ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 7.20-9 βράδυ
Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία η μεταβολή των τίμιων δώρων γίνεται δια της επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος: «Και ποίησον τον μεν άρτον τούτον τίμιον σώμα του Χρίστου σου κ.λπ.», μετά την εκφώνηση του ιερέα: «Τα σα εκ των σών...». Η στιγμή αυτή είναι η ιερότερη της θείας λειτουργίας, κατ’ αυτή δε γονατίζουν με ευλάβεια οι πιστοί. Αντίθετα κατά τη Δυτική Εκκλησία η μεταβολή γίνεται κατά την εκφώνηση των ιδρυτικών λόγων του μυστηρίου: «Λάβετε, φάγετε κ.λπ.».
Οτι πρόκειται κι εδώ περί καινοτομίας είναι φανερό. Σε όλες τις αρχαίες λειτουργίες υπάρχει η προς μεταβολήν επίκληση, πράγμα που τονίζει την πράξη της αρχαίας Εκκλησίας. Είναι δε ενδεικτικοί και οι λόγοι του Μεγάλου Βασιλείου: «Τα της επικλήσεως ρήματα επί τη αναδείξει του άρτου της ευχαριστίας και του ποτηριού της ευλογίας τις των Αγίων εγγράφως ημίν καταλέλοιπε;».
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 262)
Βεβαίως πρέπει, γιατί και αυτά είναι κανονικά μέλη της Εκκλησίας και έχουν ανάγκη, όπως και οι ενήλικες, της θείας ευχαριστίας για να έχουν μέσα τους ζωή, σύμφωνα με τους λόγους του Κυρίου: «Εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου, και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς».
Την πράξη αυτή της αρχαίας Εκκλησίας την αναγόμενη στους αποστολικούς χρόνους, όπως και ο νηπιοβαπτισμός, αθέτησαν η Ρωμαϊκή Εκκλησία και μαζί μ αυτήν και οι Προτεστάντες, απαγορεύοντες τη θεία μετάληψη στα βαπτισθέντα νήπια, με το αιτιολογικό ότι αυτά επειδή δεν έχουν, λόγω της ηλικίας τους, ανεπτυγμένη τη συνείδησή τους δεν μπορούν, κατά τους λόγους του Παύλου, να διακρίνουν το σώμα του Κυρίου από τον κοινό άρτο. Οι λόγοι όμως αυτοί του Παύλου, αναφερόμενοι προφανώς στους ενήλικες, δεν έχουν σχέση με τα άωρα νήπια, τα οποία ακριβώς επειδή στερούνται κρίσεως και λόγου, δεν μπορούν να κοινωνήσουν αναξίως, πράγμα που αποτελεί το κέντρο της σκέψεως του Αποστόλου.
Δεν βλέπουμε άλλωστε το λόγο γιατί η έλλειψη κρίσεως και λόγου να εμποδίζει τα νήπια να δέχονται τη θεία ευχαριστία (όπως και το χρίσμα) και να μην τα εμποδίζει να δέχονται τη χάρη του ιερού βαπτίσματος.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 261-262)
Ο όρος σημαίνει συνακολουθία. Προέρχεται από τη σχολαστική θεολογία (από το θωμά τον Ακινάτη) και σκοπό Έχει να θεμελιώσει θεολογικά την πράξη της Λατινικής Εκκλησίας ν’ αρνείται να μεταδώσει το αίμα του Κυρίου στους λαϊκούς.
Κατά τη θεωρία αυτή όπου υπάρχει σώμα, εκεί πρέπει να υπάρχει και το αίμα το εμπεριεχόμενο θ΄ αυτό. Το οποίο σώμα χωρίς το αίμα του είναι αδιανόητο. Συνεπώς στον άρτο της θείας ευχαριστίας είναι παρών ολόκληρος ο Χριστός με το σώμα και το αίμα του. Άρα κοινωνώντας κανείς του άρτου, κοινωνεί και του συνημμένου αίματος, άσχετα αν εσθίοντας την όστια δεν έχει την αίσθηση ότι κοινωνεί και του αίματος του Κυρίου!
Σ’ αυτό το συμπέρασμα καταλήγει κανείς, όταν προσπαθεί να συλλάβει και να εξηγήσει τις αλήθειες της πίστεως με βάση λογικά τεχνάσματα και ανθρώπινα φιλοσοφικά κατασκευάσματα. Άσχετα όμως με αυτό, να γνώριζε ο Θωμάς ο Ακινάτης περισσότερα από τον Κύριο, ο οποίος ιδρύοντας το θείο μυστήριο, καμιά δεν άφησε αμφιβολία περί της υπ΄ άμφότερα τα είδη (του άρτου και του οίνου) κοινωνίας αυτού υπό των πιστών; («Λάβετε φάγετε... πίετε εξ αυτού πάντες»).
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 260-261)
440. Τα υλικά αντικείμενα, στα οποία προσκολλάται η καρδιά μας, μας νεκρώνουν την ψυχή, γιατί την απομακρύνουν από τον Ζωοδότη Κύριο. Πλασθήκαμε για να ανήκουμε πάντοτε στον Θεό, την Πηγή της υλικής και πνευματικής ζωής. Γιατί, ποιος είναι ο δημιουργός όλων των όντων και όλων των κόσμων; Ο Κύριος και Θεός μας. Πρέπει λοιπόν να βλέπουμε όλα τα υλικά πράγματα ασήμαντα, μηδαμινά, πρόσκαιρα, φθαρτά και φευγαλέα, να στρέφουμε δε το ενδιαφέρον μας στο αόρατο και το αθάνατο: «Υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ, επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου» (τροπάριο σε Οσίους). Απόδειξέ το με τις πράξεις σου: νηστείες, ελεημοσύνες, φιλοξενία, ανάγνωσι του Λόγου του Θεού, προσευχή, μετάνοια, αυτομεμψία, επιδίωξι πάση δυνάμει της αγιότητος, της πραότητος, της ταπεινοφροσύνης, της υπομονής και της υπακοής.
441. Πώς κρατούμε συνάφεια με τον πνευματικό κόσμο, με τα μέλη της ουρανίου Εκκλησίας; Όταν τα επικαλούμαστε στις προσευχές μας, όταν εορτάζουμε τις μνήμες τους, όταν μετέχουμε στη θεία λατρεία. Γιατί η Εκκλησία είναι μία, υπό μία κεφαλή, τον Χριστό. Πώς κρατούμε λοιπόν συνάφεια και με όσους αδελφούς μας μετέστησαν στην άλλη ζωή; Όταν προσευχώμαστε γι’ αυτούς, ιδίως δε κατά την τέλεσι της Αναιμάκτου Θυσίας. Πώς κρατούμε συνάφεια με τους ζώντας χριστιανούς και με όλους τους ανθρώπους; Πάλι, με την προσευχή γι’ αυτούς, στον ναό ή στο σπίτι μας. Έτσι κρατούμε συνάφεια με όσους είναι στον ουρανό και στη γη. Μεγάλη είναι η πίστις των χριστιανών!
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 189-190)
438. Αν σου έρχεται αμφιβολία για το κατά πόσον είναι πράγματι αγιασμένη κάθε εικών της Θεοτόκου, μπροστά στην οποία προσεύχεσαι, διώξε ευθύς αυτή την αμφιβολία. Είναι αμφιβολία, που προέρχεται από τον Διάβολο, για να σου ψυχράνη την προσευχή. Η Δέσποινά μας, το Πρωτότυπο αυτής της εικόνος, έχει αγιασθή ήδη απόλυτα πριν από δεκαεννέα αιώνες, αφ΄ότου ήταν στα σπλάχνα της μητέρας της, της Αγίας Άννης, κατόπιν κατά τη γέννησί της, ύστερα με τα Εισόδιά της στον ναό των Ιεροσολύμων, τέλος δε με την ανείπωτο Σάρκωσι του υιού της και Θεού. Είναι πάντοτε αγία και, μάλιστα, αγία από κάθε άποψι, γι’ αυτό και λέγεται Παναγία. Βρίσκεται παντού και σε κάθε εικόνα της. Η εικών της είναι αγιασμένη από την ίδια. Ατένιζε λοιπόν την εικόνα της με απλότητας καρδιάς, με πίστι φωτεινή και ορθόδοξο. Λέγε στο πονηρό πνεύμα, που θέλει να σε κλονίση: «Όλη η γη είναι αγιασμένη. Η δύναμις του Κυρίου μου και της Πανάγνου Μητρός του, της βασιλίσσης του κόσμου, είναι παντού. Ατενίζω προς Αυτήν, την Πάναγνο Μητέρα του Εμμανουήλ, με τα πνευματικά μου μάτια. Δεν λατρεύω είδωλο. Η εικών είναι καμωμένη απλώς για να βοηθή την αδυναμία μου».
439. Οι θλίψεις είναι μεγάλο σχολείο. Μας διδάσκουν τη μηδαμινότητα και την αμαρτωλότητά μας. Μας εμπνέουν τη μετάνοια. Καθαρίζουν την ψυχή, την κάνουν να ανανήψη, τη χαριτώνουν. Μας αποσπούν από την αμαρτία και μας ενισχύουν στην πίστι, στην ελπίδα, στην αρετή.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 188-189)
«Ντυθείτε, λοιπόν, σαν εκλεκτοί του Θεού άγιοι και αγαπημένοι του, με αισθήματα ευσπλαχνίας» (Κολ. 3:12)
Μια μητέρα ρώτησε τη δωδεκάχρονη κορούλα της: «Μπορείς να μου πεις τι είναι συμπάθεια;». Κι εκείνη απάντησε: «Συμπάθεια είναι ο πόνος σου μέσα στη δική μου καρδιά».
Αλήθεια, μπορούμε να βρούμε καλύτερο ορισμό της συμπάθειας απ’ αυτόν; Ο δικός σου πόνος στη δική μου καρδιά. Έτσι, τον κάνω δικό μου τον πόνο σου, και τα λόγια που θα θελήσω να σου πω για να σε παρηγορήσω θα είναι λόγια σοφά, λόγια που θα βγαίνουν από την καρδιά μου, λόγια που θα μου δώσει το Άγιο Πνεύμα να σου πω. Αν τον πόνο σου τον βάλω μόνο στα χείλη μου, τότε θα σου πω λόγια που δε βγαίνουν από μια καρδιά που πονά, οπότε, αντί να σε παρηγορήσω, μπορεί και να σε πληγώσω.
«Να κλαίτε μ’ εκείνους που κλαίνε» μας λέει ο Λόγος του Θεού.
Ο ορισμός που έδωσε το κοριτσάκι αυτό για τη συμπάθεια είναι απόλυτα σύμφωνος με τα αισθήματα του αποστόλου Παύλου, που εκφράζεται ως εξής: «Ποιος έχει αδυναμίες και δεν υποφέρω; Ποιος σκανδαλίζεται και δεν καίγεται η δική μου καρδιά;» (Β’ Κορ. 11:29).
«Τα λόγια της γνώσης άκου τα με προσοχή» (Παροιμίες 23:12)
- Από τη στιγμή που θα ονομάσουμε ένα πράγμα «αναγκαίο κακό», θα αρχίσει να γίνεται όλο και λιγότερο κακό και όλο και περισσότερο αναγκαίο.
- Η αυτάρκεια κάνει πλούσιο το φτωχό, ενώ η απληστία κάνει τον πλούσιο φτωχό.
- Κανένας δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος, παρά μονάχα αν μάθει πώς να απολαμβάνει όσα έχει χωρίς να στεναχωριέται για όσα δεν έχει.
- Πρέπει πάντοτε να είμαστε ικανοποιημένοι μ’ αυτά που έχουμε, αλλά ποτέ μ’ αυτό που είμαστε.
- «Ξέρω να ζω και φτωχικά, ξέρω να ζω και με αφθονία. Έχω μάθει το μυστικό για κάθε ώρα και για κάθε κατάσταση: και χορτάτος να ζω και πεινασμένος. Και παραπανίσια να έχω και να στερούμαι. Σε όλες τις περιστάσεις βγαίνω νικητής χάρη στο Χριστό που με ενδυναμώνει» (Φιλιππησίους 4:12-13).
(Εκδόσεις "Ο Λόγος")
«Διότι ξέρω πια ότι δεν κατοικεί μέσα μου, δηλαδή στη φύση μου, κάτι καλό» (Ρωμ. 7:18)
Ένας πλανόδιος πωλητής πουλούσε κάποτε κορδόνια παπουτσιών. Ένας περαστικός τον λυπήθηκε, θέλησε να τον βοηθήσει, κι έριξε στο κύπελό του 20 δρχ. χωρίς να πάρει τα κορδόνια. Από εκείνη τη μέρα κι έπειτα, κάθε μέρα, περνώντας ο κύριος αυτός από το στέκι του πωλητή έριχνε 20 δρχ στο κύπελό του χωρίς να παίρνει κορδόνια. Κάποια μέρα, που πάλι είχε ρίξει 20 δρχ στο κύπελο κι έφευγε, αντιλήφθηκε το γέρο πωλητή να τρέχει από πίσω του. Τον σταμάτησε και του είπε: «Κύριε, δε μου αρέσει να παραπονιέμαι, αλλά ξέρετε ότι η τιμή των κορδονιών αυξήθηκε στις 25 δραχμές;»!!.
Είναι πολύ άσχημο πράγμα η ελεημοσύνη να παρανοηθεί και να μετατραπεί σε απαίτηση. Αλλά ακόμα χειρότερο, τρομερό θα πρέπει να πούμε, είναι να νομίζουμε ότι ο Θεός μας χρωστά κάτι.
«Είμαι ένα τίποτε» φωνάζει ο απόστολος Παύλος, κι αυτό πρέπει να το καταλάβουμε κι εμείς. Όλα όσα μας δίνει ο Θεός είναι χάρισμα σε ανάξια όντα. Είναι έλεος και ευσπλαχνία. Μελέτησε την Καινή Διαθήκη και θα δεις ότι έτσι είναι.
Αποστάγματα σοφίας
- Μην περιμένεις την τελευταία στιγμή πριν από το θάνατό σου για να καταλάβεις τη ματαιότητα του πρόσκαιρου αυτού κόσμου. Σκέψου την τώρα, ώστε να προσκολληθείς στα αιώνια πράγματα που πραγματικά αξίζουν.
- Συχνά η εξουσία, η κάθε είδους εξουσία, αποδεικνύεται πολύ βαριά για την ηθική αντοχή πολλών ανθρώπων.
- Όταν παίρνεις γεμίζει το χέρι σου. Όταν δίνεις γεμίζει η καρδιά σου. Όπως είπε ο Χριστός: «Μεγαλύτερη ικανοποίηση προξενεί το να δίνει κανείς, παρά το να παίρνει» (Πράξεις 20:35).
- Αν φοβάσαι το Θεό δε φοβάσαι τίποτ’ άλλο. Κι αντίστροφα, αν δε φοβάσαι το Θεό, τότε φοβάσαι τα πάντα.
- «Ζητήστε τον Κύριο, τώρα που μπορεί να βρεθεί. Τώρα που βρίσκεται κοντά, φωνάξτε τον να σας βοηθήσει» (Ησαΐας 55:6).
- Ζητάτε και θα σας δοθεί. Γυρεύετε και θα βρείτε. Χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί (Ματθαίος 7:7).
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 13
Στίχ. 22-30. Πόσοι θα σωθούν. Η στενή πύλη.
13.24 ᾽Αγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ τῆς στενῆς πύλης(1), ὅτι πολλοί,
λέγω ὑμῖν, ζητήσουσιν(2) εἰσελθεῖν καὶ οὐκ ἰσχύσουσιν.
24 «Εσείς αγωνιστείτε να μπείτε από τη στενή πύλη, γιατί σας βεβαιώνω
πως πολλοί θα θελήσουν να μπουν και δε θα μπορέσουν.
(1) Αυθεντική γραφή: θύρας. Στο Ματθ. ζ 13 γράφει «εισέλθετε δια της στενής πύλης».
Τα συμφραζόμενα όμως είναι τελείως διαφορετικά. Διότι εκεί πρόκειται για πύλη,
από την οποία βγαίνει κάποιος για να οδεύσει τον στενό δρόμο, ενώ εδώ πρόκειται
για πόρτα που εισάγει κατ’ ευθείαν μέσα στο σπίτι, αλλά η οποία είναι τόσο στενή,
ώστε μόνο αυτοί που ασκούν βία να μπορούν να περάσουν από αυτήν (p).
H μεσσιακή βασιλεία συγκρίνεται με σπίτι, όπου πολλοί επιθυμούν να μπουν,
για να παραστούν στην εκεί διεξαγόμενη γιορτή. Αλλά μόνο εκείνοι που καταβάλλουν
προσπάθειες και χρησιμοποιούν όλη τη δραστηριότητά τους, κατορθώνουν να μπουν (g).
Η επιστροφή και η αναγέννηση είναι η πύλη μέσω της οποίας κάποιος μπαίνει.
Απαιτείται καρδιά καινούργια και πνεύμα καινούργιο για να μπει κάποιος.
Πρέπει τα αρχαία να περάσουν και να γίνουν όλα καινούργια. Οι κλίσεις της ψυχής
πρέπει να μεταβληθούν και οι διεφθαρμένες συνήθειες και τα πάθη να εξαλειφθούν.
Πρέπει να βαδίσουμε εναντίον του ρεύματος, το οποίο μας ωθεί μακριά από την πύλη.
Πρέπει να αγωνιστούμε εναντίον της αντίστασης, η οποία προβάλλεται σε μας από έξω
και από μέσα. Είναι βεβαίως πολύ δυσκολότερο να αντιταχθεί κάποιος εναντίον
του εαυτού του από όσο είναι δύσκολο να παλέψει εναντίον του κόσμου.
Και οι δύο όμως αυτοί εχθροί πρέπει να κατανικηθούν. Για αυτό χρειάζεται αγώνας.
Να αγωνίζεστε, λέει ο Κύριος, όπως αγωνίζονται αυτοί που τρέχουν στα επίγεια στάδια,
για να λάβουν το βραβείο.
(2) Αξιοσημείωτη η αλλαγή του ρήματος. Αντί για το αγωνίζεσθε, βάζει τώρα το «θα ζητήσουν».
Το απλό «ζητώ» είναι τελείως διαφορετικό από το αγωνίζομαι (p).
Δείχνει απλή επιθυμία, την οποία γενικά έχει ο καθένας, για να μπει στη βασιλεία των ουρανών,
όχι όμως και θέληση με απόφαση ισχυρή, για να επιδοθεί στην δραστήρια εργασία
για επίτευξη αυτής (g). Ζητούν χωρίς να αγωνίζονται και να προσπαθούν.
Αυτοί που αγωνίζονται και προσπαθούν επιτυγχάνουν (p). Επιθυμούν την μακαριότητα
και εκτιμούν την αγιότητα και κάνουν κάποια βήματα για απόκτησή τους,
αλλά οι πεποιθήσεις τους είναι ασθενείς και μετά τις πρώτες προσπάθειες αποκάμνουν
και ψυχραίνονται.
"Ο Γερμανός άφησε την κοπέλα μπροστά στον ιερέα με τα υψωμένα χέρια"
Κάποια μέρα, στον καιρό της Κατοχής, ο Γέρων Πορφύριος περπατούσε
προς την περιοχή του Λυκαβηττού. Εκεί που βάδιζε, αντικρίζει ένα δυσάρεστο θέαμα.
Ένας Γερμανός στρατιώτης σκοπός είχε στριμώξει κοντά στο υπόστεγο ενός σπιτιού
μία κοπέλα και ήθελε να την ατιμάσει. Εκείνη έμοιαζε με όρνιθα,
που είχε πέσει στα χέρια γερακιού. Στο πρόσωπό της και στις κινήσεις της
ήταν ζωγραφισμένη η οδύνη. Άφηνε να βγαίνουν από το στόμα της κάποιες αδύναμες
φωνές αγωνίας και πόνου. Ο Γερμανός προσπαθούσε με διάφορα γλυκόλογα
να την ηρεμήσει. Στο μεταξύ η γειτονιά πήρε είδηση το γεγονός και όλοι
από τα παράθυρα και από τις πόρτες κοιτούσαν τι θα απογίνει.
Έβλεπαν στο μεταξύ και έναν ιερέα να βαδίζει προς τα εκεί.
Ο πατήρ Πορφύριος μόλις βρέθηκε απέναντι στη συγκλονιστική αυτή σκηνή,
δοκίμασε μεγάλο ψυχικό πόνο. Έπρεπε να βρεθεί τρόπος να σώσει την κόρη.
Αψηφώντας τον κίνδυνο που διέτρεχε από το σκληρό Γερμανό,
κατευθύνει τα βήματά του κοντά του. Μέσα του προσευχόταν έντονα να εκδηλωθεί
η θεϊκή δύναμη. Μόλις πλησίασε αρκετά κοντά, σήκωσε τα χέρια ψηλά
και έμοιαζε ή σαν να εκλιπαρούσε το Γερμανό ή σαν να αναζητούσε το Θεό
να δείξει το έλεος του. Και το θέαμα ενός ιερέα με τα χέρια υψωμένα,
η φωτεινή μορφή του προσώπου του και πιο πολύ η θεϊκή δύναμη,
που έκρυβε μέσα του αυτός ο ιερέας, έκαναν το θαύμα τους.
Ο Γερμανός μαλάκωσε. Παραιτήθηκε από το σκοπό του και άφησε ελεύθερη την κοπέλα.
Καθώς ο πατήρ Πορφύριος συνέχισε το δρόμο του, οι άνθρωποι,
που από τα σπίτια τους παρακολουθούσαν τα συμβάντα, έδειχναν πως ήθελαν
να επευφημήσουν. Και το έκαναν όσο μπορούσαν και όσο επέτρεπε η δύσκολη εκείνη εποχή.
[Ί 84π.]
("Ανθολόγιο Συμβουλών", Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 224-225)
Θάνατος παιδιών
-Μια μάνα, Γέροντα, που το παιδί της πέθανε πριν από εννέα χρόνια,
σάς παρακαλεί να κάνετε προσευχή να το δη έστω στον ύπνο της, για να παρηγορηθή.
-Πόσων χρονών ήταν το παιδί; ήταν μικρό; Είναι σημαντικό αυτό.
Αμα το παιδί ήταν μικρό και η μητέρα είναι σε κατάσταση πού,
αν της παρουσιασθή, δεν θα αναστατωθή, θα παρουσιασθή.
Αιτία είναι η μητέρα που δεν παρουσιάζεται το παιδί.
-Μπορεί, Γέροντα, αντί να παρουσιασθή το παιδί στην μητέρα που το ζητάει,
να παρουσιασθή σε κάποιον άλλον;
-Πώς δεν μπορεί! Κανονίζει ανάλογα ο Θεός. Όταν ακούω για τον θάνατο κάποιου νέου,
λυπάμαι, αλλά λυπάμαι ανθρωπίνως. Γιατί, αν εξετάσουμε τα πράγματα πιο βαθιά,
θα δούμε ότι, όσο μεγαλώνει κανείς, και περισσότερο αγώνα πρέπει να κάνη,
αλλά και περισσότερες αμαρτίες προσθέτει. Ιδίως όταν είναι κοσμικός,
όσο περνούν τα χρόνια, αντί να βελτιώση την πνευματική του κατάσταση,
την χειροτερεύει με τις μέριμνες, με τις αδικίες κ.λπ.
Γι’ αυτό είναι πιο κερδισμένος, όταν τον παίρνη ο Θεός νέο.
-Γέροντα, γιατί ο Θεός επιτρέπει να πεθαίνουν τόσοι νέοι άνθρωποι;
-Κανείς δεν έχει κάνει συμφωνία με τον Θεό πότε θα πεθάνη.
Ο Θεός τον κάθε άνθρωπο τον παίρνει στην καλύτερη στιγμή της ζωής του,
με έναν ειδικό τρόπο, για να σώση την ψυχή του. Εάν δη ότι κάποιος θα γίνη καλύτερος,
τον αφήνει να ζήση. Εάν δη όμως ότι θα γίνη χειρότερος, τον παίρνει, για να τον σώση.
Μερικούς πάλι που έχουν αμαρτωλή ζωή, αλλά έχουν την διάθεση να κάνουν το καλό,
τους παίρνει κοντά Του, πριν προλάβουν να το κάνουν, επειδή ξέρει ότι θα έκαναν το καλό,
μόλις τους δινόταν η ευκαιρία. Είναι δηλαδή σαν να τους λέη: «Μήν κουράζεσθε•
αρκεί η καλή διάθεση που έχετε». Αλλον, επειδή είναι πολύ καλός, τον διαλέγει
και τον παίρνει κοντά Του, γιατί ο Παράδεισος χρειάζεται μπουμπούκια.
Φυσικά οι γονείς και οι συγγενείς είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβουν αυτό.
Βλέπεις, πεθαίνει ένα παιδάκι, το παίρνει αγγελούδι ο Χριστός,
και κλαίνε και οδύρονται οι γονείς, ενώ έπρεπε να χαίρωνται,
γιατί που ξέρουν τί θα γινόταν, αν μεγάλωνε; Θα μπορούσε άραγε να σωθή;
Όταν το 1924 φεύγαμε από την Μικρά Ασία με το καράβι, για να έρθουμε στην Ελλάδα,
εγώ ήμουν βρέφος. Το καράβι ήταν γεμάτο πρόσφυγες καί, όπως με είχε η μητέρα μου
μέσα στις φασκιές, ένας ναύτης πάτησε επάνω μου. Η μάνα μου νόμισε ότι πέθανα
και άρχισε να κλαίη. Μια συγχωριανή μας άνοιξε τις φασκιές και διαπίστωσε
ότι δεν είχα πάθει τίποτε. Αν πέθαινα τότε, σίγουρα θα πήγαινα στον Παράδεισο.
Τώρα που είμαι τόσων χρονών και έχω κάνει τόση άσκηση, δεν είμαι σίγουρος
αν πάω στον Παράδεισο.
Αλλά και τους γονείς βοηθάει ο θάνατος των παιδιών. Πρέπει να ξέρουν ότι
από εκείνη την στιγμή έχουν έναν πρεσβευτή στον Παράδεισο.
Όταν πεθάνουν, θα ’ρθούν τα παιδιά τους με εξαπτέρυγα στην πόρτα του Παραδείσου
να υποδεχθούν την ψυχή τους. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό!
Στα παιδάκια πάλι που ταλαιπωρήθηκαν εδώ από αρρώστιες ή από κάποια αναπηρία
ο Χριστός θα πή: «Ελάτε στον Παράδεισο και διαλέξτε το καλύτερο μέρος».
Και τότε εκείνα θα Του πουν: «Ωραία είναι εδώ, Χριστέ μας, αλλά θέλουμε
και την μανούλα μας κοντά μας». Και ο Χριστός θα τα ακούση και θα σώση
με κάποιον τρόπο και την μητέρα.
Βέβαια δεν πρέπει να φθάνουν οι μητέρες και στο άλλο άκρο.
Μερικές μανάδες πιστεύουν ότι το παιδί τους που πέθανε αγίασε και πέφτουν σε πλάνη.
Μια μητέρα ήθελε να μου δώση κάτι από τον γιό της που είχε πεθάνει, για ευλογία,
γιατί πίστευε ότι αγίασε. «Έχει ευλογία, με ρώτησε, να δίνω από τα πράγματά του;».
«Όχι, της είπα, καλύτερα να μη δίνης». Μια άλλη είχε κολλήσει την Μεγάλη Πέμπτη
το βράδυ στον Εσταυρωμένο την φωτογραφία του παιδιού της που το είχαν σκοτώσει
οι Γερμανοί και έλεγε: «Και το παιδί μου σαν τον Χριστό έπαθε».
Οι γυναίκες που κάθονταν και ξενυχτούσαν στον Εσταυρωμένο την άφησαν,
για να μην την πληγώσουν. Τί να έλεγαν; Πληγωμένη ήταν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης
ο Θεολόγος", σελ. 265-267)