ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Μη νομίζεις ότι τις προσευχές, τη Θεία Μετάληψη

και τους άλλους πνευματικούς σου αγώνες,

τα χρησιμοποιείς για να πετάξεις το σταυρό απο πάνω σου,

αλλά για να τον σηκώνεις με περισσότερη δύναμη

και για μεγαλύτερη δόξα του Χριστού.

Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης

                                                                                                            Κατουνάκια Αγίου Όρους τη 21 Νοεμβρίου 1980
Πολυσεβαστή μου- πολυαγαπημένη μου
χρυσή μου- γλυκειά μου Μαννούλα,
Μάννα μου γλυκειά,
Με πολύν σεβασμόν και με μεγάλην αγάπην γονατίζω νοερώς μπροστά σου, και φιλώ τα δυο σου χεράκια, φιλώ τα δυο σου ματάκια που ολο κλαιν, φιλώ και την Μητρικήν σου καρδία, που όλο πάσχει, που όλο πονάει, για να πάρω την ευχούλα σου.
Πήρα το γράμμα σου, από τους Αμπελοκήπους και αφού το διάβασα, πολύ πόνεσα. Ήτο γραμμένο με πολλά δάκρυα- με πολλά αίματα, και είπα:
Αυτή η ψυχή, ποτέ δεν χάρηκε σ’ αυτόν τον κόσμο. Μόνον λύπες- μόνον στεναχωρίες- μόνον πίκρες αισθάνθηκε και τίποτε άλλο.
Πώς να μπορούσα να την κάνω να χαρή ολίγον; Να αναπνεύση ολίγον; Να ξεκουρασθή ολίγον; Πώς να την βοηθήσω; Και καταλήγω και πάλιν στο ίδιο συμπέρασμα.
Να προσεύχομαι δι’ αυτήν την ψυχή όσο μπορώ, και όπως μπορώ, και το κάνω πρόθυμα, και το κάνω ολόθερμα, ολόψυχα.
Μόνη σου σ’ αυτόν τον κόσμον, χωρίς κανέναν σύντροφον, χωρίς κανέναν βοηθόν.
Και δεν είναι μόνον αυτά, αλλά και να βάλλεσαι από παντού, με διάφορα βέλη· βέλη φαρμακερά - βέλη απογνώσεως.
Τα κρίματα του Θεού άβυσσος.
Αλλά και ποιος χάρηκε σ’ αυτήν την ζωήν;
Όλοι μας - αυτή είναι η αλήθεια- δοκιμάσαμε τα ίδια αισθήματα, τις ίδιες καταστάσεις.
Δυστυχώς αυτά έχει αυτή η ζωή η επίγειος.
Αλλά και όλα τα υπομένουμε, με μίαν ελπίδα, με μίαν υπομονήν, βασιζόμενοι στο ρητό του Χριστού: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς» (Λουκ. 21,19).
«Μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι γελάσετε» (Λουκ. 6,21).
Ας αφήσουμε, γλυκειά μου Μαννούλα, τον Θεόν Αυτός να μας κυβερνήση όπως Αυτός θέλει.
Ετοίμασα ολίγο αντίδωρο και σου το στέλνω με τον Νίκο.
Και τελειώνω εδώ, ίνα προλάβω, γιατί φεύγει το παιδί, και θέλω να του δώσω αυτό μου το γράμμα: Καλή Σαρακοστή.
Και πάλιν σου φιλώ τα ματωμένα σου ματάκια,
το αμαρτωλό παιδί,
Εφραίμ

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000

 

Το πιο βαθύ θεμέλιο της ελπίδας και της χαράς που πλημμυρίζουν την Ορθόδοξη λατρεία και που χαρακτηρίζουν την Ορθοδοξία είναι η ανάσταση του Χριστού μας.

Η εορτή του Πάσχα, που αποτελεί το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας, είναι μια έκρηξη χαράς, όμοια μ’ εκείνη που ένοιωσαν οι μαθητές όταν είδαν τον αναστημένο Κύριο. Είναι η έκρηξη της χαράς του κόσμου μπροστά στον θρίαμβο της ζωής, μετά την δυσβάστακτη θλίψη του θανάτου, που και ο ίδιος ο Κύριος της ζωής δοκίμασε για να γίνει άνθρωπος. «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω· εορταζέτω γουν πάσα κτίσις την έγερσιν Χριστού… Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος».

Όλα είναι γεμάτα από την βεβαιότητα της ζωής, αφού προηγουμένως όλα είχαν βαδίσει αμείλικτα προς τον θάνατο. Ο Ρώσος θεολόγος Alexandre Schmemann λέει ότι η χαρά της Ανάστασης είναι στην πραγματικότητα η αληθινή χαρμόσυνη αγγελία. Είναι το Ευαγγέλιο που έφερε ο χριστιανισμός και το κηρύττει στον κόσμο. Αν ο χριστιανισμός δεν έδινε πια αυτή την μοναδική χαρά στον κόσμο, θα έπαυε να υπάρχει ο λόγος της ύπαρξής του.

Αυτή την χαρά της Ανάστασης αναγγέλλει η Εκκλησία κάθε Κυριακή, αφού κάθε Κυριακή είναι αφιερωμένη στην Ανάσταση. Στην πραγματικότητα ολόκληρη η λατρεία συγκλονίζεται από την χαρά της Ανάστασης, γιατί την διαπερνά η εσχατολογική τάση της ελπίδας στην Ανάσταση. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια», ανακράζει η Εκκλησία την νύχτα της Ανάστασης.
Όταν ο κόσμος υποδουλωμένος στον θάνατο είχε χάσει το νόημά του και αγνοώντας το σχέδιο του ουρανού βάδιζε προς το χείλος της καταστροφής, προς το άλογο, τότε αναπήδησε από το μνημείο η ζωή. Η ζωή αυτή γέμισε τον κόσμο ολόκληρο και τον χρόνο με νόημα. Μας αποκάλυψε και πάλι την ευδοκία των ουρανών για τον κόσμο, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα στους ίδιους τους αγγέλους το νόημα της δημιουργίας.

Ο χρόνος μεταμορφώνεται τώρα, από ένα χρόνο προσανατολισμένο στον θάνατο, από ένα χρόνο που κυλιέται μέσα στο σκοτάδι του ανοήτου, σ’ ένα χρόνο προσανατολισμένο στην Ανάσταση, σε μια φωτεινή εξέλιξη, μια ατέλειωτη γιορτή. Κάθε περίοδος του χρόνου, όλες οι ημέρες του έτους έγιναν γιορτές, δίνοντάς μας την βεβαιότητα ότι μας οδηγούν προς την Ανάσταση, όπως οδήγησαν στην δοξασμένη ζωή και τους αγίους που γιορτάζουμε μ’ αυτές. Για να το πούμε καλλίτερα, όλες οι ημέρες έγιναν παραμονή της αιώνιας Κυριακής, όπως οι ημέρες της Εβδομάδας έγιναν παραμονές της Κυριακής. Γιατί μας καλούν ακόμη σε μια προσπάθεια παρόμοια μ’ εκείνη των αγίων στην επίγεια ζωή τους, για να καταλήξουμε στην μακάρια ανάπαυση.

Η Ορθοδοξία υπογραμμίζει με ιδιαίτερη επιμονή την πίστη στον θρίαμβο της ζωής. Ο αγώνας μεταξύ θανάτου και ζωής, τόσο καιρό αμφίβολος, τερματίστηκε τώρα με τον οριστικό θρίαμβο της ζωής. Δεν φοβόμαστε πια τον θάνατο. Ο θάνατος δεν μας λυπεί πια, γιατί είναι το πέρασμα στην αληθινή ζωή, της οποίας έχουμε κιόλας την πρόγευση.

Η ανάμειξη του λογικού και του άλογου, αποτυπωμένη σ’ όλα τα δημιουργήματα με το γεγονός ότι, από την μια πλευρά υπήρχαν και από την άλλη ήταν υποταγμένα στον θάνατο, έδωκε τώρα την θέση της σε μια κατάσταση μοναδική, γεμάτη νόημα. Η ζωή θριάμβευσε πέρα για πέρα και οριστικά πάνω στην ανυπαρξία και την θλίψη. Με την Ανάσταση ολόκληρη η δημιουργία βρήκε τον προορισμό της στην αιώνια ζωή, αφού ανακτήθηκε από τον δημιουργό της. Αντίθετα στον δυτικό χριστιανισμό, είναι τόσο ισχυρή η αίσθηση του τρόμου από την πτώση του ανθρώπου και από το μέγεθος της θυσίας, που έπρεπε να υποστεί γι’ αυτήν, ώστε να μη μπορεί κανείς να νοιώσει εύκολα την χαρά και το φως που έφερε στην ζωή μας η Ανάσταση του Χριστού.

(Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε, “Η Ορθοδοξία”, εκδ. Τήνος, Αθήνα 1995, σσ. 37-40)

Μόνον στην ανάσταση του Χριστού λαμβάνουν την πλήρη εξήγησή τους

όλα τα θαύματα του Χριστού, όλες οι αλήθειές Του, όλα τα λόγιά Του,

όλα τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης…

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Ώρα έντεκα το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου! Το Άγιον Πάσχα της Ορθοδοξίας! Οι πιστοί συγκεντρώνονται ήσυχα στους σκοτεινούς ναούς, ενώ ο αναγνώστης διαβάζει από το βιβλίο των Πράξεων. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα ο ιερεύς βάζει «Ευλογητός» για να αρχίσει η σύντομη Ακολουθία του Μεσονυκτικού…

Μέσα στο σκοτάδι, ο ιερεύς εμφανίζεται και πάλι, κρατώντας αναμμένη τη λαμπάδα του. Το φως της περνά από χέρι σε χέρι, μέχρις ότου όλη η εκκλησία, όπως ο κόσμος κατά τη στιγμή της δημιουργίας του, πλημμυρίζει από νέο φως…Καθώς το πλήθος συγκεντρώνεται έξω από τις κλειστές πόρτες της εκκλησίας, ο ιερεύς διαβάζει τη διήγηση της εκ νεκρών Αναστάσεως του Χριστού από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο.

Κέντρο της περικοπής ο κενός Τάφος και η αναγγελία του αγγέλου στις γυναίκες «ουκ έστιν ώδε αλλ’ ηγέρθη». Για την εμπειρία των γυναικών αυτών, που πρώτες στάθηκαν μάρτυρες της αναστάσεως, αυτά τα λόγια αποτελούν την επιτομή του χαρμόσυνου μηνύματος. Για περίπου τρία χρόνια συνόδευαν τον Ιησού και τη μικρή ομάδα των μαθητών Του. Τον καλωσόρισαν στα σπίτια τους, έστρωσαν το τραπέζι γι Αυτόν και με ποικίλους τρόπους Τον διακόνησαν μαζί με εκείνους που Τον ακολουθούσαν. Όταν τελικά συνελήφθει, στάθηκαν από απόσταση, μάρτυρες της κακοποίησης που υπέστη· ζάρωσαν με την άρνηση του Πέτρου και θρήνησαν για την αδικία που έγινε σε βάρος Εκείνου που ήξεραν δίκαιο και άγιο: του Υιού της Μαρίας αλλά και Υιού του Θεού.

Όταν η καταδίκη εγκρίθηκε, οι γυναίκες συνέχισαν να τον παρακολουθούν: μαστιγώθηκε κτηνώδως, δέθηκε και οδηγήθηκε έξω από την πόλη για να σταυρωθεί. Είχαν δεί και άλλους να βασανίζονται και να φονεύονται με τον ίδιο τρόπο – ήταν η χαρακτηριστική Ρωμαϊκή εκτέλεση, και τα βασανιστήρια που επεφύλασσε για τους πολιτικούς κρατουμένους, τους δολοφόνους και όσους καταδικάζονταν ως προδότες και επικίνδυνοι δημαγωγοί. Είχαν ακούσει τα ουρλιαχτά και είχαν – τρομοκρατημένες και άναυδες – παρακολουθήσει τους σταυρωμένους κατάδικους να σπαρταρούν πάνω στους αυτοσχέδιους σταυρούς τους, προσπαθώντας απεγνωσμένα να αναπνεύσουν, καθώς το κουράγιο τους έσβηνε. Και αυτές, όπως και τόσοι παρατρεχάμενοι τον καιρό της ρωμαϊκής κατοχής, είχαν δει τι σημαίνει να πεθαίνει κανείς με τον αργό και μαρτυρικό σταυρικό θάνατο: ένα θάνατο που ερχόταν από ασφυξία, καθώς το θύμα έχανε το κουράγιο να κρατήσει το σώμα του στητό. Τελικά, το κεφάλι έπεφτε μπροστά, κόβοντας τη δίοδο του αέρα και επισπεύδοντας την τελευταία αναπνοή. Η σταύρωση ήταν μία απίστευτα απάνθρωπη μέθοδος εκτέλεσης. Οι γυναίκες αυτές το ήξεραν από την πείρα τους, καθώς τόσοι πολλοί κατάδικοι είχαν εκτελεστεί έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ. Τώρα ήταν η σειρά του Ιησού να υποστεί το ίδιο μαρτύριο και να υπομείνει την ίδια άφατη οδύνη.

Καθώς ο Ιησούς κρεμόταν στο σταυρό, προσπαθώντας απεγνωσμένα να σηκώσει το κεφάλι για να μπορέσει ο αέρας να εισχωρήσει στα πονεμένα πνευμόνια του, οι γυναίκες παρακολουθούσαν και περίμεναν. Οι μαθητές Του, εκτός από τον νεώτερο είχαν διασκορπιστεί, φοβούμενοι ότι θα έχουν και αυτοί την τύχη Του. Οι γυναίκες παρά ταύτα παρέμειναν πιστές. Όλο το απόγευμα επαγρυπνούν, θρηνώντας απελπισμένες για τη σκληρότητα και ασπλαχνία που αναγκάσθηκε να υποστεί ο Αθώος. Όταν πλέον το τέλος έρχεται, αυτές μαζί με άλλους θα αφαιρέσουν τα καρφιά από τη βασανισμένη σάρκα Του και θα κατεβάσουν το νεκρό Του σώμα απο το σταυρό. Ο από Αριμαθαίας Ιωσήφ, ίσως και ο Ιωάννης, μετέφεραν το άψυχο σώμα του Ιησού σε ένα καινούριο τάφο, λαξευμένο στην πέτρα. Επειδή το Σάββατο πλησίαζε, ήταν αναγκασμένες να αφήσουν το σώμα χωρίς να αποτελειώσουν το τελετουργικό της ταφής. Ένας μεγάλος λίθος κυλίστηκε για να κλείσει το άνοιγμα του τάφου και οι άνδρες γύρισαν στα σπίτια τους. Οι γυναίκες, όμως, είδαν που ακριβώς τοποθετήθηκε και, παρότι υποχρεωμένες να επιστρέψουν κι αυτές στα σπίτια τους, συνέχισαν να αγρυπνούν.

«Λίαν πρωί» την επομένη του Σαββάτου, η Μαρία η Μαγδαληνή και άλλες γυναίκες επέστρεψαν στον τάφο, φέρνοντας μαζί τους αρώματα για να ετοιμάσουν το σώμα σύμφωνα με την ιουδαϊκή πρακτική. Μετέφεραν μύρα, τέλεια εκπλήρωση της προφητικής χειρονομίας των Μάγων κατά τη γέννηση του Ιησού. Έκπληκτες που ο λίθος είχε ήδη αποκυλισθεί, μπήκαν στον τάφο, μόνο και μόνο για να βρούν τα άδεια οθόνια και τον «νεανίσκο», την αγγελική μαρτυρία.

«Ηγέρθη» ανήγγειλε ο νεανίσκος, «ουκ έστιν ώδε».

Κάνουν οι άγγελοι λάθος; Αν υπάρχει μία αλήθεια που στέκεται πάνω από κάθε άλλη στο μήνυμα του Ευαγγελίου, είναι αυτή: στο σκοτάδι εκείνου του τάφου και κάθε τάφου, είναι παρών ο Ζωοδότης Χριστός. «Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον Εσταυρωμένον. Ουκ έστιν ώδε…». Εσταυρωμένος και Αναστημένος· Αναστημένος αλλά και πάντα Εσταυρωμένος, φέρει στο σώμα Του την καταδίκη και τον θάνατο όλων εκείνων που, σαν τις γυναίκες, παραμένουν πιστοί σ’ Αυτόν και αναζητούν το Πρόσωπό Του, τη διαρκή παρουσία Του.

Ως Αναστάς, το ομολογούμε κι εμείς μαζί με τον άγγελο: «Ουκ έστιν ώδε»!

Ως Εσταυρωμένος, όμως, είναι και παραμένει στο σκοτάδι του τάφου, στην άβυσσο του Άδη, απλώνοντας τα χέρια για να κρατήσει, να αγκαλιάσει και να υψώσει μαζί Του ζώντες και νεκρούς. Παρ’ ότι αναστημένος, ο Ιησούς δεν παύει να είναι παρών και σ’ εκείνο τον τάφο. Και θα παραμένει εκεί, όσο βρισκόμαστε κι εμείς εκεί μέσα.

( π. Ιωάννης Μπρέκ, Στα χέρια του Θεού, Εκδ. Εν πλω, 2009 σ. 145-150)

Κυριακή των Βαΐων σήμερα και η Εκκλησία μας εορτάζει τη θριαμβευτική είσοδο του Ι. Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Πολύς κόσμος είχε μαζευτεί στην πόλη, όχι μόνο για να δουν τον Χριστό, αλλά και το φίλο του Λάζαρο, που τον είχε αναστήσει πριν από λίγες ημέρες. Κρατώντας στα χέρια κλαδιά από φοίνικες, ρίχνοντας κάτω τα ρούχα τους Τον επευφημούσαν κατά την είσοδό Του, καθισμένο πάνω σε πουλάρι και προπορευόμενο των μαθητών του, με τα λόγια: “Ωσαννά τω Υιώ Δαυΐδ. Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου”! Η πόλη πράγματι σείστηκε από τον παλμό και το πλήθος των συγκεντρωμένων, μεγάλων και μικρών, ανδρών, γυναικών και παιδιών.
Αλλά το γεγονός αυτό δημιουργεί και προβλήματα και απορίες, δύο από τις οποίες θα δούμε και θα σχολιάσουμε.

1. Το πλήθος που σήμερα επευφημεί τον Κύριο και Τον δοξολογεί, το ίδιο σε λίγες ημέρες θα καταφέρεται εναντίον Του και θα κραυγάζει μανιασμένο, καθοδηγούμενο βεβαίως από τους αρχιερείς των Ιουδαίων και τους εγκαθέτους τους : “άρον, άρον, σταύρωσον Αυτόν!” Κι αυτό θα πει: δεν μπορεί κανείς να έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στις εκδηλώσεις του πλήθους. Το πλήθος εύκολα παρασύρεται, γινόμενο όχλος, όταν ευρεθούν κάποιοι επιτήδειοι λαοπλάνοι. Κι αυτό γιατί δυστυχώς γνώρισμα του πλήθους - όχλου είναι η ακρισία. Οι πολλοί, μαζεμένοι και φανατισμένοι συνήθως, δεν θέτουν σε λειτουργία το νου και το μυαλό τους. Αφήνονται στους λίγους που έχουν σκοπό την καθοδήγησή τους και που γνωρίζουν πολύ καλά να εξάπτουν τα συναισθήματα και τις πιο σκοτεινές παρορμήσεις τους. Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν έδωσε - και δεν έδινε γενικότερα - ιδιαίτερη σημασία στις εκδηλώσεις αυτές θριάμβου του πλήθους απέναντί Του. “Ούκ επίστευεν εαυτόν αυτοίς, δια το Αυτόν γινώσκειν πάντα. Αυτός γαρ εγίνωσκε τι ην εν τη καρδία αυτών”!

2. Το πλήθος που ζητωκραύγαζε τον Χριστό, αποθέωνε κάποιον που η αληθινή εικόνα Του δεν ήταν αυτή που είχε κατά νου εκείνο. Τι θέλουμε να πούμε; Οι Ιουδαίοι των δύο κυρίως τελευταίων αιώνων προ Χριστού, επομένως και όλοι οι συγκεντρωμένοι, ακόμη και οι ίδιοι οι μαθητές του Χριστού, προσδοκούσαν έναν Μεσσία που θα ερχόταν ως θριαμβευτής, ως βασιλιάς δυνατός, κατεβαίνοντας από τους ουρανούς και φέρνοντας μαζί του δυνάμεις και πλούτη πολλά, διώχνοντας μάλιστα και τις ξενικές δυνάμεις κατοχής, εν προκειμένω τους Ρωμαίους. Τις προφητείες των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, ιδίως του Ησαΐα, περί του Μεσσία ως “του πάσχοντος δούλου του Θεού”, ως εκείνου που θα υφίστατο δεινά από τους ανθρώπους, τις είχαν ξεχάσει, μάλλον τις είχαν διαστρεβλώσει. Ένας Μεσσίας πάσχων εθεωρείτο πια ως σκάνδαλο και ως βλασφημία. Αντέβαινε προφανώς και στη λογική της παντοδυναμίας του Θεού. Έπρεπε κανείς να αλλάξει ριζικά, να μετανοήσει, να μπει στο χώρο της χάρης της κλήσεως του Χριστού, για να Τον δει όπως πράγματι είναι: ως τον Υιό του Θεού που έγινε άνθρωπος και 'έδει παθείν’ προκειμένου να σώσει την πεσμένη στην αμαρτία ανθρωπότητα. Ένας Θεός αδύναμος και πάνω στον Σταυρό δεν μπορεί να σταθεί στην λογική του όποιου ανθρώπου, ακόμη και του Ιουδαίου. Θα παραμένει πάντοτε Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, "Ελλησι δε μωρία’.

3. Τα παραπάνω σημεία που πράγματι προβληματίζουν λειτουργούν παραδειγματικά και σε μας.
Το πρώτο: Κριτήριο πάντοτε στη ζωή μας δεν πρέπει να έχουμε τη γνώμη των πολλών, όταν μάλιστα αυτοί οι πολλοί κινούνται στο επίπεδο του όχλου, διότι δυστυχώς τις περισσότερες φορές ακολουθούν 'την πλατείαν οδόν, την απάγουσαν εις την απώλειαν’. Ο Θεός και το άγιο θέλημά Του είναι το ρυθμιστικό στοιχείο της ζωής του Χριστιανού , όταν μάλιστα αυτό το θέλημά Του είναι γνωστό και από την πρώτη αποκάλυψη του Θεού, στο χώρο της Π. Διαθήκης, πολύ περισσότερο όμως μετά τον ερχομό του Ιησού Χριστού, του ενανθρωπήσαντος Θεού μας. 'Συνιέντες τι το θέλημα του Κυρίου’ μας προτρέπει ο απ. Παύλος, ακολουθώντας βεβαίως αυτό που ο ίδιος ο Κύριος έλεγε: 'γενηθήτω το θέλημά Σου’ και 'Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν’. Στην περίπτωση αυτή ο Χριστιανός γίνεται αληθώς ακόλουθος του Χριστού, κι αυτό θα πει ότι είναι έτοιμος να συγκρουστεί με τον πεσμένο στην αμαρτία και υποταγμένο στο διάβολο κόσμο, συνεπώς θα πρέπει να είναι έτοιμος και να ανέβει μαζί με Eκείνον στον σταυρό. Έί εμέ έδίωξαν, και ύμας διώξουσι’. 'Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται’.

Το δεύτερο: Θα πρέπει πάντοτε να προβληματιζόμαστε, αν η εικόνα του Ιησού Χριστού που έχουμε εμείς πια οι Χριστιανοί είναι πράγματι αυτή που φανέρωσε ο Ιησούς Χριστός. Και τούτο γιατί πολύ συχνά η εικόνα αυτή διαστρεβλώνεται από δικές μας απόψεις. Δεν είναι λίγες δυστυχώς οι φορές που το προσωπικό μας στοιχείο είναι αυτό που έχει την προτεραιότητα, κάτι που το βλέπουμε κάθε φορά στην τραγική ιστορία των αιρέσεων. Οι διάφοροι αιρετικοί ανά τους αιώνες αυτό ακριβώς έκαναν: έθεταν υπό τη δική της κρίση αυτό που ο λόγος του Θεού αποκάλυπτε. Κι αντί να κρίνονται από το λόγο του Θεού, έκριναν εκείνοι αυτόν. Έτσι τον διαστρέβλωναν, οπότε ο Χριστός ήταν για εκείνους περισσότερο μια ιδέα του μυαλού τους και όχι η ιστορική πραγματικότητα. Ο αρειανισμός, ο νεστοριανισμός, ο μονοφυσιτισμός, ακόμη οι εικονομάχοι είναι κλασικά δείγματα ιστορικών αποκλίσεων από την αλήθεια του προσώπου του Χριστού.

Τι είναι αυτό που διαφυλάσσει την αλήθεια του Χριστού και μας κρατάει επομένως 'ανοιχτούς’ στην πραγματικότητα της σχέσης Του; Μόνον η Εκκλησία και η παραμονή εν τη Εκκλησία. Εκείνη ως το ζωντανό σώμα του κρατάει ανόθευτη την εικόνα Του και μας Τον προσφέρει όπως φανερώθηκε. Κι αυτό σημαίνει: κάθε φορά πρέπει να επιβεβαιώνουμε τη χριστιανοσύνη μας με το βαθμό της εκκλησιαστικότητάς μας. Η ζωή στην Εκκλησία, η ένταξή μας στο ρυθμό της μέσα από τις άγιες ακολουθίες της και η μίμηση των κατεξοχήν εκκλησιαστικών ανθρώπων, των αγίων, είναι εκείνο που πρέπει ν’ αποτελεί τη διαρκή έγνοια μας. Τελικά, δεν αρκεί - δεν χρειάζεται καθόλου - να ζητωκραυγάζουμε (για) τον Χριστό, αλλά να έχουμε την αγωνία να αφουγκραζόμαστε την αλήθεια της ζωής Του. Κι αυτό παραπέμπει σ’ ένα εντελώς διαφορετικό ύφος και ήθος: παραπέμπει σε απόφαση θανάτου του εγωισμού μας, για να μετάσχουμε στο Σταυρό Του, που θα πει να αναστηθούμε και μαζί Του, ήδη από το εδώ και το τώρα.

(π. Γεώργιος Δορμπαράκης, "του Πάθους και της Ανάστασης", σσ. 161-165)

Ο Θεός μας χάρισε τη ικανότητα του λόγου, για να μπορούμε να επικοινωνούμε μεταξύ μας, γιατί αν είχαμε μόνο ψυχή και δεν είχαμε σώμα, τότε θα επικοινωνούσαμε με τις σκέψεις πολύ πιο γρήγορα. Και επειδή τις περισσότερες αμαρτίες τις κάνουμε με τη σκέψη, γι αυτό όρισε ως πιο σημαντική την καθαρότητα της σκέψης, η οποία θέλει περισσότερη προφύλαξη και φροντίδα, όπως ο γιατρός προφυλάγει περισσότερο τα αδύνατα σώματα με προληπτικές συνταγές.

Οι αμαρτίες που γίνονται με το σώμα απαιτούν χρόνο, ευκαιρία, κόπο, συνεργάτες και μπορούν να διακοπούν και να μην ολοκληρωθούν. Αντίθετα οι αμαρτίες που γίνονται με τη σκέψη, λόγω της ταχύτητας της σκέψης ολοκληρώνονται πολύ γρήγορα. Για παράδειγμα: Με τη φαντασία του κάποιος στο κρυφό εργαστήρι της καρδιάς διαπράττει μια αμαρτία, η οποία μπορεί να μείνει άγνωστη για πολύ καιρό, ίσως και για όλη του τη ζωή. Στην άλλη όμως τη ζωή όπου τα κρυπτά δημοσιεύονται και φανερώνονται, θα κριθεί γι αυτήν την αμαρτία. Επομένως στα αμαρτήματα της σκέψης όπου η αμαρτία γίνεται γρήγορα, γρήγορα πρέπει να γίνεται και η προληπτική αντιμετώπισή της.

Άγιος Βασίλειος ο Μέγας

                                                                                                                                Άγιον Όρος, της Πεντηκοστής, 1979
Εν Χριστώ
Αγαπητέ αδελφέ και συλλειτουργέ πάτερ Κ.
Με πολλήν αγάπην σε ασπάζομαι αδελφικά, ευχόμενος όπως ο γλυκύς μας Ιησούς εξαποστείλη τον Άγγελον Αυτού και κατευθύνη τα διαβήματά σου και διανοήματά σου κατά το άγιον Αυτού θέλημα.
Πήρα το γράμμα σου και είδα τον Γολγοθά σου.
Δεν θέλω να σε διδάξω, ούτε να σε συμβουλεύσω, αλλά ενθύμησιν να σου κάμω.
Το Ευαγγέλιο κάθε μέρα το διαβάζουμε και αυτό μας κανονίζει την πορεία αυτού μας του βίου, εις όλας τας περιπτώσεις.
Εάν θέλήσης να δημοσιεύσης λάθη άλλων ανθρώπων, τότε πώς θα διαβάσουμε το «άφες αυτοίς»;
«Εάν αγαπάτε τους αγαπώντας, ποια υμίν η χάρις εστί;» (Λουκ. 6, 32).
Κράτησε, αδελφέ μου, την πνευματικήν σου ισορροπίαν και μην προβαίνεις σε αντεκδικήσεις.
Διέρχεσαι μίαν σοβαράν κρίσιν του βίου σου, μη ρίχνης κάτω τα όπλα του Χριστού μας, χωρίς υπομονήν κανένας δε στεφανώνεται. Προσεύχου όσο μπορείς περισσότερον, ίνα σου δώσει ο Θεός υπομονήν και ανεξακίαν.
Τα πράγματα δείχνουν μόνα τους, ότι κάποιο καλό εργάζεσαι εκεί και γι’ αυτό σου επιτίθεται ο διάβολος με τόσην μανίαν, με τους αντιπροσώπους του.
Μη χάνεις το θάρρος σου. Δεν θα νικήση όμως αυτός, αλλά ο Χριστός.
Δεν γνωρίζεις όμως, τι σου ετοιμάζει ο Χριστός, όταν τον νικήσης.
Πρόσεξε όμως και τούτο, μήπως απογοητευθής, μήπως αποκάμης πολεμώντας.
Οι άγιοι Πατέρες μας διαρκώς φωνάζουν: «Θέλεις πνεύμα; Θα δώσης αίμα».
Καλύτερον να αδικηθής, παρά να αδικήσης. Ανάγκη είναι η αρετή να διώκεται, ίνα λάμψη περισσότερον.
Αύριο έχουμε την Κυριακή των Αγίων Πάντων, τι ωραία τα λέει ο Απόστολος (Εβρ. 11,33-12,2).
Λοιπόν σου εύχομαι ολοψύχως.
Κράτησε καλά -όρθια την σημαίαν του γλυκυτάτου Ιησού μας και μη φοβείσαι επιθέσεις ανθρώπων.
Λέγε και την ευχούλα
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με
και άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι.
Φίλησέ μου και τον Γ. μας.
Με αδελφικήν αγάπην
ο αδελφός σου παπα- Εφραίμ

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000

 

Η Ε' Κυριακή των Νηστειών συνιστά την απαρχή της τελευταίας εβδομάδας της Μ. Σαρακοστής. Το επόμενο Σάββατο, του αγ. Λαζάρου, σημαίνει τη λήξη της αγίας αυτής περιόδου, που θεωρείται μάλιστα τύπος ύλης της ζωής του Χριστιανού, με την έννοια ότι αυτά που καλούμαστε να ζήσουμε ιδιαιτέρως τη Σαρακοστή - την πιο έντονη προσευχή, την πιο συνεπή νηστεία, την πιο βαθειά μετάνοια, τη μεγαλύτερη αγάπη κι ελεημοσύνη - αυτά θα πρέπει να προσδιορίζουν και την κάθε ημέρα της ζωής μας. Μη ξεχνάμε ότι “παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου” (απ. Παύλος) και το πιο ουσιώδες έτσι για τον άνθρωπο είναι η στροφή προς τον Θεό και η εν θερμή αγάπη κοινωνία μαζί Του. Τα λόγια του αγίου γέροντα π. Παϊσίου εν προκειμένω είναι αφυπνιστικά: “Όλη η ζωή μου είναι μια Σαρακοστή ”! Αυτήν την τελευταία λοιπόν εβδομάδα η Εκκλησία μας, μας κτυπά για ύστατη φορά το “καμπανάκι” της σωτηρίας μας. Μας καλεί, έστω και τώρα, έστω και την τελευταία στιγμή, να μετανοήσουμε. Να μην πούμε ότι “τώρα πια πέρασε ο καιρός, δεν γίνεται τίποτε”! Και το κάνει αυτό η Εκκλησία προβάλλοντας ένα πρόσωπο που βίωσε συγκλονιστικά τη μετάνοια και γι’ αυτό θεωρείται πρότυπο μετάνοιας: την οσία Μαρία την Αιγυπτία! Με τα ίδια λόγια μάλιστα του συναξαρίου της ημέρας: “Ετάχθη η μνήμη της οσίας Μαρίας σήμερον, εγγίζοντος ήδη του τέλους της αγίας Τεσσαρακοστής, προς διέγερσιν των ραθύμων και αμαρτωλών εις μετάνοιαν, εχόντων υπόδειγμα την εορταζομένην αγίαν”.

[…]Η μετάνοια είναι μονόδρομος. Άλλος δρόμος για την ένταξή μας στη Βασιλεία του Θεού δεν υπάρχει. Κι είναι τούτο η μεγαλύτερη παρηγοριά μας. Με δεδομένα την αγάπη του Θεού και την αμαρτωλότητά μας η μετάνοια αποτελεί το συνδετικό κρίκο των δύο δεδομένων. Δεν έχουμε παρά να βαδίζουμε σ’ αυτόν τον δρόμο μαζί με τους αγίους μας, μαζί με την σήμερα εορταζομένη οσία Μαρία την Αιγυπτία. Είναι ο δρόμος που σε κάθε βήμα μας φέρνει σε άμεση σχέση με τον Χριστό.

("Του Πάθους και της Ανάστασης", Γεωργίου Δορμπαράκη, σσ. 107, 108, 112)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 17

Στίχ. 20-37. Η βασιλεία του Θεού και το καθήκον μας.
17.27 ἤσθιον(1), ἔπινον, ἐγάμουν, εξεγαμίζοντο(2),
ἄχρι ἣς ἡμέρας εἰσῆλθε Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, καὶ ἦλθεν
ὁ κατακλυσμὸς καὶ ἀπώλεσεν άπαντας(3).
27 Τότε έτρωγαν κι έπιναν, άντρες και γυναίκες παντρεύονταν
και πάντρευαν, ως την ημέρα που ο Νώε μπήκε στην κιβωτό.
Ύστερα ήρθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους.
(1) Οι παρατατικοί που μπαίνουν χωρίς σύνδεση κάνουν
εκτάκτως ζωηρό το λόγο (p).
(2) Το εξεγαμίζοντο= δίνονταν σε γάμο από τους γονείς τους (g).
Δεν τονίζει απλώς το ότι ζούσαν τη συνηθισμένη τους ζωή, αλλά
το ότι ήταν εξολοκλήρου απορροφημένοι από τα εξωτερικά πράγματα (p).
Το να τρώμε και να πίνουμε είναι αναγκαίο για διατήρηση της ανθρώπινης
ζωής και το κάνουμε γάμο και να δίνουμε σε γάμο απαραίτητο
για πολλαπλασιασμό της. Τα νόμιμα και επιτρεπόμενα αυτά έγιναν
ολέθρια σε εκείνους λόγω της διάθεσης, με την οποία γίνονταν.
Ήταν αυτοί αμέριμνα παραδομένοι στην σαρκική ζωή, ενώ ο κίνδυνος
ήταν επί θύραις και για την επικείμενη έλευση του ολέθρου
ο Θεός μέσω του Νώε είχε ειδοποιήσει αυτούς. Έτρωγαν, έπιναν
και παντρεύονταν, την ώρα που επείγουσα ανάγκη ήταν να νηστεύσουν,
να πενθήσουν και να μετανοήσουν. Παρά τις προαναγγελίες του Νώε,
παρά τις επανειλημμένες για μετάνοια προσκλήσεις, αυτοί θεωρούσαν
τους εαυτούς τους ασφαλείς, διότι απιστούσαν και διότι θεωρούσαν
γελοίο το κήρυγμα περί επικειμένης καταστροφής.
(3) «Όπως στα χρόνια του Νώε ξαφνικά ήλθε ο κατακλυσμός και τους πήρε όλους,
έτσι θα είναι και η παρουσία του» (Θφ).

katafigioti

lifecoaching