Άκουσα για έναν αδελφό ότι, όταν επισκεπτόταν κάποιον άλλο αδελφό, εάν έβλεπε το κελλί του άτακτο, απεριποίητο, έλεγε μέσα του: «μακάριος είναι αυτός ο αδελφός. Πώς παραμέλησε όλα τα γήινα και έτσι έστρεψε όλο το νου του προς τα άνω, ώστε δεν ευκαιρεί ούτε το κελλί του να τακτοποιήσει». Επίσης αν μετέβαινε προς άλλον και έβλεπε το κελλί του τακτοποιημένο, καθαρό, περιποιημένο, έλεγε πάλι μέσα του: «όπως είναι η ψυχή του ανθρώπου αυτού καθαρή, έτσι είναι και το κελλί του καθαρό, και η κατάσταση του κελλιού του είναι ανάλογη με την κατάσταση της ψυχής του». Και ποτέ δεν έλεγε για κάποιον ότι αυτός είναι άτακτος ή αυτός είναι επιπόλαιος, αλλά εξ' αιτίας της καλής κατάστασής του ωφελούνταν από όλους. Ο Θεός ο αγαθός είθε να μας δώσει καλή κατάσταση, για να μπορούμε και εμείς να ωφεληθούμε από τον καθένα και να μην καταλάβουμε την κακία του πλησίον. Εάν όμως εξ' αιτίας της κακίας μας καταλάβουμε ή υποπτευθούμε, να μεταστρέψουμε αμέσως τον λογισμό μας σε καλοεννοησία. Διότι το να μην γνωρίζει κανείς την κακία του πλησίον με τη βοήθεια του Θεού γεννά την αγαθότητα. (Ε.Π.Ε Αββάς Δωρόθεος σελ. 611-613)