Ματθαίου δ' 17
Το κήρυγμα του Ιησού ήταν πάντοτε εσχατολογικό.
Για τον Κύριο η ιστορία έχει φθάσει στην τελική της φάσι.
Οι καιροί μας είναι οι έσχατοι. Πλησιάζει το τέλος.
Ο συρμός του κόσμου πλησιάζει στο τέρμα του. Στο Ω της ιστορίας.
Μετά αρχίζει η Βασιλεία του Θεού, η οποία γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο,
«ήγγικε». Είναι πολύ πιο κοντά.
Ο Ιησούς ήλθε ακριβώς, όταν άρχιζαν οι έσχατοι χρόνοι.
Με τον ερχομό του Ιησού άρχισαν οι έσχατοι χρόνοι. Άνοιξε το τελευταίο
κεφάλαιο της ιστορίας. Έχει πια αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση.
Όλα του κόσμου τούτου προχωρούν πια προς το μηδέν: 5, 4, 3, 2, 1, Ο!
Γι΄ αυτό και η καινούργια μέρα είναι πολύ κοντά.
Κοντεύει να γίνη η καινούργια δημιουργία· «ο καινός ουρανός και η καινή γη».
Ο Ιησούς ήλθε για να μας κάνη αυτή τη βασική αποκάλυψι.
Ότι εγγίζει το τέλος. Δεν είμαστε στην αρχή ούτε πολύ μακρυά απ’ το τέλος.
Βρισκόμαστε στα έσχατα των καιρών. Γι’ αυτό και ο Ιησούς
δεν ενθουσιάσθηκε ποτέ από κανένα γήινο. Γιατί τα γήινα είχαν πια κριθή.
Είχαν καταδικασθή σε αφανισμό. Ό,τι τον συνέπαιρνε ήταν το καινούργιο,
που κόντευε ν’ αρχίση. Και σαν «μεγάλης βουλής άγγελος» δεν είχε αποστολή
και δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να κηρύττη αυτήν την πραγματικότητα:
ότι «ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών».
«Ουδέν ανθρωπίνως ο Σωτήρ, αλλά πάντα θεία, σοφία και μυστική διδάσκει»
(Κλήμης Αλεξανδρείας, L. 139).
Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός, εκ. Γρηγόρη, σελ.108-109)