ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
ούτε λείψανό του
«Καταβροχθίσθηκε ο θάνατος και κατανικήθηκε». Δηλαδή, εξαφανίστηκε εντελώς. Ούτε ίχνος μένει από αυτόν, ούτε ελπίδα επιστροφής, αφού η αφθαρσία εξαφάνισε τη φθορά.
Ε.Π.Ε. 18α,706
αφωπλίστηκε από το Χριστό
Όχι μόνο αφώπλισε το θάνατο ο Χριστός, αλλά και τον νίκησε. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και τον εξαφάνισε και τον κατέστησε ανύπαρκτο.
Ε.Π.Ε. 18α,706
μικρού παιδιού
Δεν είναι το παιδί σου αυτό που βλέπεις νεκρό. Είναι εκείνος, που πέταξε και έτρεξε σε ύψη άπειρα. Όταν λοιπόν δης τα μάτια του κατεβασμένα και το στόμα του κλειστό και το σώμα του ακίνητο, να μη σκεφτής έτσι. Αλλά να σκεφτής: Αυτό το στόμα λέει τώρα καλύτερα λόγια, και αυτά τα μάτια βλέπουν ωραιότερα πράγματα, και αυτά τα πόδια ανεβαίνουν στα σύννεφα, και αυτό το σώμα θα ντυθή την αφθαρσία, και αυτό το παιδί μου θα το ξαναπάρω, απείρως λαμπρότερο.
Ε.Π.Ε. 19,36
μετά θάνατον
Και ποιος, λέει, ήρθε και μας είπε τα εκεί; Από τους ανθρώπους βέβαια κανένας. Αλλ’ ο ίδιος ο Θεός, που είναι ο πλέον αξιόπιστος, εκείνος βεβαίωσε. Αλλά, θα πης, δεν βλέπεις τα εκεί; Ούτε τον Θεό βλέπεις.
Ε.Π.Ε. 19,262
πάντα έτοιμοι γι’ αυτόν
Για να μη διακινδυνεύουμε το τέλος μας, γι’ αυτό είναι άγνωστο πότε θα έρθη. Γι’ αυτό και κάποιος σοφός συμβουλεύει: «Μην αργείτε να ξαναγυρίσετε στο δρόμο του Κυρίου. Μην αναβάλλετε από μέρα σε μέρα, γιατί δεν ξέρεις τι θα σου φέρη η επόμενη μέρα» (Εκκλησ. ε΄ 8). Από την αναβολή υπάρχει κίνδυνος και φόβος, ενώ από την άμεση επιστροφή είναι φανερή και σίγουρη η σωτηρία.
Ε.Π.Ε. 19,262
κέρδος
Γιατί το να πεθάνω είναι κέρδος; Διότι θα είμαι πολύ πιο στενά και καθαρά μαζί με το Χριστό. Ώστε το να πεθάνω, σημαίνει μάλλον το να ζήσω.
Ε.Π.Ε. 21,430
πένθος για τους αμετανόητους
Να μη κλαίμε, λοιπόν, όσους απλώς πέθαναν, αλλ’ όσους είναι αμαρτωλοί (αμετανόητοι) . Αυτοί είναι άξιοι θρήνων, κοπετών και δακρύων. Διότι ποια ελπίδα υπάρχει, πες μου, ν’ απέλθουν στην άλλη ζωή με τις αμαρτίες τους, αφού εκεί δεν θα μπορούν να τις αποβάλουν;
Ε.Π.Ε. 21,436
όλοι τον φοβούνται, ο Παύλος όχι
Τίποτε ευτυχέστερο δεν υπάρχει από την ψυχή του Παύλου. Όλοι τρέμουμε το θάνατο. Άλλοι μεν, μεταξύ αυτών και εγώ, λόγω των αμαρτιών. Άλλοι δε λόγω της δειλίας και της στενοχώριας τους. Μακάρι να μη φτάσω κι εγώ σ’ αυτούς! Ό,τι, λοιπόν, όλοι το τρέμουμε, ο Παύλος το επιθυμούσε. Προς το Χριστό έσπευδε, λέγοντας: Το να φύγω απ’ αυτή τη ζωή είναι ασυγκρίτως καλύτερο.
Ε.Π.Ε. 21,444
μετάστασις από τη γη στον ουρανό
Είναι αρκετό να μιλάη μόνο ο Παύλος, και οι ουρανοί να σκιρτούν και να ευφραίνωνται. Όταν οι Ισραηλίτες έβγαιναν από την Αίγυπτο, σκιρτούσαν τα όρη σαν κριοί (Ψαλμ. 113,1-4). Πολύ περισσότερο σκιρτούσαν οι ουρανοί, όταν με το λόγο του Παύλου άνθρωποι μετέβαιναν από τη γη στον ουρανό. Γι’ αυτό, λέει ο Παύλος· Το να παραμείνω στην παρούσα ζωή με το σώμα, είναι για την ωφέλεια των άλλων αναγκαιότερο (Φιλιπ. α' 24).
Ε.Π.Ε. 21,450
και φόβος
Ο Παύλος μιλάει κυρίως σύμφωνα με τη συνήθεια των ακροατών. Δεν φιλοσοφεί συνήθως. Διότι απηύθυνε το λόγο του σε ανθρώπους, που ανήκουν στον κόσμο και φοβούνται ακόμα το θάνατο.
Ε.Π.Ε. 21,5986
υπό το πρίσμα της αναστάσεως
Το να οδύρεται κανείς για τους τεθνεώτες είναι γνώρισμα όσων δεν έχουν ελπίδα για την άλλη ζωή. Και είναι τούτο φυσικό. Διότι άνθρωπος, που δεν γνωρίζει τίποτε για ανάστασι, αλλά νομίζει, ότι είναι πραγματικός θάνατος ο θάνατος, δικαιολογημένα οδύρεται και θρηνεί και αφόρητα πενθεί γι’ αυτούς, σαν να έχουν χαθή. Συ όμως, που περιμένεις ανάστασι, για ποιο λόγο οδύρεσαι; Άρα το να οδύρεται κανείς, είναι ίδιον όσων δεν έχουν ελπίδα.
E.Π.E. 22,472
όχι φιλόθρηνοι
Ακούστε όσες γυναίκες αρέσκεστε στους θρήνους, όσες ρέπετε στα πένθη τα αβάσταχτα. Κάνετε αυτά, που κάνουν και oι ειδωλολάτρες. Αν όμως η θλίψις για τους πεθαμένους είναι χαρακτηριστικό των ειδωλολατρών, τίνων άρα είναι χαρακτηριστικό οι κοπετοί και τα χτυπήματα στο πρόσωπο;
Ε.Π.Ε. 22,474
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 322-325)
701. Ένωσε την ψυχή σου με τον Θεό δια της πίστεως και θα είσαι ικανός να κατορθώνης το κάθε τι. Δυνατοί, αόρατοι εχθροί σου επιτίθενται; Θα τους νικήσεις. Είναι άλλοι εχθροί, ορατοί και εξωτερικοί; Θα τους εξουδετερώσεις και αυτούς. Κινούνται εναντίον σου τα πάθη; Θα τα καταπατήσης. Σε πιέζουν οι θλίψεις; Θα τις ξεπεράσης. Σε καταλαμβάνει δειλία; Θα αποκτήσης θάρρος. Χάρις στην πίστι, θα μπορέσης να επιτύχης το κάθε τι. Ακόμη και η βασιλεία των ουρανών θα γίνη δική σου. Η πίστις είναι το πολυτιμότερο χάρισμα της ζωής. Ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Του εξασφαλίζει όλη τη δύναμι της θείας χάριτος. «Ο κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμα εστίν» (Α’ Κορ. στ’ 17).
702. Η ζωή της ψυχής είναι ο Θεός. Ζώσα πίστις στον Θεό και αγάπη σ’ Αυτόν και στον πλησίον μου, ιδού η χαρά της καρδιάς μου. Γιατί, χωρίς αυτές, δεν είμαι παρά ένα έρμαιο της αμαρτίας, αιχμάλωτος των παθών και η ζωή μου κατανιλίσκεται μέσα στην απόγνωσι.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 273-274)
699. Αρέσει στον Θεό να διακρίνουμε στην καρδιά μας την ενέργειά του. Γιατί ο Θεός είναι Φώς και Αλήθεια. Ο Διάβολος όμως δεν το θέλει κάτι τέτοιο, γιατί είναι ο ίδιος σκοτάδι και ψεύδος. Και το σκοτάδι δεν επιθυμεί τον φωτισμό, από φόβο μήπως αποκαλυφθούν τα έργα του. Ο Διάβολος είναι δυνατός μονάχα μέσα στο σκκοτάδι και μέσα στο ψεύδος. Όλο του το έργο εξανεμίζεται, όταν έλθη το φως. Αποκοιμίζει την ψυχή μέσα στο σκοτάδι του, για να μη βλέπουμε την αλήθεια. Κάνει αόρατο την πραγματικότητα.
700. Έφταιξες στον Θεό; Η αμαρτία σε θλίβει; Φέρε την ταραγμένη σου καρδιά ενώπιον της Εσταυρωμένης Αγάπης του Κυρίου. Μονάχα αυτή η Αγάπη θα σε σώση.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 273)
698. Η σάρκα, σε πολλούς ανθρώπους, είναι ο τύραννος του πνεύματος. Το κρατεί υποδουλωμένο και δεν το αφήνει να εκπληρώση τον προορισμό του. Πράγμα που φαίνεται ιδίως κατά τη λατρεία. Ο σαρκικός άνθρωπος τιμά τον Θεό μόνο με τα χείλη του, όχι και με το πνεύμα του, με την καρδιά του. Έτσι, η λατρεία του δεν είναι η αληθινή και πρέπουσα. «Και είπε Κύριος ο Θεός· ου μη καταμείνη το πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γεν. στ’ 3).
Στους Αγίους, βλέπουμε την κυριαρχία του πνεύματος πάνω στη σάρκα. Έζησαν σύμφωνα με το πνεύμα και έβλεπαν με πνευματικά μάτια τον κόσμο. Έβλεπαν δηλαδή στον κόσμο τη Σοφία, την Παντοδυναμία και την Αγαθότητα του Θεού. Έβλεπαν, σε κάθε φαινόμενο, σε κάθε έργο, τη σφραγίδα του πνεύματος. Αντίθετα, στον σαρκικό άνθρωπο, η κυριαρχία της σαρκός πάνω στο πνεύμα πιστοποιείται απο τον τρόπο που αυτός ο άνθρωπος βλέπει τον κόσμο. Κατά τη λαϊκή έκφρασι, αυτός ο άνθρωπος δεν βλέπει πέρα από τη μύτη του. Βλέπει τον κόσμο σαν ένα άλογο ον. Δεν ξεχωρίζει τη Σοφία, τη Δύναμι και την Αγαθότητα του Δημιουργού, που η κτίσις τις μαρτυρεί. Όταν διαβάζη ένα ιερό κείμενο, βλέπει μόνο τα ψηφία του. Όταν προσεύχεται, λέγει την προσευχή μηχανικά, χωρίς να διεισδύη στο πνεύμα της, Βρίσκεται έξω από την αληθινή προσκύνησι του Θεού, την «εν πνεύματι και αληθεία» προσκύνησι. Το σαρκικό φρόνημα είναι επίμονο μέσα στο ανθρώπινο γένος. «Ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;».
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 272-273)
Ένας Γέροντας ασκητής, που δεν κατέβαινε ποτέ στον κόσμο, είχε διακονητή έναν καλό Χριστιανό. Αυτός πουλούσε τα πανέρια του Γέροντα και του έφερνε το ψωμί του.
Στην πόλη που κατοικούσε ο διακονητής, έμενε και κάποιος πολύ πλούσιος, που ήταν όμως κακότροπος και ασεβής άνθρωπος. Ξαφνικά μια μέρα πέθανε ο πλούσιος. Οι συγγενείς του για επίδειξη του έκαναν μεγαλοπρεπέστατη κηδεία.Όλη η πόλη και πρώτος ο Επίσκοπος μ' ολόκληρο τον κλήρο συνόδευσαν τον νεκρό στο κοιμητήριο. Τον έθαψαν σε καλλιμάρμαρο μνημείο, για το οποίο σπαταλήθηκε ασυλλόγιστα πολύ χρήμα.
Ύστερα από την κηδεία του πλουσίου, ξεκίνησε ο καλός Χριστιανός να πάει στον ασκητή στην έρημο. Λίγο πιο εξω από την σπηλιά του όμως τον βρήκε νεκρό, φαγωμένο από κάποιο άγριο θηρίο.
Ο Χριστιανός ταράχτηκε. Θεέ μου! συλλογίστηκε. Τι μυστηριώδη γεγονότα συμβαίνουν σ' αυτόν τον κόσμο! Ο ασεβής πλούσιος πέθανε ανώδυνα, ειρηνικά και κηδεύτηκε με τιμές και δόξες, ενώ ο άγιος τούτος άνθρωπος, που Σου ήταν τόσο αφοσιωμένος, βρήκε τον πιο τραγικό θάνατο που μπορεί να φανταστεί κανείς. Γιατί να γίνονται αυτά, Θεέ μου;
Ενώ συλλογιζόταν έτσι, άκουσε φωνή να του λέει:
- Η δικαιοσύνη του Θεού είναι ακατανόητη από τον περιορισμένο ανθρώπινο νου. Εκείνος ο ασεβής είχε πράξει και κάποια καλά έργα στο διάστημα της ζωής του.Έλαβε την αμοιβή τους στον επίγειο κόσμο. Στον άλλο, μόνο τιμωρία τον περιμένει. Ο ασκητής, σαν άνθρωπος, είχε μικρές ατέλειες. Τις πλήρωσε εδώ, για να παρουσιαστεί τέλειος εμπρός στον Δημιουργό του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές από την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 213-214)
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος ο Μυροβλύτης
Αναμφίβολα η αγάπη όλων των Χριστιανών της υφηλίου και κυρίως των Ελλήνων, είναι μεγάλη προς τον Μεγαλομάρτυρα Άγιο Δημήτριο, ο οποίος στον νικηφόρο στρατό των Αγίων Μαρτύρων είναι ο ένδοξος και σοφώτατος στρατάρχης. Αλλά η αγάπη των Θεσσαλονικέων είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερη και βαθειά ριζωμένη στις καρδιές τους προς τον συμπολίτη τους Άγιο, τον άυπνο φρουρό και πολιούχο της Θεσσαλονίκης.
Ο Άγιος Δημήτριος, λοιπόν, η τιμή και το καύχημα της πατρίδας μας, γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη περίπου το 260 μ.Χ.. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και ευγενείς, τον ανέθρεψαν χριστιανικά και φύτευσαν στην καρδιά του την φλογερή αγάπη και την ακαταμάχητη πίστη για τον Χριστό. Κατά την μαρτυρία δε του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο Άγιος Δημήτριος ήταν πλήρης μεγάλων χαρισμάτων από την παιδική του ακόμη ηλικία.
Αλλά και στην νεανική του ηλικία διαφύλαξε ακέραιο όλο τον πνευματικό θησαυρό του. Όπως μάλιστα μας πληροφορούν αρχαία μαρτύρια και οι πολλοί εγκωμιαστές του μάρτυρος, ο Δημήτριος, εκτός από την ευσέβεια και την σύνεσή του, διακρινόταν προ πάντων για την σωφροσύνη του, την εγκράτειά του, την νηστεία και την αγάπη προς όλους τους ανθρώπους.
Αποστράφηκε τον τρυφηλό και πολυτελή βίο, όσο κανείς άλλος και περιορίστηκε σαν ασκητής στα απολύτως αναγκαία. Επίσης φρόντιζε όλες οι σκέψεις και οι πράξεις του να είναι αρεστές στον Θεό. Κατόρθωσε δε να παραμείνει σε όλην την διάρκεια της ζωής του παρθένος και αγνός και στην ψυχή και στο σώμα, σαν ένας «ακηλίδωτος καθρέπτης». Γι' αυτό οι εγκωμιαστές του τον πρόβαλαν ως το ιδεώδες του ασκητισμού και ως πρότυπο του μοναχικού βίου. Η αγνότητα δε της ψυχής του τόσο πολύ αντανακλούσε στο νεανικό του πρόσωπο, ώστε φαινόταν σαν άγγελος Θεού. Επιπλέον ήταν «χαρίεις την μορφήν, ψυχήν δε χαριέστερος" ηδύς το φθέγμα, τον τρόπον ηδύτερος" γλυκύς τον λόγον, το ήθος δε γλυκύτερος».
Έτσι για την καθαρότητα της καρδιάς του καθώς επίσης και για την μυστική επικοινωνία του με τον Θεό, δέχθηκε ένοικο στην ψυχή του τον Ιησού Χριστό και πλούσια τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Ακόμη έφθασε στην γνώση του Θεού και έλαβε από τον δωρεοδότη Θεό το διδακτικό αξίωμα ως δώρο. Παράλληλα όμως με την πνευματική του καρποφορία διέπρεψε και στον Ρωμαϊκό στρατό. Ανέβηκε, νέος ακόμη, στα ανώτερα στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα. Ο αυτοκράτορας Γαλέριος, μέλος της Ρωμαϊκής Τετραρχίας, εκτίμησε ιδιαίτερα τις ικανότητές του και τον ανέδειξε Ανθύπατο, δηλαδή ανώτατο άρχοντα της Ελλάδος, με έδρα του την μεγάλη και ανθηρή πόλη του αχανούς Ρωμαϊκού κράτους, την Θεσσαλονίκη.
Ο Άγιος Δημήτριος συνδύαζε θαυμάσια την ιδιότητα του Ανθυπάτου με το αξίωμα του κήρυκα και διδασκάλου, που έλαβε από τον Θεό. Φλεγόμενος από την ευσέβεια ανεδείχθη απόστολος και ευαγγελιστής της βασιλείας του Χριστού, αλλά και πρώτος δάσκαλος των Θεσσαλονικέων μετά τον Απόστολο Παύλο. Καθημερινή επιδίωξή του ήταν να οδηγήσει έστω και μία ψυχή κοντά στον Χριστό. Κήρυττε την Αγία Τριάδα και το όνομα του Χριστού άφοβα, ακόμη και μέσα στο κέντρο της πόλεως. Με την διδασκαλία του κέρδισε μυριάδες ψυχές ειδωλολατρών από το σκοτάδι της πλάνης και τις οδήγησε στο αληθινό φώς του Χριστού. Και αυτό το πέτυχε όχι μόνο στην Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Θεσσαλία, την Αττική και την Αχαΐα και σε άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου.
Βέβαια η Θεσσαλονίκη γεύθηκε, περισσότερο από κάθε άλλη πόλη, τους πνευματικούς καρπούς της αποστολικής δραστηριότητας του Αγίου Δημητρίου. Στην γένετειρά του «ο συμπαθέστατος Κυρίου μάρτυς» έστρεψε ιδιαιτέρως το ενδιαφέρον του προς τους νέους. Είχε δημιουργήσει ένα κύκλο νέων, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Άγιος Νέστορας. Τους Χριστιανούς αυτούς νέους τους μαγνήτιζε με τους λόγους του, όταν ερμήνευε την Αγία Γραφή και τους ενέπνεε στην χριστιανική ζωή με το άγιο παράδειγμά του. Σ' ένα μωσαϊκό στο Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Θεσσαλονίκη, ο οποίος αποτελεί και το σύμβολο της πόλεως, εικονίζεται ο Άγιος ανάμεσα σε δύο παιδιά ως «ο ερμηνεύων τε και δεικνύς». Ακόμη και όταν το 290 μ.Χ. εξεδόθη το αυστηρό αυτοκρατορικό διάταγμα των διωγμών εναντίον των Χριστιανών, ο Ανθύπατος Δημήτριος απτόητος δεν έπαυσε να κηρύττει Ιησούν Χριστόν τον Εσταυρωμένον. Ο ακαταπόνητος διδάσκαλος σ' εκείνες τις κρίσιμες ημέρες, σαν στρατηγός σε μάχη, διέτρεχε ολόκληρη την Θεσσαλονίκη για να προτρέπει και να ενθαρρύνει τους πιστούς να μένουν στερεοί στην πίστη του Σωτήρος και να υπομένουν με χαρά και γενναιότητα τα υπέρ του Χριστού μαρτύρια.
Σύντομα όμως εμφανίστηκαν και τρεις άσπονδοι εχθροί του, οι ειδωλολάτρες, οι Ιουδαίοι και οι αιρετικοί. Όλοι αυτοί, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, συμφώνησαν σ' ένα σημείο. Να πολεμήσουν τον Άγιο και κατ' επέκταση όλη την χριστιανική αλήθεια. Φυσικά ο Άγιος πολλές φορές στο παρελθόν τους είχε αποστομώσει με την διδασκαλία του. Ενοχλούσε φοβερά τους εχθρούς του όχι μόνο το αποστολικό έργο του Χριστιανού Ανθυπάτου, αλλά κυρίως η ακτινοβολία της αρετής του. Διότι, πράγματι, ο Άγιος Δημήτριος ήταν ένας αδάμας αρετής. «Τα πάντα σοφός και δίκαιος και απόστολος και παρθένος και πάναγνος». Τον κατήγγειλαν λοιπόν στον αυτοκράτορα ως τον πύρινο διδάσκαλο και εμψυχωτή των Χριστιανών.
Οι στρατιώτες αμέσως συνέλαβαν τον Άγιο, εκεί όπου συνήθιζε να συγκεντρώνει τους Χριστιανούς, δηλαδή στον ναό της Θεοτόκου, που ονομάζεται Καταφυγή, στην Χαλκευτική Στοά, κοντά στα δημόσια λουτρά, κατά την ώρα της κοινής λατρείας. Και τον μεν Άγιο τον άρπαξαν βίαια, τα δε πλήθη των πιστών τα διέλυσαν με την απειλή της λόγχης. Πρόθυμα ο γενναίος δούλος του Χριστού διέσχισε την λεωφόρο Εγνατία, υπομένοντας με αφάνταστη καρτερία στην διαδρομή τις ύβρεις και τους χλευασμούς των εχθρών της πίστεως.
Μπροστά στον αυτοκράτορα, ο «ασάλευτος στύλος της Εκκλησίας» αρνήθηκε σθεναρά να θυσιάσει στα είδωλα και με ανδρεία ψυχής ομολόγησε σταθερά ότι «τω Χριστώ μου, πιστεύω μόνον», έτοιμος να δεχθεί την οποιαδήποτε καταδίκη. Ο αυτοκράτορας κυριεύτηκε από έκπληξη και οργή και πρόσταξε να τον ρίξουν στην φυλακή για να πεθάνει από την πείνα και τις κακουχίες. Η φυλακή, επειδή βρισκόταν στο υπόγειο ενός παλαιού λουτρού, ήταν σκοτεινή, υγρή και δυσώδης. Ο Άγιος όμως με τις προσευχές του την μετέβαλε σε τόπο χαράς και αγαλλιάσεως. Άγγελος δε Κυρίου παρουσιάστηκε και στεφάνωσε τον στρατιώτη του Χριστού με χρυσό στεφάνι και του είπε: «Έχε θάρρος Δημήτριε και θα νικήσεις τους εχθρούς σου».
Μετά από την παραμονή ενός χρόνου στην απαράκλητη εκείνη φυλακή, ο Θεός θέλησε να δοξάσει τον δούλο του. Στους αγώνες, που είχαν διοργανωθεί στο στάδιο της Θεσσαλονίκης προς τιμήν του αυτοκράτορα, εμφανίσθηκε ο γιγαντόσωμος Λυαίος, ο οποίος προκαλούσε κυρίως τους Χριστιανούς να μονομαχήσουν μαζί του. Τότε ο εικοσάχρονος και μικρόσωμος Νέστορας έτρεξε στην φυλακή και ζήτησε την ευχή του φυλακισμένου δασκάλου του Δημητρίου για να κατορθώσει να καταρρίψει το σύμβολο της ειδωλολατρίας, τον Λυαίο. Ο Άγιος Δημήτριος με όλην την δύναμην της ψυχής του παρεκάλεσε τον Θεό, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού το μέτωπο του μαθητού του και του είπε τα εξής προφητικά λόγια: «Και τον Λυαίον νικήσεις και υπέρ Χριστού μαρτυρήσεις». Και το θαύμα δεν άργησε να γίνει, αφήνοντας τους πάντες έκπληκτους. «Ο Θεός του Δημητρίου βοήθει μοι» αντήχησε η φωνή του Νέστορα στο αμφιθέατρο και το χέρι του κινήθηκε σαν αστραπή... Ο αήττητος Λυαίος είχε πέσει κάτω ήδη νεκρός. Ο δέσμιος Χριστιανός Ανθύπατος είχε νικήσει την ειδωλολατρία με την δύναμη του Σταυρού.
Ο θάνατος του Λυαίου εξόργισε φοβερά τον αυτοκράτορα. Χωρίς καθυστέρηση διέταξε να αποκεφαλίσουν τον Νέστορα και να θανατώσουν με λόγχες τον αίτιο της νίκης, τον ένδοξο Δημήτριο. Όταν οι δήμιοι ήλθαν στην φυλακή, ο Άγιος ύψωσε το δεξί του χέρι και οι ακονισμένες λόγχες κατατρύπησαν την πλευρά του και ολόκληρο το αθλητικό σώμα του.
Η ψυχή του γενναίου Μάρτυρα, του μιμητή του Χριστού, πέταξε στους ουρανούς. Μερικοί Χριστιανοί κρυφά παρέλαβαν το ιερό λείψανο και το έθαψαν στον τόπο του μαρτυρίου του, όπου αργότερα κτίσθηκε μεγαλοπρεπέστατος ναός. Κατόπιν ένας μαθητής του Αγίου, ο Λούππος, πήρε το δαχτυλίδι και τον χιτώνα του Αγίου μουσκεμένο με το τίμιο αίμα του και με αυτά τέλεσε πολλά θαύματα. Αλλά ο Γαλέριος θανάτωσε και τον Λούππο.
Τα θαύματα όμως του Αγίου δεν κατάφερε να τα σταματήσει. Διότι ο Θεός οικονόμησε και ο τάφος του Αγίου ανέβλυζε μύρο, ως σύμβολο του μαρτυρικού του αίματος και της καθαρότητος του βίου του, το οποίο επί πολλούς αιώνες κατεπλημμύρισε με άπειρα θαύματα την οικουμένη. Γι' αυτό και ο Άγιος ονομάσθηκε και Μυροβλύτης.
Ο Άγιος Δημήτριος, συνεχιστής του έργου των ενδόξων Μακεδόνων βασιλέων Φιλίππου και Αλεξάνδρου, αναρίθμητες φορές έσωσε την πόλη του Θεσσαλονίκη από συμφορές, θεομηνίες και βαρβαρικές επιδρομές. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η πόλη του Αγίου, η Θεσσαλονίκη, ελευθερώθηκε και δόθηκε στους Έλληνες την ημέρα της εορτής του, την 26η Oκτωβρίου 1912.
Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του Αγίου Μεγαλομάρτυρος και Μυροβλύτου Δημητρίου την 26η Οκτωβρίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Βίκτωρος Ματθαίου, Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος Ι', Έκδοσις Β', Αθήναι 1964, σελ. 590-614.
2. Αντωνίου Μ. Παπαδόπουλου Ο.Θ. , Ο Άγιος Δημήτριος εις την Ελληνικήν και Βουλγαρικήν παράδοσιν, Εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1971.
3. Γρηγορίου Παλαμά Έργα, Ομιλία ΜΘ', Τόμος 11ος, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», σελ. 162-193.
4. Α. Μαρτίνου, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 4ος, Αθήναι 1964, λήμμα «Δημήτριος», σελ. 1049-1055.
5. Θεοδώρου Ζωγράφου, Εορτοδρόμιον, Τόμος Γ', Εν Βόλω 1914, σελ. 155-167.
6. Π. Β. Πάσχου, Έρως Oρθοδοξίας, Εκδοτικός οίκος «ΑΣΤΗΡ», Αθήναι 1964, σελ. 335-341.
7. Ν. Γρ. Ζαχαρόπουλου, Θεσσαλονίκη, ιστορική προσέγγισις (1900-1920), Εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη χ.χ. , σ. 74.
8. Θρησκευτική εφημερίδα «ΖΩΗ», αριθμ. φυλ. 1726 (26 Oκτωβρίου 1950) / αριθμ. φυλ. 1774 (18 Oκτωβρίου 1951) / αριθμ. φυλ. 1775 (25 Οκτωβρίου 1951).
9. Θύρα της μετανοίας, Κανόνες προς τον Μυροβλήτην Δημήτριον, εν Αθήναις χ.χ., σελ. 211-275.
(πηγή: "Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης", imthes.gr)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 11-32. Η παραβολή του ασώτου υιού
15.17 εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν(1) είπε, Πόσοι μίσθιοι(2) τοῦ πατρός
μου περισσεύουσιν ἄρτων(3), ἐγὼ δὲ λιμῷ(4) ἀπόλλυμαι.
17 Τελικά συνήλθε και είπε: “πόσοι εργάτες του πατέρα μου
έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας!
(1) «Το οποίο σημαίνει ότι συνήλθε σαν από μεθύσι και νάρκωση·
διότι τον ξύπνησε η κακοπάθεια» (Ζ). «Διότι όσο μεν έπραττε τα κακά,
ήταν εκτός εαυτού… Διότι αυτός που δεν κυβερνιέται από τη λογική,
αλλά ζει σαν χωρίς λογική… είναι εκτός εαυτού… Όταν όμως αναλογιστεί
ποιος ήταν και σε ποια αθλιότητα κατάντησε, τότε έρχεται στον εαυτό του» (Θφ).
«Διότι για αυτό και τον άφησε ο πατέρας, και δεν εμπόδισε να πάει
στην ξένη χώρα, έτσι ώστε και με την πείρα να μάθει καλά,
πόση ευεργεσία απολάμβανε μένοντας σπίτι. Διότι πολλές φορές ο Θεός,
όταν μιλώντας δεν πείθει, αφήνει την διδασκαλία στην πείρα των πραγμάτων» (Χ).
(2) Όχι οι δούλοι του σπιτιού, αλλά αυτοί που εργάζονταν με ημερομίσθιο,
οι οποίοι εργαζόμενοι στους αγρούς τρέφονταν μεν με δαπάνες δικές τους,
αλλά το ψωμί παρεχόταν σε αυτούς από αυτόν που τους μίσθωσε (L).
Ελάχιστα πιθανή ερμηνεία: «μισθωτούς, να εννοήσεις, σε παρακαλώ, αυτούς
που ακόμη κατηχούνται και δεν έχουν ακόμη υιοθετηθεί με το βάπτισμα» (Ζ. Θφ).
Ή, οι από τα έθνη προσήλυτοι στην ιουδαϊκή θρησκεία (g).
Πιο πιθανή ερμηνεία είναι ότι, παριστάνεται με αυτό η έσχατη φτώχεια
και κατάπτωση του ασώτου, που περιήλθε σε κατάσταση στερήσεων πολύ πιο
κάτω από εκείνη, στην οποία βρίσκονταν και οι μισθωτοί του πατέρα του.
(3) Υπάρχει και η γραφή: περισσεύονται άρτων. Αυτό δείχνει, ότι η πείνα
δεν είχε πέσει και στην χώρα όπου ζούσε ο πατέρας του. Υπάρχουν άφθονες
και ανεξάντλητες προμήθειες χάριτος στο ευαγγέλιο και δεν υπάρχει φόβος
να πεινάσει κάποιος επιστρέφοντας στο πατρικό σπίτι (ο).
(4) Διαφορετική γραφή: λιμῷ ὧδε ἀπόλλυμαι. «Εγώ λοιπόν ο γιος» (Ζ),
«πεθαίνω με τον χειρότερο όλεθρο, με την πείνα» (Θουκυδ. ΙΙΙ,59.4).
Η κατάσταση του αμαρτωλού παρουσιάζεται στον σ. αυτόν ως μία τρέλα και μέθη,
κάτω από το κράτος των οποίων ο αμαρτωλός γίνεται εκτός εαυτού.
Ο σατανάς έχει κατακυριεύσει την ψυχή του. Και σε τι μανία πράγματι
είχε καταντήσει ο δαιμονισμένος των Γαδαρηνών που κυριεύτηκε από τη λεγεώνα!
Ο αμαρτωλός ως άλλος παράφρων, φθείρει και κατακόβει τον εαυτό του
με τις τρελές επιθυμίες του και την ίδια ώρα εξαπατά τον εαυτό του με τρελές ελπίδες.
Και από όλους τους ασθενείς ο αμαρτωλός είναι ο περισσότερο πολέμιος
και εχθρός του εαυτού του. Δεν πρέπει όμως να απελπιζόμαστε για κανέναν αμαρτωλό.
Διότι για όσο υπάρχει ζωή, υπάρχει και ελπίδα. Η χάρη του Θεού μπορεί να μαλάξει
και τις σκληρότερες καρδιές όπως συνέβη και με τον άσωτο.
Ανάνηψε αυτός από την ώθηση της θλίψης, την οποία η πείνα και οι στερήσεις του
προκαλούσαν. Οι θλίψεις είναι ο άριστος διδάσκαλος. Και όταν εξαγιαστούν
από την χάρη, γίνονται η σωτήρια εκπαίδευση του Κυρίου, που ανοίγει τα μάτια
και τα αυτιά του αμαρτωλού. «Η εκπαίδευση του Κυρίου ανοίγει τα αυτιά μου».
Ευχή ψιθυριστά ή με το νου
-Γέροντα, πώς είναι καλύτερα να λέω την ευχή;
Φωναχτά, ψιθυριστά ή με τον νου;
-Αν την λες φωναχτά, θα κουράζεσαι και γρήγορα θα αποκάμεις.
Γι’ αυτό να την λες πότε ψιθυριστά και ποτέ με τον νου.
Η ευχή με τον νου είναι το καλύτερο επειδή όμως δεν μπορούν όλοι
οι άνθρωποι να την λένε συνέχεια με τον νου, βοηθάει να την λέει κανείς
και ψιθυριστά, σαν μια προπαίδεια. Μπορείς να αρχίζεις να την λες ψιθυριστά,
να συνεχίζεις με τον νου και υστέρα πάλι ψιθυριστά κα πάλι με τον νου.
Να κάνης αυτήν την εναλλαγή, μέχρι να καταλήξει η ευχή να γίνεται
μόνο με τον νου, να γίνη δηλαδή νοερά, όπως και λέγεται «νοερά προσευχή».
Τότε προσεύχεται κανείς με τον νου του και η καρδιά του σκιρτά,
αγάλλεται φθάνει στον θείο έρωτα,ζη ουράνιες καταστάσεις.
-Αυτό το διάστημα, Γέροντα, κάθε φορά που μπαίνω στο κελλί μου,
έχω μετεωρισμό και βλάσφημους λογισμούς. Γιατί μου συμβαίνει αυτό;
-Ξέχασες φαίνεται την ευχή, και γι’ αυτό ο πειρασμός
έστησε την σκηνή του έξω από το κελλί σου. Προσπάθησε στις κενές ώρες
που έχεις στο κελλί, να λες την ευχή ψιθυριστά, για να διώχνεις τον μετεωρισμό
και τους λογισμούς που υποβάλλει ο εχθρός. Η ψιθυριστή ευχή πολύ βοηθάει
στις ώρες της επιθέσεως, γιατί εκείνη την στιγμή χρειάζεται προσοχή,
για να γλιτώσει κάνεις από την εχθρική φάλαγγα.
-Γέροντα, συμφέρει, όταν μου έρχονται κακοί ή βλάσφημοι λογισμοί,
να τους πολεμώ με αντιρρητικό πόλεμο;
-Καλύτερα να τους πολεμάς με την ευχή παρά με αντιρρητικό πόλεμο.
Όσο μπορείς, να μιλάς νοερώς στον Χριστό δια της νοεράς προσευχής,
και να μη συζητάς με τον νου σου «τούτο» ή «εκείνο».
Να καλλιεργήσεις την ευχή, η οποία αρχικά θα σε απαλλάξει από τους
κακούς λογισμούς και στο τέλος θα γίνη ένα με την αναπνοή σου.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.165-166)
Για κάθαρση της καρδιάς χρειάζεται ευχή και αγώνας
-Γέροντα, πώς καθαρίζει η καρδιά;
-Με την ταπείνωση, την ανεξικακία, την θυσία, την ανιδιοτέλεια,
την εξαγόρευση, την άσκηση, την προσευχή, και προπαντός με την ευχή,
καθαρίζει η καρδιά. Η ευχή πετάει όλη την σαβούρα που έχει η καρδιά.
-Μπορεί, Γέροντα, μόνο με την ευχή να καθαρίση η καρδιά;
-Όχι, δεν γίνεται η κάθαρση μόνο με την ευχή, αν παράλληλα δεν υπάρχη
ταπείνωση και δεν γίνεται ο ανάλογος αγώνας. Αν προσεύχεσαι
και δεν προσπαθείς να τηρήσεις και τα αλλά που είπα, τότε χαμένος κόπος.
Η, αν τηρείς εκείνα και παραμελείς την προσευχή, πάλι χαμένος κόπος.
Αγωνίζεσαι, και συγχρόνως προσεύχεσαι, ζητάς την βοήθεια του Θεού
με την προσευχή, και έτσι σιγά σιγά καθαρίζει η καρδιά.
Αγώνας και προσευχή πάνε μαζί.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.164)
Η ιδανική φιλία ανθεί σε περιβάλλοντα αμόλυντα από την αμαρτία και την συναναστροφή των κακών και των πονηρών. Η γοητεία του κακού και η φαυλότητα της ζωής έχουν αμαυρώσει όλα τα καλά του βίου μας. Και μεταξύ αυτών των καλών συμπεριλαμβάνονται και οι φιλίες. Κάτω από το γενικό ξεπεσμό και εξευτελισμό της ζωής χάθηκαν ή αλλοτριώθηκαν κι αυτές. Κι όμως, όλοι έχουμε ανάγκη μιας γνήσιας, αληθινής, δυνατής και πραγματικής φιλίας. Δύσκολα κτίζονται τέτοιες φιλίες. Εύκολα καταστρέφονται. Κι όσοι απέκτησαν τέτοιες ζηλευτές φιλίες έζησαν ευτυχισμένοι. Γι᾽ αυτό θα σας δώσω την συνταγή της ιδανικής φιλίας. Όχι εγώ. Εσείς το ξέρετε, ότι πάντα αφήνω εκείνους που ξέρουν τα θέματα της ζωής μας καλύτερα από μας να μας πουν την σοφή συμβουλή τους. Έτσι ανεκάλυψα στον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο τις προϋποθέσεις μιας μεγάλης φιλίας, σαν αυτή, που είχε ο ίδιος με τον Μέγα Βασίλειο.
Ο ίδιος έλεγε, ότι «εφαίνετο να έχωμεν οι δύο μας μίαν ψυχήν που εκατοικούσεν εις δύο σώματα. Τότε πλέον εγίναμεν τα πάντα ο ένας δια τον άλλον, ομόστεγοι, ομοτράπεζοι, συμφυείς, αποβλέποντες εις το ίδιο και πάντοτε αυξάνοντες ο ένας τον πόθο του άλλου, ώστε να γίνη θερμότερος και μόνιμος». Ας δούμε λοιπόν πως εκτίσθη αυτή η ζηλευτή, ευλογημένη και πασίγνωστη φιλία των δύο μεγάλων ανδρών και αγίων πατέρων μας. Έτσι θα διδαχθούμε κι εμείς τα μεγάλα μυστικά της ευτυχισμένης ζωής.
Η αληθινή φιλία πρέπει να είναι «θείος και φρόνιμος έρως» απηλλαγμένος αμαρτίας. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος: «Οι σωματικοί έρωτες, καθώς αφορούν τα πράγματα που περνούν, περνούν κι εκείνοι όπως τα εαρινά λουλούδια. Ούτε η φλόγα μένει, όταν τα ξύλα τελειώσουν, αλλά χάνεται μαζί με αυτά που την τρέφουν, ούτε ο πόθος υπάρχει, όταν το προσάναμμα σβήση. Οι θείοι όμως και φρόνιμοι έρωτες, επειδή αναφέρονται εις κάτι σταθερόν, δια τούτο ακριβώς είναι μονιμώτεροι και όσον περισσότερον παρουσιάζεται το κάλλος των τόσον περισσότερον συνδέουν τους εραστές με αυτό και μεταξύ των. Αυτός είναι ο νόμος του ιδικού μας έρωτος».
Μια δυνατή φιλία γεννάται, όταν οι φίλοι διεξάγουν κοινό αγώνα και αμιλλώνται εις την κατάκτησιν των υψηλών κορυφών της αρετής. Γράφει γι᾽ αυτή την κοινή επιδίωξιν του ιδίου και του Μεγάλου Βασιλείου ο άγιος Γρηγόριος: «Κοινή επιδίωξις και των δύο η αρετή και η συμμόρφωσις της ζωής μας προς τις μελλοντικές ελπίδες». Εξομολογείται δια τον θείον πόθον των: «Την επιδίωξιν αυτήν έχοντες εμπρός μας κατευθήναμεν την ζωήν μας ολόκληρον και κάθε ενέργειάν μας· μας ωδηγούσεν η εντολή και ηκονίζαμεν ο ένας εις τον άλλον την αρετήν μας και είμεθα, εάν δεν είναι υπερβολικόν τούτο να είπω, ο ένας δια τον άλλον κανών και μέτρον, με τα οποία διακρίνεται το ορθόν και το μη ορθόν».
Η ιδανική φιλία ανθεί σε περιβάλλοντα αμόλυντα από την αμαρτία και την συναναστροφή των κακών και των πονηρών. Προσέξτε ιδιαίτερα τις συνετές παρατηρήσεις του αγίου Πατέρα μας Γρηγορίου του Θεολόγου: «Από τους σπουδαστές μας συναναστρεφόμεθα, όχι βέβαια τους πιο ανήθικους αλλά τους πιο φρόνιμους· ούτε τους πιο εριστικούς αλλά τους πιο ειρηνικούς και εκείνους που η συναναστροφή των είναι ωφελιμωτέρα. Διότι εγνωρίζαμεν ότι είναι ευκολώτερον να λάβης την ασθένειαν παρά να χαρίσης την υγείαν. Και εις τα μαθήματα εφθάσαμεν να χαιρώμεθα όχι με τα πιο ευχάριστα αλλά με τα πιο ωφέλιμα. Επειδή και από αυτά οι νέοι συμμορφώνονται προς την αρετήν ή την κακίαν». Μακάρι όλοι μας να μπορέσουμε να κάνουμε αυτές τις αθάνατες συμβουλές κανόνες και νόμους ζωής.
Η αληθινή φιλία στηρίζεται στους αποστολικούς λόγους και νόμους: «όποιος αγαπά δεν ζητεί τίποτε δια τον εαυτόν του». Και «Δια της φιλαδελφίας να γίνεσθε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Να προλαμβάνη ο καθένας τους άλλους εις το να τους αποδίδη τιμήν». Αυτά εφήρμοζαν οι θεϊκοί πατέρες, όπως αναφέρει ο ίδιος σεβαστός πατέρας μας Γρηγόριος: «Αγωνιζόμεθα και οι δυό, όχι ποιος να έχη ο ίδιος το πρωτείον, αλλά πως να το παραχωρήση εις τον άλλον· την ευδοκίμησιν ο ένας του άλλου την εθεωρούσαμεν ιδικήν μας… πρέπει να πεισθήτε ότι εζούσαμεν ο ένας μέσα εις το είναι του άλλου και δίπλα εις τον άλλον». Η αγάπη και ο σεβασμός που είχε ο άγιος Γρηγόριος εις τον Μέγα Βασίλειον φαίνεται στα πιο κάτω λόγια με τα οποία συγκρίνεται ο ίδιος με τον φίλο του. Γράφει: «Το ωραιότερον είναι ότι εσχηματίσθη από εμάς μία αδελφότης που εκείνος διεμόρφωνε και κατηύθυνεν ως αρχηγός με κοινές ικανοποήσεις, μολονότι εγώ έτρεχα πεζός δίπλα εις άρμα Λυδικόν (ταχυδρόμον δηλαδή), όπου και όπως επήγαινεν εκείνος».
Την αληθινή φιλία συνδέει και ο κοινός σκοπός της ζωής. Έτσι άρχισε η φιλία μας, αποκαλύπτει ο θείος πατέρας «καθώς με το πέρασμα του καιρού ωμολογήσαμεν τον πόθον μας ο ένας εις τον άλλον και ότι αυτό που μας ενδιέφερε ήταν η φιλοσοφία, τότε πλέον εγίναμεν τα πάντα ο ένας δια τον άλλον».
Την γνήσια φιλία συνδέουν οι κοινές αρχές και οι κοινές αντιλήψεις. Γι᾽ αυτό το θέμα γράφει ο άγιος Γρηγόριος: «Τίποτε, νομίζω δεν αξίζει, εάν δεν οδηγεί εις την αρετήν και δεν κάνει καλυτέρους όσους ασχολούνται με αυτό. Δια τους άλλους υπάρχουν διάφορες ονομασίες η από τον πατέρα η από την οικογένειαν η από το επάγγελμα και τις πράξεις των. Εμείς όμως έχομεν το μέγα προσόν και όνομα να είμεθα και να λεγώμεθα χριστιανοί. Αυτό ήτο η μεγαλυτέρα καύχησις για μας».
Η μεγάλη φιλία εκδηλώνεται με τρυφερότηττα, ευαισθησία, στοργή και φιλαδελφία. Ο άγιος Γρηγόριος αναφέρεται εις τον φίλον του και τον αποκαλεί «ο εμός Βασίλειος». Δηλαδή «ο δικός μου Βασίλειος». Έτσι γίνεται, όταν η φιλία είναι ανιδιοτελής, καθαρή και λουσμένη στο φως της χριστιανικής αγάπης και αρετής. Τι λέτε; Πως σας φαίνονται αυτά; Δοκιμάστε τα και θα βεβαιωθήτε, ότι θα σας βοηθήσουν να δημιουργήσετε γερές και ισχυρές φιλίες, που θα αντέξουν στον χρόνο και στην τρικυμία της ζωής σας.
Αυτή η φιλία των αγίων ανδρών διεφημίσθη παντού εις τον τότε κόσμο και έμεινε στην ιστορία. Το ομολογεί ο ίδιος ο άγιος Γρηγόριος. Γράφει: «Αυτά έκαμαν να γίνωμεν γνωστοί εις τους διδασκάλους και τους συναδέλφους μας, γνωστοί εις όλην την Ελλάδα, και μάλιστα εις τους πιο επιφανείς Έλληνες. Είχαμεν πλέον ξεπεράσει τα σύνορα της Ελλάδος, όπως έγινε σαφές από διηγήσεις πολλών. Ηκούοντο οι διδάσκαλοί μας εις όσους ηκούοντο αι Αθήναι, συνακουόμεθα και εμείς οι δύο και συναναστρεφόμεθα εις τόσους ανθρώπους, εις όσους και οι δάσκαλοί μας και δεν ήμεθα ένα ζεύγος άσημον και κοντά και μακράν των διδασκάλων μας».
Ο ίδιος θεοφόρος και αγιοπνευματοκίνητος Πατέρας έγραψε και το ωραιότατον εγκώμιον της φιλίας:
«Με τίποτε από ό,τι υπάρχει εις τον κόσμον δεν μπορεί κανείς να συγκρίνη ένα πιστόν φίλον, και το κάλλος του δεν έχει όρια». «Ο πιστός φίλος είναι ισχυρά προστασία» (Σοφ. Σολ. ς´ 14-15) και βασίλειον οχυρωμένον. Ο πιστός φίλος είναι έμψυχος θησαυρός. Ο πιστός φίλος είναι πολυτιμότερος από χρυσάφι και από πολλούς πολυτίμους λίθους. Ο πιστός φίλος είναι κήπος περιφραγμένος και πηγή σφραγισμένη, τα οποία ανοίγουν πότε-πότε δια να τα επισκεφθή και να τα απολαύση κανείς. Ο πιστός φίλος είναι λιμάνι αναψυχής. Αν δε είναι και πιο συνετός, πόσον καλύτερον είναι τούτο; Εάν δε είναι και πολύ μορφωμένος και διαθέτη παντοειδή μόρφωσιν, την ιδικήν μας λέγω και εκείνην η οποία ήτο κάποτε ιδική μας, πόσον καλύτερον είναι αυτό; Εάν δε και υιός του φωτός (Ιωάν. ιβ´ 36, Εφεσ. ε´ 8), ή άνθρωπος του Θεού (Δ´ Βασιλ. α´ 9), ή άνθρωπος ο οποίος προσεγγίζει τον Θεόν (Ιεζεκιήλ μγ´ 19), ή έχει ανωτέρας, πνευματικάς επιθυμίας (Δαν. θ´ 23), ή είναι άξιος να φέρη ένα χαρακτηρισμόν από εκείνους με τους οποίους τιμά η Γραφή τους ενθέους και υψηλούς, οι οποίοι ανήκουν εις ανωτέραν τάξιν, γεγονός το οποίον αποτελεί ήδη δώρον του Θεού και είναι σαφώς ανώτερον από την ιδικήν μας αξίαν».
Αυτά εκ των έργων του ιερού Πατρός Γρηγορίου του Θεολόγου:
α) Λόγος μγ´ «Εις τον Μέγαν Βασίλειον» παρ. 19, 20, 21. Ε.Π.Ε. τ. 6 σ. 161 και εξής
β) Λόγος ια´ «Εις Γρηγόριον Νύσσης επιστάντα μετά την χειροτονίαν» παρ. 1. Ε.Π.Ε. τ. 1 σ. 285