Πολλά από όσα κάνει και διδάσκει η Ορθόδοξη Εκκλησία (Ιερωσύνη, Μυστήρια, τιμή Θεοτόκου, αγίων, εικόνες, σημείο σταυρού, μνημόσυνα κλπ.) οι Προτεστάντες τα απορρίπτουν, λέγοντας ότι δεν είναι γραμμένα στην Αγία Γραφή. Οι ίδιοι αρνούνται την Παράδοση της Εκκλησίας.
Εντολή Χριστού σε Αποστόλους όχι να γράψουν ευαγγέλια, αλλά να κηρύξουν προφορικά. Τα πρώτα χρόνια δεν υπήρχε τίποτα γραμμένο. Μόνο το προφορικό κύρυγμα.
Ματθ.2819: πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη
Μαρκ16,15: καὶ εἶπεν αὐτοῖς. πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει.
Πραξ.1,8: καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς.
Δεν γράφτηκαν όλα όσα είπε και έκανε ο Χριστός. Πολλά τα είπε προφορικά στους Αποστόλους που τα παρέδωσαν στους διαδόχους τους.
Ιω.20,30: Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ·
Ιω.21,25: ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία
Οι Απόστολοι έδιναν και προφορικές διδασκαλίες εκτός από τις επιστολές.
Β Ιω.1,12: Πολλὰ ἔχων ὑμῖν γράφειν, οὐκ ἠβουλήθην διὰ χάρτου καὶ μέλανος,
ἀλλὰ ἐλπίζω ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ στόμα πρὸς στόμα λαλῆσαι
Α Κορ.11,34:Τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἂν ἔλθω διατάξομαι
Α Τιμ.6,20: Ὦ Τιμόθεε, τὴν παρακαταθήκην φύλαξον
Β Τιμ.2,2: καὶ ἃ ἤκουσας παρ᾿ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι.
Β Θεσ.2,15: Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν.
Α Κορ.11,2: Ἐπαινῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὅτι πάντα μου μέμνσθε καὶ καθὼς παρέδωκα ὑμῖν τὰς παραδόσεις κατέχετε
Η Αγία Γραφή χρειάζεται εξήγηση-ερμηνεία από αυθεντικό ερμηνευτή.
Πραξ.8,30-1: προσδραμὼν δὲ ὁ Φίλιππος ἤκουσεν αὐτοῦ [του ευνούχου της Κανδάκης] ἀναγινώσκοντος τὸν προφήτην Ἡσαΐαν, καὶ εἶπεν· ἆρά γε γινώσκεις ἃ ἀναγινώσκεις; ὁ δὲ εἶπε· πῶς γὰρ ἂν δυναίμην, ἐὰν μή τις ὁδηγήσῃ με; παρεκάλεσέ τε τὸν Φίλιππον ἀναβάντα καθίσαι σὺν αὐτῷ.
Β Πε.3,16: ὡς καὶ ἐν πάσαις ταῖς ἐπιστολαῖς λαλῶν ἐν αὐταῖς περὶ τούτων, ἐν οἷς [επιστολές του Παύλου] ἐστι δυσνόητά τινα, ἃ οἱ ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν ὡς καὶ τὰς λοιπὰς γραφὰς πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν.
Πράξεις της Εκκλησίας άγραφες [που δεν γράφονται επί λέξει στην Αγία Γραφή] & οι Πατέρες για την αξία της Παράδοσης
ΔΙΔΑΧΗ 12 ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, 90-110 μ.Χ.
«[Δεν αναφέρονται τα παρακάτω στη Γραφή. Τα παρέδωσαν όμως οι Απόστολοι] Να εξομολογείσαι στην Εκκλησία τα παραπτώματά σου και να μην πηγαίνεις να προσευχηθείς με τη συνείδησή σου πονηρή. – Εσείς να νηστεύετε την Τετάρτη και την Παρασκευή. – Την Κυριακή του Κυρίου αφού συγκεντρωθείτε να προσφέρετε άρτο. – Αν δεν έχεις (νερό πηγαίο) χύσε στο κεφάλι νερό τρεις φορές στο όνομα του Πατρός κλπ. – Κανένας να μην τρώει, ούτε να πίνει από τα ευχαριστιακά είδη, παρά μόνο όσοι έχουν βαπτιστεί» (ΕΠΕ17,21,27,21,23)
ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ (γράφει μεταξύ 95 & 98 μ.Χ.)
«Ας έρθουμε στον ένδοξο και σεμνό κανόνα της παράδοσής μας» (ΕΠΕ3,273)
ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ, 110 μ.Χ.
«[Ο Ιγνάτιος] προέτρεπε να κρατούν σταθερά την παράδοση των Αποστόλων, την οποία θεωρούσε αναγκαίο χάριν ασφαλείας να διατυπώσει σε έγγραφη μαρτυρία» (Ευσεβ.Καισ.ΕκκΙστ.Γ,36,4,ΕΠΕ1,337)
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ 135 μ.Χ.
«Ας επιστρέψουμε στο λόγο που από την αρχή μας παραδόθηκε» (ΕΠΕ4,349)
ΠΑΠΙΑΣ ΙΕΡΑΠΟΛΕΩΣ το 130 μ.Χ.,κατά πάσα πιθανότητα μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη.
«…όσα έμαθα κάποτε καλά από τους πρεσβυτέρους και τα θυμάμαι καλά, επιβεβαιώνοντας την αλήθεια τους. Διότι δεν αφοσιωνόμουν σ’ εκείνους που έλεγαν τα πολλά… αλλά σ’ εκείνους που δίδασκαν τα αληθινά, ούτε σ’ εκείνους που ανέφεραν τις εντολές των άλλων, αλλά σ’ εκείνους που έρχονταν να διδάξουν τις εντολές που δόθηκαν από τον Κύριο με την πίστη και προέρχονταν από την ίδια την αλήθεια… εξέταζα τους λόγους των πρεσβυτέρων˙ δηλαδή τι είπε ο Ανδρέας και τι ο Πέτρος, ή τι είπε ο Φίλιππος και ο Θωμάς και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης και ο Ματθαίος, ή κάποιος άλλος από τους μαθητές του Κυρίου... Διότι δεν δεχόμουν ότι με ωφελούν τόσο πολύ όσα μάθαινα από τα βιβλία, όσο εκείνα που άκουα από τη ζωντανή φωνή που μένει» (στο Ευσεβίου Εκκ.Ιστ. 3,39,3 και 15, εκδ. ΕΠΕ, Αποστολικοί Πατέρες, τόμ. 4, σελ. 597 & 603)
ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ ΛΟΥΓΔΟΥΝΟΥ, 180 μ.Χ.
«Το κήρυγμα της Εκκλησίας από παντού ομολογείται και εξ’ ίσου παραμένει σταθερό. Έχει την μαρτυρία των προφητών και των αποστόλων και όλων των μαθητών… αυτό βρίσκεται στην πίστη μας. Αυτήν την πίστη που δέχτηκε η Εκκλησία, τη φυλάγουμε» (Έλεγχος… 3,24,1)
«Αυτό το κήρυγμα και αυτήν την πίστη παρέλαβε η Εκκλησία, όπως προαναφέραμε, μολονότι έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, και με επιμέλεια τα φυλάει σαν να κατοικεί σε ένα σπίτι. Παρομοίως τα πιστεύει, σαν να έχει μία ψυχή και την ίδια καρδιά· τα διακηρύσσει εν αρμονία και τα διδάσκει και τα παραδίδει σαν να έχει ένα στόμα. Οι διάλεκτοι ανά τον κόσμο είναι ανόμοιοι, αλλ' η δύναμη της παραδόσεως είναι μία και η αυτή. - Όλοι, λοιπόν, όσοι θέλουν να δουν την αλήθεια, μπορούν να δουν καθαρά την Παράδοση των Αποστόλων, που έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο, μέσα στην καθολική Εκκλησία - Ενώ, όμως, τους καλούμε να έλθουν στην Παράδοση, η οποία προέρχεται από τους Αποστόλους και διαφυλάσσεται στις Εκκλησίες με τη διαδοχή των Πρεσβυτέρων, εναντιώνονται στην Παράδοση - Και μπορούμε να απαριθμήσουμε τους επισκόπους, που όρισαν οι Απόστολοι, και τους διαδόχους των μέχρις εμάς. Οι οποίοι δεν δίδαξαν ούτε γνώρισαν τίποτε από τα τόσα ανόητα που παρουσιάζουν οι αιρετικοί. Γι' αυτό, εάν γνώριζαν οι Απόστολοι τα «κεκρυμμένα» μυστήρια, τα οποία δίδαξαν στους τελείους κατ' ιδίαν και κρυφά από τους άλλους, θα τα παρέδιδαν οπωσδήποτε σε αυτούς, που τους εμπιστεύθηκαν και την ίδια την Εκκλησία. Σίγουρα οι Απόστολοι ήθελαν να είναι τέλειοι και ανεπίληπτοι σε όλα αυτοί, τους όποιους άφησαν ως διαδόχους των και τους παρέδωσαν τη δική τους θέση στη διοίκηση - Και αν, λοιπόν, δημιουργείτο αμφιβολία για κάποιο μικρό ζήτημα, δεν θα έπρεπε να ανατρέξουμε στις αρχαίες Εκκλησίες, στις οποίες έζησαν οι Απόστολοι, και από αυτές να πάρουμε για το παρόν ζήτημα ό,τι είναι βέβαιο και σαφές; [[[ π.χ. σε άλλη γραφή στο χωρίο Αποκ. γ 18 (το 666 ή 616) «Σε όλα τα σπουδαία και αρχαία αντίγραφα υπάρχει αυτός ο αριθμός. Και μαρτυρούν εκείνοι που είδαν προσωπικά τον Ιωάννη»(5,30,1) ]]] Αν, όμως, οι Απόστολοι δεν μας άφηναν τη Γραφή, τότε δεν θα έπρεπε να ακολουθήσουμε την τάξη της Παραδόσεως, την οποία παρέδωσαν σε όσους εμπιστεύθηκαν τις Εκκλησίες; Με αυτήν την τάξη συμφωνούν πολλά έθνη βαρβάρων, οι οποίοι πιστεύουν στον Χριστό, έχουν δε τη σωτηρία γραμμένη στις καρδιές τους με το Άγιο Πνεύμα, χωρίς χαρτί και μελάνι, και διαφυλάσσουν με ακρίβεια την αρχαία Παράδοση… Όσοι ασπάσθηκαν αυτήν την πίστη αγράφως, είναι βεβαίως, βάρβαροι όσον αφορά στη γλώσσα μας. Όσον αφορά, όμως, στις ιδέες τους, στις συνήθειες τους και στη ζωή τους, εξ αιτίας της πίστεως, είναι πάνσοφοι και αρέσουν στον Θεό, ζώντες «εν πάση δικαιοσύνη και αγνότητι και σοφία». Αν κάποιος τους μιλούσε στη γλώσσα τους και τους έλεγε όσα επινόησαν οι αιρετικοί, θα έφευγαν όσο γίνεται μακρύτερα κλείνοντας αμέσως τα αυτιά τους» (Έλεγχος 1,10,2 & 3,3,1 & 3,2,2 & 3,3,1 & 3,4,1-2)
[ O Ειρηναίος αναφέρει ως αποστολικές παραδόσεις α) τη νηστεία του Πάσχα β τη μη γονυκλισία της Κυριακής Μigne7,1229,1233) ]
ΤΕΡΤΥΛΛΙΑΝΟΣ, 200 μ.Χ.
«Ποιανού είναι η Γραφή; Και από ποιον και μέσω ποιων και πότε και σε ποιους παραδόθηκε η αγωγή και πειθαρχία με την οποία γίνονται οι Χριστιανοί; Διότι μόνο όπου είναι καταφανής η αληθής χριστιανική διδασκαλία και πίστη, εκεί θα βρεθούν οι αληθινές Γραφές, οι αληθινές ερμηνείες και όλες οι αληθινές χριστιανικές παραδόσεις» (Μigne2,35)
[ «Αν και οι τοπικές Εκκλησίες είναι τόσες πολλές και τόσο μεγάλες, όμως υπάρχει η μία αρχέγονη Εκκλησία των Αποστόλων, από την οποία προέρχονται όλες οι άλλες… Πράγματι κάθε διδασκαλία πρέπει να καταδικάζεται ως ψεύτικη, εάν έρχεται σε κάποια αντίθεση προς την αλήθεια των τοπικών Εκκλησιών και των Αποστόλων του Χριστού και του Θεού… Επί πλέον, εάν υπάρχουν κάποιες αιρέσεις αρκετά φανερές, οι οποίες φύτρωσαν κατά την αποστολική εποχή, ώστε να φαίνονται ότι έχουν παραδοθεί από τους Αποστόλους, επειδή ακριβώς υπήρχαν από την εποχή των Αποστόλων, εμείς μπορούμε να απευθυνόμαστε σ’ αυτούς και να λέμε: Ας μας δείξουν την αρχή των εκκλησιών τους, ας ξεδιπλώσουν μπροστά μας τους καταλόγους των επισκόπων που ακολουθούν διαδοχικά από την αρχή, ώστε ο πρώτος τους επίσκοπος θα έχει ως προστάτη και προκάτοχό του κάποιον από τους Αποστόλους ή τους αποστολικούς άνδρες, οι οποίοι συνδέονται σταθερά με τους Αποστόλους. Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο οι αποστολικές Εκκλησίες μεταβιβάζουν τους επισκοπικούς καταλόγους τους, όπως η Εκκλησία των Σμυρναίων, η οποία διατηρεί την παράδοση ότι ο Πολύκαρπος τοποθετήθηκε από τον Ιωάννη όπως η Εκκλησία των Ρωμαίων, όπου ο Κλήμης χειροτονήθηκε από τον Πέτρο. . . Ύστερα, ας ζητήσουμε από όλες τις αιρέσεις να αποδείξουν πως αυτές θεωρούν τον εαυτό τους αποστολικό, όταν προκαλούνται από τις δικές μας Εκκλησίες να υποστούν αυτού του είδους τον έλεγχο»
«Εμείς που βαδίζουμε σύμφωνα με τον Κανόνα, τον οποίο οι Εκκλησίες παρέλαβαν από τους Αποστόλους, οι Απόστολοι από τον Χριστό και ο Χριστός από τον Θεό, παραδεχόμαστε ότι η λογικότητα της θέσης μας είναι ξεκάθαρη, καθορίζοντας όπως είναι φυσικό ότι οφείλουμε να μην επιτρέπουμε στους αιρετικούς να προσφεύγουν προκλητικά στις Γραφές, εφ’ όσον εμείς χωρίς να χρησιμοποιούμε τις Γραφές, αποδεικνύουμε ότι αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τις Γραφές. . . Αυτοί δεν μπορούν να είναι χριστιανοί, επειδή ό,τι έχουν δεν προέρχεται από τον Χριστό (μέσω της αποστολικής διαδοχής) αλλά από την επιδίωξη της δικής τους επιλογής. . . Επειδή ακριβώς δεν είναι χριστιανοί, γι’ αυτό δεν έχουν κανένα δικαίωμα στη χριστιανική γραμματεία, και θα μπορούσε ακριβώς να λεχθεί σ’ αυτούς: Ποιοί είσθε εσείς; Πότε και από που ήλθατε; Εφ’ όσον δεν είσθε από μας, τι δουλειά έχετε με ό,τι είναι δικό μας; Εγώ είμαι ο κληρονόμος των Αποστόλων. Όπως εκείνοι προετοίμασαν προσεκτικά τη διαθήκη τους, όπως την παρέδωσαν σε κάποιον έμπιστο, και όπως την σφράγισαν με όρκο, έτσι ακριβώς ενώ κρατώ την κληρονομιά. Σίγουρα αυτοί σας θεωρούσαν πάντα ξένους προς την κληρονομιά και σας έχουν απορρίψει ως ξένους και εχθρούς"(PL 2,44-5,51) (Frank Schaeffer Χορεύοντας μόνος... σ. 300)
«Κι αν δεν το ορίζει κάποιο εδάφιο της Γραφής, σίγουρα η συνήθεια, που αναμφίβολα απορρέει από την παράδοση, το έχει επιβεβαιώσει… Πριν μπούμε στο νερό, ενώπιον των πιστών και κάτω από το χέρι του επισκόπου, ομολογούμε επισήμως ότι αποκηρύττουμε το σατανά, την πομπή και τους αγγέλους του. Εν προκειμένω βυθιζόμαστε τρεις φορές, κατά κάποιο τρόπο δίνοντας μεγαλύτερη υπόσχεση απ’ αυτή που ο Κύριος όρισε στο Ευαγγέλιο… Επίσης, κατά τις συναθροίσεις… παίρνουμε από το χέρι του επισκόπου και μόνο το μυστήριο της Ευχαριστίας… Κατά την επέτειο του θανάτου των νεκρών μας κάνουμε προσφορές γι’ αυτούς, σαν γενέθλιες τιμές. Θεωρούμε άπρεπο το να νηστεύουμε ή να γονατίζουμε κατά τη λατρεία που γίνεται την ημέρα του Κυρίου. Επίσης απολαμβάνουμε το ίδιο προνόμιο απ’ το Πάσχα ως την Πεντηκοστή. Στενοχωριόμαστε αν κατά τύχη ψωμί ή κρασί πέσει κάτω. … Οπουδήποτε κι αν πρόκειται να φθάσουμε, για οπουδήποτε κι αν πρέπει να ξεκινήσουμε, όταν φθάνουμε και όταν ξεκινούμε, όταν βάζουμε τα παπούτσια μας, όταν πλενόμαστε, όταν τρώμε, όταν ανάβουμε το λυχνάρι, όταν πέφτουμε στο κρεββάτι, όταν καθόμαστε στο σκαμνί, όταν αρχίζουμε κάποια συζήτηση, κάνουμε στο μέτωπό μας το σημείο του σταυρού. Εάν επιμένεις να βρεις συγκεκριμένες εντολές από τη Γραφή όσον αφορά αυτούς και άλλους κανόνες, δεν θα βρεις καμία. Διότι αυτοί οι κανόνες προήλθαν από την παράδοση, ενισχύθηκαν από τη συνήθεια και τηρούνται από την πίστη… Θα πιστεύεις πως υπάρχει κάποιος λόγος που υποχρεώνει σε υπακοή» (De corona 3,2-4 M1,98-99)
ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ +258 μ.Χ.
«Το έθιμο χωρίς την αλήθεια είναι η αρχαιότητα της πλάνης» (Επιστ.74,9)
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
«Από τα δόγματα και τις αλήθειες που φυλάσσει η Εκκλησία, άλλα μεν τα έχουμε πάρει από τη γραπτή διδασκαλία, άλλα δε, που κατά τρόπο μυστικό έφθασαν μέχρι σε εμάς από την παράδοση των αποστόλων, τα κάναμε δεκτά. Τα οποία ακριβώς και τα δύο, έχουν την ίδια ισχύ όσον αφορά την ευσέβεια. – Ας εξετάσουμε τι είδους είναι οι έννοιες περί του Αγίου Πνεύματος και αυτές που συγκεντρώσαμε από τις Γραφές και αυτές που έχουμε πάρει κατά διαδοχή από την άγραφη παράδοση των πατέρων. - Εμείς ούτε παραδεχόμαστε νεότερη πίστη που γράφεται από άλλους για μας, ούτε οι ίδιοι τολμούμε να σας παραδώσουμε αυτά που γεννά η δική μας διάνοια, για να μην κάνουμε ανθρώπινα τα λόγια της ευσεβείας· αλλά αυτά ακριβώς που διδαχτήκαμε από τους αγίους Πατέρες, αυτά εξαγγέλλουμε σε όσους μας ρωτούν» (ΕΠΕ10,457, 337. 1,337-9)
«Διότι αν επιχειρούσαμε να εγκαταλείψουμε όσα από τα έθη είναι άγραφα, διότι δήθεν δεν έχουν μεγάλη δύναμη, χωρίς να το καταλάβουμε θα ζημιώναμε το Ευαγγέλιο στην ουσία του ή μάλλον θα μετατρέπαμε το κήρυγμα σε κενό νοήματος όνομα. … Ποιος δίδαξε γραπτά ότι αυτοί που ελπίζουν στο όνομα του Κυρίου ημων Ιησού Χριστού φανερώνουν αυτήν την πίστη τους με το να κάνουν το σημείο του Σταυρού; Το να στρεφόμαστε προς την ανατολή κατά την προσευχή ποιο γραπτό έργο μας το δίδαξε; Τα λόγια της επίκλησης κατά τον αγιασμό του άρτου της θείας Ευχαριστίας και του ποτηρίου, ποιος από τους αγίους μάς τα άφησε γραπτά; Δεν αρκούμαστε ασφαλώς σε αυτά που ο Απόστολος ή το Ευαγγέλιο μνημόνευσαν, αλλά πριν την Ευχαριστία και μετά από αυτήν λέμε και άλλα, διότι παραλάβαμε από την άγραφη διδασκαλία ότι έχουν μεγάλη δύναμη στην επιτέλεση του μυστηρίου.
Ευλογούμε επίσης και το νερό του βαπτίσματος και το λάδι του χρίσματος και ακόμα και αυτόν που βαπτίζεται. Από ποια γραπτά κείμενα; Δεν τα γνωρίζουμε από την σιωπηρή και μυστική παράδοση; Τι άλλο επίσης; Αυτήν την ίδια τη χρίση με το λάδι, ποιος γραπτός λόγος τη δίδαξε; Από πού πήραμε το να βαπτίζουμε τρεις φορές στο νερό τον άνθρωπο; Και τα άλλα ακόμα τα σχετικά με το βάπτισμα, όπως η αποκήρυξη του Σατανά και των αγγέλων του, από ποια γραφή διδάσκονται;» (ΕΠΕ10,459)
ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ
«[Ο Πολυκράτης Εφέσου γράφει περί του πάσχα στον Βίκτορα Ρώμης] Εμείς λοιπόν γιορτάζουμε γνήσια την ημέρα (αραδιούργητον), χωρίς να προσθέτουμε και χωρίς να αφαιρούμε. – Ο Διονύσιος Κορίνθου, ο Μελίτων, ο Ειρηναίος, των οποίων η ορθοδοξία επί της υγιούς πίστεως της αποστολικής κατέβηκε μέχρι σε μας γραπτά» (ΕΠΕ2,199,77)
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ
«Ό,τι η καθολική κρατεί Εκκλησία, το οποίο δεν καθορίστηκε μεν από συνόδους, αλλά πάντοτε διατηρήθηκε, ορθότατα πιστεύεται ότι παραδόθηκε από αποστολικό κύρος»(Μ43,174)
ΛΕΩΝ ΜΕΓΑΣ
«Στη μία καθολική πίστη ούτε να προστεθεί ούτε να αφαιρεθεί κάτι μπορεί» (Μ54,1063)
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΕΓΑΣ
«Βεβαίως οι άγιες και θεόπνευστες Γραφές είναι μεν αυτάρκεις, για να διδάξουν την αλήθεια. Υπάρχουν όμως και πολλά έργα που συνέταξαν οι μακάριοι διδάσκαλοί μας για τον σκοπό αυτό, στα οποία εάν κανείς εντρυφήσει αφ’ ενός μεν θα γνωρίσει κάπως την ερμηνεία των γραφών, αφ’ ετέρου δε θα μπορέσει να πετύχει την γνώση που επιθυμεί. - Πιστεύουμε ακολουθώντας την ευαγγελική και αποστολική παράδοση. - Αρκεί ότι δεν είναι αυτά της καθολικής εκκλησίας, ούτε αυτά τα φρόνησαν οι πατέρες - Αυτήν την εξ’ αρχής παράδοση και διδασκαλία και πίστη της καθολικής Εκκλησίας, την οποία, ο μεν Κύριος έδωσε, οι δε απόστολοι κήρυξαν και οι πατέρες φύλαξαν. Διότι σε αυτήν έχει θεμελιωθεί η Εκκλησία, και αυτός που εκπίπτει από αυτήν ούτε μπορεί να είναι, αλλά ούτε και να λέγεται Χριστιανός. - Να, εμείς μεν αποδεικνύουμε ότι η άποψη αυτή πέρασε από τη μία γενιά των Πατέρων στην άλλη.Eσείς όμως νέοι Ιουδαίοι και μαθητές του Καϊάφα, ποιους άραγε έχετε να δείξετε πατέρες των λόγων σας; Κανέναν από τους σοφούς και συνετούς δεν μπορείτε να αναφέρετε, διότι όλοι σας αποστρέφονται εκτός από μόνον τον διάβολο» (ΕΠΕ1,73. Μ26,593.ΕΠΕ9,107. 4,293, ΕΠΕ,4,165, ΕΠΕ 9,107)
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ
«Αρκεί για απόδειξη του λόγου μας, το ότι έχουμε από τους πατέρες την παράδοση να φθάνει σε μας, σαν κάποια κληρονομιά που συνεχόμενα στάλθηκε από τους αποστόλους μέσω των επόμενων από αυτούς αγίων»(Μ,45,653)
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
««Σταθείτε σταθεροί και κρατείτε τις παραδόσεις που διδαχτήκατε είτε με προφορικό λόγο είτε με επιστολή μας»(Β.Θεσ.2,15) Από εδώ είναι φανερό ότι δεν παρέδωσαν τα πάντα με επιστολή, αλλά πολλά και άγραφα. Εξίσου όμως και εκείνα και αυτά είναι αξιόπιστα. Ώστε και την παράδοση της Εκκλησίας να την θεωρούμε αξιόπιστη. Παράδοση είναι, μη ζητάς τίποτα πιο πολύ. - Δεν θεσπίστηκαν αυτά τυχαία από τους αποστόλους, το να θυμόμαστε δηλαδή αυτούς [τους νεκρούς στα μνημόσυνα]… κατά τη διάρκεια των φρικτών μυστηρίων» (ΕΠΕ23,75. 21,441)
ΒΙΚΕΝΤΙΟΣ ΛΕΙΡΙΝΟΥ
«Πρέπει να διατηρήσουμε ό,τι πιστεύτηκε παντού, πάντοτε και από πάντες» (Βικέντιος, Φλωρόφσκυ, Παράδοση… 100)
ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
«Εγώ δική μου διδασκαλία δεν έχω, αλλά την κοινή της καθολικής Εκκλησίας. Δεν διατύπωσα οποιαδήποτε άποψη, για να μπορεί να λεχθεί δικό μου δόγμα» (ΕΠΕ Φιλοκαλία15Γ,89)
«Δικό μου βέβαια τίποτε δεν θα πω, απλώς θα πω ό,τι διδάχθηκα από τους Πατέρες, χωρίς να παρακάμπτω καθόλου από τη σχετική μ’ αυτά διδασκαλία τους» (15Β,281)
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
«Αυτός που δεν πιστεύει σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας, είναι άπιστος. - Δεν παρέδωσαν όμως μόνο γραπτώς τους εκκλησιαστικούς θεσμούς οι αυτόπτες μάρτυρες και λειτουργοί του θείου λόγου, αλλά και με μερικές άγραφες παραδόσεις. Γιατί από που γνωρίζουμε τον άγιο τόπο του Κρανίου; Από που τον τάφο της ζωής; Δεν τον παρέλαβαν αγράφως τα παιδιά από τους πατέρες; Βέβαια το ότι ο Κύριος σταυρώθηκε στον τόπο του κρανίου είναι γραμμένο και το ότι τάφηκε σε μνήμα, που σκάλισε ο Ιωσήφ στο βράχο· ότι όμως είναι αυτά που προσκυνούμε τώρα, το γνωρίζουμε από την άγραφη παράδοση, και πολλά άλλα παρόμοια μ’ αυτά. - Ότι δεν είναι καινούργια η επινόηση των εικόνων και η προσκύνησή τους, αλλά αρχαία παράδοση της Εκκλησίας, δέξου το από το πλήθος των αγιογραφικών και πατερικών αναφορών. - «Ἐρῶ…ἐμὸν…οὐδέν, τὰ δὲ τοῖς ἐγκρίτοις τῶν διδασκάλων πεπονημένα εἰς ἓν συλλεξάμενος [=Δεν θα πω τίποτα δικό μου, αλλά συγκεντρώνοντας όσα διατύπωσαν οι έγκριτοι διδάσκαλοι] - Όλα όσα μας έχουν παραδοθεί… τα δεχόμαστε…χωρίς να ζητούμε τίποτα περισσότερο… Σε αυτά ας αρκεστούμε και σε αυτά ας μείνουμε χωρίς να μετακινούμε όρια αιώνια και χωρίς να υπερβαίνουμε τη θεία Παράδοση. - Ας στεκόμαστε στην πέτρα της πίστης και στην παράδοση της Εκκλησίας, χωρίς να μετακινούμε όρια τα οποία έθεσαν οι άγιοι Πατέρες μας και χωρίς να υποχωρούμε σε εκείνους που θέλουν να καινοτομούν… Ας δεχτούμε λοιπόν την Παράδοση της Εκκλησίας με ευθύτητα καρδιάς και χωρίς πολλούς λογισμούς» (ΕΠΕ1,449. 3,139. 3,143, Κεφ. Φιλοσοφικά προοίμιο ΕΠΕ2,25¨,ΕΠΕ1,57. 3,257-9))
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
«Όπως αν κανείς ανάψει από την φωτοφόρο λαμπάδα άλλη και από εκείνη άλλη και ούτω καθεξής, κρατώντας το με τη διαδοχή, έχει πάντοτε το φως μόνιμα· έτσι και με τη χειροτονία των Αποστόλων στους διαδόχους τους και από αυτούς πάλι σε άλλους και ούτω καθεξής διαδιδομένη η χάρη του θείου Πνεύματος προχωρεί μέσα από όλες τις γενεές και φωτίζει όλους όσους πείθονται στους πνευματικούς ποιμένες και διδασκάλους» (ΕΠΕ10,113)
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ
«Congar, Tradition. 74-81, Στη σελ. 84 αναφέρονται 34 αποστολικές παραδόσεις» (Ξεξάκη,Δογματική, 122)
«Το γραπτό Ευαγγέλιο συμπληρώνεται με το άγραφο Ευαγγέλιο της Εκκλησίας και από αυτό ερμηνεύεται με την ενέργεια της χάρης του Αγίου Πνεύματος» (Ιουστίνος Πόποβιτς,Άνθρωπος και Θεάνθρωπος,σ.202)
επάρας τους οφθαλμούς αυτού
Λουκά στ’ 20
Ο Ιησούς στους μακαρισμούς αποκαλύπτει την άλλη
όψι της πραγματικότητος. Απευθύνεται σε όσους ζουν στο
σκοτάδι αυτής της ζωής και τους καλεί να σκεφθούν
τη φωτεινή όψι της ζωής, που τους περιμένει. Για τον Ιησού
ἐχει μεγαλύτερη σημασία η άλλη αυτή όψις, η φωτεινή
και μακάρια, παρά η τωρινή.
Τί οφείλομε στον Ιησού για την αποκάλυψι αυτή! Εμείς ζούμε
την ανάποδη όψι της πραγματικότητος. Γι’ αυτό κι όλα στη ζωή μας
είναι σκοτεινά, παράξενα, δυσάρεστα, άσχημα, χωρίς νόημα και σκοπό.
Ο Ιησούς μας μίλησε για την ομορφιά, το φώς, την ευτυχία, τη χαρά,
που χαρακτηρίζουν την άλλη όψι της πραγματικότητος.
Ο Ιησούς ήταν ο μόνος, που έβλεπε και τις δύο όψεις του
κεντήματος της ζωής.
Όσοι από μας έχομε κάθε λόγο να παραπονούμεθα, καθώς ζούμε
κάτω απ’ την άσχημη όψι της ζωής, ας στρέφωμε την ύπαρξί μας στον Ιησού.
Μέσα απ΄ τα λόγια του μπορούμε να υποπτευώμαστε την όμορφη
όψι της ζωής. Στα μάτια του μπορούμε να διακρίνωμε μερικές
ανταύγειες απ’ το μεγαλείο της. Κι είναι τόσο ωραία γιατί
την κεντάει ο Μεγάλος Καλλιτέχνης, το Άγιο Πνεύμα «από καταβολής κόσμου».
Την ετοιμάζει για μας. Το μόνο που ξέρομε γι΄ αυτή είναι ότι βρίσκεται
έξω και πέρα απ’ ό,τι η καλύτερη φαντασία μας μπορεί να συλλάβη.
Το βεβαιώνει ο Απόστολος, που αρπάγηκε για λίγο στον Παράδεισο:
«α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου
ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (Α' Κορ. β' 9).
(Η όντως ζωή δι΄ ελπίδος απόκειται, η δε παρούσα ζωή οιονεί
σπέρμα της μελλούσης εστί... ο νυν βίος αναλογεί προς τον κόκκον,
ο δε προσδοκώμενος βίος, εν τω κάλλει του στάχυος δείκνυται»
(Γρηγόριος Νύσσης, L. 297).
Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός,
εκ. Γρηγόρη, σελ.110-111)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 17
Στίχ. 20-37. Η βασιλεία του Θεού και το καθήκον μας.
17.25 πρῶτον(1) δὲ(2) δεῖ αὐτὸν πολλὰ παθεῖν
καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης(3).
25 Ο Υιός του Ανθρώπου όμως πρέπει πρώτα να πάθει πολλά
και να αποδοκιμαστεί από τούτη τη γενιά.
(1) Πριν ακόμη μπει σε εκείνη την δόξα με την οποία πρόκειται
να έλθει (b). Νόμιζαν, ότι η βασιλεία του Μεσσία θα ερχόταν
με εξωτερική λαμπρότητα. Όχι, λέει, ο Χριστός.
Πρέπει μέσω του σταυρού να διαβούμε στον βασιλικό θρόνο.
(2) Αλλά δεν πρέπει να τον περιμένετε τώρα με δόξα.
Τα επικείμενα γεγονότα είναι τελείως διαφορετικά (p).
Ο σύνδεσμος «δε» είναι αντιθετικός= πριν έλθει όμως αυτός
ως Κριτής ένδοξος, είναι ανάγκη πρώτα κατά την ορισμένη βουλή
του Θεού και πρόγνωση (δεῖ=πρέπει) να πάθει πολλά (δ).
Πολλά· ονειδισμούς, ντροπή, θάνατο, αυτά είναι τα πολλά.
Πρέπει να αποδοκιμαστεί από τη γενιά αυτή των απίστων Ιουδαίων,
πριν τον εγκολπωθεί άλλη γενιά πιστών εθνικών. Το ευαγγέλιο πρέπει
πρώτα να κατανικήσει μέγιστη αντίσταση και πρωτοφανή εμπόδια
ώστε και με αυτό να καταφανεί, ότι η δύναμή του είναι από το Θεό
και όχι από ανθρώπους.
«Μη λοιπόν θαυμάσετε, αν θα συμβούν σε σας τέτοια επίπονα,
τα οποία να σας φέρουν επιθυμία να είστε μαζί μου. Διότι εγώ ο ίδιος,
που πρόκειται να φανώ ως αστραπή, πρώτα πρόκειται να πάθω πολλά
και να αποδοκιμαστώ και έτσι να έλθω σε αυτήν την δόξα» (Θφ).
(3) «Των πονηρών Ιουδαίων» (Ζ), των συγχρόνων του Κυρίου.
17.26 καὶ(1) καθὼς(2) ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Νῶε,
οὕτως ἔσται καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις(3) τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου·
26 Όπως έγινε τον καιρό του Νώε, έτσι θα γίνει και με τον
ερχομό του Υιού του Ανθρώπου.
(1) Δες Ματθ. κδ 37-39 και τις εκεί σημειώσεις. Στους στίχους 26-30
περιγράφει την κατάσταση του κόσμου, πως θα είναι πριν την έλευσή του.
Την ώρα που οι πιστοί θα ποθούν σφοδρά την επάνοδο του Κυρίου,
αμεριμνησία και αίσθημα σαρκικής ασφάλειας θα καταπλημμυρίζει την ανθρωπότητα (g).
(2) Το προηγούμενο «ώσπερ(=όπως ακριβώς)» σημαίνει κάτι το ανάλογο.
Το «καθώς» όμως που μπαίνει εδώ δηλώνει ακριβώς το όμοιο (p).
Όπως συνέβη στις ημέρες του Νώε, έτσι θα συμβεί και τότε (δ).
(3) Εδώ σε πληθυντικό και όχι σε ενικό (όπως στο στίχο 24),
διότι προηγήθηκε το «στις ημέρες του Νώε» (L).
«Δεν ξέρετε πως είστε ναός του Θεού και πως το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας;» μας ρωτάει ο απόστολος Παύλος (Α’ Κορ. 3:16). Αφού, λοιπόν, όλοι οι χριστιανοί είμαστε ζωντανοί ναοί του Θεού, δεν πρέπει να γίνουμε οίκοι αδιάλειπτης προσευχής και δοξολογίας Εκείνου;
Υπάρχει, όμως, κι άλλος ένας λόγος, για τον οποίο οφείλουμε να προσευχόμαστε αδιάλειπτα: Ο σατανάς με τα όργανά του και τους υπηρέτες του μας πολεμάει συνέχεια. Όμοια μας πολεμάει και η σάρκα, που εναντιώνεται στο πνεύμα. Μ’ αυτούς τους ισχυρούς εχθρούς δεν μπορούμε να τα βάλουμε μόνοι μας. Γι’ αυτό πρέπει να οπλιστούμε με την προσευχή.
Παντού και πάντοτε μπορούμε να προσευχόμαστε με το νου και το πνεύμα. Και στο δρόμο και στη δουλειά και στο τραπέζι και στο κρεβάτι και στην πολυκοσμία και στη μόνωση μπορεί να θυμάται κανείς τον Θεό, να Τον ευχαριστεί, να Τον δοξάζει και να ζητάει τη βοήθεια Του. Κι Εκείνος, ως φιλάνθρωπος και πολυέλεος, είναι πάντα έτοιμος να μας ακούσει και να μας συντρέξει.
Μπορούμε να προσευχόμαστε την ώρα της δουλειάς
Και μπορούμε και πρέπει να προσευχόμαστε. Τι κάνουμε συνήθως την ώρα της δουλειάς; Λέμε μάταια λόγια, κουτσομπολεύουμε και κατακρίνουμε τους συνανθρώπους μας, τραγουδάμε, καμιά φορά και τσακωνόμαστε με τους συνεργάτες ή συναδέλφους μας. Στους εργασιακούς χώρους γίνεται συχνά τόση φασαρία, που θαρρείς ότι μιλάει ολόκληρη η οικουμένη.
Όλη αυτή η φασαρία, κι αν ακόμα δεν εμποδίζει την εργασία, αναμφίβολα δεν ωφελεί την ψυχή. Ποιος δεν θα παραδεχθεί πως, αντί να λέμε κούφια ή και εφάμαρτα λόγια, είναι καλύτερα να προσευχόμαστε;
Αρχίζοντας, για παράδειγμα, τη δουλειά σου, πες μυστικά ή και δυνατά: «Κύριε, ευλόγησε τον κόπο μου. Δώσε μου δύναμη και βοήθησέ με να τελειώσω αίσια».
Όσο εργάζεσαι, επαναλάμβανε μια σύντομη προσευχή, όπως το «Κύριε, ελέησον». Βλέποντας τη δουλειά σου να πηγαίνει καλά, λέγε: «Δόξα σοι, Κύριε». Βλέποντάς την να μην πηγαίνει καλά, ικέτευε: «Υπεραγία Θεοτόκε, άγιοι του Θεού, δεηθείτε στον Κύριο για μένα».
Αν σε πολεμήσουν κακοί λογισμοί, κάνε το σταυρό σου και πες: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλόν». «Φύλακα άγγελέ μου, φύλαξέ με». Αν αμάρτησες με το λογισμό ή τα λόγια, αναστέναξε με μετάνοια και πες με καρδιά συντριμμένη: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τον αμαρτωλό».
Αν από λάθος σου χάλασε κάποιο μηχάνημα ή έσπασε κάποιο εργαλείο, μην αγανακτήσεις. Ήρεμα και μακρόθυμα πες: «Σ’ ευχαριστώ, Κύριε, που παραχώρησες να γίνει αυτή η ζημιά, για να διαπιστώσω την αδυναμία μου και να ταπεινωθώ».
Αν σε πλησιάσει κάποιος, πες του: «Ο Θεός βοηθός σου, αδερφέ». Κι όταν φεύγει, ευχήσου του: «Ο Θεός μαζί σου».
Έτσι, λοιπόν, και όταν δουλεύουμε, μπορούμε να προσευχόμαστε και να μιλάμε θεάρεστα.
Γιατί, αν και συχνά επαναλαμβάνω την προσευχή του τελώνη «Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τον αμαρτωλό», δεν βλέπω καμιάν αλλαγή στη ζωή μου;
Απάντηση: Γιατί, απλούστατα, προσεύχεσαι με τα τελωνικά λόγια, όχι όμως και με το τελωνικό φρόνημα. Ο τελώνης προσευχόταν, με συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του (Λουκ. 18:13), με «πνεύμα συντριμμένο, καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη» (Ψαλμ. 50:19). Ο Θεός βλέπει την καρδιά του ανθρώπου. Αν αυτή πονάει για τις αμαρτίες της και μετανοεί ειλικρινά, Εκείνος δέχεται την προσευχή της· διαφορετικά, την απορρίπτει.
Η δική μας μετάνοια δεν έχει συνήθως καρπούς, γιατί κατά βάθος ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ευσεβείς, ενάρετοι και, οπωσδήποτε, ανώτεροι από τους αδερφούς μας. Τέτοιους ανθρώπους θέλοντας να συνετίσει ο Κύριος, είπε τη διδακτική παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου: «Σε μερικούς που ήταν σίγουροι για την ευσέβειά τους και περιφρονούσαν τους άλλους, είπε τούτη την παραβολή… Γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί, και όποιος τον ταπεινώνει, θα υψωθεί» (Λουκ. 18:9,14).
(από το βιβλίο: Γέροντος Ευστρατίου (Γκολοβάνσκι), "Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών", Ιερά Μονή Παρακλήτου, 2012. Ερωτήσεις 49, 154, 21)
Ο Τερτυλλιανός, ο οποίος ονομάσθηκε πατήρ της Δυτικής Θεολογίας, γύρω στο 200 μ. Χ. έγραψε: «Αν και οι τοπικές Εκκλησίες είναι τόσες πολλές και τόσο μεγάλες, όμως υπάρχει η μία αρχέγονη Εκκλησία των Αποστόλων, από την οποία προέρχονται όλες οι άλλες… Πράγματι κάθε διδασκαλία πρέπει να καταδικάζεται ως ψεύτικη, εάν έρχεται σε κάποια αντίθεση προς την αλήθεια των τοπικών Εκκλησιών και των Αποστόλων του Χριστού και του Θεού… Επί πλέον, εάν υπάρχουν κάποιες αιρέσεις αρκετά φανερές, οι οποίες φύτρωσαν κατά την αποστολική εποχή, ώστε να φαίνονται ότι έχουν παραδοθεί από τους Αποστόλους, επειδή ακριβώς υπήρχαν από την εποχή των Αποστόλων, εμείς μπορούμε να απευθυνόμαστε σ’ αυτούς και να λέμε: Ας μας δείξουν την αρχή των εκκλησιών τους, ας ξεδιπλώσουν μπροστά μας τους καταλόγους των επισκόπων που ακολουθούν διαδοχικά από την αρχή, ώστε ο πρώτος τους επίσκοπος θα έχει ως προστάτη και προκάτοχο του κάποιον από τους Αποστόλους ή τους αποστολικούς άνδρες, οι οποίοι συνδέονται σταθερά με τους Αποστόλους. Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο οι αποστολικές Εκκλησίες μεταβιβάζουν τους επισκοπικούς καταλόγους τους, όπως η Εκκλησία των Σμυρναίων, η οποία διατηρεί την παράδοση ότι ο Πολύκαρπος τοποθετήθηκε από τον Ιωάννη όπως η Εκκλησία των Ρωμαίων, όπου ο Κλήμης χειροτονήθηκε από τον Πέτρο. . . Ύστερα, ας ζητήσουμε από όλες τις αιρέσεις να αποδείξουν πως αυτές θεωρούν τον εαυτό τους αποστολικό, όταν προκαλούνται από τις δικές μας Εκκλησίες να υποστούν αυτού του είδους τον έλεγχο. . . »
«Εμείς που βαδίζουμε σύμφωνα με τον Κανόνα, τον οποίο οι Εκκλησίες παρέλαβαν από τους Αποστόλους, οι Απόστολοι από τον Χριστό και ο Χριστός από τον Θεό, παραδεχόμαστε ότι η λογικότητα της θέσης μας είναι ξεκάθαρη, καθορίζοντας όπως είναι φυσικό ότι οφείλουμε να μην επιτρέπουμε στους αιρετικούς να προσφεύγουν προκλητικά στις Γραφές, εφ’ όσον εμείς χωρίς να χρησιμοποιούμε τις Γραφές, αποδεικνύουμε ότι αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τις Γραφές. . . Αυτοί δεν μπορούν να είναι χριστιανοί, επειδή ό,τι έχουν δεν προέρχεται από τον Χριστό (μέσω της αποστολικής διαδοχής) αλλά από την επιδίωξη της δικής τους επιλογής. . . Επειδή ακριβώς δεν είναι χριστιανοί, γι’ αυτό δεν έχουν κανένα δικαίωμα στη χριστιανική γραμματεία, και θα μπορούσε ακριβώς να λεχθεί σ’ αυτούς: Ποιοί είσθε εσείς; Πότε και από που ήλθατε; Εφ’ όσον δεν είσθε από μας, τι δουλειά έχετε με ό,τι είναι δικό μας; Εγώ είμαι ο κληρονόμος των Αποστόλων. Όπως εκείνοι προετοίμασαν προσεκτικά τη διαθήκη τους, όπως την παρέδωσαν σε κάποιον έμπιστο, και όπως την σφράγισαν με όρκο, έτσι ακριβώς ενώ κρατώ την κληρονομιά. Σίγουρα αυτοί σας θεωρούσαν πάντα ξένους προς την κληρονομιά και σας έχουν απορρίψει ως ξένους και εχθρούς"(PL 2,44-5,51)
(Frank Schaeffer Χορεύοντας μόνος... σ. 300)
ΠΗΓΗ: ΟΟΔΕ
Πηγή: "Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", βιβλίο 3ο, κεφάλαια 2, 3 (και μέρος τού 3ου) σε μετάφραση αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη δ. Θ. Θεσσαλονίκη 1991.
Μαθητής τών μαθητών τών Αποστόλων, τρίτος κρίκος τής Αποστολικής παράδοσης, ο άγιος Ειρηναίος που έζησε στον 2ο αιώνα μ.Χ., μάς αφήνει μία πολύ σημαντική μαρτυρία για τη διαχρονικότητα τής πίστης τής Εκκλησίας στην Ιερά Παράδοση, το αναλλοίωτο τού Ευαγγελίου και την Αποστολική Διαδοχή, ως κριτήρια ενότητας και εγκυρότητας τής Εκκλησίας. Και τα ακόλουθα αποσπάσματα από το έργο τού αγίου Ειρηναίου, αποτελούν ιστορικά τεκμήρια, για όσους αρνούνται τις βασικές αυτές Χριστιανικές θέσεις.
Βιβλίο 1ο: 10: 2:
Αυτό το κήρυγμα και αυτήν την πίστη παρέλαβε η Εκκλησία, όπως προαναφέραμε, μολονότι έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, και με επιμέλεια τα φυλάει σαν να κατοικεί σε ένα σπίτι. Παρομοίως τα πιστεύει, σαν να έχει μία ψυχή και την ίδια καρδιά· τα διακηρύσσει εν αρμονία και τα διδάσκει και τα παραδίδει σαν να έχει ένα στόμα.
Οι διάλεκτοι ανά τον κόσμο είναι ανόμοιοι, αλλ' η δύναμη της παραδόσεως είναι μία και η αυτή. Ούτε οι Εκκλησίες που ιδρύθηκαν στις Γερμανίες1 έχουν άλλη πίστη ή άλλη παράδοση, ούτε εκείνες που ιδρύθηκαν στις Ιβηρίες, ή στους Κέλτες, ή στην Ανατολή, ή στην Αίγυπτο, ή στη Λιβύη ή στο κέντρο του κόσμου2. Αλλ' όπως ο ήλιος, το δημιούργημα του Θεού, σε όλο τον κόσμο είναι ένας και ο αυτός, έτσι και το κήρυγμα της αληθείας φέγγει παντού και φωτίζει όλους τους ανθρώπους που θέλουν «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν»3. Και ούτε ο πολύ δυνατός στο λόγο από τους προεστώτες της Εκκλησίας θα πη διαφορετικά από αυτά (κανείς δεν είναι παραπάνω από το διδάσκαλο4), ούτε ο αδύνατος στο λόγο θα μειώσει την παράδοση.
Εφ' όσον, λοιπόν, μία και η αυτή είναι η πίστη, ούτε εκείνος, που έχει μεγάλη δύναμη να ομιλεί γι' αυτήν, υπερτέρησε, ούτε εκείνος, που έχει μικρή δύναμη, υστέρησε5.
Βιβλίο 3ο: κεφ. 2-4:Κεφάλαιο Β΄
1. Επειδή, λοιπόν, οι αιρετικοί ελέγχονται από τη Γραφή, μεταστρέφονται και κατηγορούν την ίδια τη Γραφή, ότι δήθεν -δεν είναι γραμμένη σωστά ούτε έχει την αυθεντία, διότι τα λέγει διαφορετικά από αυτούς. Και φυσικά δεν είναι δυνατό σε αυτή να βρουν την αλήθεια, αφού αγνοούν την Παράδοση.
Λέγουν ακόμη ότι η Γραφή δεν παραδόθηκε γραπτώς, αλλά με τη ζώσα φωνή. Γι' αυτό ο Παύλος έλεγε· «Σοφίαν δε λαλούμεν εν τοις τελείοις- σοφίαν δε ου του κόσμου τούτου»6. Ο καθένας, μάλιστα, από αυτούς λέγει ότι η σοφία αυτή είναι εκείνη που ο ίδιος ανεκάλυψε, δηλαδή, αυτή που επενόησε. Έτσι επαξίως κατ' αυτούς υπάρχει η αλήθεια άλλοτε στον Ουαλεντίνο, άλλοτε στο Μαρκίωνα και άλλοτε στον Κήρινθο. Έπειτα κατοίκησε στο Βασιλείδη ή σε εκείνον που λέγει τα αντίθετα7 και ο οποίος δεν μπόρεσε να πη τίποτε το σωτήριο. Διότι ο καθένας από αυτούς είναι τελείως διεστραμμένος και διαστρέφοντας τον κανόνα της αληθείας δεν ντρέπεται να κηρύττει τον ίδιο τον εαυτό του.
2. Ενώ, όμως, τους καλούμε να έλθουν στην Παράδοση, η οποία προέρχεται από τους Αποστόλους και διαφυλάσσεται στις Εκκλησίες με τη διαδοχή των Πρεσβυτέρων, εναντιώνονται στην Παράδοση. Και λέγουν ότι αυτοί βρήκαν ακέραιη την αλήθεια, διότι τάχα είναι πιο σοφοί όχι μόνον από τους πρεσβυτέρους, αλλά ακόμη και από τους Αποστόλους. Οι Απόστολοι, λέγουν, ανέμιξαν τα του νόμου με τα λόγια του Σωτήρος· ότι όχι μόνον οι Απόστολοι, αλλά ακόμη και ο ίδιος ο Κύριος έπαιρνε αφορμή για τους λόγους του άλλοτε από τον Δημιουργό, άλλοτε από το Μέσον, μερικές φορές δε από το Πλήρωμα- ότι χωρίς αμφιβολία αυτοί γνωρίζουν ανόθευτο και ακέραιο το αποκεκρυμμένο μυστήριο. Αυτό, όμως, το να βλασφημούν, δηλαδή, τον Κτίστη τους. Είναι πολύ ανόητο. Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι αυτοί δεν συμφωνούν ούτε με τη Γραφή πλέον ούτε με την Παράδοση.
3. Εναντίον τέτοιων ανθρώπων, αγαπητέ, είναι ο αγώνας μας, εναντίον ανθρώπων, που ελίσσονται σαν τα φίδια και προσπαθούν από παντού να ξεφύγουν. Γι' αυτό οπωσδήποτε πρέπει να αντιστεκόμαστε σε εκείνους, μη τυχόν μερικούς, προκαλώντας τους σύγχυση και αποστομώνοντάς τους, μπορέσουμε να τους επιστρέψωμε στην αλήθεια. Και γι' αυτόν το λόγο, εάν δεν είναι εύκολο να ανανήψει η ψυχή που συνελήφθη από την πλάνη, όμως, δεν είναι πέρα για πέρα αδύνατο να φύγει η πλάνη, όταν παρουσιασθεί η αλήθεια8.
Κεφάλαιο Γ'
1. Όλοι, λοιπόν, όσοι θέλουν να δουν την αλήθεια, μπορούν να δουν καθαρά την Παράδοση των Αποστόλων, που έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο, μέσα στην καθολική Εκκλησία.
Και μπορούμε να απαριθμήσουμε τους επισκόπους, που όρισαν οι Απόστολοι, και τους διαδόχους των μέχρις εμάς. Οι οποίοι δεν δίδαξαν ούτε γνώρισαν τίποτε από τα τόσα ανόητα που παρουσιάζουν οι αιρετικοί. Γι' αυτό, εάν γνώριζαν οι Απόστολοι τα «κεκρυμμένα» μυστήρια, τα οποία δίδαξαν στους τελείους κατ' ιδίαν και κρυφά από τους άλλους, θα τα παρέδιδαν οπωσδήποτε σε αυτούς, που τους εμπιστεύθηκαν και την ίδια την Εκκλησία.
Σίγουρα οι Απόστολοι ήθελαν να είναι τέλειοι και ανεπίληπτοι9 σε όλα αυτοί, τους όποιους άφησαν ως διαδόχους των και τους παρέδωσαν τη δική τους θέση στη διοίκηση. Και αν αυτοί επιτελούσαν σωστά το καθήκον τους, θα προκαλούσαν μεγάλο όφελος. Αν, όμως, έπεφταν, θα προκαλούσαν μεγίστη συμφορά.
2. Αλλά θα ήταν πολύ μακρύς ο λόγος, αν σε αυτό το βιβλίο απαριθμούσα την Αποστολική διαδοχή όλων των Εκκλησιών. Γι' αυτό θα παρουσιάσω τη διαδοχή της μεγίστης και αρχαιότατης και γνωστής σε όλους Εκκλησίας, που θεμελίωσαν και ίδρυσαν στη Ρώμη οι δύο ένδοξοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος· που έχει την Παράδοση από τους Αποστόλους και την πίστη που κηρύχθηκε στους ανθρώπους, με τη διαδοχή δε των Επισκόπων έφθασε μέχρις εμάς. Και έτσι ανασκευάζουμε όλους αυτούς που με κάθε τρόπο, είτε με αυταρέσκεια είτε με την κενοδοξία είτε με την τύφλωση και την κακοδοξία τους, κάνουν τις παρασυναγωγές τους.
Σε αυτήν, λοιπόν, την Εκκλησία, λόγω της εξοχωτέρας προελεύσεως της, πρέπει να συνέρχεται όλη η Εκκλησία, δηλαδή, οι απανταχόθεν πιστοί. Και σε αυτήν πάντοτε οι απανταχόθεν πιστοί διέσωσαν την Αποστολική Παράδοση.
3. [Οι μακάριοι, λοιπόν, Απόστολοι θεμελίωσαν και οικοδόμησαν την Εκκλησία. Και μετά παρέδωσαν τη διοίκηση της Επισκοπής στο Λίνο. Αυτόν το Λίνο μνημονεύει ο Απόστολος Παύλος στις επιστολές του προς τον Τιμόθεο10. Αυτόν διαδέχεται ο Ανέγκλητος. Μετά δε από αυτόν τρίτος από τους Αποστόλους λαμβάνει το επισκοπικό αξίωμα με κλήρο ο Κλήμης. Αυτός είχε δει τους Αποστόλους και συζήτησε μαζί τους και το κήρυγμα των Αποστόλων ήταν ζωηρά τυπωμένο στη μνήμη του και την Παράδοση την είχε μπροστά του.
Και δεν ήταν ο μόνος. Ακόμη τότε επιζούσαν πολλοί που είχαν διδαχθεί από τους Αποστόλους. Επ' αυτού του Κλήμεντος παρουσιάσθηκε μεγάλη διχόνοια ανάμεσα στους αδελφούς της Κορίνθου. Τότε η Εκκλησία της Ρώμης έστειλε μία πολύ δυνατή επιστολή στους Κορινθίους, με την οποία τους συμφιλίωσε και τους ειρήνευσε, ακόμη δε ανανέωσε την πίστη τους και την Παράδοση, που πρόσφατα είχαν παραλάβει από τους Αποστόλους]11.
Αυτή η επιστολή εξαγγέλλει έναν Θεό παντοδύναμο, Ποιητή του ουρανού και της γης και Δημιουργό του ανθρώπου, ο οποίος επήγαγε τον κατακλυσμό, κάλεσε τον Αβραάμ, έβγαλε το λαό από τη γη της Αιγύπτου, συνομίλησε με το Μωυσή, όρισε το νόμο, έστειλε Προφήτες και ετοίμασε το πυρ για το διάβολο και τους αγγέλους του12.
Όσοι θέλουν, μπορούν να μάθουν από την ίδια επιστολή ότι οι Εκκλησίες κηρύττουν αυτόν τον Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και να κατανοήσουν την Αποστολική Παράδοση της Εκκλησίας.
Αυτή η επιστολή είναι αρχαιότερη από όσους διδάσκουν τώρα την αίρεση και ψεύδονται μιλώντας για άλλον θεό, που είναι ανώτερος του Δημιουργού και Ποιητού των όντων. [Αυτόν τον Κλήμεντα διαδέχεται ο Ευάρεστος και τον Ευάρεστο ο Αλέξανδρος.
Κατόπιν έκτος μετά τους Αποστόλους εγκαθίσταται ο Ξύστος και μετά από αυτόν ο Τελεσφόρος, ο οποίος μαρτύρησε ενδόξως. Έπειτα ο Υγίνος. Ο Πίος και μετά από αυτόν ο Ανίκητος. Τον Ανίκητο διαδέχθηκε ο Σωτήρ και τώρα δωδέκατος στη σειρά από τους Αποστόλους κατέχει τον κλήρο της Επισκοπής ο Ελεύθερος.
Με την ίδια σειρά και την ίδια διαδοχή13 έφθασαν σε εμάς και η Αποστολική παράδοση της Εκκλησίας και το κήρυγμα της αληθείας]14. Και είναι πληρέστατη αυτή η απόδειξη. Το ότι, δηλαδή, μία και η αυτή είναι η ζωοποιός πίστη που διασώθηκε στην Εκκλησία από τους Αποστόλους μέχρι τώρα και παραδόθηκε «εν αληθεία».
4. [Και ο Πολύκαρπος όχι μόνο χρημάτισε μαθητής των Αποστόλων και συναναστράφηκε πολλούς που είδαν τον Χριστό15, αλλά και εγκαταστάθηκε από τους Αποστόλους στη Μ. Ασία ως Επίσκοπος της Εκκλησίας της Σμύρνης. Και εμείς τον είδαμε στη νεαρή μας ηλικία16, διότι έζησε πολλά χρόνια μέχρι τα βαθειά γηρατειά και πέθανε με ένδοξο και υπέροχο μαρτύριο.
Αυτός δίδασκε πάντα αυτά που έμαθε από τους Αποστόλους και η Εκκλησία παραδίδει, και τα οποία είναι τα μόνα αληθινά. Μαρτυρούν γι' αυτά όλες οι Εκκλησίες της Μ. Ασίας και όσοι μέχρι τώρα διαδέχθηκαν τον Πολύκαρπο, ο οποίος είναι πολύ πιο αξιόπιστος και βέβαιος μάρτυρας της αληθείας από ό,τι είναι ο Ουαλεντίνος και ο Μαρκίων και οι άλλοι κακόδοξοι.
Ο Πολύκαρπος στην εποχή του Ανίκητου επισκέφθηκε τη Ρώμη και πολλούς από τους αιρετικούς, που ανέφερα πριν, τους επανέφερε στην Εκκλησία του Θεού και κήρυξε πως παρέλαβε από τους Αποστόλους ως μία και μοναδική αλήθεια αυτήν που παρέδωσε η Εκκλησία. Και υπάρχουν εκείνοι που άκουσαν από αυτόν ότι ο Ιωάννης, ο μαθητής του Κυρίου, στην Έφεσο, όταν μία φορά πήγε να λουσθεί και είδε μέσα τον Κήρινθο17, βγήκε αμέσως έξω από το λουτρό χωρίς να λουσθεί και μάλιστα είπε: «Ας φύγουμε, μήπως και το λουτρό καταπέσει, διότι είναι μέσα ο Κήρινθος, ο εχθρός της αληθείας».
Και ο ίδιος, πάλι, ο Πολύκαρπος, όταν κάποτε τον συνάντησε ο Μαρκίων18 και του είπε: «Μας αναγνωρίζεις;», απήντησε: «Αναγνωρίζω τον πρωτότοκο του Σατανά»19. Τόσο πολύ φοβόντουσαν οι Απόστολοι και οι μαθηταί τους, ώστε ούτε συζητούσαν με κάποιον που παραχάρασσε την αλήθεια, όπως είπε και ο Παύλος: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος»20.
Υπάρχει δε και κάποια επιστολή που έγραψε ο Πολύκαρπος στους Φιλιππησίους, πολύ δυνατή, από την οποία, όσοι θέλουν και φροντίζουν για τη σωτηρία τους, μπορούν να μάθουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πίστεώς του και το κήρυγμα της αληθείας]21.
[Αλλά και η Εκκλησία της Εφέσου, την οποία θεμελίωσε μεν ο Παύλος, ο δε Ιωάννης παρέμεινε σε αυτήν μέχρι τους χρόνους του Τραϊανού, είναι αληθινός μάρτυρας της Αποστολικής Παραδόσεως]22
Κεφάλαιο Δ'
1. Αφού, λοιπόν, υπάρχουν τόσες αποδείξεις, δεν πρέπει να αναζητούμε στους άλλους την αλήθεια, την οποία είναι εύκολο να λάβουμε από την Εκκλησία. Διότι, όπως ο πλούσιος συσσωρεύει στην αποθήκη,23 έτσι οι Απόστολοι συγκέντρωσαν στην Εκκλησία όλη την αλήθεια, ώστε οποίος θέλει να παίρνει από αυτήν το ύδωρ της ζωής24. Αυτή είναι η θύρα της ζωής, ενώ όλοι οι άλλοι είναι κλέπτες και λησταί.25
Γι' αυτόν το λόγο πρέπει οπωσδήποτε να τους αποφεύγουμε. Ό,τι όμως είναι της Εκκλησίας πρέπει να το ασπαζόμαστε με μεγάλη ακρίβεια και να κατανοούμε την Παράδοση της αληθείας. Και αν, λοιπόν, δημιουργείτο αμφιβολία για κάποιο μικρό ζήτημα, δεν θα έπρεπε να ανατρέξουμε στις αρχαίες Εκκλησίες, στις οποίες έζησαν οι Απόστολοι, και από αυτές να πάρουμε για το παρόν ζήτημα ό,τι είναι βέβαιο και σαφές; Αν, όμως, οι Απόστολοι δεν μας άφηναν τη Γραφή, τότε δεν θα έπρεπε να ακολουθήσουμε την τάξη της Παραδόσεως, την οποία παρέδωσαν σε όσους εμπιστεύθηκαν τις Εκκλησίες;
2. Με αυτήν την τάξη συμφωνούν πολλά έθνη βαρβάρων, οι οποίοι πιστεύουν στον Χριστό, έχουν δε τη σωτηρία γραμμένη στις καρδιές τους26 με το Άγιο Πνεύμα, χωρίς χαρτί και μελάνι, και διαφυλάσσουν με ακρίβεια την αρχαία Παράδοση. Πιστεύοντας σε ένα Θεό, που δημιούργησε δια του Υιού αυτού Ιησού Χριστού τον ουρανό και τη γη και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά.
Αυτός ο Υιός, λόγω της εξαιρετικής αγάπης προς το πλάσμα του, γεννήθηκε εκ παρθένου, ένωσε τον άνθρωπο με τον Θεό δια του εαυτού του, έπαθε επί Ποντίου Πιλάτου. Αναστήθηκε, αναλήφθηκε εν δόξη.27 Και εν δόξη πάλι θα έλθει ως Σωτήρ των σεσωσμένων και κριτής των καταδικασμένων, εξαποστέλλοντας στο πυρ το αιώνιο όσους παραχαράσσουν την αλήθεια και καταφρονούν τον Πατέρα του και αθετούν την έλευση του Υιού του.
Όσοι ασπάσθηκαν αυτήν την πίστη αγράφως, είναι βεβαίως, βάρβαροι όσον αφορά στη γλώσσα μας. Όσον αφορά, όμως, στις ιδέες τους, στις συνήθειες τους και στη ζωή τους, εξ αιτίας της πίστεως, είναι πάνσοφοι και αρέσουν στον Θεό, ζώντες «εν πάση δικαιοσύνη και αγνότητι και σοφία». Αν κάποιος τους μιλούσε στη γλώσσα τους και τους έλεγε όσα επινόησαν οι αιρετικοί, θα έφευγαν όσο γίνεται μακρύτερα κλείνοντας αμέσως τα αυτιά τους. Μη ανεχόμενοι ούτε να ακούσουν τη βλάσφημη συζήτησι. Έτσι, σύμφωνα με εκείνη την παλιά Παράδοση των Αποστόλων, δεν δέχονται μήτε να συλλαβή ο νους τους την οποιαδήποτε τερατολογία των αιρετικών. Σε αυτούς ακόμη δεν έγινε η παρασυναγωγή των αιρετικών, ούτε η διδασκαλία τους έγινε γνωστή.
3. Προ του Ουαλεντίνου δεν υπήρχαν οι οπαδοί του. Ούτε προ του Μαρκίωνος υπήρχαν οι δικοί του οπαδοί. Ούτε, τέλος, υπήρχαν καθόλου οι άλλοι κακόδοξοι, που απαριθμήσαμε παραπάνω, πριν παρουσιασθούν οι διδάσκαλοι και εφευρέτες της διαστροφής τους. [Ο Ουαλεντίνος, δηλαδή, ήλθε στη Ρώμη επί Υγίνου. Απέκτησε δύναμη επί Πίου και παρέμεινε μέχρι την εποχή του Ανίκητου.
Ο δε Κέρδων, που έζησε πριν από το Μαρκίωνα, και αυτός επί Υγίνου, ο οποίος ήταν ο ένατος Επίσκοπος, ήλθε στην Εκκλησία και εξομολογούμενος συνέχιζε άλλοτε μεν να διδάσκει κρυφά, άλλοτε, πάλι, να εξομολογείται, άλλοτε να ελέγχεται για τις αιρετικές διδασκαλίες του, και έτσι απομακρυνόταν από τη συνοδεία των αδελφών]28.
Ο Μαρκίων, όμως, που τον διαδέχθηκε, ενισχύθηκε επί Ανίκητου, ο οποίος κατείχε τη δέκατη θέση της Επισκοπής.
Οι υπόλοιποι, οι οποίοι ονομάζονται Γνωστικοί, δείξαμε πως έλκουν την αρχή από το Μένανδρο, το μαθητή του Σίμωνος. Και ο καθένας από αυτούς οποία άποψη δίδαξε, αυτής έγινε και πατέρας και αρχηγός.
Όλοι αυτοί, όμως, αυξήθηκαν στην Αποστασία τους πολύ αργότερα, στους μέσους ήδη χρόνους της Εκκλησίας.
Σημειώσεις
1. Ρωμ. 2,7.
2. Ο Τερτυλλιανός, ο οποίος έζησε λίγο μετά τον Ειρηναίο, απαριθμεί (Adversus Judaeos, κεφ. 7- PL 2. 650Α) μεταξύ των εθνών που πίστευσαν στο ευαγγέλιο εκείνα που κατοικούν στα όρια των Ισπανιών, των Γαλλίων, στις Βρεττανικές νήσους, στις απρόσιτες στους Ρωμαίους, όπως και τους Σαρμάτες, τους Δάκες, τους Γερμανούς και τους Σκύθες. Αλλά είναι αβέβαιο ποια έθνη πρώτα δέχθηκαν το κήρυγμα του ευαγγελίου. Οι πιο πολλές Εκκλησίες τόσο της Γαλλίας, όσο και της Ισπανίας και της Γερμανίας καυχώνταν ότι είχαν την προέλευσή τους από τους Αποστόλους ή τους μαθητές τους. Από το χωρίο αυτό του Ειρηναίου φαίνεται ότι υπήρχαν τότε μερικές Εκκλησίες στους Κέλτες, στους Ίβηρες η Ισπανούς και στους Γερμανούς. Ασφαλώς δε εξέχουσα θέση κατείχαν οι Εκκλησίες του Λουγδούνου και της Βιέννης. Το μαρτύριο των εν Λουγδούνω μαρτύρων κατά το έτος 177 μ.Χ. όσο και η παρουσία του Ειρηναίου έδωσαν αίγλη στην Εκκλησία του Λουγδούνου.
3. Πιθανό να αναφέρεται στις Εκκλησίες της Παλαιστίνης.
4. Α' Τιμ. 2,4.
5. Ματθ. 10,24. Λουκ. 6,40.
6. Α΄ Κορ. 2: 6.
7. Μάλλον δεν υπονοεί ειδικά κάποιον αιρετικό, αλλά γενικά όλους όσους φρονούν αντίθετα προς την Εκκλησία.
8. Βλέπε Ιουστ., Απολ. Α΄, 12,11: "Ουκ αδύνατον, αληθείας παρατεθείσης, άγνοιαν φυγείν" (ΒΕΠ 3, 167, 18-19).
9. Υπαινίσσεται τα χωρία Α' Τιμ. 3,2 ε. «Δει τον επίσκοπον ανεπίληπτον είναι…» και Τίτ. 1, 6 ε: «Ει τις εστίν ανέγκλητος…».
10. Β΄ Τιμ. 4,21.
11. Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστορία, Ε', 6,1-3 (ΒΕΠ 19,324-325). Βλέπε Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλ. Ιστορία, 4,15 (PG 145,1009D).
12. Ματθ. 25,41.
13. Το κείμενο του Ευσεβίου έχει τη γραφή «διδαχή». Ο λατίνος μεταφραστής του Ειρηναίου έχει «sucessione», που σημαίνει «με τη διαδοχή». Αυτήν τη γραφή προτιμούν και πολλοί σύγχρονοι. Είναι δε πράγματι προτιμητέα, διότι εδώ γίνεται λόγος κυρίως για τη διαδοχή και οι λέξεις «σειρά» και «διαδοχή» δεν είναι ταυτόσημες. Η λέξι «σειρά» δυνατόν να σημαίνει ότι υπάρχουν κενά στον κατάλογο των Επισκόπων, ενώ η «διαδοχή» τονίζει την αδιάλειπτη διαδοχή, που είναι τόσο προσφιλής και ιδιάζουσα στον Ειρηναίο και επεκράτησε έκτοτε ως κριτήριο δογματικής αληθείας.
14. Ευσεβίου έ. α.
15. Για τις στενές σχέσεις του Πολυκάρπου με τον Ιωάννη γράφει ο Ειρηναίος στην προς Φλωρίνο επιστολή (ΒΕΠ 5,172). Λέγεται δε ότι είδε και τον Απόστολο Φίλιππο.
16. Το ίδιο λέγει και στην προς Φλωρίνο επιστολή.
17. Αυτά ο Επιφάνιος (Πανάριος, αίρ. 30, ΚΔ'· PG 41,445C) τα αναφέρει για τον Εβίωνα και όχι για τον Κήρινθο. Αλλά πρέπει να πιστεύσωμε μάλλον τον Ειρηναίο. Το άλλο, πάλι, που προσθέτουν μερικοί, ότι κατέπεσε το λουτρό αμέσως μόλις βγήκε ο Ιωάννης και κατεπλάκωσε τον Κήρινθο μαζί με τους οπαδούς του, μοιάζει με παραμύθι. Τίποτε τέτοιο δεν μαρτυρούν οι αρχαίοι συγγραφείς.
18. Ο Ιερώνυμος (De νiris illustribus, κεφ. 17' PL 23,668C) γράφει ότι αυτό συνέβη στη Ρώμη· αλλά ούτε ο Ειρηναίος ούτε ο Ευσέβιος σημειώνουν τον τόπο.
19. Είναι όμοιο με εκείνο που λέγει στην προς Φιλιππησίους επιστολή του· «Ος αν μεθοδεύει τα λόγια του Κυρίου προς τας ίδιας επιθυμίας, και λέγει μήτε ανάστασιν, μήτε κρίσιν είναι, ούτος πρωτότοκος εστί του Σατανά» (ΒΕΠ 3,17,18-20).
20. Τίτ. 3,10-11.
21. Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστορία, Δ', 14,3-8 (ΒΕΠ 19,292-293).
22. Ο επίλογος αυτού του κεφαλαίου υπάρχει στον Ευσέβιο, Εκκλησ. Ιστορία, Γ', 23,4 (ΒΕΠ 19,265,6-8) και στο Νικηφόρο Κάλλιστο, Εκκλ. Ιστορία, 3,11 (PG 145,920C).
23. Λουκάς 12,18.
24. Ιωάν. 4,10.
25. Παράβαλλε Ιωάν. 10,7-8.
26. Παράβαλλε Ιερ. 38,33. Εβρ. 8,10 και Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τον Ευαγγελιστήν Ματθαίον, ομιλία A' (PG 57,13 έ).
27. Α' Τιμ. 3,16.
28. Ευσεβίου, Εκκλησ. Ιστορία, Δ', 11,1 (ΒΕΠ 19, 289, 28-34).
"Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί, και κρατάτε τις παραδόσεις, που διδαχθήκατε, είτε με λόγο είτε με επιστολή μας".
(Απόστολος Παύλος. Β΄ Θεσσαλονικείς 2: 15).
Ματθαίου δ' 17
Το κήρυγμα του Ιησού ήταν πάντοτε εσχατολογικό.
Για τον Κύριο η ιστορία έχει φθάσει στην τελική της φάσι.
Οι καιροί μας είναι οι έσχατοι. Πλησιάζει το τέλος.
Ο συρμός του κόσμου πλησιάζει στο τέρμα του. Στο Ω της ιστορίας.
Μετά αρχίζει η Βασιλεία του Θεού, η οποία γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο,
«ήγγικε». Είναι πολύ πιο κοντά.
Ο Ιησούς ήλθε ακριβώς, όταν άρχιζαν οι έσχατοι χρόνοι.
Με τον ερχομό του Ιησού άρχισαν οι έσχατοι χρόνοι. Άνοιξε το τελευταίο
κεφάλαιο της ιστορίας. Έχει πια αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση.
Όλα του κόσμου τούτου προχωρούν πια προς το μηδέν: 5, 4, 3, 2, 1, Ο!
Γι΄ αυτό και η καινούργια μέρα είναι πολύ κοντά.
Κοντεύει να γίνη η καινούργια δημιουργία· «ο καινός ουρανός και η καινή γη».
Ο Ιησούς ήλθε για να μας κάνη αυτή τη βασική αποκάλυψι.
Ότι εγγίζει το τέλος. Δεν είμαστε στην αρχή ούτε πολύ μακρυά απ’ το τέλος.
Βρισκόμαστε στα έσχατα των καιρών. Γι’ αυτό και ο Ιησούς
δεν ενθουσιάσθηκε ποτέ από κανένα γήινο. Γιατί τα γήινα είχαν πια κριθή.
Είχαν καταδικασθή σε αφανισμό. Ό,τι τον συνέπαιρνε ήταν το καινούργιο,
που κόντευε ν’ αρχίση. Και σαν «μεγάλης βουλής άγγελος» δεν είχε αποστολή
και δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να κηρύττη αυτήν την πραγματικότητα:
ότι «ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών».
«Ουδέν ανθρωπίνως ο Σωτήρ, αλλά πάντα θεία, σοφία και μυστική διδάσκει»
(Κλήμης Αλεξανδρείας, L. 139).
Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός, εκ. Γρηγόρη, σελ.108-109)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 17
Στίχ. 20-37. Η βασιλεία του Θεού και το καθήκον μας.
17.23 καὶ ἐροῦσιν ὑμῖν, ᾽Ιδοὺ ὧδε, ᾽Ιδοὺ ἐκεῖ(1)·
μὴ ἀπέλθητε μηδὲ διώξητε(2).
23 Θα σας πουν: “να, εκεί είναι” ή “να, εδώ είναι”,
αλλά μην πάτε και μην τους ακολουθήσετε.
(1) Η ζωηρή αυτή προσδοκία των πιστών, θα προδιαθέσει
τους απλούστερους από αυτούς σε ευπιστία (g). Και τότε
στις ημέρες εκείνες των θλίψεων θα σας πουν·
να εδώ είναι ο Χριστός, να εκεί ο Χριστός (δ).
Δεν υπάρχει κάποια αντίθεση μεταξύ του στίχου αυτού
και του στίχου 21. Διότι ο τελευταίος αυτός στίχος
αναφέρεται στα σημάδια της πρώτης έλευσης του Κυρίου.
Ενώ ο παρών αναφέρεται στα ψευδή σημάδια της δεύτερης
έλευσης και παρουσίας και περιλαμβάνει όλες τις άκαιρες
και πρόωρες προαναγγελίες για τη δήθεν προσέγγιση της εσχάτης
ημέρας= Κάθε προφητεία καθορισμένων χρονολογιών και κάθε βεβαίωση
για τοπικές εμφανίσεις πρέπει με πολλή δυσπιστία να ακούγονται (p).
«Κανείς, λέει, να μη σας πείσει, ότι ήλθα εδώ ή εκεί» (Θφ).
(2) Μην πάτε προς αυτόν που λέει τον εαυτό του Μεσσία,
ούτε να τον διώξετε, δηλαδή να τον ακολουθήσετε. Το διώκω με την
έννοια του έπομαι, ακολουθώ και στους κλασικούς συγγραφείς (δ).
17.24 ὥσπερ(1) γὰρ(2) ἡ ἀστραπὴ ἀστράπτουσα ἐκ τῆς ὑπὸ τὸν οὐρανὸν(3)
εἰς τὴν ὑπ᾽ οὐρανὸν λάμπει, οὕτως ἔσται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου(4)
ἐν τῇ ἡμέρᾳ αὐτοῦ(5).
24 Γιατί η παρουσία του Υιού του Ανθρώπου θα είναι τόσο φανερή,
όπως η αστραπή, που η λάμψη της διασχίζει τον ορίζοντα
από τη μια άκρη ως την άλλη.
(1) Δες Ματθ. κδ 27.
(2) Μην πάτε και μην ακολουθήσετε, διότι η έλευση του υιού του
ανθρώπου θα είναι όπως η αστραπή αιφνίδια και γενικώς ορατή (p).
«Δεν θα περιοριστεί σε τόπο η δευτέρα παρουσία μου, η λαμπρότερη
και ενδοξότερη. Αλλά όπως η αστραπή δεν διαφεύγει την προσοχή,
αλλά φαίνεται από το ένα άκρο της γης στο άλλο, έτσι και η δική μου
παρουσία θα είναι λαμπρή και ένδοξη και σε κανέναν δεν θα μείνει κρυφή» (Θφ).
Δεν τρέχει κανείς εδώ και εκεί για να δει την αστραπή.
Η λάμψη της διαχύνεται παντού (g).
(3) Εξυπακούεται η λέξη χώρας. Μπορεί να συνδεθεί ή με το αστράπτουσα
(=αστράπτει κάτω από τον περιοχή του ουρανού δηλαδή από ένα οποιοδήποτε
σημείο της ατμόσφαιρας και των νεφών και λάμπει σε όλη την περιοχή
της γης και του ορίζοντα κάτω από τα νέφη)(δ) ή μπορεί να συνδεθεί
με το λάμπει (p) δηλαδή από το ένα σημείο στο άλλο. Ο Λουκάς αποφεύγει
να πει ότι η αστραπή λάμπει από την ανατολή μέχρι τη δύση διότι
δεν είναι πάντοτε αυτή η κατεύθυνση της αστραπής (L).
(4) «Έτσι θα είναι και αυτός φανερός σε όλη την οικουμένη» (Ζ).
(5) «Ημέρα του λέει αυτήν της δευτέρας παρουσίας του» (Ζ).
Θεία χάρις
Δεν μπορώ να συγκρατήσω τον εαυτό μου. Γι΄ αυτό λέω. Όπως ένα μυρμήγκι, όταν βρίσκει μία τροφή εκεί, και πηγαίνει, ειδοποιεί όλο το κοπάδι, ας το πούμε, κι έρχονται πολλά μυρμήγκια να φάνε αυτήν την τροφή. Όπως κι ο άγιος Χρυσόστομος λέει: «Ο μόσχος πολύς, η τράπεζα γέμει, μηδείς εξέλθει πεινών» (στον πανηγυρικό λόγο της Αναστάσεως αυτό). Έτσι κι εγώ, δεν μπορώ να το συγκρατήσω. Δηλαδή, αυτό που βρήκα, έλα και συ, ελάτε να φάτε, εδώ έχει θησαυρό!
--------------
Όταν πλησιάζεις έναν άνθρωπο πνευματικό, παίρνεις. Παίρνεις.
--------------
Δηλαδή, η χάρις μεταδίδεται, και δια μέσου της προσευχής και εξ αποστάσεως μεταδίδεται η χάρις. Kαι, αν έχω καμιά καλή προσευχή, λέω, ο Γέροντας εύχεται για μένα εδώ κάτω, το λέω. Έτσι το αισθάνομαι κι εγώ.
--------------
Η χάρις έρχεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο, να πούμε. Όταν εγώ, πάτερ, κοιμήθηκα, είδα μπροστά μου ένα εξαπτέρυγο -ή εξαπτέρυγο ήταν ή πολυόμματο, δεν γνωρίζω. Έτσι τουπ και το φίλησα. Όταν το είπα στον Γέροντα, λέει: «Όχι, παιδί μου, ότι ήτανε πολυόμματο, εξαπτέρυγο απάνω στον Ουρανό. Η χάρις έρχεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο».
--------------
Χθες, προχθές διαβάσαμε τον Εσπερινό της Μεταμορφώσεως. Εκεί που λέει ο Θεός στον προφήτη Ηλία ότι, μετά που έφυγε και περπάτησε σαράντα μέρες, το πρώτο λέει: «Φωτιά, συντρίβων όρη και βουνά, και ουκ ην εκεί ο Θεός». Έπειτα λέει: «Ως εν συσσεισμώ, και ουκ ην ο Θεός εν τω συσσεισμώ», κι έπειτα «πυρ, και ουκ ην ο Θεός εν τω πυρί», και «αύρα λεπτή, εκεί ην ο Θεός» (Γ΄ Βασ. 19, 11-12). Στην αύρα τη λεπτή, η οποία μόνο τη νύχτα μπορεί ο άνθρωπος, εάν θέλει ο Θεός να τον χαριτώσει. Την ημέρα δύσκολα απολαμβάνει αυτό ο άνθρωπος. Διότι την ημέρα έχει πολλούς λογισμούς μέσα. Τη νύχτα το απολαμβάνει.
--------------
Όταν έρθει η χάρις ξεχνάς και τις θλίψεις και τα βάσανα, χαλάλι να γίνουν όλα. Όταν έρθει η λύπη, ξεχνάς τη χάρη και λες, αμάν, ο Θεός μ΄ εγκατέλειψε, ούτε να προσευχηθώ τίποτε, πάει, ο Θεός μ΄ εγκατέλειψε, τρόπον τινά, μ΄ έχει για την κόλαση. Όταν γυρίσεις από την άλλη πλευρά, ξεχνάς τα πρώτα∙ γυρίζεις στα πρώτα, ξεχνάς τα δεύτερα. Έτσι είναι. Ε, αυτό, γυμνάζεται ο άνθρωπος στην ταπείνωση. «Ουχί εγώ, αλλά η χάρις η συν εμοί», όπως έλεγε και ο Απόστολος (Α΄ Κορ. 15, 10). Γυμνάζεται ο άνθρωπος στην ταπείνωση.
--------------
Πολλές φορές πήγα μέσα στην εκκλησία, στο Ιερό, εδώ είναι ο Θεός. Σε πληροφορεί, να πούμε. Πολλές φορές που λειτουργούσε ο Γέροντας, εγώ δεν λειτουργούσα: ε, ή αυτός ή εγώ. Όλη η εκκλησία ήταν βουτηγμένη σε γλυκύτητα, στο μέλι, να πούμε. Ο Γέροντας λειτουργούσε κι εγώ αισθανόμουνα τη χάρη.
--------------
Όταν είχα το έκζεμα στη δράση του, να πούμε, δεν μπορούσα να καθίσω όπως κάθομαι τώρα, ξαπλωμένος όπως κοιμάται κανένας. Αν ήταν χειμώνας, είχα και το πάπλωμα από πάνω κι έκανα την ακολουθία. Να καθίσω έτσι δεν μπορούσα, όρθιος δεν μπορούσαν να καθίσω. Έτσι και αυτό έδωσε και μία νύξη, άφησα τη Λειτουργία, δεν μπορώ, πονάω, πονάω πολύ.
Ξαπλωμένος λοιπόν όπως ήμουνα και σκεπασμένος με το πάπλωμα, μου έρχεται μία χαρά μέσα μου, πολλή χαρά, ποτέ στη ζωή μου δηλαδή, και σ΄ αυτή την χάρη, δεν έχω αισθανθεί τόση πολλή χαρά. Η χαρά μεγάλωσε, μεγάλωσε κι ένα φως μέσα μου και ένα φως απ΄ έξω, γίνηκα κι εγώ ένα σαν φως όλο.
Παναγία μου, θα δω κάναν άγγελο τώρα, μήπως δω την Παναγία, καμιά θεοφάνεια θα δω τώρα, λέω, τόση χαρά.
Μετά, έτσι, λίγο-λίγο ταπεινώθηκε κι έσβησε. Ε, τέλειωσε αυτό και με πήρε ο ύπνος. Με πήρε ο ύπνος και βλέπω ότι θα γινόταν παρέλαση της βασιλικής οικογενείας. Καθόμουνα σ΄ ένα θεωρείο και βλέπω λοιπόν, περνούσαν τ΄ αυτοκίνητα ανοιχτά και κάθε πρίγκηπας είχε την οικογένειά του. Ε, λέω εγώ, φτωχόπαιδο, ερημίτης καλόγηρος, ν΄ αξιωθώ να δω αυτά τα πράγματα!
Και περνούσαν, πέρασαν τρεις -τέσσερις οικογένειες, έπειτα έγινε ένα φως υπό τον ουρανό και λέει: Έρχεται ο Βασιλεύς τώρα. Μ΄ αυτό ξύπνησα. Α, λέω, τον Βασιλέα δεν τον είδα! Τους πρίγκηπας τους είδα, αλλά οι πρίγκηπες μπροστά στον Βασιλέα δεν είναι τίποτες.
--------------
Ο γέρο-Ιωσήφ μας έλεγε ότι, αν πάτε σ΄ ένα σπίτι και έχετε πνευματική κατάσταση, μπορείτε να προσανατολιστείτε τι πνεύμα κυκλοφορεί στο σπίτι αυτό. Αν π.χ. υπάρχει πνεύμα αρπαγής ή ψεύδους ή χρημάτων κλπ. Αυτά που μας έλεγε εν μέρει τα καταλαβαίναμε. Τι εννοεί τώρα ο Γέροντας, να πας σ΄ ένα σπίτι και να καταλάβεις τι πνεύμα κυκλοφορεί; Όχι απίστευτο σου φαίνεται, αλλά και παράλογο ακόμη. Και όμως έτσι είναι.
Είχα πάει μία ημέρα να λειτουργήσω στον γέρο-Ιωσήφ. Μόλις μπήκα εις το κελλί του, λέω αμέσως: «Γέροντα, τι συμβαίνει εδώ μέσα;» «Τι είναι;» μου λέει. «Κάτι σαν να μου επιβάλλει σιωπή, Γέροντα». Αμέσως στην ψυχή μου δημιουργήθηκε τέτοια αίσθησις∙ σαν να ειδοποιήθηκε, τρόπον τινά, ότι εδώ μέσα υπάρχει σιωπή.
«Να σου ειπώ», λέει ο γέρο- Ιωσήφ. «Τώρα τη Μεγάλη Τεσσαροκοστή, το Σάββατο θα λειτουργήσουμε∙ θα κοινωνήσουμε∙ θα φάμε και θα ομιλήσουμε με τον π. Αρσένιο μέχρι την Κυριακή το βράδυ. Την Κυριακή βράδυ θα βάλουμε μετάνοια. Όλην την εβδομάδα κατόπιν δεν θα ομιλήσουμε. Μόνον με τα νοήματα συνεννοούμεθα. Θα έρθεις το Σάββατο εσύ, να κοινωνήσουμε, και τότε θα ομιλήσουμε κ.ο.κ.»
Τότε λοιπόν κατάλαβα, από την ιδική μου πείρα πλέον, εκείνα που μας έλεγε ο γέρο-Ιωσήφ.
Πόσο, μα πόσο γλυκύς είναι ο Ιησούς! Όλος χαρά, όλος αγάπη, όλος ειρήνη, όλος αγαλλίαση, όλος σκιρτήματα. Μα πόσο γλυκύς είναι ο Ιησούς!
--------------
Η χάρις διατηρείται με την ταπείνωση και την ευχαριστία εις τον Θεό.
Η ταπείνωσις ότι «εγώ δεν είμαι άξιος κληθήναι υιός Σου, ποίησόν με ως ένα των δούλων σου» (Λουκ. 15, 19).
--------------
Είναι όντως λυπηρό, ότι τον μέγα θησαυρόν που πήραμε στο άγιο Βάπτισμα, δηλαδή την υιοθεσίαν, και κατέχουμεν αυτόν, κατά τον Απόστολον. (Β΄ Κορ. 4,7), εν οστρακίνοις σκεύεσι, αγνοούμε. Και γι΄ αυτό εύκολα ραθυμούμε, εύκολα αδιαφορούμε, εύκολα καταφρονούμε, και μ΄ ένα λόγο εύκολα πίπτομεν.
Μακάριος είναι εκείνος, ο οποίος έλαβε την χάρη και απέθανε με αυτήν.
Μακαριότερος είναι εκείνος, ο οποίος έζησε και την ηύξησε, την εμεγάλωσε και έπειτα εκοιμήθη.
--------------
Είδα ένα όνειρο ότι πήγα στο χωριό μου, εκεί που γεννήθηκα. Και δεν πήγα στο πατρικό μου σπίτι, αλλά πήγα στην εκκλησία. Μπήκα στην εκκλησία, προχώρησα και μπήκα στο Ιερό. Εκεί είδα την κολυμβήθρα, εκεί που βαπτίσθηκα, εκεί που ήρθε η χάρις. Γονάτισα, την αγκάλιασα, τη φίλησα, τη φίλησα, τη φίλησα με πολλά δάκρυα.
--------------
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000
Ο αββάς μου ο καλός, η πληγωμένη μου ψυχούλα, ο ταλαιπωρημένος καλογεράκος, ο π. Προκόπιος ήταν και στην αρρώστια και στα γηρατειά διακριτικός και βολικός. Δεν πρόλαβα να τον διακονήσω και έφυγε, πέταξε για τον ουρανό το 1968. Την ευχή τους να έχουμε. Ο Θεός να τους αναπαύσει στο έλεός Του και να τους έχει στα δεξιά Του.
Πάντως, όταν έφυγαν τα γεροντάκια, κατάλαβα τον π. Γεδεών. Τότες είχε κοιμηθεί ο γέροντάς του και είχε μείνει μόνος. Ο π. Γεδεών άνθρωπος διακριτικός, να πούμε, καλλιεργημένος, λεπτή ψυχή, δεν ενοχλούσε ποτέ. Ένα απόγευμα βγαίνει έξω, εκεί που είναι το καλύβι τους και αρχίζει να φωνάζει. Βγαίνω και εγώ να δω τι συμβαίνει.
- Ευλόγησον. Τι θέλεις; Είσαι καλά;, του φωνάζω.
- Συγχώρα με, παπά μου. Καλά είμαι. Όσο γι’ αυτό που θέλω θα το καταλάβεις και εσύ αργότερα.
Το κατάλαβα, όταν έμεινα και εγώ μόνος μου. Τι ήθελε η ψυχούλα; Να ακούσει μία ανθρώπινη φωνή. Βλέπεις, παιδί μου, ο άνθρωπος είναι από την φύση του, τρόπον τινά, κοινωνικός. Έτσι τον έφτιαξε ο Δημιουργός του. Εδώ στην έρημο, άμα δεν γεμίσεις με προσευχή τον χρόνο σου, μπορεί να τρελαθείς. Τι είναι η προσευχή; Κοινωνία είναι. Δεν είναι; Βάλε λοιπόν μέσα στη μοναξιά κοινωνία για να την αντιμετωπίσεις. Έμεινα και εγώ μόνος, όταν εκοιμήθησαν οι παππούδες. Όμως ο Θεός δεν αφήνει. Είδε τον αμαρτωλό παπά Εφραίμ και είπε: «οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον». Έτσι πήρε τα γεροντάκια και μου έστειλε τα αγγελουδάκια μου, τα παιδάκια μου. Ήμουν εγώ άξιος να έχω τέτοια παιδάκια; Ήμουν άξιος…;
(αποσπάσματα από το βιβλίο του π. Σπυρίδωνα Βασιλάκου "Έλα Φως", Συνάντηση με τον Όσιο Εφραίμ Κατουνακιώτη)