Πνευματικό στήριγμα
Ο Γέροντας προσευχόταν και βοηθούσε πνευματικά και τα αδέρφια του και άλλους συγγενείς που είχαν ανάγκη. Παρά ταύτα ουδέποτε τους επισκέφτηκε και άργησε ολόκληρες δεκαετίες να τους δει στα Κατουνάκια.
Μας διηγείτο: «Μία φορά βλέπω εις τον ύπνο μου τον αδερφό μου ότι τάχα έπεσε στη θάλασσα, και σκεπτόμουνα, εάν πνίγηκε ή όχι. Τότε αμέσως περπατάω επάνω στα κύματα, και περίμενα να βγει στην επιφάνεια. Μόλις βγήκε επάνω, τον αρπάζω από τα μαλλιά και τον βγάζω έξω. Τότε που είδα το όνειρο, αυτός είχε τραυματισθεί σοβαρώς και θαυματουργικώς εσώθη. Το περπάτημα επί των κυμάτων και το άρπαγμα από τα μαλλιά και η σωτηρία του σήμαιναν την προσευχή, το κομποσχοίνι που του κάνω πάντοτε.
»Άλλοτε πάλι, ο αδερφός μου είχε συλληφθεί από κομμουνιστάς και φυλακίστηκε. Είχαν αποφασίσει να τον σκοτώσουν. Το βράδυ εκείνο είδα στον ύπνο μου ότι τον είχαν σε φυλακή και ρώτησα τον φύλακα γιατί τον φυλάκισαν. Μου απάντησε ότι χρωστά 150 λίρες. Τότε βγάζω και του δίδω 200, και τον άφησε ελεύθερο. Πράγματι, θαυματουργικώς εσώθη, αφεθείς ελεύθερος, ενώ τον είχαν για θάνατο.»
Η προσευχή του Γέροντα πρόφθανε στις οικογενειακές δυσκολίες τους. Έτσι η αδερφή του διηγείται: «Βρισκόμουν σε πολύ μεγάλη στεναχώρια, διότι με τον άνδρα μου είμασταν στα πρόθυρα να χωρίσουμε. Ο άντρας μου αγαπούσε πάρα πολύ τη μάνα του που τον πίεζε συνεχώς να με χωρίσει (ήτο ηλικίας 80 ετών). Αφορμή ζητούσε να βρει, για να πραγματοποιήσει τον σκοπό του. Εγώ σκεπτόμουν τι θα έκανα με δυο μικρά κοριτσάκια. Το έλεγα στη μητέρα μου και μου απαντούσε: ‘‘Παιδί μου, προσευχή ας κάνουμε. Τίποτε δεν γίνεται χωρίς το θέλημα του Θεού. Μόνο αν το επιτρέψει ο Θεός, θα γίνει αυτό!’’
» Ο πόνος μου ήταν μεγάλος. Έπαιρνα τη φωτογραφία του Εφραίμ και έκλαιγα, και του μιλούσα, και προσευχόμουν, σαν να ήταν εικόνα η φωτογραφία. Παρακαλούσα με δάκρυα να με βοηθήσει και να με σώσει από τον κίνδυνο αυτό.
»Ο Χαράλαμπος (ο αδερφός μου) είχε πάει την εποχή εκείνη στον Εφραίμ, στο Άγιον Όρος. Του λέει ο Εφραίμ: ‘‘Γιατί η αδερφή μας η Ελένη συνεχώς με ενοχλεί; Γιατί παίρνει τη φωτογραφία μου και ζητά βοήθεια από εμένα κλαίγοντας; Να της πεις να παίρνει την εικόνα της Παναγίας και σ’ αυτήν να προσεύχεται και να παρακαλεί, και όχι στην φωτογραφία μου! Η Παναγία θα τη βοηθήσει∙ η Παναγία θα κάνει το θαύμα της και δεν θα πάθει κακό’’.
»Τις ημέρες εκείνες ήρθε τηλεγράφημα από τη μητέρα του ανδρός μου, όπου έγραφε να πάει στο χωριό για τη γνωστή υπόθεση. Επρόκειτο για την υπόθεση του διαζυγίου. Φαντάζεσθε τη θλίψη μου και τον πόνο μου. Κλείσθηκα στο δωμάτιο. Πήρα την εικόνα της Παναγίας, που μου είχε στείλει ο Εφραίμ με τον γέροντα Νικηφόρο, και κλαίγοντας με λυγμούς έλεγα τον πόνο μου και την παρακαλούσα να με γλιτώσει από τον μεγάλο αυτό κίνδυνο. Το πρωί ο σύζυγός μου θα έφευγε για το χωριό. Το απόγευμα έρχεται ξαφνικά είδησις από το χωριό ότι η πεθερά μου, ενώ δεν είχε τίποτε, δεν ήταν άρρωστη, βρέθηκε νεκρή στην καρέκλα που καθόταν! Έτσι δεν πραγματοποιήθηκε ο κίνδυνος του διαζυγίου, διότι άλλαξε ριζικά ο σύζυγός μου μετά τον θάνατο αυτόν τον ξαφνικό της μητέρας του».
Και για τον μεγάλο του αδελφό, μακαριστό Επαμεινώνδα, αν δεν προσευχήθηκε! Ήταν ο πιο χλιαρός της οικογενείας και αποκόμισε τις περισσότερες προσευχές και ζώντας και μετά θάνατον.
Προσευχόμενος θερμά για μία εξαδέλφη του πολύ πονεμένη, που είχε μπλέξει όμως με μαγεία, ξεπέρασε απ’ ό,τι μας έλεγε κάθε όριο παρακαλώντας: «Χριστέ μου, για το αίμα που έχυσες πάνω στον σταυρό, ελέησε και αυτήν την ψυχή». «Έφαγα έναν μπάτσο που ήταν όλος δικός μου. Ο Θεός όλα τα ανέχεται, αλλά τη μαγεία… μακριά», έλεγε σωφρονισμένος. «Και άλλη μια φορά, ομολογούσε, επιχείρησα κάτι τέτοιο και ερέθισα την οργή του Θεού, αλλά πρόλαβα ζητώντας ‘‘ευλόγησον’’ (συγγνώμη) και δεν έφαγα τον μπάτσο. Φόβος και τρόμος είναι αυτά».
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000