E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Η τιμωρία του Τούρκου
Μια νέα οριακή μορφή από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, γνωστή στην πατρίδα του με την προσωνυμία «Χατζεφεντής»,
είναι ο όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924).
Οι Φαρασιώτες διηγούνται πολλά θαυμαστά γεγονότα, που σχετίζονται με τον όσιο.
Κάποτε στα Φάρασα, τη μέρα της Αναστάσεως, μπήκε ένας Τούρκος λήσταρχος στην εκκλησία,
την ώρα που τελούσε ο όσιος τη θεία λειτουργία.
Μόλις είδε τον Τούρκο αρματωμένο και αδιάντροπο μέσα στο ναό, τον ειδοποίησε να φύγει αμέσως.
Εκείνος όμως δεν έδωσε σημασία. Ο όσιος συνέχισε ατάραχος τη θεία λειτουργία.
Όταν βγήκε για τη μεγάλη είσοδο, τον είδε ο Τούρκος να μην πατάει στη γη,
αλλά να περπατάει στον αέρα.
Βλέποντας αυτό το θαύμα, άρχισε να τρέμει. Έκανε να φύγει, μα δεν μπορούσε,
γιατί ένιωθε δεμένος μ’ ένα αόρατο σχοινί.
Ο όσιος, αφού μπήκε με τα Άγια στο ιερό, έκανε νόημα στον Τούρκο να φύγει.
Πραγματικά, την ώρα εκείνη ο λήσταρχος ένιωσε λυμένος.
Τρέμοντας ολόκληρος, βγήκε έξω κι έπεσε κάτω σαν νεκρός.
Όταν τελείωσε η λειτουργία, βγήκε ο λειτουργός από το ναό, πλησίασε τον Τούρκο, τον σήκωσε,
κι έτσι εκείνος μπόρεσε να στηριχθεί στα πόδια του.
Ύστερα του έκανε αυστηρή παρατήρηση, του έδωσε πέντε γρόσια και τον άφησε να φύγει υγιή,
αλλά κατατρομαγμένο.
[38]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ. 26-27)

Ο Αββάς Σιλουανός και ο επισκέπτης του
Ένας μοναχός επισκέφθηκε τον αββάς Σιλουανό.
Και βλέποντάς τον να εργάζεται είπε τα ευαγγελικά λόγια:
-«Μη έργάζεσθε την βρώσιν την απολλυμένην... Μαρία γαρ την αγαθήν μερίδα έξελέξατο».
Ακούοντάς τον ο γέροντας λέει στον μαθητή του:
-Ζαχαρία, δώσε στον αδελφό ένα βιβλίο και βάλε τον σ’ ένα άδειο κελλί.
Όταν έφθασε η ενάτη, δηλ. στις τρεις τό μεσημέρι,
ο επισκέπτης είχε τα μάτια του στην πόρτα του κελλιού περιμένοντάς να τον καλέσουν στο φαγητό.
Και επειδή κανείς δεν τον εκάλεσε, σηκώθηκε και πήγε στον γέροντα.
-Δεν έφαγαν oι αδελφοί σήμερα; ρώτησε.
-Έφαγαν, απήντησε ο αββάς.
-Και γιατί δεν με καλέσατε κι έμενα;
-Μα εσύ είσαι άνθρωπος πνευματικός και δεν έχεις ανάγκη υλικής τροφής.
Ενώ εμείς είμαστε σαρκικοί, θέλουμε να φάμε και γι’ αυτό εργαζόμαστε.
Εσύ όμως την «αγαθήν μερίδα» διάλεξες. Διάβαζες λοιπόν όλη την ήμερα και δεν θέλεις άλλη τροφή.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου,τόμος α΄,σελ. 30-31)

Στη Νουρσία της Κεντρικής Ιταλίας ζούσε κάποτε ένας ευλαβής έγγαμος ιερέας. Ποίμαινε την ενορία του με φόβο Θεού. Από τότε που χειροτονήθηκε διέκοψε κάθε σαρκική σχέση με την πρεσβυτέρα. Σαν σύζυγο την αγαπούσε, αλλά και σαν εχθρό την απέφευγε. Δεν δεχόταν μάλιστα καμίαν εξυπηρέτηση από αυτή.
Πέρασαν σαράντα χρόνια από τη χειροτονία του, οπότε αρρώστησε βαριά με πυρετό και πλησίασε τον θάνατο. Όταν η πρεσβυτέρα είδε να έχουν παραλύσει πλέον τα μέλη του και να είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ακίνητος σαν νεκρός, προσπάθησε να διαγνώσει αν ακόμη υπήρχε κάποιο ίχνος αναπνοής. Έσκυψε λοιπόν και έβαλε το αυτί στην μύτη του.
Εκείνος ανέπνεε λίγο και συγκεντρωμένος όσες δυνάμεις είχε ψιθύρισε ταραγμένος
- Φύγε, γυναίκα. Ζει ακόμα η σπίθα !Πάρε μακριά το άχυρο.
Η πρεσβυτέρα έφυγε. Σε λίγο τον άκουσε να λέει:
- Καλώς ήρθαν οι κύριοί μου, καλώς ήλθαν!... Πώς καταδεχτήκατε να έρθετε σε εμένα τον ανάξιο… Έρχομαι, έρχομαι…
Και με τα λόγια αυτά παρέδωσε το πνεύμα.

(Βίοι άγνωστων ασκητών)

(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ.Παρακλήτου,τόμος γ΄, σελ.41-42)

Σε ποιο Μοναστήρι να μονάσω;

Μια αδελφή, η οποία είχε πόθο να μονάσει, επισκέφτηκε τον Γέροντα Πορφύριο,
για να πάρει την ευχή του και να τον συμβουλευτεί.
Αφού η αδελφή του εξομολογήθηκε τον πόθο της, μεταξύ τους έγινε ο πιο κάτω διάλογος:

Ο Γέροντας την ρώτησε:

-Σε ποιο Μοναστήρι θες να πας;
-Γέροντα, δεν έχω κάπου συγκεκριμένα, αλλά εκείνο που θέλω είναι να μη δω που αναπαύει εμένα, αλλά που αναπαύεται ο Θεός να πάω, που δηλαδή θέλει.
Κι επειδή εγώ είμαι τυφλή και δεν βλέπω το θέλημα του Θεού, γι' αυτό ήρθα σε σας που βλέπετε τι θέλει ο Θεός, για να μου πείτε· κι εγώ μετά - δι' ευχών σας - θα το κάνω.
-Ε, τι θέλει ο Θεός;
Ο Θεός θέλει όπου θέλεις εσύ. Εσύ πρέπει να κοιτάξεις εκεί που θα πας να μην έχει υγρασία και μετά αναγκάζεσαι πάλι να φεύγεις για λόγους υγείας, να έχεις καλή γερόντισσα και εν πάση περιπτώσει, εσύ πρέπει να δεις τι θέλεις.
Θέλεις να γίνεις καλή ψάλτρια;
Πρέπει να δεις σε ποιο Μοναστήρι έχει καλή χορωδία και ψέλνουν ωραία.
Θέλεις να γίνεις καλή ράφτρια, να ράβεις ωραία χρυσοκέντητα;
Δες σε ποιο Μοναστήρι έχουν ωραία εργαστήρια με χρυσοκέντητα.
Θέλεις να γίνεις καλή αγιογράφος; Δες που αγιογραφούν ωραία.
Μπορεί να δεις ότι το τυπικό στο φαγητό είναι να τρώνε συχνά όσπρια κι εσύ να ειπείς "εμένα δεν μου αρέσει" ή μπορεί να πεις ότι "εδώ αυτές πολύ μιλάνε κι εγώ θέλω ησυχία, οπότε δεν μ' αναπαύει" ή κάποια άλλη μπορεί να πει ότι "εγώ θα πάω κάπου και θα κοιτάω τον εαυτό μου" και με τη σιωπή της να βοηθήσει και τις άλλες. Αφού, λοιπόν, να δεις τι θέλεις, εκεί πήγαινε.
-Γέροντα, εγώ αισθάνομαι τον Θεό μακριά μου λόγω των αμαρτιών μου·
κι εκείνο που θέλω είναι, όσο μπορώ, να φτάσω πιο πολύ κοντά Του.
Μόνη μου, όμως, δεν μπορώ· κι εκείνο που πολύ επιθυμώ είναι να έχω κάποιον πλάι μου, που να είναι κοντά στο Θεό, για να μπορέσει να με πιάσει από το χέρι και να με οδηγήσει κοντά Του.
Τότε ο Γέροντας πετάχτηκε από το κρεβάτι με έκδηλη την ευχαρίστηση στο πρόσωπό του και με χαρακτηριστικές κινήσεις των χεριών του είπε:
-Αυτό είναι! Αυτό μόνο χρειαζόμαστε! Κι αυτό είναι το θέλημα του Θεού!
Να υποταχθούμε σε κάποιον που είναι κοντά στον Θεό, για να μας οδηγήσει εκείνος κοντά στον Θεό!
-Ναι, Γέροντα, αυτό εγώ το αισθάνομαι σαν ανάγκη, αλλά έχω ένα πρόβλημα.
-Τι πρόβλημα;
- Άνθρωπο που να είναι κοντά στον Θεό και ανά πάσα στιγμή να γνωρίζει το θέλημά Του,
γνωρίζω μόνο έναν. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι, αλλά εγώ μόνον έναν γνωρίζω· εσάς.
(Τότε δεν είχε ακόμα ο Γέροντας δημόσια ανακοινώσει ότι θα είναι γυναικείο Ησυχαστήριο το συγκρότημα που έκανε στο Μήλεσι).
Της λέει, λοιπόν:
-Κι εγώ εδώ γυναικείο Μοναστήρι θα κάνω!
Η αδελφή, χαρούμενη λέει:
-Γέροντα, αν με είχατε εδώ κοντά σας, θα ήμουν πολύ ευτυχισμένη.
-Καλά. Επειδή είμαι χρόνια καλόγερος, ε…. κάτι λίγο, ξέρω κι εγώ από καλογερική!
(Εδώ είναι χαρακτηριστικό το " ε…. κάτι λίγο, ξέρω κι εγώ από καλογερική " του Γέροντα,
που υποδηλώνει μια γνήσια ταπεινοφροσύνη, ενώ είχε την Χάρη του Χριστού μέσα του ενεργό και γνώριζε τα πάντα).
Να συνεχίσεις τη δουλειά σου, να μην την αφήσεις, να με παίρνεις τηλέφωνο, θα σε παίρνω κι εγώ.
Εδώ δεν μπορώ να σε πάρω από τώρα, γιατί ούτε η Εκκλησία έχει ετοιμαστεί κι είναι κι άλλες καμμιά τριανταριά αδελφές, που θέλουν να 'ρθουν· κι αν πάρω εσένα, θα στεναχωριούνται οι άλλες.
Όταν τελειώσει η Εκκλησία και το ησυχαστήριο, τότε θα έρθεις εδώ να καθίσεις, να δεις και συ αν σου αρέσει εδώ.
Εδώ θα είναι ένας επίγειος παράδεισος!
Θα περιφράξουμε γύρω - γύρω το μοναστήρι, θα φυτέψουμε μυρτιές και τριανταφυλλιές γύρω από το φράχτη…. θα διώξουμε και τους άντρες που χτίζουν και φροντίζουν για την αποπεράτωση του ησυχαστηρίου, θα έχουμε κι έναν ιερέα για τον κόσμο να κάνει παρακλήσεις και θα φέρουμε…….. να είναι για το Μοναστήρι.
[Χρ 366 -  ]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 260 - 262)

 

Φιλαυτία είναι και η επιθυμία να φάη ή να ξεκουρασθή κανείς παραπάνω από όσο του είναι απαραίτητο. Κανονικά πρέπει να δίνουμε στο σώμα μόνον αυτό που έχει ανάγκη. Αλλο επιθυμία και άλλο ανάγκη. Αλλο είναι να θέλω να ευχαριστήσω το σώμα και άλλο να δώσω στο σώμα αυτό που έχει ανάγκη. Ας υποθέσουμε ότι έχω μπροστά μου δύο φαγητά ίδια σε βιταμίνες, αλλά το ένα είναι πιο νόστιμο από το άλλο. Αν προτιμήσω το νοστιμότερο, αυτό έχει φιλαυτία. Αν όμως έχω ανορεξία, επειδή είμαι φιλάσθενος, και προτιμήσω το νοστιμότερο, για να μπορέσω να το φάω, αυτό έχει διάκριση.
Μπορεί το σώμα, ο «κακός τελώνης», όπως το λέει ο Αββάς Μακάριος, να ζητάη παραπάνω, γιατί και ο οργανισμός είναι όπως τον συνηθίση κανείς. Όταν ο άνθρωπος έχη το στομάχι περιορισμένο, τότε εύκολα μπορεί να κάνη μια εγκράτεια· διαφορετικά γίνεται δούλος στο στομάχι του, γιατί και το στομάχι μετά έχει ανάγκη να γεμίζη. Νά, πάρε έναν που είναι πολύ χονδρός· αυτός, τόση αποθήκη που έχει κάνει, θέλει να βάλη τουλάχιστον μισό μοσχάρι μέσα, για να χορτάση, και να πιή μετά και δυο μπετόνια νερό!
-    Παλιά, Γέροντα, οι άνθρωποι είχαν πιο δυνατό οργανισμό ή βίαζαν τον εαυτό τους;
-    Είχαν φυσικά και λίγο πιο δυνατό οργανισμό, αλλά βίαζαν και τον εαυτό τους. Ο Χατζη-Γεώργης στα καλογέρια του έδινε κάθε μέρα λίγο μέλι και καρύδια. Και ήταν παιδιά δεκαπέντε χρονών, πάνω στην ανάπτυξη, αλλά είχαν την πνευματική ανάπτυξη! Σήμερα μπαίνει μια κοσμική λογική: «νά μη νηστέψουν τα παιδιά, για να μην αρρωστήσουν, να μη λείψη τίποτε από τα παιδιά, για να μη δυσκολευθούν», και τελικά ζουν κακομοιριασμένα και θέλουν μπριζόλες συνέχεια, αλλά και αυτό πάλι δεν τα βοηθάει σε τίποτε.
Αν χαίρεται κανείς, όταν δεν τρώη για την αγάπη του Χριστού, τότε τρέφεται. Αν προτιμάη το άνοστο από το νόστιμο για την αγάπη του Χριστού, τότε από το άνοστο γεύεται Χριστό.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 40-42)

ΈΝΑΣ νέος μοναχός ρώτησε μια μέρα τον Γέροντά του:
- Με ζημιώνει τάχα, Αββά, το ν’ αποκτήσω δύο χιτώνες;
- Απόκτησε δύο χιτώνες, αποκρίθηκε ο διακριτικός Γέροντας, και μην αποκτάς κακίες. Η ψυχή δεν έχει ανάγκη από τις κακίες, ενώ το σώμα έχει ανάγκη από τα ενδύματα. Αλλά όταν εχεις τ’ απαραίτητα, μάθε ν’ αρκείσαι σ’ αυτά, όπως συμβουλεύει ο Μέγας Απόστολος, και μην ζητάς παραπανίσια.

ΑΓΑΠΑ, αδελφέ, τα φτωχικά ένδύματα, αν θέλεις να διώξεις από την καρδιά σου την υψηλοφροσύνη. Όποιος αγαπά την πολυτέλεια, είναι αδύνατο να αποκτήσει ταπεινοσύνη. Είναι φυσικό να διαμορφώνεται ο εσωτερικός άνθρωπος σύμφωνα με τον εξωτερικό.

Ο ΑΒΒΑΣ Παμβώ θέλει τον μοναχό ντυμένο με τέτοια ρούχα, που, αν τα πετάξει στον δρόμο, να μην καταδεχτούν ούτε οι ζητιανοι να τα πάρουν.

ΚΑΠΟΙΟΣ πλούσιος Χριστιανός επισκέφθηκε καποτε έναν Ερημίτη και φευγοντας του πρόσφερε ένα γερό φιλοδώρημα. Εκείνος όμως με κανένα τροπο δεν ήθελε να το δεχτεί.
- Πάρ’ το, Αββά, τον παρακαλούσε ο επισκέπτης, και μοίρασέ το στους φτωχούς.
- Αυτό είναι διπλή ντροπή για μένα, παιδί μου, του αποκρίθηκε ο Γέροντας, να παίρνω χωρίς να εχω ανάγκη και να κενοδοξώ μοιράζοντας τα ξένα ελεημοσύνη.

ΑΝ ΔΩΣΕΙΣ ελεημοσύνη, λέει άλλος Γέροντας, κι ο λογισμός σε θλίβει πως έδωσες πολύ, μην δίνεις προσοχή σ’ αυτόν, γιατί είναι σατανικός. Καλύτερα όμως για σένα είναι να ζεις με τόση ακτημοσύνη, που να έχεις ανάγκη από τους άλλους να σ’ ελεούν. Εκείνος που δίνει, έχει την ικανοποίηση πως κάνει κάτι καλό. Αλλά όποιος στερείται και δεν έχει ποτέ να δώσει κάτι, αποκτά ταπεινοσύνη, με την σκέψη πως ποτέ δεν κανει τίποτε καλό. Έτσι έζησαν οι Πατέρες μας. Μ’ αυτόν τον τροπο βρήκε τον Θεό ο Μέγας αρσένιος.

ΕΠΑΙΝΟΥΣΑΝ οι Πατέρες την ακτημοσύνη και την αφιλοχρηματία του Αββά Αγάθωνος και του υποτακτικού του. Όταν κατέβαιναν στην αγορά να πουλήσουν το εργόχειρό τους, έλεγαν μια φορά την τιμή στον αγοραστή. Αν εκείνος άρχιζε τα παζαρεματα, αυτοί σώπαιναν και τον άφηναν να τους δώσει όσα ήθελε. Αν πάλι είχαν ανάγκη οι ίδιοι ν’ αγοράσουν κάτι, έδιναν αμέσως τα χρήματα που τους ζητούσαν, χωρίς να βγάλουν λεξη από το στόμα τους.

ΣΤΗΝ αρχή της ασκητικής του ζωής, τον πολεμησε με πολλή μανία ο διάβολος τον Όσιο Αντώνιο. Όταν, πολύ νέος ακόμη, ξεκίνησε για την έρημο, του έριξε εμπρός στα πόδια του έναν ασημένιο δίσκο. Βλεποντάς τον ο Αντώνιος, συλλογίστηκε:
- Πώς είναι δυνατόν να βρεθεί τέτοιο πράγμα σε τούτο τον άβατο τοπο; Τεχνασμα δικό σου είναι, διάβολε, για να με ρίξεις στην φιλαργυρία. Μα δεν πρόκειται με τέτοια να εμποδίσεις την προθυμία μου.
Καθώς έλεγε αυτά, ο δίσκος έγινε άφαντος από τα μάτια του.
Άλλη φορά πάλι βρήκε πραγματικό χρυσό στην έρημο. Τον περιφρόνησε όμως κι ούτε γύρισε να τον κοιτάξει.


Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 42-44)

«Όταν νιώθω την αδυναμία μου, τότε συνειδητοποιώ πως είμαι δυνατός» (Β’ Κορ. 12:10)

    Είναι θαυμαστό να γνωρίζεις την πνευματική δύναμη όταν βρίσκεσαι στο μέσο φυσικής αδυναμίας.
    Η Άννι Φλιντ ήταν παράλυτη με αρθρίτιδα, σχεδόν τυφλή, έδινε μάχη με τον καρκίνο κι ήταν κατάκοιτη για πολύ καιρό. Κι όμως έγραψε: «Ο Θεός δίνει περίσσια χάρη όταν τα φορτία μεγαλώνουν. Στέλνει περισσότερη δύναμη όταν οι αγωνίες πληθαίνουν. Στην επιπρόσθετη θλίψη προσθέτει έλεος. Όταν έχουμε εξαντλήσει τα αποθέματα της αντοχής, όταν η δύναμή μας πέφτει, όταν φτάσουμε στο τέλος των εφοδίων μας, τότε αρχίζει ο Ουράνιος Πατέρας μας να μας δίνει τα δώρα Του»
    Αγαπητέ μας φίλε, αγαπητή μας φίλη, στην αδυναμία σου ζήτησε δύναμη από το Θεό. Θα σου τη δώσει και, σαν τον απόστολο Παύλο, θα καταλάβεις κι εσύ ότι μέσα στη δική σου αδυναμία φαίνεται η δύναμη του Θεού στη ζωή σου.

 

«Εγώ είμαι μαζί σου, μη φοβάσαι. Εγώ είμαι ο Θεός σου, μην τρομάζεις. Θα σ’ ενισχύσω, θα σε βοηθήσω, θα σε στηρίξω με το δίκαιο χέρι μου, το δυνατό» (Ησ. 41:10)

    Έρχονται περιστάσεις στη ζωή, που όλες οι δυνάμεις μας μας εγκαταλείπουν. Τότε είναι ο καιρός της πίστης. Ο Θεός δε μας εγκαταλείπει. Μη φοβάσαι, παιδί του Θεού! «Μπορεί τάχα η μάνα το βρέφος της να λησμονήσει, και να μη δείξει την αγάπη της στο σπλάχνο της που γέννησε; Μα κι αν ακόμα εκείνες λησμονήσουν, δε θα σε λησμονήσω εγώ. Να, κοίτα, μες στις παλάμες των χεριών μου σε ζωγράφισα», λέει ο Κύριος (Ησ. 49:15-16).
    Ο Τέυλορ, ο διάσημος ιεραπόστολος, βρισκόταν άρρωστος στο Νταβός της Ελβετίας, όταν έφτασαν οι τρομερές ειδήσεις για την επανάσταση των Μπόρξερ. Εξαντλημένος, στο κρεβάτι του, έλεγε: «Δεν μπορώ ούτε να προσευχηθώ, αλλά μπορώ να σκεφτώ, μπορώ να εμπιστεύομαι». Αυτό ζητά ο Θεός από μας, να Τον εμπιστευόμαστε σ’ όλες τις περιστάσεις. «Και σε κοιλάδα που τη σκιάζει ο θάνατος αν περπατήσω, δε θα φοβηθώ, γιατί Εσύ είσαι μαζί μου» έψαλλε ο Δαβίδ (Ψαλ. 23:4). Το τέλος του ήταν σωτηρία και δόξα. «Μη φοβάσαι -λέει- μόνο πίστευε» (Μαρκ. 5:36).

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

Αυτός που τιμά τον ιερέα, θα τιμήσει και το Θεό• αυτός που έμαθε όμως να περιφρονεί τον ιερέα, καθώς προχωράει θα περιφρονήσει κάποτε και το Θεό. «Αυτός που δέχεται εσάς», λέγει, «εμένα δέχεται»• και, «τους ιερείς αυτού», λέγει, «τίμα τους». Από εδώ έμαθαν οι Ιουδαίοι να περιφρονούν το Θεό, γιατί περιφρόνησαν το Μωυσή, γιατί τον λιθοβολούσαν. Όταν κάποιος δείχνει ευλάβεια απέναντι στον ιερέα, πολύ περισσότερο θα δείξει προς το Θεό. Κι αν ο ιερέας είναι φαύλος, ο Θεός βλέποντας ότι, εξ αιτίας της τιμής προς αυτόν, εκτιμάς και τον ιερέα τον ανάξιο τιμής, θα σου αποδώσει και αυτός την αμοιβή.
Εάν λοιπόν «αυτός που δέχεται προφήτη», λέγει, «στο όνομα προφήτη, θα λάβει μισθό προφήτη», είναι φανερό ότι θα λάβει μισθό και αυτός που τιμά και υπακούει και υποτάσσεται στον ιερέα. Αν δηλαδή εκεί, όπου γίνεται λόγος για φιλοξενία, εκεί που δε γνωρίζεις εκείνον που φιλοξενείς, λαμβάνεις τόσο μεγάλο μισθό, πολύ περισσότερο θα λάβεις αν υποταγείς σ’ αυτόν που διατάσσει να υποτάσσεσαι. «Στην καθέδρα του Μωυσή», λέγει, «κάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι• όλα λοιπόν όσα σας λέγουν να κάμνετε, κάμνετέ τα• σύμφωνα με τα έργα τους όμως μη πράττετε». Δεν ξέρεις τι είναι ο ιερέας; Είναι άγγελος του Κυρίου. Μήπως λέγει τα δικά του; Αν τον περιφρονείς, δεν περιφρονείς αυτόν, αλλά το Θεό που τον χειροτόνησε. Και από που, λέγει, είναι φανερό ότι τον χειροτόνησε ο Θεός; Λοιπόν, αν δεν έχεις αυτή την γνώμη, η ελπίδα σου έχει χαθεί. Αν ο Θεός τίποτε δεν ενεργεί μέσω αυτού, ούτε το βάπτισμα έχεις, ούτε στα μυστήρια μετέχεις, ούτε απολαμβάνεις ευλογίες• άρα δεν είσαι Χριστιανός.
3. Τι λοιπόν; λέγει• όλους ο Θεός τους χειροτονεί, και τους ανάξιους; Όλους βέβαια δεν τους χειροτονεί ο Θεός, μέσω όλων όμως αυτός ενεργεί, και αν ακόμη συμβαίνει να είναι ανάξιοι, για να σωθεί ο λαός. Γιατί, αν κάποτε μίλησε μέσω του όνου, και μέσω του Βαλαάμ, μέσω ανθρώπου μιαρού, για χάρη του λαού, πολύ περισσότερο ομιλεί μέσω του ιερέως. Γιατί τι είναι αυτό που δεν το κάμνει ο Θεός για την σωτηρία μας; Τι είναι αυτό που δεν το λέει; μέσω ποιού δεν ενεργεί; Αν ενέργησε μέσω του Ιούδα, και μέσω αυτών που προφητεύουν, στους οποίους λέγει, «δεν σας γνωρίζω, φύγετε από κοντά μου σεις που εργάζεσθε την ανομία», και άλλοι και δαίμονες έβγαλαν, πολύ περισσότερο θα ενεργήσει μέσω των ιερέων. Γιατί, αν πρόκειται να ερευνούμε την ζωή των προϊσταμένων, τότε εμείς οι ίδιοι θα χειροτονήσουμε τους δασκάλους, και όλα θα γίνουν άνω κάτω, τα πόδια θα βρεθούν επάνω και το κεφάλι κάτω. Άκου τον Παύλο που λέγει• «εμένα μου είναι τελείως αδιάφορο το να κριθώ από σας ή από ανθρώπινο δικαστήριο»• και πάλι• «συ γιατί κρίνεις τον αδελφό σου;». Αν δεν πρέπει να κρίνεις τον αδελφό σου, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να κρίνεις το δάσκαλο. Γιατί, αν αυτό το διέταξε ο Θεός, καλά κάμνεις, κι αν δεν το κάμνεις αμαρτάνεις• αν όμως διέταξε το αντίθετο, μη τολμάς και μην επιχειρείς πέρα από τα εσκαμμένα. Μετά την κατασκευή του μοσχαριού ξεσηκώθηκαν εναντίον του Ααρών οι γύρω από τον Κορέ και Δαθάν και Αβειρών• τι λοιπόν; δε χάθηκαν;
Ο καθένας ας μεριμνά για τα δικά του. Αν έχει όμως δόγμα διεστραμμένο, κι αν ακόμα είναι άγγελος, μην υπακούς σ’ αυτόν· αν διδάσκει ορθά, μη κοιτάς τη ζωή του, αλλά τα λόγια του. Έχεις τον Παύλο που σε καθοδηγεί προς το σωστό και με τα έργα και με τα λόγια. Αλλά, λέγει, δε δίνει στους φτωχούς κι ούτε διοικεί καλά. Από που το αντιλήφθηκες αυτό; Πριν μάθεις μην κατηγορείς• να φοβάσαι τις ευθύνες. Πολλές κρίσεις γίνονται με βάση την υποψία. Μιμήσου το Δεσπότη σου• άκουε αυτόν που λέγει• «αφού κατεβώ θα δω αν γίνονται σύμφωνα με τις κραυγές που βγάζουν• ει δε μη, για να γνωρίσω». Αν όμως έμαθες και εξέτασες και είδες, περίμενε τον κριτή• μη προαρπάξεις τη θέση του Χριστού. Εκείνου έργο είναι να εξετάζει αυτά, όχι δικό σου. Συ είσαι έσχατος δούλος, όχι Δεσπότης. Συ είσαι πρόβατο• μην εξετάζεις τον ποιμένα, για να μη δώσεις λόγο και γι’ αυτά για τα οποία κατηγορείς εκείνον. Και πώς, λέγει, εμένα μου λέγει να τα κάμνω, ενώ αυτός δεν τα κάμνει; Δε σου λέγει αυτός• αν πείθεσαι σ’ αυτόν, δε έχεις μισθό• ο Χριστός σου τα παραγγέλλει αυτά. Και τι λέγω; Ούτε στον Παύλο πρέπει να υπακούς, αν λέγει κάτι δικό του, αν λέγει κάτι ανθρώπινο, αλλά στον απόστολο που έχει μέσα του το Χριστό που ομιλεί μέσω αυτού.
Ας μην κρίνουμε τα ξένα, αλλά καθένας τα δικά του• εξέτασε την ζωή σου. Αλλά, λέγει, εκείνος οφείλει να είναι καλύτερος από μένα. Γιατί; Γιατί είναι ιερεύς. Και τι δεν έχει περισσότερο από σένα; Δεν έχει τους μόχθους; δεν έχει τους κινδύνους; δεν έχει την αγωνία; δεν έχει την ταλαιπωρία; Έχοντας λοιπόν αυτά πώς δεν είναι καλύτερος από σένα; Κι αν δεν είναι καλύτερος, πες μου, άραγε πρέπει εσύ να καταστρέφεις τον εαυτό σου; Αυτά τα λόγια είναι ανόητα. Από που έβγαλες το συμπέρασμα ότι δεν είναι καλύτερος από σένα; αν κλέβει, λέγει, και ιεροσυλεί. Από που το γνωρίζεις, άνθρωπε; γιατί σπρώχνεις τον εαυτό σου στο γκρεμό; Κι εσύ βέβαια, αν σου πει κάποιος ότι ο τάδε έχει πορφύρα, κι αν ακόμη το γνωρίζεις, κλείνεις τ’ αυτιά σου, κι αν είσαι σε θέση να τον ελέγξεις, αμέσως το υπερπηδάς και προσποιείσαι ότι δε γνωρίζεις, μη θέλοντας να φορτωθείς περιττό κίνδυνο• εδώ όμως όχι μόνο δεν το υπερπηδάς, αλλά και φορτώνεσαι περιττό κίνδυνο. Αυτά τα λόγια δεν είναι ανεύθυνα• γιατί άκουε τον Χριστό που λέγει• «σας λέγω, ότι για κάθε λόγο ανωφελή που θα πουν οι άνθρωποι, θα δώσουν λόγο γι’ αυτόν κατά την ημέρα της κρίσεως».
Πράγματι λοιπόν νομίζεις ότι είσαι καλύτερος από κάποιον και δεν στενάζεις, ούτε χτυπάς το στήθος σου, ούτε σκύβεις κάτω, ούτε μιμείσαι τον τελώνη; Λοιπόν έχασες τον εαυτό σου, κι αν ακόμη είσαι καλύτερος. Είσαι καλύτερος; Σιώπα, για να μένεις καλύτερος• αν όμως μιλήσεις, έχασες το παν. Αν νομίσεις ότι είσαι καλύτερος, δεν είσαι, αν δε νομίσεις, πολύ πρόσθεσες. Αν δηλαδή εκείνος που ήταν αμαρτωλός, επειδή το ομολόγησε, κατέβηκε από το ναό δικαιωμένος, αυτός που δεν είναι πολύ αμαρτωλός, αλλ’ είναι πεπεισμένος ότι είναι τέτοιος, τι δε θα κερδίσει; Εξέτασε τη ζωή σου. Δεν κλέβεις; αλλά αρπάζεις, αλλά βιάζεις, αλλά μύρια αλλά τέτοια κάμνεις. Αναφέρω την κλοπή όχι επαινώντας την, μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλ’ είναι άξιος και πολλών δακρύων αν τυχόν κάποιος είναι τέτοιος• γιατί δεν πείθομαι. Το πόσο κακό είναι η ιεροσυλία, δεν είναι δυνατό να το πω• αλλά σέβομαι εσάς• γιατί δε θέλω να μειώνεται η δική σας αρετή με το να κατηγορώ άλλους. Πες μου τι υπάρχει χειρότερο από τον τελώνη; Ήταν αλήθεια ότι και τελώνης ήταν και ένοχος μυρίων κακών• και μόνο με το να πει ο Φαρισαίος ότι «δεν είμαι όπως αυτός ο τελώνης», έχασε τα πάντα. Συ λες για τον ιερέα, "ότι δεν είμαι όπως αυτός ο ιερόσυλος", και δε χάνεις τα πάντα; Αναγκάζομαι να τα λέγω αυτά και να εξετάζω αυτό το θέμα, όχι επειδή με ενδιαφέρει τόσο για εκείνους, αλλ’ επειδή φοβάμαι για σας, μη τυχόν χάσετε την αρετή σας μ’ αυτή την καύχηση, με την κατάκριση. Γιατί άκουε τον Παύλο που προτρέπει και λέγει• «το έργο του ο καθένας ας το εξετάζει μόνος του, και τότε θα έχει λόγο καυχήσεως για τον εαυτό του μόνο και όχι σε σύγκριση με άλλον».
4. Πες μου, αν πας σε ιατρείο έχοντας τραύμα, δεν αφήνεις να σου βάλει φάρμακο και να θεραπεύσει την πληγή ο γιατρός, αλλ’ εξετάζεις αν έχει πληγή ή δεν έχει; Κι αν έχει φροντίζεις για την πληγή; Ή επειδή εκείνος έχει πληγή, δε θεραπεύεις τη δική σου και λες, έπρεπε αυτός, αφού είναι γιατρός, να είναι υγιής, επειδή όμως δεν είναι αυτός υγιής, ενώ είναι γιατρός, αφήνω κι εγώ την πληγή μου αθεράπευτη; Μήπως λοιπόν αν ο ιερεύς είναι κακός, θα είναι αυτό παρηγοριά για τον αρχόμενο; Καθόλου, αλλ’ εκείνος βέβαια θα υποστεί την ορισμένη τιμωρία, θα υποστείς όμως και συ την οφειλόμενη και πρέπουσα• καθόσον ο δάσκαλος αναπληρώνει μόνο τη θέση. Γιατί λέγει, «θα είναι όλοι διδακτοί του Θεού και δε θα πουν, γνώρισε τον Κύριο, γιατί όλοι απ’ αυτούς θα με αναγνωρίσουν από τον μικρό έως τον μεγάλο». Για ποιο λόγο λοιπόν, λέγει, προκάθεται; για ποιο λόγο προΐσταται; Ας μη κακολογούμε, παρακαλώ, τους δασκάλους, ούτε να τους εξετάζουμε σχολαστικά, για να μη βλάψουμε τους εαυτούς μας. Ας εξετάζουμε τα δικά μας κι ας μην πούμε κακό για κανέναν.
Ας σεβασθούμε εκείνη την ημέρα κατά την οποία μας φώτισε. Αν έχει κάποιος πατέρα, κι αν ακόμα αυτός έχει μύρια κακά, όλα τα καλύπτει. Γιατί λέγει, «μην δοξάζεσαι στην ατιμία του πατέρα σου. Δεν είναι για σένα η δόξα τόσο, όσο η ντροπή». Κι αν του λείπει η σύνεση, συγχώρα τον. Αν λοιπόν για τους σωματικούς πατέρες πρέπει να τα λέμε αυτά, πολύ περισσότερο για τους πνευματικούς. Σεβάσου το ότι καθημερινά σε υπηρετεί• σε οδηγεί στην ανάγνωση των Γραφών για σένα στολίζει τον οίκο του Θεού• για σένα αγρυπνεί• για σένα προσεύχεται• για σένα στέκεται και παρακαλεί το Θεό• για σένα κάμνει ολονύκτιες παρακλήσεις• για σένα είναι σ’ αυτόν όλη η θρησκεία. Σεβάσου όλα αυτά• σκέψου αυτά• πλησίασε με κάθε ευλάβεια. Πες μου, είναι φαύλος; Και τι μ’ αυτό; Μήπως αυτός που δεν είναι φαύλος αυτός σου χαρίζει τα μεγάλα αγαθά; Καθόλου. Το παν γίνεται ανάλογα με τη δική σου πίστη. Ούτε ο δίκαιος θα σ’ ωφελήσει σε κάτι, εφόσον εσύ δεν είσαι πιστός, ούτε ο φαύλος θα σε βλάψει σε κάτι, εφόσον είσαι εσύ πιστός. Μέσω των βοδιών ενέργησε ο Θεός στην κιβωτό, όταν ήθελε να σώσει το λαό. Μήπως δηλαδή η ζωή του ιερέως, μήπως η αρετή του συμβάλλει τόσο πολύ; Αυτά που χαρίζει ο Θεός δεν είναι τέτοια, ώστε να συντελούνται από την αρετή του ιερέως• το παν οφείλεται στη χάρη του Θεού• αυτού έργο είναι ν’ ανοίξει μόνο το στόμα, το παν όμως ο Θεός το εργάζεται• αυτός γίνεται μόνο το σύμβολο.
… Θέλω κάτι παράξενο να σας πω, αλλά μην απορήσετε, ούτε να ταραχθείτε. Ποιο είναι λοιπόν αυτό; Η προσφορά είναι η ίδια, είτε την προσφέρει ο τυχών, είτε ο Παύλος, είτε ο Πέτρος• είναι η ίδια εκείνη που ο Χριστός έδωσε στους μαθητές του, και αυτήν την ίδια προσφέρουν οι σημερινοί ιερείς• αυτή δεν είναι καθόλου κατώτερη εκείνης, γιατί και αυτήν δεν την αγιάζουν άνθρωποι, αλλ’ εκείνος που αγίασε και εκείνην. Όπως ακριβώς τα λόγια που είπε ο Θεός είναι τα ίδια με αυτά που και σήμερα λέγει ο ιερεύς, έτσι και η προσφορά είναι η ίδια, και το βάπτισμα που μας παρέδωσε. Έτσι το παν είναι της πίστεως. Χορηγήθηκε αμέσως το Πνεύμα στον Κορνήλιο, επειδή προηγουμένως πρόσφερε όσα εξαρτιόνταν απ’ αυτόν και μαζί πρόσφερε και την πίστη του. Κι αυτό λοιπόν σώμα είναι κι εκείνο• αυτός που νομίζει ότι αυτό είναι κατώτερο απ’ εκείνο, δε γνωρίζει ότι ο Χριστός είναι και τώρα παρών και ότι και τώρα ενεργεί.
(ΕΠΕ τόμος 23, σελ. 495-505)


Όταν ήμουν μικρή οι γονείς μου μού έκαναν όλα τα χατίρια, μου αγόραζαν ό,τι ήθελα και με πήγαιναν όπου τους ζητούσα! Θυμάμαι κάποιες Απόκριες γυρίσαμε όλα τα μαγαζιά για να βρω τη στολή που ήθελα. Αν δε μου άρεσε το φαγητό, η μαμά μού έκανε ειδική παραγγελία! Στο σπίτι υπήρχε αφθονία αγαθών και παιχνιδιών και διάθεση πάντα να με ικανοποιούν! Και όταν καμιά φορά, σπάνια, δε μου έκαναν το θέλημα μου, με λίγα δάκρυα και λίγα μούτρα αποκαθίστατο η τάξη! Είχα γίνει εν ολίγοις ένας μικρός δικτάτορας!
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα βράδυ ο πατέρας μου ήθελε να δει ποδόσφαιρο αλλά εγώ ήθελα να δω μια ταινία. Μια ολιγόλεπτη σκηνή από μέρους μου ήταν αρκετή για να γυρίσει ο πατέρας μου το κανάλι! Χώθηκα μέσα στην αγκαλιά του και έτσι είδαμε μαζί την ταινία! Όποτε ήθελα να κάνω πάρτι οι γονείς μου έκαναν όλες τις ετοιμασίες, μαγείρευαν οι ίδιοι πολλές λιχουδιές και όλα τα παιδιά έφευγαν ικανοποιημένα.
Όταν έφτασα στην εφηβεία ο πατέρας μου αρρώστησε και σύντομα πέθανε! Τότε για πρώτη φορά κατάλαβα ότι δεν μπορεί σε αυτή τη ζωή να γίνεται πάντα το δικό μου! Όσα μούτρα και να έκανα τον μπαμπά μου δεν μπορούσα να τον έχω πια! Και κάπως έτσι άρχισα να συνειδητοποιώ πως στη ζωή υπάρχει και το όχι , υπάρχει και η ματαίωση και η απογοήτευση και η θλίψη! Ο γυάλινος πύργος που ζούσα μέχρι τότε έγινε θρύψαλα!
Οι γονείς μου με αγαπούσαν και με φρόντιζαν αλλά παρέλειψαν το πιο σημαντικό μάθημα… την προετοιμασία για την σκληρή πραγματικότητα αυτής της ζωής! Δεν τους κατηγορώ… έκαναν αυτό που ήξεραν και αυτό που ένιωθαν και νόμιζαν σωστό. Λέω όμως ότι αυτό έγινε και είχε τις συνέπειες του! Η μετάβαση στο χώρο της ενηλικίωσης ήταν πολύ δύσκολη για μένα καθώς έπρεπε να προσαρμοστώ σε νέους ρυθμούς και κανόνες… οποίο πολιτισμικό σοκ! Εγώ μέχρι πρότινος ζούσα στη χώρα της ειρήνης και της ησυχίας όμως αυτός ο κόσμος είναι τόσο φασαριόζικος και μέσα και έξω!
Και όταν βρέθηκα αντιμέτωπη με δύσκολες καταστάσεις δεν μπορούσα να ανταποκριθώ γιατί όλα μου τα προβλήματα τα έλυναν οι γονείς μου και τώρα ο πατέρας μου έφυγε και η μητέρα μου αρρώστησε και δε με είχαν μάθει να παλεύω μόνη μου! Έτσι δεν είχα καμία αυτοπεποίθηση, καθόλου θάρρος, κανένα αγωνιστικό φρόνημα και καμία αποφασιστικότητα! Κάτι όμως έπρεπε να γίνει… αλλιώς θα χανόμουν!
Φαίνεται πως ο πατέρας μου δεν έπαψε να φροντίζει για μένα από κει ψηλά και έτσι οδήγησε τα βήματα μου στο Χριστό! Όταν γνώρισα το Χριστό έμαθα για πρώτη φορά ποια είναι η σωστή, η υγιής, η λειτουργική και η αποτελεσματική αγάπη! Και αυτή είναι η πνευματική αγάπη…. Μια αγάπη που απελευθερώνει! Εγώ μεγάλωσα στους κόλπους της συναισθηματικής αγάπης που εμπεριέχει πάθη και αδυναμίες. Η πνευματική αγάπη όμως είναι εξαγιασμένη, περνάει και φιλτράρεται μέσα από το Χριστό και αγαπάμε πλέον τον άλλο ως ένα πρόσωπο –εικόνα του Θεού και που ως τέτοιο οφείλουμε να το τιμάμε και ανάλογα να του συμπεριφερόμαστε! Και αγαπάμε το Χριστό πιο πολύ από κάθε άνθρωπο και κάπως έτσι σπάνε τα συναισθηματικά δεσμά που μας καταδυναστεύουν!
Έτσι ούτε ο γονιός προσκολλάται πλέον στο παιδί ούτε το παιδί με τη σειρά του χειραγωγεί το γονιό! Κάθε εν Χριστώ σχέση τη διαπερνά χαρά, σεβασμός, εμπιστοσύνη και κυρίως ελευθερία! Ο Χριστός μας αγάπησε μέχρι θυσίας…. όμως μας έβαλε και όρια, μας λέει και όχι, μας βάζει και τιμωρία… μας διαπαιδαγωγεί με την πανσοφία Του και το Μέγα Έλεος Του! Ο Χριστός είναι ο καλύτερος δάσκαλος και η Αγάπη Του αδιαμφισβήτητη! Όλοι οι άνθρωποι λοιπόν σ’Αυτόν να προσφεύγουμε για να μας τα μαθαίνει όλα απ’την αρχή σωστά! (Α.Κ.Β)

14. «Συ ει η βάτος, εν η αφλέκτως Μωυσής κατείδεν ως φλόγα το πυρ της Θεότητος» (Ω).

Η Εκκλησία, στο περιστατικό της «καιομένης και μη καταφλεγομένης» Βάτου του Μωυσέως (Έξοδ. γ' 1 –3), είδε μια πρώτη προτύπωσι του μεγάλου μυστηρίου του τόκου της Παρθένου Μαρίας (Ω) . Όπως η βάτος φλεγόταν, αλλά δεν καιγόταν, έτσι και στην περίπτωσι της Θεοτόκου: «το πυρ της θεότητος» δεν έκαψε «την νηδύν της Παρθένου» κατά την Ενσάρκωσι του Θεού.

Ο Θεός στην Π. Διαθήκη είπε: «Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπόν μου και ζήσεται» (Έξοδ. ιγ' 20). Στην περίπτωσι της Θεοτόκου βλέπομε μια εντελώς νέα σχέσι του Θεού με τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος συνάπτεται με τον Θεό σε μια στενή και οικεία σχέσι, χωρίς η ανθρώπινη φύσις να αφανίζεται και να καταστρέφεται, αντίθετα δε αγιάζεται και θεώνεται.

Η Θεοτόκος έκανε τον «απρόσιτον Θεόν προσιτόν» στους ανθρώπους. Από την εποχή της Παρθένου οι άνθρωποι μπορούν να συνδέωνται με τον Θεό σε μία σχέσι οικειώσεως και θεώσεως. Ο άνθρωπος μετέχει δια της πίστεως στη ζωή του Θεού και ο Θεός κοινωνεί με τον άνθρωπο δια της σωζούσης χάριτος και ενεργείας του. Το πυρ της θεότητος δεν κατακαίει πια τον άνθρωπο, αλλά τον φωτίζει, τον καθαρίζει και τον θεοποιεί. Μπροστά στο μυστήριο αυτό της θείας κοινωνίας, που το εκφράζει απόλυτα η συμμετοχή του πιστού στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, ο άγιος Συμεών, ο νέος Θεολόγος θαυμάζει: «Του πυρός μεταλαμβάνω, χόρτος ων και ξένον θαύμα! Δροσιζόμενος αφράστως ωσπερούν η βάτος πάλαι, η αφλέκτως καιομένη» (I) .

15. «Εν τη ερυθρά θαλάσση της απειρογάμου Νύμφης εικών διεγράφη ποτέ» (Π).

Η ορθόδοξη ευσέβεια βρήκε προτυπώσεις και εικόνες της Θεοτόκου όχι μόνο σε πρόσωπα και πράγματα της Π. Διαθήκης, αλλά και σε ιστορικά γεγονότα. Ένα τέτοιο σημαντικό γεγονός είναι και η θαυματουργική διάβασι της Ερυθράς θαλάσσης από τους Εβραίους (Έξ. ιδ' 21). Δύο λεπτομέρειες του περιστατικού αυτού ενέπνευσαν αντίστοιχες προεικονίσεις της Θεοτόκου: «Τότε τον βυθόν επέζευσεν α β ρ ό χ ω ς Ισραήλ – νυν δε τον Χριστόν εγέννησεν α σ π ό ρ ω ς η Παρθένος». Και το ότι «η θάλασσα μετά την πάροδον του Ισραήλ έμεινεν άβατος– η άμεμπτος μετά την κύησιν του Εμμανουήλ έμεινεν ά φθ ο ρ ο ς».

Το πρόσωπο της Παρθένου έχει τόση κεντρική σημασία στη ζωή των χριστιανών όση είχε για τους Εβραίους η διάβασις της Ερυθράς θαλάσσης. Η θαυματουργική διέλευσις της Ερυθράς ήταν το αποφασιστικό γεγονός, με το οποίο ο Θεός διαβεβαίωσε τον Ισραήλ για την αμετάκλητη απόφασί του να οδηγήση τον Λαό του στη γη της Επαγγελίας. Η Θεοτόκος είναι το πρόσωπο που φανέρωσε την αμετάκλητη απόφασι του Θεού να οδηγήση την ανθρωπότητα «όπου ην το πρότερον». Όπως η Ερυθρά έτσι και η Θεοτόκος, είναι «σημείον» Θεού. Το καθένα έχει ένα μήνυμα: Η Ερυθρά ήταν ένας μεγάλος σταθμός στην πορεία των Εβραίων προς την Πατρίδα. Η Θεοτόκος ήταν ο μεγάλος σταθμός στην πορεία της ανθρωπότητος προς την αιώνια Πατρίδα.

Ο δρόμος προς την αιωνιότητα περνάει οπωσδήποτε από την Θεοτόκο. Η Παναγία είναι η «διάβασι», το πέρασμα. Δεν μπορεί κανείς να περάση την Ερυθρά θάλασσα της ζωής παρά μόνο δια της Θεοτόκου. Χωρίς την Παναγία, την Οδηγήτρια δεν μπορεί κανείς να φθάση την αιωνία Πατρίδα. Η Θεοτόκος δεν είναι μόνο «κλίμαξ του Ουρανού». Αποδεικνύεται, ότι είναι και «γέφυρα» της αιωνιότητος: «η μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν» (Ω).

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 36-37 )

katafigioti

lifecoaching