Αν μπόραγα να σώσω μια καρδιά που σπάει
δε θα 'χε η ζωή μου στα χαμένα πάει.
Αν μιας ζωής είχα αλαφρώσει την οδύνη,
αν είχα κάποιον πόνο απαλύνει
κι ένα πουλί, που χάμω είχε γλιστρήσει
μες στη φωλιά του, αν το 'χα ξαναφήσει,
δε θα 'χα τη ζωή μου στα χαμένα ζήσει.
(Έμιλι Ντίκινσον)
«Και όποιος θα ποτίσει έναν από αυτούς τους μικρούς και άσημους, έστω και ένα μόνον ποτήρι κρύο νερό... αλήθεια σας λέω, δε θα χάσει το μισθό του» (Ματθ. ι΄ 42)
«Προς το τέλος του τελευταίου του καλοκαιριού, του συνέβη κάτι πολύ σημαντικό. Δεν το ξεκαθάριζε αν ήτανε στον ύπνο του ή εν εγρηγόρσει. Έλεγε ότι βρέθηκε στους ουρανούς, ενώπιον μεγαλοπρεπούς άρχοντα, που καθότανε σε μεγαλοπρεπή φωτεινό θρόνο. Δίπλα του και πιο χαμηλά, καθόταν γραμματέας. Κρατούσε μεγάλο βιβλίο στα χέρια και γύριζε όλες τις σελίδες, όπου αναφερόταν κάποια καλή πράξη του ιερομονάχου Ιακώβου. Κάποτε ο γραμματέας είπε: «Δεν έχει τίποτα άλλο ο πατήρ Ιάκωβος». Τότε ο επί θρόνου δόξης καθήμενος επέμενε: «Πώς δεν έχει άλλο, έχει, γύρνα στη σελίδα 365». Άνοιξε και βρήκε το ωραίο κουτάκι. Σκέφτηκε ο μακαριστός γέροντας και θυμήθηκε. Όταν ακόμη ήταν στα Φαράκλα, τελειώνοντας ο πόλεμος, βρήκε μικρό μεταλλικό κουτάκι, μάλλον θήκη φωτοβολίδων. Ήτανε πολύ ωραίο, τον εντυπωσίασε πολύ, μα χωρίς πολλά το πήγε στην Εκκλησία. Δεν είχανε κατάλληλο κουτί για λιβάνι και το πρόσφερε στον ιερέα με όλη του την καρδιά...» (Ο μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης, Στυλιανού Παπαδοπούλου, σελ. 176).
«Είχαμε πάει με τον παππούλη σε ένα γυναικείο Μοναστήρι και, αφού μας περιποιηθήκανε εκεί οι γερόντισσες, φεύγοντας και μην έχοντας τι να δίναμε και εμείς για να τις ευχαριστήσουμε για τη φιλοξενία τους, βγάζω κρυφά μια καραμέλα που είχα στο σακάκι μου και τη δίνω στην Ηγουμένη καθώς με χαιρετούσε. Μετά από λίγο μου λέει ο Παππούλης. «Ξέρεις πόσο μεγάλη πράξη ήταν αυτή που έκανες με αυτό που της έδωσες; Δεν μπορείς να το φανταστείς». «Έμεινα» με την αποκάλυψη και είπα μέσα μου: «Αν ο παππούλης τα βλέπει όλα, τότε τι γίνεται με το Θεό;» και έκανα το σταυρό μου» (Αναμνήσεις από το γέροντα Πορφύριο, Α. Σ. Τζαβάρα).