Επιστολή 81 στον λογοθέτη Παντολέοντα.
"... Καθόσον είναι εντολή του Κυρίου να μη σιωπάμε όταν κινδυνεύει η πίστη.
Γιατί λέγει να μιλάς και να μη σωπαίνεις και• «Εάν υποχωρεί, δεν ευαρεστείται η ψυχή μου σ’ αυτόν» και• «Εάν αυτοί σιωπήσουν, θα φωνάξουν δυνατά οι πέτρες».
Ώστε, όταν πρόκειται για την πίστη, δεν μπορούμε να πούμε. Εγώ ποιός είμαι; Είμαι ιερέας; Όχι. Άρχοντας; Ούτε. Στρατιώτης; Από πού; Γεωργός; Ούτε και αυτό. Είμαι φτωχός, εξασφαλίζοντας μόνο την καθημερινή μου τροφή. Δεν έχω λόγο, ούτε ενδιαφέρον για το θέμα αυτό.
Αλλοίμονο! Οι πέτρες θα κράξουν, και συ μένεις σιωπηλός και αδιάφορος;
Η αναίσθητη φύση υπάκουσε στον Θεό, και συ μένεις αδιάφορος;
Αυτό που δεν έχει ψυχή ούτε λογοδοτεί στο δικαστήριο, φοβούμενο κατά κάποιον τρόπο την εντολή, βροντοφωνάζει, και συ που πρόκειται να λογοδοτήσεις στον Θεό τον καιρό της κρίσεως ακόμα και για μια λέξη ανωφελή, έστω και αν είσαι ζητιάνος, λες απερίσκεπτα, Τί με νοιάζει γι’ αυτό;
«Αυτά», δεσπότη μου, λέγει ο Παύλος, «τα εφάρμοσα στον εαυτό μου και στον Απολλώ για χάρη σας, για να διδαχθείτε με το παράδειγμά μας, να μη φρονείτε περισσότερο από ό,τι είναι γραμμένο».
Ώστε ακόμα και ο φτωχός την ήμερα της κρίσεως δεν θα έχει καμμιά δικαιολογία, αν τώρα δεν μιλά, γιατί θα κριθεί και μόνο γι’ αυτό.
Και φυσικά δεν θα εξαιρεθεί κανένας από αυτούς που βρίσκονται ψηλά, ούτε και αυτός που φορά το στέμμα. Και η καταδίκη τους θα είναι η ανώτερη που υπάρχει. Γιατί λέγει, «Οι δυνατοί θα δικαστούν αυστηρότερα», και, «Καταδίκη φρικτή θα επιβληθεί στους άρχοντες».
Να μιλάς λοιπόν, κύριέ μου, να μιλάς. Γι’ αυτό και εγώ ο ταλαίπωρος, επειδή φοβάμαι το δικαστήριο, μιλώ.... "
Να μιλάς μέχρι τα θεοήχητα αυτιά του ευσεβούς βασιλιά, γιατί είσαι ένας από αυτούς που υπερέχουν.
(Θεοδωρου Στουδιτη, εκδ. ΕΠΕ Φιλοκαλια τομος 18Γ σελ. 77)