγονός απέδειξε, είχε δικαίωμα να πει αυτό (b).
(4) Ο σιναϊτικός και στον στίχο αυτόν και στον επόμενο γράφει: εἶπεν ἄραι … και περιπατείν.
Ιω. 5,12 ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος(1) ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει(2);
Ιω. 5,12 Ηρώτησαν, λοιπόν, αυτόν• “ποίος είναι ο άνθρωπος, που σου είπε• “πάρε το κρεββάτι σου και περιπάτει;”
(1) Το άνθρωπος λέγεται με κάποια περιφρόνηση σαν για κάποιο υποκείμενο άσημο και ανάξιο κάθε λόγου. Η ερώτηση αυτή είναι αρκετά χαρακτηριστική των διαθέσεων των Ιουδαίων. «Δες με πόση πονηρία· διότι δεν είπαν: Ποιός σε έκανε υγιή; Αλλά αυτό το αποσιώπησαν και με μεγάλο θόρυβο έφεραν στο μέσο τη φαινομενική παράβαση» (Χ). «Έτσι λοιπόν ως προς το καλό μεν, εθελοτυφλούσαν, τη φαινομενική όμως παράβαση του Σαββάτου με θόρυβο την ανέφεραν» (Θφ). Ρωτούν όχι ό,τι θα θαύμαζαν, αλλά ό,τι θα συκοφαντούσαν (Grotius). Διότι «όσον αφορά τουλάχιστον ανθρώπινο έργο, αυτό περισσότερο ήταν έργο, το οποίο έκανε ο παράλυτος (που σήκωσε το κρεβάτι)· ενώ εκείνος (του Ιησού) ήταν λόγος και κουβέντα» (Απ). Ο Κύριος λόγο μόνο είπε.
(2) Κινείται το ενδιαφέρον μας, όταν ακούμε, ότι ο για τόσα χρόνια παράλυτος θεραπεύτηκε. Και όμως· ποια υπήρξε η ευεργεσία της οποίας έτυχε; Έζησε λίγα ακόμη χρόνια, και έπειτα πέθανε. Τι είναι η επίγεια ζωή; Η Αγία Γραφή διακηρύσσει, ότι είναι ατμός που για λίγο φαίνεται και έπειτα εξαφανίζεται. Κάποια διάρκεια λοιπόν προστέθηκε σε αυτόν τον ατμό, η οποία δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, αφού και η υγεία του ανθρώπου πάνω στη γη είναι ματαιότητα. Εκείνο το οποίο πράγματι αξίζει, είναι η υγεία της ψυχής, η οποία ζει αιώνια. Τα θαύματα επομένως, τα οποία έκανε ο Κύριος στα σώματα των ανθρώπων, υπήρξαν τύποι μόνο των μεγαλύτερων θαυμάτων, τα οποία εξακολουθεί από τότε να εργάζεται μέσω του Πνεύματός του στις ψυχές τους με την αναγέννησή τους, τον ανακαινισμό τους και τον αγιασμό τους.
Όσοι λοιπόν καθαρίστηκαν στην πνευματική Βηθεσδά, ακούνε και πάλι από τον Κύριο: Σήκωσε το κρεβάτι σου και περπάτα. Το Σάββατό μας και η κατάπαυσή μας δεν είναι εδώ· είναι αιώνιο και βρίσκεται στους ουρανούς. Τα λίγα χρόνια τα οποία πρόκειται να ζήσουμε εδώ, είναι χρόνια και ημέρες εργασίας. Και αυτοί που βγαίνουν υγιείς από την πνευματική Βηθεσδά πρέπει να περπατούν στο δρόμο του Κυρίου εργαζόμενοι ασταμάτητα το θέλημά του και πράττοντας τα καθήκοντα της κλήσης τους οποιαδήποτε και αν είναι αυτή. Όλοι αυτοί ας απαντούν σε καθέναν που αγνοεί τις χάριτες του Κυρίου και τους πειράζει για τις ανιδιοτελείς προσπάθειές τους, ό,τι και ο θεραπευμένος παράλυτος. Αυτός που με έκανε υγιή, αυτός μου παρήγγειλε να περπατώ και δεν μπορώ να ανυπακούσω στον ευεργέτη μου. Σε τέτοιο ευεργέτη θα προσπαθώ με τη βοήθεια του Θεού να υπακούω πάντοτε και σε όλα, θυσιάζοντας τον εαυτό μου για τους άλλους.
Ιω. 5,13 ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν(1)· ὁ γὰρ(2) Ἰησοῦς ἐξένευσεν(3) ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ(4).
Ιω. 5,13 Ο θεραπευθείς όμως δεν εγνώριζε ποιός είναι, διότι ο Ιησούς είχε απομακρυνθή μέσα στον όχλον, που ευρίσκετο στον τόπον εκείνον.
(1) Ο Ιησούς, αν και ήταν γνωστός στους Ιουδαίους άρχοντες, δεν είχε γίνει ακόμη γνωστός και στα πλήθη, μάλιστα αυτά στα Ιεροσόλυμα. Η φήμη του ήταν εξαπλωμένη. Προσωπικά όμως δεν ήταν σε όλους γνωστός (ο). Για πόσα πλήθη ανθρώπων αποδεικνύεται αυτό αληθινό! Ο Χριστιανισμός ιδρύει νοσοκομεία και άθεοι θεραπεύονται σε αυτά αγνοώντας, ότι οφείλουν τη θεραπεία τους στο Χριστό. Φυλακές ανακαινίζονται και μεταρρυθμίζονται κάτω από την επίδραση του πνεύματος του ευαγγελίου και οι σε αυτές φυλακισμένοι αγνοούν, ότι ο Χριστός είναι ο κύριος αυτουργός αυτής της ευεργετικής για αυτούς μεταβολής (τ).
«Βρέθηκα σε αυτούς που δεν με ζητούν». Πόσοι φωτιζόμαστε, δυναμωνόμαστε, παρηγορούμαστε από το Χριστό, μολονότι τον αγνοούμε! Αλλά και όσοι γνωρίζουμε αυτόν, αγνοούμε πόσες ευεργεσίες παίρνουμε κάθε ημέρα από τη μεσιτεία του. Οι αγνοούμενες από εμάς ευεργεσίες είναι πολύ περισσότερες από αυτές που γνωρίζουμε. Ας τον ευχαριστούμε λοιπόν «για όλα όσα ξέρουμε και όσα δεν ξέρουμε, για τις φανερές και αφανείς ευεργεσίες που έχουν γίνει σε εμάς».
(2) Αιτιολογεί το ότι ο θεραπευμένος δεν γνώριζε ποιος ήταν. Έως ότου σηκωθεί όρθιος και ετοιμάσει το κρεβάτι του και σηκώσει αυτό, ο Ιησούς είχε εξαφανιστεί. Δεν πρόφθασε καν ο παράλυτος να ανταλλάξει με αυτόν ούτε κάποια δεύτερη φράση (ο).
(3) Κυριολεκτικά σημαίνει σκύβω το κεφάλι για αποφυγή χτυπήματος, και έπειτα σημαίνει παραμερίζω, απομακρύνομαι (g). Ο σιναϊτικός και ο κώδικας του Βέζα γράφουν ένευσε.
(4) Αιτιολογεί το εξένευσε. Κατόρθωσε να εξαφανιστεί, διότι υπήρχε όχλος πολύς και κρύφτηκε μέσα στο πλήθος. Όχι «απομακρύνθηκε λόγω του όχλου» (Ζ). Από την άλλη είναι εξίσου αλήθεια, ότι ο Ιησούς εξαφανίστηκε «από τη μία για να αποφύγει τον έπαινο αυτόν που ήταν πιο ευγνώμονες, και από την άλλη για να μειώσει τον φθόνο των πιο αχάριστων. Διότι είναι συνήθεια πολλές φορές και η όψη μόνο αυτού που ζηλεύει κάποιος, να βάζει μέσα του πολλή φλόγα» (Ζ). Σημείωσε, ότι ο Χριστός εισχωρούσε στα πλήθη και συναναμιγνυόταν με αυτά, ώστε να εξαφανίζεται ανάμεσά τους. Δρούσε και κινούνταν σαν ένας από τους πολλούς, χωρίς σωματοφύλακες ή εμπροσθοφυλακή να προαναγγέλλει την εμφάνισή του.
Ιω. 5,14 μετὰ ταῦτα(1) εὑρίσκει αὐτὸν(2) ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ(3) καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας(4)· μηκέτι ἁμάρτανε(5), ἵνα μὴ χεῖρόν(6) σοί τι γένηται.
Ιω. 5,14 Επειτα από αυτά τον ευρήκε ο Ιησούς εις την αυλήν του ναού και του είπε• “πρόσεξε• έγινες υγιής• μην αμαρτάνης πλέον, δια να μη σου συμβή κάτι το χειρότερον”.
(1) Αυτό υπονοεί ότι μεσολάβησε κάποιος χρόνος ανάμεσα στη θεραπεία και σε αυτήν τη συνάντηση (β). «Αφού παράκμασε πλέον και το θαύμα και ο θυμός των Ιουδαίων» (Ζ). Η άμεση συνάντηση θα δηλωνόταν με τη φράση «μετά τούτο» (ο).
(2) Αναζητεί αυτόν, όπως μετέπειτα και τον τυφλό, «θέλοντας να βελτιώσει και την ψυχή του» (Ζ). Ο σιναϊτικός αντί για το αυτόν, γράφει: τον τεθεραπευμένον.
(3) «Το οποίο είναι σημάδι μέγιστης ευλάβειας· διότι δεν πήγε στις αγορές και σε περιπάτους, ούτε παρέδωσε τον εαυτό του στην απόλαυση και την άνεση, αλλά περνούσε το χρόνο του στο ναό» (Χ). «Βρίσκει αυτόν… στο ναό να προσεύχεται, όπως νομίζω, και να αποδίδει ευχαριστίες στο Θεό» (Ζ). Στο ναό θα συναντήσουμε και εμείς τον Ιησού. Στην κοινή λατρεία, η οποία γίνεται ομαδικά στο ιερό, υπάρχει κάθε λόγος να ελπίζουμε, ότι θα συναντηθούμε μαζί με το Χριστό και θα βελτιώσουμε τη γνωριμία μας μαζί του.
(4) «Δες την έλλειψη αλαζονείας· διότι δεν είπε· Δες, σε έκανα υγιή, αλλά, έγινες υγιής… Και πάλι δεν είπε· Για να μη σε τιμωρήσω… αλλά και τα δύο τα λέει απρόσωπα και δείχνει ότι η υγεία ήταν έργο μάλλον της χάριτος… ότι θεραπεύτηκε από φιλανθρωπία» (Χ).
(5) «Από εδώ μαθαίνουμε… ότι η αρρώστια συνέβη σε αυτόν λόγω αμαρτιών» (Χ). Πολλές αρρώστιες είναι συνέπεια αμαρτιών. Από το βιβλίο του Ιώβ όμως έπεται, ότι δεν οφείλεται και κάθε ασθένεια σε αμαρτίες. Αυτό επίσης επιβεβαιώνεται και από τα λόγια του Κυρίου με αφορμή την ερώτηση που του απηύθυναν οι μαθητές για τον εκ γενετής τυφλό (Ιω. θ 3).
«Όλες οι αρρώστιες είναι από αμαρτίες; Όχι όλες μεν, αλλά οι περισσότερες. Άλλες μεν δηλαδή είναι λόγω αμαρτιών, όπως ακριβώς και σε αυτόν τον παράλυτο… άλλες όμως συμβαίνουν για τιμή και ανακήρυξη, όπως ακριβώς στον Ιώβ, για να δειχτεί η αρετή του» (Θφ), «μερικές όμως συμβαίνουν και από ραθυμία· διότι πράγματι και η γαστριμαργία και η μέθη και η τεμπελιά γεννούν αυτές τις αρρώστιες» (Χ).
Από την άλλη με τα λόγια του αυτά προς τον θεραπευμένο παράλυτο, ο Κύριος «και με άλλο τρόπο έδωσε σε αυτόν μεγάλη απόδειξη της θεότητάς του· διότι με το να πει, Μην αμαρτάνεις πλέον, φανέρωσε ότι ξέρει όλα τα αμαρτήματα που είχαν γίνει από αυτόν στο παρελθόν» (Χ). Όπως στη Σαμαρείτιδα, έτσι και στον παράλυτο «φανέρωσε, ότι όλα τα γνωρίζει, και τα απόρρητα» (Ζ).
(6) Κάποια χειρότερη συμφορά από την ασθένεια, η οποία διήρκεσε 38 χρόνια (b). «Απειλεί, αν αμαρτήσει πάλι, χειρότερη τιμωρία, διδάσκοντας ότι αυτοί που αμαρτάνουν πάλι μετά την τιμωρία που συνέβη λόγω αμαρτίας, θα τιμωρηθούν χειρότερα ως αναίσθητοι και καταφρονητές» (Ζ).
Αξιόλογη και η: Να μην γίνει μαζί με την για δεύτερη φορά απώλεια της υγείας του σώματος και θάνατος της ψυχής, αιώνια καταδίκη (κ). Είναι μεγάλος ο κίνδυνος του να βρεθούμε και πάλι κάτω από τις βαριές συνέπειες της αμαρτίας. Εάν δεν είμαστε άγρυπνοι, παθαίνουμε υποτροπή και παρασυρόμαστε ξανά στην αμαρτία. Και τότε προκαλείται σε εμάς βαρύτερη κατάσταση της οποίας η θεραπεία γίνεται δυσκολότερη. Μπορεί να συμβεί και σε εμάς αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο για το πονηρό πνεύμα που διώχτηκε, το οποίο επιστρέφοντας μαζί με άλλα 7 πνεύματα μπαίνει σε αυτόν που ελευθερώθηκε από αυτό, αλλά αμερίμνησε και γίνονται «τα τελευταία του ανθρώπου εκείνου χειρότερα από τα πρώτα» (Ματθ. ιβ 45)(τ).
«Πού είναι λοιπόν αυτοί που λένε, ότι σε μία ώρα φόνευσα και σε σύντομο χρονικό διάστημα μοίχευσα, και τιμωρούμαι αθάνατα; Διότι να, και αυτός εδώ δεν αμάρτησε τόσα χρόνια όσα και τιμωρούνταν, και όμως κατανάλωσε ολόκληρη ανθρώπινη ζωή στο μάκρος της τιμωρίας. Διότι τα αμαρτήματα δεν κρίνονται σύμφωνα με το χρόνο αλλά σύμφωνα με τη φύση των σφαλμάτων» (Χ).
«Μαζί με αυτά μαθαίνουμε και το εξής, ότι έστω και αν τιμωρηθούμε αυστηρά για τα προηγούμενα αμαρτήματα, και έπειτα πέσουμε πάλι στα ίδια, θα πάθουμε πάλι χειρότερα. Και πολύ λογικά. Διότι αυτός που δεν βελτιώθηκε ούτε με την προηγούμενη τιμωρία, οδηγείται σε μεγαλύτερες τιμωρίες ως αναίσθητος και καταφρονητής» (Θφ).
Ιω. 5,15 ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις(1) ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ(2).
Ιω. 5,15 Εφυγε τότε ο άνθρωπος από τον ναόν, επήγε στους Ιουδαίους και τους ανήγγειλε, ότι αυτός που τον έκαμε υγιή είναι ο Ιησούς.
(1) «Έφυγε και ανάγγειλε όχι ως αχάριστος, για να προδώσει, αλλά ως ευγνώμων για να κηρύξει τον ευεργέτη» (Ζ). Παρ’ όλα αυτά, μολονότι αναγγέλλει αυτά όχι με αρνητική διάθεση για τον ευεργέτη, αποσκοπεί ίσως να απαλλάξει τον εαυτό του από την ενώπιον των θρησκευτικών αρχών ευθύνη για την παραβίαση του Σαββάτου. (g,β). Και για αυτό δεν μπορούμε να πούμε ότι «ανακηρύττει τον ευεργέτη όχι λιγότερο από τον τυφλό» (Χ). Η συμπεριφορά του τυφλού έχει περισσότερη ευγνωμοσύνη και είναι εκδήλωση καρδιάς με περισσότερη αφοσίωση και πίστη (θ 33-38) (β).
(2) «Αποσιωπώντας την φαινομενική παράβαση, διακήρυξε δημόσια την ευεργεσία» (Ζ). «Διότι δεν είπε ότι αυτός είναι που είπε· Σήκωσε το κρεβάτι σου, αλλά συνεχώς προβάλλει την ίδια απολογία, κάνοντας πάλι φανερό το γιατρό» (Χ). «Δεν λέει, ότι ο Ιησούς είναι αυτός που είπε «σήκωσε το κρεβάτι», το οποίο εκείνοι ήθελαν να ακούσουν, αλλά λέει, αυτός που τον έκανε υγιή, το οποίο δεν ανέχονταν να ακούνε» (Θφ).
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα, σελ. 169-179, εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα! Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας, Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος, Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος, Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας, Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης, Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας, Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός, Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940
Θα σας μιλήσω συγκεκριμένα από τη ζωή μου. Όταν ήμουν στη Γαλλία, κατοικούσα με κάποιον ιερομόναχο, νεότερο από εμένα που τον γνώριζα από πολλά χρόνια.
Ήταν πολύ έξυπνος, πολύ σοβαρός κλπ., αλλά δεν καταλάβαινε την υπακοή χωρίς να κάνει παρατηρήσεις. Έλεγε στους άλλους:
«Να υπακούσω χωρίς να καταλαβαίνω, είναι ανόητο. Ποιος είναι ο Γέροντας; Δεν λέει “χρησμούς”, δεν είναι “αλάθητος”, όπως ο Πάπας! Είναι απαραίτητο να καταλαβαίνουμε, αν πρέπει να ακολουθήσουμε τον λόγο του ή όχι».
Αυτό που έλεγε στους άλλους έφθασε κάποτε μέχρις εμένα, και τότε αναγκάσθηκε να με ρωτήσει:
«Είστε αλάθητος;».
Του απάντησα:
«Με την ερώτηση αυτή τα ανατρέπετε όλα, δεν κάνετε παρά το δικό σας θέλημα, και βάζετε εσείς τον εαυτό σας πάνω από μένα».
Αν ο πνευματικός πατέρας ζητά με την προσευχή απάντηση από τον Θεό, αυτή η απάντηση δεν είναι πάντοτε σύμφωνη με τη λογική της καθημερινής ζωής. Ένα πρόσωπο όπως αυτό για το οποίο σας είπα δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό τον λόγο, του φαίνεται ανόητος και δεν θα τον ακούσει.
«Όταν παίρνουμε πάνω μας το δικαίωμα να κρίνουμε αν ο λόγος του Γέροντα είναι σωστός ή όχι, όπως σας εξήγησα, στην περίπτωση αυτή, εσείς είστε ο κριτής, ακόμη και όταν συμφωνείτε με τον λόγο μου, κατά βάθος δεν ακολουθείτε παρά τη δική σας αντίληψη, το ίδιον θέλημά σας».
Ο άγιος Βαρσανούφιος λέει ότι σε παρόμοιες περιστάσεις δεν θέλει ούτε να καταδικάσει ούτε να δικαιώσει, αλλά δεν φέρει καμιά ευθύνη γι’ αυτούς που υπακούουν μόνο στην περίπτωση όπου βλέπουν στον λόγο του Γέροντά τους ένα νόημα που τους φαίνεται σωστό και αρνούνται να τον ακολουθήσουν, όταν δεν καταλαβαίνουν τι λέει.
Είναι εύκολο να καταλάβετε αυτό που θέλω να πω, ότι πρέπει να ακολουθούμε τον λόγο του ηγουμένου ή του πνευματικού χωρίς να τον κρίνουμε; Τι σημαίνει «χωρίς να τον κρίνουμε;». Είναι δυνατόν κάποιο λογικό πρόσωπο να ενεργεί έτσι; Αλλά ακριβώς ο μοναχισμός είναι το σχολείο όπου μπορούμε να πραγματοποιήσουμε το έργο του ανακαινισμού μας με τη μετάνοια, ως το σημείο που να μπορούμε να ακούσουμε με άμεσο τρόπο τον λόγο του Ίδιου του Θεού.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, "Οικοδομώντας τον ναό του Θεού", τ. Β΄, σσ. 254-255)
(γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ).
Προσευχόμαστε στην εκκλησία επικαλούμενοι το Όνομα του Ίδιου του Χριστού: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς», και επαναλαμβάνουμε το ίδιο.
Η επανάληψη αυτή δεν είναι άσκοπη. Είναι η ίδια προσευχή και αποσκοπεί στο να φυλάξουμε τη δύναμή της εξ ολοκλήρου μέσα μας. Σε μερικούς φαίνεται ανώφελη η επανάληψη αυτή: «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον...».
Στον Άθω, κάποιος μοναχός, που ήταν παλαιότερα παιδαγωγός, με ρώτησε:
- Πάτερ Σωφρόνιε, δεν σας φαίνεται περιττό να λένε σαράντα φορές «Κύριε ελέησον»; Πες το λοιπόν τρεις φορές και αρκεί!
Του λέω:
- Στην εκκλησία είναι αποδεκτό άλλοτε να το λέμε μόνο μία φορά, άλλοτε δώδεκα φορές και άλλοτε σαράντα, κατά τις διαθέσεις των ανθρώπων. Διότι υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να το λένε ημέρα και νύχτα... Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε υπομονή. Δεν προσεύχονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Η εκκλησία προσεύχεται ποικιλοτρόπως.
Στην πραγματικότητα όμως, από τεχνικής πλευράς, η προσευχή αυτή γίνεται πάντοτε κατά κάποιον «πλημμελή», θα έλεγα, τρόπο. Ποιά ανεπάρκεια υπάρχει σε αυτό; Κάποιος Γέροντας έλεγε βιαστικά: «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύρ...σον, Κύρ...σον». Ασφαλώς, λοιπόν, δεν πρέπει να γίνεται έτσι. Αλλά πώς να διαμορφώσουμε έναν τρόπο, ώστε να λέμε σαράντα φορές «Κύριε ελέησον», συγκρατώντας τον νου μας; τί σημαίνει «ελέησον»; «Θεράπευσε την αμαρτία μου, κάνε με ικανό να δεχθώ το θέλημά Σου». Αυτό σημαίνει «ελέησον»! Χρησιμοποιείται η λέξη «ελέησον», γιατί παρακαλώ τον Θεό για έλεος, για συγκατάβαση σε μένα.
Μπορεί όμως να έρθει η προσευχή συνοδευόμενη από τέτοια κατάσταση, που ο Θεός να είναι μαζί μας και μόνη η προφορά του Ονόματός Του να μας φλέγει πραγματικά σαν φωτιά. Έτσι θα έπρεπε να προφέρουμε και το «Πάτερ ημών».
Ουσιαστικά, αν προφέραμε μόνο μία φορά σε όλη τη ζωή μας τις λέξεις αυτές του «Πάτερ ημών» με το αυθεντικό νόημά τους, που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα του Ίδιου του είναι, θα ήταν αρκετό. Σε Αυτό έγκειται το μυστήριο της αναγεννήσεώς μας από την αμαρτωλή κατάστασή μας σε εκείνην που αναμένει από εμάς ο Κύριος.
Έτσι, το θέμα της προσευχής με το Όνομα του Ιησού κατέχει πολύ σημαντική θέση στη ζωή της Εκκλησίας, γιατί αυτό είναι θέμα σωτηρίας του κόσμου, αφού ο Χριστός είναι ο Σωτήρας. Πολλά δεν εξαρτώνται από εμάς. Μπορούμε όμως να πούμε και το αντίθετο: πολλά εξαρτώνται από εμάς. Στην Εκκλησία θεσπίστηκε να προσευχόμαστε με τον τρόπο αυτό: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ΥΙέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Αυτή είναι πρωτίστως προσευχή μετανοίας.
«Τον αμαρτωλόν» όμως λέμε, μόνο όταν προσευχόμαστε μόνοι μας. Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο αδελφός μας είναι αμαρτωλός. Γι’ αυτό, όταν λέμε «ελέησον ημάς», η λέξη αμαρτωλός δεν προφέρεται. Ακολουθούμε το πνεύμα των επιστολών των Αποστόλων, όπου όλα τα μέλη της μιας ή της άλλης τοπικής Εκκλησίας αναφέρονται ως άγια.
Όσο βαθύτερη, λοιπόν, είναι η οδυνηρή αίσθηση για την παρουσία της αμαρτίας μέσα μας, τόσο μεγαλύτερο όφελος αποκομίζεται από κάθε επίκληση του θείου Ονόματος. Πρέπει όμως να λέμε την προσευχή αυτή ακόμη για πολλά χρόνια, ωσότου διαποτισθεί ολόκληρη η ύπαρξή μας με το Όνομα του Χριστού, του Σωτήρα μας.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 95-97)
(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικό στο κατά Ιωάννην).
Για τη γνησιότητα της περικοπής αυτής προκλήθηκαν σοβαρές αντιρρήσεις. Το ότι αυτή παραλείπεται μεν από πολλούς από τους παλαιότερους μεγαλογράμματους κώδικες, ανάμεσα στους οποίους και οι κώδικες (Σιναϊτικός, Αλεξανδρινός και Βατικανός (ομοίως στους κώδικες C, L, Ν, Τ, Χ, Δ ,Θ, καθώς και σε 70 άλλους μικρογράμματους κώδικες), από κάποιους πάλι άλλους (Ε Μ S Λ Π και 45 μικρογράμματους κώδικες) σημειώνεται με αστερίσκο ή οβελίσκο, σημάδια που εκφράζουν αμφιβολίες για τη γνησιότητα, και από άλλους τοποθετείται αλλού (δηλ. ο υπ’ αριθμόν 225 κώδικας τοποθετεί αυτήν μετά το Ιω. ζ 36, 10 άλλοι στο τέλος του ευαγγελίου και 4 άλλοι στο ευαγγέλιο του Λουκά μετά το κεφ. κα) θεωρήθηκε ως αρκετά σοβαρό επιχείρημα εναντίον της γνησιότητάς της.
Η σοβαρότητα επίσης του επιχειρήματος αυτού ενισχύεται και από το ότι οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Ωριγένης, Χρυσόστομος και Νόννος δεν μιλούν καθόλου για την περικοπή αυτή, η οποία δεν ερμηνεύεται ούτε στο κατά Ιωάννην υπόμνημα του Κυρίλλου, ούτε από τον Θεοφύλακτο, και μόλις κατά τον ιβ αιώνα παρουσιάζεται πρώτος να υπομνηματίζει αυτήν ο Ζιγαβηνός, ο οποίος όμως παρατηρεί για αυτήν, ότι «στα ακριβή αντίγραφα ή δεν βρίσκεται ή σημειώνεται με το σημάδι του οβελίσκου· για αυτό φαίνεται ότι είναι εμβόλιμα και προσθήκη και απόδειξη αυτού είναι ότι ούτε ο Χρυσόστομος τα αναφέρει καθόλου».
Επιπλέον η περικοπή λείπει και από τις παλαιές μεταφράσεις (Πεσιττώ, του Σινά, του Cureton, της Φιλοξενιανής) όπως και από τη Σαϊδική (μετάφραση), την Κοπτική, τη Γοτθική και την Αρμενική.
Αλλά και το πλήθος των διαφορετικών γραφών, οι οποίες σημειώθηκαν δυσανάλογα στους 12 στίχους της περικοπής αυτής, παρουσιάζει ελάχιστα πιθανό, ότι το κείμενο αυτό προήλθε από γραφίδα κάποιου αποστόλου, διότι ήταν αδύνατον κείμενο αποστολικό να υποστεί τέτοιες αλλοιώσεις. Υπολόγισαν σε 80 και πλέον τις διαφορετικές αυτές γραφές, ενώ ο Griesbach διέκρινε 3 διαφορετικά κείμενα αυτής της περικοπής.
Αντιθέτως άλλοι μεγαλογράμματοι κώδικες (Δ F G Η Κ U Γ) και πάνω από 300 μικρογράμματους περιλαμβάνουν την περικοπή χωρίς να σημειώνουν κάποιο σημάδι αμφιβολίας, ομοίως επίσης και κάποια χειρόγραφα της Ιτάλας (λατινική μετάφραση) όπως και η Βουλγάτα και η Συριακή μετάφραση της Ιερουσαλήμ. Επιπλέον μαρτυρείται αυτή από τις Αποστολικές Διαταγές (Ι,2,24), και η μαρτυρία αυτή, που μπορεί να φτάσει και μέχρι το τέλος του τρίτου αιώνα, θα έπρεπε να χαρακτηριστεί ως η παλαιότερη από όλες.
Κατά τον τέταρτο αιώνα οι Αμβρόσιος, Ιερώνυμος και Αυγουστίνος κηρύττονται υπέρ της αυθεντικότητας της περικοπής και εξηγούν την παράλειψή της από κάποιους κώδικες ότι οφείλεται στο φόβο κάποιων ασθενών στην πίστη χριστιανών μήπως οι γυναίκες τους βγάλουν από αυτήν συμπεράσματα χαλαρών ηθικών αντιλήψεων (August. De conj. Adult ΙΙ 6 δες και Hieron. Adv. Pelag. ΙΙ 17).
Αλλά και εσωτερικοί λόγοι, δηλαδή από την ανομοιότητα του ύφους σε σχέση με αυτό του υπόλοιπου ευαγγελίου του Ιωάννη, όπως και η απότομη παρεμβολή αυτού του ανεκδότου στη σειρά της διδασκαλίας του Κυρίου κατά την εορτή της σκηνοπηγίας, και η γενικότερη ομοιότητα και του περιεχομένου και της μορφής της περικοπής με την παράδοση και αφήγηση των συνοπτικών, συνηγορεί υπέρ της εκδοχής, ότι η περικοπή αυτή δεν έχει συγγραφεί από τον Ιωάννη.
Από την άλλη όμως η αφήγηση για τη μοιχαλίδα παρουσιάζεται ως αυθεντικό απόσπασμα πρωϊμότατης παράδοσης για τα λόγια και έργα του Κυρίου. Φαίνεται επίσης αν όχι βέβαιο, τουλάχιστον πιθανότατο, ότι σε αυτήν αναφέρεται ο Ευσέβιος (Εκκλ. Ιστ. γ 39) μιλώντας για τον Παπία (επίσκοπο Ιεραπόλεως) ότι έγραψε «και άλλη ιστορία για γυναίκα η οποία κατηγορήθηκε για πολλές αμαρτίες στον Κύριο, την οποία περιέχει το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο». Όπως όμως ήδη είπαμε, η όλη περικοπή παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τις ιστορίες των συνοπτικών, και η επιείκεια και η σοβαρότητα συγχρόνως που αποδίδονται από αυτήν στον Ιησού εμφανίζονται εξ’ ολοκλήρου σύμφωνες με τα χαρακτηριστικά του Ιησού, όπως διέσωσαν σε εμάς αυτά οι συνοπτικοί.
Και δεν απομένει η παραμικρή αμφιβολία, ότι το τεμάχιο αυτό εξιστορεί γεγονός αυθεντικό και διασώζει πιστά τα λόγια και τη στάση του Ιησού απέναντι σε γυναίκα που παρεκτράπηκε. Η σοφία και η δραστική δύναμη, την οποία ο Ιησούς εκδηλώνει στην ιστορία της μοιχαλίδας είναι τόσο μεγάλα, ώστε να παρουσιάζεται παράδοξο, πώς το αξιόλογο αυτό τμήμα της ευαγγελικής ιστορίας θεωρείται από πολλούς συγχρόνους ως αβέβαιο (b). (Δες g,β).
Ιω. 8,1 Ἰησοῦς δὲ(1) ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν(2)·
Ιω. 8,1 Ο δε Ιησούς επήγεν στο όρος των ελαιών.
(1) Αντιθετικός σύνδεσμος. Τα μεν μέλη του συνεδρίου γύρισαν στα σπίτια τους, ο δε Ιησούς μετέβη…
(2) Πουθενά στον Ιωάννη δεν συναντιέται η ονομασία αυτή, την οποία βρίσκουμε στους συνοπτικούς (β). Ο Ιωάννης για τον ίδιο τόπο χρησιμοποιεί τη φράση «πέραν του χειμάρρου των κέδρων» (ιη 1)(ο). Η γενική τοποθεσία της αφήγησης μοιάζει με αυτήν που περιγράφεται στη συνοπτική παράδοση. Ενώ διαρκούσε η τελευταία εβδομάδα πριν το Πάσχα, κατά την οποία ο Ιησούς σταυρώθηκε, ο Κύριος περνούσε την ημέρα στην Ιερουσαλήμ και ειδικά στο ναό και το απόγευμα αποσυρόταν έξω από την πόλη στη Βηθανία (Μάρκ. ια 11,12,19,27,Ματθ. κα 17). Τόσο από τον Μάρκο όσο και από τον Λουκά το όρος των Ελαιών μνημονεύεται ειδικά σε σχέση με τη συνηθισμένη του αυτή αποχώρηση (Μάρκ. ιγ 1-3,Λουκ. κα 37,38,κβ 39)(χ).
Ιω. 8,2 ὄρθρου(1) δὲ πάλιν παρεγένετο εἰς τὸ ἱερόν, καὶ πᾶς ὁ λαὸς(2) ἤρχετο πρὸς αὐτόν· καὶ καθίσας(3) ἐδίδασκεν αὐτούς.
Ιω. 8,2 Ενώ δε ακόμη ήτο πρωϊ, ήλθεν πάλιν στον ναόν και όλος ο λαός ήρχετο προς αυτόν. Και αφού εκάθισε, τους εδίδασκε.
(1) Λέξη που συνηθίζεται από τον Λουκά (Λουκ. κδ 1,Πράξ. ε 21) αντί για την οποία ο Ιωάννης χρησιμοποιεί τη λέξη πρωΐ (ιη 28,κ 1,κα 4)(β). Πολύ πρωί ο Κύριος επανέρχεται στο συνηθισμένο τόπο της διδασκαλίας του για συνέχιση του έργου του. Δες και Μάρκ. ια 20, όπου και πάλι πρωί παρουσιάζεται ο Κύριος να επιστρέφει στην πόλη (ο). Ο Κύριος δίδασκε «ευκαίρως, ακαίρως». Τρία πράγματα είναι αξιοσημείωτα εδώ σε σχέση με το κήρυγμα του Ιησού.
α) Ο χρόνος. «Όρθρου», πολύ πρωί. Παρόλο που διανυκτέρευσε έξω από την πόλη και πιθανότατα διέθεσε μεγάλο μέρος της νύχτας σε προσευχή, παρ’ όλα αυτά ήλθε εκεί πολύ νωρίς. Όταν το έργο κάποιας ημέρας πρόκειται να γίνει για το Θεό και τις ψυχές, καλό είναι να το αρχίζουμε νωρίς και να έχουμε ολόκληρη την ημέρα μπροστά μας και στη διάθεσή μας. β) Ο τόπος. Στο ιερό. Διότι εκεί συνέρρεε κατά τις ημέρες εκείνες λαός πολύς, για να λατρεύσει το Θεό, και ο Κύριος ήθελε να ενθαρρύνει το λαό σε τέτοιες συναθροίσεις, διότι δεν είχε ακόμα αφήσει τον τόπο εκείνο έρημο. γ) Η στάση του κατά την ώρα του κηρύγματος. Καθόταν και δίδασκε ως έχοντας εξουσία και ως έχοντας την πρόθεση να παρατείνει για πολύ το λόγο.
(2) Ο λαός που είχε καλές διαθέσεις προς αυτόν και όχι οι άρχοντες που σχεδίαζαν σκευωρίες εναντίον του (ο). Ήλθαν προς αυτόν, παρόλο που ήταν πολύ πρωί. Όσοι ζητούν αυτόν νωρίς και από τον όρθρο, θα τον βρουν.
(3) Σύμφωνα με τη συνήθεια αυτών που διδάσκουν δημόσια. Δες Ματθ. ε 1,Μάρκ. ιγ 3,Ιω. στ 3 (ο). Διαφορετικές γραφές στο στίχο: Παραγίνεται… ο όχλος. Αποσιωπάται από αρκετά χειρόγραφα το «προς αυτόν».
Ιω. 8,3 ἄγουσι δὲ οἱ γραμματεῖς(1) καὶ οἱ Φαρισαῖοι γυναῖκα(2) ἐπὶ μοιχείᾳ κατειλημμένην(3), καὶ στήσαντες αὐτὴν ἐν μέσῳ(4)
Ιω. 8,3 Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι φέρουν τότε μίαν γυναίκα, η οποία είχε συλληφθή επ' αυτοφώρω καταπατούσα την συζυγικήν πίστιν. Και αφού την έβαλαν ορθίαν στο μέσον του συγκεντρωμένου πλήθους,
Ιω. 8,4 λέγουσιν αὐτῷ· διδάσκαλε(5), αὕτη ἡ γυνὴ κατείληπται ἐπ᾿ αὐτοφώρῳ(6) μοιχευομένη(7)·
Ιω. 8,4 του λέγουν• “Διδάσκαλε, αυτή η γυναίκα έχει συληφθή επ' αυτοφώρω να καταπατή την συζυγικήν πίστιν•
(1) Πουθενά στον Ιωάννη δεν συναντιέται αυτός ο όρος, ενώ στους συνοπτικούς συχνότατα βρίσκεται η φράση οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι (β). Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, των οποίων ο υποκριτικός βίος θα αναγκάσει τον Κύριο να απευθύνει προς αυτούς τα καυστικά εκείνα Ουαί, αυτοί οδηγούν τη μοιχαλίδα μπροστά στον Ιησού. Είναι κάτι κοινό και συνηθισμένο σε εκείνους, οι οποίοι είναι παραδομένοι στην αμαρτία, να είναι αυστηροί στις αμαρτίες των άλλων.
(2) Η γυναίκα οδηγείται προς τον Ιησού όχι για διεξαγωγή κανονικής δίκης, αλλά με σκοπό να προκαλέσουν τον Ιησού να εκφράσει γνώμη για ζήτημα που σχετιζόταν με τον μωσαϊκό νόμο, και να χρησιμοποιήσουν στον κατάλληλο καιρό την γνώμη αυτήν εναντίον του (δες σ. 6)(β). Ο οικτίρμων και φιλεύσπλαχνος διδάσκαλος, ο οποίος δειχνόταν τόσο χαλαρός στην τήρηση των παραδόσεων, θα εξέφραζε φανερά τώρα τη διαφωνία του με τον Μωϋσή, που ξεκάθαρα πρόσταζε εδώ ως ποινή το λιθοβολισμό; Εάν θα διαφωνούσε με τον Μωϋσή, θα πιανόταν στην παγίδα (τ).
(3) Παρόμοιο με το συλλαμβάνω, και εκφράζει επιπλέον και την έννοια της σύλληψης στην ίδια την πράξη. Και στον Ιωάννη (α 5,ιβ 35)(β). Υπάρχει και η γραφή καταληφθεισαν. Ο κώδικας του Βέζα αντί για «επί μοιχεία» γράφει «επί αμαρτία».
(4) Στο μέσο των παρισταμένων εκεί που άκουγαν τη διδασκαλία του, έτσι ώστε ενώπιον όλων να συντελεστεί η εξέταση του ζητήματος και η έκφραση της γνώμης του Ιησού (β).
(5) Υπάρχει και η γραφή: λέγουσιν αυτω πειράζοντες. Βέβαιοι για το ότι ο Ιησούς θα συλλαμβανόταν στην παγίδα, μιλούν προς αυτόν ευγενικά αναγνωρίζοντας αυτόν διδάσκαλο (ο). Ονομάζοντας αυτόν διδάσκαλο, δήλωναν ταυτόχρονα και το λόγο για τον οποίο ζητούσαν από αυτόν να εκφέρει την απόφασή του (b).
(6) Επάνω στην ίδια την πράξη. Συνεπώς η ενοχή της είναι αδιαμφισβήτητη (ο). «Επ’ αυτοφώρω σημαίνει: ελέγχεται από μόνο του, φαίνεται από μόνο του, είναι ολοφάνερο» (Ζ). Παρόλο που η μοιχεία είναι έργο σκοταδιού, για το οποίο οι ένοχοι παίρνουν όλα τα μέτρα, για να το συγκαλύψουν εκτελώντας αυτό κρυφά, όμως μερικές φορές αποκαλύπτεται δημόσια. Όσοι νομίζουν, ότι μπορούν να κρυφτούν όταν αμαρτάνουν, πλανώνται οικτρά. Διότι και εάν στην παρούσα ζωή πετύχουν να κρυφτούν, ασφαλώς θα έλθει ημέρα, κατά την οποία τα πάντα θα φανερωθούν.
(7) Το ρήμα δεν συναντιέται στον Ιωάννη, ενώ βρίσκεται συχνά στους συνοπτικούς (β). Και η γραφή: Ταύτην εύρομεν… μοιχευομένην.
Ιω. 8,5 καὶ ἐν τῷ νόμῳ ἡμῶν Μωϋσῆς ἐνετείλατο τὰς τοιαύτας λιθοβολεισθαι(1)·
Ιω. 8,5 και στον νόμον μας ο Μωϋσής διέταξε να λιθοβολούνται αυταί αι γυναίκες.
(1) Σύμφωνα με το Λευϊτ. κ 10 τόσο ο μοιχεύων όσο και η μοιχευομένη έπρεπε να θανατώνονται. Δεν καθορίζεται όμως ο τρόπος της θανάτωσης. Στο Δευτερ. κβ 21-24 από την άλλη, ορίζεται ο με λιθοβολισμό θάνατος για τη νεόνυμφη, η οποία δεν θα βρισκόταν να είναι παρθένα, όπως και για την αρραβωνιασμένη, η οποία θα συλλαμβανόταν να μοιχεύει. Ίσως η μοιχαλίδα για την οποία γίνεται λόγος στην περικοπή αυτή να ήταν κάποια αρραβωνιασμένη. Πάντως όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει από το ότι τίθεται ζήτημα, του οποίου και ζητείται η λύση, η νομική αυτή διάταξη δεν βρισκόταν σε ισχύ, αλλά είχε χαλαρωθεί υπερβολικά η τήρησή της (g,β). Και οι γραφές: λιθάζειν, λιθάζεσθαι.
Ιω. 8,6 σὺ οὖν τί λέγεις; τοῦτο δὲ εἶπον ἐκπειράζοντες αὐτόν(1), ἵνα σχῶσι κατηγορίαν κατ᾿ αὐτοῦ. ὁ δὲ Ἰησοῦς κάτω κύψας τῷ δακτύλῳ ἔγραφεν(2) εἰς τὴν γῆν(3).
Ιω. 8,6 Συ, λοιπόν, τι λέγεις;” Αυτό δε είπαν, δια να τον θέσουν εις πειρασμόν και να έχουν εναντίον του κατηγορίαν. Ο δε Ιησούς έσκυψε κάτω και με το δάκτυλόν του έγραφεν στο έδαφος.
(1) Με ποιό τρόπο εδώ τον πείραζαν; Όχι μόνο διότι «ξέροντας ότι είναι ελεήμων και συμπαθής, περίμεναν ότι θα την λυπηθεί και επομένως θα έχουν κατηγορία εναντίον του, ότι παράνομα λυπάται αυτήν που ο νόμος λιθοβολεί» (Ζ). Οι Φαρισαίοι έβαζαν τον Ιησού μπροστά σε δίλημμα όπως στο Ματθ. κβ 15-22, πάνω στο οποίο η οποιαδήποτε απάντηση εξέθετε αυτόν σε κίνδυνο. Εάν δειχνόταν επιεικής, θα κατηγορούνταν ως παραβάτης του νόμου. Εάν συνιστούσε τον λιθοβολισμό, θα κατηγορούνταν ότι παρορμούσε τα πλήθη να μην σεβαστούν το δικαίωμα, το οποίο επιφύλασσε στον εαυτό της η Ρωμαϊκή εξουσία στις κατακτόμενες χώρες, να αποφασίζει αυτή για τις περιπτώσεις της καταδίκης σε θάνατο (jus gladii=νόμος του ξίφους). Παρόλο όμως που μερικές φορές οι ρωμαϊκές αρχές δείχνονταν χαλαρές στη διεκδίκηση αυτού του δικαιώματός τους, όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει από την περίπτωση του Στεφάνου (Πράξ. ζ 58), όμως οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι θα εύρισκαν αφορμή κατηγορίας εναντίον του Ιησού και θα δικαιολογούνταν πλήρως για τη σύλληψή του (g,β).
(2) Υπάρχει και η γραφή: κατέγραφε. Διάφορες ερμηνείες: Ή, σύμφωνα με γραφή σε κάποιους κώδικες η οποία μπήκε μέσα στο κείμενο «ενός εκάστου αυτών τας αμαρτίας»· Ή, όχι μόνο αυτών αλλά και όλων των θνητών τις αμαρτίες σύμφωνα με το Ιερεμ. ιζ 13 «όλοι όσοι σε εγκατέλειψαν… ας γραφτούν πάνω στη γη» (Ιερώνυμος adv. Pelag. ΙΙ 17). Ή, έγραφε αυτήν την ίδια την απάντηση που έδωσε «ο αναμάρτητος…» και μάλιστα το πρώτο μισό της, κατά την στο σ. 6 έναρξη του να γράφει και το άλλο μισό της κατά την στο σ. 8 εξακολούθηση του να γράφει (g). Ή, πρόκειται για συμβολική πράξη που δηλώνει, ότι μπορούσε να ορίσει νόμο που ήταν ανώτερος από τον αντίστοιχο Μωσαϊκό.
Η πιο πιθανή από όλες αυτές είναι η επόμενη: «Αυτό ακριβώς που συνηθίζουν πολλές φορές να κάνουν αυτοί που δεν θέλουν να απαντήσουν… Διότι γνωρίζοντας το τέχνασμά τους, προσποιούνταν ότι γράφει στη γη και δεν προσέχει αυτά που έλεγαν» (Ζ). Στο κείμενο της αφήγησης η έμφαση βρίσκεται όχι στο τι ο Κύριος έγραφε στο έδαφος, αλλά στην κίνηση του χεριού, την πράξη της γραφής (χ). Τελείως φυσικά, όπως θα έπραττε ο καθένας, όταν καθισμένος, ίσως και με ραβδί στα χέρια, θα απασχολούνταν από σκέψεις (μ) σε περίπτωση μάλιστα κατά την οποία αυτοί που ζητούσαν από αυτόν την απάντηση θα κινούνταν όχι από ευθέα ελατήρια.
Με το παράδειγμά του αυτό ο Κύριος μάς δίδαξε να είμαστε αργοί στο να μιλήσουμε, όταν μάλιστα δύσκολες περιπτώσεις προβάλλουν μπροστά μας. Και όταν βρισκόμαστε μπροστά σε προκλήσεις, πρέπει να συγκρατιόμαστε και διακόπτοντας να σκεφτόμαστε προηγουμένως και έπειτα να μιλάμε. Σκέψου δύο φορές πριν μιλήσεις μία.
(3) Μετά από αυτό κάποιοι κώδικες προσθέτουν την από έξω προερχόμενη γραφή «μη προσποιούμενος»=προσποιούμενος ότι δεν είναι έτσι· προσποιούμενος ότι δεν έχουν έτσι τα πράγματα ή ότι δεν άκουσε τι του είπαν (β).
Ιω. 8,7 ὡς δὲ ἐπέμενον ἐρωτῶντες αὐτόν, ἀνέκυψε καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν(1) πρῶτος βαλέτω λίθον ἐπ᾿ αὐτήν(2).
Ιω. 8,7 Επειδή δε εκείνοι επέμενον να τον ερωτούν, εσήκωσε την κεφαλήν και τους είπεν• “ο αναμάρτητος από σας ας ρίψη πρώτος λίθον επάνω της”.
(1) Όχι ο αναμάρτητος ως προς την πράξη της μοιχείας ή ως προς τα αμαρτήματα της ακαθαρσίας, αλλά ο αναμάρτητος ως προς κάθε αμαρτία (β). Με την απάντηση αυτή ο Κύριος δεν εννοεί, ότι για να δικάσει κάποιος πρέπει να είναι αναμάρτητος, αλλά στρέφεται κυρίως εναντίον της αυστηρότητας, με την οποία άνθρωποι παραβλέποντας τις δικές τους αμαρτίες και παρεκτροπές, κρίνουν τους άλλους. Μεταφέρει έτσι το ζήτημα από το δικαστικό επίπεδο στο ηθικό. Βεβαίως ο δικαστής, ο εντεταλμένος να αποδίδει δικαιοσύνη, οφείλει να πράττει αυτό ανεξάρτητα της προσωπικής του ηθικής κατάστασης. Εδώ όμως ο Κύριος δεν προσκαλούνταν να εκδώσει απόφαση ως επίσημος δικαστής, αλλά να εκφέρει γνώμη ως διδάσκαλος (g).
Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε σφάλματα των άλλων, πρέπει να σκεφτόμαστε και τα δικά μας σφάλματα, για τα οποία πρέπει να γίνουμε αυστηρότεροι εναντίον του εαυτού μας παρά εναντίον των άλλων. Πρέπει να είμαστε ήπιοι και επιεικείς, όχι βέβαια προς τις αμαρτίες που διαπράχθηκαν, αλλά προς τα πρόσωπα που τις διέπραξαν, τα οποία πρέπει να διορθώνουμε «με πνεύμα πραότητας» αποβλέποντας στους εαυτούς μας και στη διεφθαρμένη μας φύση. Είτε είμαστε και εμείς τώρα, είτε υπήρξαμε στο παρελθόν, είτε ενδέχεται να υπάρξουμε στο μέλλον ό,τι είναι αυτός που τώρα κρίνεται από εμάς.
(2) «Δες πώς ταυτόχρονα και το νόμο τήρησε και τη γυναίκα λυπήθηκε» (Ζ). Με τη φράση αυτή ο Κύριος δεν θέτει ζήτημα για το αν η διάταξη είναι ή δεν είναι σωστή ως αυστηρή, αλλά αναγνωρίζοντας την ισχύ του νόμου θέτει ζήτημα, για το ποιος έπρεπε να εκτελέσει αυτόν (g).
«Πώς απάντησε η Αλήθεια; Πώς αποκρίθηκε η Σοφία; Πώς αποκρίθηκε η Δικαιοσύνη; Δεν είπε· ας μη λιθοβοληθεί. Διότι θα παρουσιαζόταν να μιλά εναντίον του νόμου. Ούτε είπε· ας λιθοβοληθεί. Διότι ήλθε όχι για να χάσει εκείνο, το οποίο βρήκε, αλλά να ζητήσει το χαμένο. Αλλά τι απάντησε; Ο αναμάρτητος… Ω απόκριση Σοφίας! Παρατηρούσαν τη μοιχαλίδα και δεν έβλεπαν μέσα στον εαυτό τους. Ήταν παραβάτες του νόμου και επιθυμούσαν να εφαρμοστεί ο νόμος… Ας τιμωρηθεί ο αμαρτωλός, αλλά όχι από αμαρτωλούς· ας τηρηθεί ο νόμος, αλλά όχι από τους παραβάτες του νόμου» (Αυ).
Ιω. 8,8 καὶ πάλιν κάτω κύψας(1) ἔγραφεν εἰς τὴν γῆν(2).
Ιω. 8,8 Και αφού έσκυψε πάλιν κάτω, δια να τους δώση καιρόν να συναισθανθούν την ιδικήν των αμαρτωλότητα έγραφεν εις την γην.
(1) Με αυτό εκδηλώνει σαφώς ο Κύριος, ότι δεν είχε διάθεση να επεκταθεί σε περαιτέρω συζήτηση για το θέμα με τους Φαρισαίους (β).
(2) «Έτσι ώστε, την ώρα που αυτός ασχολούνταν δήθεν με το να γράφει, να τους δώσει τη δυνατότητα να αναχωρήσουν πριν τους καταδικάσει πιο φανερά. Διότι και αυτούς λυπόταν από υπερβολική αγαθότητα» (Ζ). Κάποια χειρόγραφα προσθέτουν: ενός εκάστου τας αμαρτίας.
Ιω. 8,9 οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐξήρχοντο(1) εἷς καθ᾿ εἷς, ἀρξάμενοι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων(2), καὶ κατελείφθη ὁ Ἰησοῦς καὶ ἡ γυνὴ ἐν μέσῳ οὖσα(3).
Ιω. 8,9 Εκείνοι δε, όταν ήκουσαν το λόγια του, ήρχισαν ο ένας μετά τον άλλον να φεύγουν, αρχής γενομένης από τους γεροντοτέρους (διότι όλοι ήρχισαν να δοκιμάζουν ελέγχους της συνειδήσεως δια τα ιδικά των αμαρτήματα). Και απέμεινεν ο Ιησούς και η γυναίκα, η οποία εστέκετο ορθία στο μέσον των άλλων.
(1) Υπάρχει και η γραφή: ακούσαντες και υπό της συνειδήσεως ελεγχόμενοι εξήρχοντο. Έβγαιναν φοβούμενοι ίσως να μην ελεγχθούν αυστηρότερα από τον Ιησού, αλλά κυρίως μη ενδιαφερόμενοι πλέον για κάτι άλλο αφού η προσπάθειά τους για παγίδευση του Ιησού απέτυχε. Άφησαν τη γυναίκα, διότι δεν ενδιαφέρονταν να τιμωρηθεί η παράβαση του νόμου, αλλά να παγιδευτεί ο Ιησούς. Εάν ενδιαφέρονταν για την τιμωρία του παραβάτη, θα οδηγούσαν αμέσως τη γυναίκα ενώπιον των επίσημα εγκατεστημένων δικαστών (g).
(2) Στην ηλικία, οι οποίοι ως τέτοιοι ήταν και επί κεφαλής της όλης πομπής και βρίσκονταν στην πρώτη σειρά των κατηγόρων (g). Κάποιοι κώδικες προσθέτουν «έως των εσχάτων». =Όχι τους νεώτερους στην ηλικία, αλλά τους τελευταίους (Meyer). Έτσι όλοι οι κατήγοροι αποχώρησαν.
(3) Από τη φράση αυτή συμπεραίνουμε ότι δεν αποχώρησε και ο λαός που ήταν μαζί με τον Ιησού, που άκουγε τη διδασκαλία του (ο). «Άφησαν τη γυναίκα μαζί με τη μεγάλη της αμαρτία σε Αυτόν, ο Οποίος ήταν χωρίς αμαρτία» (Αυ).
Ιω. 8,10 ἀνακύψας(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· γύναι(2), ποῦ εἰσιν(3); οὐδείς σε κατέκρινεν;
Ιω. 8,10 Εσήκωσε τότε ο Ιησούς την κεφαλήν και της είπε• “γυναίκα, που είναι αυτοί που σε κατηγόρησαν; Κανείς δεν σε κατέκρινε αξίαν λιθοβολισμού;”
(1) Υπάρχει και η γραφή αναβλέψας. Μέχρις ότου αποχωρήσουν όλοι οι κατήγοροι ο Ιησούς έχοντας το κεφάλι στραμμένο προς τα κάτω, εξακολουθούσε να γράφει με το δάχτυλο στο έδαφος. Όταν λοιπόν αποχώρησαν όλοι, τότε ο Ιησούς αφού σήκωσε το κεφάλι απηύθυνε το λόγο προς την γυναίκα (ο). Μετά το «ο Ιησούς» κάποιοι από τους μεγαλογράμματους κώδικες προσθέτουν «και μηδένα θεασάμενος πλην της γυναικός».
(2) Φαίνεται, ότι και αυτή από ντροπή είχε προς τα κάτω το κεφάλι. «Ανέμενε να τιμωρηθεί από αυτόν, στον οποίο δεν μπορούσε να βρεθεί αμαρτία» (Αυ). Για αυτό και ο Κύριος αποκαλεί αυτήν με το «Γυναίκα». «Αυτός ο οποίος έτρεψε σε φυγή τους κατηγόρους της με τη γλώσσα της δικαιοσύνης, υψώνοντας μάτια επιείκειας προς αυτήν, τήν ρώτησε» (Αυ).
(3) Προστίθεται από άλλους κώδικες: εκείνοι οι κατήγοροί σου; Με το ερώτημα αυτό ο Κύριος ζητά όχι να πληροφορηθεί για την αποχώρηση των κατηγόρων της γυναίκας, αλλά να επιστήσει την προσοχή της στο γεγονός της αυτοκαταδίκης εκείνων και σε εκείνο, το οποίο θα έλεγε σε αυτήν με την ευκαιρία της αποχώρησης (ο).
Ιω. 8,11 ἡ δὲ εἶπεν· οὐδείς, Κύριε. εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ ἐγώ(1) σε κατακρίνω(2)· πορεύου(3) καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε(4).
Ιω. 8,11 Εκείνη δε είπε• “κανείς, Κυριε”. Είπε δε ο Ιησούς• “ούτε εγώ, που είμαι αναμάρτητος, σε κατακρίνω. Πηγαινε και από τώρα και πέρα μη αμαρτάνεις πλέον”.
(1) «Ούτε εγώ σε κατακρίνω, από τον οποίο ίσως φοβάσαι ότι θα κατακριθείς, διότι σε εμένα δεν βρίσκεις αμαρτία» (Αυ). Με αυτό αφήνει ο Κύριος να εννοηθεί από τη γυναίκα, ότι αυτός είχε το δικαίωμα να ρίξει εναντίον της την πέτρα της καταδίκης (g).
(2) Όχι δεν κατακρίνω την πράξη σου και την διαγωγή σου. Δεν προβαίνω στο έργο του κριτή και εκτελεστή της καταδικαστικής απόφασης (ο).
(3) Δεν προσθέτει: εις ειρήνην· ούτε λέει: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, αλλά μην αμαρτάνεις πλέον (b). Δεν συγχωρεί τη γυναίκα για την αμαρτία της, διότι αυτή δεν είχε προσέλθει μόνη μετανιωμένη και ζητώντας την άφεση, όπως αυτή στο Λουκ. ζ 37. Ούτε απευθύνει προς αυτήν τα ίδια λόγια, τα οποία και προς εκείνην (ο.π. σ. 48,50). Απλώς μακροθυμεί και παρέχει σε αυτήν πίστωση χρόνου για διόρθωση (g).
(4) Διακηρύσσεται το μέγεθος της παρεκτροπής της γυναίκας και καλείται αυτή να μην επαναλάβει αυτήν στο μέλλον (ο).
«Ο Κύριος κατέκρινε. Κατέκρινε όμως την αμαρτία, όχι τον άνθρωπο. Διότι εάν ήταν προστάτης της αμαρτίας θα έλεγε· Ούτε εγώ σε κατακρίνω. Πήγαινε, ζήσε όπως θες» (Αυ).
Πράγματι ευτυχείς είναι εκείνοι, τους οποίους ο Χριστός δεν κατακρίνει, αλλά συγχωρεί. Διότι όλων των άλλων οι κατακρίσεις και τα δυσμενή σχόλια λαμβάνουν αποστομωτική απάντηση από την φιλεύσπλαχνη απόλυση, την οποία παρέχει ο Κύριος, ο οποίος και μόνος είναι ο Ύψιστος Κριτής. Μη λησμονούμε όμως, ότι εκείνους δεν κατακρίνει ο Κύριος, οι οποίοι, αν και αμάρτησαν, πορεύονται με την απόφαση του να μην αμαρτάνουν στο εξής. Για τις προηγούμενες αποστασίες μας δεν θα ζητήσει λόγο από εμάς, εάν δειχτούμε διατεθειμένοι να ρίξουμε κάτω τα χέρια και να επιστρέψουμε στην υποταγή προς αυτόν.
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 284-290 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας, Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος, Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος, Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας, Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης, Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας, Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός, Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940
(Π.Ν. Τρεμπέλα Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην).
Ιωάννου 2,1 Καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ(1) γάμος(2) ἐγένετο(3) ἐν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας(4), καὶ ἦν ἡ μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ(5) ἐκεῖ·
Ιω. 2,1 Και την τρίτην ημέραν, έπειτα από τα γεγονότα αυτά, έγινε γάμος εις την Κανά της Γαλιλαίας και ήτο εκεί και η μητέρα του Ιησού (μετάφραση Κολιτσάρα Ι.).
(1) Περίπου 50 μίλια χώριζαν τη Βηθαβαρά ή Βηθανία από τη Ναζαρέτ, όπου ο Ιησούς μετέβαινε πιθανώς. Το ταξίδι αυτό απαιτούσε λοιπόν πορεία 3 ημερών (g). Η τρίτη αυτή ημέρα «είναι έκτη από αυτές που απαριθμήσαμε από την αρχή» (Ω). Έκτη, εάν υπολογίσουμε ως πρώτη εκείνη, κατά την οποία ο Ιωάννης έδωσε μαρτυρία στους απεσταλμένους του συνεδρίου. Δες α 19. Πρώτη πρέπει να υπολογίσουμε την ημέρα, κατά την οποία ο Ιησούς θέλησε να βγει στη Γαλιλαία (α 44)(g).
Γίνεται η ερώτηση ποια από τις ημέρες αυτές ήταν Σάββατο; Δεδομένου, ότι το Σάββατο δεν μπορούσε να είναι ημέρα πορείας, φαίνεται πιθανό, ότι το Σάββατο συνέπιπτε με την ημέρα της κλήσης του Ανδρέου και Ιωάννου, οι οποίοι «έμειναν σε αυτόν εκείνη την ημέρα» (α 40), το οποίο συμβιβάζεται πλήρως με την υποχρεωτική ανάπαυση της ημέρας του Σαββάτου. Κάποιοι από τους νεώτερους ερμηνευτές υπολογίζοντας ως πρώτη ημέρα του ταξιδιού όχι την ημέρα, κατά την οποία ο Ιησούς θέλησε και αποφάσισε τη μετάβαση στη Γαλιλαία, αλλά την επομένη, βρίσκουν, ότι η εδώ καθοριζομένη τρίτη ημέρα ήταν η τέταρτη της εβδομάδας, το οποίο παρουσιάζεται, σύμφωνα με αυτούς, να συμφωνεί με τη διάταξη στο Ταλμούδ, που λέει ο γάμος κάθε παρθένας να γίνεται κατά την τέταρτη ημέρα (β).
(2) Ο Χριστός δεν καταργεί την ανθρώπινη κοινωνία, αλλά αγιάζει αυτήν (b). Λέγοντας γάμο ο ευαγγελιστής εννοεί το δείπνο για το γάμο.
(3) Επειδή ο εορτασμός των γάμων παρατεινόταν στους Εβραίους για ολόκληρη εβδομάδα, υποτίθεται ότι με το «εγένετο» δηλώνεται η έναρξη του πανηγυρισμού του γάμου για τον οποίο γίνεται λόγος (κ).
(4) Προστίθεται το Γαλιλαίας για διάκριση από την Κανά της κοίλης Συρίας, που βρισκόταν όχι μακριά από την Τύρο. Όμως και πάλι επικρατεί αβεβαιότητα για την τοποθεσία αυτής της πόλης. Δείχνονται σήμερα δύο Κανά. Μία 3,5 μίλια Β.Α. της Ναζαρέτ, η οποία ονομάζεται Κέφρ Κεννά, και άλλη 8 μίλια βόρεια της Ναζαρέτ, που ονομάζεται Khirbet Κεννά (g,β). Σύμφωνα με τους g, β η Κανά που τελέστηκε το θαύμα είναι η Κέφρ Κεννά, οι μ, χ όμως προτιμούν την άλλη. Ο Χριστός αρχίζει τα θαύματά του σε κάποια αφανή πόλη, μακριά από την Ιερουσαλήμ, δείχνοντας έτσι, ότι δεν ζήτησε δόξα από ανθρώπους (Ιω. ε 41), αλλά συγκατέβαινε προς τους ταπεινούς.
(5) Ή, ο Ιωάννης ουδέποτε ονομάζει αυτήν με το όνομα Μαρία, αλλά θεωρεί το όνομα ως δεδομένο, επειδή είναι γνωστό από τους άλλους ευαγγελιστές (b). Ή, πιο σωστά, ο Ιωάννης εδώ τονίζει κυρίως το «μητέρα», διότι με την ιδιότητά της ως μητέρας του Ιησού πρόκειται να παίξει πρωτεύοντα ρόλο στα περιστατικά του θαύματος (g).
Ιω. 2,2 ἐκλήθη δὲ(1) καὶ ὁ Ἰησοῦς(2) καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ(3) εἰς τὸν γάμον.
Ιω. 2,2 Προσεκλήθη και ο Ιησούς και οι μαθηταί του στον γάμον.
(1) Υπάρχει αντίθεση μεταξύ του ἦν… ἐκεῖ και του ἐκλήθη. Ο Ιησούς κλήθηκε με το που έφτασε από την έρημο του Ιορδάνη, ενώ η Μαρία βρισκόταν ήδη εκεί. Τόσο από τους υπαινιγμούς αυτούς, όσο και από τις διαταγές, τις οποίες δίνει μετά από λίγο η Μαρία στους υπηρέτες του γάμου, συμπεραίνουμε ότι αυτοί που ήταν στο σπίτι, όπου τελούνταν ο γάμος, συνδέονταν στενά με αυτήν, πιθανότατα μάλιστα και με δεσμούς συγγένειας (g).
(2) Από τον ενικό «κλήθηκε» φαίνεται ότι κυρίως ο Ιησούς προσκλήθηκε, ενώ οι μαθητές κλήθηκαν προς τιμήν του (g). Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιησούς δεν αρνήθηκε.
«Αυτός που νομοθέτησε το γάμο, ήλθε για να τιμήσει το γάμο και να τον αγιάσει με την παρουσία του» (Ζ).
«Τίμησε με την παρουσία του το γάμο, αυτός που είναι η ευθυμία και η χαρά όλων» (Κ).
«Διότι πράγματι, αφού ο Ιησούς είναι ο δημιουργός του άνδρα και της γυναίκας, δεν αρνείται να κληθεί σε γάμο, αφού αυτός είναι εκείνος που αφού έπλασε την Εύα, την οδήγησε στον Αδάμ. Για αυτό και στο ευαγγέλιο για αυτήν τη σύνδεση λέει: «Αυτά που ο Θεός ένωσε, άνθρωπος να μην τα χωρίζει». Ας ντραπούν λοιπόν όσοι αιρετικοί απορρίπτουν το γάμο, τη στιγμή που ο Ιησούς καλείται σε γάμο και είναι και η μητέρα του εκεί» (Ω).
(3) Οι γνωστοί από την προηγούμενη αφήγηση, έξι στον αριθμό. Σε όλα τα ευαγγέλια με τον όρο «οι μαθητές του», δηλώνονται άλλοτε μεν ο στενός κύκλος των 12, άλλοτε πάλι ο ευρύτερος κύκλος, που περιλάμβανε όλους όσους ακολουθούσαν τον Ιησού. Έτσι στα Ματθ. η 21, Μάρκ. β 15,γ 7,Λουκ. στ 13,Ιω. στ 60,61,66, η ονομασία μαθητές δεν περιορίζεται στους 12. Στον Ιωάννη ο όρος «οι μαθητές» χωρίς κάποια άλλη προσθήκη (το «αυτού» ή κάτι άλλο) μία μεν φορά αναφέρεται αποκλειστικά στους 12 (ιγ 5 και 22), ενώ συχνότατα αναφέρεται στους μαθητές που ήδη αναφέρθηκαν ή είναι παρόντες, όπως εδώ (δες και δ 31,33,ια 7,8,12,54,κ 4,10,18,19,20) και μία φορά (κ 30) με ευρύτερη έννοια (β).
Ιω. 2,3 καὶ(1) ὑστερήσαντος(2) οἴνου λέγει ἡ μήτηρ(3) τοῦ Ἰησοῦ πρὸς αὐτόν· οἶνον οὐκ ἔχουσι(4).
Ιω. 2,3 Επειδή δε έλειψεν ο οίνος, λέγει η μητέρα του Ιησού προς αυτόν• “οίνον δεν έχουν”.
(1) Ο σιναϊτικός κώδικας έχει τη γραφή: Και οίνον ουκ είχον ότι συνετελέσθη ο οίνος του γάμου (=και δεν είχαν κρασί διότι τελείωσε το κρασί του γάμου).
(2) Το ρήμα υστερώ, στη χρήση του από τους κλασσικούς συγγραφείς σημαίνει βραδύνω (=αργώ), ενώ στη μεταγενέστερη χρήση σημαίνει τελειώνω, εξαντλούμαι· κατέληξε στη χρήση αυτή από την πρώτη, επειδή σημαίνει «δεν έμεινε», δεν ήταν αρκετό για την ανάγκη αυτών που έτρωγαν (δ). «Υστέρησε, δηλαδή χρειάστηκε, έλλειψε» (Ζ). Ο γάμος, όπως ειπώθηκε, διαρκούσε μερικές φορές ολόκληρη εβδομάδα (Γεν. κθ 27,Τωβ. ια 18).
Πόσες ημέρες ο γάμος αυτός διήρκεσε και ποια ημέρα ο Κύριος ήλθε και το κρασί τελείωσε, δεν είναι γνωστό (b). Πάντως στην έλλειψη συντέλεσε και η απροσδόκητη έλευση του Ιησού με τους μαθητές του, οι οποίοι δεν είχαν προϋπολογιστεί στον αριθμό των καλεσμένων.
(3) Όπως φαίνεται από την απάντηση του Ιησού «δεν έφτασε ακόμη η ώρα μου», η Μαρία ζητά την προμήθεια κρασιού με θαύμα. Αλλά γεννιέται το ερώτημα:
«Από πού ήλθε στη μητέρα το να φανταστεί κάτι τόσο μεγάλο για αυτόν; Άρχιζε να αποκαλύπτεται, και ο Ιωάννης τον είχε κάνει ολοφάνερο με όσα είχε πει στους μαθητές του· αλλά και πριν από όλα αυτά, η ίδια η σύλληψη και όσα έγιναν σχετικά με τη σύλληψη, δημιούργησαν μέσα της μεγάλη ιδέα για το παιδί, και λέει το ευαγγέλιο (Λουκ. 2,19) ότι τα σύγκρινε μέσα στην καρδιά της όλα αυτά. Όταν λοιπόν είδε ότι ο Ιωάννης ήλθε για αυτόν και έδινε μαρτυρία για αυτόν και ότι είχε μαθητές, τότε λοιπόν, παίρνοντας θάρρος, παρακαλούσε» (Θμ).
Πάντως η παρουσία των 6 μαθητών, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν πρόσωπα άγνωστα στην Παρθένο, αποτελούσε γεγονός αξιοπερίεργο, του οποίου την εξήγηση θα ζήτησε αυτή και θα πληροφορήθηκε. Οι μαθητές λοιπόν θα ανακοίνωσαν τα σχετικά με τη μαρτυρία του Ιωάννη, αλλά επίσης και όσα συνέβησαν κατά την πρώτη συνάντηση του Ιησού με το Ναθαναήλ, ανάμεσα στα οποία ήταν και η υπόσχεση για το ανέβασμα και το κατέβασμα των αγγέλων (g).
(4) «Ήθελε και σε εκείνους να δείξει ευγνωμοσύνη» (Χ), και πολύ περισσότερο, από τη στιγμή που ήταν δυνατόν να σκεφτεί, ότι την εξάντληση του κρασιού επιτάχυνε η ευγενική πρόσκληση του Ιησού και των 6 μαθητών του (κ). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία:
Ήθελε η Παρθένος «και τον εαυτό της να παρουσιάσει λαμπρότερο μέσω του γιου της. Και ίσως είχε πάθει και κάτι ανθρώπινο, όπως ακριβώς και οι αδελφοί του όταν έλεγαν: Δείξε τον εαυτό σου στον κόσμο (Ιω. ζ 4), επειδή ήθελαν να καρπωθούν τη δόξα από τα θαύματα» (Χ). Ο σιναϊτικός γράφει: οίνος ουκ έστι.
Ιω. 2,4 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· τί ἐμοὶ καὶ σοί(1), γύναι(2); οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου(3).
Ιω. 2,4 Της λέγει δε ο Ιησούς• “τι κοινόν υπάρχει, ω γύναι, μεταξύ εμού του Μεσσίου και σου, που με εγέννησες ως άνθρωπον; Δεν ήλθεν ακόμη η ώρα μου να κάμω θαύματα εμπρός στους ανθρώπους”.
(1) Φράση που συναντιέται και στην Π.Δ. (δες Κριτ. ια 12,Β΄Βασ. ιστ 10, Γ΄ Βασ. ιζ 18,Δ Βασ. γ 13), σημαίνει διαφορά στις γνώμες ή τα ενδιαφέροντα (β), και θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε αυτήν: «Τι κοινό υπάρχει σε μένα και σε σένα;» (Ζ). Τι λογαριασμούς έχουμε μαζί; Η απάντηση αυτή του Κυρίου εξηγείται, εάν λάβουμε υπ’ όψη, ότι «επειδή τον γέννησε, είχε την αξίωση σύμφωνα με τη συνήθεια των άλλων μητέρων, να προστάζει σε αυτόν τα πάντα, ενώ έπρεπε να τον σέβεται και να τον προσκυνά ως δεσπότη» (Χ).
Αξιοσημείωτη και η παρατήρηση: «Έπρεπε να τον παρακαλέσουν αυτοί που είχαν την ανάγκη και όχι η μητέρα του» (Χ). «Διότι εάν, λέει, δεν υπάρχει κρασί, έπρεπε οι ίδιοι εκείνοι που δεν έχουν να έλθουν και να ζητήσουν, και όχι εσύ η μητέρα» (Θφ).
(2) Το «γυναίκα» με το οποίο ο Σωτήρας ονομάζει τη μητέρα του εδώ και στο ιθ 26 και τη Μαγδαληνή Μαρία (κ 15), είναι η συνηθισμένη ονομασία των γυναικών και των ίδιων των μητέρων στους Εβραίους, όπως και στους Έλληνες των γυναικών και των ίδιων των βασιλισσών (Ιλιάδ. Γ 204,Οδύσ. Ψ 221,Σοφοκλ. Οιδίπ. Τύραν. 189). Επομένως τίποτα το απότομο δεν έχει μέσα της η λέξη (δ). Η ονομασία «Γυναίκα» φανερώνει κάποιον που είτε αγανακτεί (Λουκ. κβ 57) είτε θαυμάζει (Ματθ. ιε 28) είτε τιμά (Λουκ. ιγ 12,Ιω. δ 21) είτε δείχνει σεβασμό (Ιω. β 4,ιθ 26)(G).
«Επομένως αυτά τα λόγια δεν σήμαιναν αυθάδεια προς τη μητέρα» (Χ).
Είναι μία ενδιάμεση ονομασία ανάμεσα στο «μητέρα», το οποίο θα δήλωνε άμεση εξάρτηση του Ιησού και ως Μεσσία από τη μητέρα του, και στο «Μαρία», το οποίο θα δήλωνε χαλάρωση του σεβασμού προς τη μητέρα. Με το «γυναίκα» δείχνει ο Χριστός ότι πέρασε πλέον ο καιρός του να ασκεί πάνω του η Μαρία οποιοδήποτε μητρικό κύρος.
«Δεν είπε λοιπόν «μητέρα», αλλά «γυναίκα», ως Θεός» (Ζ) ή μάλλον ως Μεσσίας.
«Ως Θεός δεν είχε μητέρα· ως άνθρωπος είχε. Ήταν λοιπόν η μητέρα της σάρκας του, της ανθρώπινης φύσης του… Αλλά το θαύμα το οποίο επρόκειτο να ενεργήσει, θα το ενεργούσε με τη θεία του φύση, όχι με την ασθένειά του ως άνθρωπος· επειδή ήταν Θεός και όχι επειδή είχε γεννηθεί ασθενής άνθρωπος» (Αυ).
«Η ενέργεια όμως του Υιού του Θεού εξαρτάται μόνο από τη θέληση του Πατέρα» (Ειρηναίου Κατά αιρέσ. ΙΙΙ,16.7).
(3) Μπορούμε να πάρουμε τη φράση με στενή έννοια=«δεν είναι ο κατάλληλος καιρός» (Θφ), «δεν έχει έλθει ακόμα η ώρα μου, η ώρα να θαυματουργήσω, το οποίο ζητάς» (Ζ).
«Γιατί δεν έπρεπε να προχωρήσει στην πράξη τρέχοντας, ούτε να εμφανιστεί ότι από μόνος του προχωρεί στη θαυματουργία… αλλά να προσφέρει τη χάρη στην ανάγκη μάλλον, παρά σε εκείνους που τον βλέπουν» (Κ).
«Δεν είμαι ακόμα γνωστός στους παρόντες, ούτε ξέρουν ότι τελείωσε το κρασί· άφησέ τους να το αντιληφθούν πρώτα… έτσι ώστε να δεχτούν αυτοί το θαύμα με πολλή συμφωνία· διότι εκείνος μεν που γνωρίζει ότι έχει περιέλθει σε ανάγκη, όταν πετύχει αυτά που ζητά, έχει πολλή ευγνωμοσύνη. Εκείνος όμως που δεν έχει συναίσθηση της ανάγκης, δεν θα λάβει σαφή και μεγάλη αίσθηση της ευεργεσίας» (Χ).
Με άλλα λόγια· Δεν ήλθε ακόμη η κατάλληλη ώρα· όταν τελειώσει το κρασί και γίνει αισθητή η έλλειψή του, τότε θα φτάσει η κατάλληλη στιγμή για να πράξω ό,τι πρέπει. Κυρίως όμως στον Ιωάννη η φράση «η ώρα μου», αναφέρεται στην ώρα της Μεσσιανικής εμφάνισης του Κυρίου, και ειδικότερα στα ζ 30,η 20,ιβ 23,ιζ 1 στο θάνατό του και στη δόξα που ακολούθησε. Εδώ λοιπόν η φράση σημαίνει: Δεν είχε φτάσει ακόμη η στιγμή για τη δημόσια εμφάνιση του Ιησού ως Μεσσία, όπου το πρώτο σημάδι της εμφάνισης αυτής ήταν το θαύμα, στο οποίο το νερό μεταβλήθηκε σε κρασί (β)
Ιω. 2,5 λέγει ἡ μήτηρ αὐτοῦ(1) τοῖς διακόνοις· ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν(2), ποιήσατε.
Ιω. 2,5 Η μητέρα του από τον τόνον της φωνής του εκατάλαβε, ότι θα επραγματοποιούσε την παράκλησίν της και δι' αυτό είπεν στους υπηρέτας• “ο,τι σας πη κάμετέ το”
(1) Στον τόνο της φωνής και γενικά στην έκφραση της απάντησης κρυβόταν κάτι, το οποίο έδωσε στη Μαρία να αντιληφθεί, ότι ο γιος της θα άκουγε την αίτησή της. «Αφού κατάλαβε το σκοπό του λόγου… και ότι δεν θα παραβλέψει την παράκλησή της, κάνει τους υπηρέτες του τραπεζιού έτοιμους στην υπηρεσία του» (Ζ).
(2) Διαισθάνεται ότι κάτι έκτακτο πρόκειται να συμβεί και με την παραγγελία της αυτή στους υπηρέτες θέτει αυτούς στη διάθεση του υιού της, επιζητώντας να εξασφαλίσει σε αυτόν πλήρη ελευθερία ενέργειας (β). Όσοι περιμένουν χάρες από το Χριστό, οφείλουν να είναι πρόθυμοι σε ανεπιφύλακτη υπακοή των διαταγών του. Η οδός του καθήκοντος είναι και οδός του ελέους. Να είστε στην οδό του καθήκοντος και ο Θεός θα είναι μαζί σας.
Ιω. 2,6 ἦσαν δὲ ἐκεῖ(1) ὑδρίαι λίθιναι ἓξ(2) κείμεναι κατὰ τὸν καθαρισμὸν(3) τῶν Ἰουδαίων(4), χωροῦσαι ἀνὰ μετρητὰς δύο ἢ τρεῖς(5).
Ιω. 2,6 Υπήρχαν δε εκεί εξ λίθινες στάμνες, που σκοπόν είχαν να χρησιμοποιούνται δια να πλύνωνται, κατά την συνήθειάν των, οι Ιουδαίοι πριν φάγουν. Καθε μία δε από αυτάς εχωρούσε από δύο η τρεις μετρητάς, δηλαδή 35 έως 54 περίπου κιλά εκάστη.
(1) Είτε στην αυλή του σπιτιού, είτε στην είσοδο και το διάδρομό του. Ο σ. 9 άλλωστε μαρτυρεί σαφώς, ότι οι προετοιμασίες για το θαύμα, που αναφέρονται στο γέμισμα των σταμνών, έγιναν μακριά από τα μάτια και του αρχιτρικλίνου και του γαμπρού (g).
(2) Ίσως ο αριθμός αναφέρεται επειδή ανταποκρίνεται ακριβώς στον αριθμό των μαθητών που συνόδευαν τον Ιησού. Το θαύμα κατά κάποιο τρόπο αναπλήρωνε το δώρο, το οποίο ο καθένας από αυτούς έπρεπε να προσφέρει, εκδηλώνοντας την ευγνωμοσύνη του προς τον γαμπρό που τους φιλοξενούσε (g).
(3) Ή «εξυπηρετούσαν στον καθαρισμό» (Ζ). Ή, πιο σωστά, σύμφωνα με τη συνήθεια του καθαρισμού, που ήταν σε χρήση στους Ιουδαίους. Για τον καθαρισμό αυτό είτε των προσώπων, είτε των σκευών, ο οποίος ήταν σε χρήση στους ευσεβείς Ιουδαίους, προ παντός πριν ή μετά το φαγητό, δες Μάρκ. ζ 1-4 και Ματθ. ιε 2,Λουκ. ια 38 (g).
«Δεν είπε χωρίς λόγο «σύμφωνα με το έθιμο του καθαρισμού των Ιουδαίων», αλλά για να μην υποψιαστούν μερικοί από τους άπιστους, ότι, επειδή είχαν απομείνει μέσα στις στάμνες υπολείμματα κρασιού, μόλις ρίχτηκε το νερό και αναμίχτηκε, μεταβλήθηκε σε κρασί πολύ αραιό. Για αυτό λέει, σύμφωνα με τον καθαρισμό των Ιουδαίων, για να δείξει ότι εκείνες οι στάμνες ποτέ δεν υπήρξαν δοχεία και σκεύη κρασιού» (Χ).
(4) Ο συγγραφέας γράφοντας σε εθνικούς, θεωρεί χρήσιμο να διασαφηνίσει σε αυτούς την αφήγηση, δίνοντας πληροφορίες για τα έθιμα των Ιουδαίων (β).
(5) Ο Εβραϊκός μετρητής ήταν ίσος με τον αττικό (Ιησήπ. Ιουδ. Αρχ. 8,2,9) και περιείχε 12 χόες [=από του χους (=παλαιό αττικό μέτρο ρευστών ίσο με 3,28 λίτρα)] ή 144 κοτύλες δηλαδή 26 και 2/3 οκκάδες (δ). Μέτρο των υγρών που περιλάμβανε 72 ξέστους (=μονάδα μέτρησης υγρών)(G), ή 8,5 γαλλόνια, έτσι ώστε κάθε στάμνα της αφήγησής μας περιείχε γύρω στα 20 γαλλόνια (β). Ποσότητα σημαντική! Ο Ιησούς εφόσον υποχώρησε στην επιθυμία της μητέρας του, ενεργεί με τρόπο, ώστε και το θαύμα να γίνει αισθητότερο, εφόσον μάλιστα αυτό ήταν το πρώτο θαύμα του, αλλά και η αγαθή διάθεση, που πλεόναζε στην καρδιά του για τη μητέρα και τους καλεσμένους στο σπίτι, να ξεχυθεί πλούσια. Για αυτό, δίκαια το θαύμα αυτό του Ιησού χαρακτηρίστηκε ως θαύμα αγάπης. Ο Ιησούς με αυτό ξεπλήρωνε διπλό χρέος· προς τον γαμπρό, στον οποίο η απροσδόκητη άφιξη του Κυρίου προκάλεσε αυτήν τη δυσκολία, που προκλήθηκε από την έλλειψη του κρασιού, και προς την Μαρία, προς την οποία ο Ιησούς απέδιδε, πριν ακόμα εγκαταλείψει αυτήν επιδιδόμενος στο Μεσσιακό του έργο, τον φόρο της ευγνωμοσύνης του (g). Δεν μπορεί όμως κάποιος να κατηγορήσει βάσιμα τον Κύριο, ότι με την άφθονη προμήθεια κρασιού υπέθαλπε τους καλεσμένους σε μεθύσι, διότι από το ότι τόσο πολύ κρασί τέθηκε στη διάθεση του γαμπρού, δεν έπεται ότι ολόκληρη η ποσότητα αυτή εξαντλήθηκε εκείνο το απόγευμα (ο).
Η παρουσία άλλωστε του Ιησού υποβοηθούσε σε καλή χρήση του δώρου που πλούσια χορηγήθηκε. Εξάλλου από το ότι υπάρχουν μέθυσοι, ποιος θα κατηγορούσε το Θεό, όταν παρέχει την ευλογία του στα αμπέλια; Πάντως ο Κύριος εκδηλώνει με αυτό την αγαθή διάθεση και εύνοιά του προς τους νεονύμφους, όπως άλλοτε και με τον πολλαπλασιασμό του λαδιού έδειξε παρόμοια εύνοια στην πτωχή χήρα στην πόλη Σωμάν (Δ΄Βασ. δ 7). Ο Χριστός δίνει αντάξια του εαυτού του. Δίνει άφθονα σύμφωνα με τον πλούτο της δόξας του.
Ιω. 2,7 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· γεμίσατε τὰς ὑδρίας ὕδατος(1). καὶ ἐγέμισαν αὐτὰς ἕως ἄνω(2).
Ιω. 2,7 Λεγει εις αυτούς ο Ιησούς• “γεμίσατε τις στάμνες με νερό”. Και τας εγέμισαν έως επάνω.
(1) «Για ποιο λόγο δεν έφτιαξε αυτός το νερό… αλλά διέταξε τους υπηρέτες;… για να έχει μάρτυρες του γεγονότος αυτούς τους ίδιους που άντλησαν το νερό και για να μην θεωρηθεί ότι ήταν απάτη αυτό που συντελέστηκε. Διότι εάν επρόκειτο να αρνηθούν αυτό κάποιοι αναιδείς, μπορούσαν να πουν σε αυτούς οι υπηρέτες: «εμείς αντλήσαμε το νερό»» (Χ). Επιπλέον «σε πολλές περιπτώσεις περικόπτει το μέγεθος των θαυμάτων, για να γίνουν πιο εύκολα παραδεκτά» (Θφ).
(2) Έτσι ώστε τίποτα δεν έμεινε κενό, ώστε να υποθέσει κάποιος, ότι στο νερό έγινε προσθήκη κάποιας άλλης ουσίας, που μπορούσε να προσδώσει στο νερό το χρωματισμό και τη γεύση του κρασιού (β). Οι λεπτομέρειες αυτές της αφήγησης αποτελούν ενδείξεις, ότι ο συγγραφέας είναι αυτόπτης (F).
Η έναρξη των θαυμάτων του Μωϋσή έγινε με τη μεταβολή του νερού σε αίμα (Εξ. δ 9). Η έναρξη των θαυμάτων του Χριστού έγινε με τη μεταβολή του νερού σε κρασί. Αυτό λοιπόν υποδηλώνει τη διαφορά μεταξύ του μωσαϊκού νόμου και του ευαγγελίου του Χριστού. Η κατάρα του νόμου μεταβάλλει το νερό σε αίμα· τις συνηθισμένες ενισχύσεις της ζωής σε πικρία και τρόμο. Η ευλογία του ευαγγελίου όμως μετατρέπει το νερό σε κρασί.
Ιω. 2,8 καὶ λέγει αὐτοῖς· ἀντλήσατε(1) νῦν(2) καὶ φέρετε τῷ ἀρχιτρικλίνῳ(3). καὶ ἤνεγκαν(4).
Ιω. 2,8 Και έπειτα τους είπε• “βγάλτε τώρα και φέρτε στον αρχιτρίκλινον, εις αυτόν που επιβλέπει τα του συμποσίου”. Και έφεραν.
(1) Ρήμα που χρησιμοποιείται κυρίως για τη λήψη νερού από πηγάδι. Χρησιμοποιείται και εδώ για να δηλώσει τη λήψη από άφθονο απόθεμα. Μέχρι πριν λίγο οι υπηρέτες με στέρηση και φειδώ προμηθεύονταν το κρασί από την αποθήκη του κρασιού που ολοένα εξαντλούνταν και άδειαζε. Τώρα μπορούν να αντλούν (ο). Όπως άλλοτε ο Μωϋσής, ο δούλος του Κυρίου, όταν ο Θεός διέταξε αυτόν, πλησίασε στον ξερό βράχο και άντλησε από εκεί νερό, έτσι και τώρα οι υπηρέτες στη διαταγή του Χριστού αντλούν από νερό κρασί. Αφού καμία δυσκολία ή εμπόδιο δεν μπορεί να ορθωθεί μπροστά στο χέρι του Θεού, ποιος θα αμφέβαλλε για το ότι η προσταγή του και εδώ θα γινόταν αμέσως έργο;
(2) Η στιγμή του θαύματος πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στους σ. 7 και 8. Το «τώρα», το οποίο λέει ο Ιησούς, υπαινίσσεται, ότι το θαύμα είχε ήδη συντελεστεί. Ο Κύριος κάθεται στη θέση του· δεν λέει κάποιο λόγο για να συντελεστεί με αυτόν το θαύμα. Απλώς και μόνο θ έ λ ε ι. Και με την απλή αυτή συγκατάθεσή του συντελείται το θαύμα. Ο Χριστός κάνει μεγάλα έργα αθόρυβα και με σιγή. Και εάν σε κάποιες περιστάσεις έκανε τα θαύματά του χρησιμοποιώντας και σημάδια και λόγια, έκανε αυτό για τους παρόντες και την ωφέλειά τους.
(3) Τρικλίνιο, εστιατόριο, που έχει αντί για καθίσματα 3 ανάκλιντρα, πάνω στα οποία σύμφωνα με την παλαιά συνήθεια ξαπλωμένοι έτρωγαν (κ). «Αρχιτρίκλινο ονομάζει τον αρχηγό του συμποσίου, αυτόν που φρόντιζε για όλα στο συμπόσιο· διότι τρίκλινα ονομάζονταν τα σπίτια των συμποσίων» (Ζ). Ο αλλιώς ονομαζόμενος τραπεζοποιός. Του αρχιτρικλίνου έργο ήταν να τοποθετεί τα τραπέζια και τα ανάκλιντρα, να διαθέτει τα εδέσματα και να δοκιμάζει από πριν τις τροφές και τα κρασιά (G).
Ο Σβ. λέει στη Σειρά «Ο αρχιτρίκλινος δεν ήταν ένας από αυτούς που ξάπλωναν στα ανάκλιντρα, αλλά ο επικεφαλής του λεγόμενου «τρίκλινου», δηλαδή της αίθουσας του συμποσίου, ο οποίος είχε ένα έργο, το να πηγαινοέρχεται στην αίθουσα, να καθοδηγεί τους οινοχόους, να εποπτεύει το ψήσιμο των εδεσμάτων και να κάνει τα πάντα για την καλή εξυπηρέτηση και την ευχαρίστηση όσων παρευρίσκονται στα τραπέζια». Εδώ λοιπόν (αρχιτρίκλινος) είναι ο επικεφαλής των υπηρετών, αυτός που φροντίζει για ό,τι χρειάζεται στο συμπόσιο (δ). Σε αυτήν την περίπτωση όμως, όπως φαίνεται από τα λόγια του αρχιτρικλίνου στο γαμπρό στο σ. 10, είναι αυτός φίλος που μιλά με οικειότητα με το γαμπρό, αλλά αγνοεί τις προμήθειες στο σπίτι του γαμπρού. Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο Κύριος εκδηλώνοντας απόλυτη βεβαιότητα, που αποκλείει κάθε δισταγμό ή αμφιβολία, δεν ζητά να δοκιμάσει αυτός πρώτος, για να πειστεί, εάν αυτό που έγινε συντελέστηκε σύμφωνα με τη θέλησή του, αλλά διατάζει να δοθεί κατ’ ευθείαν και αμέσως στον αρχιτρίκλινο.
(4) Υπάρχει και η γραφή: Οι δε ήνεγκαν. Δηλαδή άντλησαν και έφεραν. Έδειξαν ωραία υπακοή (b). Έφεραν για άμεση δοκιμή και χρήση. Του Χριστού τα έργα είναι όλα για χρήση και ωφέλεια. Δίνει τα τάλαντά του όχι για να θάβονται, αλλά για να διατίθενται για ωφέλεια των άλλων.
Ιω. 2,9 ὡς δὲ ἐγεύσατο ὁ ἀρχιτρίκλινος(1) τὸ ὕδωρ οἶνον γεγενημένον(2) -καὶ οὐκ ᾔδει πόθεν ἐστίν· οἱ δὲ διάκονοι ᾔδεισαν οἱ ἠντληκότες τὸ ὕδωρ(3)- φωνεῖ τὸν νυμφίον ὁ ἀρχιτρίκλινος
Ιω. 2,9 Μολις δε εδοκίμασε ο αρχιτρίκλινος το νερό, που είχε γίνει κρασί-και δεν εγνώριζε αυτός από που προέρχεται• οι υπηρέται μόνον εγνώριζαν που είχαν βγάλει το νερό και γεμίσει τις στάμνες-φωνάζει τον γαμβρόν ο αρχιτρίκλινος
(1) «Για το ότι λοιπόν ήταν μεν κρασί αυτό που έγινε και το καλύτερο κρασί, επρόκειτο να είναι μάρτυρες όχι μόνο οι υπηρέτες, αλλά και ο γαμπρός και ο αρχιτρίκλινος, για το ότι όμως έγινε αυτό από το Χριστό, μάρτυρες ήταν εκείνοι που άντλησαν το νερό. Επομένως, και αν τότε δεν αποκαλυπτόταν το θαύμα, όμως δεν μπορούσε να αποσιωπηθεί τελείως. Έτσι εξασφάλιζε για τον εαυτό του ο Χριστός πολλές και αναγκαίες μαρτυρίες για το μέλλον» (Χ).
(2) Καμία άλλη εκδοχή δεν επιδέχεται η φράση παρά την μεταβολή με θαύμα (g).
«Αυτός που καλεί σε δημιουργία αυτά που δεν υπάρχουν, πώς θα δυσκολευόταν να μετατρέψει τα ήδη δημιουργημένα σε ό,τι τυχόν θα ήθελε» (Κ).
«Αυτός που μεταβάλλει στα αμπέλια το νερό και μετατρέπει τη βροχή σε κρασί μέσω της ρίζας, αυτό ακριβώς που στο φυτό γίνεται με την πάροδο πολλού χρόνου, το έκανε στο γάμο αυτοστιγμεί» (Χ).
«Αυτός που έκανε κρασί κατά την ημέρα του γαμήλιου συμποσίου… ο ίδιος κάνει αυτό κάθε χρόνο στα αμπέλια. Διότι όπως το από τους υπηρέτες τοποθετημένο στις στάμνες νερό μεταβλήθηκε, έτσι κατά παρόμοιο τρόπο το νερό που χύνεται από τα σύννεφα μεταβάλλεται σε κρασί με την ενέργεια του ιδίου Κυρίου. Αλλά για το τελευταίο αυτό δεν εκπλησσόμαστε, διότι γίνεται κάθε χρόνο. Και όμως εισηγείται μεγαλύτερη παρατήρηση από εκείνο, το οποίο έγινε στις στάμνες. Διότι ποιος παρατηρώντας τις ενέργειες του Θεού, με τις οποίες ολόκληρος ο κόσμος κυβερνιέται και ρυθμίζεται, δεν εκπλήσσεται εξαιτίας των θαυμάτων; Όταν παρατηρεί τη ζωτική δύναμη ενός απλού σπόρου οποιουδήποτε σπέρματος, διακρίνοντας, ότι είναι κάτι ισχυρό, εμπνέεται από φόβο. Αλλά από τη στιγμή που οι άνθρωποι παραμέλησαν τη θεωρία των έργων του Θεού, μέσω της οποίας κάθε ημέρα θα τον υμνούσαν ως δημιουργό, ο Θεός επιφύλαξε στον εαυτό του την εκδήλωση κάποιων έκτακτων ενεργειών, έτσι ώστε, προκαλώντας αυτές τον θαυμασμό των ανθρώπων να τους ξυπνούν σαν από ύπνο για λατρεία του. Ένας νεκρός ανασταίνεται· οι άνθρωποι θαυμάζουν· τόσοι γεννιούνται κάθε ημέρα και κανείς δεν θαυμάζει. Εάν σκεφτούμε βαθύτερα, αποτελεί υπόθεση μεγαλύτερου θαυμασμού το να έλθει κάποιος στην ύπαρξη από την ανυπαρξία, παρά το να επιστρέψει κάποιος στη ζωή» (Αυ).
(3) Σε παρένθεση αυτά. Η σύνταξη είναι εξ’ ολοκλήρου ανάλογη με αυτήν στο α 10 και στ 21-23. Με την παρένθεση τονίζεται ιδιαιτέρως ότι πράγματι σημειώθηκε θαύμα (g).
Ιω. 2,10 καὶ λέγει αὐτῷ· πᾶς ἄνθρωπος(1) πρῶτον τὸν καλὸν οἶνον τίθησι(2), καὶ ὅταν μεθυσθῶσι(3), τότε τὸν ἐλάσσω· σὺ τετήρηκας τὸν καλὸν(4) οἶνον ἕως ἄρτι(5).
Ιω. 2,10 και λέγει εις αυτόν• “κάθε άνθρωπος που κάμνει τραπέζι βάζει, σύμφωνα με την συνήθειαν που υπάρχει, πρώτα το καλό κρασί και όταν οι άνθρωποι πιουν μέχρι μέθης, τότε προσφέρει το κατώτερον. Συ όμως εφύλαξες το εκλεκτό κρασί έως αυτήν την στιγμήν”.
(1) Ο οποίος παραθέτει τραπέζι. Μιλά για γενική συνήθεια (ο).
(2) Για χρήση των καλεσμένων (ο).
(3) Μάλλον με την έννοια, όταν μπουν στο κέφι. Ο αρχιτρίκλινος που διευθύνει το τραπέζι δεν αναφέρεται τώρα στους προσκεκλημένους στο δείπνο, αλλά μιλά γενικά. Ο λόγος του έχει έννοια μάλλον αποφθέγματος και καθορίζει αυτό που συμβαίνει γενικά (ο). Όταν ο Χριστός προμήθευσε μεγάλη ποσότητα καλού κρασιού σε αυτούς οι οποίοι είχαν ήδη πιει αρκετό, απέβλεπε στο να διδαχτούν και να περισσεύουν και να υστερούνται. Αναγκαστική εγκράτεια είναι αρετή χωρίς κάποια αξία. Αλλά εάν η θεία Πρόνοια παρέχει σε εμάς σε αφθονία ό,τι ευφραίνει το σώμα, από την άλλη όμως και η θεία χάρη μας κάνει ικανούς να χρησιμοποιούμε αυτά με σωφροσύνη και εγκράτεια, τότε πετυχαίνουμε την αυταπάρνηση που είναι άξια κάθε επαίνου.
(4) «Δεν έκανε απλώς κρασί, αλλά εξαιρετικό κρασί. Διότι τέτοια είναι τα θαύματα του Χριστού· γίνονται πολύ ωραιότερα και καλύτερα από αυτά που επιτελεί η φύση» (Χ).
(5) Από την μεταγενέστερη χρήση των Ελλήνων το «άρτι» λέγεται γενικά αντί για το «νυν (=τώρα)», σε αυτόν το χρόνο, σε αντίθεση με τον περασμένο χρόνο (Ιω. θ 19,25,ιγ 33), ή με τον μελλοντικό χρόνο (Ιω. ιγ 37,ιστ 12,31). Λέγεται για τον παρόντα χρόνο που καθορίζεται ακριβέστατα=σε αυτόν εδώ το χρόνο, ακριβώς σε αυτόν το χρόνο (Ιω. ιγ 7). Έως άρτι=μέχρι αυτή τη στιγμή (G). Για τη φράση δες Ιω. ε 17,ιστ 24 και Α΄Ιω. β 9 (β). Στην παρατήρηση αυτή του αρχιτρικλίνου «είναι πολύ λογικό να απάντησε και να είπε κάτι για αυτά ο γαμπρός, αλλ’ όμως ο ευαγγελιστής επειδή βιαζόταν να πει τα πιο αναγκαία από τα γεγονότα, αφού έθιξε απλώς μόνο αυτό το σημείο, προσπέρασε τα υπόλοιπα· διότι το αναγκαίο ήταν να μάθουμε ότι έκανε το νερό κρασί, και κρασί καλό» (Χ).
Ιω. 2,11 Ταύτην ἐποίησε τὴν ἀρχὴν(1) τῶν σημείων(2) ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανᾷ τῆς Γαλιλαίας(3) καὶ ἐφανέρωσε τὴν δόξαν(4) αὐτοῦ(5), καὶ ἐπίστευσαν(6) εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ(7).
Ιω. 2,11 Αυτό το θαύμα έκαμε ως αρχήν των θαυμάτων του ο Ιησούς εις την Κανά της Γαλιλαίας και εφανέρωσε το μεγαλείον της θείας εξουσίας του και επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί του.
(1) Υπάρχει και η γραφή χωρίς άρθρο=Αυτό το θαύμα έκανε αρχή… από το θαύμα αυτό άρχισε. Πιο σωστή είναι η γραφή με το άρθρο, διότι με αυτό τονίζεται κυρίως η αρχή των θαυμάτων, ενώ χωρίς αυτό η φύση του θαύματος. Μαζί με το άρθρο θα ερμηνεύσουμε: Το γεγονός αυτό ήταν η πραγματική αρχή των θαυμάτων και κακώς νομίζεται, ότι προτήτερα είχε κάνει και άλλα θαύματα ο Ιησούς (g).
«Όχι μόνο κατέγραψε το θαύμα, αλλά και δίδαξε, ότι αυτό ήταν η αρχή των θαυμάτων… Εξιστόρησε αυτό το οποίο χρησίμευε στο να μη πιστεύουν στα λεγόμενα παιδικά θαύματα του Χριστού· διότι αυτό ήταν η αρχή των θαυμάτων» (Ζ).
Σωστά παρατηρήθηκε, ότι μέγιστο θαύμα υπήρξε το ότι ο Χριστός για 30 χρόνια, κατά τα οποία ασκούσε το επάγγελμα του μαραγκού, δεν έκανε κανένα θαύμα. Για 30 χρόνια δεν φανέρωσε τις δυνάμεις του ούτε στο στενότερο κύκλο των συγγενών του, αλλά αφανής, περιφρονημένος ασκούσε το ταπεινό του επάγγελμα σε απομακρυσμένο χωριό της Γαλιλαίας. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε με αφάνεια, πράγμα το οποίο κάθε φιλόδοξος θα αρνούνταν. Ήταν ζωή φαινομενικά αδρανής, την οποία κανείς άνθρωπος προικισμένος με χαρίσματα και ικανότητες δεν θα μπορούσε να ζει, εάν δεν βρισκόταν κάτω από την άμεση χάρη του Θεού. Έτσι ο Χριστός μάς διδάσκει με το παράδειγμά του, ότι η τελειοποίησή μας και το αληθινό μεγαλείο μας συνίσταται στο να συμμορφωνόμαστε με το θέλημα του Θεού, οποιοδήποτε και αν είναι αυτό, στη θέση και το επάγγελμα, στο οποίο αυτός με διάταξη της πρόνοιάς του, μάς τοποθετεί.
(2) Ονομάζει έτσι τα θαύματα από το σκοπό, στον οποίο απέβλεπε ο Κύριος όταν τα έκανε. Ήταν αυτά τεκμήρια και αποδείξεις για τη θεία αποστολή του Ιησού (ο). Δεν ήταν αυτά απλά εντυπωσιακά υπερφυσικά συμβάντα, που προκαλούν την κατάπληξη, αλλά έδειχναν, ποιος ήταν ο Ιησούς (g).
(3) Καθορίζει και πάλι τον τόπο, όπου έγινε το πρώτο αυτό θαύμα. Το κάνει αυτό, διότι ο Ιωάννης θέλει να ξεχωρίσει με σαφήνεια τις δύο επιστροφές του Ιησού στη Γαλιλαία (δες γ 24 και δ 54), για τις οποίες μιλά στο α 44 και δ 1-3, και τις οποίες η παράδοση είχε συνενώσει σε μία (g). Ο σιναϊτικός κώδικας μετά το «Γαλιλαίας» προσθέτει και το: πρώτην.
(4) «Τη δύναμή του, το μεγαλείο της θεότητάς του» (Ζ). Ή, δόξα του Χριστού προ παντός είναι το αξίωμά του ως Υιού και η προς αυτόν αιώνια αγάπη του Πατέρα του, χάρις στα οποία «ο πατέρας αγαπά τον Υιό και όλα τα έδωσε στο χέρι του» (Ιω. γ 35) (g).
(5) Αυτό ξεχωρίζει με εξαιρετικό τρόπο τον Ιησού από τους υπόλοιπους απεσταλμένους του Θεού, οι οποίοι ενεργούσαν θαύματα, για να κάνουν αισθητή στους άλλους όχι τη δόξα τη δική τους, αλλά τη δόξα του Κυρίου (Εξόδου ιστ 7)(g).
(6) Δηλαδή «απέκτησαν πίστη σε αυτόν περισσότερη και σταθερότερη» (Θφ). Η μαρτυρία του Βαπτιστή, η συνομιλία με τον ίδιο τον Ιησού και η υπερφυσική όραση και η γνώση του είχαν ήδη διεγείρει την πίστη (α 51) των πρώτων μαθητών του Κυρίου προς τον Ιησού ως Μεσσία (α 42), ως υιό του Θεού και βασιλιά του Ισραήλ (α 50). Αλλά η πίστη δεν είναι κάτι ολοκληρωμένο ευθύς εξ’ αρχής, το οποίο δεν επιδέχεται αύξηση, εμβάθυνση (κ). Και η αληθινή και ορθή πίστη στις αρχές σε καθέναν που πιστεύει, είναι ασθενής. Όπως λοιπόν και οι πιο ρωμαλέοι μεταξύ των ανθρώπων υπήρξαν κάποτε μωρά, έτσι και οι ισχυρότατοι στην πίστη Χριστιανοί. Για αυτό και οι απόστολοι παρουσιάζονται στους συνοπτικούς να απευθύνουν προς τον Κύριο την επίκληση: «Κύριε, πρόσθεσέ μας πίστη».
(7) «Και πριν από αυτό θαύμαζαν αυτόν» (Χ). Πράγμα το οποίο αποδεικνύει, ότι τα θαύματα απέβλεπαν προ παντός στο να στηρίξουν ακόμα περισσότερο στην πίστη τις καρδιές αυτών που ήδη πίστεψαν.
«Βλέπεις, ότι τότε ήταν πάρα πολύ αναγκαίο να κάνει τα θαύματα, όταν ήταν παρόντες άνθρωποι ευσεβείς και που πρόσεχαν καλά όσα γίνονταν; Διότι αυτοί επρόκειτο και να πιστέψουν ευκολότερα και να προσέξουν με ακρίβεια όσα γίνονταν» (Χ).
Για τους άλλους μάρτυρες του θαύματος, τον αρχιτρίκλινο δηλαδή, τους υπηρέτες και τους υπόλοιπους του σπιτιού και τους καλεσμένους, ο Ιωάννης δεν λέει τίποτα, διότι η εντύπωση που προκλήθηκε σε αυτούς υπήρξε παροδική (g).
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 86-93 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940
Όταν ο βασιλεύς του μεσαίωνος Κλόβις (465-511) φωτίσθηκε στην αληθινή πίστη, ο Επίσκοπος, καθώς ο Κλόβις κατέβαινε στ’ αγιασμένα νερά του βαπτίσματος, του είπε:
-Σκύψε τον αυχένα, περήφανε πολεμιστή. Από εδώ και πέρα θα προσκυνάς ό,τι έκαψες και θα καίς ό,τι προσκυνούσες.
Ο Κλόβις ήταν πρώτα θανάσιμος διώκτης του Χριστιανισμού κι είχε κάψει πολλές Εκκλησίες, ενώ παράλληλα απ’ όπου περνούσε έστηνε από ένα ξύλινο άγαλμά του για να το προσκυνά ο όχλος.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο806)
Θα σε αφήσει ο κόσμος
«Φαίνεσθε ως φωστήρες εν κόσμω». (Φιλιπ. β' 15)
Ο νεόφυτος εξομολογούμενος λέγει στον πνευματικό του:
—Τώρα που γνώρισα το Χριστό πρέπει να εγκαταλείψω τον κόσμο και να φύγω στην έρημο.
—Όχι, του απαντά ο πεπειραμένος πνευματικός, δεν είναι ανάγκη να παρατήσης εσύ τον κόσμο. Γρήγορα θα παρατήση ο κόσμος εσένα. Ιδιοτρόπησε θα πουν για σένα οι μεν. Έγινε θρησκόληπτος, θα πουν οι άλλοι. Μ’ αυτό τον καλόγερο θα κάνουμε παρέα; θα πουν οι υπόλοιποι.
Σκώμματα και ειρωνείες και εμπαιγμούς πέταξε στο πρόσωπο των άγιων ο κόσμος. Λίγο πριν τους τιμούσε, όταν τους έμαθε ότι είναι χριστιανοί τους κατεδίκασε σε μαρτύρια εμπαιγμών.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο303)