ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 7.20-9 βράδυ
Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
Μπορεί ο διάβολος να διαθέτει όπλα ισχυρά και πονηρά ενέδρα. Μπορεί να μετέρχεται το παν εναντίον μας και με μανία να μας επιτίθεται για να μας αιχμαλωτίσει. Όμως δεν είναι ισχυρότερος από τον Κύριο. Κι όπως λαοί μικροί και αδύνατοι δεν φοβούνται, όταν έχουν εξασφαλισμένη τη συμμαχία μιας μεγάλης και ισχυρής χώρας, έτσι και μείς δεν έχουμε να πτοηθούμε από τις πανουργίες του διαβόλου, εφ’ όσον κοντά μας βρίσκεται ο πανίσχυρος Κύριος Ιησούς Χριστός, τον οποίο φοβείται και τρέμει ο διάβολος.
Ο Κύριος είναι φοβερός εις τους εχθρούς και έγινε άνθρωπος και «εις τούτο εφανερώθη... ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α΄ Ιωάν. 3, 8). Η θυσία του έγινε για να καταργήσει «τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτ’ έστι τον διάβολον, και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας» (Εβρ. 2, 14-15). Ο Κύριος έργο Του είχε στη γη την απελευθέρωση των ανθρώπων από την τυραννία του διαβόλου. «Διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας τους καταδυναστευομένους υπό του διαβόλου» (Πραξ. 10, 38) και με τη σταυρική Του θυσία έγινε «αίτιος σωτηρίας αιωνίου» (Εβρ. 5, 9).
Όσες φορές ο διάβολος αντιμετώπισε τον Κύριο έφυγε κατησχυμένος. Κι όταν Τον πείραξε στο Σαραντάριο όρος νικήθηκε από τον Κύριο και αργότερα υφιστάμενος της θαυματουργή ενέργεια των λόγων Του, τρέμοντας και στενάζοντας αναγκαζόταν να εγκαταλείψει τα θύματά του και να απέρχεται στην άβυσσο. Ποτέ δεν τόλμησε να αντισταθεί στον Κύριο. Πάντοτε ανεγνώριζε τη δύναμή Του και Του μιλούσε με λόγια ικετευτικά. Όταν ο Κύριος κατέβηκε στον Άδη κατήργησε το βασίλειο του διαβόλου και έδωσε την ελευθερία στους δεσμίους.
Γι’ αυτό κι ο Μ. Αντώνιος συνιστά να μη φοβόμαστε τους δαίμονες γιατί όλα τους τα όπλα είναι ανίσχυρα μπροστά στη χάρη του Θεού. «Δεν αρμόζει να φοβόμαστε τους δαίμονες, γιατί οι πανουργίες τους είναι τίποτε σε σχέση με τη χάρη του Θεού» (ΒΕΠΕΣ 33, 24). Δεν έχουμε φόβο πια από τις επιθέσεις τους. Μπορεί να είναι πυρωμένα τα βέλη του, πολυμήχανος ο νους του. Όλα αυτά όμως είναι μηδέν μπροστά στη δύναμη του Ιησού Χριστού, του οποίου και μόνο το όνομα, όταν προφέρεται με πίστη και ευλάβεια, μπορεί να τρέψει σε φυγή στράτευμα ολόκληρο δαιμόνων. «Και Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους» είναι το σύνθημα κάθε πιστού στρατιώτη του Κυρίου. Ο Κύριος είναι δυνατός και κρατά υποχείριο τον πονηρό δράκοντα, ώστε εμείς να τον εμπαίζουμε και να τον καταισχύνουμε, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Μ. Αντώνιος: «Ο δράκων (ο διάβολος) συνελήφθη με άγκιστρο από τον Σωτήρα Χριστό, όπως το ζώο που του πέρασαν κρίκο στη μύτη, όπως ο δραπέτης δένεται με κρίκο από τη μύτη και με ψελλίο έχει τρυπημένα τα χείλη. Και έχει δεθεί από τον Κύριο σαν πουλάκι για να περιπαίζεται από μας» (ΒΕΠΕΣ 33, 24).
Ο Κύριος ο ίδιος μας έχει διαβεβαιώσει ότι «μείζων εστίν ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω» (Α΄ Ιωάν. 4, 4). Ποιος αλήθεια χριστιανός θα δειλιάσει μπροστά στο Σατανά; Ποιος δεν θα αισθανθεί ασφαλής κάτω από την ιερή σκιά του Κυρίου; Πραγματικά. Είμαστε ασθενείς και αδύνατοι όταν μένουμε μόνοι μακριά από τον Σωτήρα Χριστό. Τότε μοιάζουμε με πρόβατα ξεμοναχιασμένα, με πλοία έξω από το λιμάνι. Όταν όμως έχουμε εξασφαλισμένη τη συμπαράσταση και τη συμμαχία του Ιησού μας τότε εγκαταλείπουμε τη φοβία και τη δειλία και οπλιζόμαστε με θάρρος και ηρωισμό. Κοντά στον Δυνατό γινόμαστε και μεις δυνατοί, κοντά στον Ακατάβλητο, ακατάβλητοι. Κι έτσι έχουμε δυνατότητες να ριχθούμε στη μάχη, να αντιμετωπίσουμε τον εχθρό, που φαίνεται μεγάλος όπως ο Γολιάθ, ενώ εμείς οι ταπεινοί και ανίσχυροι φαινομενικά όπως ο Δαυίδ, κατ’ ουσίαν όμως πανίσχυροι δούλοι του Χριστού, και θα εξέλθουμε νικητές.
Όμως χρειάζεται να φροντίζουμε να ανήκουμε στον Κύριο. Όταν γίναμε Χριστιανοί ομολογήσαμε, με το στόμα του αναδόχου μας, ότι αρνούμαστε τον διάβολο και δεχόμαστε το Χριστό. «Αποτάσσει τω σατανά και πασί τοις έργοις αυτού και πάσι τοις αγγέλοις αυτού και πάση τη πομπή αυτού;» μας ρώτησαν. Και μεις απαντήσαμε «αποτάσσομαι». Κι έπειτα: «Συντάσσει τω Χριστώ;» Και απαντήσαμε «συντάσσομαι».
Από μας εξαρτάται να φυλάξουμε την ομολογία μας και να τηρήσουμε την υπόσχεσή μας. Τότε «ο εν ημίν» θα μας ενισχύει. Θα εφαρμόζονται τότε οι λόγοι του Ιερού Χρυσοστόμου: «Και αυτό θέλω να γνωρίζετε όλοι, ότι τον πιστό χριστιανό δεν μπορεί τίποτε να τον βλάψει ψυχικά, ούτε αυτός ο διάβολος» (Κατήχησις Ι). Και δεν είναι δυνατόν να γίνει αλλοιώς, αφού «ο γεννηθείς εκ του Θεού τηρεί εαυτόν και ο πονηρός ουχ άπτεται αυτού» (Α΄ Ιω. 5, 18).
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αν η Μεγάλη Σαρακοστή και η νηστεία σημαίνει τόνωση στον αγώνα είναι γιατί -σύμφωνα με το Ευαγγέλιο- σ’ αυτόν τον αγώνα ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με το κακό και τις δυνάμεις του. Ακριβώς γι’ αυτό χρειαζόμαστε στην περίοδο αυτή ειδικά, τη βοήθεια και τη δύναμη της θείας φλόγας· να λοιπόν γιατί στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής έχουμε τη Θεία Κοινωνία στην ειδική ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων. «Προηγιασμένα» σημαίνει ότι τα Τίμια Δώρα έχουν καθαγιαστεί στη Θεία Λειτουργία της Προηγούμενης Κυριακής και φυλάγονται στην Αγία Τράπεζα για να προσφερθούν την Τετάρτη και την Παρασκευή το βράδυ.
Δεν τελείται η Θεία Ευχαριστία στις μέρες της νηστείας γιατί η τέλεση είναι πανηγυρική, είναι μια διαρκής κίνηση χαράς, αλλ’ όμως έχουμε συνέχεια στην Εκκλησία την παρουσία των καρπών της Θείας Ευχαριστίας.
Είναι ακριβώς όπως και με το Χριστό που «ορατά» μεν αναλήφθηκε στους ουρανούς και όμως αόρατα είναι παρών στον κόσμο· και όπως το Πάσχα που γιορτάζεται μια φορά το χρόνο αλλ’ όμως οι ακτίνες φωτίζουν ολόκληρη τη ζωής της Εκκλησίας, και ακόμα είναι σαν τη Βασιλεία του Θεού που πρόκειται να έρθει αλλά ταυτόχρονα βρίσκεται ανάμεσά μας.
Η Θεία Ευχαριστία σαν μυστήριο και πανηγυρισμός της Βασιλείας, σαν γιορτή της Εκκλησίας, δεν συμβιβάζεται με τη νηστεία και δεν τελείται στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής- αλλά σαν χάρη και δύναμη της Βασιλείας του Θεού που ενεργεί στον κόσμο, σαν προμηθευτής της «ουσιαστικής τροφής» μας και των όπλων για τον πνευματικό αγώνα μας, βρίσκεται στην καρδιά της νηστείας, είναι στ’ αλήθεια το μάννα εξ ουρανού που μας διατηρεί ζωντανούς στο ταξίδι μας μέσα στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής.
("ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ, πορεία προς το Πάσχα", A. Schmemann, εκδ. πορφύρα)
[..] Ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να μας αντιμάχεται. Γιατί κι αυτό αληθεύει, ότι δηλαδή παραχωρεί ο Θεός και πειραζόμεθα. Δεν θέλει ούτε επιδιώκει ο Θεός να πολεμούμεθα. «Μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ότι από Θεού πειράζομαι» (Ιακ. 1, 13) συνιστά ο θείος Ιάκωβος «Ο Θεός απείραστός εστι κακών, πειράζει δε αυτός ουδένα» (εθν. αν). Επομένως πειραζόμαστε ο καθένας είτε από την δική του θέληση, είτε από τον διάβολο, με την ανοχή πάντως και την παραχώρηση του Θεού. Αλλά και όταν ακόμη ο Θεός παραχωρεί να πολεμούμαστε από τον διάβολο, αυτό το κάνει για πέντε λόγους, όπως διδάσκει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στα κεφάλαια Αγάπης του.
Ο πρώτος λόγος είναι «ίνα πολεμούμενοι και αντιπολεμούντες εις διάκρισιν της αρετής και της κακίας έλθωμεν». Ο πόλεμος δηλαδή μας χαρίζει πείρα, ώστε να διακρίνουμε το αγαθό από το πονηρό, την αρετή από την αμαρτία, όπως ο εμπειροπόλεμος στρατιώτης γνωρίζει να διακρίνει τα ναρκοπέδια και τα ελεύθερα εδάφη, ώστε να αποφεύγει τα μεν και να βαδίζει στα δε. Ο δεύτερος λόγος είναι «ίνα πολέμω και πόνω της αρετής κτώμενοι, βεβαίαν αυτήν και αμετάπτωτον έξωμεν». Κάθε τι που αποκτούμε με κόπο και θυσία το εκτιμούμε περισσότερο και φροντίζουμε να μην το χάσουμε. Αλλά και την αρετή που θα αποκτήσει κανείς κατόπιν τόσης πολεμικής, δεν θα θέλει να τη χάσει, και με κάθε τρόπο θα μεριμνά να την έχει πάντοτε.
Ο τρίτος λόγος είναι «ίνα προκόπτοντες εις την αρετήν μη υψηλοφρονώμεν αλλά μάθομεν ταπεινοφρονείν». Ο συνεχής πόλεμος μας κρατά στην κατάσταση της ταπεινώσεως, δεν μας επιτρέπει να υπερηφανευθούμε για την αρετή μας και τις κατακτήσεις μας στην πνευματική ζωή. Ο τέταρτος λόγος είναι «ίνα πειραθέντες της κακίας, τέλειον μίσος αυτήν μισήσωμεν». Κάτι που συνεχώς μας ενοχλεί και μας ταράζει το αποστρεφόμαστε και το μισούμε. Και οι πειρασμοί του διαβόλου σ’ αυτό πρέπει να οδηγήσουν το αποτέλεσμα. Να μισήσουμε την αμαρτία και το αίτιό της, δηλαδή το διάβολο. Τέλος πέμπτος και τελευταίος λόγος είναι «μη απαθείς γενόμενοι μη επιλαθώμεθα της οικείας ασθενείας, μη της του βοηθήσαντος δυνάμεως» (P.G. 90, 1005) δηλαδή για να μην λησμονήσουμε ούτε τη δική μας αδυναμία, ούτε τη δύναμη του Θεού, αν παραμείνουμε μακριά από τον πόλεμο και τον πειρασμό.
Επομένως γίνεται φανερό ότι είναι δυνατόν από το πικρό να προέλθει γλυκό και από τον πόλεμο ειρήνη. Αρκεί να μάθουμε την τέχνη του πολέμου, ώστε να αντιταράξουμε ανάλογη άμυνα προς τα τεχνάσματα του εχθρού. Μια άμυνα που δε θα στηρίζεται βέβαια στις δικές μας δυνάμεις αποκλειστικά, αλλά στην βοήθεια του Θεού, αφού «ουκ εν πλήθει δυνάμεως νίκη πολέμου εστίν, αλλ’ η εκ του ουρανού η ισχύς» (Α΄ Μακ. 3, 19).
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Σ’ ευχαριστώ που μου αποκάλυψες τη θλίψη της πληγωμένης καρδιάς σου. Ένα δυνατό, ακτινοβόλο φως με τυλίγει, κάθε φορά που μοιράζομαι με άλλους τη θλίψη τους…
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Χριστός μας λέει: «Καταδέχθηκα το Σταυρό για τη σωτηρία των ανθρώπων. Και όποιον διαλέγω και θέλω να τραβήξω κοντά Μου, σ’ εκείνον πρώτα-πρώτα στέλνω θλίψεις, και μάλιστα τη μία πίσω από την άλλη. Εκείνου την καρδιά τρυπάω πρώτα με βέλη βουτηγμένα στο πικρό δηλητήριο του πόνου. Αυτό κάνω. Και το κάνω για να πεθάνει. Να πεθάνει για τον κόσμο, να νεκρωθεί απέναντι στην ακαταμάχητη γοητεία, τη γλυκειά έλξη που ασκούν οι εφήμερες απολαύσεις και η κοσμική δύναμη. Η μάστιγα των θλίψεων είναι η σημαία της αγάπης Μου. Μ’ αυτό τον τρόπο πλήγωσα την καρδιά του δούλου μου Δαυίδ. Και όταν η θύελλα των συμφορών τον χώρισε από τον κόσμο, τότε μόνο ο νους του γέμισε με συνταρακτικούς σωτήριους λογισμούς. Μια απροσδόκητη, ευλογημένη μεταστροφή συντελέσθηκε, μέσα του, και πλημμύρισε ολόκληρη την ύπαρξη του..».
("Πνευματικές Νουθεσίες, Οσίου Μακαρίου της Όπτινα", εκδ. Ιερά μονή Παρακλήτου, σ. 15)
Δίδασκε με λόγια, δίδασκε και με έργα. Το καλοκαίρι του 1975, κατά την επίσκεψη του Γέροντα στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας για την εγγραφή κάποιου υποτακτικού του στο δοκιμολόγιο, ο καθηγητής της φωτογραφικής τέχνης στο πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον κ. Ντάγκλας Λιτλ του πρότεινε να τον φωτογραφίσει. Ως τότε ο Γέροντας σπάνια φωτογραφιζόταν, κι έτσι δεν δέχτηκε. Μετά την επιστροφή στα Κατουνάκια, σε μία από τις Θείες Λειτουργίες του έγινε κάποια ζημιά. Οπότε αναγκάστηκε να επισκεφθεί αμέσως τον πνευματικό, Ιερομόναχο Διονύσιο Μικραγιαννανίτη. Εκεί συνέβαινε να φιλοξενείται ο κ. Λιτλ, ο οποίος μέσω του πνευματικού κατόρθωσε να τον πείσει και να τον φωτογραφίσει. Έκανε υπακοή.
-------------------
Όταν πήρε τον πρώτο υποτακτικό του, έρχονταν συχνά δυο φτωχά γεροντάκια από τα Καρούλια και ο Γέροντας γέμιζε τους ντορβάδες τους με ό,τι υπήρχε στο σπίτι. Κάποτε ήρθε ένα δέμα από κάποιον ευλαβή χριστιανό με διάφορα τρόφιμα. Ο υποτακτικός τακτοποίησε τα πράγματα στα άδεια ράφια. Την άλλη μέρα εμφανίστηκε το ένα από τα δύο γεροντάκια. Ο Γέροντας πήρε τον ντορβά του και τον γέμισε πρόθυμα απ’ ό,τι υπήρχε. Φεύγοντας το γεροντάκι έλεγε ως συνήθως με τη βαριά φωνή του: «Η Παναγία να τα πληθαίνει! Η Παναγία να τα πληθαίνει!». Η καρδιά όμως του υποτακτικού σφίχτηκε βλέποντας άδεια τα ράφια, καθώς αναλογιζόταν: «Εμείς τι θα φάμε;». Την άλλη μέρα ήρθαν δύο δέματα, την παράλλη τρία δέματα και έτσι ο Θεός σωφρόνισε τον μοναχό.
--------------------
Είχε στείλει στην Πάτρα μερικές σφραγίδες και ο παραλήπτης έστειλε τα χρήματα με επιταγή. Η επιταγή όμως ουδέποτε παραλήφθηκε από τον Γέροντα. Έγιναν συνεννοήσεις με τον αποστολέα και έπρεπε ο Γέροντας να κάνει αίτηση στο ταχυδρομείο, ώστε να εξιχνιασθεί ποιος παρέλαβε τα χρήματα. Ο Γέροντας με κανέναν τρόπον δεν δέχτηκε. Μας εξηγούσε ότι είναι πολύ μεγαλύτερος ο μισθός από τον Θεό, όταν κάποιος αδικείται και υπομένει, από το να προσφέρει ελεημοσύνη.
----------------------
Ο γερο-Αλέξης ο αγωγιάτης κάποια μέρα πρότεινε στον Γέροντα να του κουβαλήσει λίγη άμμο από τη θάλασσα. Η άμμος αυτή προοριζόταν για το κελλάκι της Παναγίας, στο οποίο διέμενε τότε ο αγαθότατος γέροντας παπα-Αμβρόσιος. Κάποια στιγμή ακούστηκε στεντόρεια φωνή του π. Αγάθωνα, που έμενε μόνος του ψηλά στον βράχο.
─ Παπα –Εφραιαιαιαίμ!!!
─ Ευλόγησον, απάντησε ο Γέροντας, βγαίνοντας πιο πέρα στο πεζούλι για να τον βλέπει.
─ Να είσι ασυχώρητουουους!!! Η αμμούδα είνι για την Παναγιά, όχι για ισένα.
Ο Γέροντας σιώπησε, δεν ταράχτηκε από τη βαριά κουβέντα που άκουσε, αλλ’ ούτε και περιφρόνησε την παράλογη απαίτηση και την αυθαίρετη παρέμβασή του. Πήρε το μπαστουνάκι του και σιγά-σιγά ανηφόρισε προς τον π. Αγάθωνα. Εκεί έτυχε να βρίσκεται και ο παπα-Αμβρόσιος, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι προσφέρει προθύμως την άμμο στον Γέροντα διότι του περισσεύει. Η παρεξήγηση λύθηκε και ο φωνασκών π. Αγάθων ηρέμησε.
---------------------
Κάποτε καταπιάστηκε με κάποιον από τους υποτακτικούς του να βάλουν τη θερμάστρα πετρελαίου στην εκκλησία. Στην προσπάθειά τους εκνευρίστηκε και απάντησε σε μία παρατήρηση του μοναχού: "Τον κακό σου τον καιρό!", έκφραση που δεν τη συνήθιζε και ουδέποτε την ξαναείπε. Μετά από λίγη ώρα τον βλέπει ο μοναχός να μετανίζει μπροστά του ακουμπώντας τα χέρια του στο έδαφος: «Παιδί μου, να με συγχωρέσεις. Είπα κακό λόγο». «Γέροντα, ευλόγησον! Ούτε που το πρόσεξα!» απάντησε ο μοναχός.
-----------------------
Η ευγένειά του ήταν βαθύτατη, προσεκτική, μελετημένη. Πολλές φορές, ενώ ήταν ώρα αναπαύσεως, συνέχιζε την κοπιαστική εργασία του περιμένοντας να επιστρέψει κάποιος αδελφός απ’ την υπακοή στην οποία τον είχε στείλει, για να ξεκουραστούν μαζί.
------------------
Τη συμβουλή του «μην ανοίγεστε, μην ανοίγεστε» με την οποία εννοούσε την αποφυγή νέων πραγμάτων, ιδεών, μεριμνών από τους μοναχούς διότι διαχέουν το νου και εμποδίζουν την πνευματική εργασία, πρώτος εκείνος την εφάρμοζε με πολλή επιμονή.
Έτσι κάποτε προσπαθούσε με πολλή απλότητα να βρει το πρόβλημα της θερμάστρας πετρελαίου που θορυβούσε με τα πτερύγια εξαερισμού της. Χρόνια έκανε υπομονή στον μικρό θόρυβο και τώρα ενεργούσε χωρίς να προσέχει τις τεχνικές λεπτομέρειες της, αλλά το πού θα τον οδηγήσει η διάνοιά του. «Να, Γέροντα, αυτό είναι το πρόβλημα», είπε ο υποτακτικός και το τακτοποίησε αμέσως. «Βρε παιδί μου, εγώ προσέχω πιο πολύ που θα πει ο λογισμός μου». Με τη μικρή αυτή απλοϊκότητα διέσωζε τον πλούτο της απλότητας της διανοίας του.
Άλλοτε πάλι με κανένα τρόπο δε δεχόταν να μάθει πώς χρησιμοποιείται ο ανελκυστήρας στα πολυόροφα κτίρια.
─Να, Γέροντα, είμαστε στον τρίτο όροφο και το κουμπάκι γράφει τον αριθμό 3. Για να κατέβουμε στο ισόγειο πατάμε τον αριθμό 0. Εντάξει;
─Εντάξει.
─Πατήστε το να κατέβουμε.
─Όχι, πάτησέ το εσύ!
Αν επέμενε κανείς, έλεγε με δυσφορία: «Ωχ, με ζάλισες».
---------------
Αργούσε πολύ να κάνει παρατήρηση. Συχνά για στοιχειώδη πράγματα. Έτσι ο αδερφός που ετοίμαζε το Ιερό για τη Θ. Λειτουργία δεν περιποιόταν σωστά τον δίσκο για τα αντίδωρα. Πέρασαν μήνες. Στο τέλος:
─Παιδί μου, έτσι κι έτσι να κάνεις.
─Γέροντα, γιατί δεν μου το είπατε πρωτύτερα;
─Ε, να… απάντησε με πραότητα στη φωνή.
(Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000)
Καταρχάς, ο πόλεμος είναι συνεχής. Δεν υπάρχει κατ’ ουσίαν καιρός αναπαύσεως. Και όταν δεν μας πολεμά φανερά ο εχθρός, εργάζεται αθόρυβα και ύπουλα. Και όταν είμαστε εν κινήσει, και όταν κοιμόμαστε, και όταν τρώγουμε, και όταν πίνουμε, και όταν εργαζόμαστε, παντού και πάντοτε ελλοχεύει ο εχθρός, και ο κίνδυνος να συλληφθούμε στα δίχτυα του είναι άμεσος. Κατά τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο: «Ο πόλεμος είναι συνεχής και επίσης συνεχής η ανάγκη να φορούν οι στρατιώτες του Χριστού τα πνευματικά τους όπλα».
Το δεύτερο σημείο που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι οι δαίμονες στον πόλεμο αυτό είναι αδίστακτοι. «Τολμηροί δε εισί και λίαν αναιδείς» όπως λέγει ο Μ. Αντώνιος (ΒΕΠΕΣ 33,23). Δεν ντρέπονται, δεν λυπούνται. Είναι ικανοί για τα πάντα. Δεν διστάζουν πουθενά. Αυτό σημαίνει ότι ρίχνονται με ασυγκράτητη μανία στη μάχη, πολεμούν με πολλές δυνάμεις που αφειδώς διαθέτουν όργανα του δαίμονα, στρατιώτες δηλ. αφοσιωμένοι σ’ αυτόν είναι το πλήθος των πονηρών πνευμάτων που υπακούουν στις διαταγές του και τις εκτελούν με προσοχή. Ο Ευσέβιος γράφει ότι «όπλα διαβόλου (είναι) οι πανταχού γης ιδρυμένοι δαίμονες συνεργούντες αυτού τη κατά των ανθρώπων τυραννίδι» (ΒΕΠΕΣ 23,269).
Ωστόσο όμως πρέπει να μη μας διαφεύγει και μία άλλη αλήθεια. Ότι ο διάβολος έχει εξουσία να μας πολεμά, αλλά όχι και να μας νικά, εάν δεν του το επιτρέψουμε. Σ’ ένα πολύ αρχαίο κείμενο της Εκκλησίας μας, που ονομάζεται Ποιμήν του Ερμά, γίνεται λόγος για το θέμα αυτό και από εκεί πληροφορούμεθα ότι «δύναται ο διάβολος αντιπαλαίσαι, καταπαλαίσαι δε ου δύναται» (P.G. 2, 949). Αυτό σημαίνει πώς όταν αγωνισθούμε εναντίον του μπορούμε να εξέλθουμε νικητές.
Άλλωστε ο ίδιος ο Απ. Παύλος μας διαβεβαιώνει ότι ο Θεός «ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι ημάς υπενεγκείν» (Α’ Κορ. 10, 13). Δεν είναι ποτέ δυνατόν να επιτρέψει ο Θεός να μας πολεμά ο διάβολος με μεγαλύτερη δύναμη από τις δικές μας δυνάμεις. Γιατί τότε θα ήταν άνισος ο αγώνας και άδικος ο Θεός. Εάν ο διάβολος τελικά ήταν ισχυρότερός μας, κάθε αγώνας θα ήταν περιττός και το αποτέλεσμα εκ των προτέρων γνωστό. Εκείνος θα ήταν ο νικητής και εμείς οι ηττημένοι. Αλλ’ όχι «εάν κάποιος δεν παραδώσει με τη θέλησή του τον εαυτό του, ως δούλο στον διάβολο, αυτός δεν έχει καμμία εξουσία εναντίον του» (Κλημέντια ομιλ. Θ. ΒΕΠΕΣ 1, 40). Κι αυτό είναι παρήγορο και ενθαρρυντικό για όλους μας.
Τέλος και τούτο ας γνωρίζουμε, ότι δηλ. από μας εξαρτάται να εκμεταλλευθούμε αυτόν τον πόλεμο για να εξασφαλίσουμε ουράνια βραβεία. Όπως οι ήρωες αναδεικνύονται στις μάχες και τα αριστεία απονέμονται στους γενναίους των πολεμικών συγκρούσεων, έτσι και ο πνευματικός πόλεμος παρέχει την ευκαιρία να αναδεικνύονται οι πνευματικοί αγωνιστές και ήρωες. Ο άγ. Ιωάννης της Κλίμακος επιβεβαιώνει αυτά όταν γράφει ότι «πληθυνθέντων πολέμων επληθύνθησαν και στέφανοι. Ο μη πληττόμενος υπό πολεμίων ου πάντως στεφανωθήσεται» (Λόγος κστ΄ περί διακρίσεως P.G. 88, 1068-1069). Κι έτσι πολλές φορές γίνεται αυτό: ο διάβολος, χωρίς να το θέλει μας κάνει προσεκτικότερους και αγιώτερους. Ο πόλεμός του μας ενισχύει στο δρόμο της και χαλυβδώνει τη θέλησή μας.
Ο Ιερός Χρυσόστομος, τονίζων αυτό το ενδεχόμενο αποτέλεσμα σημειώνει ότι: «εμείς, αν θα θέλαμε, πολλά καλά θα κερδίζαμε δια του διαβόλου, χωρίς αυτός να το θέλει. Φοβούμενοι την ωμότητά του, τις συνεχείς επιβουλές του και τις μηχανεύσεις του, ας διώξουμε τον πνευματικό ύπνο, ας είμαστε προσεκτικοί και ας θυμόμαστε συνέχεια τον Κύριο». Και αυτό επιβεβαιώνει η πράξη. Στον καιρό του πειρασμού αισθανόμαστε επιτακτικώτερα την ανάγκη να βρισκόμαστε συνεχώς κοντά στο Θεό. Κι όπως τα μικρά παιδιά, όταν αντιμετωπίζουν κάποιο κίνδυνο, τρέχουν και καταφεύγουν στην αγκαλιά της μητέρας τους για να σωθούν, έτσι και όταν μας πολεμά ο διάβολος, νιώθουμε την ανάγκη να προσκολληθούμε στο Θεό «Όταν γάρ ημάς ο πονηρός φοβή και ταράττη τότε σωφρονιζόμεθα. Τότε εαυτούς επιγινώσκομεν, τότε μετά πολλής σπουδής τω Θεώ προστρέχομεν». (Χρυσόστομος). Έτσι κάθε πειρασμός μπορεί να γίνει στέφανος εάν το θελήσουμε. Και μακάρι να γινόταν για όλους μας αυτό.
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Όσο ο διάβολος μας πολεμά και αστοχεί, τόσο εξαγριώνεται και θυμώνει. Το πολεμικό του μένος εξάπτεται και συνεχώς κινείται για να αποσπάσει μια νίκη. Ας μην απατώμαστε. Από τη στιγμή που ο διάβολος, ο φοβερός αυτός δράκων, έχασε το παιγνίδι στον ουρανό, έβαλε πείσμα να μας κάνει δικούς του. «Και απήλθε ποιήσαι πόλεμον μετά των λοιπών του σπέρματος αυτής (της γυναίκας) των τηρούντων τας εντολάς του Θεού και εχόντων την μαρτυρίαν Ιησού» (Αποκ. 12, 17). Οι άνθρωποι του Θεού θα πολεμώνται απ’ αυτόν με λυσσώδη μανία, όσο θα διαρκεί η ζωή τους, εφ’ όσον, εννοείται, θα ανθίστανται και θα αντιμάχονται.
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος μας βεβαιώνει ότι «ο Σατανάς ουδέποτε ησυχάζει πολεμών· έως αν ζη τις εις τον αιώνα τούτον και φορή την σάρκα, πολεμείται». (Ομιλίες πνευματικές, ΒΕΠΕΣ 41, 277). Και ο απ. Πέτρος τον παρομοιάζει με λέοντα ωρυόμενο και εχθρό βδελυρό, που δεν ασχολείται με τίποτε άλλο, εκτός από την καταστροφή μας. «Ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πετρ. 5, 8).
Ο πόλεμος αυτός είναι επίμονος και επίπονος. Δεν έχει ανακωχή, ούτε ανάπαυλα. Συνεχίζεται ακατάπαυστα, έως ότου επιτευχθεί ο τελικός σκοπός. Για τούτο ο διάβολος μετέρχεται όλη του την πονηρία. Θέτει σε εφαρμογή τα όπλα του, και τις πλεκτάνες του. Η αγία Συγκλητική μας πληροφορεί ότι «πολλάς έχει (ο διάβολος) παγίδας και δεινός εστί θηρευτής (κυνηγός) (ΒΕΠΕΣ 35, 246). Επειδή ο πόλεμος αυτός είναι υπέρ πάντων, ο διάβολος αγωνίζεται να κερδίσει. Μηχανεύεται τρόπους για να επιβουλευθεί την ενάρετη ζωή μας. Χαρά του είναι να μας κάνει να πέσουμε και να αμαρτήσουμε. Το λέγει καθαρά ο Ωριγένης: «οι δαίμονες επί τοις αμαρτάνουσιν αγάλλονται» (εις Ψαλμούς ΒΗΠΕΣ 15, 320) και πάλι «επί μεν τοις μετανοούσιν οι άγγελοι χαίρουσι, επί δε τοις σαλευομένοις οι δαίμονες» (ΒΗΠΕΣ 15, 380).
Ο Μ. Αντώνιος διαβεβαιώνει ότι των δαιμόνων τα στρατηγικά σχέδια για την κατάκτηση των ψυχών είναι πάμπολλα. «Πολλά γαρ αυτών εστί τα πανουργεύματα και τα της επιβουλής κινήματα» (ΒΕΠΕΣ 33, 23). Σαν στρατηγός εμπειρότατος ο διάβολος κατευθύνει τη μάχη. Πότε επιτίθεται και πότε υποχωρεί. Δεν ησυχάζει εάν δεν κατορθώσει, να επιτύχει στα σχέδιά του. Περιφέρεται δεξιά και αριστερά ως θηρίο ανήμερο. Και δεν ικανοποιείται με μια μικρή νίκη, με μία πτώση του θύματός του. Επιδιώκει την τελική νίκη, την πτώση της ψυχής. Γι’ αυτό και επιμένει. Επιμένει και μάχεται. Μάχεται μέχρι τέλους. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης γράφει: «Ο αντίδικος (ο διάβολος) σαν λυσσασμένο λιοντάρι περιπατεί ζητώντας κάποιον να καταπιεί, κάποιον να συλλάβει σαν θήραμα είτε μερικώς, είτε εξ ολοκλήρου. Δεν αρκείται να καταλάβει ένα μέρος, αλλά προχωρεί στο χειρότερο, μέχρις ότου επιφέρει τον θάνατο της αμαρτίας» (P.G. 99, 1681).
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Ανησυχείς και θλίβεσαι κάθε φορά που εξετάζεις τη συνείδησή σου, γιατί τώρα βρίσκεις τον εαυτό σου πολύ κακό. Ενώ πριν, όταν ήσουν νέος, μια τέτοια εξέταση σου έδειχνε πώς ήσουν, λίγο-πολύ, καλός μάλλον παρά κακός. Τι ασυνήθιστος λόγος ανησυχίας!
Είναι χίλιες φορές καλύτερο να βλέπουμε τον εαυτό μας κακό παρά καλό. Στην πρώτη περίπτωση γινόμαστε πιο ταπεινοί, και μας ανοίγεται έτσι η θύρα της αφέσεως, η θύρα του θείου ελέους, η θύρα της χάριτος. Στη δεύτερη περίπτωση γινόμαστε υπερήφανοι. Και η υπερηφάνεια κλείνει το δρόμο της χάριτος.
Όσο για την πραγματική αξία των έργων και των κατορθωμάτων μας, γι’ αυτά μόνο ο Θεός είναι ο κριτής. Εκείνος, που γνωρίζει τις πιο κρυφές σκέψεις, προθέσεις και ροπές της ανθρώπινης καρδιάς.
("Πνευματικές Νουθεσίες, Οσίου Μακαρίου της Όπτινα", εκδ. Ιερά μονή Παρακλήτου, σ. 8)
Ο Κύριος ονόμασε το διάβολο «ανθρωποκτόνο», φονιά δηλαδή της ανθρώπινης ψυχής. Γιατί τι άλλο σημαίνει η αμαρτία; Είναι η απώλεια του ανθρώπου και η απομάκρυνσή του από το Θεό. Μισεί τον άνθρωπο ο διάβολος και εργάζεται ακατάπαυστα για την απώλειά του. Αυτό είναι το μοναδικό του έργο. Αυτό το νόημα έχει και η παραβολή των ζιζανίων που είπε ο Κύριος όπως μας τη διέσωσε ο Ευαγγελιστής Ματθαίος στο ιγ’ κεφάλαιό του. «Ήλθεν ο εχθρός και έσπειρε ζιζάνια» (Ματθ. 13, 25) τόνισε ο Κύριος. Και αυτός ο εχθρός είναι ο διάβολος. «Ο δε εχθρός ο σπείρας αυτά εστίν ο διάβολος» (Ματθ. 13, 39) που σκοπό έχει να μολύνει το ψυχικό μας έδαφος και να καθιστά χέρσο τον αγρό της ψυχής μας.
Σπείρει ο Θεός, ο καλός γεωργός, στον αγρό μας τα σωτηριώδη σπέρματα του καλού. Έρχεται και ο διάβολος και σπέρνει και αυτός τα ζιζάνια του, τα σπέρματα του κακού. Έτσι η κάθε μια ψυχή γίνεται το πεδίο ενός πυρετώδους πολέμου μεταξύ του καλού και του κακού, του φωτός και του σκότους. Κατά τον Ωριγένη, «δαίμονων (γνώρισμα είναι) το δια παντός την ανομίαν εργάζεσθαι» (εις ψαλμούς ΒΕΠΕΣ 15, 306), πράγμα που επιβεβαιώνει όσα μέχρι τώρα είπαμε.
Το έργο του δε αυτό ο διάβολος το επιτελεί με πολλή όρεξη, χωρίς να αποκάμνει. Δεν υπάρχει περίπτωση να συμφιλιωθεί με το καλό και να υπογράψει ειρήνη. Ασταμάτητη και ανελέητη είναι η μανία του να καταστρέψει την εικόνα του Θεού και να μας υποδουλώσει. Για την ορμή του αυτή ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς τον ονομάζει «ληστήν» και «κλέπτην» (Στρωματείς Α’ ΒΕΠΕΣ 7, 269) που συνεχώς επιδιώκει να μας αφαιρέσει ό,τι πολυτιμότερο διαθέτουμε, την καθαρότητα της ψυχής μας. Έτσι οι «θηρώντες τας ψυχάς» δαίμονες κατά τον Ωριγένη (ΒΕΠΕΣ 14, 329) δεν αφήνουν ευκαιρία ανεκμετάλλευτη «προς την των ανθρώπων απώλειαν». Αλλά και αυτή ακόμα η λέξη διάβολος σημαίνει το ον εκείνο, το οποίο συκοφαντεί και διαβάλλει. Ποιον συκοφαντεί ο διάβολος; Συκοφαντεί τον άνθρωπο προς το Θεό, το Θεό προς τον άνθρωπο και τον άνθρωπο προς τον πλησίον συνάνθρωπό του. Στην Αποκάλυψη έχουμε τη μαρτυρία του θεόπνευστου Ευαγγελιστού γι’ αυτό. Εκεί γίνεται λόγος για τον πόλεμο, ο οποίος έγινε στον ουρανό μεταξύ του επαναστάτη Εωσφόρου και των άλλων αγγέλων κι ακόμη για την έκπτωση του εωσφορικού τάγματος που όχι μόνο το Θεό πίκρανε αλλά και τους ανθρώπους διέβαλε. Να πως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αποκαλύπτει αυτή την αλήθεια:
«Και έγινε πόλεμος στον ουρανό. Και ο Μιχαήλ και οι υπό τας διαταγάς του άγγελοι ήλθαν να πολεμήσουν με τον δράκοντα. Και ο δράκων πολέμησε και οι άγγελοί του μαζί με αυτόν. Και δεν υπερίσχυσε, αλλά η ήττα του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν ευρέθη πλέον θέση γι’ αυτόν στον ουρανό. Και ερρίφθη ο δράκων ο μεγάλος, ο παλαιός όφις, που παρέσυρε στην παράβαση τους πρωτοπλάστους, ο ονομαζόμενος διάβολος και ο Σατανάς, ο οποίος πλανά όλη την οικουμένη, ερρίφθη στη γη και οι σκοτεινοί άγγελοί του ερρίφθησαν και αυτοί μαζί του. Και άκουσα μεγάλη φωνή στον ουρανό να λέγει: τώρα η αναμενόμενη σωτηρία και η δύναμη και η βασιλεία του Θεού μας και η εξουσία και κυριαρχία του Χριστού του, γιατί έπεσε ο κατήγορος των επί γης αδελφών μας, αυτός που τους κατηγορούσε και τους διεκδικούσε ως δικούς του μπροστά στο Θεό ημέρα και νύχτα» (Αποκ. 12, 7-10).
Βλέπεις λοιπόν, πόσο απύθμενο βάθος κακίας έχει ο διάβολος, ώστε να μην περιορίζεται στο να πειράζει τον άνθρωπο, αλλά και να τον διαβάλλει ενώπιον του Θεού; Το μίσος του εναντίον μας είναι όντως πρωτοφανές και παράφορο. Και να σκεφθεί κανείς πόσες φορές εμείς οι ίδιοι τείνουμε χείρα φιλίας και αγαθών σχέσεων μαζί του!
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Κάθε φορά που ανασυντάσσουμε τις πνευματικές μας δυνάμεις και κάνουμε σταθερά και αποφασιστικά ένα νέο ξεκίνημα στο δρόμο της εσωτερικής ζωής, μία θύελλα από κάθε είδους εμπόδια και πειρασμούς μας αναχαιτίζει. Αλλά ακριβώς εξαιτίας αυτού του δαιμονικού πολέμου, ο πνευματικός αγώνας μας αποφέρει καρπούς. Τι λέω! Αυτός ο πόλεμος μας είναι απόλυτα αναγκαίος είτε μοναχοί είτε λαϊκοί είμαστε.
Εκείνοι όμως που, ζώντας μέσα στην απατηλή μακαριότητά τους αγνοούν τα βαθύτερα προβλήματα και τις δυσκολίες της πνευματικής ζωής, εκείνοι που αισθάνονται αυτάρκεις και ικανοποιημένοι χωρίς να νοιάζονται και να χολοσκάνε για τίποτα, αυτοί ίσως να ζήσουν βέβαια πάνω από 100 χρόνια σε αυτή την προσωρινή γη, δεν πρόκειται όμως ποτέ να γευθούν την ειρήνη που εμείς αναζητούμε, την ειρήνη που αρχίσαμε ήδη από τώρα να γευόμαστε.
Είναι η ειρήνη η «πάντα νουν υπερέχουσα» που τη χαρίζει στην ψυχή το Πνεύμα το Άγιο. Είναι η Ειρήνη που αποκτάται μόνο με κόπο και αγώνα. Είναι η Ειρήνη που μετά από πολλές μάχες με τον εαυτό μας και τα δαιμόνια, μας δίνεται σαν δώρο από το Θεό. Σήμερα μία μικρή μόνο σταγόνα, αργότερα μία ολόκληρη γουλιά. Μετά από καιρό κάτι περισσότερο. Και αυτό συνεχίζεται σε όλη μας τη ζωή, σε όλη τη διάρκεια της γεμάτης πολέμους, μπόρες, εμπόδια και πίκρες πνευματικής μας πορείας.
("Πνευματικές Νουθεσίες, Οσίου Μακαρίου της Όπτινα", εκδ. Ιερά μονή Παρακλήτου, σ. 6)