ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ένας παλαιός λαϊκός μύθος διηγείται, πως τα χελιδόνια στις παμπάλαιες εποχές δεν ήξεραν να αποδημούν στα πιο ζεστά μέρη πριν το χειμώνα. Και όταν έπεφτε το χιόνι και έσφυζε η παγωνιά, αυτά υπέφεραν σκληρά και πέθαιναν.

Βλέποντας αυτό κάποιος ελεήμων άνθρωπος τα λυπήθηκε πολύ, και άρχισε να προσπαθεί με ό,τι ήξερε και όπως μπορούσε να κατευθύνει τα χελιδόνια προς το νότο πριν το χειμώνα, στις πιο ζεστές χώρες.

Έδινε σημάδια, τα οποία τα χελιδόνια δεν καταλάβαιναν, τα δελέαζε με την τροφή προς το νότο, αλλά μάταια· τα φόβιζε και τα έδιωχνε, αλλά τίποτα.

Τίποτα δεν κατάφερε. Τότε αυτός προσευχήθηκε στο Θεό να τον μεταμορφώσει σε χελιδόνι.

Και ο Θεός έκανε κατά τη θέλησή του, και τον μεταμόρφωσε σε χελιδόνι, το οποίο μπορούσε να σκέφτεται και να αισθάνεται όπως και ο άνθρωπος.

Τότε ο άνθρωπος-χελιδόνι εύκολα συνεννοήθηκε με τα υπόλοιπα χελιδόνια, και πριν το χειμώνα τα οδήγησε σε πιο ζεστούς τόπους.

Και από τότε όλα τα χελιδόνια συνήθισαν να αποδημούν.

Βέβαια, αυτό είναι μόνο μια ποιητική ιστορία. Όμως, θα σε βοηθήσει, ώστε τουλάχιστον μέχρι κάποιου σημείου να καταλάβεις, πώς η αιώνια Σοφία, γεννημένη από την αιώνια Αγάπη εμφανίστηκε σαν άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους, ώστε τους ανθρώπους, παγωμένους από τις γήινες πίκρες, να οδηγήσει σε καινούργιο δρόμο, στη ζεστή χώρα, στο Βασίλειο του Θεού «όπου δεν υπάρχει πόνος, ούτε λύπη, ούτε αναστεναγμοί».

Ενώ και στο μικρό ανθρώπινο σώμα ο μεγάλος Κύριός μας ήταν και παρέμεινε η Ουσία, ο Ίδιος, ο Αιώνιος. Πάντα τέτοιος όπως είναι από πάντα στο άπειρο του πνευματικού βασιλείου Του και της ανείπωτης δόξας Του»


(αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεό… σελ. 240-241 εκδ. Εν πλω)

«Η υπομονή μιας πιστής γυναίκας». Αγίου Κασσιανού
"Θα ήθελα να σας δώσω γι’ αυτή την υπομονή δύο ακόμα παραδείγματα.
Το πρώτο είναι το παράδειγμα μιάς αφιερωμένης στον Θεό γυναίκας. Αυτή εργαζόταν με τόση συνέπεια την αρετή της υπομονής,ώστε όχι μόνο δεν απέφευγε τις επιθέσεις των πειρασμών, αλλά φρόντιζε η ίδια να προκαλεί τον πειρασμό, ώστε έτσι να ασκείται και να υπομένει, όσο συχνά κι αν οι πειρασμοί της επετίθεντο. Αυτή η γυναίκα ήταν απόγονος επιφανούς οικογένειας,κατοικούσε στην Αλεξάνδρεια και υπηρετούσε ευλαβικά τον Κύριο, παραμένοντας στο σπίτι που της είχαν αφήσει κληρονομιά οι γονείς της. Πήγε λοιπόν αυτή κάποτε και βρήκε τον μακαριστό επίσκοπο Αθανάσιο, παρακαλώντας τον να της αναθέσει τη μέριμνα μιας «χήρας», από εκείνες που φρόντιζε η Εκκλησία.
«Δώστε μου», είπε, «κάποια απο τις χήρες αδελφές, για να τη φροντίζω».
Βλέποντας την τόσο πρόθυμη στα φιλανθρωπικά έργα, ο Επίσκοπος επαίνεσε το σκοπό της γυναίκας. Έδωσε λοιπόν εντολή να επιλέξουν μια χήρα που να ξεχωρίζει ανάμεσα απ’ όλες τις άλλες γαι την τιμιότητα της, για την σοβαρότητά της και για όλο γενικά το ήθος της. Έτσι δεν θα υπήρχε φόβος να ζημιωθεί η γυναίκα που έκανε την προσφορά, από τα πάθη και τον κακό χαρακτήρα της χήρας που θα προστάτευε. Δεν θα κινδύνευε δηλαδή η γυναίκα – η οποία περίμενε την ανταμοιβή απο τον Θεό – να αγανακτήσει από τους κακούς τρόπους της χήρας και έτσι να ζημιωθεί η ψυχή της.
Η γυναίκα πήρε τη χήρα στο σπίτι της και άρχισε να τη διακονεί και να καλύπτει όλες τις ανάγκες της.
Η φιλοξενούμενη χήρα ήταν γεμάτη ευγνωμοσύνη και εκφραζόταν με πολλή μετριοφροσύνη και πραότητα. Δεν έχανε ευκαιρία να εκφράζει στη γυναίκα της ευχαριστίες της για την φιλανθρωπία που της έδειχνε. Περνούσαν οι ημέρες και νά, η γυναίκα ξαναπάει στον Επίσκοπο και του λέει:
«Σας παρακάλεσα να μου δώσετε μια χήρα που να μπορώ να τη φροντίζω και να την υπηρετώ υπάκουα σε όλες τις ανάγκες της».
Εκείνος δεν κατάλαβε στην αρχή τη σκέψη της, ούτε τον πόθο που αυτή η γυναίκα έκρυβε στην καρδιά της. «Ο διακονητής που ανέλαβε την υπόθεση», σκέφθηκε ο Επίσκοπος, «θα αμέλησε, δίχως άλλο, να εκτελέσει αυτή την εντολή μου». Άρχισε τότε να ρωτάει, ενοχλημένος κάπως απο τη νομιζόμενη αμέλεια του διακονητή, και να ζητάει να μάθει, για ποιό λόγο αυτός είχε καθυστερήσει την τακτοποίηση της υπόθεσης.
Αυτός τον πληροφόρησε ότι είχαν διαλέξει γι’ αυτή την κυρία την πιο αξιοσέβαστη χήρα που είχε η Εκκλησία. Τότε ο Επίσκοπος κατανόησε την επιθυμία της γυναίκας και έδωσε κρυφά εντολή να στείλουν στο σπίτι της γυναίκας την πιο δύστροπη απ’ όλες τις χήρες, την πιο θυμώδη, την πιο φιλόνικη και την πιο φλύαρη. Βρήκαν βέβαια πολύ πιο εύκολα από την πρώτη φορά μια χήρα με τέτοιο χαρακτήρα και της την παρέδωσαν.
Η γυναίκα πήρε τη χήρα στο σπίτι της και άρχισε να την υπηρετεί με την ίδια προθυμία και με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο από όσο είχε δείξει με την προηγούμενη. Αλλά παρά τις τόσες καλές υπηρεσίες που η γυναίκα προσέφερε, αντί για ευχαριστίες, άρχισε να εισπράττει ασταμάτητα προσβολές, βρισιές και κατηγορίες. Η χήρα τής έκανε άγριες επιθέσεις με τα χειρότερα λόγια, κατηγορώντας την ότι τη ζήτησε απο τον Επίσκοπο, όχι για να την ανακουφίσει, αλλά για να την τυραννήσει και για να τη βάλει σε μπελάδες. Της έλεγε ότι αντί να την αναπαύσει από τον κόπο, αυτή έκανε μάλλον το αντίθετο. Από λόγο σε λόγο, η κακόβουλη αυτή χήρα έφθασε μέχρι το σημείο να σηκώσει χέρι επάνω της και να την κτυπήσει.
Η γυναίκα τότε διπλασίασε τις περιποιήσεις και την ταπεινή διακονία της. Προσπαθούσε να ασκεί τον εαυτό της, ώστε να μπορεί να υπερβαίνει τη συμπεριφορά της μανιακής αυτής γυναίκας, χωρίς να αντιστέκεται. Έδειχνε εξαιρετική κατανόηση και αντιμετώπιζε τη συμπεριφορά της με υποχωρητικότητα και περισσότερο ταπείνωση. Όσο αυτή βομβαρδιζόταν από τις προσβολές, τόσο προσπαθούσε να καταπραύνει την αγνώμονα γυναίκα, με την επιείκια και την καλοσύνη της.
Έφθασε μάλιστα η ευσεβής αυτή γυναίκα –καθώς ένιωθε τον εαυτό της ενισχυμένο και δυναμωμένο απ’ αυτή την άσκηση που την οδήγησε στην τελειότητα της υπομονής, την οποία τόσο επιθυμούσε- να ξαναγυρίσει στον Επίσκοπο και να τον ευχαριστήσει για τη σοφή επιλογή του και για την ωφέλεια που είχε αποκομίσει απο τη διακονία της σ’ αυτή τη γυναίκα.
‘Ελεγε πως της είχε δώσει ο Επίσκοπος, κατά την επιθυμία της, μια άγια δασκάλα για να της διδάξει την υπομονή, αφού οι βρισιές και οι προσβολές της τη δυνάμωναν καθημερινά. Οι ταλαιπωρίες επιδρούσαν στην ψυχή της όπως το λάδι που αλείφονται πρίν απο τον αγώνα οι παλαιστές. Γιατί η κακοπάθεια την ασκούσε μέχρι που να την οδηγήσει στην κατάκτηση της αληθινής υπομονής.
«Επιτέλους», είπε στον Επίσκοπο, «μου δώσατε μια χήρα, την οποία να μπορώ πραγματικά να βοηθήσω. Όσο για την πρώτη, εκείνη μάλλον με τιμούσε και με παρηγορούσε με την καλοσύνη της»".

(Αγίου Κασσιανού, Συνομιλίες... τόμος Β, σελ. 95-97 εκδ. Ετοιμασία)

 

«Τί μας δίδαξε ο ίδιος Αββάς για την κατάκριση.

Ο ίδιος αυτός Γέροντας, καθώς μας δίδασκε να μην κρίνουμε κανένα, ομολόγησε ότι του είχε συμβεί τρεις φορές να κατακρίνει ή να μεμφθεί αδελφούς:
Μια για το ότι μερικοί είχαν επιτρέψει να τους χειρουργήσουν.
Μια άλλη για το ότι μερικοί είχαν βαρύ σκέπασμα για την ανάπαυσή τους.
Και μια τρίτη φορά για το ότι κάποιοι (μοναχοί) ευλογούσαν το λάδι πριν το δώσουν στους λαϊκούς που το ζητούσαν.

Ομολόγησε λοιπόν ο Γέροντας ότι, κατά παραχώρηση Θεού, είχε πέσει κι αυτός αργότερα, στα τρία αυτά σφάλματα. Πραγματικά, λέει, προσβλήθηκα από βαριά αμυγδαλίτιδα και ο πόνος που μου προκάλεσε με εξάντλησε τόσο, ώστε, αναγκασμένος από την ένταση του πόνου και τη συμβουλή όλων των Γερόντων, επέτρεψα να με χειρουργήσουν.

Αυτή η ασθένεια με ανάγκασε επίσης να έχω ένα χοντρό σκέπασμα στο κελί μου.

Όσο για την ευλόγηση του ελαίου και το μοίρασμά του στους φτωχούς –πράγμα που απεχθανόμουν περισσότερο απ΄όλα, γιατί το θεωρούσα ότι προερχόταν από μεγάλη έπαρση της καρδιάς των μοναχών που ενεργούσαν κατ’ αυτόν τον τρόπο– μια μέρα που με περικύκλωσαν κάποιοι φτωχοί άνθρωποι, με πίεσαν τόσο πολύ, ώστε δεν μπόρεσα να τους ξεφύγω διαφορετικά.

Έτσι αναγκάστηκα να υποχωρήσω και να σχηματίσω με το χέρι μου το Σημείο του Σταυρού πάνω σ’ ένα δοχείο με λάδι που μου είχαν φέρει και τότε εκείνοι με άφησαν ήσυχο. Γιατί, καθώς πίστευαν, μ’ αυτό τον τρόπο είχαν αποκτήσει ευλογημένο και αγιασμένο λάδι.

Αυτό με δίδαξε ότι ο μοναχός είναι δούλος των ίδιων αμαρτημάτων, για τα οποία τολμάει να κρίνει τους άλλους. Κάθε ένας πρέπει να κρίνει μόνο τον εαυτό του και να τον παρακολουθεί συνεχώς με μεγάλη προσοχή και να μην ασχολείται με τη ζωή και τη συμπεριφορά των άλλων…».

(Αγίου Κασσιανού, Συνομιλίες… τόμος Β, εκδ. Ετοιμασία, σελ. 416)

Αυτή την  ευλογημένη μέρα,θέλω να ζητήσω από τον Χριστό που γεννήθηκε...
"Να Τον ΑΓΑΠΩ." Περισσότερο κι από την ίδια τη ζωή που μου χάρισε!
Να τον αγαπώ και να παίρνω δύναμη απ' την αγάπη, την πίστη και την εμπιστοσύνη μου σ' Εκείνον.
Να τον αγαπώ και ν'αφήνω κάθε βιοτική μέριμνα,που σαν σαράκι ροκανίζει τη σκέψη και την καρδιά μου.
Να τον αγαπώ και να μπορώ να δέχομαι τα πλάσματά Του, τα κομματιασμένα, τα αναγκεμένα, τα θλιμμένα,
τα μοναχικά, τα αγαπημένα,τις συντετριμμένες εικόνες, συνανθρώπους και αδελφούς μου και να μην μεμψιμοιρώ,
να μην κολλά το μυαλό μου στα μικρά κι ασήμαντα.
Να τον αγαπώ και να μπορώ να δαμάσω τα πάθη μου, θηρία που με πολεμούν κάθε δευτερόλεπτο, απειλούν να με κατασπαράξουν,
να τα μετατρέψω στις δυνάμεις που μ'αυτές προίκισε την ψυχή μου και να την οδηγήσω σε δρόμο σωτηρίας.

Για μένα, άλλοτε είναι ο αγαπημένος,ο φίλος, ο αδελφός, ο γονιός, ο ευεργέτης, ο παιδαγωγός, η αγκαλιά, η εστία,
ο δικός μου άνθρωπος,η ψυχή, η καρδιά και η ζωή μου.
Κι άλλες φορές, στη Θεία Λειτουργία, είναι ο Άναρχος, ο Ατελεύτητος, ο Αχώρητος, ο Ζηλωτής, ο Κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου,
ο Φοβερός Θεός και Δημιουργός του  σύμπαντος.
Θέλω να νοιώθω τα πόδια μου να τρέμουν, να μην βλέπω με τα υλικά μάτια αλλά να αισθάνομαι τη φοβερή παρουσία Του,
τη δύναμή Του αλλά και συγχρόνως την άπειρη αγάπη Του, όταν πλησιάζω το Άγιο Ποτήριο και Τον κοινωνώ
στην κορυφαία πράξη αγάπης και προσφοράς, τη Θεία Λειτουργία!

Αν Τον αγαπώ τόσο πολύ, γιατί να νοιάζομαι και να αναλώνομαι πνευματικά,ψυχικά και σωματικά;
Εκείνος θα με φροντίσει, θα με καθοδηγήσει, θα παρακολουθεί κάθε βήμα μου
και θά 'ναι  εκείνος που θα με περιμένει σε μια ζεστή αμμουδιά το δειλινό, μετά από κάθε μου ταξίδι,
ήρεμο, ταλαίπωρο, κουραστικό, άσχημο, θλιβερό ή βρώμικο,
με ψωμί και κρασί και την ανθρακιά αναμμένη για τα οψάρια
και τότε, θα μου χαμογελάσει, θα με σφίξει στη στοργική αγκαλιά Του,θα με παρηγορήσει, θα με ξεκουράσει με την άπειρη αγάπη Του
και μ'αυτήν  θα μ'ευχαριστήσει για την ψαριά που Του έφερα, τη μικρή, τη λίγη, τη λειψή, την ασήμαντη,
που θα την ευλογήσει για να χορτάσουν χιλιάδες απ'αυτήν,θα με ελεήσει και θα μου δώσει τη χάρη Του.

Γεννιέται και θέλω να Τον σφίξω στην αγκαλιά μου,εγώ...ο πηλός, να Τον χωρέσω στο πνεύμα,την ψυχή και την καρδιά μου,
Αυτόν που υμνούν και τρέμουν οι δυνάμεις των ουρανών,τον Δημιουργό το παντός!
Έλα Κύριε στη φάτνη των αλόγων, την άθλια ψυχή μου, μια ζεστή γωνιά σε περιμένει με λαχτάρα, για να γεννηθείς σ'αυτήν.
Έλα να την καθαρίσεις, να την εξαγνίσεις,να την εξαυλώσεις. Άνοιξε τα μάτια του μυαλού, της ψυχής και της καρδιάς μου,
για να Σε κατανοήσω και να σ'αγαπήσω πάνω κι απ' την ίδια τη ζωή μου,γιατί κι εγώ...
"Εικών ειμί της αρρήτου δόξης Σου,ει και στίγματα φέρω πταισμάτων". ΑΜΗΝ.
                                                                                                                                                                                                              
Χρόνια πολλά, καλά, ευλογημένα

Αββά Κασσιανού: Για το ότι δεν πρέπει να δίνουμε προσοχή στις αδυναμίες που παρουσιάζουν οι αδελφοί…

«Για να μπορέσεις να φθάσεις σ’ αυτό το στόχο κι εσύ παιδί μου και για να παραμείνεις αδιάκοπα κάτω από αυτό τον πνευματικό νόμο, οφείλεις, ζώντας στο Κοινόβιο, να τηρείς τρία πράγματα, καθώς λέει κ ο Ψαλμωδός:
«Εγώ», λέει, «σαν να είμαι κουφός δεν ακούω τι λένε και σαν να είμαι άλαλος δεν ανοίγω το στόμα μου για να απαντήσω. Eίμαι σαν άνθρωπος που δεν ακούει και που δεν βγάζει λόγο από το στόμα του». (Ψαλμ.37, 14-15). ‘Ετσι να είσαι, παιδί μου, κι εσύ. Να συμπεριφέρεσαι σαν κουφός, μουγγός και τυφλός. Αυτό βέβαια δεν ισχύει στη συμπεριφορά σου προς εκείνον, τον οποίο λόγω της τελειότητάς του, έχεις επιλέξει ως πρότυπο. Τυφλός και μουγγός να είσαι μόνο για εκείνους των οποίων η συμπεριφορά είναι ελλιπής. Γιατί υπάρχει κίνδυνος για σένα, αν κοιτάζεις τους άλλους –και μάλιστα όσους έχουν κάποια θέση κύρους- να μιμηθείς τρόπους συμπεριφοράς που πρίν είχες απερίφραστα καταδικάσει.

Να μην σκανδαλισθείς, αν ακούσεις ότι κάποιος είναι ανυπάκουος, αντιδραστικός, ότι κατακρίνει ή ότι ενεργεί διαφορετικά από αυτά που εσύ έχεις διδαχθεί.

Ούτε όμως πάλι και να ξεγελασθείς, ώστε να μιμηθείς το παράδειγμα του. Να είσαι σαν τον κουφό που περνάει μέσα από αυτές τις απρέπειες και τις ακαταστασίες, χωρίς να ακούει και χωρίς να αντιλαμβάνεται τίποτα.

Αν σε βρίζουν ή αν προσβάλουν κάποιον άλλο, εσύ να μένεις ατάραχος και να μην κλονίζεσαι. Να ακούς αυτές τις ύβρεις σαν μουγγός, χωρίς να τις ανταποδίδεις και να ψάλλεις συνεχώς μέσα στην καρδιά σου το στίχο του Ψαλμού που λέει:
«Είπα μέσα μου κι αποφάσισα να προσέχω τη συμπεριφορά μου και να μην αμαρτάνω με τη γλώσσα μου. Έβαλα φραγμό στο στόμα μου, όταν ήταν μπροστά μου ο αμαρτωλός, για να μην του δώσω αφορμή» (Ψαλμ. 38, 2-3).
Περισσότερο από όλα όμως να τηρείς το τέταρτο σημείο το οποίο και θα είναι το επιστέγασμα και η κορωνίδα των τριών άλλων που μόλις αναφέραμε. Να γίνεις, όπως λέει ο Απόστολος, «μωρός και να παύσεις να έχεις εμπιστοσύνη στη σοφία σου, ώστε να γίνεις πραγματικά σοφός» ( Α΄Κορ. 3,18).

Μην κατακρίνεις και μη σχολιάζεις τις εντολές που έχεις λάβει. Να υπακούεις πάντοτε με απλότητα και πίστη. Να θεωρείς ως άγιο, χρήσιμο και σοφό, μόνο αυτό που θα έχει κριθεί ως ευάρεστο στον Θεό και στον Γέροντά σου. Όταν έτσι ζεις και κινείσαι, θα μπορέσεις ασφαλώς να παραμένεις κάτω από τον μοναχικό κανόνα και κανένας πειρασμός ή μηχανορραφία του Εχθρού δεν θα μπορέσει να σε βγάλει από το Μοναστήρι».
(Αββά Κασσιανού, Συνομιλίες… εκδ. Ετοιμασία, τόμος Β σελ. 385-386)

Είχα πάει επίσκεψη σε σπίτι πνευματικών μου παιδιών,που έχουν
τρία παιδάκια.Μου έλεγαν λοιπόν ότι η Αγγελίνα,που είναι τεσσάρων ετών,
ξύπνησε την προηγούμενη εβδομάδα μέσα στη νύχτα,κατά τις δύο
η ώρα μετά τα μεσάνυχτα και φώναζε: "...παιδάκια πολλά, παιδάκια....!"

Αφού τους σήκωσε όλους με τις φωνές της, οι γονείς της την ρώτησαν:
"Ποιά παιδάκια Αγγελίνα;Τα είδες στον ύπνο σου;...."
Οχι, έλεγε η μικρή,...νά'τα πάνω κεί! Δείχνοντας ψηλά στο ταβάνι!
Οι γονείς ρώτησαν και πάλι:
-Που είναι τα παιδάκια; Εμείς δεν βλέπουμε τίποτε.
-Είναι!..είπε η Αγγελίνα.Εκεί...κι εκεί, και εκεί πάνω!
Δεν φοράνε ρούχα, και πίσω στη πλάτη τους,έχουν...σαν κι αυτά,που έχουν
τα περιστέρια που έχει ο πατέρας Ιγνάτιος στο μοναστήρι!
(Εχω στη μονή τριάντα λευκά περιστέρια).

-Ποιά έχουν τα περιστέρια; τι έχουν; ρώτησε η μητέρα.
Να,....έκανε με τα χέρια της η μικρή,αυτά που έχουν να πετάνε ψηλά!
(Εννοούσε τις φτερούγες,..δεν ξέρει ακόμα τη λέξη ίσως σωστά,
και τους εξηγούσε με τα χεράκια της την κίνηση που κάνουν τα πουλιά
για να πετάξουν).

-Πόσα είναι Αγγελίνα;πόσα βλέπεις;
Αρχιζε η μικρή και μέτραγε.
-Ενα,δύο,τέσσερα,πέντε,οκτώ,..δέκα!
Μόνον αυτούς τους αριθμούς γνωρίζει μέχρι τώρα.

-Και τι κάνουν όλα αυτά τα παιδάκια Αγγελίνα;
-Ηλθε στο παράθυρο και κοίταζε μέσα ένας ..."κακός"!
Με τα χέρια του έσπασε το τζάμι και γέμισε γυαλιά το σπίτι.
Εγώ τον είδα!Ομως αμέσως έφτασαν όλα αυτά τα παιδάκια
και το ένα από αυτά ...του έριξε φωτιά και τον έκαψε!
Ακόμα τα παιδάκια είναι εδώ και δεν φεύγουν και μου
χαμογελάνε.Πετάνε παντού εδώ μέσα!Είναι πολλά!

Τελικά η μικρή Αγγελίνα για αρκετή ώρα έβλεπε αυτά τα αγγελάκια
να είναι παντού μέσ'το σπίτι.Δεν ήξερε τι ήσαν και γιατί,
όμως από την περιγραφή καταλάβαμε ότι αγγελουδάκια εννοούσε.
Εχουν περάσει επτά-οκτώ ημέρες και ακόμα τα θυμάται.
Ηλθε στο μοναστήρι η Αγγελίνα και όποιος ήταν εδώ του εξηγούσε
για τα παιδάκια..."χωρίς τα ρούχα τους",να έχουν φτερά
στη πλάτη τους...σαν τα περιστέρια,και για τον ...κακό άνθρωπο
που τον έκαψαν!

Μάλιστα! Αυτή είναι η γνησιότητα και η καθαρότητα των μικρών
παιδιών,που δεν έχουμε εμείς οι μεγάλοι.Εκείνα βλέπουν!
Δεν έχουν ακόμα λερωθεί από τα λάθη και τα πάθη.
Οπότε,...κι εμείς βλέπουμε, με τα μάτια των μωρών παιδιών!
Βλέπουμε ότι υπάρχουν γύρω μας τόσα πολλά που εμείς τυφλωμένοι
από την αμαρτία και την ολιγοπιστία ...δεν βλέπουμε!
"Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν"!
π.Ιγνάτιος Καζάκος

Τόνιζε ο π. Επιφάνιος : Αναλογιστήκατε  ποτέ τι προσφέρει η ορθόδοξη  Ελληνική Εκκλησία στο Έθνος;

Δεν εννοούμε τι πρόσφερε κατά το παρελθόν, και, μάλιστα, κατά τους ζοφερούς  χρόνους της Τουρκοκρατίας, αλλά τι προσφέρει  σήμερα.  Διατυμπανίστηκε κατά κόρον αυτές τις μέρες ότι το κράτος διαθέτει δεκατρία  περίπου δισεκατομμύρια για την Εκκλησία (μισθοδοσία κλήρου  και εκκλησιαστική εκπαίδευση). Δεν θα υπενθυμίσουμε ότι αν υπολογίσει η περιουσία της Εκκλησιάς την οποία από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους άρπαξαν οι  κατά καιρούς  Κυβερνήσεις, τότε τα χρήματα  αυτά δεν  αποτελούν ούτε μικρό μέρος  των οφειλόμενων τόκων. 

Δεν θα υπομνήσουμε ούτε  την εισφορά  35% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων  των Ναών. Θα βροντοφωνήσουμε, όμως, ότι τα χρήματα αυτά, τα οποία δίνει το κράτος στην Εκκλησία επιστρέφουν πάλι σ’αυτό  και μάλιστα, με τόκο 1000%. Ας συνειδητοποιήσει το κράτος ,ότι το πελώριο ηθοπλαστικό έργο  της Εκκλησιάς είναι ο δίαυλος  της επιστροφής των χρημάτων αυτών και, μάλιστα, πολλαπλασίως. 

Η Εκκλησία πολιτογραφεί, βεβαίως ,ανθρώπους  στη βασιλεία των Ουρανών-και αυτό είναι το κύριο έργο της - , αλλά συγχρόνως διαμορφώνει πολίτες κάλους και νομοταγείς. Επειδή υπάρχει και εργάζεται  η Εκκλησία , υπάρχουν λιγότεροι κλέπτες, λιγότεροι διαρρηκτές, λιγότεροι ψευδομάρτυρες ,λιγότεροι ναρκομανείς, λιγότεροι φοροφυγάδες, λιγότεροι  γενικώς παραβάτες  του Ποινικού νομού. Αν δεν υπήρχε η Εκκλησία , το Κράτος θα χρειαζόταν πολλαπλάσιους  Αστυνομικούς και Δικαστές, Περισσότερα  Νοσοκομεία (για τα ναρκωτικά, τα αφροδίσια  νοσήματα κτ.τ.) περισσότερες φυλακές.

Τόσο οι άμβωνες, όσο και τα Εξομολογητήρια , είναι οι πανίσχυρες πνευματικές επάλξεις του αγώνα κατά του ηθικού κακού, που λυμαίνεται τις κοινωνίες. Πάνω σ΄ αυτές  τις επάλξεις φρουρεί ανύσταχτα η Εκκλησία και φυλάττει  πνευματικές Θερμοπύλες. 

Οι Άμβωνες και τα Εξομολογητήρια είναι τα εργαστήρια κοσμογονικών μεταβολών και αλλοιώσεων για κάθε ύπαρξη. Αναρίθμητα πλήθη ανθρώπων πείθονται και αποφασίζουν να μην καταθέσουν μηνύσεις να ανακαλέσουν τυχόν υποβληθείσες, να αποφεύγουν τις έριδες και τα μίση που ενίοτε οδηγούν και σε φόνους, να μην κάνουν έξωση στον πτωχό ενοικιαστή τους ,να μην καταφύγουν σε άμβλωση, να εκτινάξουν την απελπισία και να αποφύγουν την αυτοκτονία ,να συμφιλιωθούν με το σύντροφο τους και να μην φθαρούν στο διαζύγιο, να μην ανταποδίδουν κακό αντί κακού, να βοηθούν τους πτωχούς και αναξιοπαθούντες, να αποκαταστήσουν την υλική ή ηθική ζημία που προξένησαν στον πλησίον τουρνέ εργάζονται ευσυνείδητα και αποδοτικά στην υπηρεσία τουρνέ απαλλαγούν από πάθη, όπως το ποτό ΄΄χαρτι΄΄, και γενικώς τα τυχερά παιχνίδια ,να είναι έντιμοι στις συναλλαγές τους και να μην εξαπατούν τους πελάτες τους, και…και…και… Αυτό το ήρεμο και αθόρυβο και αφάνες, αλλά τόσο εθνωφελές (δεν μιλάμε για το ‘’ψυχωφελές’’) ,έργο, που διεξάγεται καθημερινά με κόπο και μόχθο, σε πόσα δισεκατομμύρια μπορεί να αποτιμηθεί:

Και ακόμη: Αν η Εκκλησία δεν ασκούσε το τεράστιο κοινωνικό έργο ,το όποιο ασκεί, με πόρους τους οποίους βρίσκει η ιδία, τότε το βάρος αυτό θα έπεφτε ολόκληρο στους ώμους του κράτους. Ας καταγράψει λεπτομερώς το Κράτος τον αριθμό των τροφίμων των Ιδρυμάτων της Εκκλησίας (Γηροκομείων, Οικοτροφείων ,Ορφανοτροφείων ,Ασύλων Ανιάτων κ.τ.λ.), τον αριθμό των βοηθουμένων από τα φιλόπτωχα ταμεία της ,τον αριθμό αυτών που συχνάζουν στα πνευματικά της Κέντρα ,των νέων που φιλοξενούνται στις Κατασκηνώσεις της κ.τ.λ ,κ.τ.λ., και ας υπολογίσει ποιο είναι το ποσό το οποίο θα διέθετε το ίδιο αν αναλάμβανε  όλα αυτά τα έργα στους ώμους του. 

Ας μην διατυμπανίζουμε, λοιπόν ,τα χρήματα που δίνονται για την Εκκλησία ,το υπ’ αριθμόν ένα στήριγμα του Έθνους. 

Τα χρήματα αυτά είναι η σπουδαιότερη  και αποδοτικότερη ‘’εθνική επένδυση’’. Και το διατεθειμένο χρηματικό ποσό, όσο κι αν διατυμπανίζεται ότι είναι μεγάλο, δεν είναι μεγαλύτερο απ’ το  ποσό, το οποίο διατίθεται για τη μισθοδοσία των καθαριστριών των Εκπαιδευτικών  Ιδρυμάτων της χώρας  μας. Δεν νομίζετε, Κύριοι Βουλευτές, ότι οι Ιερείς προσφέρουν στο Λαό μας- και το λέμε αυτό χωρίς να υποτιμούμε καθόλου ούτε τις έντιμες γυναίκες καθαρίστριες, ούτε το έργο τους-έργο σπουδαιότερο απ’ αυτές;»

(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ,Η Μητέρα μας η Εκκλησία, σελ. 164-166)

 

Θέματα: Εκκλησία, κοινωνία, αρετή, ιερέας, Ελλάς

Το σύγχρονο θαύμα του Αγίου Παϊσίου συνέβη σε ένα μικρό χωριό των Σερρών.Το περιέγραψε στον υποδιάκονο Αμφιλόχιο, του Ιερού Καθεδρικού Ναού των Ταξιαρχών Σερρών, ο βιώσας το θαύμα Παντελής Κ.

Ο Παντελής ετών 18, νέος χρήστης ναρκωτικών ουσιών, είχε ένα τρομερό ατύχημα με το μηχανάκι του λίγο πιο έξω από το χωριό του με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά στο κεφάλι και να πάθει εγκεφαλική διάσειση. Πιθανότατα ήταν υπό την επήρεια ουσιών γιατί παρόλο που ήταν σε προγράμματα αποτοξίνωσης, το δαιμόνιο αυτό της ηρωίνης δεν έλεγε να βγει από μέσα του.

Μπήκε εσπευσμένα στην μονάδα εντατικής θεραπείας του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Οι γιατροί τον είχαν σε καταστολή και μετά και από ενδονοσοκομειακή μόλυνση ήταν σε κώμα με τελική γνωμάτευση ότι ήταν εγκεφαλικά νεκρός.

Οι γιατροί μην έχοντας άλλα μέσα στη διάθεσή τους, σήκωσαν τα χέρια ψηλά και είπαν στη μητέρα του ότι είναι στα χέρια του θεού.

Η ημερομηνία της τελικής γνωμάτευσης για εγκεφαλικό θάνατο ήταν η 13η Ιουλίου. Σε μία ημέρα ο γιος της θα έκλεινε τα 18 του χρόνια, και αντί να μπει στην ενήλικη ζωή, τον έβλεπε στο κρεβάτι να παλεύει, όχι για τον γνωστό αγώνα κατά της μάστιγας των ναρκωτικών, αλλά τελείως άμεσα για την επιβίωσή του .

Η αξιαγάπητη κυρία Αναστασία δε το έβαλε κάτω. Με την προτροπή του άγιου πνευματικού της , παππούλη Αθανάσιου, πήρε το ΚΤΕΛ για Θεσσαλονίκη την επόμενη ημέρα και κατευθύνθηκε προς την ιερά μονή ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ – ΣΟΥΡΩΤΗ.

Γνώριζε για το μεγαλείο του Αγίου Παϊσίου, δε γνώριζε όμως ότι εκείνη την ημέρα 14 Ιουλίου συμπληρωνόντουσαν 18 χρόνια από την κοίμηση του γέροντα.

Όταν έφτασε και είδε τη λαοσύναξη απόρησε, αλλά όταν της είπαν ότι ο γέροντας πέθανε την ίδια μέρα που γέννησε τον μονάκριβο γιο της κόντεψε να λιποθυμήσει. Ένιωσε κάτι που δεν μπορεί ακόμα να περιγράψει. Μια ένωση με το θείο, την αύρα του γέροντα και γενικά ότι κάτι καλό θα βγει.

Παρόλη την κρισιμότητα της κατάστασης του γιού της , δε το χρησιμοποίησε σαν αιτία και περίμενε με ταπείνωση και γονατιστή πάνω από 4 ώρες μέχρι να έρθει η σειρά της να προσκυνήσει το μέρος, όπου κοιμάται ο Άγιος Παΐσιος.

Προσευχήθηκε για το σπλάχνο της και πήρε λίγο χώμα από το μνήμα, το οποίο χώμα το πήγε στον πνευματικό της, και ο οποίος αφού το διάβασε, έφτιαξε ένα αυτοσχέδιο φυλακτό. Η κυρία Αναστασία έτρεξε στο νοσοκομείο και το εναπόθεσε κάτω από το μαξιλάρι του παιδιού της.

Το ίδιο κιόλας βράδυ είδε στον ύπνο της τον Άγιο Παΐσιο να της λέει: «Μη φοβάσαι, θα γίνει καλά ο Παντελής».

Το επόμενο πρωί ο Παντελής συνήλθε υγιέστατος κάτι που οι γιατροί αδυνατούσαν να εξηγήσουν.

Μια έντονη ευωδία είχε κατακλύσει το δωμάτιο και αργότερα διαπίστωσαν ότι αυτή η μυρωδιά, προέρχονταν από το μαξιλάρι του Παντελή, στου οποίου η μητέρα του είχε τοποθετήσει κρυφά το φυλαχτό με το χώμα από τον τάφο του Αγίου.

Το μόνο που θυμάται ο Παντελής από το λήθαργο του, είναι η φιγούρα ενός μαυροφορεμένου γέροντα να του λέει: “άντε σήκω παλικάρι μου να πας στη μαμά σου. Τα κόλλυβα σου δεν τα έχεις στο ζωνάρι. Θα αργήσουμε να τα φάμε”.

Ο Παντελής από εκείνο το πρωινό έχει μια αποστροφή για τα ναρκωτικά και υγιέστατος διαβάζει και προσπαθεί να μπει στο πανεπιστήμιο.

Εξομολογείται στον πνευματικό της μητέρας του και θέλησε να μοιραστεί το θαύμα που βίωσε η οικογένεια του , με τον υποδιάκονο Αμφιλόχιο.

«ο Θεός μερικές φορές, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει με το καλό, του δίνει μια δοκιμασία, για να συνέρθει. Αν δεν υπήρχε λίγος πόνος, αρρώστιες κ.λπ., θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι· δεν θα πλησίαζαν καθόλου στον Θεό.»


Θέματα: άγιος, θαύμα, προσευχή, πίστη, επιστήμη, μετά θάνατον

Κρίνουμε σκόπιμο να αναγράψουμε εδώ την ηθοπλαστική ενέργεια της Εκκλησίας .Έλεγε κάποιος εκκλησιαζόμενος στον π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο:

«-Πάτερ, να πω ένα παράδειγμα. Σ’ ένα κύκλο επιστημόνων μιλούσαν προ ετών περί  Θειας  Χάριτος.

Ένας γιατρός μαιευτήρας, είπε:’’ Εσείς μοιάζετε μ΄αυτόν που τρώει κρέας κάθε μέρα και δεν μπορεί να περιγράψει το κρέας. Ζείτε πάντα κοντά στο Χριστό. 

Εγώ θα σας πω τι σημαίνει Θεια Χάρι. Ήρθα από τη Γαλλία, όπου ήμουν φοιτητής ,σαν μαιευτήρας καλός ,αλλά ληστής. Τις γυναίκες τις έβλεπα σαν νούμερα. Και κανόνιζα πόσες  λίρες θα μαζέψω. Μια λίρα με τραβούσε, πριν τη Θεία Χάρι βέβαια, σαν μαγνήτης. 

Κάποτε γνώρισα ένα γιατρό αγγειολόγο της Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων, τα άφησα αυτά, μετανόησα, άλλαξα ζωή, εξομολογήθηκα.’’ Και έλεγε προ Χριστού και μετά Χριστόν.

Και συνέχισε : Ήρθε μια γυναίκα και μου είπε :θέλω να κάνω  έκτρωση  και είμαι διατεθειμένη να σου δώσω τριάντα λίρες.’’ Άνοιξε  την τσάντα της  και φάνηκαν οι τριάντα λίρες. Δοκίμασα μια αηδία και είπα: σαν τα τριάντα αργύρια του Ιούδα. Την έκλεισα τη τσάντα κλαπ∙ και κάθισα κάτω και της είπα τα ‘’αγαθά’’ της τεχνολογίας και τις ζημιές που γίνονται και στο σώμα και στο πνεύμα από τις αμβλώσεις, μέχρι  και τον καρκίνο στη μήτρα. Δεν ξέρω αν την έπεισα , πάντως  εγώ έκανα το καθήκον μου, έκανα  προληπτική ιατρική. Έφυγε.

Μετά από 4-5 χρόνια ήρθε η ιδία η μητέρα με τρία παιδιά, αγόρια ∙ χαμογελούσε. Εγώ  την είχα ξεχάσει. Και όταν της είπα: 

’’Κυρία  μου, είμαι κατάκοπος  τώρα’’, μου λέει:

’ ’Μήπως  θυμάσθε’’ ,λέει, ‘’κάποια  τσάντα με τριάντα λίρες;’’ Καθίσαμε και μου είπε:

’’ Γιατρέ μου, ήρθα  να σας ευχαριστήσω γιατί δεν μου φερθήκατε σαν έμπορος, αλλά σαν πνευματικός αδελφός, σαν Έλληνας και σαν Χριστιανός. Να και τα παιδιά μου . Και μάλιστα δεν έχει πατήσει γιατρός ποτέ στο σπίτι. ‘’

Να πω και τώρα κάτι προσωπικό. Είμαι πρώτος από οκτώ παιδιά. Τα άλογα του πατερά μου καβάλαγαν τους γιατρούς σε σπίτια με ένα και δυο παιδιά. Στου πατέρα μου το σπίτι ήταν οκτώ παιδιά και γιατρός δεν πάτησε ποτέ.

[π. Επιφάνιος:]- Μάλιστα>>.

(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Η Μητέρα μας η Εκκλησία 2014, σελ. 166-168 όπου αναγράφεται και η πηγή)

Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

«Ελάτε να συλλαβήσουμε εν προσευχή το Ευαγγέλιο της Ορθοδοξίας και την Ορθοδοξία του Ευαγγελίου. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο αγιασμός μας και ο φωτισμός μας, το φως μας και η παιδεία μας (δες Α Κορ. 1,30. Ιωάν. 8,12).

Αυτός έχει οδεύσει όλη την οδό της ανθρώπινης ζωής και κατέστησε δυνατόν το όλο έργο του αγιασμού και φωτισμού του ανθρώπου με την αιώνια αλήθεια και την αιώνια ζωή.

Εάν έλθεις σε απορία μπροστά σε κάποιο πράγμα ή είσαι σε αμηχανία τι να κάνεις, στρέψε το βλέμμα σου προς τον Κύριο Ιησού και ρώτησε τον εαυτό σου:

αυτό το πράγμα θα το έκανε Εκείνος;

Και αν θα το έκανε Εκείνος, κάμε το και συ, διότι θα είναι αυτό άγιο και θα αγιάζει και φωτίζει.

Εάν όμως δεν θα το έκανε Εκείνος, μην το κάνεις και συ, διότι θα είναι ανόσιο, και θα οδηγεί στο σκότος και τον θάνατο»

(αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς. Άνθρωπος και Θεάνθρωπος σ.65)

katafigioti

lifecoaching