Καί όταν βέβαια ύπάρχει τάξη, άνάμικτη μέ φόβο Θεοϋ, όλη ή άδελφότητά μας φαίνεται σάν μιά θάλασσα γαληνεμένη, πού πηγαινο-έρχεται, αλλά σχηματίζοντας άπαλά κύματα, σάν νά κινείται από τό άγιο Πνεύμα.
Ενώ όταν υπεισέρχεται από απροσεξία αταξία, σάν νά φυσούν δυνατοί άνεμοι καί καταιγίδες, ταράζεται καί φουσκώνει, προκαλώντας μισητές καί αποκρουστικές καί υποβρύχιες τρικυμίες στο σκάφος τής ψυχής.
Μήπως δέν βλέπουμε κάτι τέτοιο, όταν από τις κραυγές καί τούς θορύβους, από τά γέλια καί τις βρισιές, από τις προσκρούσεις καί συμπιέσεις, από τά σπρωξίματα καί αντισπρωξίματα, καί ταραζόμαστε καί αλλοιωνόμαστε;
Καί γιά νά αναφέρω ένα πρόσφατο παράδειγμα, τί έγινε κατά την μετάδοση τής ευλογίας των αγιασμάτων καί την έξοδο από την τράπεζα;
Δέν κόντεψε νά ποδοπατηθεΐ τό παιδί καί παρά λίγο νά πεθάνει; Καί τότε οί τέσσερις υπεύθυνοι της τάξεως μαζί, μέ όλα τά χέρια τους καί μέ πολλή προσπάθεια καί αντίσταση δέν κατόρθωσαν μόλις καί μετά δυσκολίας νά συγκρατήσουν την άτακτη ροή σας, όπως συμβαίνει στούς κοσμικούς;
Μήπως τελείωσε τό αγίασμα; Μήπως δέν ήμουν εγώ ό ταλαίπωρος πού τό έδινα στον καθένα;
Μήπως επρόκειτο αυτός πού τό έπαιρνε πιο μπροστά νά ευλογηθεί περισσότερο καί νά αγιασθεί;
Καθόλου, αλλά αντίθετα, ενεργώντας έτσι, αφαίρεσε τον αγιασμό από τον εαυτό του, επειδή δέν τίμησε τη δωρεά.
Γιατί ήταν δώρο ειρήνης, καί ή ευλογία ευταξίας καί ό άγιασμός κατάσταση ειρηνοποιός.
Καί στην τράπεζα, μήπως δέν θά μπορούσαμε νά βγούμε όλοι, ή μήπως αυτός πού βγήκε πρώτος αγιάσθηκε μέ την ταχύτητα του;
Καθόλου, αντίθετα, αντί γιά ωφέλεια, αποκόμισε βλάβη από τούς άγανακτισμένους άδελφούς.
Αλλά όχι έτσι, τέκνα μου καί άδελφοί μου.
Σας ικετεύω καί σάς παρακαλώ, καταλάβετε ποιο είναι τό θέλημα τού Θεού, ότι δέν οφείλει νά είναι μόνο άγαθό, άλλά καί τέλειο καί ευάρεστο.
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 2,227)