«…Κι έρχεται μάλιστα ώρα που όποιος σας σκοτώσει, θα νομίσει πως προσφέρει υπηρεσία στο Θεό» (Ιωάννης 16:2)
Ένας κόσμος χωρίς ελπίδα
Οι χριστιανικές κοινότητες στην Ορίσσα, μια από τις 28 Πολιτείες της Ινδίας, με έκταση λίγο μεγαλύτερη από την Ελλάδα, στην ανατολική Ινδία, και με πληθυσμό 36,8 εκατομμύρια κατοίκους, δοκίμασαν τη βία των εξτρεμιστών ινδουιστών τον Αύγουστο του 2008. Κάηκαν και καταστράφηκαν ολόκληρα χριστιανικά χωριά, εκκλησίες και ορφανοτροφεία, και ξέσπασαν φόνοι και βιασμοί εναντίον χριστιανών καλογριών. Χιλιάδες πιστοί εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και κρύφτηκαν στα δάση ή βρήκαν καταφύγιο σε απομακρυσμένους καταυλισμούς. Ο διωγμός ξέσπασε, όταν κάποιοι δολοφόνησαν ένα θρησκευτικό αρχηγό των Ινδουιστών μαζί με τέσσερις μαθητές του, και οι δολοφονίες αποδόθηκαν στους χριστιανούς!
Στον 21ο αιώνα υπάρχουν εκατομμύρια χριστιανοί σ’ όλο τον κόσμο που διώκονται για χάρη του Χριστού. Πολλοί πληρώνουν με τη ζωή τους ή το κάψιμο των περιουσιών τους, την πίστη τους στο Χριστό.
Η διωκόμενη εκκλησία ας είναι το πάγιο θέμα προσευχής όλων μας.
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«Βέβαια, κάθε παιδαγωγική μέθοδος δε φαίνεται αρχικά ευχάριστη, αλλά οδυνηρή. Κατόπιν όμως αποδίδει καρπό» (Εβραίους 12:11)
Σ’ έναν κήπο ήταν μια αχλαδιά που δεν την είχαν κλαδέψει ποτέ. Τα αχλάδια ήταν μικρά και άγευστα. Κάποτε την κλάδεψαν. Όταν την είδε η νοικοκυρά, είπε: «Την καταστρέψατε, δε θα κάνει πια καρπούς». Λάθος! Τη χρονιά εκείνη τα αχλάδια ήταν μεγάλα και νόστιμα! Ήταν αποτέλεσμα του κλαδέματος. Και ο Θεός επιτρέπει κάποτε τα κλαδέματα – δοκιμασίες για να φέρουμε καρπούς εύγευστους. Βέβαια, η παιδαγώγησή μας από το Θεό δε μας αρέσει, γιατί πονάει, αλλά είναι για το καλό μας. Θα φέρουμε καλύτερο καρπό. Βοηθάει στην καλυτέρευση του χαρακτήρα μας.
Αν περνάς από κάποια σκληρή δοκιμασία, κάνε υπομονή. Ζήτα από το Θεό να σε βοηθήσει να πάρεις τα μαθήματα που χρειάζεσαι και τις αλλαγές που πρέπει να κάνεις στη ζωή σου. Ο Θεός «δε θα επιτρέψει να δοκιμαστείτε περισσότερο απ’ ό,τι μπορείτε ν’ αντέξετε, αλλά μαζί με τη δοκιμασία θα σας εξασφαλίσει και τον τρόπο να μπορέσετε ν’ αντέξετε» (Α’ Κορ. 10:13)
(Γ.Σ.Κ.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
43. «Ιωακείμ και Άννα οι ταύτης γεννήτορες» (Δ, 114).
Για τους γονείς της Θεοτόκου ο ευαγγελιστής Λουκάς γράφει τα εξής˙:
«Ήσαν δίκαιοι αμφότεροι ενώπιον του Θεού, πορευόμενοι εν πάσαις ταις εντολαίς και δικαιώμασι του Κυρίου άμεπτοι» (α' β). Αλλά και μόνο το γεγονός, ότι αξιώθηκαν να δώσουν την μητέρα στον Υιό και Λόγο του Θεού είναι αρκετό για να καταλάβωμε την μεγάλη αξία τους. Η τιμητική αυτή εκλογή, ειδικώτερα, αποδεικνύει τα εξής: «ότι υπήρξαν πολύ πιο δίκαιοι και πιο πιστοί τηρητές των νόμων και από τον Μωυσή και τον Νώε και τον Αβραάμ˙ ότι ήταν περισσότερο απ’ όλους τους ανθρώπους αγαπητοί στον Θεό, ότι υπήρξαν άνθρωποι προσευχής και αρετής, αφού η Παρθένος δεν γεννήθηκε σύμφωνα με τη φύσι, αλλά παραχωρήθηκε από το Θεό σαν καρπός της προσευχής και της αρετής των˙ ότι ήσαν περισσότερο από όλους τους άλλους οικείοι στο Θεό» (Κ, 43 - 55) . Και ο ι. Δαμασκηνός λέει για τον Ιωακείμ ότι «ζούσε στη θεωρία του λόγου του Θεού κι ευφραινόταν με το ‘νερό της ανάπαυσης’ που είναι η θεία χάρη, αποτραβώντας τη σκέψη του από τα μάταια και περπατώντας την ‘σε δρόμους δικαιοσύνης’». Και για την Άννα, ότι «ήταν παρόμοια με τον άντρα της στο χαρακτήρα...» (Δ, 117).
Για τα μεγάλα έργα ο Θεός προετοιμάζει μεγάλες ψυχές, όπως προετοίμασε τον Ιωακείμ και την Άννα για να δώσουν μητέρα στον Θεάνθρωπο Κύριο. Από μικρούς και κακούς ανθρώπους δεν φυτρώνει τίποτε το καλό. Τους καλούς καρπούς να τους περιμένης από το καλό δένδρο, όπως είπε ο Κύριος:
«Μήτι συλλέγουσιν από ακανθών σταφυλήν ή από τριβόλων σύκα; Ούτω παν δένδρον αγαθόν καρπούς καλούς ποιεί... ου δύναται δένδρον αγαθόν καρπούς πονηρούς ποιείν» (Ματθ. ζ' 16 - 18).
Οι καλοί γονείς είναι η προϋπόθεσις των καλών παιδιών. Από την καλή και ευγενική ρίζα θα εξαρτηθή το υγιές και ήμερο γενεαλογικό δένδρο. Οι ευσεβείς και ενάρετοι γονείς είναι η καλύτερη κληρονομική καταβολή για τα παιδιά.
44. «Άννα, χάρις ερμηνεύεται» (Δ, 116).
Σχολιάζοντας το όνομα της μητέρας της Θεοτόκου, ο Ι. Δαμασκηνός γράφει:
«Το όνομα Άννα σημαίνει ‘χάρη’... Πλούσια προικισμένη με αρετές, μα για κάποιο άγνωστο λόγο έχοντας την αρρώστια της στειρότητας. Αληθινά ήταν στείρα η χάρη, δίχως τη δύναμη να καρποφορή στις ψυχές των ανθρώπων, αφού ‘όλοι πήρανε στραβό δρόμο, όλα εξαχρειώθηκαν’, δε βρίσκονταν άνθρωπος ‘γνωστικός’, άνθρωπος ‘να ζητάη το Θεό’. Ύστερα ο αγαθός Θεός, βλέποντας με συμπόνοια άμετρη των χεριών του το πλάσμα και θέλοντας να το σώση, λύνει την ακαρπία της χάρης, δηλαδή της Άννας, που ’χε δοσμένη τη σκέψι σ’ Αυτόν. Γέννησε έτσι μια τέτοια κόρη, που όμοιά της ποτέ δεν είχε γεννηθή μήτε θα ξαναγεννηθή. Το λευτέρωμα από την ακαρπία φανέρωνε ολοκάθαρα πως η στειρότητα του κόσμου σε αγαθά θα λυθή και θα γεννηθή ο κορμός της άφραστης μακαριότητας» (Δ, 117) .
Όταν σκληρύνεται η ψυχή των ανθρώπων, τότε γίνεται αδιάβροχη στα νοήματα της χάριτος του Θεού. Η χάρις του Θεού, που δεν μπορεί να καρποφορήση σε μια σκληρή ψυχή, αποδεικνύεται στείρα. Ο Ιησούς, στην παραβολή του Σπορέως παρωμοίωσε την πνευματική αυτή κατάστασι με τον σπόρο που έπεσε «παρά την οδόν και κατεπατήθη και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό» (Λουκ. η' 5). Πάνω στο σκληρό και πατημένο δρόμο τίποτε δεν μπορεί να φυτρώση όση βροχή κι αν πέση. Η ψυχή που σκληρύνθηκε από την αμαρτία δεν μπορεί να καρποφορήση στη δροσιά της χάριτος. Είναι πια στείρα.
Δόξα όμως τω Θεώ! Διότι Εκείνος έλυσε τη στειρότητα του κόσμου με μια σειρά θαυματουργικών επεμβάσεων. Έλυσε τη στειρότητα της Αγίας Άννας και άνοιξε έτσι μια σχισμή στο σώμα της άγονης και στείρας ανθρωπότητος για να δεχθή τον «σπόρο» της χάριτος που θα έσπερνε ύστερ’ από λίγο ο κατά σάρκα Εγγονός της.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 68-69 )
1220. ΗΜΟΥΝ ΚΟΝΤΑ ΣΟΥ.
Ο άγιος Αντώνιος ο ερημίτης πειραζόταν σκληρά στην έρημο από το αρχέκακο διάβολο. Υπέφερε τρομερούς πόνους, με συχνές επιθέσεις. Αίφνης μια φωτεινή αχτίνα φάνηκε στο κελί του. Τα ακάθαρτα πνεύματα παρευθύς εξηφανίστηκαν και επεκράτησε μεγάλη ηρεμία και στην ψυχή και στο κτίριο ολόκληρο. Μέσα σε τέτοια ανακούφιση ο Αντώνιος γεμάτος ικανοποίηση λέγει στην οπτασία: «Που ήσουν προτήτερα; Γιατί δεν ήρθες από την αρχή να μου σταματήσεις τους πόνους;». Και μια φωνή του απάντησε: «Αντώνιε, ώδε ήμην, αλλά περιέμενον ιδείν το σόν αγώνισμα». «Αντώνιε, ήμουν κοντά σου και περίμενα να δω την αντίσταση, που θα έκανες. Επειδή υπέμεινες καρτερικά και δε νικήθηκες, θα σου είμαι για πάντα βοηθός και θα σε κάνω ξακουστό σε όλη τη γη».
(Βίος και πολιτεία του οσίου Πατρός ημών Αντωνίου υπό αγίου Αθανασίου, Έλλ. Πατρ. Τομ. 26 στήλ. 860).
ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ εγκρατευτές σ’ αυτήν την έρημο, έλεγε ένας από τους Πατέρες, που εβδομήντα ολόκληρα χρόνια δεν έβαλαν στο στόμα τους τίποτε άλλο εκτός από αγριοβότανα και καρπούς φοινίκων.
ΚΑΠΟΙΟΣ πολύ γέρος Ερημίτης αρρώστησε και βασανιζόταν μόνος του, γιατί δεν βρισκόταν σ’ εκείνη την ερημιά άνθρωπος να τον φροντίσει.
Βλέποντας την υπομονή του ο Θεός, φώτισε ένα νέο μοναχό να πάει ως την καλύβα του. Κι όπως τον βρήκε βαριά άρρωστο, στάθηκε με αγάπη στο πλευρό του να τον ανακουφίσει. Τον έπλυνε, του έφτιαξε ένα αχυρένιο στρώμα και του μαγείρεψε λίγο φαγητό.
- Πίστεψέ με, αδελφέ, του είπε μ’ ευγνωμοσύνη ο Γέροντας, πως είχα εντελώς ξεχάσει ότι υπάρχουν τέτοιες αναπαύσεις στους ανθρώπους.
Την άλλη μέρα ο αδελφός του έφερε λίγο κρασί για να τον τονώσει. Όταν το είδε ο Γέροντας, δάκρυσε και ψιθύρισε:
- Τέτοια περιποίηση δεν την περίμενα μέχρι τον θανατό μου.
Ο ΑΒΒΑΣ Ιωσήφ συμβουλεύτηκε τον Όσιο Ποιμένα πως να εγκρατεύεται στο φαγητό.
- Τρώγε λίγο κάθε ημέρα, του είπε ο Γέροντας, αλλά χωρίς να χορταίνεις.
- Όταν ήσουν νέος, Αββά, δεν έτρωγες κάθε δυό μέρες;
- Κι ολόκληρη βδομάδα εμενα άσιτος, πρόσθεσε ο Όσιος. Αλλά οι Πατέρες, που δοκίμασαν πολλών ειδών ασκήσεις, βρήκαν πως πιο ωφέλιμο για τον μοναχό είναι να τρώει λίγο κάθε μέρα. Αυτή είναι η μέση και βασιλική οδός. Οι υπερβολές είναι των δαιμόνων.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 89-90 )
Επειδή είπε, «τέκνο μου», πρόσθεσε, «από το Θεό Πατέρα», για να ενθαρρύνει την ψυχή του και να μάθει τίνος είναι τέκνο, και ότι όχι με το να πει μόνο «ως προς την κοινή πίστη», αλλά και με το να προσθέσει «από τον Πατέρα μας», δείχνει την ισοτιμία του. Και πρόσεχε πως εκείνα που εύχεται στους μαθητές και στους πολλούς, αυτά εύχεται και στο διδάσκαλο. Γιατί το ίδιο και αυτός έχει ανάγκη απ’ αυτές τις ευχές, και τόσο πολύ περισσότερο από εκείνους, όσο και περισσότερες έχθρες έχει, καθώς και περισσότερες ανάγκες για σύγκρουση με το Θεό. Γιατί όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγαλύτεροι και οι κίνδυνοι για τον ιερωμένο. Αρκεί και ένα μόνο κατόρθωμα του επισκόπου να τον ανεβάσει στον ουρανό, και ένα αμάρτημα να τον ρίξει στην κόλαση.
Για ν’ αφήσω δηλαδή κατά μέρος όλα τα άλλα που συμβαίνουν κάθε ήμερα, αν συμβεί ποτέ να τοποθετήσει ή από φιλία ή από κάποιαν άλλη αιτία έναν ανάξιο σε εκκλησιαστικό αξίωμα και να του αναθέσει την εξουσία μιας μεγάλης πόλης, πρόσεχε για πόση φωτιά καθιστά τον εαυτό του ένοχο. Πράγματι θα δώσει λόγο όχι μόνο για τις ψυχές που χάνονται (γιατί τις καταστρέφει αυτός επειδή είναι ασεβής), αλλά και για όλες τις πράξεις του. Εκείνος δηλαδή που ήταν ασεβής ως ιδιώτης, θα είναι πολύ περισσότερο όταν καταλάβει την εξουσία˙ επιθυμητό όμως είναι να παραμείνει ο ευλαβής τέτοιος όταν αναλάβει το αξίωμα. Πραγματικά και η κενοδοξία επιτίθεται τότε σφοδρότερα και η επιθυμία των χρημάτων και η αυθάδεια, γιατί η εξουσία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, και προσκόμματα και ύβρεις και βλασφημίες και άπειρα άλλα. Αν λοιπόν κάποιος είναι ασεβής, θα γίνει περισσότερο ασεβέστερος όταν αναλάβει τέτοιο αξίωμα. Όταν λοιπόν τοποθετήσει έναν τέτοιο άρχοντα, θα είναι υπεύθυνος για όλα τα αμαρτήματά του, αλλά και για ολόκληρα πλήθη λαού.
Αν εκείνος που σκανδαλίζει μία ψυχή, «είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντισθεί στα βάθη της θάλασσας», τι θα υποστεί εκείνος που σκανδαλίζει τόσες ψυχές, πόλεις ολόκληρες και λαούς και άπειρες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κατοίκους πόλεων, γεωργούς, τους κατοίκους της πόλης εκείνης, τους κατοίκους των άλλων πόλεων που βρίσκονται υπό την εξουσία εκείνης; Γιατί, και αν ακόμη αναφέρεις κάποιαν άλλη τριπλάσια ποινή, δε θα πεις τίποτε˙ για τόσο μεγάλη ποινή και τιμωρία θα είναι ένοχος. Επομένως αυτός πιο πολύ χρειάζεται τη χάρη και την ειρήνη του Θεού. Γιατί, αν δεν κυβερνά το λαό μ’ αυτή, όλα θα χαθούν και θα καταστραφούν, αφού το πηδάλιο δεν θα βρίσκεται σ’ αυτόν. Και αν ακόμη είναι γνώστης της κυβερνητικής τέχνης, αν δεν έχει αυτό το πηδάλιο, δηλαδή τη χάρη και την ειρήνη που δίνει ο Θεός, θα καταποντίσει το σκάφος και όσους ταξιδεύουν μ’ αυτό. Γι’ αυτό εγώ φθάνω στο να θαυμάζω εκείνους που επιθυμούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα.
Άθλιε άνθρωπε και ταλαίπωρε, δε βλέπεις τι πράγμα επιθυμείς; Αν είσαι μόνος σου και άγνωστος και άσημος, έστω και αν διαπράξεις άπειρα αμαρτήματα, θα δώσεις λόγο για μια ψυχή και γι’ αυτήν θα υποστείς την τιμωρία μόνο˙ όταν όμως ανεβείς σ’ αυτή την εξουσία, σκέψου για πόσους ανθρώπους θα τιμωρηθείς. Άκου τον Παύλο που λέγει˙ «να υπακούτε και να υποτάσσεστε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό». Μήπως όμως επιθυμείς τιμή και εξουσία; Και ποια η ευχαρίστηση από αυτή την τιμή; Γιατί πραγματικά ούτε αυτό βλέπω˙ ότι δηλαδή δεν είναι δυνατό να είναι αληθινά άρχοντας. Πώς; Γιατί στην εξουσία των αρχομένων ανήκει η υπακοή. Και αν κανείς ήθελε εξετάσει ακριβώς το πράγμα, δεν έρχεται ένας τέτοιος στο ν’ ασκήσει εξουσία, αλλά στο να υπηρετεί άπειρους κυρίους που επιθυμούν και λέγουν τα αντίθετα. Γιατί ό,τι εγκωμιάζει ο ένας, το κατηγορεί ο άλλος˙ ό,τι ψέγει αυτός, το θαυμάζει ο άλλος. Ποιόν λοιπόν πρέπει ν’ ακούσει, σε ποιόν να πεισθεί; Δεν είναι δυνατό σε κανένα. Και ο δούλος, αν ο κύριος του προστάξει αντίθετα, δυσανασχετεί, εσύ όμως, αν λυπηθείς όταν τόσο πολλοί κύριοι προστάζουν αντίθετα, θα τιμωρηθείς και γι’ αυτό, επειδή ανοίγεις τα στόματα όλων εναντίον σου. Αυτό λοιπόν, πες μου, είναι τιμή; αυτό είναι αρχηγία; αυτό εξουσία;
Είπε ο επίσκοπος να προσφέρουν χρήματα. Αν κανείς δε θέλει όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά και για να μη φανεί, ότι το κάνει αυτό από αδιαφορία, κατηγορεί αυτόν που έδωσε την εντολή. ‘Κλέβει’, λέγει, ‘αρπάζει, καταπίνει τα πράγματα των φτωχών, κατατρώγει τις περιουσίες των φτωχών’. Σταμάτησε τις κατηγορίες. Μέχρι πότε θα τα λες αυτά; Δε θέλεις να προσφέρεις χρήματα; Κανείς δε σ’ αναγκάζει, κανείς δε σε πιέζει˙ γιατί κατηγορείς αυτόν που παραινεί και συμβουλεύει; Όμως βρέθηκε κάποιος σε ανάγκη, και εκείνος δε βοήθησε ή γιατί δεν μπόρεσε ή γιατί ασχολήθηκε με κάτι άλλο. Δεν υπάρχει καμμιά συγγνώμη, αλλά πάλι οι κατηγορίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Αυτό λοιπόν είναι εξουσία; Και δεν μπορεί να τιμωρήσει, γιατί είναι σπλάχνα δικά του. Και όπως τα σπλάχνα, όταν εξογκώνονται ή προκαλούν πόνο και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα, δεν τολμούμε να τα τιμωρήσουμε (δεν παίρνουμε δηλαδή το ξίφος να τα κόψουμε), έτσι και αν υπάρχει ένας τέτοιος από το ποίμνιο που μας προκαλεί πόνους και στενοχώριες από τις κατηγορίες αυτές, δεν τολμούμε να τον τιμωρήσουμε˙ γιατί αυτά βρίσκονται μακριά από την πατρική ψυχή και αναγκαστικά υποφέρουμε τον πόνο μέχρι που να γίνει εκείνος εντελώς καλά.
Ο αγορασμένος υπηρέτης με χρήματα έχει διαταγή να κάνει κάποιο έργο, και αν το εκτελέσει, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του επισκόπου απλώνονται παντού και του ζητούν πολλά πάνω από τις δυνάμεις του˙ αν δεν έχει την ικανότητα να μιλάει, πολύς είναι ο γογγυσμός˙ αν όμως έχει την ικανότητα να μιλάει, πάλι κατηγορίες˙ ‘ματαιόδοξος είναι’˙ αν δεν ανασταίνει νεκρούς, ‘δεν αξίζει’, λέγει, ‘καθόλου˙ ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός, όμως όχι’. Αν η τροφή του είναι μέτρια, πάλι κατηγορίες˙ ‘έπρεπε να είχε απαγχονισθεί’, λέγει. Αν κάποιος τον δει να λούζεται, πολλές κατηγορίες˙ ‘πρέπει να μη βλέπει καθόλου τον ήλιο’, λέγει. Αν κάνει τα ίδια που κάνω εγώ, και λούζεται και τρώει και πίνει και ρούχα φοράει και φροντίζει για το σπίτι και τους υπηρέτες, για ποιό λόγο είναι προϊστάμενός μου;
’Έχει όμως και υπηρέτες’, λέγει, ‘που τον υπηρετούν, και μεταφέρεται πάνω σε όνο˙ για ποιό λοιπόν λόγο είναι προϊστάμενός μου;’ Αλλά, πες μου, δεν πρέπει να έχει τον υπηρέτη του, αλλ’ ο ίδιος ν’ ανάβει τη φωτιά και να κουβαλάει νερό και να κόβει τα ξύλα και να πηγαίνει στην αγορά; Και πόση ντροπή δεν είναι αυτό το πράγμα; Και οι άγιοι εκείνοι άνδρες, οι απόστολοι, δε θέλουν ν’ ασχολείται με τη διακονία των χηρών εκείνος που αφοσιώνεται στο κήρυγμα, αλλά θεωρούν το πράγμα τούτο ανάξιο γι’ αυτόν˙ εσύ λοιπό κατεβάζεις αυτόν και στην υπηρεσία των υπηρετών σου; Γιατί εσύ, που τα προστάζεις αυτά, δεν τα παραβλέπεις αλλά τα εκτελείς; Πες μου, δε σου προσφέρει μεγαλύτερη υπηρεσία από τη δική σου φροντίδα που δείχνεις για τα σωματικά; Γιατί δε στέλνεις το δούλο σου στην υπηρεσία του; Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών˙ εσύ αν προσφέρεις κάποια υπηρεσία στο διδάσκαλο κάνεις κάτι μεγάλο; Αλλ’ ούτε εσύ θέλεις να προσφέρεις και αυτόν τον εμποδίζεις.
Τι δηλαδή; από τον ουρανό πρέπει να ζει; Αλλ’ ο θεός δε θέλει έτσι. Τι λοιπόν; ‘οι απόστολοι, λέγει, ‘είχαν ελεύθερους ανθρώπους που τους υπηρετούσαν;’ Θέλεις ν’ ακούσεις και αυτό, πώς δηλαδή ζούσαν οι απόστολοι; Ταξίδευαν, και άνδρες ελεύθεροι και ευγενείς γυναίκες έβαζαν σε κίνδυνο και τις ψυχές και τα κεφάλια τους για την ανάπαυση εκείνων. Άκου όμως και τον μακάριο Παύλο που συμβουλεύει και λέγει˙ «τέτοιους ανθρώπους να τους τιμάτε»˙ και πάλι, «για το έργο του Θεού έφθασε κοντά στο θάνατο, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή του, για ν’ αναπληρώσει την έλλειψη της υπηρεσίας σας προς εμένα». Βλέπεις τι λέγει; Εσύ όμως ούτε ένα λόγο λες για τον πατέρα σου, ούτε βέβαια αναλαμβάνεις τόσο μεγάλο κίνδυνο.
‘Αλλά’, λέγει, ‘δεν πρέπει να λούζεται’. Πες μου, γιατί; που αυτό απαγορεύεται; Ούτε βέβαια η ακαθαρσία είναι καλό πράγμα. Πουθενά δε βλέπουμε αυτά ούτε να κατηγορούνται ούτε να θαυμάζονται. Γιατί άλλα είναι εκείνα που πρόσταξε να έχει ο επίσκοπος˙ να είναι αδιάβλητος, συνετός, κόσμιος, φιλόξενος, καλός διδάσκαλος. Αυτά απαιτεί ο απόστολος, αυτά πρέπει να επιζητεί κανείς από τον άρχοντα και τίποτε περισσότερο. Δεν είσαι εσύ ακριβέστερος από τον Παύλο, ή καλύτερα δεν είσαι ακριβέστερος από το άγιο Πνεύμα. Αν είναι φίλερις ή μέθυσος ή βίαιος και σκληρός, να κατηγορείς. Αυτά είναι ανάξια για τον επίσκοπο. Αν ζει με απολαύσεις, και αυτό είναι κατηγορία. Αν όμως περιποιείται το σώμα του για να σε υπηρετεί και αν το φροντίζει για να σου είναι χρήσιμος, πρέπει γι’ αυτά να κατηγορείται;
Δεν ξέρεις ότι η ασθένεια του σώματος δεν είναι κατώτερη από την ασθένεια της ψυχής και ότι βλάπτει και εμάς και την Εκκλησία; Για ποιό λόγο τη θεραπεύει ο Παύλος γράφοντας στον Τιμόθεο, «να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί εξαιτίας του στομαχιού σου και των συχνών ασθενειών σου»; Γιατί, αν κατορθώνουμε την αρετή μόνο με την ψυχή, δεν έπρεπε να φροντίζουμε για το σώμα. Και γενικά γιατί γίναμε έτσι; Αν είναι μεγάλη η προσφορά του σώματος, πώς δεν είναι η χειρότερη ανοησία να το παραμελούμε; Έστω κάποιος που έχει τιμηθεί με το αξίωμα του επισκόπου και έχει αναλάβει την προστασία του λαού της Εκκλησίας, και έστω ότι είναι ενάρετος στα άλλα και έχει όλα εκείνα που πρέπει να έχει ο ιερωμένος, είναι όμως πάντοτε δεμένος στο κρεββάτι από ισχυρή αρρώστια˙ τι θα μπορέσει να ωφελήσει αυτός; ποιά περιοδεία θα μπορέσει να κάνει; ποιές επισκέψεις θα κάνει; ποιόν θα επιπλήξει; ποιόν θα νουθετήσει;
Αυτά τα είπα για να μάθετε να μην κατηγορείτε γενικά τους ιερωμένους, για να μάθετε περισσότερο να τους δέχεστε, και αν κάποιος επιθυμεί την εξουσία, βλέποντας τις πολλές κατηγορίες, να σβήσει την επιθυμία αυτή. Είναι πραγματικά μεγάλος ο κίνδυνος και έχει ανάγκη από τη χάρη και την ειρήνη του Θεού, την οποία να εύχεστε να είναι σε μένα πολλή, όπως και εγώ εύχομαι να είναι σε σας. (ΕΠΕ 24,23-33)
Το αξίωμα της διδασκαλίας και της ιερωσύνης είναι μεγάλο και θαυμαστό και πραγματικά χρειάζεται την ψήφο του Θεού, ώστε να υποδειχθεί ο άξιος γι’ αυτό. Έτσι γινόταν και παλιά, έτσι γίνεται και τώρα, όταν κάμνουμε τις εκλογές χωρίς ανθρώπινο πάθος, όταν δεν αποβλέπουμε σε τίποτε βιωτικό, ούτε σε φιλία, ούτε σε μίσος. Γιατί, και αν ακόμα δεν έχουμε τόσο Πνεύμα, φθάνει όμως η αγαθή πρόθεση για να αποσπάσει τη χειροτονία από το Θεό. Άλλωστε ούτε οι απόστολοι είχαν το Πνεύμα, όταν εξέλεξαν το Ματθία, αλλ’ εμπιστεύθηκαν την εκλογή στην προσευχή, και συμπεριέλαβαν αυτόν στον αριθμό των αποστόλων˙ γιατί δε λάμβαναν υπόψη ανθρώπινη φιλία. Έτσι έπρεπε να γίνεται και τώρα σε μας. Αλλ’ εμείς, επειδή φθάσαμε στο έσχατο σημείο αδιαφορίας, ακόμα και εκείνα που είναι ολοφάνερα ορθά, τα απορρίπτουμε˙ όταν όμως παραβλέπουμε τα φανερά, πώς ο Θεός θα μας αποκαλύψει τα μη φανερά; Εάν για το μικρό, λέγει, δεν φανήκατε άξιοι εμπιστοσύνης, το μεγάλο και αληθινό ποιος θα σας το εμπιστευθεί; Τότε όμως, επειδή δε γινόταν τίποτε ανθρώπινο, οι ιερείς υποδεικνύονταν και δια προφητείας.
Τι σημαίνει «δια προφητείας»; Από το άγιο Πνεύμα. Γιατί προφητεία είναι όχι μόνο το να λέγει κανείς τα μέλλοντα, αλλά και τα παρόντα, καθόσον και ο Σαούλ με προφητεία δείχθηκε ότι κρυβόταν στα σκεύη˙ γιατί ο Θεός αποκαλύπτει στους δικαίους. Προφητεία ήταν και οι λόγοι του Πνεύματος, «ξεχωρίστε μου τον Παύλο και τον Βαρνάβα». Έτσι εκλέχθηκε και ο Τιμόθεος. Προφητείες εδώ ονομάζει τις πολλές, και ίσως εννοεί εκείνην με την οποία τον έλαβε, όταν τον περιέτεμε και όταν τον χειροτόνησε, καθώς και ο ίδιος γράφοντας λέγει˙ «μην αμελείς το χάρισμα που υπάρχει σε σένα». Διαγείροντας λοιπόν αυτόν και ετοιμάζοντάς τον να είναι νηφάλιος και προσεκτικός, του υπενθυμίζει εκείνον που τον εξέλεξε και τον χειροτόνησε˙ σαν να του έλεγε δηλαδή˙ ‘ο Θεός σε εξέλεξε, αυτός σου εμπιστεύθηκε, δεν έχεις γίνει με ανθρώπινη ψήφο˙ μη περιφρονήσεις και μη ντροπιάσεις την απόφαση του Θεού’.
Έπειτα, επειδή έδωσε παραγγελία και ήταν βαρύτερο αυτό, τι λέγει; «Αυτή την παραγγελία σου αφήνω, τέκνο Τιμόθεε». Παραγγέλλει σαν να είναι τέκνο και μάλιστα γνήσιο τέκνο. Όχι δηλαδή αυθεντικά, ούτε δεσποτικά, ούτε με εξουσία, αλλά πατρικά. «Τέκνο», λέγει, «Τιμόθεε». Η ανάθεση της φύλαξης δηλώνει το ακριβές και εκείνο που δεν είναι δικό μας˙ γιατί δεν το αποκτήσαμε αυτό εμείς, αλλ’ ο Θεός μας το χάρισε˙ και όχι αυτό μόνο, αλλά και πίστη και αγαθή συνείδηση. Αυτά λοιπόν που μας έδωσε αυτά ας τα φυλάγουμε. Αν δεν ερχόταν αυτός, ούτε αυτή η πίστη θα υπήρχε, ούτε ο βίος ο καθαρός, τον οποίον αποκτούμε από την παιδεία. Σαν να του έλεγε˙ ‘δεν είμαι εγώ που παραγγέλλω, αλλ’ εκείνος που σε εξέλεξε’˙ γιατί το, «σύμφωνα με τις προφητείες που λέχθηκαν για σένα», αυτό σημαίνει. Εκείνες άκουσε, σε εκείνες πίστεψε.
Τι παραγγέλλεις όμως, πες; Για να αγωνίζεσαι τον καλόν αγώνα σύμφωνα με αυτές. Εκείνες σε διάλεξαν γι’ αυτό για το οποίο σε διάλεξαν˙ αγωνίζου τον καλόν αγώνα. Καλόν είπε˙ γιατί υπάρχει και κακός αγώνας, για τον οποίο λέγει˙ «όπως ακριβώς παραδώσατε τα μέλη σας όπλα στην αμαρτία και στην ακαθαρσία». Εκείνοι στρατεύονται από τύραννο, ενώ εσύ από βασιλιά. Γιατί όμως ονομάζει αγώνα το πράγμα; Για να δηλώσει ότι έχει ξεσηκωθεί δυνατός πόλεμος εναντίον όλων βέβαια, ιδιαίτερα όμως εναντίον του δασκάλου, ότι χρειαζόμαστε ισχυρά όπλα, ότι χρειαζόμαστε νηφαλιότητα, εγρήγορση, διαρκή επαγρύπνηση, ότι πρέπει να ετοιμασθούμε για μάχες και αίμα, ότι πρέπει να παραταχθούμε για μάχη, και να μην έχουμε τίποτε το αποχαυνωμένο. «Για να αγωνισθείς σύμφωνα με αυτές», λέγει. Όπως ακριβώς στα στρατόπεδα δεν επιστρατεύονται όλοι σε ένα είδος, αλλά σε διάφορα τάγματα, έτσι και στην Εκκλησία άλλος στρατεύεται στη θέση του δασκάλου, άλλος στου μαθητή, άλλος στη θέση του ιδιώτη, ενώ εσύ σ’ αυτό.
Έπειτα, για να μην νομίσει κανείς ότι φθάνει αυτό, τι λέγει; «Έχοντας πίστη και αγαθή συνείδηση». Γιατί ο δάσκαλος πρώτα πρέπει να είναι δάσκαλος του εαυτού του. Όπως ακριβώς ο στρατηγός, αν δεν είναι πρώτα άριστος στρατιώτης, ούτε στρατηγός θα γίνει ποτέ, έτσι και ο δάσκαλος. Αυτό το λέγει και αλλού˙ «μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος όμως αποδειχθώ ανάξιος». «Έχοντας», λέγει, «πίστη και αγαθή συνείδηση», για να είσαι έτσι προϊστάμενος των άλλων. Ακούοντας αυτά, ας μην υποτιμούμε τις παραινέσεις των μεγαλυτέρων, κι αν ακόμα είμαστε δάσκαλοι. Γιατί, αν ο Τιμόθεος, του οποίου όλοι μας δεν είμαστε αντάξιοί του, δέχεται παραγγελίες και διδάσκεται, και αυτά τη στιγμή που είναι δάσκαλος, πολύ περισσότερο εμείς. (ΕΠΕ 23, 199-203)
… Και μια ωραία μέρα κρύβεται ο ήλιος και δεν έχει πια λιακάδα αλλά πέφτουν βροντές και αστραπές και βροχή κατακλυσμιαία. Το φως χάνεται και έρχεται το σκοτάδι. Στη ζωή μας δεν υπάρχει πάντα λιακάδα, έρχονται και καταιγίδες. Είμαστε προετοιμασμένοι να τις αντιμετωπίσουμε ή χάνουμε το θάρρος μας και είμαστε έτοιμοι να το βάλουμε στα πόδια; Την κρίσιμη ώρα που καλούμαστε να αναμετρηθούμε με τον εαυτό μας και τους άλλους στεκόμαστε στο ύψος μας ή σαστίζουμε και καταρρέουμε; Τις δύσκολες ώρες που ο άνεμος μας σφυροκοπά από όλες τις πλευρές αντέχουμε ή χάνουμε το ηθικό μας και εκπίπτουμε από τις αξίες μας και τα πιστεύω μας;
Σε έναν πόλεμο σίγουρα χρειάζεται στρατηγική για να τον κερδίσεις. Δε γίνεται πάντα να επιτίθεσαι. Κάποιες φορές θα βρεθείς αμυνόμενος και άλλοτε θα επιλέξεις συνειδητά την οπισθοχώρηση που θα σε βοηθήσει να ανασυγκροτηθείς αλλά και να υπερασπιστείς καλύτερα τα κεκτημένα σου. Η αδιάκριτη και ασύνετη χρήση ή επίδειξη δυνάμεως δεν είναι πάντα προς όφελος ενός μαχητή. Κι εμείς οι χριστιανοί ξέρουμε πως πολλές φορές μπορεί να φαίνεται ότι χάνουμε όμως στην ουσία κερδίζουμε! Τα δικά μας όμως κέρδη δεν είναι ορατά με τα χοϊκά μάτια αλλά με τα πνευματικά. Ο κόσμος μπορεί να μας θεωρεί τους χαμένους και ανόητους της ιστορίας όμως θα έρθει η ώρα που θα αποκαλυφθεί περίτρανα ποιος είναι τελικά ο χαμένος και ποιος ο κερδισμένος!
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι αυτή η ζωή είναι ένας διαρκής πόλεμος μεταξύ του καλού και του κακού, μπορούμε να είμαστε ήσυχοι και ειρηνικοί ακόμα και μέσα στην καταιγίδα γιατί Χριστός Ανέστη και ο Άδης λεηλατήθηκε, γιατί Χριστός Ανέστη και διασκορπίστηκαν οι εχθροί Του, γιατί Χριστός Ανέστη και οι δαίμονες γκρεμίστηκαν στα βάραθρα της απωλείας, γιατί Χριστός Ανέστη και η Ζωή παντού βασιλεύει! Ας προσκολληθούμε λοιπόν στο Μεγάλο και Αιώνιο Στρατηγό και ας δώσουμε κι εμείς τις δικές μας μάχες κοντά Του έχοντας πάντα βαθιά μέσα στην καρδιά μας αταλάντευτη την πίστη πως κανένας ορατός ή αόρατος εχθρός δεν είναι ικανός να μας βλάψει όσο τρομερός κι αν φαίνεται και ας θυμόμαστε πάντα πως είμαστε ήδη νικητές αφού είμαστε με το Νικητή! Και όταν καμιά φορά θα νιώθουμε να χάνουμε έδαφος και να ηττόμαστε να θυμόμαστε ότι και ο Χριστός πάνω στο Σταυρό έτσι ηττημένος έμοιαζε όμως στην πραγματικότητα ήταν ο μεγάλος Θριαμβευτής του πολέμου και της Ζωής! (Α.Κ.Β)
" Κι αυτά ορφανά είναι ! "
Ήμασταν μία συντροφιά, κι ο Γέροντας κουβέντιαζε μαζί μας.
Μας μιλούσε για την τραγωδία της έλλειψης αγάπης στην εποχή μας,
που δημιουργεί τη μοναξιά, την κατάθλιψη, την ανασφάλεια, το άγχος, τις φοβίες.
Μας έλεγε : " Σύρτε, μωρέ, σ' ένα ορφανοτροφείο,
να δείτε εκεί τα καημένα τα ορφανά παιδάκια, πώς κάνουν,
σαν τα αρνάκια που έχασαν τη μάνα τους,
και ψάχνουν ποιος επισκέπτης θα τους δείξει λίγη αγάπη,
να πάνε να κολλήσουν απάνω του και να μη φεύγουν.
Σύρτε να δείτε πώς διψούνε για αγάπη ".
Και κατέληξε : " Άλλα νομίζετε, ότι τα παιδάκια, που έχουν τους γονείς τους κι αυτοί δεν τ' αγαπούνε, διαφέρουν καθόλου από τα ορφανά ;
Κι αυτά ορφανά είναι ".
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.291)
" Θα κάνεις έκτρωση ; "
Όλοι μου λένε τώρα, που είμαι στην αρχή της εγκυμοσύνης μου, να κάνω την προγεννητική εξέταση, για να είμαι σίγουρη ότι δε θα φέρω στον κόσμο ένα μογγολικό παιδί ή με οποιαδήποτε άλλη αναπηρία.
-Κι ύστερα, τι θα κάνεις ; ρώτησε ο π. Πορφύριος. Θα κάνεις έκτρωση ; Άμα κάνεις τέτοιο πράγμα, να μην ξαναζητήσεις συμβουλή, γιατί εγώ δε θα έχω τίποτε πια να σου πώ.
[Ί 300]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.290)
Λειτουργικά βιώματα
Ο ιερομόναχος Ιωακείμ Σπετσιέρης ( 1858-1943) διηγείται τις ακόλουθες εμπειρίες του από την περίοδο της παραμονής του στη μονή του αγίου Σάββα, στα Ιεροσόλυμα:
‘‘ Την τέταρτη Κυριακή της μεγάλης σαρακοστής του 1888 λειτουργούσε στο καθολικό ο ιερομόναχος Γερμανός. Ήταν τύπος αληθινού μοναχού, απλός, άκακος, απονήρευτος, μειλίχιος και ταπεινός.
’’Μετά την μεγάλη είσοδο, όταν βγήκε στην ωραία πύλη για να ευλογήσει το εκκλησίασμα, μου φάνηκε το πρόσωπό του σαν μια πύρινη φλόγα.
’’- Τί έπαθε ο παπα- Γερμανός; Ρώτησα τον π. Κύριλλο, νομίζοντας ότι κάτι δυσάρεστο του συνέβη.
’’- Σώπα, μου λέει, μεταρσιώθηκε από τη θεία χάρη. Πνευματικά δεν ζει πλέον στον κόσμο, βρίσκεται στον ουρανό. Δεν βλέπεις, που κινείται μηχανικά σαν να είναι αφηρημένος; Αυτό συμβαίνει κάθε φορά που λειτουργεί’’.
‘‘ Όταν έγινα ιερέας, μια μέρα ρώτησα τον παπα- Γερμανό:
’’- Πάτερ Γερμανέ, έχω διαβάσει ότι παλαιότερα πολλοί ιερείς, όταν έκαναν τη μεγάλη είσοδο, κρατώντας τα τίμια Δώρα, δεν πατούσαν στη γη. Υπάρχουν τέτοιοι ιερείς σήμερα;
’’- Μην αμφιβάλλεις, μου είπε, μήπως συμβεί και σε σένα κάτι τέτοιο!
’’ Πραγματικά, την επόμενη Κυριακή ήμουν εφημέριος. Όταν λοιπόν βγήκα για τη μεγάλη είσοδο κρατώντας τα Άγια, σήκωνα τα πόδια μου, γιατί δεν έβρισκα στερεό έδαφος να πατήσω. Αργότερα με επισκέφθηκε στο κελλί μου ο παπα-Γερμανός και με ρώτησε:
’’- Γιατί σήμερα, την ώρα της μεγάλης εισόδου, σήκωνες τα πόδια σου;
’’- Δεν ξέρω τί έπαθα, δεν εύρισκα στερεό έδαφος να πατήσω.
’’- Ακριβώς. Βρισκόσουν στον αέρα, γιατί σε κρατούσαν θείοι άγγελοι. Πίστευε λοιπόν και μη ερεύνα, γιατί το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, είναι μεγάλο.
’’- Μόνο στη μεγάλη είσοδο κρατούν το λειτουργό οι θείοι άγγελοι στον αέρα;
’’- Ναι, γιατί τότε φέρει επάνω του τα τίμια Δώρα. Όταν τα αποθέσει, τότε η χάρη ενεργεί στο πνεύμα του, που το μεταρσιώνει στον φωτεινό και ουράνιο κόσμο’’.
(Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.89-90)