24. «Πάσα η δόξα της θυγατρός του βασιλέως έσωθεν» (Ψ. 44, 13)
Ο στίχος αυτός αναφέρεται στην αγιότητα της Θεοτόκου. Η αγιότης αυτή, είναι μια εσωτερική κατάστασις που γίνεται γνωστή μόνο στον καρδιογνώστη Κύριο που «ετάζει καρδίας και νεφρούς» (Ψαλ. 7,9) . «Αν δόξα κάθε γυναίκας είναι ο άντρας που στέκεται στο πλάϊ της, της Παναγίας η δόξα είναι από μέσα, ο καρπός των σπλάχνων της» (Δ, 89) .
Ο στίχος όμως αυτός στάθηκε αποφασιστικός για την ορθόδοξη πνευματικότητα. Διότι εκφράζει τον εσωτερικό και μυστικό χαρακτήρα της. Η Παρθένος που ντύνει και στολίζει τον «έσω άνθρωπον» (Ρωμ. ζ’ 22) με τις αρετές του Χριστού είναι η Εκκλησία και κάθε χριστιανική ύπαρξι που ζη μέσα σ΄ αυτή.
Η Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία της εσωτερικότητος και ενδοστρέφειας. Όλη η δόξα της Εκκλησίας μας βρίσκεται «έσωθεν». Οι προχριστιανικοί ναοί στολίζονταν «έξωθεν». Οι χριστιανικοί ναοί διακοσμούνται κυρίως εσωτερικά. Οι θρησκευτικοί άνθρωποι της εποχής του Χριστού έδειχναν εξωτερικά τη θρησκευτικότητά τους: Η περιγραφή είναι του Κυρίου: «Πλατύνουσι τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσι τα κράσπεδα των ιματίων αυτών, φιλούσι την πρωτοκλισίαν εν τοις δείπνοις και τας πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και ταις ασπασμούς εν ταις αγοραίς και καλείσθαι υπό των ανθρώπων ραββί ραββί» (Ματθ. κγ' 5 – 7).
Οι χριστιανοί διακρίνονται για την εσωτερική και προσεκτική βίωσι του «μυστηρίου της ευσεβείας», κατά την υπόδειξι του Ιησού: «Συ δε όταν προσεύχη είσελθε εις το ταμείον σου και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου εν τω κρυπτώ» (Ματθ. στ' 6 βλ. και στ' 1–5, 16 –18) . Στον εσωτερικό και μυστικό αυτό χαρακτήρα οφείλει άλλωστε και την ομορφιά της η ορθόδοξη πνευματικότης. Η Ορθοδοξία βασίζεται κυρίως στα μυστικά βιώματα των Άγιων μελών της παρά στην εξωτερική –τόσο άλλωστε αδύναμη– οργάνωσι και παρουσία της.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 44 )
Χαρούμενη υπακοή και αδιάλειπτη προσευχή
Ο Γέρων Πορφύριος υπήρξε ένας σύγχρονος στάρετς της ελληνικής Ορθοδοξίας.
Ήταν μία χαρισματική μορφή • είχε δεχτεί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος από πολύ νωρίς.
Όπως ο ίδιος μου έλεγε, τα δύο εκείνα στοιχεία, που πολύ τον βοήθησαν στη ζωή του και του έδωσαν αυτή την πνευματική χάρη, ήταν, πρώτα, για να χρησιμοποιήσω τα δικά του λόγια, " η χαρούμενη υπακοή, που έκαμνα στους Γεροντάδες μου ".
Έτσι μου έλεγε ο ίδιος, και μου εξηγούσε :
"Μου έλεγαν για παράδειγμα : " Νικήτα,- αυτό ήταν το όνομά του ως μοναχού στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους - τρέξε κάτω στον αρσανά να πάρεις αυτό το τσουβάλι με το αλεύρι ".
Και προτού να τελειώσει ο Γέροντάς μου την εντολή του, εγώ ήδη είχα αρχίσει να τρέχω για τον αρσανά, να φορτωθώ το τσουβάλι και με χαρούμενη υπακοή να επιστρέψω ".
Η χαρούμενη αυτή, λοιπόν, υπακοή του ήταν το πρώτο. Και το άλλο ήταν το αδιάλειπτο της νοεράς προσευχής : " Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με ". Ασκούσε συνεχώς και αδιαλείπτως τη νοερά προσευχή.
[ Ί 97 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.268)
Η εμφάνιση της Θεοτόκου
Ζούσε στη χώρα των Αλαμανών ένας ιερέας πολύ ενάρετος, ο Πελάγιος, που έτρεφε ξεχωριστή ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Ο διάβολος όμως τον φθόνησε και του έσπειρε λογισμό απιστίας για τη θεία Κοινωνία. ‘Πώς είναι δυνατόν’, σκεφτόταν , ‘ να γίνονται το ψωμί Σώμα και το κρασί Αίμα Χριστού!’ Απ’τους λογισμούς αυτούς έπεφτε σε μεγάλη θλίψη, αλλά δεν τολμούσε να συμβουλευθεί κανέναν άνθρωπο. Γι’αυτό πρόστρεξε στην ίδια την Παναγία και την παρακάλεσε να τον πληροφορήσει σχετικά.
Κάποια μέρα λοιπόν, ενώ λειτουργούσε, όταν έφτασε στο « Εξαιρέτως της Παναγίας αχράντου…», εξαφανίστηκε από το δισκάριο ο άγιος Άρτος. Ερεύνησε ο Πελάγιος τριγύρω, αλλά δεν Τον βρήκε.
-Παναγία μου! Φώναξε τρομαγμένος, γνωρίζω ότι για την ολιγοπιστία και την αμφιβολία μου με σιχάθηκε ο Χριστός κι έφυγε από μπροστά μου για να μην κοινωνήσω ο ανάξιος. Εσύ όμως παρακάλεσε Τον να με συγχωρήσει!
Βλέπει τότε μπροστά στην αγία τράπεζα την υπερένδοξη Βασίλισσα με το θείο Βρέφος στην αγκαλιά της να του λέει:
-Αυτό το Βρέφος είναι ο Ποιητής της οικουμένης, ο Υιός και Λόγος του Θεού, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Αυτός πέθανε στο Σταυρό για τη σωτηρία του κόσμου και αναστήθηκε. Αυτός και τώρα καθημερινά συγκαταβαίνει με θαυμαστό τρόπο στο σχήμα του ψωμιού και του κρασιού, για την πολλή αγάπη Του στους ανθρώπους, και προσφέρεται σ’αυτούς για τον αγιασμό της ψυχής τους. Ψηλάφησε Τον λοιπόν κι ερεύνησε άφοβα, για να διαπιστώσεις ότι πρόκειται για αληθινή θεωρία, ότι είναι σώμα πραγματικό με σάρκα και αίμα, καθώς Τον γέννησα. Έτσι ακριβώς γίνονται ο άρτος και ο οίνος όταν λειτουργείς. Επειδή όμως η ανθρώπινη φύση δεν μπορεί να φάει σάρκα ωμή και να πιεί αίμα, γι’αυτό με πάνσοφο τρόπο ο Παντοδύναμος προσφέρεται με τη μορφή του ψωμιού και του κρασιού, ώστε να μπορεί ο καθένας να Τον μεταλαμβάνει με λαχτάρα και πόθο. Κοινώνησε λοιπόν κι εσύ με ευλάβεια και πίστη, γιατί όποιος Τον παίρνει μέσα του άξια, γίνεται μέτοχος της θείας δόξας Του.
Μ’αυτά τα λόγια η Δέσποινα απέθεσε το Βρέφος στην αγία τράπεζα, και αφού Το προσκύνησε ταπεινά, έγινε άφαντη.
Τότε ο ιερέας πήρε με φόβο και χαρά στα χέρια του το θείο Βρέφος, Το ασπάστηκε ευλαβικά και διαπίστωσε πως ήταν πράγματι ένα ζωντανό βρέφος με αληθινή σάρκα. Ύστερα Το ακούμπησε στην αγία τράπεζα, έπεσε στη γη και προσευχήθηκε με δάκρυα:
« Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ πως Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, που γεννήθηκες από την αειπάρθενη Μαρία. Σε ευχαριστώ για τη χάρη που αξιώθηκα σήμερα ο ανάξιος, και παρακαλώ να μου συγχωρέσεις την παλιά μου δυσπιστία. Και τώρα αξίωσε με να Σε κοινωνήσω όχι σαν βρέφος, αλλά σαν Άρτο».
Αφού προσευχήθηκε έτσι με πίστη, σηκώνεται, και βλέπει μπροστά του τον άγιο Άρτο όπως και πριν. Μετέλαβε με ευφροσύνη, και συνέχισε σε όλη του τη ζωή να ιερουργεί τα θεία Μυστήρια με περισσή ευλάβεια.
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.46-48)
Ο ηγούμενος Κοδράτος
Ο παπα- Ανδρέας, ο προηγούμενος της Ι. Μονής Αγίου Παύλου,
που γνώρισε πολύ καλά ως πνευματικό πατέρα τον περίφημο παπα- Κοδράτο (1859- 1940),
ηγούμενο της Ι.Μονής Καρακάλλου, διηγήθηκε το εξής:
« Όταν ήμουν νεώτερος αντιμετώπισα κάποτε μεγάλο πειρασμό!
Τέτοιου είδους, που με ανάγκασε να φύγω από το μοναστήρι μου!
Πήγα και έμεινα σε ένα κελλί κοντά στην Ι. Μονή Καρακάλλου.
Σε 2-3 ημέρες έτρεξα να βρω τον παπα- Κοδράτο και να εξομολογηθώ.
Του άνοιξα την καρδιά μου και τα είπα όλα. Ήμουν όμως φανερά ταραγμένος.
Εκείνος με άκουσε υπομονετικά και στο τέλος φάνηκε σαν να συμφωνούσε μαζί μου...
-Καλά έκανες! Είχες δίκιο! Αλλά, έλα πάλι σε μια εβδομάδα, παιδί μου, να τα ξαναπούμε.
» Τον ευχαρίστησα και έφυγα. Η στάσις του όμως κάτι έκρυβε και ήμουν περίεργος να μάθω,
τι με ήθελε σε μια εβδομάδα.
Πράγματι τον επισκέφθηκα και, αφού συζητήσαμε αρκετά και με πνεύμα εγκαρδιότητος,
στο τέλος μού λέει σε ιλαρό τόνο:
-Θα κάνης τώρα υπακοή σε ό,τι σου πω;
-Γέροντα, ό,τι μου πης, θα το κάνω.
-Θα το κάνης; Άκου λοιπόν! Θα βάλουμε το σαμάρι στο ζώο και το κιλίμι,
και θα πας πίσω στο μοναστήρι σου. Άντε μπράβο!
-Γέροντα! του είπα κατάπληκτος, σεις την πρώτη φορά με δικαιώσατε. Τώρα;…
-Ναι! Μα τότε ήσουν θυμωμένος. Κι αν σου έλεγα αυτό που σου λέω τώρα,
δεν θα γιατρευόταν η πληγή ούτε ο πειρασμός θα έφευγε.
» Έμεινα να θαυμάζω για μια φορά ακόμη τον αριστοτεχνικό χειρισμό που έκανε στις ψυχές,
και δόξαζα τον Θεό, γιατί είχα βρει τέτοιο πνευματικό πατέρα.
Επέστρεψα στο μοναστήρι μου χαρούμενος και μετανοημένος».
(Κοδράτος Καρακαλληνός)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.56-57)
Σε μερικούς θεόφτωχους που τον ενοχλούσαν μπορούσε να αρνηθεί βοήθεια; Προχθές λόγου χάρη σε στιγμές οικονομικής στενοχώριας παρουσιάστηκε κάποιος στο γραφείο του με ξεφτισμένο σακάκι και χιλιομπαλωμένο παντελόνι, λιπόσαρκος, χλωμός, ακούρευτος, και του είπε
- Σεβασμιότατε, στον πορτιέρη δήλωσα πως είμαι συγγενής σας· συγχωρέστε με, το έκανα από φοβερή ανάγκη,
- Δεν χρειαζόταν να μεταχειριστείς το ψεύδος· όποιος με ζήτα τον δέχομαι.
- Τι συμβαίνει;
- Χρωστάω, παππούλη μου, χρωστάω 25 φράγκα, υπόγραψα γραμμάτιο και αυτό το καταραμένο το γραμμάτιο αύριο στις 10 το πρωί αν δεν πληρωθεί θα με στείλουν φυλακή. Σου ορκίζομαι δεν έχω δεκάρα μήτε για το ψωμί.
Τον κοίταξε καλά-καλά, κούνησε το κεφάλι του πήρε και χτύπησε το κουδούνι και πρόσταξε τον κλητήρα να φωνάξει τον Σακκόπουλο.
- Διαταγάς! άκουσε σε λίγο το μέταλλο της φωνής του.
- Κωστή, δώσε σε παρακαλώ 25 δραχμές στον αδελφό μας εδώ. Εκείνος μαρμάρωσε, απόμεινε να χάσκει.
- Επιθυμείς τίποτε να μου ανακοινώσεις και παραμένεις ακίνητος;
- Δεν έχω λεφτά, σεβασμιώτατε. - Σε παρακαλώ κοίταξε καλύτερα διότι είναι μέγιστη ανάγκη.
Τον πλησίασε τότε και του ψιθύρισε σχεδόν στο αυτί
- Όλες και όλες 25 δραχμές έχουμε και είναι αρχές του μήνα καταλαβαίνετε λοιπόν…
- Δώσε τες, Κωστή, και έχει ο Θεός.
Τα μάτια του Σακκοπούλου άστραψαν, γύρισαν και κοίταξαν τον επισκέπτη με αγανάκτηση.
- Από πού ξεφύτρωσες τέτοια ώρα; ανάκραξε ταραγμένος.
- Ησύχασε Κωστή, άκουσε όλο γλυκιά τη φωνή του. Μη στεναχωριέσαι, κάθε ενίσχυση στον πλησίον μας επανέρχεται, συχνά πολλαπλάσια. Είναι όντως ανάγκη να ενισχυθεί ο άγνωστος αυτός αδελφός μας.
Ο Κωστής πήγε-ήρθε μουρμουρίζοντας, έφερε τα λεφτά και τα παρέδωσε στον άγνωστο επισκέπτη.
Το ίδιο εκείνο απόγευμα έτριβε τα μάτια του, έβλεπε ολοφάνερα την επαλήθευση πενταπλάσιας επιστροφής. Μία πρόσκληση του αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου να τελέσουν κάποιο Αρχοντικό γάμο στη Μητρόπολη μαζί με καλλίφωνους Ριζαρείτες σπουδαστές, εκτός από χίλιες δύο περιποιήσεις, τούς έφερε στο ταμείο 120 στρογγυλές δραχμές· νόμισμα των 100 στο Δεσπότη και 20 στους σπουδαστές όπου φυσικά δεν τις κράτησαν και τις παρέδωσαν στα χέρια του.
- Καταπληκτικός ο λόγος αυτού του ανθρώπου σιγοψιθύριζε όλη τη βραδιά ο Σακκόπουλος, γεροδεμένος με πίστη και αυταπάρνηση!
(Ο άγιος του αιώνας μας, Σώτου Χονδρόπουλου,1992, σελ. 193-194)
Κατά τη διάρκεια ενός διωγμού του αυτοκράτορος Μαξιμιανού (286-310) συνελήφθη στην Αλεξάνδρεια μια όμορφη χριστιανή κόρη, που λεγόταν Ποταμίαινα. Η Ποταμίαινα ήταν δούλη κάποιου ακόλαστου ειδωλολάτρη, που προσπαθούσε με ποικίλους τρόπους να την πείση να υποχωρήση στους ανήθικους σκοπούς του. Τελικά την παρέδωσε στον έπαρχο και τον δωροδόκησε με πολλά χρήματα λέγοντας του:
-Αν υποχωρήση στα θελήματα μου, άφησε την ελεύθερη. Αν όμως επιμένη στην άρνηση της, τιμώρησε τη σκληρά.
Ο έπαρχος πάσχισε με διάφορα τιμωρητικά όργανα να τη φοβίση. Μεταξύ των άλλων, διέταξε ν’ανάψουν ένα μεγάλο καζάνι, γεμάτο πίσσα. Ενώ η φωτιά φούντωνε και η πίσσα άρχισε να κοχλάζη, ο δικαστής είπε:
-Ή πήγαινε και υποτάξου στον κύριο σου, ή διατάζω να σε πετάξουν μέσα!
Εκείνη δεν δείλιασε μπροστά στο φρικτό μαρτύριο και αποκρίθηκε με γενναιότητα:
-Αλλοίμονο, όταν ο ίδιος ο δικαστής μας προτρέπει στη διαφθορά!
Ο έπαρχος θύμωσε και διέταξε να τη ρίξουν αμέσως στο καζάνι. Τότε η νεαρή μάρτυς φώναξε δυνατά:
-Αν έτσι αποφάσισες, διάταξε να με βυθίσουν στην πίσσα σιγά-σιγά. Θα διαπιστώσης πόση δύναμη χαρίζει ο Χριστός στους δούλους Του.
Έτσι και έγινε! Η αγία Ποταμίαινα καιγόταν για πολλή ώρα, μέχρις ότου παρέδωσε την ηρωϊκή και αμόλυντη ψυχή της στον Νυμφίο της Χριστό.
(Λαυσαϊκή Ιστορία)
( Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ Παρακλήτου, τόμος γ΄, σελ. 67-68)
- Γέροντα, έχω τον λογισμό μήπως δεν φταίει η λίγη αντοχή μου που κουράζομαι εύκολα αλλά κάτι άλλο.
- Ναι, αν υπήρχε η θεία φλόγα μέσα σου, τότε όλα θα ήταν διαφορετικά.
- Γέροντα, πώς θα αποκτήσω αυτήν την θεία φλόγα;
- Αν ξεχνάς τον εαυτό σου και σκέφτεσαι τους άλλους.
- Μου φαίνεται δύσκολο να το κάνω πάντοτε αυτό.
- Τουλάχιστον προσπάθησε να σκέφτεσαι και να φροντίζης τους άλλους όπως σκέφτεσαι και φροντίζεις τον εαυτό σου. Έτσι, σιγά-σιγά θα φθάσης να αδιαφορής για τον εαυτό σου, με την καλή έννοια, και να σκέφτεσαι πάντα τους άλλους. Και τότε βέβαια θα σε σκέφτεται και ο Θεός, θα σε σκέφτωνται και οι άλλοι· μόνο να μην το κάνης, για να σε σκέφτωνται οι άλλοι!...
- Τελικά, Γέροντα, αυτό που με βασανίζει είναι ο εαυτός μου.
- Ναι, βρε παιδί, πέταξε τον εαυτό σου. Αν πετάξης τον εαυτό σου, μετά θα πετάς. Τι τον κρατάς τον εαυτό σου για τον εαυτό σου; Το κομμάτι της αγάπης που κρατάς για τον εαυτό σου, το αφαιρείς από την ολοκληρωτική αγάπη που πρέπει να έχης για τους άλλους.
- Γέροντα, πώς θα πετάξω τον εαυτό μου;
- Όσο μπορείς, να βγάζης τον εαυτό σου έξω από τις ενέργειές σου και να βάζης μέσα σου τους άλλους. Προσπάθησε αυτό που θέλεις για τον εαυτό σου να το δίνης στους άλλους. Να δίνης-να δίνης, χωρίς να υπολογίζης τον εαυτό σου. Όσο θα δίνης, τόσο θα παίρνης, γιατί ο Θεός θα σου δίνη άφθονη την Χάρη Του και την αγάπη Του· θα σε αγαπάη πολύ, καθώς κι εσύ πολύ θα Τον αγαπάς, γιατί θα πάψης να αγαπάς τον εαυτό σου, ο οποίος σου ζητάει να τρέφεσαι από τον εγωισμό και την υπερηφάνεια, και όχι από την Χάρη του Θεού που δίνει όλες τις βιταμίνες στην ψυχή και την θεία αλλοίωση στην σάρκα, και κάνει τον άνθρωπο να ακτινοβολή. Θα εύχομαι πολύ γρήγορα να τα νιώσης όλα αυτά, για να απαλλαγής από το βάσανο της φιλαυτίας.
- Μπορεί, Γέροντα, να αγωνίζομαι να απαλλαγώ από την φιλαυτία μου, και πάλι να έχω τον εαυτό μου σε ό,τι κάνω;
- Πώς αγωνίζεσαι; Τον πετάς τον εαυτό σου; Ό,τι είναι σιχαμερό το πετάει κανείς· πρέπει όμως να καταλάβη ότι είναι σιχαμερό. Άμα δεν το σιχαθή, δεν το πετάει. Θέλω να πω, και τον παλαιό σου άνθρωπο, για να τον πετάξης, πρέπει να τον σιχαθής. Με μουδιασμένα πράγματα δεν γίνεται προκοπή.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 53-55)
Ο ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ, νέος ευσεβής από την Αλεξάνδρεια, διηγείται ο Παλλάδιος, από πλούσια κι αρχοντική γενιά, πήγε να προσκυνήσει τους αγίους Τόπους κι επισκέφθηκε πολλά μοναστήρια κι ησυχαστήρια στην Παλαιστίνη.
Όταν γύρισε στην πατρίδα του την Αίγυπτο, με την καρδιά πλημμυρισμένη από θεϊκό έρωτα, μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, για ν’ ακολουθήσει την αμέριμνη ζωή των μοναχών. Κράτησε μόνο ένα μεγάλο υποστατικό στα περίχωρα της Αλεξάνδρειας, κατάφυτο από οπωροφόρα δέντρα, που το είχε ζηλέψει ο Έπαρχος για την ξεχωριστή ομορφιά του, και πολλές φορές του είχε ζητήσει να το αγοράσει, προσφέροντας γενναία τιμή. Μα ο Βησσαρίων δεν δεχόταν, γιατί σκόπευε να το χαρίσει στο γυναικείο μοναστήρι που βρισκόταν εκεί κοντά.
Όταν αποφάσισε ν’ ακολουθήσει τον ερημικό βίο, πήγε κι εξομολογήθηκε στον Αββά Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη. Μεταξύ των άλλων του είπε και για το υποστατικό.
- Πούλησέ το στον Έπαρχο, τον συμβούλεψε ο Γέροντας και δώσε τα χρήματα στο μοναστήρι. Μην αφήσεις υποστατικά στις καλόγριες, γιατί θα χάσουν την ψυχή τους.
Μα ο Βησσαρίων δεν θέλησε τότε να πεισθεί στην συνετή συμβουλή του Γέροντα κι έκανε δωρητήριο το μεγάλο κτήμα στο γυναικείο μοναστήρι. Ελευθερωμένος ύστερα από όλες τις υλικές του φροντίδες, πήγε στην έρημο κι έμεινε σε μια φτωχική καλύβα, στην σκήτη των Πατέρων.
Πέρασαν δεκαέξι μήνες από τότε που ο ευλαβής νέος άρχισε να αγωνίζεται τον καλό αγώνα, αφήνοντας κατά μέρος κάθε γήινη απασχόληση, όταν μια νύχτα ήρθε να τον συνταράξει ένα τρομακτικό όνειρο: Είδε πως βρέθηκε στην Βηθλεέμ, στον ναό της αγίας Γεννήσεως. Ξαφνικά ο ναός άστραψε από ουράνιο φως κι άρχισαν να μπαίνουν μέσα σε παράταξη νέοι ιεροπρεπείς, ντυμένοι με ολόχρυσες στολές, που έψαλλαν μελωδικά άσματα. Ανάμεσά τους ήταν μια Γυναίκα, που η ομορφιά της δεν χωρά σε νου ανθρώπινο, ντυμένη με πορφύρα, σαν Βασίλισσα, και με διάδημα από αστέρια στο κεφάλι.
Δεν πρόλαβε να συνέλθει από την έκπληξη του ο Βησσαρίων, όταν άκουσε έναν από τους συνοδούς της ουράνιας Βασίλισσας να τον φωνάζει αυστηρά με τ’ όνομά του. Γύρισε προς το μέρος του κι αντιλήφθηκε πως τον κοίταζε με βλέμμα βλοσυρό:
- Τί έχεις ν’ απολογηθείς για τις παρθένους, του είπε, που από τότε που τους χάρισες το κτήμα σου, δεν επαψαν ούτε μια μέρα να εξοργίζουν τον Θεό; Μεγάλη τιμωρία σε περιμένει αν δεν διορθώσεις το σφάλμα σου.
- Κύριέ μου, τόλμησε ν’ αποκριθεί ο Βησσαρίων, τρέμοντας σύγκορμος από τον μεγάλο φόβο του, για να τις αναπαύσω τους το δώρησα, επειδή σαν γυναίκες είναι σκεύη αδύνατα, όχι για να παροργίσουν τον Θεό.
Τότε πήρε τον λόγο η Βασίλισσα:
- Καλή η προαίρεσή σου, παιδί μου, αλλά ο εχθρός του ανθρωπίνου γένους βρήκε αιτία να ζημιώσει τις ψυχές τους. Μπορούσε ο Θεός, ο οποίος προνοεί για τα πλάσματά Του, να τις στείλει ποταμούς από χρυσό, αλλά δεν θα ήταν για συμφέρον τους.
Καθώς έλεγε αυτά, σήκωσε το ευλογημένο χέρι της και έδειξε εκείνον που λίγο πριν είχε τρομοκρατήσει τον Βησσαρίωνα.
- Αυτός είναι το πρότυπο των μοναχών. Ας τον μιμούνται όσοι θέλουν να αρέσουν στον Θεό. Διόρθωσε το λάθος σου και θα με έχεις πάντοτε προστασία.
Ύστερα απευθύνθηκε σ’ εκείνον που είχε δείξει:
- Σφράγισε την καρδιά του, Βαπτιστά, για να μην νομίσει πως όλα αυτά είναι φαντασία.
Άπλωσε το δεξί του χέρι ο Τίμιος Πρόδρομος και σφράγισε με το σημείο του Σταυρού το στήθος του Βησσαρίωνα και αμέσως χάθηκε το όραμα.
Μόλις ξημέρωσε, ξεκίνησε ο Βησσαρίων για τον Αββά Ισίδωρο. Τρομαγμένος ακόμη, του διηγήθηκε την οπτασία.
- Έπρεπε να είχες ακούσει την συμβουλή μου, παιδί μου, του είπε ο Γέροντας. Δεν ξέρεις πως τα υποστατικά έχουν μέριμνες και φροντίδες; Χρειάζονται καλλιέργεια κι όταν άνδρες συναλλάσσονται με ασκήτριες, ο διάβολος δεν αφήνει απείραχτες ούτε αυτές ούτε εκείνους. Αν
είναι γενικά κακό στους μοναχούς να έχουν υλικές φροντίδες, πολύ περισσότερο άπρεπο για τις παρθένους.
Χωρίς αναβολή, την ίδια κιόλας ημέρα, τον πήρε ο Γέροντας και κατέβηκαν στο γυναικείο μοναστήρι και με κάποια πρόφαση έπεισαν τις μοναχές να δεχτούν να πουλήσουν το υποστατικό στον Έπαρχο και να είσπράξουν τα χρήματα. Έτσι, ήσυχος πια, γύρισε στο ασκητήριο του ο καλός Βησσαρίων.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 52-54)
Στην περίοδο των εορτών οι ευχές μεταξύ των ανθρώπων δίνουν και παίρνουν. Στον κόσμο αυτή η ευχή που σχεδόν μονοπωλεί τα στόματα όλων είναι : « υγεία! πάνω απ’όλα η υγεία.. όλα τ’άλλα έρχονται!» Έτσι και στην εργασία μου, μια συνάδελφος έλεγε αυτή την ευχή ακούραστα σε όλους τους πελάτες. Κάποια στιγμή, της αντεύχεται μια πελάτισα: « υγεία και αγάπη, κορίτσι μου!» Εκείνη απάντησε : « υγεία, υγεία… τί να την κάνω την αγάπη;» Τότε δεν άντεξα! Επειδή η συγκεκριμένη συνάδελφος έχει και μια ιδιαίτερη αγάπη στο αυτοκίνητο της, της είπα: « μήπως το αυτοκίνητο σου μπορεί να πάει πουθενά χωρίς βενζίνη;»
Αργότερα σκέφτηκα ότι ο πνευματικά αγωνιζόμενος άνθρωπος μοιάζει με ένα αυτοκίνητο. Η υγεία τού είναι τόσο σημαντική όσο το αμάξωμα στο αυτοκίνητο. Το σώμα είναι το περίβλημα της ψυχής. Φυσικά όμως δεν φτάνει μόνο αυτό! Καταρχάς χωρίς βενζίνη, δηλαδή την αγάπη του Χριστού η αλλιώς τη Θεία Χάρη δεν πάμε πουθενά! Όμως και να έχουμε γερά λάστιχα, δηλαδή την ταπείνωση για να μας κρατάει ασφαλείς στο δρόμο μας, που είναι η ορθόδοξη πίστη! Χρειαζόμαστε σίγουρα γερή μηχανή, δηλαδή καθαρή καρδιά και να είμαστε καλοί οδηγοί! Δηλαδή ο νους μας να έχει διάκριση, να έχει τα χέρια του στο τιμόνι και να ξέρει πότε να στρίβει αριστερά, πότε δεξιά και πότε να τραβάει ευθεία. Πότε να φρενάρει και πότε να αυξάνει ταχύτητα.
Με το που μπαίνουμε στο όχημα ακούγεται ο έντονος προειδοποιητικός ήχος να φορέσουμε τη ζώνη μας, όπως και η Εκκλησία μάς προειδοποιεί, μπαίνοντας στον πνευματικό αγώνα, για τη νηστεία, την αγνότητα και τη γενικότερη εγκράτεια! Οπωσδήποτε χρειαζόμαστε το GPS για να μη βγούμε από το δρόμο μας, δηλαδή τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας και φυσικά να υπακούμε στον τροχονόμο, στα σήματα και στα φανάρια, όπως δηλαδή ο πιστός οφείλει να υπακούει στο Χριστό, στην Εκκλησία και στον πνευματικό του. Υπεραπαραίτητα είναι και τα φώτα, ημέρας και νυχτός, δηλαδή η προσευχή είτε σε καιρό χαράς είτε σε καιρό θλίψης! Όπως και οι δείκτες που υπάρχουν μέσα στο αυτοκίνητο και μας δείχνουν κάθε στιγμή τις τιμές της βενζίνης, της ταχύτητας και άλλα πράγματα, δηλαδή ό,τι κάνει η αυτογνωσία και η εγρήγορση στο χριστιανό! Και πάρα πολλά ακόμα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε… κυριότερο όμως είναι ο συνοδηγός, δηλαδή ο πνευματικός αδερφός μας, που μ’αυτόν γίνεται η διαδρομή πολύ πιο ευχάριστη και ασφαλής!
Όλα αυτά τα πολύ σημαντικά όμως θα ήταν άχρηστα, εάν δεν υπήρχε ο προορισμός! Τί να τα κάνεις τα υπερπολυτελή αυτοκίνητα, αν ο προορισμός σου είναι λάθος; Αν το τέρμα της διαδρομής είναι ο γκρεμός; Τα πάντα τα δωρίζει ο Χριστός μας για να φτάσουμε σ’Αυτόν… χωρίς Αυτόν τίποτα δεν έχει αξία! Ούτε η υγεία, ούτε οι αρετές! Πόσο ανώριμο είναι να αγαπάμε και να ποθούμε πιο πολύ το δώρο από το Δωροδότη! Μήπως η υγεία είναι ο Θεός μας; Κι ενώ ο Χριστός μας είπε « να ζητάτε πρώτα τη Βασιλεία των Ουρανών και όλα τα άλλα θα σας προστεθούν», [ Κατά Ματθαίον στ, 33] εμείς αντικαθιστούμε τη Βασιλεία των Ουρανών, την Αγία Τριάδα με την υγεία;
Η υγεία είναι ένα μεγάλο δώρο του Θεού, βασικότατο αλλά από μόνο του δεν είναι τίποτα. Ούτε καλό ούτε κακό. Τί να το κάνουμε το πανάκριβο αυτοκίνητο αν στα μέσα της διαδρομής τρακάρουμε, μας πάρουν το δίπλωμα, μείνουμε από βενζίνη ή οδηγούμαστε σε αδιέξοδο; Είναι δώρο άδωρο! Γι’αυτό λοιπόν ας δίνουμε στη σωματική υγεία τη σημαντικότητα που της αρμόζει. (Κ.Δ.Κ)
"Οι πόρνες και οι τελώνες έχουν το προβάδισμα"
Έλεγε ο πατέρας Πορφύριος ότι ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει να γνωρίσει την αμαρτωλή
και ηθικά πτωχή του κατάσταση, για να γίνεται ταπεινός και να γίνεται συμπαθής προς τους
άλλους αμαρτωλούς. "αυτό κι ο Χριστός έλεγε ότι οι πόρνες κι οι τελώνες έχουν, δια της
μετανοίας και της ταπεινώσεως, το προβάδισμα για τη βασιλεία των ουρανών. Έτσι και ο
Γέροντας δεν ήθελε να ακούσει για τέτοιους αμαρτωλούς καμιά κατηγορία, γιατί έλεγε ότι οι
πόρνες και οι τελώνες που ονομάζουμε, για το Θεό είναι κλέπτες πιασμένοι, ενώ εγώ κι εσείς,
μας έλεγε, είμαστε όλοι κλέπτες άπιαστοι. Ο κλέπτης ο πιασμένος και ταπεινωμένος, η πόρνη η γνωστή και ντροπιασμένη, η ταπεινωμένη κι η μετανοημένη είναι πολύ ανώτερη από εμάς με τα καλά ονόματα και τον άγνωστό μας κι αμφίβολο βίο.
[Πορ. 27]
ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ
"Το παράδειγμα του Γέροντα"
Ο Γέροντας δε χρησιμοποιούσε το εκπληκτικό διορατικό και προορατικό του χάρισμα, ούτε για υλική ωφέλεια , ώστε να κερδίσει πλούτη , ούτε για εντυπωσιασμό , ώστε να κερδίσει δόξα.
Προτιμούσε να μένει φτωχός και αφανής ασκητής, όπως όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας.
Απόδειξη, το ότι , σ'όλη του τη ζωή ήταν ακτήμων και το ότι, ενώ επι δεκαετίες ήταν εφημέριος ναού στο κέντρο της Αθήνας, ελάχιστοι τον γνώριζαν, κυρίως διότι απέφευγε την αυτοπροβολή.
Δεν έκανε κατάχρηση του χαρίσματός του, αλλά χρήση, προς πνευματική ωφέλεια ανθρώπων και "εις δόξαν Θεού".
[Γ 129π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.70)