Στην εγκύκλιο όμως Humani corporis Πίου ΙΒ΄ που εκδόθηκε το έτος 1950 διακηρύττεται ότι «το ζήτημα της αρχής του ανθρωπίνου σώματος είναι αντικείμενο ελεύθερης έρευνας για τις φυσικές επιστήμες και την θεολογία», επιβάλλει όμως «να εξετάζονται επιμελώς οι λόγοι που προβάλλονται υπέρ και κατά της προέλευση αυτού από ύλη ήδη ζωντανή. Και εφιστά την προσοχή αφ ενός μεν εναντίον της πλάνης, η οποία παρουσιάζει τα μέχρι τώρα επιτευχθέντα αποτελέσματα ως απόδειξη, ότι το ανθρώπινο σώμα προέρχεται από ύλη οργανική και αφ ετέρου στο ότι οι πηγές της αποκάλυψης απαιτούν εκ μέρους μας στο ζήτημα αυτό μέγιστη επιφύλαξη και μέγιστη σύνεση» (Ott...).Πρέπει παρόλα αυτά να τονιστεί, ότι και αν ακόμη δεχτεί κάποιος, ότι ο σύμφωνα με τον Χρυσόστομο «χους (=χώμα) ο λεπτότατος της γης», από το οποίο πλάστηκε το πρώτο ανθρώπινο σώμα, υπήρξε ύλη ζωντανή και χώμα κατειργασμένο σε ζωϊκό οργανισμό προηγμένο σε σχέση με αυτούς των υπόλοιπων άλογων ζώων, και πάλι επιβάλλεται να δεχτούμε, ότι ο οργανισμός αυτός, για να γίνει κατάλληλος να δεχτεί την ανθρώπινη ψυχή, έπρεπε να ακουστεί το δημιουργικό πρόσταγμα, Γενηθήτω σώμα ανθρώπινο και η μεταπήδηση από τον κτηνώδη οργανισμό στον ανθρώπινο να συντελεστεί με άμεση δημιουργική επέμβαση του Θεού. Σε αντίθετη περίπτωση βρισκόμαστε μπροστά στο αδυσώπητο δίλημμα ή να απορρίψουμε τις πληροφορίες της Γραφής για την προέλευση της Εύας από τον Αδάμ, οπότε εξανεμίζεται εξ' ολοκλήρου και το τελευταίο ίχνος του θεοπνεύστου κύρους και της αξιοπιστίας της Βιβλικής αφήγησης για την δημιουργία του ανθρώπου, ή να δεχτούμε, ότι η Εύα είχε υψηλότερο και θειότερο τον τρόπο της γένεσης και ευγενέστερη την καταγωγή αφού με άμεση δημιουργική ενέργεια οικοδομήθηκε από την πλευρά του Αδάμ, οπότε γιατί θα όφειλε η γυναίκα «να καλύπτει το κεφάλι» και γιατί διακηρύττεται ότι «κεφαλή της γυναίκας είναι ο άνδρας»; (Π.Ν.Τρεμπέλα, Δογματική τομ. 1 σελ. 462-463)
«...Η όλη αφήγηση της Γενέσεως επιβάλλει να δεχτούμε, ότι ναι μεν ο πρώτος ανθρώπινος οργανισμός δεν έγινε από το μηδέν, αλλά από προϋπάρχουσα ύλη, πλην όμως τονίζεται από την αφήγηση αυτή σαφώς, ότι η για την διαμόρφωση του οργανισμού αυτού ενέργεια του Θεού δεν υπήρξε κάποια απλή φυσική συνδρομή της θείας Πρόνοιας που κατηύθυνε τις δευτερεύουσες αιτίες στην κανονική λειτουργία τους, αλλά έκτακτη θεία ενέργεια που υπερβαίνει την φυσική δύναμη όλων των δευτερευουσών αιτιών (A.Farges, La vie et l' evolution σελ. 328).
Σύμφωνα με αυτά και ο Farges τονίζει ιδιαίτερα, ότι η εξέλιξη, από την οποία θα μπορούσε να προέλθει ο ανθρώπινος οργανισμός, πρέπει να χαρακτηριστεί όχι ως φυσική εξέλιξη, αλλά ως εξέλιξη υπερφυσική, που ξεπερνά όλες τις δυνάμεις της φύσης και αποδίδεται μόνο στο Θεό. Αυτού του είδους η εξέλιξη θα επεφύλασσε στο Θεό όχι μόνο την εμφύσηση της ανθρώπινης ψυχής στο ήδη διαμορφωμένο σε ανθρώπινο οργανισμό ανώτερο κτήνος, αλλά και αυτήν την ίδια την διαμόρφωση και διάπλαση αυτού του οργανισμού, δεχόμενη αυτήν ως έργο θείο» (Π.Ν.Τρεμπέλα, Απολογητικαί Μελέται τομ. Γ΄σελ. 405-406)