ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
«Η τεράστια αίθουσα, στην οποία ο μεγάλος ιεροκήρυκας του 19ου αι. κήρυττε σε χιλιάδες ψυχές, δυο φορές καταστράφηκε από πυρκαγιά και πάλι ξανακτίστηκε πιο ευρύχωρη.
Όταν επρόκειτο να μιλήσει στην καινούρια μεγάλη αίθουσα, μια μέρα πριν από το κήρυγμα πήγε ο Spurgeon για να δοκιμάσει την ακουστική της. Στάθηκε σε μια γωνία και με δυνατή φωνή, επανέλαβε τρεις φορές αργά και καθαρά, τα λόγια του Κύριου στον Ιωάννη 3,16.
«Τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον Μονογενή, δια να μην απολεσθεί πας ο πιστεύων εις Αυτόν , αλλά να έχει ζωήν αιώνιων».
Η ακουστική της αιθούσης ήταν ικανοποιητική κι ο Spurgeon ευχαριστημένος απομακρύνθηκε. Πέρασαν μέρες, εβδομάδες. Μια μέρα, ενώ ήταν στο γραφείο της εκκλησίας, κάποιος κτύπησε την πόρτα. Ήταν ένας εργατικός άνθρωπος. Κι είχε να πει μια παράξενη ιστορία.
- Άνθρωπε του Θεού, είπε. Θέλω να με βοηθήσετε να δώσω την καρδιά μου στον Χριστό. Είμαι δυστυχισμένος. Και θα είχα τώρα δώσει τέλος στη ζωή μου, αν τη στιγμή κατά την οποία ήμουν έτοιμος, πριν μερικές μέρες, να πηδήξω στο κενό από τις σκαλωσιές του διπλανού κτιρίου που κτίζεται, δεν με σταματούσε εκείνη η φωνή από τον ουρανό.
- Φωνή από τον ουρανό; Ποιά; Ρώτησε περίεργος ο εργάτης του Θεού.
- Να, εξήγησε ο επισκέπτης. Τη στιγμή κατά την οποία είχα κλείσει τα μάτια μου και ήμουν έτοιμος να πηδήξω, άκουσα μια φωνή να λέει:
Τόσο αγάπησε ο Θεός τον κόσμο….
Μου φάνηκε πως ονειρευόμουν. Μα πριν συνέλθω, πάλι ακούστηκε η φωνή να λέει:
τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμο…..
Και σαν να μην έφθανε και τούτο, η φωνή ξανακούσθηκε και τρίτη φορά .
Κατέβηκα από τη σκαλωσιά και πήγα σπίτι μου. Εκείνο το βράδυ, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Και την άλλη μέρα, γυρνούσα ανήσυχος με τον αντίλαλο της φωνής που αντηχούσε αδιάκοπα μέσα μου «δια να μη απολεσθή». Πέρασαν μέρες αγωνιάς. Ο Θεός με κάλεσε, με ζητάει. Θέλω να του δώσω την καρδιά μου» (ΜΑβ, 120).
(στο: Θεός εφανερώθη, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, σελ. 353-354)
Dr. R.A. Torrey
«Εδώ και λίγο καιρό, όταν μιλούσα σε φοιτητές για το πώς πρέπει να συζητούν με σκεπτικιστές, ήταν μεταξύ τους ένας απόφοιτος Αγγλικού πανεπιστημίου, που είχε πέσει τέλεια στο σκεπτικισμό. Στο τέλος της διαλέξεως ήρθε και μου είπε:
- Δεν θέλω να φάνω αγενής, κύριε, μα η πείρα μου διαψεύδει όλα όσα μας είπατε.
Τον ρώτησα αν είχε ακολουθήσει όσα υπέδειξα, χωρίς να βρει φως. Είπε πως τα είχε ακολουθήσει . Πήγα στο διπλανό δωμάτιο κι έγραψα την παρακάτω υπόσχεση:
«πιστεύω ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ καλού και κακού, και με τούτο το γραπτό τύπο παίρνω το μέρος του καλού, και υπόσχομαι να το ακολουθήσω όπου κι αν με οδηγήσει. Υπόσχομαι ειλικρινά να προσπαθήσω να ανακαλύψω ποια είναι η αλήθεια. Αν κάποτε ανακαλύψω πως ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, υπόσχομαι να Τον δεχτώ για Σωτήρα μου και να Τον ομολογήσω σ΄ όλο το κόσμο.
Του έδωσα το χαρτί αυτό και τον ρώτησα αν ήταν πρόθυμος να το υπογράψει.
- Βέβαια, μου είπε, και το υπέγραψε.
Ύστερα του λέω:
- Δεν έχεις αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός, ούτε ότι ο Θεός δεν απαντά στην προσευχή. Εγώ ξέρω πως απαντάει, αλλά η γνώση η δική μου δεν σε ωφελεί τίποτα. Να ένας τρόπος να αποκτήσεις αυτή τη γνώση. Υποσχέθηκες να ερευνήσεις ειλικρινά για την αλήθεια. Ακολούθησε, λοιπόν, τούτη τη μέθοδο. Κάνε μια απλή προσευχή και πες:
«Ω, Θεέ, αν υπάρχεις πραγματικά, και απαντάς σε προσευχή, δείξε μου αν ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός σου, και αν μου δείξεις πως είναι, θα Τον δεχτώ για Σωτήρα μου και θα Τον ομολογήσω σε όλο τον κόσμο».
Δέχθηκε να το κάνει. Του συνέστησα, επίσης, να πάρει το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο και να διαβάζει απ’ αυτό κάθε μέρα, και κάθε φορά πριν το διαβάζει να ζητά από το Θεό να του δώσει φως. Δέχτηκε να κάνει κι αυτό, αλλά μου είπε:
- Δεν πιστεύω να βγει τίποτε.
Έπειτα από λίγο καιρό, τον συνάντησα πάλι, και μου λέει:
- Κάτι αρχίζει να βγαίνει.
- Το ήξερα, του λέω.
Συνεχίζοντας, μου είπε πως του φαινόταν σαν να τον είχε αρπάξει ο Νιαγάρας και τον παρέσερνε.
Δεν πάει πολύς καιρός που τον συνάντησα πάλι και μου είπε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει πως είχε τόσο καιρό τυφλωθεί και πως είχε ακολουθήσει τέτοιες ιδέες, τις οποίες παλιά είχε δεχτεί και που του φαίνονταν τώρα απόλυτα μωρές. Του απάντησα ότι θα βρεις την εξήγηση στη Βίβλο:
«Ο φυσικός άνθρωπος δεν δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού», μα ότι τώρα που είχε βάλει τον εαυτό του στην ορθή θέση απέναντι στο Θεό και την αλήθεια, του φαίνονταν όλα σαφή. Ο άνθρωπος αυτός, που με διαβεβαίωσε ότι ήταν «διαφορετικός από τον συνήθη τύπο» κι ότι οι μέθοδοι που επηρεάζουν άλλους, αυτόν τον άφησαν ανεπηρέαστο, όταν πήρε την ορθή θέση απέναντι στο Θεό, ήρθε και σε θέση να πάρει την άμεση μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος, ότι η Βίβλος είναι ο λόγος του Θεού .Το ίδιο μπορεί να γίνει και οποιονδήποτε» (RT,18).
(στο: Θεός εφανερώθη, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Αθήνα 2011, σελ. 322-324)
Επί Θεοφίλου του μακάριου πάπα Αλεξανδρείας χρημάτισε επίσκοπος στην Κυρήνη ο Συνέσιος ο φιλόσοφος. Aυτός ,όταν ήρθε στην Κυρήνη, βρήκε εκεί κάποιο φιλόσοφο στο όνομα Ευάγριο, ο οποίος υπήρξε σύντροφος του στα μαθήματα και φίλος του γνήσιος , λάτρευε όμως, με μανία τα είδωλα. Αυτόν ο επίσκοπος Συνέσιος ήθελε να μετατρέψει και όχι μόνο ήθελε και πάσχιζε, αλλά και είχε και πολύ αγώνα και φροντίδα εξαιτίας της φιλίας την όποια είχε εξαρχής προς αυτόν. Αυτός όμως, δεν δεχόταν ούτε παραδεχόταν με κανένα τρόπο τη διδασκαλία του. Όμως ο επίσκοπος, από την πολλή φιλία προς αυτόν, ούτε δείλιασε ούτε σταμάτησε να τον διδάσκει και να τον παρακαλεί και να τον νουθετεί καθημερινά να πιστεύει στο Χριστό και να έρθει σε επίγνωση Του. Έτσι μια φορά είπε και τούτο προς αυτόν το φιλόσοφο:¨ Ειλικρινά ,κύριε επίσκοπε μαζί με όλα και τούτο δεν μου αρέσει που λέτε οι χριστιανοί ότι και γίνεται συντέλεια του κόσμου και μετά τη συντέλεια όλοι οι άνθρωποι, όσοι υπήρξαν από την αρχή ,θα αναστηθούν με τούτο το σώμα και θα ζήσουν αιώνια , έχοντας τη σάρκα τούτη άφθαρτη και ανώλεθρη, θα πάρουν τις αμοιβές κι ότι οποίος ελεεί φτωχό, δανείζει το Θεό κι οποίος σκορπίζει χρήματα στους φτωχούς και στους πένητες, θησαυρίζει στον ουρανό και του δίνει ο Χριστός εκατονταπλάσια μαζί με την αιώνια ζωή κατά την ανάσταση. Αυτά μου φαίνονται απάτη και κοροϊδία και παραμύθια κι όταν τα λέτε, τέτοια αποδεικνύονται. Ο Συνέσιος, όμως, ο επίσκοπος τον διαβεβαίωνε ότι όλα τα δόγματα των χριστιανών είναι αληθινά και δεν έχουν τίποτε ψεύτικο ή ξένο προς την αλήθεια και με πολλές αποδείξεις προσπαθούσε να τον πείσει ότι αυτά έτσι είναι.
Κι έτσι, μετά πολύ καιρό, τον βαφτίζει κι αυτόν και τα παιδιά του κι όλους όσους ήταν στο σπίτι του . Μετά από λίγο καιρό λοιπόν, από το βάπτισμα δίνει στον επίσκοπο τρία χρυσά δηνάρια για τους φτωχούς λέγοντας:
- Δέξου τα τρία κεντήτρια (: νομίσματα) και δώστα στους φτωχούς και κάνε μου γραμμάτιο ότι θα μου τα εξοφλήσει ο Χριστός στο μέλλοντα αιώνα.
Αυτός δήχθηκε το χρυσάφι κι έκανε πρόθυμα το γραμμάτιο, όπως ήθελε.
Αφού έζησε λοιπόν, μερικά χρόνια μετά το άγιο βάπτισμα, ασθένησε θανάσιμα. Κι ενώ ήταν να πεθάνει, λέει στα παιδιά του:
- Καθώς θα με κηδεύετε, τούτο το χαρτί βάλτε στα χεριά μου κι έτσι, μαζί αυτό, να με θάψετε. Αυτοί, όταν πέθανε αυτός, όπως τους παρήγγειλε, έτσι κι έκαναν. Κι όταν τον έθαβαν, τον σκέπασαν με το ιδιόχειρο γραμμάτιο.
Και την τρίτη μέρα από την ταφή φαίνεται στον επίσκοπο Συνέσιο τη νύχτα, καθώς κοιμόταν , και του λέει:
- Έλα στον τάφο όπου είμαι θαμμένος και πάρε το ιδιόχειρο σου γραμμάτιο, γιατί πήρα το χρέος και πληρώθηκα και δεν έχω κανένα λογαριασμό μαζί σου και για να σε βεβαιώσω ,το υπέγραψα με το χέρι μου.
Αγνοούσε τότε ο επίσκοπος ότι έθαψαν μαζί με το φιλόσοφο και το ιδιόχειρο του γραμμάτιο.
Και το πρωί έστειλε και κάλεσε τους γιους του και τους είπε:
- τι θάψατε μαζί με το φιλόσοφο στον τάφο;
Αυτοί νόμιζαν ότι τους μιλεί για χρήματα και του είπαν:
- Τίποτε, δέσποτα, εκτός από τα σαβάνα του.
- Τι λοιπόν, λέει, ούτε κανένα χαρτί θάψατε μαζί του;
Αυτοί τότε το θυμήθηκαν, επειδή αγνοούσαν ότι για χαρτί το λέει, και του λένε:
- Ναι, δέσποτα, πεθαίνοντας μας έδωσε κάποιο χαρτί και είπε:
- Καθώς θα με θάβετε, τούτο το χαρτί δώστε μου να κρατώ στα χεριά , χωρίς κάνεις να ξέρει τίποτε.
Τότε τους είπε ο επίσκοπος το όνειρο το όποιο είδε εκείνη τη νύχτα. Και πήρε αυτούς μαζί με τους κληρικούς και τους προύχοντες και μερικούς κατοίκους της πόλεως και πήγε στον τάφο του φιλοσόφου. Τον άνοιξαν και βρίσκουν το φιλόσοφο μέσα να κρατά με τα χεριά του ιδιόχειρο γραμμάτιο του επισκόπου και, παίρνοντας από τα χεριά του το γράμμα, το άνοιξαν και το βρήκαν γραμμένο πρόσφατα με το χέρι του φιλοσόφου ως εξής:
“εγώ ο Ευαγριος ο φιλόσοφος εσένα τον οσιότατο κύριο Συνέσιο επίσκοπο χαιρετώ. Πήρα ότι γραφεί τούτο το γράμμα σου και πληρώθηκα και δεν έχω καμία διαφορά μαζί σου για το χρυσάφι το όποιο σου έδωσα, δηλαδή δια σου στο Χριστό, το Θεό και Σωτήρα μας”.
Έμειναν τότε κατάπληκτοι όσοι το έβλεπαν και, φωνάζοντας για ώρες πολλές το κύριε ελέησον, δόξαζαν το Θεό ο οποίος ενεργεί θαυμαστά και δίνει παντοτινά τέτοια πληροφορία στους δούλους Του.
Μας διαβεβαίωνε δε και τούτο ο ίδιος κύριος Λεόντειος [ο επίσκοπος Κυρήνης],ότι το χειρόγραφο που έχει την υπογραφή του φιλοσόφου σώζεται μέχρι σήμερα και βρίσκεται στο σκευοφυλάκιο της Εκκλησίας της Κυρήνης κι όποιος αναλαμβάνει σκευοφύλακας εκεί, παραλαμβάνει και αυτό μαζί με τα ιερά σκεύη, το φυλάει επιμελώς και μαζί αυτά το παραδίδει σώο και αβλαβές.
(Λειμωνάριον, Ιωάννου Μόσχου, εκδ. Σταυρονικήτα, Αγ. Όρος 1986)
Από τον ιεραποστολικό αγρό
"Ένα πρωινό του μηνός Μαϊου 1994 ήλθε στην Ιεραποστολή μας ένας μεσόκοπος ιθαγενής. Τον δέχθηκα στο γραφείο και εκείνος άρχισε να μου διηγήται το πρόβλημα που τον απασχολούσε και φαινόταν αρκετά ανήσυχος και ταραγμένος.
- Πάτερ, εγώ εργάζομαι στην εταιρεία "Τζεκαμίν" των μεταλλευμάτων. Αρρώστησα βαρειά και οι γιατροί δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν. Έκανα προσευχή στον Θεό να με λυπηθή.
- Ποια εκκλησία ακολουθείς;
- Είμαι στην Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, πάτερ.
Μια νύκτα είδα στον ύπνο μου πολλούς κληρικούς σαν και εσάς που ήταν ντυμένοι με λαμπρά ρούχα και λειτουργούσαν μέσα σε μια Εκκλησία, σαν τη δική σας. Ένας απ' αυτούς με πλησίασε και μου είπε:
"Ο Θεός άκουσε την προσευχή σου, αλλά για τη σωτηρία σου θα'λθης στη δική μας Εκκλησία. Αυτή είναι η μόνη αληθινή Εκκλησία".
Εγώ πάτερ, δεν ξέρω ούτε καν εσάς, ούτε ποιο είναι το όνομα της Εκκλησίας σας, αλλά ήλθα εδώ, διότι είδα στον ύπνο μου παπάδες σαν εσάς με ράσα και γένεια και ρούχα λαμπρά.
Ρώτησα κι άλλους και μου είπαν ότι "μόνο οι ορθόδοξοι έχουν γένεια και φορούν τέτοια ρούχα. Η Εκκλησία τους είναι στο τάδε μέρος. Εκεί θα πας".
Τον συμβούλευσα, του έδωκα βιβλία και του πρότεινα, αν θέλη να έρχεται κάθε Κυριακή στην Εκκλησία μας και στις κατηχήσεις. Έκτοτε έγινε πιστό μέλος της Εκκλησίας μας” (ΔΓΜ, 72).
("Αντιαιρετικά Εφόδια", αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Σταμάτα 2013, σσ. 209-210)
“Μερικοί από μας είμασθε πολύ κατηγορηματικοί όσον αφορά τον τύπο του ανθρώπου που υποτίθεται ότι θα μας κάνη ευτυχισμένους. Σ' ένα συνέδριο για ανύπαντρους νέους στο Portland του Oregon με πλησίασε μια γυναίκα κοντά στα τριάντα και μου είπε:
- Κύριε Mc Dowell, να σας δείξω τον τύπο του άνδρα που θέλω να παντρευθώ.
Στα γρήγορα ξετύλιξε μπροστά μου μια λίστα με 49 χαρακτηριστικά τα οποία ζητούσε σ' έναν άνδρα.
- Κοπέλα μου, της είπα αφού έρριξα μια ματιά στη λίστα της, εσύ δεν θέλεις σύζυγο, εσύ θέλεις τον Ιησού Χριστό.
Ωστόσο δεν είναι μόνο οι γυναίκες που φτιάχνουν λίστες με τις ιδιότητες τις οποίες θέλουν σ' έναν άνδρα. Στο πανεπιστήμιο Washington με πλησίασε ένας τελειόφοιτος, έβγαλε το ημερολόγιό του και είπε:
- Να σας δείξω τον τύπο της γυναίκας την οποία θέλω να παντρευθώ.
Από τις 14 ιδιότητες της λίστας του, θυμάμαι μόνο την πιστότητα και την αξιοπιστία.
Αυτή τη φορά ακολούθησα άλλη τακτική:
- Να σε ρωτήσω κάτι; Εσύ πώς τα πας σ' αυτούς τους 14 τομείς;
- Τι εννοείτε;, με ρώτησε.
- Τις ιδιότητες τις οποίες ζητάς από μια σύζυγο, εσύ ο ίδιος τις διαθέτεις;, τον ξαναρώτησα.
Ήταν φανερό ότι τον έβαλα σε σκέψεις.
- Αυτό που έχει σημασία στο γάμο συνέχισα, δεν είναι τόσο να βρής το σωστό πρόσωπο, όσο το να είσαι εσύ το σωστό πρόσωπο.
Αν θέλης μια βασίλισσα, πρέπει εσύ να είσαι βασιλιάς.
Αν θέλης μια καλή σύντροφο, πρέπει εσύ να γίνης καλός σύντροφος.
Η αναζήτησι του μυστικού της αγάπης είναι σα να ψάχνουμε τα γυαλιά μας. Τα γυρεύουμε παντού για να καταλάβουμε στο τέλος ότι ήταν πάνω στο κεφάλι μας. Ή σαν να ψάχνουμε για τα κλειδιά μας και στο τέλος να καταλαβαίνουμε ότι τα κρατάμε στο χέρι μας.
Οι περισσότεροι από μας ψάχνουν για το σωστό πρόσωπο, ενώ το μυστικό είναι να είμασθε εμείς οι ίδιοι σωστοί. Ένα σωρό άνθρωποι ψάχνουν, ενώ θα έπρεπε να δουλεύουν... για να γίνουν οι ίδιοι σωστοί” (McJ, 22).
("Μύθοι και αλήθειες για τις προγαμιαίες σχέσεις", αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Αθήνα 2011, σελ. 248-250)
Γράφει, επίσης ο π. Χαραλάμπης Βασιλόπουλος για τον π. Βενέδικτο Πετράκη:
“Η απήχηση του κυρήγματός του τράβηξε από τα καταγώγια και την πασίγνωστη στο Αγρίνιο Κούλα. Αυτή μετανόησε, εξομολογήθηκε και αφήσε οριστικά το βίο της αμαρτίας. Αφιερώθηκε στο Θεό, για να σώση την ψυχή της.
Για να φιλοσοφή, μάλιστα πάνω στην ματαιότητα των εγκοσμίων και να δαμάση τη σάρκα, πήγε κι έμεινε στο Νεκροταφείο. Υπήρχε ένα δωμάτιο, στο οποίο έβαζαν οι νεκροθάπτες τις αξίνες και τα φτυάρια τους. Αϊ, λοιπόν! Εκεί μέσα εγκαταστάθηκε και περιποιόταν τους τάφους των νεκρών.
Η Κούλα είχε και μια ανεψιά, που έμενε στο χωριό Καλύβια. Αυτή είχε ομορφιά εξαιρετική. Γι'αυτό τη συμβούλευε συχνά η θεία της:
“Πρόσεξε, παιδί μου, την αγνότητά σου, να μην πέσης εκεί όπου έπεσα εγώ. Καλύτερα να πεθάνης, παρά να χάσης την τιμή σου, διότι η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει'. Είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός σου”.
Στην εικοσιτετράχρονη αυτή κοπέλλα παρουσιάσθηκε ένας μεγάλος πειρασμός. Ένας γείτονάς της την ενοχλούσε επίμονα. Αλλ' αυτή τον απέκρουε. Κάποτε της είπε:
- Αν δεν υποκύψης, θα σε σκοτώσω.
- Θα δούμε ποιός θα σκοτώση τον άλλο, του είπε η νέα.
Δεν έλεγε, όμως, τίποτε στους δικούς της, για να μη γίνη φονικό.
Κάποια μέρα κατά την οποία περνούσε από ένα ερημικό μέρος η κοπέλλα, της επιτέθηκε ο κακός εκείνος άνθρωπος. Πιάσθηκαν στα χέρια. Έγινε πάλη σκληρή και πολύωρη. Κι επειδή δεν εκάμπτετο, άρχισε εκείνος να τη κτυπά με μαχαίρι.
Τις έδωσε είκοσι τρείς μαχαιριές και μία από πίσω. Συνολικά 24 (όσα χρόνια είχε). Και, όμως, η νέα αντιστεκόταν. Τελικά την έσφαξε σαν το πρόβατο.
Όταν πήγαν οι δημοσιογράφοι, οι αστυνομικοί και οι δικαστικοί και την βρήκαν σφαγμένη και με τόσες μαχαιριές, αλλά με σφιγμένα τα πόδια, έπεσαν και της φίλησαν τα πόδια. Επρόκειτο πέρι μάρτυρος και, μάλιστα Παρθενομάρτυρος!
Στα σαράντα, μ' έστειλε ο π. Βενέδικτος για το μνημόσυνο της. Βρέθηκα μπροστά σε μια λαοθάλασσα. Συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί απ' το Αγρίνιο και τα γύρω χωριά, για να τιμήσουν τη νέα Παρθενομάρτυρα.
Ο φονιάς εννοείται καταδικάσθηκε σε θάνατο κι εκτελέσθηκε. Για ν'αποδεικνύεται ότι ο λόγος του Θεού όσους τον δέχονται τους ανεβάζει σε ύψη αγιότητος, στο θρόνο του Θεού, τους δε άλλους που τον περιφρονούν, τους κατεβάζει μέχρις Άδου κατωτάτου” (ΧΒ, 102).
(στο: Μύθοι & αλήθειες για τις προγαμιαίες σχέσεις, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Αθήνα 2011, σελ. 168-169)
“Βασίλισσα των Φράγκωνήταν η Αγ. Κλοτίλδη. Τότε, (450-600 μ.Χ.), οι Φράγκοι ήταν Ορθόδοξοι. Ο σύζυγος της, βασιλιάς Κλοδοβίκος (481-511), ήταν ένα αληθινό αγρίμι, και πνευματικά νεκρός. Και όποτε νευρίαζε, ξεσπούσε στη γυναίκα του με τόσο βάρβαρο τρόπο, που ακόμη και οι αξιωματούχοι του, που τον έτρεμαν, αγανακτούσαν!
Και μια ημέρα τόλμησαν και της το είπαν:
-Δεν κάνεις καλά, που τον ανέχεσαι! Δεν έχεις γνώμη; Δεν έχεις θέλησι; Βασίλισσα είσαι! Μίλα, κακομοίρα! Θα σε φάη το θηρίο! Δεν έχεις γνώμη; Δεν έχεις θέλησι;
Απάντησε εκείνη με απλότητα:
-Προσπαθώ να μην έχω δικό μου θέλημα!
Τη ρώτησαν:
-Και πώς τα καταφέρνεις; Εμείς, δούλοι του, σε τέτοιες βάρβαρες ενέργειες του επαναστατούμε! Εσύ βασίλισσα, τί λες τότε στον εαυτό σου;
Τους απάντησε σταθερά:
-Όταν παντρεύθηκα, το θέλημά μου το άφησα στο σπίτι του πατέρα μου. Και πήρα την απόφασι, θέλημά μου να έχω το θέλημα του συζύγου μου. Ότι κι αν είναι!
-Και πώς τα ξεπερνάς κάτι τέτοια;
-Με τη Χάρι του Θεού.
Και, λοιπόν; Ποιό ήταν το αποτέλεσμα;
Μία φώναξε ο Κλοδοβίκος, δύο φώναξε, δέκα φώναξε, και τα έκανε όλα γυαλιά-καρφιά. Μα μπροστά στην πραότητα, στην ηρεμία και στην υπομονή της γυναίκας του, έσπασε. Και μαλάκωσε. Και πίστεψε. Και έγινε καλός Χριστιανός.
Και από τότε, δεν έκανε ποτέ πιά τίποτε χωρίς τη γνώμη της. Όχι μόνο σε θέματα οικογενειακά, αλλά και στα κρατικά και στα θέματα πολέμου ακόμη!...
Και όλοι βλέποντας την αλλαγή, απορούσαν, και διερωτώντο:
-Πώς άλλαξαν τα πράγματα; Πώς ήλθαν τα άνω κάτω;
Την απάντησι την έδωκε ο Κλοδοβίκος:
-Με κατάκτησε η αγάπη και η υπομονή της γυναίκας μου. Αυτή δεν είναι απλή γυναίκα, είναι αγία.
Και πράγματι ήταν αγία η Κλοτίλδη.
Και όσο κι αν τη θαύμαζε ο σύζυγός της, εκείνη δεν άλλαξε απέναντί του συμπεριφορά. Τον σεβόταν και τον υπάκουε σε όλα. Και ο Κλοδοβίκος αισθανόταν κοντά της πιο πολύ άνδρας και πιο πολύ βασιλιάς από ό,τι τότε που έκανε τις τρέλλες του. Και την αγαπούσε όλο και πιο βαθειά.
Η μνήμη της εορτάζεται στις 3 Ιουνίου (+ 545)” (ΝΜ, 29)
(Στο: Ο Γάμος, αρχιμ Ιωάννου Κωστώφ, σελ. 89-91)
(Αγίου Γρηγορίου Νύσσης)
Αλλά μερικοί άλλοι χρησιμοποιώντας σαν μέσο την προσευχή αξιώθηκαν να πάρουν αξιώματα και τιμές απόλαυσαν και πλούτη απόκτησαν και θεωρήθηκαν πως ήταν φίλοι του Θεού με την εύνοια αυτή. Πώς, λοιπόν, θα ρωτήσει κάποιος, μας εμποδίζεις να απευθύνουμε στο Θεό τις προσευχές μας για παρόμοια ζητήματα;
Είναι φανερό στον καθένα βέβαια, και κανείς δεν μπορεί να φέρει αντίρρηση στο επιχείρημα, ότι τα πάντα εξαρτώνται από τη θέληση του Θεού και ότι η παρούσα ζωή ρυθμίζεται εκ των «άνω». Όσο για τα παρόμοια αποτελέσματα της προσευχής, που αναφέραμε, εμείς έχουμε μάθει άλλες αιτίες για τις οποίες δίνει ο Θεός σε αυτούς που ζητούν αυτά, οπωσδήποτε όμως όχι ως αγαθά.
Τα δίνει στους πιο επιπόλαιους προκειμένου με αυτά να στερεωθεί η πίστη τους προς τον Θεό.
Έτσι αποκτώντας την εμπειρία ότι ο Θεός ακούει τις προσευχές, σιγά σιγά από τα πιο ταπεινά αιτήματα να ανεβούμε κάποτε σε τέτοιο σημείο που να ζητήσουμε τα ανώτερα και τα δωρήματα εκείνα που ταιριάζουν στο Θεό.
Όπως ακριβώς βλέπουμε να γίνεται και με τα παιδιά μας. Αυτά παραμένουν προσκολλημένα στο μαστό της μάνας και θηλάζουν τόσο μόνο όσο και μέχρι τότε που η φύση τους το απαιτεί.
Όταν όμως το νήπιο μεγαλώσει κάπως κι αποκτήσει κάποια δύναμη για να εκφράζεται, περιφρονεί το μαστό και ζητάει κάτι από εκείνα που φαίνονται ευχάριστα στα μάτια των νηπίων….
Έτσι και ο Θεός δια παιδαγωγεί τον άνθρωπο να προσβλέπει μέσα από όλα σε Εκείνον.
Για αυτό και πολλές φορές δεν παραλείπει να ακούσει και τις πιο ασήμαντες αιτήσεις, μέχρι να προσκαλέσει εκείνον, που έτυχε να λάβει τη χάρη της ευεργεσίας στα μικρά, να επιθυμήσει και τα ανώτερα.
Και συ λοιπόν να έχεις στο νου σου το εξής: Αν ο τάδε με την πρόνοια του Θεού από αφανής που ήταν, έγινε διάσημος και επιφανής, ή απόκτησε κάτι άλλο από όσα επιζητούν οι άνθρωποι κατά την παρούσα ζωή, αξιώματα, ή πλούτο, ή επισημότητα, όλα αυτά είναι για σένα απόδειξη της μεγάλης φιλανθρωπίας του Θεού.
Με το να αποσπάσουν εκείνοι τα παιδικά παιχνίδια, μάθε εσύ να απευθύνεις τα αιτήματα στον Πατέρα για τα μεγαλύτερα και τελειότερα αγαθά.
Γιατί μόνο αυτά είναι που ωφελούν την ψυχή.
(Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Λόγοι εις την Προσευχήν, Αρχιμ. Παγκρατίου Μπρούσαλη, εκδ, Αποστολική Διακονία, σελ. 69-71)
Ο Charles Lever σημειώνει: “Ο Τσάρλς Άλεν στο βιβλίο του Φωτιές στο Σπίτι διηγείται την ιστορία ενός άνδρα που λέει στη σύζηγό του ένα πρωϊνό ότι εκείνη την ημέρα θα ζητήση αύξησι απ'το αφεντικό του. Ο άνδρας αποφεύγει νευρικά το αφεντικό όλη την ημέρα, αλλά τελικά, λίγο πριν σχολάσουν απ'τη δουλειά, καταφέρνει να συγκεντρώση το κουράγιο του και να ζητήση απ'το αφεντικό του την αύξησι.
Προς μεγάλη του έκπληξι, το αφεντικό συμφωνεί όχι μόνο να του δώση μεγαλύτερη αύξησι απ'αυτή την οποία ζήτησε αλλά και τον επαινεί κιόλας! Όταν ο άνδρας επιστρέφη στο σπίτι εκείνο το απόγευμα εκπλήσσεται και πάλι, γιατί η σύζυγός του έχει ετοιμάσει ένα ρομαντικό γεύμα με κεριά ακριβώς για την περίστασι.
“Αγάπη μου”, λέει χαρούμενος στη γυναίκα του, “πήρα την αύξησι, αλλά βλέπω απ'το τραπέζι ότι εσύ το ήξερες από πριν. Ωραία, λοιπόν, ας το γιορτάσουμε!”. Αγκαλίαζονται και καθώς κάθεται στο τραπέζι παρατηρεί ένα σημείωμα που λέει:
“Συγχαρητήρια αγάπη μου! Το ήξερα ότι θα έπαιρνες την αύξησι. Το δείπνο είναι για να σου δείξω πόσο πολύ σ' αγαπώ”.
Το γεύμα είναι καταπληκτικό. Καθώς η γυναίκα του μαζεύει τα πιάτα για να φέρη το επιδόρπιο, ο άνδρας παρατηρεί να πέφτη στο πάτωμα ένα άλλο σημείωμα...
Το μαζεύει από κάτω και διαβάζει:
“Μη στεναχωριέσαι που δεν πήρες την αύξησι αγάπη μου, αν και την αξίζης. Το δείπνο είναι για να σου δείξω πόσο πολύ σ' αγαπώ”.
Εκείνη τη στιγμή καταλαβαίνει ότι η σύζυγός του τον αγαπά και τον στηρίζει είτε πάρει την αύξησι είτε όχι. Χάρηκε, βέβαια, με τα καλά νέα αλλά ήταν έτοιμη και να τον παρηγορήση, αν τα νέα δεν ήταν καλά. Επειδή καταλάβαινε ότι η αγάπη παρηγορεί, ο άνδρας την εκτίμησε ακόμα περισσότερο από πριν” (CL, 149)
(στο: Ο Γάμος, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Σταμάτα 2013, σελ.87-88)
Σημειώνει ο Gary Chapman: “Ένας άνδρας είπε κάποτε:
Όταν πέθανε η μητέρα μου, ο προϊστάμενος της γυναίκας μου της είπε ότι μπορούσε να λείψη δύο ώρες για την κηδεία, αλλά μετά έπρεπε να γυρίση στο γραφείο της. Η γυναίκα μου του είπε ότι αισθανόταν πως ο άνδρας της χρειαζόταν την υποστήριξί της εκείνη την μέρα και ότι θα έπρεπε να λείπη ολόκληρη τη μέρα.
Ο προϊστάμενος απάντησε:
- Αν λείψης όλη μέρα, μπορεί και να χάσης τη δουλειά σου.
Η γυναίκα μου είπε:
- Ο άνδρας μου είναι πιο σημαντικός απ'τη δουλειά μου.
Πέρασε όλη τη μέρα μαζί μου. Κατά κάποιο τρόπο εκείνη τη μέρα ένοιωθα περίσσοτερο από ποτέ ότι μ'αγαπούσε. Ποτέ δεν ξέχασα αυτό το οποίο έκανε.
Συμπτωματικά, είπε, δεν έχασε τη δουλειά της. Ο προϊστάμενος της σύντομα έφυγε και της ζητήθηκε ν'αναλάβη το πόστο του. Η γυναίκα αυτή μίλησε στη γλώσσα της αγάπης του συζύγου της και αυτός ποτέ δεν το ξέχασε”
(στο: Ο Γάμος, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ,Σταμάτα 2013, σελ. 84-85)