ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

«[ο Συμεών αναφέρει στον Πατριάρχη ότι δεν θα υποχωρήσει διότι για αυτόν ήταν θέμα πίστης η τιμή στον όσιο Συμεών τον Ευλαβή, τον Πνευματικό του]· Θέλησε λοιπόν κατά το θείο λόγιο να διδάσκης, ακολουθώντας τους προγενεστέρους αγίους πατέρες, και θα σε δεχθούμε ως ομότροπο των αποστόλων και θα γίνουμε χώμα και στάχτη κάτω από τα άγια πόδια σου, και το να πατούμαστε από σε, όπως έγραψα προηγουμένως, θα το θεωρήσουμε αγιασμό. Όχι μόνο δε αυτό, αλλά θα φυλάξουμε και τις εντολές σου μέχρι θανάτου και συ θα μας υπεραγαπήσης ως δούλους και ευγνώμονες μαθητάς του Χριστού και θα μας υπερεπαινέσης…
Μας διηγήθηκε ο οσιότατος Διονύσιος, ο πρεσβύτερος και σκευοφύλακας της αγιότατης Εκκλησίας των Ασκαλωνιτών, για τον αββά Ιωάννη τον αναχωρητή ότι υπήρξε πραγματικά μέγας άνθρωπος κατά Θεόν στη σημερινή γενιά· και για να δείξει την προς Θεόν ευαρέστησή του, διηγιόταν τούτο το θαύμα που συνέβαινε σ’ αυτόν: «Ο γέροντας», λέει, «ησύχαζε στα μέρη του χωριού Σοχούς, είκοσι σχεδόν μίλια από τα Ιεροσόλυμα. Είχε δε ο γέροντας στο σπήλαιό του μια εικόνα της Παναγίας αχράντου Δεσποίνης ημών και αειπάρθενου Μαρίας να κρατά στην αγκαλιά το Θεό μας. Κάθε φορά λοιπόν που ήθελε να πάει σε κάποιο τόπο, ή σε μακρινές ερήμους…
«Πραγματικά, καθώς κάποια νύκτα στεκόταν σε προσευχή και με καθαρό νου ενωνόταν με τον πρώτο καθαρότατο νου, είδε ξαφνικά να λάμπει σ’ αυτόν φως επάνω από τους ουρανούς, λαμπερό και άφθονο, που καταφώτισε το παν και το κατέστησε καθαρό σαν ημέρα. Από αυτό δε φωτιζόμενος και ο ίδιος νόμιζε ότι όλος ο οίκος μαζί με το δωμάτιο όπου στεκόταν είχε αφανισθεί και είχε περάσει αμέσως στο μη ον κι ο ίδιος αισθανόταν ότι είχε αρπαγή στον αέρα και είχε ξεχάσει τελείως το σώμα. Σ’ αυτήν την κατάσταση, όπως έλεγε και έγραφε στους έμπιστούς του, γέμισε από μεγάλη χαρά και θερμά…
Η προσευχή της: «Συ Κύριέ μου, έλεγε, εξαφάνισες από μέσα μας το φόβο του θανάτου. Συ έκανες, για χάρη μας, το τέλος αυτής της πρόσκαιρης ζωής ξεκίνημα της αληθινής και αιώνιας ζωής. Συ για λίγο καιρό αναπαύεις με τον ύπνο του θανάτου τα σώματά μας και πάλι θα τα ξυπνήσεις με τη σάλπιγγα της δευτέρας παρουσίας Σου. Συ παραδίδεις σαν περιουσία στης γης τα σπλάχνα πάλι το χωματένιο σώμα μας, που με τα χέρια Σου έπλασες και ξαναπαίρνεις πάλι ό,τι έδωσες στη γη, κάνοντας το θνητό και άσχημο σώμα μας λαμπρό, με την αφθαρσία και τη χάρη Σου. Συ μας…
«Ο δε Θεός, που δίνει φωλιά στους νεοσσούς των αετών και άρτο στους ανθρώπους για να φάγουν, ρίχνει σαν βροχή τα χρήματα και στον μακάριο τούτον και του ανοίγει τους θησαυρούς των αρχόντων, και όλοι μαζί, συγγενείς, φίλοι, παιδιά, του χορηγούν ικανή ποσότητα χρυσού. Παίρνοντάς την ο μακάριος, άρχισε το έργο της ανοικοδομήσεως του μοναστηριού με την πεποίθηση στον Θεό, στον οποίο προσευχήθηκε και γι’ αυτό» (τ. 19Α, σελ. 225-227). «Όταν ο άγιος μετέβαινε κάποτε στην πατρίδα του, στο πατρικό του σπίτι, και έφθασε στον μεγάλο ποταμό της Βιθυνίας, τον Γάλλο, βλέπει στην όχθη να στέκεται ένας αλιεύς που ψάρευε…
Οι χριστιανοί έπαυσαν να είναι το «καλό άλας», και ως εκ τούτου παραδόθηκαν σε διωγμούς σχεδόν σε όλη τη γηΓέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ Μερικοί τολμούν να ονομάζουν την εποχή μας «μεταχριστιανική». Εγώ όμως προσωπικά, μέσα στα όρια των γνώσεών μου για την ιστορία του Χριστιανισμού και την ιστορία του κόσμου γενικά, τείνω να σκέφτομαι ότι ο Χριστιανισμός ποτέ μέχρι τώρα δεν έγινε αποδεκτός όπως θα έπρεπε από τις μεγάλες μάζες. Ο κόσμος –έχω υπ’ όψιν μου το «χριστιανικό» τμήμα του- ποτέ στην ουσία δεν έζησε αυθεντικώς χριστιανικά. Είναι παράδοξα τα πεπρωμένα της ανθρωπότητος: Εκείνα τα κράτη που περισσότερο από όλα…
«[Η διάκριση του Πνευματικού του οσίου Συμεών στον χειρισμό του πόθου του νέου Συμεών]. Παρουσιάζεται (ο Συμεών) σ’ αυτόν, του γνωστοποιεί τον σκοπό (να γίνει μοναχός), ζητεί να γίνει δεκτός από αυτόν, ν’ αλλάξει από αυτήν την ώρα τον τρόπο ζωής και να συγκαταταγή με τους μοναχούς. Εκείνος δε, όπως ήταν έμπειρος του μοναχικού βίου και των επιθέσεων του πονηρού, δεν συγκατανεύει προς το παρόν, τον αναχαιτίζει από αυτήν την ορμή, διότι ήταν ακόμη νέος και διήνυε μόλις το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του και του συνιστά να αναμείνει τον καιρό τελειοτέρας αναπτύξεως»… Καθώς λοιπόν είδε αυτήν την θεωρία…
«Ο δε Θεός, που δίνει φωλιά στους νεοσσούς των αετών και άρτο στους ανθρώπους για να φάγουν, ρίχνει σαν βροχή τα χρήματα και στον μακάριο τούτον και του ανοίγει τους θησαυρούς των αρχόντων, και όλοι μαζί, συγγενείς, φίλοι, παιδιά, του χορηγούν ικανή ποσότητα χρυσού. Παίρνοντάς την ο μακάριος, άρχισε το έργο της ανοικοδομήσεως του μοναστηριού με την πεποίθηση στον Θεό, στον οποίο προσευχήθηκε και γι’ αυτό» (τ. 19Α, σελ. 225-227). «Έως τότε δεν έμεινε ποτέ κανείς μαζί του μέσα στο κελλί. Ενώ λοιπόν κοιμόμουν στο πάτωμα, σε μία γωνιά του κελλιού του, κάποτε κατά τα μεσάνυκτα, σαν να αφυπνίσθηκα από…
    «Όπως συμβαίνει στην περίπτωσι συνοικεσίου, κατά το οποίο ο γαμβρός βραδύνει σε ταξίδι ή είναι απασχολημένος σε άλλες υποθέσεις και αναβάλλει τον γάμο, εάν η νύμφη οργισμένη καταφρονήσει την αγάπη εκείνου και διαγράψει ή σχίσει το χαρτί του αρραβώνος, αμέσως χάνει τις ελπίδες της για τον γαμβρό, έτσι φυσικώς συμβαίνει να γίνεται και στην περίπτωση της ψυχής. Εάν πει κάποιος από τους αγωνιζομένους «έως πότε πρέπει να κακοπαθώ», και παραμελήσει τους ασκητικούς κόπους, με την αμέλεια δε των εντολών και την εγκατάλειψη της διηνεκούς μετανοίας κατά κάποιον τρόπο διαγράψει και σχίσει τα συμφωνητικά, αμέσως εκπίπτει και του αρραβώνος…
«Καθώς δε προσευχόταν κάποτε την νύκτα μέσα στο παρεκκλήσι, όπου ήταν και σορός σωμάτων, ενώ κατά την συνήθεια είχε τις θύρες κλεισμένες, πλήθη απειλητικών δαιμόνων συρρέοντας όρμησαν κατά του παρεκκλησίου, και ωθώντας απότομα τις θύρες, τις άνοιξαν για να τον αρπάσουν, δημιουργώντας τόσον κρότον, ώστε να νομίση αυτός ότι οι θύρες συνετρίβηκαν από πρόσκρουσι προς τους τοίχους από την καθεμία πλευρά. Αυτός δε, κατειλημμένος από μεγάλο φόβο, σήκωσε τα χέρια προς τον ουρανό, για να επικαλεσθή την από εκεί βοήθεια. Καθώς λοιπόν το πνεύματα της πονηριάς τον είδαν να στέκεται πολλές ώρες έτσι αμετακίνητος, υπαναχώρησαν νικημένα. Αλλά από το πολύ…

katafigioti

lifecoaching