ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
[Ο όσιος Θεόδωρος απευθύνεται στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεόδωρο]
…ανήκουν στην κορυφή της μακαριότητάς σου! Συ είσαι ο πρώτος των πατριαρχών,
έστω και αν έρχεσαι πέμπτος στη σειρά.
Γιατί εκεί όπου ο επίσκοπος των ψυχών και αρχιερέας των όλων και γεννήθηκε,
και έκανε όλα τα θαύματα, και έπαθε, και θάφτηκε, και αναστήθηκε, και έζησε, και αναλήφθηκε,
εκεί υπάρχει ολοφάνερα και το πιο υψηλότερο αξίωμα….
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 3,σελ.349)
Παρακαλώ προφυλάξετε ακόμα τον εαυτό σας από την ψυχοφθόρο αίρεση, η συμμετοχή στην οποία είναι αποξένωση από τον Χριστό…
… Ερώτηση 3η. Για τις εκκλησίες που βεβηλώθηκαν από τους ιερείς που κοινώνησαν με την αίρεση και κατέχονται από αυτούς. Εάν πρέπει να μπαίνουμε σ’ αυτές για να προσευχηθούμε και να ψάλλουμε.
Απάντηση. Δεν πρέπει να μπαίνουμε καθόλου στις εκκλησίες αυτές με τους τρόπους που αναφέρθηκαν, γιατί είναι γραμμένο
«Να, το σπίτι σας εγκαταλείπεται έρημο». Γιατί μόλις μπαίνει μέσα στις εκκλησίες αυτές η αίρεση, φεύγει ο άγγελος που εποπτεύει όλα όσα γίνονται εκεί, σύμφωνα με τα λόγια του μεγάλου Βασιλείου, και ο ναός αυτός γίνεται ένα απλό σπίτι.
Γιατί λέγει «Δεν θα μπω μέσα σε εκκλησία πονηρών». Και ο Απόστολος «Ποιά συμφωνία υπάρχει ανάμεσα στον ναό του Θεού και στα είδωλα;»…
… Η κοινωνία από τους αιρετικούς δεν είναι κοινός άρτος, αλλά δηλητήριο, που δεν βλάπτει το σώμα, αλλά αμαυρώνει και σκοτίζει την ψυχή…
Και εάν οι ευχές της λειτουργίας είναι των ορθοδόξων, τί σημασία έχει αυτό, εάν γίνεται από αιρετικούς;
Γιατί δεν πιστεύουν όπως πίστευε εκείνος που τις σύνταξε, ούτε και πιστεύουν σ’ αυτά που σημαίνουν οι λέξεις.
Γιατί ολόκληρη η λειτουργία εξυμνεί την πίστη, ότι ο Χριστός έγινε αληθινός άνθρωπος, ενώ αυτοί το αρνούνται, αν και το λένε, επειδή φρονούν να μη ζωγραφίζεται αυτός.Είναι δηλαδή σαν να λέγει κάποιος, Πιστεύω σε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, αλλά φρονεί, ότι ο Πατέρας και ο Υιός και το άγιο Πνεύμα είναι μια υπόσταση με τρία ονόματα,
πράγμα που είναι δόγμα του Σαβελλίου, ο οποίος πίστευε ανόητα.
Τί λοιπόν, θα πούμε ότι αυτός πιστεύει σε Τριάδα; Καθόλου, έστω και αν το λέγει.
Έτσι λοιπόν ούτε εδώ πιστεύει αυτά που λέγει, έστω και αν η λειτουργία είναι ορθόδοξη,
αλλά αυτός φλυαρεί ανόητα, η μάλλον εξυβρίζει παίζοντας τη λειτουργία,
γιατί και οι γόητες και οι επαοιδοί χρησιμοποιούν θεϊκές ωδές στις δαιμονικές τελετές τους
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 4,σελ.17. 4,489. 3,387)
Λοιπόν με βάση τα προαναφερθέντα διακονήματα, όσοι ασχολείστε με τα υπόλοιπα, λάβετε το νόημα και κάνετε το ίδιο,
και πριν από όλους ό οικονόμος, ο βοηθός τού οικονόμου, και πριν από αυτούς ο δευτερεύων, ό πρωτοπρεσβύτερος και ο πρωτεπιστάτης,
ο πρωτοκαλλιγράφος και ο πρωτοβεστιάριος, ιδιαίτερα μάλιστα αυτός, γιατί εδώ χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.
Πρόσεξε, Λουκιανέ, πόσο μεγάλο διακόνημα σου έχει ανατεθεί! Ας δοξασθεί ο Θεός από σένα μέσω τού διακονήματος αυτού.
Και μαζί με αυτούς και ό πρωτοκηπουρός καί ο πρωτοϋποδηματοποιός. Ούτε αυτός έχει μικρόν αγώνα.
Πρόσεχε, Θεοδόσιε, ποιο διακόνημα έχεις στην εξουσία σου! Κάνε τον Δεσπότη σου Κύριο να ευφρανθεί με αυτό.
Και συ πρωτονοσοκόμε πώς μου διέφυγες; Ή μήπως δεν ξέρεις, ότι είσαι ο πιο μεγάλος από αυτούς που αγωνίζονται,
αν κατανοείς το διακόνημα που κατέχεις; Γιατί, αν είναι μεγάλος αυτός που είναι ασθενής και υποφέρει ευχαρίστως την ασθένεια, πόσο μάλλον αυτός που τον εξυπηρετεί όπως θέλει ο Θεός και ακούραστα;
Πρόσεχε συ και οι βοηθοί σου πώς θεραπεύετε τους ασθενείς και πώς καίγεστε με τον πυρετό τους,
και πώς συμμετέχετε μαζί τους στις αδιαθεσίες τους. Στον Θεό και σε σας έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους.
Να στρώνονται λοιπόν τα στρώματά τους κάθε μέρα, και να τους δίνονται και αυτά που έχουν ανάγκη ακούραστα και στην κατάλληλη στιγμή.
Να τους παρέχονται οι αλοιφές, τα έμπλαστρα, τα φάρμακα και τα αλλά θεραπευτικά μέσα ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός, και η τροφή και το πιοτό και το στρώμα και ό,τι άλλο χρειάζονται.
Και αν αυτά ακούοντάς τα, τά κάνετε και τα εφαρμόζετε, είσαστε μακάριοι και θα ονομασθείτε υιοί του Θεού.
Τόσο μεγάλες λοιπόν και αξιοθαύμαστες είναι οι υπηρεσίες σας, και ιερές και αγιοπρεπείς,
και είναι τρισμακάριστος αυτός που τις εκτελεί έτσι, είτε αυτός κατασκευάζει μεμβράνες, είτε είναι υποδηματοποιός…
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 2,σελ.25)
Και θέλω να γνωρίζετε, ότι δεν υπάρχει μετά την εξομολόγηση άλλο σύντομο και άφταστο φάρμακο για τη σωτηρία,
όπως και σεις οι ίδιοι γνωρίζετε. Και τη στιγμή που ο Κύριος έδωσε τώρα αυτό το δώρο,
γιατί ορισμένοι αργείτε να προσέλθετε στην εξομολόγηση και υποφέρετε με τη σιωπή
και γεμίζετε πληγές και σκουληκιάζετε με τους ανεξομολόγητους λογισμούς;
Εγώ ασφαλώς, τέκνα μου, βρίσκομαι εδώ για να σας προσφέρω τη βοήθειά μου, εάν βέβαια μερικοί έχουν ανάγκη,
και αρρωσταίνω με την αρρώστια σας. Γιατί λοιπόν, από αυτά που μπορούμε να είμαστε υγιείς και να φωτιζόμαστε και να είμαστε χαρούμενοι,
να υφιστάμεθα τα αντίθετα; Ο Θεός τα γνωρίζει όλα.
Γιατί δεν υπάρχει κτίσμα που να μη είναι φανερό μπροστά του. Όλα είναι «γυμνά και φανερά στα μάτια του».
Αλλά πρέπει να τα γνωρίζω και εγώ. Γι’ αυτό ζητώ να μου τα λέτε, «για να γνωρίζω τα τέκνα μου, και να γνωρίζομαι από τα δικά μου».
Αυτή είναι η γνήσια και πνευματική γέννηση, αυτή είναι η ανόθευτη υποταγή.
Αυτή είναι η χωρίς μέριμνα οδοιπορία, αυτή είναι η γλυκιά προσευχή και η ακατάπαυστη προκοπή και άνοδος και θέωση εκείνου που έχει το χάρισμα.
Προσευχηθείτε, τέκνα μου, ώστε να δω και εγώ έστω και από μακριά τα προαύλια της απάθειας, την οποία πάρα πολύ επιδιώκω με την καθοδήγηση όλων σας,
και να μη μείνω έτσι πάντοτε κάτω από το βάρος της αμαρτίας. (ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 1,σελ.439-441)
…να εξομολογείστε, όπως λέγεται, «τα κρυφά της καρδιάς σας».
Γιατί, όπως δεν είναι δυνατόν όταν ένα φυτό έχει σκουλήκι να μη καταστραφεί καθώς θα το τρώει λίγο-λίγο,
έτσι ούτε η ψυχή που έχει φίδι, δηλαδή κάτι που δεν το εξομολογήθηκε, να μη σαπίσει με αυτό και να μη σκουληκιάσει
και να φτάσει σε ολοκληρωτική φθορά. Γι’ αυτό, παρακαλώ, βγάλετε ο καθένας το σκουλήκι, που κακώς έχετε μέσα σας εγκατεστημένο.
Αν λοιπόν κανείς έχει, εγώ θα τον εξετάσω, εγώ θα τον θεραπεύσω με συμπάθεια, με ευσπλαχνία.
Και τί καλό δεν θα προκύψει; Αμέσως θα ξαναβγάλει τα νοητά βλαστάρια, αμέσως θα ξαναζήσει,
αμέσως θα καρποφορήσει με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. (ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 2,σελ.293)
Αδελφοί και πατέρες, είναι φοβερή βέβαια και η τωρινή αταξία που δημιουργήθηκε μεταξύ των Χριστιανών, όπως είπα και πριν, αλλά ας σκεφτόμαστε ότι και τα στη συνέχεια κακά είναι γεμάτα τραγικές καταστάσεις.
Και δεν φοβάμαι τόσο πολύ εγώ ο ταλαίπωρος την κατάσταση αυτή,
κι αν ακόμα κάποιος ακονίζει το ξίφος του εναντίον μου,
και αν μου καταφέρει πλήγματα,
και αν με οδηγήσει σε εξορία,
και αν με απειλήσει με θάνατο, για χάρη μόνο του αγαθού Θεού και της αλήθειας.
Δειλιάζω όμως και φοβάμαι τη διαβολική επίδραση που επαναστατεί μέσα στην ταπεινή μου ψυχή,
όταν βασιλεύει στο θνητό μου σώμα η αμαρτία,
σαν να με συνταράσσει εναντίον της αρετής με το πλήθος των αναρίθμητων παθών που επιστρατεύονται από αυτήν.
Κι αυτό είναι για μένα φοβερό,
το βέλος της ηδονής, γιατί πληγώνει όχι τη σάρκα, αλλά την καρδιά.
Κι αυτό είναι για μένα φρικτό, το αίμα, το οποίο δεν κυλάει στη γη με ξίφος,
αλλά αυτό που χύνεται στην ψυχή με την αόρατη μάχαιρα,
και εκείνη την πείνα, όπως ψάλλει ο προφήτης, όχι για ψωμί, ούτε νερό, αλλά για να ακούσω τον λόγο του Κυρίου.
Αυτά εγώ φοβάμαι και από αυτά τρομάζω, οπωσδήποτε όμως και σεις οι θεοδίδακτοι,
ώστε, μένοντας ανεπηρέαστοι από τη μηχανορραφία του κοσμοκράτορα του κόσμου αυτού,
να έχουμε αρχηγό μας τον βασιλιά των όλων και Δεσπότη Θεό, με την επίδειξη των καλών έργων
και την απομάκρυνση μας από τις πονηρές ενασχολήσεις.
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 1,σελ. 321)
… Τα έργα λοιπόν της αρετής του (ενός κοιμηθέντος μοναχού) ήταν πολλά. Επίπονη εγκράτεια, νήψη αγρυπνίας, ποταμοί δακρύων,
αναπτέρωση της προσευχής, καταπίεση του εαυτού του στο να κοιμάται καταγής, ευτέλεια ενδυμάτων,
χειρωνακτική εργασία, πυκνές γονυκλισίες, μελέτη του θανάτου, έντονη ψαλμωδία, καρτερική στάση.
Αλλά κανένα από αυτά στον υποτακτικό δεν ήταν τόσο δυνατό, όσο το αγώνισμα της εξομολόγησης και το ότι όλα τα έκανε με υπακοή,
πράγματα με τα οποία η ψυχή φωτίζεται και νεκρώνεται το σαρκικό θέλημα, και γίνεται ολοκληρωτική εγκατάσταση του πνευματικά γεννημένου μέσα σε εκείνον που τον γέννησε.
Γιατί, οποίος δεν προτιμά αυτά από τα αλλά, γίνεται εύθραυστος στην υπακοή, και αυτά με τα οποία νομίζει ότι επιδιώκει τη σωτηρία,
με αυτά υφίσταται τον όλεθρο της απάτης. Γιατί η εγκράτεια και η αγρυπνία και οποιοδήποτε άλλο από τα κατορθώματα που προαναφέρθηκαν,
αυτά καθ’ εαυτά μπορεί να πει κανείς ότι είναι αξιέπαινα, δεν είναι όμως και ωφέλιμα,
αλλά μάλλον είναι και αιτία πτώσεως για εκείνον που τα κάνει με δικό του τρόπο ζωής,
αν δεν τα φέρει σε πέρας σύμφωνα με τον γνώμονα και τον κανόνα του ηγουμένου.
Ώστε, αυτός που ασκεί την εξομολόγηση με υπακοή, βάζει τα αλλά σε δεύτερη θέση,
περικλείοντας μέσα σε αυτά τα δύο, τα πάντα.
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 1,σελ.191)
Καί όταν βέβαια ύπάρχει τάξη, άνάμικτη μέ φόβο Θεοϋ, όλη ή άδελφότητά μας φαίνεται σάν μιά θάλασσα γαληνεμένη, πού πηγαινο-έρχεται, αλλά σχηματίζοντας άπαλά κύματα, σάν νά κινείται από τό άγιο Πνεύμα.
Ενώ όταν υπεισέρχεται από απροσεξία αταξία, σάν νά φυσούν δυνατοί άνεμοι καί καταιγίδες, ταράζεται καί φουσκώνει, προκαλώντας μισητές καί αποκρουστικές καί υποβρύχιες τρικυμίες στο σκάφος τής ψυχής.
Μήπως δέν βλέπουμε κάτι τέτοιο, όταν από τις κραυγές καί τούς θορύβους, από τά γέλια καί τις βρισιές, από τις προσκρούσεις καί συμπιέσεις, από τά σπρωξίματα καί αντισπρωξίματα, καί ταραζόμαστε καί αλλοιωνόμαστε;
Καί γιά νά αναφέρω ένα πρόσφατο παράδειγμα, τί έγινε κατά την μετάδοση τής ευλογίας των αγιασμάτων καί την έξοδο από την τράπεζα;
Δέν κόντεψε νά ποδοπατηθεΐ τό παιδί καί παρά λίγο νά πεθάνει; Καί τότε οί τέσσερις υπεύθυνοι της τάξεως μαζί, μέ όλα τά χέρια τους καί μέ πολλή προσπάθεια καί αντίσταση δέν κατόρθωσαν μόλις καί μετά δυσκολίας νά συγκρατήσουν την άτακτη ροή σας, όπως συμβαίνει στούς κοσμικούς;
Μήπως τελείωσε τό αγίασμα; Μήπως δέν ήμουν εγώ ό ταλαίπωρος πού τό έδινα στον καθένα;
Μήπως επρόκειτο αυτός πού τό έπαιρνε πιο μπροστά νά ευλογηθεί περισσότερο καί νά αγιασθεί;
Καθόλου, αλλά αντίθετα, ενεργώντας έτσι, αφαίρεσε τον αγιασμό από τον εαυτό του, επειδή δέν τίμησε τη δωρεά.
Γιατί ήταν δώρο ειρήνης, καί ή ευλογία ευταξίας καί ό άγιασμός κατάσταση ειρηνοποιός.
Καί στην τράπεζα, μήπως δέν θά μπορούσαμε νά βγούμε όλοι, ή μήπως αυτός πού βγήκε πρώτος αγιάσθηκε μέ την ταχύτητα του;
Καθόλου, αντίθετα, αντί γιά ωφέλεια, αποκόμισε βλάβη από τούς άγανακτισμένους άδελφούς.
Αλλά όχι έτσι, τέκνα μου καί άδελφοί μου.
Σας ικετεύω καί σάς παρακαλώ, καταλάβετε ποιο είναι τό θέλημα τού Θεού, ότι δέν οφείλει νά είναι μόνο άγαθό, άλλά καί τέλειο καί ευάρεστο.
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 2,227)
... Γνωρίζοντάς το αυτό καλά ο άγιος εκείνος πατέρας, που βρισκόταν ήδη στις πύλες του θανάτου,
όταν ο διάβολος του είπε, “μου ξέφυγες”, εκείνος απάντησε “δεν ξέρω”.
Τόση ήταν η αγωνία του, ώστε ούτε την τελευταία εκείνη ώρα να έχει σίγουρη τη σωτηρία του, σύμφωνα με το μέγεθος των ευσεβών κόπων του.
Εμείς όμως, μόλις συμπληρώσουμε πέντε ή δέκα χρόνια, ή μόλις μάθουμε καλά τους κανονισμούς του μοναστηριού,
ή αποστηθίσουμε ελάχιστα χωρία της Γραφής, ή και μόλις κάνουμε λίγες ή πολλές γονυκλισίες, ή προσευχηθούμε ή νηστέψουμε,
καταλαμβανόμαστε από οίηση και αλαζονεία, σαν να κατορθώσαμε τα πάντα.
Γι’ αυτό και πέφτουμε σαν τα φύλλα, και διασκορπίζονται «τα κόκκαλά μας στον άδη».
Δηλαδή προτού ακόμα φυτρώσουμε, ξηραινόμαστε, και γινόμαστε σοφοί μέσα στην αμάθειά μας,
και λόγιοι μέσα στην αλογία μας, και χειροτονούμε τους εαυτούς μας δασκάλους,
ζηλωτές και τέλειους, σαν να είμαστε οι μόνοι που γνωρίζουμε την αλήθεια.
Γι’ αυτό μας συνέβηκαν αυτά, γι’ αυτό δεχόμαστε σκοτάδι αντί για φώς.
Γι’ αυτό γίναμε σαν εξόριστοι του παραδείσου από την αυλή του Χριστού και του ποιμνίου του.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία 1,343)
Όταν με γέννησε πρώτον, δεν έκανε αυτό που έκαναν οι άλλες γυναίκες,
να χρησιμοποιήσει δηλαδή, όπως συνήθιζαν εκείνες να χρησιμοποιούν, με δαιμονική παρακίνηση,
μαντείες και φυλαχτά και κάποιες άλλες μαγγανείες στα καροτσάκια και τα υπνοδωμάτια,
και να κρεμούν γύρω από το λαιμό τους κοσμήματα και φυλακτά (χαϊμαλιά),
αλλά θεωρούσε επαρκές να μας περιτειχίζει μόνο με τη σφραγίδα του ζωοποιού σταυρού,
προβάλλοντας αυτόν αντί για κάποιο όπλο και ασπίδα που είναι ανίκανα για τη φύλαξή μας.
Γι’ αυτό, ενώ όλες οι άλλες γυναίκες προσκυνούσαν και πήγαιναν, μόλις εμφανιζόταν το παιδί,
στην αυτοδίδακτη μυσταγωγό και δασκάλα όλων αυτών, μόνο η δική μας μητέρα δεν ανεχόταν ούτε το κεφάλι της να γείρει ποτέ,
ούτε να προσφύγει σ’ αυτήν, ούτε να πάρει μέρος σε γοητείες, αν και πολλές φορές την απειλούσαν εκείνοι που τα τελούσαν.
...
Θα προσθέσω όμως αυτό που δεν είναι σωστό να παραλείψω,
ότι δηλαδή κάθε φορά που τα παιδιά κοιμόντουσαν, δεν πήγαινε να ξαπλώσει αυτή,
αν φεύγοντας δεν σταύρωνε τα μέλη τους με το σημείο του σταυρού.
Και επίσης, όταν σηκωνόμασταν, αφού μας τσιμπούσε και μας ξυπνούσε,
μας προέτρεπε να προσευχηθούμε, ώστε όχι μόνο εκείνη,
αλλά και τα παιδιά της να ασκούνται στο να λατρεύουν τον Θεό.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία τόμος 1,279,283)
Αλλά, μητέρα μου σεβαστή και πολυπόθητη
γιατί τώρα απευθύνομαι σε σένα,
το γλυκό για μένα πράγμα και όνομα,
το ποθητό και αγαπημένο μου θέαμα,
τη μητέρα και παιδί, ή καλύτερα που με γέννησες δύο φορές,
τη διπλή μητέρα μου (αρχαία=μάλλον δε διτοτόκος μου διμήτηρ),
πού μας άφησες; πού πηγές; σε ποιο λιμάνι αγκυροβόλησες;
πού και σε ποιούς τόπους παραμένεις;...
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 1,299)