ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Προσευχή
Μου κάνει εντύπωση που, αν και δεν με γνωρίζεις – ή, έστω, με γνωρίζεις από φήμες, που τόσο συχνά είναι λαθεμένες-, ζητάς τη συμβουλή μου. Δεν μπορώ, πάντως, ν’ αμφισβητήσω την αγάπη που δείχνει ο Θεός, σ’ όποιον ζητάει καλοπροαίρετα να μάθει το θέλημά Του. Μία αγάπη που, σύμφωνα με τις άγιες Γραφές, δίνει κάποτε λόγο και στα άλογα όντα, εκείνα που δεν ανήκουν καν στη βασιλεία του Λόγου. Ακόμη κι ένα γαϊδούρι μίλησε, όταν χρειάστηκε να φανερωθεί το θέλημα του Θεού στο μάντη Βαλαάμ (Αριθμ. 22,28 κ.έ.). Έτσι κι εγώ τώρα, θα σου απαντήσω όπως μπορώ καλύτερα.
Καθώς δεν σ' έχω συναντήσει ποτέ, και καθώς έχω μόνο μια πενιχρή γραπτή περιγραφή του εαυτού σου και των συνθηκών της ζωής σου, είναι πολύ δύσκολο να σχηματίσω πλήρη και αντικειμενική εικόνα για τον ψυχικό σου κόσμο. Ένα πράγμα όμως είναι σχεδόν ολοφάνερο: Παρ’ όλη την εντύπωσή σου πως έχεις βελτιωθεί πολύ, εγώ διαπιστώνω ότι σου λείπει εντελώς η εσωτερική αταραξία και ειρήνη. Θεωρώ, βέβαια, σημαντική πρόοδο τη μεγάλη αγάπη σου προς το Θεό, στην οποία τόσο συχνά αναφέρεσαι. Φτάνεις μέχρι το σημείο να λες: «Αγαπώ το Θεό τόσο πολύ, ώστε, απλούστατα, δεν μπορώ να βρω λόγια για να περιγράψω πόσο Τον αγαπώ!».
Εγώ αναρωτιέμαι μόνο αν έχεις ξεχάσει ή όχι, ότι η αγάπη είναι το αποκορύφωμα της τελειότητος, και την αποκτούμε ζώντας σύμφωνα με το θέλημα και τις εντολές του Θεού. Τι λέει ο Κύριος; «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστίν ο αγαπών με... Ο μη αγαπών με, τους λόγους μου ου τηρεί» (Ιω. 14:21, 24). Τι λέει και ο απόστολος Παύλος για τα γνωρίσματα της γνήσιας αγάπης; «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζήλοι, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει» (Α' Κορ. 13:4-7). Ίσως βέβαια παρατηρήσεις ότι ο απόστολος αναφέρεται εδώ μόνο στην αγάπη προς τους ανθρώπους, ενώ η δική σου αγάπη είναι ανωτέρου επιπέδου — αγάπη όχι σε κάτι κατώτερο από το Θεό! Αλλά υπάρχει αγάπη στο Θεό χωρίς αγάπη στους ανθρώπους; «O γαρ μη αγαπών τον αδελφόν ον εώρακε, τον Θεόν ον ουχ εώρακε πώς δύναται αγαπάν;» (Α' Ιω. 4:20).
Ας μην πω περισσότερα. Σου λείπει η ταπείνωση! «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν», διδάσκει ο Κύριος, «λέγετε ότι δούλοι αχρείοι εσμέν» (Λουκ. 17:10). Eσύ το λες αυτό; Ταπεινώσου, λοιπόν! Χωρίς ταπείνωση, καμιά αρετή δεν είναι γνήσια στα μάτια του Θεού. Πράγματι, η ταπείνωση είναι τόσο πολύ δεμένη με την αγάπη, ώστε ποτέ δεν βρίσκουμε τη μια χωρίς την άλλη.
Διακρίνω να σε βασανίζουν φόβοι, αμφιβολίες και μεγάλη ταραχή. Όλ’ αυτά βασιλεύουν στις ψυχές εκείνες, που δεν έχουν ακόμα ζωογονηθεί από τη γλυκειά πνοή της ταπεινοφροσύνης. Άκουσε τον Κύριο: «Μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11:29). Και αν ο απόστολος Παύλος λέει ότι «Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμί εγώ» (Α' Τιμ. 1:15), εμείς τι πρέπει να λέμε; Ο απόστολος Πέτρος, επίσης, είχε πάντα τη συναίσθηση των αμαρτιών του, όπως ομολογεί ο ίδιος. Και όλοι οι άγιοι πίστευαν πώς ήταν μεγάλοι αμαρτωλοί. Αυτό, βέβαια, δεν γεννούσε την απόγνωση στις καρδιές τους, γιατί δεν υπολόγιζαν ότι θα κέρδιζαν τη σωτηρία με τη δική τους αξία, με τους κόπους και τις αρετές τους. Υπολόγιζαν όμως στη δύναμη και το έλεος του Θεού.
Εσύ διακηρύσσεις πώς είσαι ένας ελεεινός αμαρτωλός, αλλά παράλληλα προβάλλεις τα «σπουδαία» προσόντα σου. Και μαζί μ’ αυτά αποκαλύπτεις και τη μεγάλη εσωτερική σου αναστάτωση. Πράγματι, ο εαυτός σου σε τυφλώνει. Σου στερεί το φως της αληθινής σοφίας. Δεν αφήνει το θείο φως να σε καταυγάσει.
Λες ακόμα ότι στο σπίτι προσεύχεσαι πολύ καλύτερα, βιώνοντας μιαν απερίγραπτη πνευματική ηδονή, και διαπιστώνοντας τον προσπορισμό μεγάλης πνευματικής ωφέλειας. Ενώ, αντίθετα, στην εκκλησία δεν έχεις τόσο καρποφόρα προσευχή.
Δεν καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι μια μεγάλη πλάνη, τροφοδοτημένη μάλιστα από την ίδια εκείνη δηλητηριασμένη πηγή, που μαραίνει την ηρεμία και την ειρήνη της καρδιάς σου;
Να είσαι σίγουρος πως όταν προσεύχεσαι μόνος σου, μ’ ένα τρόπο που σε γεμίζει γλυκύτητα και σου φέρνει απολαυστικά δάκρυα, ο Θεός δεν ικανοποιείται. Η γλυκύτητα και τα δάκρυα, που δεν συνοδεύονται από ένα βίωμα βαθύτατης ταπεινοφροσύνης, δεν είναι παρά πειρασμικά. Έχοντας λοιπόν υποκύψει στο σπίτι σ' αυτό τον πειρασμό, και μη βρίσκοντάς τον στην εκκλησία, συμπεραίνεις ότι σου είναι άχρηστος ο εκκλησιασμός. Μετά απ΄ αυτό, γιατί απορείς που γίνεσαι έρμαιο μιας θανάσιμης καταθλίψεως; Μην αμφιβάλλεις ότι αυτή η κατάθλιψη είναι ο καρπός των προσευχών σου στο σπίτι: Ο πειρασμός πρώτα σε εκτοξεύει ψηλά, στην κορυφή του κύματος, κι έπειτα σε καταποντίζει στα βάθη της αβύσσου. Κι εσύ έχεις γίνει ένα πειθήνιο όργανό του, ένα παιχνιδάκι στα χέρια του. Γιατί; Επειδή έχεις παγιδευτεί στα δίχτυα της κενοδοξίας.
Σου συνιστώ να προσεύχεσαι με απλότητα. Μην προσδοκάς και μην επιδιώκεις να δεις μέσα σου κάποιους εντυπωσιακούς καρπούς ή «δώρα» της χάριτος του Θεού. Θεώρησε τον εαυτό σου ανάξιο γι' αυτά. Μόνο έτσι θα βρεις την ειρήνη.
Χρησιμοποίησε την άδεια, την παγερή, τη στεγνή προσευχή σου σαν τροφή για την ταπείνωση. Επαναλάμβανε σταθερά: «Είμαι ανάξιος! Κύριε, είμαι ανάξιος!» Αλλά λέγε το ήρεμα, χωρίς ταραχή. Αυτή την ταπεινή προσευχή, αντίθετα μ’ ε κείνη την απολαυστική που σ’ ευχαριστεί, την αποδέχεται ο Θεός.
* *
Προσπάθησε να ξεκαθαρίσεις μέσα σου τα πράγματα γύρω από τη νοερά προσευχή. Η Oρθόδοξη Eκκλησία χρειάστηκε πολλούς αιώνες για να τελειοποιήσει την ψυχοσωματική μέθοδο της προσευχής αυτής, όπως μαθαίνουμε από το βίο του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτη*. Να σκεφτείς ότι χρειάστηκε τόσο χρόνο, όσο σχεδόν και για την ολοκλήρωση της διατυπώσεως της δογματικής διδασκαλίας της, δηλαδή περίπου επτά αιώνες. Δεν είναι επομένως παράδοξο, που ο μέγας Βασίλειος τίποτα δεν αναφέρει για το θέμα αυτό.
Ακόμα και όταν η άσκηση της νοεράς προσευχής ήταν ήδη καθιερωμένη στο Σινά (αρχές του 14ου αι.), το Άγιον Όρος ελάχιστα τη γνώριζε. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πάντως συμβουλεύει όλους τους πιστούς ν’ ασκούν τις απλούστερες μορφές της νοεράς προσευχής. Ο αββάς Ισαάκ εξάλλου λέει, ότι μόλις ένας στους χίλιους «εργάτες» της νοεράς προσευχής έχει την ικανότητα να φτάσει στην καθαρή προσευχή, το αποκορύφωμα της μεγάλης αυτής τέχνης. Τούτο συμβαίνει, κατά ένα μέρος, επειδή η πρακτική της απαιτεί συνθήκες, όρους και προϋποθέσεις, που δεν κατορθώνονται εύκολα. Διάβασε όσα γράφουν πάνω σ’ αυτό οι όσιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι, στον πέμπτο τόμο της Φιλοκαλίας.
Ο πρώτος αναγκαίος όρος είναι η προσέλευση σ’ έναν έμπειρο πνευματικό οδηγό. Ακολουθεί η υποταγή σ’ αυτόν και η εκτέλεση αδιάκριτης υπακοής. Έπειτα, η εντονότατη βίωση της ευθύνης και της ενοχής απέναντι στο Θεό, στους ανθρώπους, ακόμα και στ' άψυχα πράγματα. Γνήσια ταπείνωση, ακριβής και συνειδητή εκπλήρωση των εντολών του Θεού, κάθαρση της καρδιάς από αμαρτίες και πάθη, όλ’ αυτά είναι εξίσου απαραίτητα. Μια κενόδοξη, θεληματάρικη απόφαση ασκήσεως της ψυχοσωματικής μεθόδου, με σκοπό την απόκτηση μεγαλύτερων πνευματικών δωρεών, ικανοτήτων ή παρηγοριών, είναι εφάμαρτη και πολύ επικίνδυνη. Έτσι, για να μη χρησιμοποιήσουν οι κενόδοξοι και οι θεληματάρηδες τη μέθοδο της νοεράς προσευχής, με αποτέλεσμα τόσο τη δική τους απώλεια όσο και την καταστροφή άλλων ψυχών, οι παλαιοί Πατέρες πάντοτε αναφέρονταν σ' αυτή με πολλή επιφυλακτικότητα. Η υπερηφάνεια, ο πιο άσπονδος εχθρός όχι μόνο της προσευχής αλλά και ολόκληρης της πνευματικής ζωής, ενεδρεύει σε κάθε βήμα μας για να μας πλανήσει.
* * *
Μάλλον δεν μπορώ να σε διδάξω την πρακτική της ευχής του Ιησού. Αναρίθμητα βιβλία έχουν γραφτεί γι' αυτήν. Διάβασέ τα.
Να θυμάσαι όμως ότι το σημαντικότερο πράγμα είναι η ταπείνωση. Έπειτα η επίτευξη - όχι μόνο η απόφαση - της μόνιμης βιώσεως ενός αισθήματος βαριάς ευθύνης απέναντι στο Θεό, στον πνευματικό σου οδηγό, στους ανθρώπους, στα πράγματα. Θυμήσου επίσης την προειδοποίηση του Αββά Ισαάκ, ότι η οργή του Θεού ξεσπάει πάνω σε όλους όσοι αρνούνται το βαρύ σταυρό του συνειδησιακού μαρτυρίου και της σωματικής κακοπάθειας, και, επιδιώκοντας οράματα ή δεν ξέρω τι άλλα ειδικά χαρίσματα από την προσευχή, ζητούν να οικειοποιηθούν τη δόξα και τη χάρη του Σταυρού με τρόπο πλανεμένο και διεστραμμένο. Λέει ακόμα πώς η θεία χάρη μάς πλησιάζει από μόνη της, ξαφνικά, χωρίς εμείς να βλέπουμε ή ν' αντιλαμβανόμαστε το πλησίασμά της. Και έρχεται όταν βρει τόπο καθαρό.
Επομένως, δεν σου μένει παρά να καθαρίσεις τον τόπο σου. Προσεκτικά, σχολαστικά, επίμονα. Σάρωσέ τον με τη σκούπα της ταπεινοφροσύνης.
* * *
Τώρα γράφεις λογικά. Αφού παραδέχεσαι πώς η επιθυμία σου ν' ασκήσεις την ευχή του Ιησού δεν προέρχεται από ισχυρή παρόρμηση αδιάλειπτης ικεσίας στον Κύριο για την άφεση των μεγάλων αμαρτιών σου, η όλη κατάσταση αλλάζει. Κάποιος, πολύ έμπειρος στους λεπτούς κινδύνους της ευχής, είπε:
«Εκείνοι που πάντοτε νιώθουν σαν τον τελώνη, την ώρα που προσευχόταν, και σαν τον άσωτο, την ώρα που επέστρεφε στο πατρικό σπίτι, μπορούν να καλλιεργήσουν την ευχή χωρίς δυσάρεστες συνέπειες. Η συστηματική καλλιέργεια της ευχής είναι ακίνδυνη και θεοποιεί μόνο τον άνθρωπο εκείνο, που η καρδιά του πενθεί βαθιά κατά Θεόν, και ο νους του είναι απελευθερωμένος από την κοσμική ματαιότητα. Γιατί το στόμα που τρέφεται με τ' αποφάγια των χοίρων, δεν μπορεί να τραφεί με το άγιο όνομα του Χριστού».
Αν έχεις αποφασίσει ν’ ακολουθήσεις ανυποχώρητα αυτό το δρόμο, τότε προετοιμάσου για κάθε λογής δοκιμασίες. Αλλά μη σε πιάνει φόβος: Η αγάπη και η μετάνοια πάνε πάντα μαζί για τη σωτηρία του κάθε ανθρώπου. Και στο δρόμο που διάλεξες, αρχή της αγάπης είναι ο φόβος του Θεού.
Έχεις, πιστεύω, τη γνώση και τη συναίσθηση ότι τώρα πια η μετάνοια για σένα δεν περιορίζεται σε μια ξερή αποκάλυψη των αμαρτιών σου στον πνευματικό. Τώρα πρέπει να διατηρείς πάντα στη μνήμη σου πώς είσαι ένας μεγάλος αμαρτωλός, μέχρι που η καρδιά σου σχεδόν να σπάσει από τη συναίσθηση του βάρους των αμαρτιών σου. Και θα έσπαγε στ' αλήθεια, αν δεν πίστευες ακλόνητα στο έλεος του Κυρίου μας.
Προσεύχομαι να σε βοηθήσουν τα λόγια μου, και να μη σου δημιουργήσουν σύγχυση γύρω από το στενό και γεμάτο αγκάθια μονοπάτι που πήρες.
2. Πλάνες
Είναι επικίνδυνο να παραδεχόμαστε τα όνειρά μας σαν θείες αποκαλύψεις. Πρώτα-πρώτα αυτό μας οδηγεί στην οίηση. Σκέψου νηφάλια: Είναι ποτέ δυνατό να δέχονται θείες αποκαλύψεις μια καρδιά κι ένας νους, που βρίσκονται ολοκληρωτικά κάτω από την επήρεια τόσων άγριων παθών; Μια τέτοια παραδοχή δεν προδίδει απαράδεκτη αυτοπεποίθηση στην πνευματική υπεροχή σου: Ποιος, αλήθεια, μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του άξιο ενός τέτοιου χαρίσματος;
* * *
Εσύ η ίδια έχεις περιγράψει τέλεια την αιτία της συμφοράς που σ’ έχει βρει.
Πρώτον, η παιδεία σου. Αυτή, μολονότι στη θεωρία χριστιανική, δεν σε οδήγησε και σε μια πρακτικά χριστιανική ζωή.
Δεύτερον, η ζωή σου αρχικά κύλησε εξαιρετικά ήρεμα και σταθερά, χωρίς εμπόδια, πειρασμούς και βάσανα - τα μόνα που μπορούν να μας διαπαιδαγωγήσουν σε σωστούς χριστιανούς, αν βέβαια τ' αποδεχθούμε με το σωστό τρόπο.
Πράγματι, όταν ήσουν ακόμα παιδί, οι άνθρωποι του κόσμου σε φούσκωναν με μπόλικες κολακείες, εγκώμια και επαίνους. Έτσι, με την ενθάρρυνση και τη συμβολή τους, νοσηρές αυταπάτες για την αξία, την υπεροχή και την καλωσύνη σου άρχισαν να δηλητηριάζουν σταθερά την καρδιά σου. Πριν ακόμα λοιπόν ξυπνήσουν μέσα σου τα άγρια πάθη, η υπερηφάνεια κι ένας έντονος αυτοθαυμασμός είχαν βάλει μέσα σου το γερό θεμέλιο των κατοπινών συμφορών σου.
Ο Θεός βδελύσσεται τους υπερήφανους. Τους αφήνει να ταπεινωθούν με πολλαπλές τιμωρίες και να καψαλιστούν μέσα στο καμίνι των παθών. Αυτό έγινε και με σένα. Η επιμονή σου να πάρεις διαζύγιο από τον πρώτο σου σύζυγο ήταν μια απόδειξη της επιρροής που ασκούσαν πάνω σου οι σαρκικές επιθυμίες και τα πάθη. Και παρά το ότι η κατάσταση, που φυσιολογικά ακολούθησε, κάθε άλλο παρά θα μπορούσε να κολακέψει τον εγωισμό σου, πάντως ο εγωισμός σου ακριβώς ήταν που προκάλεσε αυτή την κατάσταση.
Μετά απ’ αυτό, τα πλοκάμια της δίκαιης τιμωρίας τυλίχτηκαν γύρω σου! Άρχισαν να σε καίνε βασανιστικά οι φλόγες του ελέγχου της συνειδήσεως. Επιπλέον, διάφορες ανησυχίες και ενοχλήσεις, μικρές και μεγάλες, συσσώρευσαν σιγά- σιγά μέσα σου ένα μεγάλο βάρος, που σε τσάκισε και σε ισοπέδωσε. Θέλοντας όμως ακόμα και τότε να επιβάλλεις το θέλημά σου στους άλλους, έγινες νευρική και μελαγχολική. Αυτή η νευρικότητα και η μελαγχολία, ενεργώντας κάθε άλλο παρά σαν βάλσαμο στα πάθη σου, τα επιδείνωσε ακόμα περισσότερο, προσθέτοντας σ' όλα τ' αλλά την καχυποψία και τη ζήλεια.
Αλλά και όταν γι' άλλη μια φορά άρχισες να βρίσκεις, επιτέλους, την ισορροπία σου, η ειρήνη και η ομόνοια δεν επέστρεψαν στο σπίτι. Το αντίθετο. Οι οικογενειακοί καυγάδες και οι συμπλοκές φούντωσαν. Και τώρα ο δεύτερος σύζυγός σου, κουρασμένος πια, σου προτείνει να κάνετε μια προσπάθεια αλλαγής, μια προσπάθεια... να ζήσετε χωριστά! Βλέπεις το αποτέλεσμα; «Εν ω γαρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν» (Ματθ. 7:2).
Αλλά μη νομίζεις ότι, εξαιτίας όλων αυτών, ο Θεός σ' έχει απαρνηθεί και εγκαταλείψει. Όχι. «Ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει» (Εβρ. 12:6). Φρόντισε μόνο να δεχτείς το θέλημά του ταπεινά, ειρηνικά, μ’ ευγνωμοσύνη, θεωρώντας όλες αυτές τις συμφορές, και μεγαλύτερες ακόμα, σαν το τίμημα για την αγορά της πολύτιμης καθάρσεώς σου από τα πάθη. Και φυλάξου προσεκτικά από την κατάκριση όλων εκείνων που σε κάνουν να υποφέρεις. Είναι τα όργανα του Θεού, με τα οποία εργάζεται για τη βελτίωση και τη σωτηρία σου. Να θυμάσαι πάντα πόσο μακριά έχεις παρασυρθεί από την αγάπη στο Θεό και την αγάπη στον πλησίον. Η αγάπη στο Θεό αποδεικνύεται με την υπακοή στις εντολές του. Η αγάπη στον πλησίον, με την αγάπη στους εχθρούς μας. Oποιοσδήποτε στερείται τη μια από τις δύο, είναι εξίσου μακριά από την αγάπη του Θεού.
Ανεξάρτητα όμως από το πόσο λίγο αγαπάς εσύ το Θεό, Εκείνος σ’ αγαπάει ακόμα. Σ' αγαπάει τόσο πολύ, ώστε σε βυθίζει μέσα σ' όλη αυτή τη θλίψη και την οδύνη, επιβάλλοντάς σου στην παρούσα ζωή μια σκληρή παιδαγωγική τιμωρία - επαρκή ίσως για την εξιλέωση και τη διόρθωσή σου - και λυτρώνοντάς σε από τα τρομερά κολαστήρια της άλλης ζωής. Ο Θεός να μας φυλάξει απ’ αυτά!
Με τα παλιότερα και τα τωρινά δεινά σου, δοκιμάζεται και στερεώνεται η πίστη σου. Μ' αυτά μπαίνει ακόμα ένας φραγμός στις εφάμαρτες επιθυμίες και τα πάθη σου.
Ταπεινώσου. Ο Θεός βοηθάει τους ταπεινούς.
Η κατάκριση των άλλων και η επίμονη ενασχόληση με τα ελαττώματά τους μπορούν μόνο ν’ αυξήσουν τις οδύνες σου. Διάλεξε λοιπόν «την αγαθήν μερίδα».
3. Πλάνες στην προσευχή
Είναι αξιέπαινο το ότι μελετάς συστηματικά τους Πατέρες. Λάβε υπόψη σου, πάντως, ότι τα πατερικά κείμενα είναι σαν ένα πυκνό δάσος. Όποιος αποτολμήσει να εισχωρήσει μέσα σ' αυτό απροστάτευτος, χωρίς γνώση και χωρίς καθοδήγηση, εύκολα ξεστρατίζει και μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με σοβαρούς κινδύνους. Πολλοί μελετητές των Πατέρων έχουν πλανηθεί από υπερβολική αυτοπεποίθηση και βιασύνη. Το ίδιο συμβαίνει και στο θέμα της προσευχής. Όποιος επιχειρεί να φτάσει γρήγορα και άκαιρα σε πνευματικές κορυφές, και ξεκινάει με την πρόθεση να δει οράματα και άλλα παρόμοια, προκαλεί την οργή του Θεού.
Δεν έχουμε δικαίωμα να χρησιμοποιούμε τη δόξα και τις δωρεές που πηγάζουν από το Σταυρό του Χριστού, για να ικανοποιούμε κενόδοξες και επιπόλαιες επιδιώξεις μας. Δεν μπορούμε ούτε να σκεφτούμε κάτι τέτοιο, αν δεν έχουμε πρώτα υπομονετικά υποτάξει τα πάθη μας. Αν δεν έχουμε οδηγήσει τον εαυτό μας στο δρόμο του Πάθους του Χριστού, στο δρόμο του Γολγοθά, στο δρόμο της υπέρτατης αγωνίας της Γεθσημανή.
Ο Αββάς Ισαάκ λέει: «Μη σας περάσει από το νου πως έχετε βγει από το σκοτεινό δάσος των παθών, αν δεν έχετε ασφαλιστεί καλά μέσα στα τείχη του κάστρου της ταπεινώσεως».
Διάβασε τι γράφουν γι' αυτό και οι άγιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι. στον πέμπτο τόμο της Φιλοκαλίας. Η ταπείνωση, ακόμα και χωρίς έργα, εξασφαλίζει τη συγχώρηση του Θεού. Αντίθετα, τα έργα χωρίς ταπείνωση είναι άχρηστα.
Τήρησε τον κανόνα της καθημερινής προσευχής σου τόσο αυστηρά, όσο θα περίμενες να τον τηρήσει και οποιαδήποτε άλλη γυναίκα που ζει μέσα στον κόσμο και έχει πολυμελή οικογένεια. Και φρόντισε ώστε η προσευχή σου να μην είναι εκείνη του φαρισαίου, αλλά του τελώνη.
Κράτα τη συνείδησή σου σε συνεχή εγρήγορση και διαύγεια. Η συνείδηση είναι φωνή Θεού. Μη ζητάς και μην περιμένεις ειδικές παρηγοριές από την προσευχή. Άφησε το θέμα στο Θεό. Εκείνος μόνο γνωρίζει αν πρέπει, πότε και πώς να σου τις δώσει.
* * *
Πρέπει να σου επαναλάβω για μια ακόμα φορά: Είναι εντελώς πλανεμένη η τόσο επιπόλαιη πεποίθησή σου ότι το αίσθημα της σωματικής θερμότητος, που σε κυριεύει στη διάρκεια της προσευχής, αποτελεί σημείο ειδικής χάριτος. Κάθε άλλο. Δεν πρόκειται παρά για δαιμονική πλεκτάνη! Μη δίνεις σημασία σε τέτοια φαινόμενα. Και μη βγάζεις βιαστικά συμπεράσματα.
***
Ένιωσα αληθινή έκπληξη που διάλεξες εμένα για να περιγράψεις τις παράξενες εμπειρίες σου - ενώ δεν με γνωρίζεις καθόλου-, ζητώντας μου να σ' απαλλάξω από τις αμφιβολίες, να σου λύσω τα προβλήματα και να σε συμβουλέψω. Ειλικρινά, θα προτιμούσα ν’ αρνηθώ. Σωματικά αδύναμος, πνευματικά κουρασμένος και με τη συναίσθηση πως ελάχιστα μπορώ να εισχωρήσω στα βάθη μιας ψυχής, πώς θα μπορούσα να βρω κάποια δικαιολογία για την ανάληψη μιας τέτοιας ευθύνης, της διαλευκάνσεως δηλαδή ενός ζητήματος σαν το δικό σου;
Παρ’ όλ’ αυτά, η απλή σου πίστη με συγκίνησε βαθιά, και η καρδιά μου σφίχτηκε από συμπόνια τόσο για τους μεγάλους κινδύνους που διατρέχεις, όσο και για τα οδυνηρά σου παθήματα, που τόσο ζωντανά περιγράφεις. Γι’ αυτό το λόγο συμβουλεύτηκα πρώτα τους σοφούς Πατέρες μας, και γνωρίζοντας πώς, όταν χρειάζεται, ο Θεός βάζει την κατάλληλη συμβουλή στο στόμα και των αλόγων ακόμα ζώων, θα προσπαθήσω να σε βοηθήσω με βάση τη γνήσια διδασκαλία της Ανατολικής Εκκλησίας. Θα προσπαθήσω επίσης να σε διαφωτίσω γύρω από τους λεπτούς και δυσδιάκριτους πειρασμούς, που οδηγούν ανθρώπους σαν κι εσένα στο σημείο να νομίζουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι βλέπουν θεόσταλτα οράματα, και έρχονται μέσ’ απ' αυτά σ' επαφή με την υπέρτατη και ανέκφραστη Αλήθεια. Και μια που το ’φερε ο λόγος, εσύ ο ίδιος ανέφερες τις υποψίες σου, ότι έχεις μπλεχτεί στα δίχτυα του εχθρού. Αν είχες μελετήσει τους Πατέρες, η αμφιβολία σου θα μεταβαλλόταν σε βεβαιότητα.
Σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο το Σιναΐτη, αυτό το είδος του πειρασμού — δηλαδή οράσεις φαινομενικά αληθινές, αλλά στην πραγματικότητα απατηλές και με δόλο στημένες από τον πανούργο εχθρό — μάς πλήττει, όταν αγωνιζόμαστε συνειδητά και επίμονα να φτάσουμε στην τελειότητα της μεγάλης τέχνης της προσευχής, πριν ξεριζώσουμε την υπερηφάνεια από τα βάθη της ψυχής μας, και ενώ η ζωή μας βρωμάει ακόμη από την αμαρτία. Ο Θεός παραχωρεί αυτό τον πειρασμό για να έρθει ο άνθρωπος στα συγκαλά του, να ταπεινωθεί, να μετανοήσει και ν' αναθεωρήσει τη στάση, τις τοποθετήσεις και τους στόχους του. Αλλά και πάλι αφήνεται ελεύθερος να το κάνει ή να μην το κάνει. Προσπάθησε να κατανοήσεις πόση σημασία έχει, αλλά και πόση ευθύνη γεννάει, αυτό το σπουδαιότατο στοιχείο: Αφήνεται ελεύθερος!
Από το γράμμα σου συμπεραίνω ότι η πρώτη παγίδα σού στήθηκε το 1853, στην πόλη Τ., κατά την ανάρρωσή σου από μια σοβαρή αρρώστια: Πολλές φορές είχες την εντύπωση ότι οι εικόνες των αγίων άλλαζαν μορφή όταν τις κοίταζες. Και μια μέρα, κάτι ρόδινοι δακτύλιοι αποσπάσθηκαν από την εικόνα της Θεοτόκου και χώθηκαν μέσα στην καρδιά σου, γεμίζοντάς σε με τη βαθιά πεποίθηση ότι αξιώθηκες να λάβεις την άφεση των αμαρτιών σου. Με βάση τους Πατέρες, μπορώ να σε βεβαιώσω ότι από τη στιγμή που δέχτηκες αυτή τη φαντασία σαν θεϊκή αποκάλυψη και αξιολόγησες θετικά την εμπειρία σου, είχες ήδη πιαστεί στα νύχια του διαβόλου. Ήσουν ήδη αιχμάλωτος. Όλα όσα ακολούθησαν, ήταν απλά και μόνο αποτέλεσμα αυτής της αιχμαλωσίας.
Ο άγιος Βαρσανούφιος πολύ σωστά βεβαιώνει πώς κανένα δαιμόνιο δεν μπορεί να μεταμορφωθεί σε Χριστό. Μπορεί εύκολα όμως, παίρνοντας οποιαδήποτε μορφή, να πείσει τον άπειρο και εύπιστο αρχάριο ότι βλέπει μπροστά του το Χριστό. Αυτό πρέπει να έχει συμβεί και στην περίπτωσή σου, στο περιστατικό με τη Θεοτόκο. Αλλά, όντας κενόδοξος και τυφλωμένος από την αμαρτία, δεν μπόρεσες να διακρίνεις την απάτη.
Ο άγιος Βαρσανούφιος λέει ακόμα πώς ο διαβολος είναι ανίκανος να επικαλεστεί τον τίμιο Σταυρό. Τι ψάλλει η Εκκλησία μας σ’ ένα τροπάριο; «Όπλον αήττητον, Χριστέ, τον Σταυρόν σου ημίν δέδωκας, και εν τούτω νικώμεν τας προσβολάς του αλλοτρίου». Και σ' ένα άλλο: «Οι τω Σταυρώ τειχιζόμενοι, τω εχθρώ αντιτασσόμεθα, μη δειλιώντες τας αυτού μεθοδείας και ενέδρας· ο γαρ υπερήφανος κατήργηται και καταπεπάτηται τη δυνάμει του εν ξύλω προσπαγέντος Χριστού». Φρίττουν και τρέμουν από φόβο, πληγώνονται και κατακαίγονται τα δαιμόνια στη θέα του τιμίου Σταυρού, που αποτελεί το τρόπαιο της νίκης του Χριστού εναντίον τους. Επομένως το όραμά σου με το μητροπολίτη, που κρατούσε στα χέρια Ευαγγέλιο και Σταυρό, και με τη στρατιά των δαιμόνων, που άρπαξαν το κεφάλι σου και σχημάτισαν μ’ αυτό το σημείο του Σταυρού μπροστά στα πόδια του αρχιερέα, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά δαιμονική απάτη. Ο διάβολος, όπως είπα, φοβάται το Σταυρό. Αλλά, για τις αμαρτίες και την υπερηφάνειά σου, ο Θεός τον άφησε να κυριέψει τη φαντασία σου και, ενώ στην πραγματικότητα έκανε κάποιο άλλο σχήμα, σ' έπεισε πως ήταν το σημείο του Σταυρού. Όλ’ αυτά τα κάνει για να επιτείνει τη σύγχυσή σου.
Το ίδιο ισχύει και για το φαινόμενο που παρατηρείται όταν προσεύχεσαι: Οι δαίμονες επαναλαμβάνουν χλευαστικά μετά από σένα τα λόγια της προσευχής. Είναι κι αυτό απάτη. Πολλοί Πατέρες διευκρινίζουν ότι οι δαίμονες δεν μπορούν να προφέρουν το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, είναι ένα πανίσχυρο όπλο εναντίον τους. Να είσαι επομένως βέβαιος ότι, σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν δημιουργούν παρά συγκεχυμένους θορύβους, σαν ψιθύρους, κάνοντάς σε να πιστέψεις πως οι θόρυβοι αυτοί είναι τα λόγια της προσευχής σου. Θέλουν έτσι να σου δείξουν ότι δεν φοβούνται τίποτα. Αλλά μην ξεγελιέσαι. Είναι ψέμα.
Γενικά οι Πατέρες επιμένουν ότι σχήματα, χρώματα, φώτα, μελωδίες και οσμές - είτε ευχάριστα είτε δυσάρεστα είναι όλ' αυτά - αποτελούν απάτες, που πλέκει ο πονηρός.
Η δεύτερη παγίδα σού στήθηκε τότε που, κουρασμένος από τα δαιμονικά τεχνάσματα, πήρες την άμαξά σου και κίνησες για μιαν άσκοπη βόλτα. Τότε σκέφτηκες με μελαγχολία ότι το κακό κυριαρχούσε στη ζωή σου, και πόθησες να συμφιλιωθείς με όλους όσοι σε είχαν αδικήσει ή σ’ εχθρεύονταν. Ξαφνικά ένιωσες ένα κύμα γλυκειάς χαράς να πλημμυρίζει το στήθος σου. Άπειρος καθώς είσαι, πίστεψες πως κι αυτή ήταν επίσκεψη της χάριτος, όχι πειρασμός.
Μ’ αυτό τον τρόπο σύντομα μπλέχτηκες τόσο πολύ στα δίχτυα του πονηρού, ώστε έφτασες στα πρόθυρα της τρέλλας. Σκέφτομαι πώς ο πολυεύσπλαχνος Θεός σε φύλαξε από την ολοκληρωτική ψυχοδιανοητική κατάρρευση, μόνο και μόνο επειδή πλανήθηκες όχι από κακή προαίρεση αλλ’ από έλλειψη πείρας.
Στον έβδομο λόγο του ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει: «Όταν έρχεται στην ψυχή σου χαρά, να τη διώχνεις με το χέρι της ταπεινοφροσύνης. Μην τυχόν, για την αναξιότητά σου, αυτή η χαρά αποδειχθεί πειρασμός, και σε κάνει να πάρεις το λύκο για βοσκό». Eσύ μόνιμα παίρνεις το λύκο για βοσκό. Λυτό συμβαίνει ακόμα και τότε που η βεβαιότητά σου για τη θεϊκή προέλευση της εμπειρίας είναι ακλόνητη: Τότε, λ.χ., που, ενώ μελετούσες ένα κείμενο, ένιωσες μιαν ώθηση στον ώμο σου, και αμέσως βυθίστηκες μέσα σε ορμητικά κύματα απερίγραπτης χαράς.
Ο απόστολος λέει ότι η γνήσια πνευματική χαρά είναι ένας από τους σπάνιους καρπούς του Πνεύματος. Στην κοπιαστική ανοδική πορεία μας προς την κατά χάριν τελειότητα, η χαρά είναι μια από τις τελευταίες πνευματικές κορυφές που κατακτούμε. Πρέπει πρώτα να νικήσουμε τις αμαρτωλές συνήθειες και τους πονηρούς λογισμούς, να υποτάξουμε τα πάθη και να πλησιάζουμε πια στην ολοκλήρωση της συμφιλιώσεώς μας με το Θεό, από τον Οποίο μας χωρίζει η αμαρτία. Άρα, στη συγκεκριμένη περίπτωσή σου, δεν μπορείς να υποστηρίξεις ότι κάθε επίσκεψη χαράς, όσο γλυκειά κι αν είναι, προέρχεται από τον ουρανό, ή ότι εσύ προγεύεσαι κιόλας τα ουράνια αγαθά.
Όσο προοδεύεις στην προσευχή και όσο εντρυφάς σε πνευματικά μελετήματα, ο πονηρός εντείνει τον πόλεμό του εναντίον σου, επινοώντας όλο και πιο έξυπνα τεχνάσματα για να σ' εξαπατήσει.
Λες ότι τώρα τελευταία αισθάνεσαι συχνά την παρουσία του Κυρίου μας μέσα στο δωμάτιό σου. Και τότε δονείσαι από συγκίνηση, γεμίζεις με ανεκλάλητη αγαλλίαση και νιώθεις την ισχυρή παρόρμηση να πέσεις στο πάτωμα και να Τον προσκυνήσεις. Οι περιγραφές σου μου δείχνουν ότι Τον «βλέπεις» με υλική, σωματική μορφή μέσα στο δωμάτιο. Τρομερά επικίνδυνη πλάνη!
Το ίδιο συμβαίνει και με τον φύλακα άγγελό σου ή τους αγίους, που λες ότι βλέπεις κάθε τόσο και ότι επικοινωνείς μαζί τους.
Ο απόστολος Παύλος γράφει πώς ο σατανάς μπορεί να μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός. Και το κάνει για να μπερδεύει και να πλανεύει τους άπειρους.
Οι Πατέρες με έμφαση συμβουλεύουν τους αρχάριους να μη δίνουν πίστη σε τέτοιες εμφανίσεις. «Το αυτεξούσιο των ανθρώπων», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, «εύκολα κλίνει σε κοινωνία με τους δαίμονες, και μάλιστα των ανθρώπων εκείνων που δεν έχουν πείρα. Γιατί κοντά στους αρχάριους περιφέρονται οι δαίμονες, ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και λάκκους πτώσεων και όλεθρο διαμέσου φαντασιών... Εσύ λοιπόν, αν θες να είσαι μαζί με το Θεό, ποτέ να μην παραδεχθείς ό,τι κι αν δεις, αισθητό ή νοερό, εξωτερικά ή εσωτερικά, οπτασία Χριστού ή αγγέλου ή αγίου ή φώς ή σχήμα... Πρόσεχε μη συγκατατεθείς και πιστέψεις αμέσως κάτι, ας είναι και αγαθό, προτού το εξετάσεις πολύ και ρωτήσεις πατέρες έμπειρους, για να μη βλαφθείς. Σ' αυτό το πράγμα να είσαι διστακτικός, κρατώντας πάντοτε το νου σου άδειο από κάθε χρώμα, κάθε μορφή, κάθε σχήμα. Πολλές φορές κάτι που έστειλε ο Θεός για δοκιμή, πολλούς τους έβλαψε. Γιατί ο Κύριός μας θέλει να δοκιμάζει το αυτεξούσιό μας, προς τα που κλίνει. Εκείνος που είδε κάτι με τη διάνοια η με την αίσθησή του, ακόμα κι αν προέρχεται από το Θεό, και το δεχτεί χωρίς τη γνώμη των εμπείρων, εύκολα πέφτει ή θα πέσει σε πλάνη σαν εύπιστος».
Υποστηρίζεις ακόμα πως με τα μάτια της πίστεως μπορείς τώρα να δεις τον Κύριο «καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός». Μην αποδέχεσαι ούτε αυτή την όραση. Η θεωρία της δόξας του Τριαδικού Θεού προσφέρεται σαν δωρεά μόνο σ' εκείνους που κατόρθωσαν να υποτάξουν όλα τα πάθη και να φτάσουν στην πλήρη καθαρότητα της καρδιάς. Το ξέρεις καλά ότι «οι καθαροί τη καρδία, αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5:8).
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει: «Μη βιάζεσαι να φτάσεις τη θεωρία, ενώ δεν ήρθε ακόμα η ώρα της. Άφησε καλύτερα να καταδιώξει εκείνη και να φτάσει το κάλλος της ταπεινοφροσύνης σου, οπότε και θα ενωθεί μαζί σου με αιώνιο πάναγνο γάμο».
Γράφοντας για τον πρώτο τρόπο της προσευχής ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει ξεκάθαρα: «O άνθρωπος που στέκεται σε προσευχή και σηκώνει στον ουρανό τα χέρια και τα μάτια και το νου, και συναθροίζει στο νου του θεία νοήματα και ουράνια κάλλη και ταξιαρχίες αγγέλων και κατοικητήρια αγίων και, γενικά, όλα όσα άκουσε από τις Γραφές, και παρακινεί την ψυχή του σε θείο πόθο και τα μάτια του σε δάκρυα, αυτός σιγά-σιγά γεμίζει την καρδιά του με έπαρση και υπερηφάνεια, και του φαίνεται πως αυτά τού συμβαίνουν από χάρη θεϊκή προς παρηγοριά του, ενώ δεν είναι παρά σημάδια πλάνης. Γιατί το καλό δεν είναι καλό, όταν δεν γίνει με τρόπο καλό. Ένας τέτοιος άνθρωπος, αν δεν τρελλαθεί τελικά, θα μείνει πάντως σ' όλη του τη ζωή απρόκοφτος, αδυνατώντας ν' αποκτήσει αρετή».
Εξάλλου ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος γράφει κάπου: «Η χάρη του Θεού έρχεται μόνη της, χωρίς δική μας κενόδοξη προσπάθεια. Και έρχεται μονάχα στην καρδιά που είναι εξαγνισμένη. ... Αν το μάτι σου δεν είναι καθαρό, μην τολμήσεις να το σηκώσεις ψηλά. Μη δοκιμάσεις ν' ατενίσεις κατάματα τον ήλιο, μην τυχόν αυτή η τόλμη σού στερήσει ακόμα και τη λίγη όραση που απόκτησες με την απλή πίστη, την ταπείνωση, τη μετάνοια και άλλες από τις βασικές πνευματικές εργασίες· μην τυχόν η τόλμη σου τιμωρηθεί, κι εσύ κατρακυλήσεις κατακέφαλα στο σκότος το εξώτερο».
Ήταν λάθος σου ν' ασκήσεις τη νοερά και την καρδιακή προσευχή. Είναι πάνω από τη δύναμή σου, έξω από τα πλαίσια των τωρινών δυνατοτήτων σου, ασυμβίβαστη με τα πνευματικά σου μέτρα. Τι γράφει ο Εκκλησιαστής; «Καιρός τω παντί πράγματι υπό τον ουρανόν» (3:1). Σ’ όλους, όσοι αγωνίζονται πνευματικά, υπάρχει ο καιρός της εμπάθειας και ο καιρός της απάθειας. Καιρός πολέμου και καιρός ειρήνης. Καιρός κακοκαιρίας και καιρός γαλήνης. Καιρός καρδιακής λύπης και καιρός πνευματικής χαράς. Καιρός ακροάσεως και καιρός διδαχής. Καιρός υποταγής και καιρός προσταγής. Καιρός πρακτικών κόπων και καιρός αδιάλειπτης προσευχής. Ας μη ζητούμε λοιπόν, συμβουλεύει ένας άγιος, μέσα στο χειμώνα να πάρουμε καρπούς του καλοκαιριού, ούτε στον καιρό της σποράς να θερίσουμε. Άλλος είναι ο καιρός της σποράς των κόπων, και άλλος του θερισμού των χαρίτων. Αν δεν εργαστούμε έτσι, δεν πρόκειται να πάρουμε καρπούς ούτε στον καιρό της σοδιάς.
Για να επιδοθεί λοιπόν κανείς στο έργο της νοεράς και καρδιακής προσευχής, πρέπει να έχει απόλυτη καθαρότητα και ειρήνη στις σχέσεις του με το Θεό, με τους ανθρώπους, ακόμα και με τα άψυχα όντα. Επιπλέον, δεν πρέπει ποτέ να το επιχειρεί χωρίς καθοδήγηση.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης υπογραμίζει την καταστροφή που περιμένει όσους τολμούν ν' ακολουθήσουν αυτό το ιερό μονοπάτι βιαστικά, απερίσκεπτα και παράτολμα: «Εκείνος που με αναίδεια και θρασύτητα βιάζεται να πλησιάσει το Θεό, να Τον ομολογήσει καθαρά και να Τον αποκτήσει μέσα του με τη νοερά προσευχή, εύκολα θανατώνεται από τους δαίμονες, αν το επιτρέψει ο Θεός, γιατί ζήτησε με τόλμη και αυθάδεια όσα δεν ταιριάζουν στην κατάστασή του, και επιδίωξε με αλαζονεία να τα κατακτήσει πρόωρα».
Ένα άλλο σπουδαιότατο σημείο είναι το γεγονός ότι τελευταία ψήνεσαι και βασανίζεσαι από το σαρκικό πόλεμο. Αυτό συμβαίνει πάντα, όταν η άσκηση της ευχής ξεπερνάει τις δυνατότητες και την αντοχή μας. Οι φιλοκαλικοί Πατέρες τονίζουν ότι η αίσθηση της θερμότητος που γεννάει η ευχή, πολύ εύκολα μπορεί να γυρίσει σε πύρωση σαρκική, ρίχνοντας την τυφλή καρδιά μέσα στη φωτιά, γεμίζοντας το νου με μαύρο καπνό ακάθαρτων φαντασιών και λογισμών, και γεννώντας στη σάρκα την επιθυμία της σάρκας.
Εξαιτίας όλων αυτών, σε συμβουλεύω εμφαντικά να σταματήσεις εντελώς την άσκηση της νοεράς προσευχής. Αντί γι' αυτήν απάγγελλε ή διάβαζε ψαλμούς, παρακλήσεις, χαιρετισμούς, ικετήριους κανόνες κ.τ.ο. Πήγαινε στην εκκλησία και παίρνε μέρος στις ακολουθίες όσο συχνότερα μπορείς. Ζήσε ταπεινά, ακολουθώντας τις υποδείξεις της συνειδήσεώς σου, αλλά και προσεκτικά, ακολουθώντας τις εντολές του Κυρίου μας. Μ' αλλά λόγια, κάνε τη ζωή ενός κοινού, αλλά συνειδητού και ευσεβούς λαϊκού μέλους της Εκκλησίας μας.
Μου γράφεις επίσης ότι έχεις σταματήσει από καιρό να τρως κρέας. Κι αυτό, ειδικά για σένα, δεν είναι καλό, αφού έχεις έτσι έναν ακόμα λόγο να υπερηφανεύεσαι. Τι διαβάζουμε στο βίο του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος; Ότι έτρωγε πολύ λίγο, απ' όλα όμως τα φαγητά που επιτρέπονται στους μοναχούς. Νικούσε έτσι σοφά τόσο το πάθος της γαστριμαργίας - αφού έτρωγε λίγο -, όσο και της υπερηφάνειας - αφού έτρωγε απ’ όλα. Σε συμβουλεύω να τρως κρέας, όποτε το κάνουν η οικογένειά σου και όλοι οι ευλαβείς χριστιανοί. Στους λαϊκούς επιτρέπεται η κρεωφαγία κάθε μέρα, εκτός από την Τετάρτη, την Παρασκευή και τις ημέρες ή εβδομάδες που έχει ειδικά ορίσει η Εκκλησία σαν νηστήσιμες. Να τρως βέβαια με μέτρο, ευγνωμονώντας και δοξάζοντας τον Κύριο για τη γενναιόδωρη παροχή υλικών αγαθών.
Είναι πάντως εντελώς άτοπο να χρεώνεσαι για ν' αυξάνεις τα ποσά των ελεημοσυνών σου! Τίποτα σχετικό δεν αναφέρεται στα ιερά βιβλία. Στην Παλαιά Διαθήκη διαβάζουμε: «έκαστος κατά δύναμιν των χειρών υμών, κατά την ευλογίαν Κυρίου του Θεού σου, ην έδωκέ σοι» (Δευτ. 16:17). Και στην Καινή: «καθάπερ η προθυμία του θέλειν, ούτω και το επιτελέσαι εκ του έχειν· εί γαρ η προθυμία πρόκειται, καθό εάν έχη τις ευπρόσδεκτος, ου καθό ουκ έχει» (Β' Κορ. 8:11-12). Το βλέπεις, νομίζω, πως η Γραφή δεν ενθαρρύνει την ανάληψη χρεών για την άσκηση φιλανθρωπίας. Αντίθετα, μάς συγκρατεί από την απερίσκεπτη σπατάλη όλων όσα απαιτούνται για τη συντήρηση της οικογένειάς μας. Και ο άγιος Βαρσανούφιος επιμένει ότι οι πλούσιοι πρέπει να κάνουν αγαθοεργίες με πολλή σύνεση και διάκριση, για να μην εκτεθούν σε διπλούς κινδύνους, τόσο ηθικούς όσο και υλικούς. Φοβάμαι λοιπόν ότι και τούτη η υπερβολή σου κρύβει στο βάθος μια κενόδοξη αυτοϊκανοποίηση.
Μετά απ' όλ' αυτά, δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να συζητήσουμε την επιθυμία σου να γίνεις μοναχός. Ξέχασέ το εντελώς, μέχρι τότε που θα μπορείς να το σκεφτείς στα σοβαρά. Μέχρι να σου δείξει καθαρά ο Θεός ότι αυτό είναι το δικό Του θέλημα. Μπορούμε να το συζητήσουμε πάλι αργότερα, όταν τα παιδιά σου θα έχουν αποκατασταθεί, και αν η γυναίκα σου συμφωνήσει να γίνει κι αυτή μοναχή.
Βάλε στον εαυτό σου κανόνα να μη μιλήσεις ποτέ και σε κανένα για οποιαδήποτε φαντασία ή πειρασμό σου, εκτός από τον πνευματικό σου. Τη δική του εντολή θ' ακολουθήσεις και στο ζήτημα της συχνής θείας κοινωνίας. Η άποψή μου πάντως είναι ότι, στην κατάσταση που βρίσκεσαι τώρα, η συχνότατη μετάληψη δεν αποβαίνει παρά μια πρόσθετη αίτια για να υπερηφανεύεσαι.
Έχεις αναμφίβολα καθήκον να διδάσκεις και να καθοδηγείς την οικογένειά σου στο δρόμο του Θεού, στη ζωή της ευσέβειας. Αλλά θα ήταν μεγάλο λάθος σου ακόμα και η απόπειρα να διδάξεις ή να καθοδηγήσεις οποιονδήποτε άλλον. Αν το προσπαθήσεις, θα βάλεις σε κίνδυνο τον εαυτό σου. Απόφευγε συστηματικά κάθε σχετική συζήτηση. Κανένα κέρδος δεν πρόκειται να προκύψει απ’ αυτές, μάλλον ζημιά. Δεν ξεχνώ, βέβαια, και την άποψη που διατυπώνει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, την οποία όμως εσύ πρέπει ν' αντιμετωπίσεις με πολλή περίσκεψη: «Όσοι τυραννιούνται από πάθη και μπορούν να διδάσκουν, ας διδάσκουν, χωρίς όμως ν’ αναλάβουν την ευθύνη ψυχών. Ίσως διδάσκοντας να ντραπούν από τα ίδια τους τα λόγια και αρχίσουν έτσι να διορθώνονται».
Προσπάθησε να κρατάς σ' όλα τα πράγματα εκείνο το τέλειο μέτρο, που είναι το σημάδι της αγιότητος.
Στο τέλος της επιστολής σου δηλώνεις ότι τώρα, έχοντας εγκαταλείψει ολόκληρο τον εαυτό σου - θέληση, σκέψεις, καρδιά, ψυχή, σώμα - στα χέρια του Θεού, έχεις πληρωθεί μ' ένα ανέκφραστο αίσθημα ευσπλαχνίας για όλους. Να όμως που διαψεύδεσαι από τα ίδια σου τα λόγια.
Αναφέρεις λ.χ. κάπου, πόσο ταλαιπωρείσαι από τη μνησικακία του ενός ή του άλλου προσώπου. Κάπου αλλού, πόσο σκληρά συμπεριφέρεσαι στους υφισταμένους σου, και τι μανία σε πιάνει όταν τους δίνεις εντολές. Λες ακόμα πως τέτοιοι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν με άλλο τρόπο. Όλ' αυτά όμως όχι μόνο έρχονται σε αντίθεση με την παραπάνω διαβεβαίωσή σου, αλλά είναι και ασυμβίβαστα με το πνεύμα του Ευαγγελίου. Πρέπει βέβαια να νουθετούμε όσους σφάλλουν, ένας χριστιανός όμως το κάνει πάντα με τη μεγαλύτερη ευγένεια, ηπιότητα και ηρεμία. Όσο για τη μανία που σε πιάνει, είναι ολοφάνερο πως οφείλεται ακριβώς στο ότι δεν έχεις εγκαταλείψει τον εαυτό σου - σώμα, ψυχή, καρδιά και θέληση - στα χέρια του Θεού. Μ' άλλα λόγια, η υποτιθέμενη εγκατάλειψή σου στο Θεό δεν είναι παρά άλλη μια μορφή της ίδιας πλάνης, που σε παροτρύνει να μην τρως κρέας, να δίνεις σε ελεημοσύνες περισσότερα απ’ όσα μπορείς, να κοινωνείς πολύ συχνά, να δοκιμάζεις τρόπους προσευχής που υπερβαίνουν τις πνευματικές σου δυνάμεις.
Οι όσιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος γράφουν: «Πολλά είναι τα μονοπάτια που οδηγούν είτε στη σωτηρία είτε στην απώλεια. Ένα όμως είναι που οδηγεί με ασφάλεια στα ουράνια: μια ζωή σύμφωνη με τις εντολές του Κυρίου μας». Γι' αυτό καλλιέργησε συστηματικά στον εαυτό σου την ταπείνωση, την αγάπη και τη φιλανθρωπία, χωρίς τις οποίες κανείς δεν πρόκειται να δει το Θεό.
Ο άγιος Νείλος Σόρσκυ μάς διδάσκει ότι η αληθινή φιλανθρωπία φτάνει στο σημείο να δέχεται αγόγγυστα θλίψεις, αδικίες και διωγμούς. «Αυτή η πνευματική φιλανθρωπία είναι τόσο ανώτερη από τη σωματική, όσο η ψυχή από τη σάρκα».
Eσύ, καθώς βλέπω, πιστεύεις λαθεμένα πώς το κακό δεν μπορεί να παρουσιαστεί μεταμφιεσμένο σε κάποια φαινομενικά καλή επιθυμία. Ο αββάς Ισαάκ όμως γράφει ότι μια επιθυμία, που φαίνεται από κάθε πλευρά καλή, προέρχεται από το διάβολο και όχι από το Θεό, όταν δεν είναι ανάλογη με τα μέτρα ενός ανθρώπου, και όταν δεν ταιριάζει στα πραγματικά δεδομένα, στις αντικειμενικές προϋποθέσεις της ζωής του - εσωτερικές και εξωτερικές. Μια τέτοια επιθυμία ποτέ δεν οδηγεί σε καλό, έστω κι αν κοπιάσει κανείς πάρα πολύ για να την πραγματοποιήσει.
Όταν ο διάβολος σπρώχνει τον άνθρωπο ν' αγωνιστεί για κάτι που φαίνεται καλό χωρίς να είναι, γνωρίζει βέβαια πως δεν θα το κατορθώσει ποτέ. Ο σκοπός του πονηρού είναι να ξεγελάσει τον άνθρωπο, κάνοντάς τον ν' αναλώσει τις δυνάμεις του στο κυνήγι μιας χίμαιρας, ώστε, χάνοντας τον πραγματικό στόχο του, να βυθιστεί μέσα στην ψυχική αγωνία και την ταραχή. Ζώντας σ’ αυτή την ψυχική κατάσταση, σκοτίζεται ακόμα περισσότερο, απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από το δρόμο της σωτηρίας. Κι έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, που οδηγεί με ακρίβεια την ψυχή στην απώλεια. Και γιατί αυτή η συμφορά; Για μια ψευδαίσθηση, μια πλάνη, ένα τίποτα!
Μπορεί επίσης μερικές φορές να χρησιμοποιεί ο διάβολος φαινομενικά αγαθούς σκοπούς για να πλέξει τον ιστό των πιο καταστροφικών πειρασμών. Και δεν είναι εύκολο στον καθένα ν' αντιληφθεί τις σκοτεινές του δολοπλοκίες. Γι' αυτό οι άγιοι Πατέρες συμβουλεύουν όσους θέλουν πραγματικά να μάθουν το θέλημα του Θεού, να θανατώσουν πρώτα το δικό τους θέλημα, να προσευχηθούν έπειτα με πίστη και απονήρευτη απλότητα, και να ρωτήσουν τέλος με ταπεινή καρδιά και αδίστακτο λογισμό τους έμπειρους γέροντες. Τις συμβουλές δε των γερόντων να τις δεχτούν σαν από το στόμα του Θεού, έστω κι αν είναι αντίθετες στο θέλημά τους. Όσοι ακολουθούν αυτό τον κανόνα, είναι άνθρωποι με αληθινή ταπείνωση. Πολλοί όμως, από τη φιλαυτία τους, δεν εφαρμόζουν τον εύκολο και τέλειο αυτό τρόπο γνώσεως του θείου θελήματος.
Άλλοι Πατέρες τονίζουν πόσο δύσκολο είναι να βρει κανείς το σωστό δρόμο, αποφεύγοντας δυο εξίσου επικίνδυνα άκρα, από τη μια την πρόωρη επιδίωξη υπερβολικά υψηλών στόχων — αυτό που μόλις είπαμε, δηλαδή τον αγώνα να κατακτήσουμε κάτι που φαίνεται καλό, ενώ για τα μέτρα μας δεν είναι - και από την άλλη τη λιπόψυχη επιδίωξη υπερβολικά χαμηλών στόχων, που μας κρατούν μακριά ακόμα και από τις στοιχειώδεις αρχές της χριστιανικής ζωής. Και οι δυο πειρασμοί, εξίσου επικίνδυνοι όπως είπα, είναι παγίδες που στήνει η δολιότητα του πονηρού.
Θα ήθελα να προσθέσω ακόμη, πώς ο Αββάς Ισαάκ επιμένει στη μετάνοια, σαν αναγκαία τόσο σ’ εκείνους που έχουν διαπράξει βαριές αμαρτίες όσο και σ' εκείνους που δεν έχουν.
Κανένας άνθρωπος πάνω στη γη δεν είναι τέλειος. «Ακόμα κι αν έχεις φτάσει στην κορυφή της κλίμακας των αρετών, να προσεύχεσαι για άφεση αμαρτιών», συνιστά ο όσιος Ιωάννης.
Τα σημάδια της γνήσιας μετάνοιας είναι το δάμασμα του θηρίου του θυμού και η αποχή από την κατάκριση. Ο θυμός είναι πάντα ένδειξη μεγάλης υπερηφάνειας. Υποκριτή ονομάζει ο Κύριος εκείνον που κατακρίνει τους άλλους, ξεχνώντας τα δικά του σφάλματα. Ενώ η αυτοκατάκριση, η μετάνοια και η ταπείνωση μας γλυτώνουν από ένα σωρό πειρασμούς και πτώσεις.
Μην εξοργιστείς με τα συμπεράσματά μου:
Αν και διακρίνω μέσα σου μιαν ειλικρινή διάθεση να πλησιάσεις το Θεό, δεν μπορώ να μη δω και πόσο ολοφάνερα άρρωστη είναι η ψυχή σου. Το καλύτερο φάρμακο για την υπερηφάνεια, τη σοβαρότερη ψυχική αρρώστια, είναι το αντίθετό της: η ταπείνωση. Δεν μπορεί κανείς να περιγράψει ή να ερμηνεύσει με λόγια την ταπείνωση. Οι Πατέρες όμως λένε πώς εκείνος που αγωνίζεται σκληρά να ζήσει σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου και έχει βαθιά συναίσθηση των αμαρτιών του, την αποκτά σταθερά. Επομένως έχε το νου σου, να μη σού περάσει ποτέ λογισμός πώς είσαι καλός, ή τουλάχιστον καλύτερος από τους άλλους.
* * *
[Από μεταγενέστερη Επιστολή στον ίδιο παραλήπτη:|
Moυ γράφεις ότι, παρ' όλη τη χαρά της επικοινωνίας σου μαζί μου, το γράμμα μου σε γέμισε λύπη για πολλές μέρες. Αυτή η λύπη, εξ’ ολοκλήρου δουλειά του πονηρού, οφείλεται κατά ένα μέρος στην πεποίθησή σου ότι είχες φτάσει πραγματικά σε μέτρα αρετής, ενώ αυτό δεν συμβαίνει. Και τώρα, βλέποντας την αποκρουστική γύμνια σου, έχεις γίνει ράκος. Η λύπη σου ίσως να φαίνεται σε μερικούς θετική, σαν ένδειξη μετάνοιας, αλλά δεν είναι. Στην πραγματικότητα είναι μια απόδειξη ότι μέσα σου ζει ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος που, ενώ έχει αμαρτήσει, δεν αντέχει στη θέα της πνευματικής του γύμνιας. Αλλά καλύτερα να είναι κανείς γυμνός, παρά ντυμένος με βρωμερό ρούχο, έτσι δεν είναι;
Ρωτάς για τις συγκεκριμένες εκδηλώσεις της κενοδοξίας και της υπερηφάνειας, και λες ότι δεν μπορείς να δεις καμιά κακία μέσα σου. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αφού η τέλεια αδυναμία σου να τις δεις αποδεικνύει ακριβώς το πόσο έχουν κυριαρχήσει μέσα σου. Έχουν κατορθώσει να τυφλώσουν τα μάτια της ψυχής σου. Στην πνευματική ζωή, κάθε τι που δεν καταυγάζεται από το λαμπρό φως της ταπεινώσεως, πνίγεται από το σκοτεινό καπνό της υπερηφάνειας.
Η κενοδοξία και η υπερηφάνεια έχουν στενή συγγένεια μεταξύ τους. Η δεύτερη είναι θυγατέρα της πρώτης. Το τέλος της κενοδοξίας είναι αρχή της Υπερηφάνειας.
Η κενοδοξία μάς σπρώχνει να επιδεικνύουμε την ευσέβεια ή την ευφυΐα μας, και να δίνουμε μεγάλη σημασία στη γνώμη των άλλων για μας. Μας κάνει ν' αγαπούμε και να κυνηγούμε τη δόξα. Μας εμπνέει την εγωιστική ντροπή.
Η υπερηφάνεια εκδηλώνεται κυρίως με το θυμό και τη στενόχωρη αμηχανία, με την περιφρόνηση, την κατάκριση και την εξουδένωση των άλλων, με τον εσωτερικό κομπασμό και αυτοέπαινο. Η υπερηφάνεια έριξε πολύ χαμηλά μεγάλους άνδρες, που είχαν φτάσει σε πνευματικά ύψη. Όλη η ανθρώπινη κακοδαιμονία, όλα τα πάθη και όλες οι εφάμαρτες πράξεις πηγάζουν από την υπερηφάνεια. Όλα τα καλά προέρχονται από την ταπείνωση.
Σταμάτα να ξετρυπώνεις καινούργιους τρόπους και μεθόδους προσευχής μέσ’ από τη Φιλοκαλία. Πρόσεξε μην τυχόν πέσεις σε καινούργιες παγίδες, από τις οποίες θα είναι τώρα πιο δύσκολο να ελευθερωθείς. Αγωνίσου για μεγαλύτερη απλότητα και, πάνω απ' όλα, ταπείνωση. Πρώτ’ απ' όλα να ζητάς τη βοήθεια του Θεού, για να μην ξεφύγεις από το δρόμο του θελήματός Του. Ζήτα του να σου δείξει το σωστό δρόμο, με τρόπους και μέσα που μόνο Εκείνος γνωρίζει, και να σε βοηθήσει να τον ακολουθήσεις σταθερά.
* * *
[Από άλλη επιστολή στον ίδιο παραλήπτη:]
Γράφεις ότι τώρα αισθάνεσαι βαθιά συντριβή και χύνεις μαύρα δάκρυα κάθε φορά που σκέφτεσαι την παλιά σου ζωή.
Καλό είν' αυτό. Η αληθινή μετάνοια απαιτεί πολύ θρήνο. Αλλά πρόσεξε να μην πιστέψεις ότι τα δάκρυά σου, που πηγάζουν από την αντίσταση των παθών σου, είναι δείγμα επισκέψεως της χάριτος. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει: «Μην παραδεχτείς ότι τα δάκρυά σου προέρχονται από την πηγή της χάριτος. Αυτό μπορεί ν' αληθεύει μόνο γι' αυτόν που έχει λυτρωθεί από τα πάθη του». Ο ίδιος άγιος μάς διδάσκει ότι τα δάκρυα μπορεί να προέρχονται από πολλές αιτίες: από την ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου, από λύπη δαιμονική, από κενοδοξία, από πορνικές επιθυμίες και άλλα πολλά. Οι περισσότερες αιτίες δεν γεννούν τα καθαρά και άδολα εκείνα δάκρυα, που μας ξεπλένουν από την αμαρτία. Τέτοια καθαρά δάκρυα είναι εκείνα που προέρχονται από τη μετάνοια και τη μνήμη του θανάτου. Μόνο αυτά να εμπιστεύεσαι, έχοντας πάντως τα μάτια της ψυχής σου ορθάνοιχτα, μην τυχόν ο πανούργος εχθρός τα χρησιμοποιήσει για να θρέψει την κενοδοξία σου. Γιατί αυτό κάνει πάντα, ακόμα και με τις πιο γνήσιες εκδηλώσεις μετάνοιας και ταπεινοφροσύνης.
Μου γράφεις ότι πολύ σε στενοχωρεί η ακαρπία των προσευχών σου. Πρόσεξε: Ο πόθος αισθητής παρηγοριάς ή φανερών καρπών ή ακόμη και θείων αποκαλύψεων στην προσευχή, είναι επίσης ένα βέβαιο σημάδι υπερηφάνειας. Να προσεύχεσαι πολύ ταπεινά, πολύ απλά, ποθώντας μόνο την άφεση των αμαρτιών σου και τη σωτηρία της ψυχής σου, και πιστεύοντας πώς ο Θεός θα σ' ελεήσει, όπως ελέησε τον τελώνη.
Μην παρερμηνεύεις τα λόγια της Γραφής, βγάζοντας με το ζόρι συμπεράσματα που σε βολεύουν. Τι λέει το απόσπασμα που επικαλείσαι; Ότι ο Θεός «ον θέλει ελεεί, ον δε θέλει σκληρύνει. Ερείς ουν μοι· τι έτι μέμφεται; τω γαρ βουλήματι αυτού τις ανθέστηκε; Μενούνγε, ω άνθρωπε, συ τις ει ο ανταποκρινόμενος τω Θεώ; Μη ερεί το πλάσμα τω πλάστη, τι με εποίησας ούτως;» (Ρωμ. 9:18-20). Αυτό όμως δεν έχει καμιά σχέση με την περίπτωσή σου. Και ερμηνεύεται διαφορετικά απ’ ό,τι νομίζεις. Βλέπεις που ο άγιος σου λέει: «Ποιος είσαι εσύ που εναντιώνεσαι στο Θεό;». Το κάνει αυτό, όπως ερμηνεύει ο ιερός Χρυσόστομος, για να σταματήσει την αδόκιμη περιέργεια και τη μεγάλη πολυπραγμοσύνη σου. Για να βάλει χαλινάρι στον αχαλίνωτο νου σου. Για να σου δώσει να καταλάβεις πόσο μεγάλος είναι ο Θεός, πόσο μικρός ο άνθρωπος και πόσο ακατάληπτη η πρόνοια και η βουλή του Θεού, επειδή υπερβαίνει το λογικό μας. Και ότι, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, πρέπει να υπακούμε σ’ Eκείνον και να πιστεύουμε σε όσα κάνει χωρίς να τα περιεργαζόμαστε, έστω κι αν αγνοούμε την αιτία τους. Μήπως συμμετέχεις στην εξουσία του Θεού; Ή μήπως διορίστηκες δικαστής του; Εν πάση περιπτώσει, ο άγιος απόστολος δεν τα γράφει αυτά για ν’ αναιρέσει το αυτεξούσιό μας, αλλά για να δείξει πόσο πρέπει να υπακούμε στο Θεό, χωρίς να ζητούμε ποτέ ευθύνες απ' Αυτόν. Γιατί δεν κάνει τίποτα χωρίς λόγο, τίποτα τυχαίο.
έστω κι αν εσύ δεν γνωρίζεις το απόρρητο της σοφίας του. Του ζητάς ευθύνες γιατί σ' άλλον στέλνει τιμωρίες και σ' άλλον τιμές, ενώ ξέρεις πως Εκείνος, σαν παντογνώστης, γνωρίζει ποιος είναι άξιος για τις πρώτες και ποιος για τις δεύτερες, ανάλογα με την προαίρεσή του. Παρ' όλ' αυτά, και τις τιμωρίες και τις τιμές ο Θεός τις στέλνει για το συμφέρον και τη σωτηρία μας. Δεν πρέπει λοιπόν να μεμψιμοιρούμε και να γογγύζουμε για τις φαινομενικά αντίξοες περιστάσεις της ζωής μας, αλλά να πιστεύουμε ότι την ήμερα της Κρίσεως όλοι θα λογοδοτήσουμε εξίσου για τα παραπτώματά μας, και μάλιστα σε συνάρτηση μ’ αυτές ακριβώς τις ειδικές περιστάσεις, που ήταν ανεξάρτητες από τη θέλησή μας.
Για κανένα λόγο δεν πρέπει να σκέφτεσαι πώς ο Θεός σου «φόρτωσε» τις συγκεκριμένες κλίσεις, ροπές και αδυναμίες, και επομένως υπεύθυνος γι αυτές είν' Εκείνος! Κάθε άλλο. Εκείνος, βέβαια, τις έχει παραχωρήσει. Από την άλλη όμως, Eκείνος μόνο μπορεί να σε βοηθήσει να τις νικήσεις. Εκείνος πάντα βοηθάει σταθερά τους ταπεινούς που μετανοούν και αποκτούν βαθιά συναίσθηση των αμαρτιών τους.
Μετά από ακατασίγαστη επιθυμία και έντονη παρόρμηση, άρχισες να προσεύχεσαι τώρα μ' ένα τρόπο δικής σου επινοήσεως, που δεν ανταποκρίνεται ούτε στην πνευματική σου κατάσταση ούτε στις συνθήκες της ζωής σου. Προσεύχεσαι, λ.χ., να νεκρωθείς εντελώς για τον κόσμο. Αλλά μια τέτοια προσευχή ταιριάζει μόνο στους μοναχούς. Εσύ δεν μπορείς να πεθάνεις για τον κόσμο όπως εκείνοι, επειδή απλούστατα ζεις μέσα στον κόσμο και έχεις υποχρεώσεις και δεσμεύσεις απέναντί του. Αν δεν προσαρμόσεις λοιπόν τις προσευχές σου στα δικά σου μέτρα, καλύτερα είναι να τις αφήσεις τελείως, και να χρησιμοποιείς τις προσευχές που μας έχουν παραδώσει η Εκκλησία και οι άγιοι. Μη ζητάς τίποτα περισσότερο απ' όσα σου δίνει ο Θεός. Επαναλάμβανε συχνά: Γενηθήτω το θέλημά σου, Κύριε!
Στην ερώτησή σου, «Πώς είναι δυνατόν ο εχθρός να προκαλεί μιαν υπέροχη, ουράνια ευωδία σ' έναν ιερό τόπο;», απαντώ πως αυτό παραχωρείται μερικές φορές εξαιτίας της κενοδοξίας, του αυτοθαυμασμού και της υπερηφάνειας του ανθρώπου. Κάθε είδους δαιμονικοί πειρασμοί και απάτες μπορούν να επιπέσουν σ’ ένα τέτοιον άνθρωπο και να τον ταλαιπωρήσουν, αφού, αντί να ικετεύει με ταπείνωση και συντριβή το Θεό για συγχώρηση και έλεος, ζητάει παρηγοριές, χαρισματικά σημεία και ανώτερες πνευματικές δωρεές.
Απ' ό,τι καταλαβαίνω, μελετάς τη Φιλοκαλία. Αλλά δεν είναι, στο σύνολό της, ανάγνωσμα κατάλληλο για σένα. Μελέτησε οποιοδήποτε πατερικό έργο αναφέρεται στην πρακτική πνευματική ζωή, όπως, λ.χ., τον ιερό Δαμασκηνό, τον ιερό Κασσιανό, τον όσιο Μάρκο τον Ασκητή. Τα υπόλοιπα άφησέ τα για τότε που, με τη βοήθεια του Θεού, θα έχεις υποτάξει τα πάθη σου, και, ζώντας σύμφωνα με τις εντολές του ευαγγελίου, θα έχεις οικειωθεί τη χάρη της ταπεινοφροσύνης.
Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος λέει πώς όποιος τολμήσει να μπει στο δρόμο της νοεράς προσευχής πριν ασκηθεί στο δρόμο της πρακτικής ζωής, θα χτυπηθεί από την οργή του Θεού, γιατί ζητάει υπερήφανα την πνευματική απόλαυση πριν την ώρα της. Ο Θεός να μας φυλάξει από τέτοια συμφορά!
(Πνευματικές Νουθεσίες σελ.167-204)
Όταν ανακαλούμε το παρελθόν, συχνά θλιβόμαστε γιατί στερήσαμε από την αγάπη μας πρόσωπα που πλέον δεν βρίσκονται δίπλα μας να αγαπήσουμε.
Υιοθετούμε αυτή την εντύπωση γιατί απλά στρεφόμαστε προς λάθος κατεύθυνση. Εάν ο Θεός δεν είναι ο Θεός των νεκρών άλλα των ζώντων (Ματ. 22:33), τότε όλοι όσοι έφυγαν από τούτη τη γη, είναι ζωντανοί εν Χριστώ. Κι εμείς μπορούμε να στραφούμε προς αυτούς για συγχώρεση και μεσιτεία.
Δεν είναι ποτέ αργά εάν αληθινά πιστεύουμε τον Θεό, ως Θεό των ζώντων. Και ποτέ δεν θα πρέπει να μιλούμε για την αγάπη μας σε χρόνο παρελθόντα.
Ο θάνατος του σώματος δεν διασπά την σχέση, αφού αυτή ήταν, είναι και θα παραμείνει ζωντανή ανάμεσα σε ανθρώπους που συναντήθηκαν και αγαπήθηκαν σε τούτη τη ζωή.
Ο θάνατος δεν είναι ποτέ το τέλος. Συνεχίζουμε να ζούμε όταν πεθαίνουμε, ακόμα και σε τούτη τη γη, αφού κληρονομούμε τους καρπούς της επίγειας ζωής και ύπαρξης μας σε όσους ακολουθούν. Και συνεχίζουμε να φέρουμε πάντοτε ευθύνη για την απήχηση της βιωτής μας.
(Anthony Bloom, απόσπασμα από το βιβλίο "Ο θάνατος σαν κέρδος")
3,8. «νυνί δε απόθεσθε και υμείς, τα πάντα, οργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αισχρολογίαν εκ του στόματος υμών».
Όπως παρατηρεί ο μακαριστός Θεοφύλακτος, «με αυτό που είπε ο άγιος Απόστολος «ότε εζήτε εν αυτοίς», δείχνει ότι ήδη οι Κολασσαείς δεν ζουν πλέον σε αυτά. Και συνεχίζοντας λέει: «απόθεσθε και υμείς τα πάντα...» πώς όμως να απορρίψουν, να πετάξουν αυτά τα οποία δεν έχουν; Εδώ μπορεί να δοθεί η εξής απάντηση: Οι λέξεις «όταν ζούσατε σ’ αυτά», «καταδεικνύουν» και διασαφηνίζουν αυτό που ήσαν άλλοτε, πριν από το βάπτισμα οι Κολασσαείς.
Είναι σαν να λέει σ’ αυτούς ο Απόστολος. Άλλοτε σας κυβερνούσε η αμαρτία, είχε κυριεύσει όλη την ζωή σας, σας τυραννούσε και σας είχε αιχμαλωτίσει τόσο, ώστε η απελευθέρωσή σας από τα πάθη να είναι «εντελώς» αδύνατη!
Τώρα όμως, που με το άγιο βάπτισμα, θανατώθηκε σε σας η αμαρτία, είναι εύκολο να απορρίψετε τα πάθη, σαν το ένδυμά σας. Και δεν μπορείτε να δικαιολογηθείτε ότι ζείτε στην τυραννία της αμαρτίας και των παθών, γιατί ήδη έχετε πεθάνει γι’ αυτά».
«Απόθεσθε» λέγει ο Απόστολος, «τα πάντα». Πώς όμως; Με τον εξής τρόπο: με το να αλλάξετε την οργή με την πραότητα, τον θυμό με την ευλογία, την κακία με την καλωσύνη, την βλασφημία με την δοξολογία προς τον Θεό, την αισχρολογία με τις ευαγγελικές ευαγγελίες.
Αν δεν αποθέσετε, αν δεν πετάξετε όλα αυτά, θα συνεχίσετε να είστε «υιοί απειθείας», στους οποίους έρχεται «η οργή του Θεού». Έρχεται και σ’ αυτό τον κόσμο, με την μορφή διαφόρων πόνων και θλίψεων και σε κείνο τον κόσμο, με την μορφή της κόλασης και των αιωνίων βασάνων.
Με τον θυμό, την οργή, την κακία, την βλασφημία, την αισχρολογία, οι άνθρωποι φανερώνουν, δείχνουν καθαρά ότι είναι «υπάκουα παιδιά» του μεγάλου αντικειμένου στο θέλημα του Θεού, του μεγάλου Θεοαντίθετου, του διαβόλου.
Γιατί με όλα αυτά τα πάθη, εκτελούν, «πράττουν», το θέλημά του, το πονηρό.
Και εκείνου που το θέλημα «εκτελούν» οι άνθρωποι, εκείνου είναι «υιοί», αυτού είναι παιδιά, και απ’ αυτόν υιοθετούνται.
("Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου", Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σελ. 125-126)
Όλο το φως στην οικουμένη να συγκεντρωθεί σ’ έναν Ήλιο, δεν θα μπορούσε να φωτίσει το μυστήριο ενός τάφου.
Αντίθετα, όσο περισσότερο φως γύρω μας, όσο περισσότερη πολυτέλεια της φύσης και του πολιτισμού, όσο περισσότερο γέλιο και λουλούδια, τόσο ο τάφος μας φαίνεται πιο σκοτεινός. Η πιο μεγάλη απαισιοδοξία στον κόσμο εμφανίστηκε όχι στη φτωχή Παλαιστίνη ή στην Ελλάδα, αλλά στην Ινδία, στη χώρα της πιο μεγάλης φυσικής πολυτέλειας.
Όλα εκείνα, που αυτόν τον κόσμο τον κάνουν πιο άνετο, φωτεινό και γλυκό, όλα αυτά τα ακονίζει το κεντρί του θανάτου. Μέσα από το παράθυρο ξεχύνεται επάνω μας το φως του Ηλίου, ενώ μέσα από την πόρτα μας μαστιγώνει ο κρύος άνεμος. Τέτοια είναι αυτή η ζωή στην οποία μέσα από ένα άνοιγμα ξεχύνεται επάνω μας η εκπληκτική λάμψη της φύσης, ενώ μέσα από την άλλη μας μαστιγώνει ο παγερός άνεμος του θανάτου.
Περπατά χαρούμενη η παρέα στον δρόμο και ολόκληρη στολισμένη και γελαστή η οικουμένη, θα έλεγες, συμμετέχει στη χαρά της. Ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά από τη χαρούμενη παρέα ένας πρόσφατα ανοιγμένος τάφος δίπλα στον δρόμο! Γλυκαίνεται ο άνθρωπος με το πιο γλυκό ψάρι και του φαίνεται ότι η απόλαυσή του μεταμορφώνει με τη γλύκα όλους τους ανθρώπους και τα πράγματα γύρω του. Ξαφνικά…. το κόκκαλο στον λαιμό!
Υπάρχει κάποιος που να μπορεί να μπει με μία λάμπα στον τάφο, και να μην χάσει το χαμόγελο της ζωής; Κάποιος, που να μπορεί οτιδήποτε δεν μπορεί αυτή η θνητή οικουμένη; Όλα τ’ άλλα ερωτήματα προφθάνονται σ’ αυτό τον κόμπο.
Στρέψε την προσοχή σου όσο θέλεις στους σοφούς ανθρώπους, και σ’ εκείνους που ήταν και σ’ εκείνους που τώρα είναι, κανείς απ’ αυτούς δεν μπορεί να σε βοηθήσει να κοιτάξεις στον τάφο και να κρατήσεις το χαμόγελο της ζωής εκτός από τον Χριστό.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 120-22)
Υπακοή
Δόθηκε στην υπακοή και την αγάπη του γερο-Ιωσήφ με όλη την ατόφια καρδιά του. Μετά χαράς δεχόταν την καθοδήγησή του. Με ακρίβεια του εξέθετε τους λογισμούς του και την κατάσταση του την πνευματική. Άκοπα ανεβοκατέβαινε νυχτιάτικα στον Αη Βασίλη, και μετά το 1938 στις σπηλιές της Μικρής Αγίας Άννας όπου μετοίκησε ο Γέροντας, για να τον λειτουργήσει και να τον μεταλάβει. Αλλά και άλλους κόπους έκανε με ευγνώμονα διάθεση. Έτσι, όταν εγκατέλειψε τον Άγιο Βασίλειο ο γερο-Ιωσήφ και κατέβηκε στη Μικρή Αγία Άννα, προσπάθησε να κτίσει ένα καλυβάκι και μια μικρή εκκλησούλα στην εσοχή ενός βράχου, χρησιμοποιώντας για οικοδομικά υλικά ξύλα, μηλιάδα* και πλίνθους από κοκκινόχωμα. Τότε ο Γέροντας φορτωνόταν κοκκινόχωμα από τα Καρούλια κάθε δεύτερη μέρα και το πήγαινε στη Μικρή Αγία Άννα, όπου ο γερο-Αρσένιος κατασκεύαζε τους πλίνθους. Για να είναι ελεύθερος όμως από τις υποχρεώσεις του στον Άγιο Εφραίμ, όπου ο γερο-Προκόπιος "έγραφε" σφραγίδες, φρόντιζε να τορνάρει διπλάσιο αριθμός σφραγίδων. Έτσι, και ο γερο-Προκόπιος είχε κάθε μέρα έτοιμες σφραγίδες να σκαλίσει, και ο γερο-Αρσένιος αρκετό κοκκινόχωμα για τους πλίνθους. Η αγάπη του και η υπακοή του τον βοηθούσαν να δουλεύει διπλά.
-----------------
Επικαλούνταν συχνότητα την ευχή του γερο-Ιωσήφ και δίδασκε σε όλους να επικαλούνται την ευχή του γέροντα τους.
Του έγραψε αργότερα ένας αδελφός: «Τι ανεκδιήγητο μυστήριο είναι αυτό, προσκυνητέ μου Γέροντα; Τι δεσμός ιερός συνδέει τον υποτακτικό με τον γέροντά του! "Ο Θεός του γέροντός μου Ιωσήφ" μας λέγατε, και αισθανόμουν όλους τους γλυκασμούς του κόσμου να κρέμονται στη φράση αυτή»
------------------
Κάποτε χιόνιζε και φυσούσε παγωμένος βοριάς. Έπρεπε να πάει στη Μικρή Αγία Άννα να τους λειτουργήσει. Ο λάκκος των Κατουνάκιων "κατέβαζε καρφιά". Σφίχτηκε στα φτωχά του ράσα και ξεκίνησε αποφασιστικά. Πρώτα ο απότομος ανήφορος των Κατουνακίων με τον παγωμένο αέρα να τρυπάει ως τα βάθη τους τα λαχανιασμένα πνευμόνια. Κατόπιν το ίσωμα ψηλά να το δέρνει το χιόνι και να το ξυρίζει ο βοριάς. Ξεπάγιασε, δεν άντεξε. Έκανε μεταβολή και κατέβηκε χωρίς αναπνοή το μονοπάτι για το σπίτι πίσω. Μπήκε στην κουζίνα και μισολιπόθυμος έπεσε κάτω. Ο πατερ-Προκόπιος ανήσυχος παράτησε το εργόχειρο και φρόντισε να τον συνεφέρει. Τα ‘λεγε μετά από μέρες στον γερο-Ιωσήφ. Εκείνος καθόλου δεν τον κολάκευσε. «Παπά, αν έβαζες πιο πολύ δύναμη, θα σε βοηθούσε ο Θεός και θα ‘ρχόσουν», του παρατήρησε κρατώντας το ηθικό του ψηλά.
--------------------------
Ο πνευματικός του σύνδεσμος ήταν τόσο αληθινός, βαθύς και ισχυρός και η πνευματική κατάσταση του γερο-Ιωσήφ τόσο μεγάλη, που ο Θεός σφράγιζε τον λόγο του. Πολλές φορές του φιλούσε, φεύγοντας για τα Κατουνάκια, το χέρι και ζητούσε την ευχή του. «Πήγαινε», έλεγε ο γέροντας απ’ την καρδιά του και με νόημα, «πήγαινε και θα δεις». «Πλούτιζα στην προσευχή και τη χάρη», θυμόταν με ανάταση ψυχής ο παπα-Εφραίμ. «Άντε, πήγαινε τώρα», έλεγε με σκαιότητα, όταν τον είχε λυπήσει σε κάτι. «Ξηρασία, εγκατάλειψη», θυμόταν και ομολογούσε πικρά ο παπα-Εφραίμ.
--------------------------
Όταν θέλησαν να φύγουν από τους Ματθαιϊκούς, για να πάνε με τους Φλωρινικούς (οι δύο βασικές παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών), επρόκειτο να συντάξουν ένα έγγραφο. Καθώς βρισκόταν στις καθημερινές εργασίες των Κατουνακίων, ο παπα-Εφραίμ σκέφτηκε ότι κάποια διατύπωση του εγγράφου έπρεπε να αλλάξει, γιατί δεν ήταν σωστή έτσι που την έγγραψε ο γερο-Ιωσήφ. Μετά από μέρες πήγε και λειτούργησε. Του λέει ο γέροντας μετά τη Θ. Λειτουργία: «Παπά, πρόσεχε, κάποιος λογισμός σε χωρίζει από μένα». Απόρησε ο παπα-Εφραίμ. Ούτε που θυμόταν. Σκαλίζοντας τη μνήμη του θυμήθηκε επιτέλους και θαύμασε.
--------------
Άλλοτε πάλι, φαίνεται, πίκρανε ως άνθρωπος σε κάτι τον γέροντα. Ζήτησε συγγνώμη, αλλά ο γέροντας δεν μαλάκωσε. «Πήγαινε», του είπε, «και μην έρθεις, αν δεν στείλω να σε καλέσω». Πέρασαν μέρες. Πνευματική νέκρα. Τελικά έστειλε τον π. Αθανάσιο και τον κάλεσε. Κατά τη Θ. Λειτουργία τον επισκίασε μετά τόσες μέρες η χάρις και χάρηκε. Ύστερα το ανέφερε στον γέροντα. «Καλά, παιδί μου», του είπε με το γλυκό πατρικό του ύφος, «δεν κατάλαβες ότι σε αγκάλιασα και σε ασπάστηκα εν πνεύματι;»
----------------
Κάποτε καθώς λειτουργούσε, στην εκφώνηση της ευλογίας «Ειρήνη πάσι» σκέφτηκε απορημένος: «Καλά, εγώ παίρνω από τον γέροντα τη χάρη∙ τώρα πώς τον ευλογώ;» «Εγώ ευλογώ», άκουσε φωνή από το πετραχήλι του, και κατάλαβε ότι το Πνεύμα το Άγιο, Αυτό ευλογεί δια του ιερουργού.
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000
Άλλοτε πάλι πήγαν με τον π. Νικηφόρο για δουλειές στην Αγία Άννα. Νομίζοντας ότι στην επιστροφή δεν θα φάνε, έφαγε μερικά σύκα περισσότερα. Όμως γυρνώντας στα Κατουνάκια πρόλαβαν την τράπεζα κι έφαγαν κανονικά. Η αγωνιστική συνείδηση του Ευάγγελου δεν αναπαύθηκε, μέχρι που βάζοντας το δάχτυλο στον λαιμό εξέμεσε ό,τι έφαγε. Κατόπιν τα ανέφερε όλα στον γερο- Εφραίμ.
----------------
Εκείνο τον καιρό έκαναν μονίμως ενάτη* . Ο Ευάγγελος ως νέος δυσκολευόταν όλη μέρα νηστικός, αλλά συστελλόταν να ζητήσει κάτι ιδιαίτερο για τον εαυτό του.
Από την άλλη κάθε λίγο έτρεχε στην Αγία Άννα για κηπουρικά και για να αλέσει το σιτάρι. Πήγαινε και στη Μονή Αγίου Παύλου, για να μεταφέρει ρούχα των μοναχών, καθότι εκείνα τα χρόνια το εργόχειρό τους ήταν η ραπτική. Αμάθητος στους σωματικούς κόπους κινδύνευσε να πάθει κήλη. Αλλά παρακάλεσε την αγία Παρασκευή, η οποία στον ύπνο του τον διαβεβαίωσε ότι δεν έχει τίποτε. Τον βοήθησε όμως και ο μακαριστός ηγούμενος του Αγίου Παύλου παπα-Σεραφείμ, δίνοντάς του έναν κηλεπίδεσμο που, έστω και χωρίς ιδιαίτερη ανάγκη, φορούσε μέχρι τελευταία.
----------------
Από την εποχή αυτή που πήγαινε στον Άγιο Παύλο, προέρχεται και μία μικρή διήγηση του Γέροντα για τη δύναμη που έχει το "ευλόγησον" (συγγνώμη).
Κάθε φορά που πήγαινε στο μοναστήρι, περνούσε από τον κήπο, και ο κηπουρός τον φόρτωνε με διάφορα κηπουρικά για τους γεροντάδες στα Κατουνάκια. Ο ηγούμενος παπα-Σεραφείμ του εφιστούσε την προσοχή: «Παιδί μου, με τον πατέρα Βενέδικτο, τον κηπουρό, μην έχεις πολλά, γιατί είναι λίγο δύσκολος άνθρωπος».
Κάποτε ο κηπουρός του έδωσε ένα παντελόνι για επιδιόρθωση. Όταν το επέστρεψε διορθωμένο, το άφησε μαζί με άλλα ρούχα στον ηγούμενο. Περνώντας από τον κήπο, ως συνήθως, τον είδε ο π. Βενέδικτος.
−Πού είναι το παντελόνι; ρώτησε επιτακτικά τον νεαρό Κατουνακιώτη που στεκόταν αποσβολωμένος στην κορυφή της πέτρινης μικρής σκάλας που κατεβάζει στον κήπο.
−Το άφησα στον ηγούμενο, απάντησε εκείνος μισοενοχλημένος από το ύφος του κηπουρού.
−Βρε, ο ηγούμενος σου το ‘δωσε; ξέσπασε με θυμό ο άλλος. Κουρασμένος από την οδοιπορία ο νέος δεν συγκρατήθηκε, αλλά σαν γνήσιος Αρβανίτης ανταπέδωσε τα ίσα.
−Καλά, είναι μακριά ο ηγούμενος, για να το πάρεις; Αντέτεινε με οξύτητα. Και ρίχνοντας λάδι στη φωτιά συνέχισε:
−Κι αν ήσουνα φιλότιμος άνθρωπος, θα μου ‘λεγες ευχαριστώ, που του διορθώσαμε, και θα μου ‘δινες δύο κηπουρικά, να πάω στη δουλειά μου.
Άφρισε ο άλλος και έξαλλος έσκυψε ψάχνοντας με τα χέρια να βρει πέτρες, για να πετροβολήσει τον τολμηρό νέο. Όμως εκείνος με φώτιση Θεού τον πρόλαβε. Έσκυψε χαμηλά βάζοντας μετάνοια.
−Ευλόγησον, έσφαλα, πάτερ, φώναξε.
«Να βλέπατε τι έγινε τότε», διηγείτο ο Γέροντας, θαυμάζοντας τη δύναμη του "ευλόγησον". «Σηκώθηκε όρθιος με τα χέρια κρεμασμένα άπραγα απ’ τους ώμους».
−Τι να σου κάνω τώρα, τι να σου κάνω τώρα, ξεφύσησε μαλακωμένος και αφοπλισμένος.
−Ευλόγησον, πάτερ, επανέλαβε ο νέος∙ σαν άνθρωπος μου ξέφυγε ένας λόγος παραπανίσιος, συγχώρεσέ με.
−Άντε, Θεός σχωρέσου, είπε μακρόθυμα πλέον ο κηπουρός, και από ‘κει και πέρα τον φόρτωνε με κηπουρικά, όταν πήγαινε.
-----------------
Όμως ο εχθρός δεν έπαψε να πολεμά τον αρχάριο μοναχό, παρουσιάζοντάς του δυσκολίες πιο μεγάλες και απαλείφοντας από τον νου του τις ευλογίες της μοναχικής ζωής. Έτσι, κάποιες μικροπαραξενιές των γεροντάδων τον σκανδάλιζαν και τον ταλαιπωρούσαν ψυχικά, δημιουργώντας του την επιθυμία να φύγει από τα Κατουνάκια. Έλεγε ότι πέντε χρόνια τον πολέμησε αυτός ο λογισμός. Κάποτε μάλιστα, καθώς καθόταν στεναχωρημένος στο πίσω μέρος της καλύβης, ένας περαστικός μοναχός τον ρώτησε τι έχει. «Να, στεναχωριέμαι με την κατάσταση εδώ», απάντησε. «Καπνίζουν κι άλλα τζάκια στο Άγιον Όρος», παρατήρησε ο άλλος. «Όχι, πάτερ», είπε ο νέος αποφασιστικά, «η Παναγία εδώ μ’ έφερε, εδώ θα μείνω έως τέλους». Και με τη βοήθεια της Παναγίας το πέτυχε.
-------------------------
Τα γεροντάκια ήταν απλοί άνθρωποι. Ο νεαρός Ευάγγελος με τη θέρμη της νεότητος και τη γνώση των τότε γυμνασιακών σπουδών ζητούσε περισσότερα. Πίσω από την πόρτα του κελλιού του χάραξε με μολύβι έναν τάφο και μερικές χαρακτηριστικές λέξεις: υπακοή, υπομονή, ευχή κτλ. Κάθε ώρα της ημέρας και κάθε σημείο του σπιτιού απόκτησε τη δική του προσευχή, συνήθως τροπάρια αγίων. Έτσι προσπαθούσε να έχει τον νου του διαρκώς απασχολημένο με την προσευχή. Ύστερα πρόσθεσε και την κατάνυξη. Πάντοτε, χωρίς να γίνεται αντιληπτός, είτε στις ακολουθίες είτε στο εργόχειρο είτε αλλού, καλλιεργούσε τα δάκρυα. Έλεγε αργότερα: «Έφθασα να κλαίω, όποτε ήθελα και όσο ήθελα. Κάποτε, ενώ διάβαζε άλλος αδερφός στην εκκλησία κι εγώ κατανυσσόμουν, είδα την ψυχή μου να βγαίνει απέναντι στα βράχια για να συγκαλεί όλη την κτίση σε δοξολογία Θεού». «Τώρα τι είναι αυτό; Ποιον να ρωτήσω;» σκεφτόταν. Αργότερα, διδάχτηκε από τον γερο-Ιωσήφ να αγωνίζεται προσευχόμενος με την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000
«Ίδε υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρόν σοί τι γένηται» (Ιω. 5, 14)
«ΠΡΟΣΕΞΕ, έχεις γίνει καλά· από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο».
Αυτή τη συμβουλή έδωσε ο Κύριος στον παράλυτο που θεράπευσε, όπως ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο.
Αγαπητοί αδελφοί! Η συμβουλή του Κυρίου έχει και για μας πολύ μεγάλη σημασία. Κι αυτό, γιατί μας πληροφορεί ότι για τις ασθένειες και τα άλλα δεινά της επίγειας ζωής μας ευθύνονται οι αμαρτίες μας.
Και όταν ο Θεός μας απαλλάξει από μιαν ασθένεια ή άλλη δυστυχία, τότε, αν αρχίσουμε πάλι να ζούμε αμαρτωλά, θα μας βρουν νέα δεινά, χειρότερα από τα πρώτα, που ήταν παιδαγωγικές και σωφρονιστικές θείες τιμωρίες.
Η αμαρτία είναι η αιτία όλων των θλίψεων του ανθρώπου στον χρόνο και στην αιωνιότητα. Οι θλίψεις αποτελούν τη φυσική συνέπεια της αμαρτίας, όπως οι πόνοι αποτελούν τη φυσική συνέπεια των σωματικών ασθενειών, τη χαρακτηριστική τους ενέργεια. Η αμαρτία με την πλατιά της έννοια, δηλαδή η πτώση της ανθρωπότητας και ο αιώνιος θάνατός της, περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους χωρίς καμιάν εξαίρεση.
Κάποιες αμαρτίες αποτελούν θλιβερή κληρονομιά ολόκληρων κοινοτήτων ανθρώπων. Κάθε άνθρωπος, τέλος, έχει τα προσωπικά του πάθη και, συνακόλουθα, τα προσωπικά του αμαρτήματα, αμαρτήματα που ανήκουν αποκλειστικά στον ίδιο.
Η αμαρτία σ’ όλες αυτές τις μορφές της είναι η αιτία και η αρχή των θλίψεων και των δεινών της ανθρωπότητας γενικά, των επιμέρους ανθρωπίνων κοινωνιών και κάθε ανθρώπου ξεχωριστά.
Η δηλητηριασμένη από την αμαρτία φύση μας απέκτησε την ιδιότητα να αμαρτάνει, απέκτησε τη ροπή προς την αμαρτία, υποτάχθηκε στην τυραννική εξουσία της αμαρτίας, παράγει μέσα της την αμαρτία και δεν μπορεί ν’ απαλλάξει καμιά μορφή της δραστηριότητάς της από την παρουσία της αμαρτίας.
Ο μη ανακαινισμένος άνθρωπος δεν μπορεί να μην αμαρτάνει, ακόμα κι αν θέλει να μην αμαρτάνει (βλ. Ρωμ. 7, 14-25).
Τρεις τιμωρίες έχει ορίσει η θεία δικαιοκρισία για τις αμαρτίες όλης της ανθρωπότητας. Οι δύο έχουν επιβληθεί ήδη· απομένει η επιβολή της τρίτης.
Η πρώτη τιμωρία ήταν ο αιώνιος θάνατος, που επιβλήθηκε στη ρίζα της ανθρωπότητας, τους προπάτορες, για την παράβαση της εντολής του Θεού στον παράδεισο (βλ. Γεν. 2, 16-17· 3, 1-19).
Η δεύτερη ήταν ο παγκόσμιος κατακλυσμός (βλ. Γεν. 7, 10-24), που επιβλήθηκε επειδή οι άνθρωποι άφησαν τη σάρκα να κυριαρχήσει στο πνεύμα τους (βλ. Γεν. 6, 3), διαπράττοντας όλο και περισσότερες αμαρτίες (βλ. Γεν. 6, 5) και εξομοιώνοντας έτσι τον εαυτό τους με τα άλογα ζώα (Πρβλ. Ψαλμ. 48, 13, 21).
Η τελευταία τιμωρία θα είναι η διάλυση και το τέλος του ορατού κόσμου για την αποστασία των ανθρώπων από τον Σωτήρα Χριστό, για την παράδοσή τους στα πονηρά πνεύματα και τη διαρκή κοινωνία τους μ’ αυτά.
Όχι σπάνια κάποια συγκεκριμένη αμαρτία κυριεύει ολόκληρες κοινότητες ανθρώπων, επισύροντας τη θεία τιμωρία. Έτσι, οι Σοδομίτες κάηκαν με φωτιά που έπεσε από τον ουρανό για την άνομη ικανοποίηση της σάρκας τους (βλ. Γεν. 19, 12-25).
Οι Ισραηλίτες κατατροπώθηκαν αρκετές φορές από αλλόφυλους εχθρούς για την αποστασία τους από τον αληθινό Θεό και τη μεταστροφή τους στην ειδωλολατρία (Βλ. Κριτ. 2,11-15· 3, 1-8· 6, 1-6· 10, 6-9).
Και στη μεγαλόπρεπη Ιερουσαλήμ, την οικοδομημένη με διαλεχτές πέτρες, δεν έμεινε πέτρα πάνω στην πέτρα, καθώς οι Ρωμαίοι την κατέσκαψαν, σφάζοντας ή αιχμαλωτίζοντας όλους τους κατοίκους της, με επιταγή του Θεού, για την απόρριψη και τη θανάτωση του Σωτήρα.
Είναι μεταδοτική ασθένεια η αμαρτία. Δεν είναι εύκολο ν’ αντισταθεί ένας άνθρωπος σε κάποιαν αμαρτία, όταν έχει παρασυρθεί σ’ αυτήν μια ολόκληρη κοινωνία.
Παράδειγμα προσωπικής τιμωρίας από τον Θεό για προσωπικό αμάρτημα αποτελεί η πολύχρονη ασθένεια του παραλύτου που θεράπευσε ο Κύριος (βλ. Ιω. 5, 1-15).
Αφού είπαμε μόνο όσα είναι αναγκαία να γνωρίζουμε και όσα ήταν δυνατό ν’ αναφέρουμε εδώ για την αμαρτωλότητα όλου του ανθρωπίνου γένους και των επιμέρους ανθρωπίνων κοινωνιών, θα εξετάσουμε πιο αναλυτικά την προσωπική αμαρτωλότητα του κάθε ανθρώπου.
Αυτή η εξέταση είναι απολύτως απαραίτητη και εξαιρετικά ωφέλιμη για μας, καθώς μπορεί να έχει σωτήρια επίδραση στη διαγωγή μας, μεταβάλλοντάς την από άνομη σε θεάρεστη.
Ο θείος νόμος θα μας φωτίσει, διδάσκοντάς μας ότι ο Κύριος δεν είναι μόνο ελεήμων αλλά και δικαιοκρίτης, γι’ αυτό στην αμαρτωλή ζωή θα επιβάλει την ανάλογη τιμωρία.
Γνωρίζοντάς το, λοιπόν, θα καταβάλουμε κάθε προσπάθεια για ν’ απαλλαγούμε από τα προσωπικά μας πάθη και ν’ αντισταθούμε στις επιλήψιμες συνήθειες της κοινωνίας, ώστε, συνακόλουθα, να λυτρωθούμε τόσο από τις πρόσκαιρες όσο και από τις αιώνιες τιμωρίες του Θεού.
Οι άγιοι πατέρες επισημαίνουν (βλ. Αββά Δωροθέου, Διδασκαλία Α’, 1-3) ότι μέχρι τη λύτρωση του ανθρωπίνου γένους από τον Θεάνθρωπο όλοι οι άνθρωποι βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία της αμαρτίας και έκαναν, θέλοντας και μη, το θέλημά της.
Μετά τη λύτρωση, όσοι πίστεψαν στον Χριστό και αναγεννήθηκαν με το άγιο Βάπτισμα, δεν εξουσιάζονται πια τυραννικά από την αμαρτία, αλλά έχουν την ελευθερία είτε ν’ αντισταθούν σ’ αυτήν είτε ν’ ακολουθήσουν εκούσια τις υποβολές της.
Αν κάνουν το δεύτερο, χάνουν πάλι την ελευθερία τους και μπαίνουν κάτω από τον ζυγό της αμαρτίας (βλ. Ματθ. 12, 43-45). Αν, με τη χειραγωγία του λόγου του Θεού, κάνουν το πρώτο, με τον καιρό θα νικήσουν πλήρως την αμαρτωλότητά τους. Και νικώντας την αμαρτωλότητά τους, νικούν συγχρόνως και τον αιώνιο θάνατο.
Όποιος νικά τη δική του αμαρτωλότητα, τα προσωπικά του πάθη, μπορεί εύκολα ν’ αντισταθεί και στις επιλήψιμες συνήθειες, στα κοινά πάθη, στις γενικευμένες πλάνες της κοινωνίας.
Αυτό το βλέπουμε στους άγιους μάρτυρες: Έχοντας νικήσει την αμαρτία στον εαυτό τους, αντιστέκονταν αποτελεσματικά στην ειδωλολατρική πλάνη του λαού, ομολογούσαν τον Ιησού Χριστό και επισφράγιζαν την ομολογία τους με το αίμα τους.
Απεναντίας, όποιος παρασύρεται και τυφλώνεται από την προσωπική του αμαρτωλότητα, δεν είναι δυνατό να μην παρασυρθεί από την εμπάθεια ή την πλάνη του κοινωνικού περίγυρου· δεν τη βλέπει καθαρά, δεν την αντιλαμβάνεται πλήρως και, προπάντων, δεν μπορεί να της εναντιωθεί με αυταπάρνηση, επειδή της ανήκει με την καρδιά.
Η ουσία του πνευματικού μας αγώνα έγκειται στη διάλυση της φιλίας μας με την αμαρτία, στον πόλεμο εναντίον της αμαρτίας, στην κατανίκηση της αμαρτίας μέσα στον νου και την καρδιά μας, κατανίκηση με ευεργετικά αποτελέσματα και για το σώμα.
«Ο αληθινός θάνατος», λέει ο όσιος Μακάριος ο Μέγας, «είναι κρυμμένος μέσα στην καρδιά. Από τον θάνατο αυτό ο άνθρωπος νεκρώνεται εσωτερικά (αν και εξωτερικά φαίνεται ότι ζει).
Όποιος, όμως, “έχει περάσει από τον θάνατο στη ζωή” (Ιω. 5, 24) μυστικά (μέσα στην καρδιά του), αυτός πραγματικά ζει αιώνια και δεν πεθαίνει ποτέ. Μολονότι τα σώματα τέτοιων ανθρώπων λιώνουν πρόσκαιρα, θα αναστηθούν ένδοξα (Πρβλ. Α’ Κορ. 15, 43), γιατί έχουν αγιαστεί. Γι’ αυτό και τον θάνατο των αγίων τον ονομάζουμε κοίμηση» (“Περί φυλακής καρδίας”, 2).
Όλοι οι άγιοι, χωρίς καμιάν εξαίρεση, μολονότι από την παρούσα πρόσκαιρη ζωή είχαν νικήσει τον αιώνιο θάνατο και είχαν αποκαλύψει την αιώνια ζωή μέσα τους, πέρασαν πολλές βαριές θλίψεις και δοκιμασίες (Βλ. Εβρ. 12, 4-11) Γιατί, άραγε;
Φυσική και δίκαιη είναι η επιβολή θείων τιμωριών στους αμαρτωλούς. Γιατί, όμως, το ραβδί του Θεού πέφτει πολλές φορές βαρύ πάνω στους εκλεκτούς Του; Την απάντηση μας τη δίνουν η Αγία Γραφή και οι θεοφόροι πατέρες:
Είναι αλήθεια ότι στους ανθρώπους που έχουν ορθή πίστη και θεάρεστη διαγωγή, η αμαρτωλότητα έχει νικηθεί. Είναι αλήθεια ότι το Άγιο Πνεύμα έχει ενοικήσει στους ανθρώπους αυτούς και έχει νεκρώσει μέσα τους τον αιώνιο θάνατο.
Ωστόσο, δεν τους έχει επιβληθεί ισόβια παραμονή τους στο καλό και αδυναμία διαπράξεως του κακού, δεν τους έχει αφαιρεθεί η ελευθερία επιλογής είτε του καλού είτε του κακού (Βλ. Οσίου Μακαρίου του Μεγάλου, Περί ελευθερίας νοός λόγος 3).
Η αμετάπτωτη παραμονή στο καλό είναι χαρακτηριστικό του μελλοντικού κόσμου. Η επίγεια ζωή μέχρι την τελευταία της στιγμή είναι πεδίο αγώνων εκούσιων και ακούσιων.
«Με σκληρές ασκήσεις ταλαιπωρώ το σώμα μου και το υποδουλώνω, από φόβο μήπως, ενώ θα έχω κηρύξει στους άλλους, εγώ ο ίδιος κριθώ ακατάλληλος», λέει ο μέγας Παύλος (Α’ Κορ. 9, 27).
Και το λέει για ένα σώμα στολισμένο και αγιασμένο από τη θεία χάρη, ένα σώμα που δεν το έβλαπταν τα δηλητήρια των φιδιών (Βλ. Πράξ. 28, 3-6), ένα σώμα που και τα ρούχα του επιτελούσαν θεραπείες (Βλ. Πράξ. 19, 12).
Ακόμα κι ένα τέτοιο σώμα, λοιπόν, χρειαζόταν διαρκή και σκληρή άσκηση, ώστε να διατηρείται η νέκρωσή του ως προς την αμαρτία, ώστε να μην αναζωογονηθούν από τη ραθυμία και τη λήθη τα νεκρωμένα του πάθη, ώστε να μην αναστηθεί μέσα του ο αιώνιος θάνατος.
Όσο ο χριστιανός —ακόμα κι αν είναι εκλεκτό σκεύος του Αγίου Πνεύματος— βρίσκεται σ’ αυτόν τον κόσμο, ο αιώνιος θάνατος μπορεί ν’ αναστηθεί μέσα του και η αμαρτωλότητα μπορεί να κυριέψει πάλι την ψυχή και το σώμα του.
Ο προσωπικός αγώνας του δεν επαρκεί για την αποτροπή της πτώσεως στην αμαρτία, που φωλιάζει στην ίδια του τη φύση και επιδιώκει διαρκώς να ξανακυριαρχήσει πάνω του. Του χρειάζεται και η βοήθεια του Θεού.
Ο Θεός, λοιπόν, θα τον βοηθήσει με τη χάρη Του αλλά και με κάποια πατρική δοκιμασία. Το είδος και η ένταση της δοκιμασίας ποικίλλουν κατά περίπτωση.
Στον μεγάλο Παύλο δόθηκε, όπως μαρτυρεί ο ίδιος, «ένα αγκάθι στο σώμα του, ένας υπηρέτης του σατανά, για να τον ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύεται» (Πρβλ. Β’ Κορ. 12, 7) για τα υψηλά πνευματικά του μέτρα, για τις μεγάλες οπτασίες και αποκαλύψεις που του χάρισε ο Κύριος (βλ. Β’ Κορ. 12, 1), για το πλήθος των πνευματικών του χαρισμάτων, για τα εξαίσια θαύματα που επιτελούσε.
Τόσο έχει αλλοιωθεί η φύση μας από το δηλητήριο της αμαρτίας, ώστε ακόμα και η αφθονία της θείας χάριτος μπορεί να γίνει αιτία υπερηφάνειας και απώλειάς μας.
Έτσι, ούτε τιμή ούτε δόξα ούτε αναντίρρητη υπακοή περίμεναν τον Παύλο, όταν κήρυσσε τον Χριστό στην οικουμένη, αποδεικνύοντας την αλήθεια του κηρύγματός του με θαύματα.
Ο σατανάς του ετοίμαζε παντού εναντιώσεις, εξευτελισμούς, διωγμούς, συμφορές, θάνατο. Κατανοώντας ότι όλα αυτά γίνονταν με παραχώρηση του Θεού, ο απόστολος αναφωνεί: «Γι’ αυτό χαίρομαι για τα παθήματά μου, για τις βρισιές, τις θλίψεις, τους διωγμούς και τις στενοχώριες που πέρασα για χάρη του Χριστού» (Β’ Κορ. 12, 10).
Ο Παύλος έβλεπε την ανάγκη της εξασθενίσεως του σώματος για την καταστολή των σαρκικών παθών και ο Οφθαλμός της θείας πρόνοιας έβλεπε την ανάγκη των θλίψεων για την προφύλαξη της ψυχής του Παύλου από την υπερηφάνεια.
Ακόμα και η πιο καθαρή ανθρώπινη ψυχή έχει μέσα της κάποιαν, ελάχιστη έστω, τάση προς την υπερηφάνεια (Πρβλ. Οσίου Μακαρίου του Μεγάλου, Περί ελευθερίας νοός λόγος 4).
Να γιατί οι δούλοι του Θεού υποβάλλουν τον εαυτό τους σε εκούσιες στερήσεις και κόπους. Να γιατί, επίσης, υποβάλλονται σε ακούσιες θλίψεις και δοκιμασίες με παραχώρηση της θείας πρόνοιας, η οποία με τον τρόπο αυτό προφυλάσσει την άσκησή τους από τον μολυσμό της αμαρτίας.
Ο δρόμος της επίγειας ζωής ήταν για όλους τους αγίους γεμάτος αγκάθια και τριβόλια, γεμάτος δυσκολίες και κινδύνους. «Άλλοι», λέει ο απόστολος, «βασανίστηκαν ως τον θάνατο… Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμα και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν με μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν με στερήσεις, υπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις και κακουχίες —ο κόσμος δεν ήταν άξιος να έχει τέτοιους ανθρώπους—, πλανήθηκαν σε ερημιές και σε βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης» (Εβρ. 11, 35-38).
Ο όσιος Συμεών ο Μεταφραστής σημειώνει στον βίο του αγίου Ευσταθίου: «Δεν είναι ευάρεστο στον Θεό να τιμώνται και να δοξάζονται πρόσκαιρα και ανώφελα σ’ αυτόν τον κόσμο της πλάνης και της ματαιότητας οι δούλοι Του, για τους οποίους Εκείνος έχει ετοιμάσει στους ουρανούς ασφαλή τιμή και αιώνια δόξα» (βλ. Συναξάρι αγίου μάρτυρος Ευσταθίου, 20 Σεπτεμβρίου).
Γιατί; Επειδή, όπως λέει ο αββάς Ισαάκ, με πολύ μεγάλη δυσκολία βρίσκεται άνθρωπος που μπορεί να σηκώσει την τιμή, ίσως μάλιστα δεν βρίσκεται καθόλου, ούτε ακόμα κι αν γίνει κανείς ισάγγελος (Πρβλ. Αββά Ισαάκ του Σύρου, Λόγοι Ασκητικοί Α’, 1).
Μετά την προπατορική πτώση οι ψυχές μας έγιναν ασταθείς και ευμετάβλητες. Όταν μεταβάλλονται τα πράγματα, οι περιστάσεις και η κατάστασή μας, το πνεύμα μας μεταβάλλει ανάλογα τη διάθεσή του, η οποία επηρεάζεται και διαμορφώνεται από τις εξωτερικές συνθήκες (Πρβλ. Αββά Ισαάκ του Σύρου, Λόγοι Ασκητικοί Α’, 8).
«Κολλήθηκε στο χώμα η ψυχή μου» (Ψαλμ. 118, 25), λέει στον Θεό ο προφήτης, εκπροσωπώντας κάθε πεσμένο άνθρωπο. Από το χώμα θα με σηκώσει και θα με οδηγήσει στη σωτηρία «το δεξί Σου χέρι» (Ψαλμ. 17, 36), το πανάγιο θέλημά Σου και η θεία πρόνοιά Σου, διαλύοντας με τις θλίψεις την πρόσκαιρη ευτυχία μου και συνάμα παρηγορώντας με πνευματικά με τη χάρη Σου, που κάνει την καρδιά μου να τείνει προς τα ουράνια. Χωρίς αυτή τη βοήθειά Σου, εξαιτίας της ροπής μου προς το κακό, την οποία δεν μπορώ να χαλιναγωγήσω με τις δικές μου μόνο δυνάμεις, θα προσηλωνόμουν ολόψυχα στα υλικά, τα μάταια και ολέθρια, και θα απατούσα τον εαυτό μου, έχοντας λησμονήσει την αιωνιότητα. Έτσι, θα έχανα οριστικά και τα αιώνια αγαθά.
Με υποταγή στον Θεό, με ευχαριστία προς τον Θεό, με δοξολόγηση του Θεού δέχονταν οι αληθινοί υπηρέτες Του τις θλίψεις που τους έβρισκαν με παραχώρηση της θείας πρόνοιας. Γνώριζαν, όπως ο απόστολος Παύλος, πως αυτές ήταν ωφέλιμες και αναγκαίες, δικαιολογημένες και ευεργετικές.
Έτσι, ταύτιζαν το θέλημά τους με το θείο θέλημα, γι’ αυτό όχι μόνο δεν δυσανασχετούσαν, αλλά και χαίρονταν με τα παιδαγωγικά χτυπήματα του Κυρίου. Τέτοια ήταν η διάθεση της καρδιάς, τέτοιος ήταν ο τρόπος σκέψεως των αγίων μπροστά στις συμφορές.
Πνευματική παρηγοριά και χαρά, ανακαίνιση της ψυχής με αισθήματα της μελλοντικής αιωνιότητας -αυτοί ήταν οι καρποί της ταπεινοφροσύνης τους.
Τι να πούμε εμείς, οι αμαρτωλοί, για τις θλίψεις μας; Και πρώτα-πρώτα, ποια είναι η αιτία τους; Πρωταρχική αιτία των βασάνων των ανθρώπων είναι, όπως είδαμε, η αμαρτία.
Πολύ καλά θα κάνει, λοιπόν, κάθε αμαρτωλός, αν, κάθε φορά που τον βρίσκει μια θλίψη, αναλογίζεται τις αμαρτίες του, ομολογεί τις αμαρτίες του, αποδοκιμάζει τις αμαρτίες του, κατηγορεί τον εαυτό του για τις αμαρτίες του και αναγνωρίζει τη θλίψη σαν δίκαιη τιμωρία του Θεού για τις αμαρτίες του.
Αλλά υπάρχει άλλη μία αιτία των θλίψεων: Είναι η ευσπλαχνία του Θεού προς τον αδύναμο άνθρωπο. Παραχωρώντας θλίψεις για τους αμαρτωλούς, ο Θεός τους ταρακουνά, προκειμένου να συνέλθουν, να εναντιωθούν στα πάθη τους, να θυμηθούν την αιωνιότητα, να στραφούν σ’ Εκείνον.
Οι θλίψεις αποδεικνύουν ότι ο Θεός δεν έχει ακόμη λησμονήσει τους αμαρτωλούς αυτούς, ότι δεν τους έχει ακόμη αποστραφεί, ότι διακρίνει ακόμη στις ψυχές τους κάποια δυνατότητα μετάνοιας, διορθώσεως και σωτηρίας.
Αμαρτωλοί που τιμωρείστε από τον Θεό, παραδεχθείτε το! «Όποιον αγαπά ο Κύριος, τον διαπαιδαγωγεί, και μαστιγώνει καθέναν που παραδέχεται για παιδί Του» (Εβρ. 12, 6). Αυτό εξαγγέλλει η Αγία Γραφή, νουθετώντας μας, παρηγορώντας μας, ενισχύοντάς μας.
«Αρπάξτε και κρατήστε σφιχτά τη (φρόνηση που σας χαρίζει η) διαπαιδαγώγησή σας (με τις θλίψεις) από τον Κύριο, μην τυχόν (για την αμέλειά σας) οργιστεί κάποτε ο Κύριος, και καταστραφείτε για την παρέκκλισή σας από τον ίσιο δρόμο» (Ψαλμ. 2, 12).
Δεχθείτε την τιμωρία, αναγνωρίζοντας- πως την αξίζετε. Δεχθείτε την τιμωρία, δοξολογώντας τον δικαιοκρίτη αλλά και εύσπλαχνο μέσα στη δικαιοκρισία Του Θεό. Δεχθείτε την τιμωρία, εξετάζοντας χωρίς αυτοδικαίωση τη μέχρι τώρα διαγωγή σας.
Δεχθείτε την τιμωρία με δάκρυα μετάνοιας, με Εξομολόγηση των αμαρτιών σας, με διόρθωση του βίου σας. Για την εξωτερική διόρθωση δεν χρειάζεται συνήθως πολύς χρόνος και μεγάλος κόπος, όπως, απεναντίας, για την εσωτερική διόρθωση —τη διόρθωση του τρόπου σκέψεως, τη διόρθωση των αισθημάτων, τη διόρθωση της προαιρέσεως.
Έχετε ξεφύγει από τον δρόμο της αρετής με τα αμαρτήματά σας; Μην τον χάσετε τελειωτικά με τον γογγυσμό, με την ενοχοποίηση άλλων, με τη δικαιολόγηση του εαυτού σας απέναντι στη συνείδηση που σας ελέγχει, με την απελπισία, με τη βλασφημία του Θεού.
Το δοσμένο από τον Θεό μέσο βοήθειας για την επάνοδό σας στον δρόμο της ευσέβειας, δηλαδή τη θλίψη, την οποία δοκίμασε ακόμα και ο αναμάρτητος Σωτήρας μας, μην το μετατρέψετε σε μέσο καταστροφής σας.
Διαφορετικά, δίκαια θα οργιστεί ο Κύριος μ’ εσάς και θα σας εγκαταλείψει. Δεν θα ασχολείται μαζί σας, σαν να είστε ξένοι προς Αυτόν. Δεν θα σας στέλνει παιδαγωγικές θλίψεις, σαν να είστε νόθα και όχι γνήσια παιδιά Του (πρβλ. Εβρ. 12, 8).
Θα σας αφήσει να σπαταλήσετε την επίγεια ζωή σας σύμφωνα με τις αμαρτωλές επιθυμίες της εμπαθούς καρδιάς σας, και θα προστάξει τον θάνατο να σας θερίσει ξαφνικά σαν ζιζάνια, που έγιναν αυτοπροαίρετα τροφή της φωτιάς της γέεννας (πρβλ. Ματθ. 13, 40-42).
Όσοι υπομένουν, όπως πρέπει, ως το τέλος τις δοκιμασίες, στις οποίες τους υποβάλλει παιδαγωγικά ο Θεός, αποκτούν παρρησία σ’ Αυτόν, γίνονται παιδιά Του, όπως μαρτυρεί ο απόστολος: «Αν δείχνετε υπομονή κατά τη διαπαιδαγώγησή σας, ο Θεός σας μεταχειρίζεται σαν παιδιά Του» (Εβρ. 12, 7).
Γεμίζει με πνευματικά αγαθά ο Κύριος τον άνθρωπο που υπομένει μια δοκιμασία με ταπεινό πνεύμα και κατανυκτική προσευχή. Και όταν εκπληρωθεί ο πνευματικός σκοπός της δοκιμασίας, της δίνει τέλος.
Αυτό έκανε ο Κύριος και στην περίπτωση του παραλύτου, ο οποίος τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια κειτόταν, ανάμεσα σε πλήθος άλλων αρρώστων, σε μια στοά της δεξαμενής Βηθεσδά, ελπίζοντας να θεραπευθεί.
«Γιατί, από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος κατέβαινε στη δεξαμενή και ανατάραζε τα νερά· όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος (στη δεξαμενή) μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε» (Ιω. 5, 4).
Πόσο μαρτυρική ήταν η ζωή εκείνου του παραλύτου από την αρρώστια και τη φτώχεια! Μην έχοντας άλλο μέσο θεραπείας, περίμενε μόνο ένα θαύμα.
Η παράλυσή του, πάντως, ήταν προφανώς τιμωρία για κάποιες αμαρτίες, όπως δείχνει η συμβουλή που του έδωσε ο Κύριος, όταν τον θεράπευσε: «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά· από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο».
Την ίδια συμβουλή έδωσε αργότερα και στην αμαρτωλή γυναίκα, που τη συγχώρησε. «Πήγαινε» της είπε, μολονότι, σύμφωνα με τον νόμο, έπρεπε να θανατωθεί με λιθοβολισμό, «πήγαινε, κι από δω και πέρα μην αμαρτάνεις πια» (Ιω. 8, 11).
Η θεραπεία τόσο της ψυχής όσο και του σώματος δίνεται από τον εύσπλαχνο Κύριο μ’ έναν όρο, μόνο μ’ έναν όρο: την αποδέσμευση από την αμαρτία, και μάλιστα από τη θανάσιμη αμαρτία.
Η αμαρτία της γυναίκας ήταν θανάσιμη. Φαίνεται ότι και του παραλύτου η αμαρτία τέτοια ήταν. Αυτές ακριβώς οι αμαρτίες είναι που αιχμαλωτίζουν την ψυχή και την οδηγούν στην αιώνια κόλαση.
Όποιος, λοιπόν, έχει βυθιστεί στον βούρκο των θανάσιμων αμαρτιών, προκειμένου να βγει από κει, χρειάζεται ιδιαίτερη θεία βοήθεια. Και η βοήθεια αυτή παρέχεται από τον Θεό με κάποια δοκιμασία, η οποία εξωτερικά φαίνεται ως σωφρονιστική τιμωρία, αλλά μυστικά αποτελεί κλήση σε μετάνοια.
Σε μετάνοια καλείται ο άνθρωπος είτε με κάποιαν αρρώστια, όπως έγινε στην περίπτωση του παραλύτου, είτε με διωγμό από ανθρώπους, όπως έγινε στην περίπτωση του Δαβίδ (Βλ. Α’ Βασ. 19, 1 κ. ε.), είτε με οποιονδήποτε άλλον τρόπο.
Όποια κι αν είναι η θεία τιμωρία, πρέπει να τη δεχθούμε με ταπείνωση και αμέσως να επιδιώξουμε την εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο την έστειλε ο Θεός: Να σταματήσουμε τη διάπραξη της αμαρτίας, που αποτελεί την αιτία της τιμωρίας μας, και να φροντίσουμε για τη θεραπεία της ψυχής μας με το φάρμακο της μετάνοιας.
Η αμαρτία μας υποδεικνύεται αξιόπιστα από την ίδια τη συνείδησή μας. Η άφεσή της και η λύτρωση από τη συνέπειά της, τη θλίψη, μας παρέχονται από τον Θεό με τον μοναδικό όρο που αναφέραμε πιο πάνω: την οριστική εγκατάλειψή της. Και η εγκατάλειψη της αμαρτίας γίνεται πιο εύκολη, όταν έχουμε αντιληφθεί και διαπιστώσει πόσο ολέθρια είναι για μας και πόσο βδελυκτή στον Θεό.
Η επανάληψη μιας αμαρτίας για την οποία, αφού τιμωρηθήκαμε σωφρονιστικά από τον Κύριο, μετανοήσαμε και συγχωρηθήκαμε, συνεπάγεται ακόμα μεγαλύτερα δεινά, και μάλιστα δεινά αιώνια μετά τον σωματικό θάνατο.
Τριάντα οκτώ χρόνια ταλαιπωρήθηκε ο παράλυτος για την αμαρτία του. Αυστηρή, πολύ αυστηρή τιμωρία! Αλλά ο Κύριος προαναγγέλλει ακόμα πιο αυστηρή τιμωρία για την επιστροφή στην αμαρτία.
Ποια τιμωρία μπορεί να είναι πιο αυστηρή από μια τριανταοκτάχρονη παράλυση με όλες τις επακόλουθες στερήσεις;
Καμιά άλλη παρά μόνο τα αιώνια βάσανα του άδη, που περιμένουν όλους τους αμετανόητους και αδιόρθωτους αμαρτωλούς.
Αμήν.
("Ασκητικές ομιλίες Α’" Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, επισκόπου Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας, Εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)
Αγώνας αρχαρίου
Το 1933 που προσήλθε ο Γέροντας, βρήκε τον γερο-Εφραίμ υπερήλικα, πάνω από τα 80, τον παπα-Νικηφόρο και τον π. Προκόπιο μεσήλικες. Τους είχε γνωρίσει ήδη στη Θήβα, είχε συνδεθεί μαζί τους και γι’ αυτό ήρθε κοντά τους.
Ο γερο-Εφραίμ ήταν καλός αλλά σκληροτράχηλος μοναχός. Η υποταγή του νεαρού, μορφωμένου και μαθημένου στην αγάπη της οικογένειας Ευάγγελου παρουσίασε εξαρχής τις δυσκολίες της. Θυμόταν ο Γέροντας ότι τον ανέπαυε, όταν εξομολογούνταν τους λογισμούς του, αλλά στα καθημερινά ήταν απαιτητικός, αυστηρός και δηκτικός πέραν του δέοντος.
− Δεν ξέρεις να ζυμώνεις; Δεν ξέρεις να ζυμώνεις; ρωτούσε απαιτητικά ο παππούς.
−Βρε, αυτός θα με γηροκομήσει εμένα; γκρίνιαζε αποδοκιμαστικά.
−Και τι μου ήρθες να κάνεις εδώ; συνέχιζε πληγώνοντας ακόμη περισσότερο τον εγωισμό του νέου.
−Ευλόγησον, ψιθύριζε ταπεινά ο Ευάγγελος. Θα προσπαθήσω να μάθω.
−Τι να τα κάνω τα γράμματα εγώ; παρατηρούσε άλλοτε με συννεφιασμένο βλέμμα, θίγοντας μια πολύ ευαίσθητη χορδή της καρδιάς του υποτακτικού.
«Έκανα υπομονή», έλεγε αργότερα ο Γέροντας, «αλλά κάποτε με πολέμησε ο λογισμός να του τα κοπανήσω: Τέλειωσα γυμνάσιο εγώ, δεν είμαι κούτσουρο απελέκητο σαν εσένα. Όμως συγκρατήθηκα, δεν μίλησα».
Άλλοτε βέβαια ο παππούς έπαιρνε το αντίθετο ύφος: «Βρε, αυτός με τα γράμματα που ξέρει, άμα μπει στη βιβλιοθήκη, αλλοίμονό μας». Και καμάρωνε για τη μόρφωση του παιδιού του.
------------------
Θυμόταν ο Γέροντας μέχρι τέλους μια γκάφα του ως αρχάριου και γελούσε. Ο γερο-Εφραίμ όμως τον είχε κάνει σκουπίδι τότε: «Τι "φέρ. τα παρ." μου λες» φώναζε αγριεμένος, «τι "φέρ. τα παρ."; Άνοιξε τα μάτια σου να δεις τι γράφει το βιβλίο!»
Ήταν παραμονή των Αγίων Τεσσαράκοντα και ο παππούς ζητούσε από τον αρχάριο να δει το βιβλίο της εκκλησίας και να του πει τι πρέπει να ψάλλουν. Πράγματι, το πρώτο τροπάριο ήταν το «Φέροντες τα παρόντα γενναίως», αλλά η τυπική διάταξη είχε τη συντομογραφία «Φέρ. τα παρ.» Ακόμη αγριεύει ο γερο -Εφραίμ και ακόμη γελάει ο παπα-Εφραίμ διηγούμενος παραστατικότατα το επεισόδιο.
--------------
Του δίδαξε ότι μετά την προσκύνηση των εικόνων στην εκκλησία, πρέπει, όπως όλοι οι μοναχοί να κάνει τρεις υποκλίσεις προς το εκκλησίασμα. Στην πρώτη Θ. Λειτουργία ο Ευάγγελος βλέποντας τον προηγούμενό του αρχάριο να κάνει βαθιές μετάνοιες τον μιμήθηκε. Έτσι, δικαίως απέσπασε την ελεγκτική παρατήρηση του γερο-Εφραίμ: «Ώστε προτίμησες να μιμηθείς τον ξένο αρχάριο και όχι να ακούσεις τον γέροντά σου;»
Έτσι μαθαίνοντας, υπομένοντας, υπακούοντας, αγωνιζόμενος με εξωτερικές και εσωτερικές δυσκολίες άρχισε τη μοναχική του ζωή. Εξάλλου όλοι οι αρχάριοι έχουν τον αγώνα τους.
------------------
Κάποτε επιθύμησε να δει την τόσο γλυκιά μητέρα του. Η καρδιά του του έλεγε: «Να δω τη μητέρα μου και ας πεθάνω!» Ανέβηκε στην εκκλησία, στάθηκε απέναντι στην Παναγία του τέμπλου, την «Κυρία των Αγγέλων», και είπε: «Παναγία μου, από τότε που ήρθα στο Άγιον Όρος, εσένα έχω μητέρα μου!» Αμέσως κόπηκε απ’ την καρδιά του ο λογισμός που τον ενοχλούσε.
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000
Συνέβη στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου της Κύπρου, την οποία, ως γνωστόν, ίδρυσε η Αγία Ελένη κατά την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους, όταν λόγω θαλασσοταραχής εστάθμευσε στην Κύπρο το 329 μ.Χ.. Την προίκισε δε με τεμάχιο του Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου, τον Οποίον ανεύρε ερευνώντας στην περιοχή του Γολγοθά.
Πριν μερικές δεκαετίες, συγκεκριμένα παραμονή της Αγίας Βαρβάρας του 1956, ο Γέροντας της Μονής, ενώ βρισκόταν σ’ ένα Μετόχι στους πρόποδες του βουνού, έστειλε έναν υποτακτικό του ιερέα για να λειτουργήσει επάνω στην Μονή, ενώ πλέον είχε βραδιάσει. Εκτός από αυτό, προμηνυόταν θύελλα. Ο καιρός είχε αγριέψει. Όταν πήρε την εντολή ο υποτακτικός, στην αρχή εξέφρασε την ανησυχία του:
- Πώς θα ανέβω το βουνό, Γέροντα; Έρχεται πολλή βροχή και σε λίγο θα βραδυάσει!
- Πήγαινε, ευλογημένε και μη φοβάσαι! Κάνε υπακοή και ο Θεός θα βοηθήσει.
Χωρίς άλλο λόγο, ο χαριτωμένος αυτός ιερομόναχος έκανε τον σταυρό του, πήρε την ευχή του Γέροντά του και ξεκίνησε.
Πέφτοντας όμως το σκοτάδι, έχασε τον δρόμο. Από την άλλη ο καιρός φαινόταν απειλητικώτερος. Από στιγμή σε στιγμή θα ξεσπούσε η καταιγίδα. Τι να κάνει μόνος κι έρημος μες στην νύχτα;
Σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και φώναξε:
- Τίμιέ μου Σταυρέ, δι’ ευχών του Γέροντά μου, βοήθει μοι!
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την επίκληση του Τιμίου Σταυρού και εμφανίστηκε μπροστά του ολοφώτεινος, με Θείο υπερουράνιο φως, ο Τίμιος Σταυρός, φωτίζοντάς του να βρη τον δρόμο! Μα και τον συνόδεψε προπορευόμενος, μέχρι που έφθασε στην πύλη της Μονής. Μόλις μπήκε στο Μοναστήρι, ξέσπασε μια φοβερή καταιγίδα, λες κι άνοιξαν οι καταρράκτες του ουρανού!
Άλλο ένα θαυμαστό γεγονός, που φανερώνει την δύναμη και την προστασία που παρέχει ο Σταυρός του Κυρίου μας σ’ εκείνους που υπακούουν στο άγιο θέλημα του Σταυρωθέντος Σωτήρος και πιστεύουν στην ακατάλυτη δύναμή του!
("Εκφράσεις του Πνευματικού Κόσμου", έκδοσις Ιεράς Γυναικείας Μοναστικής Αδελφότητος Παναγίας Βαρνάκοβας, σσ. 23-24, Ευπάλιο Δωρίδος Φωκίδος 2009)
Μη νομίζεις ότι τις προσευχές, τη Θεία Μετάληψη
και τους άλλους πνευματικούς σου αγώνες,
τα χρησιμοποιείς για να πετάξεις το σταυρό απο πάνω σου,
αλλά για να τον σηκώνεις με περισσότερη δύναμη
και για μεγαλύτερη δόξα του Χριστού.
Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης