ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Τα πουλιά και οι λύκοι
Στα μέσα του περασμένου αιώνος ασκήτευε στο δάσος της ρωσικής περιοχής Όπτινα μια ευλογημένη μορφή. Λεγόταν π. Ελισσαίος. Χαρακτηριζόταν για την πραότητα, την απλότητα, την αθωότητα και την βαθειά ταπείνωσι.
Από την πολλή του ταπείνωσι δεν θέλησε να γίνη μοναχός και έτσι έμεινε για πενήντα δύο ολόκληρα χρόνια δόκιμος! Οι μοναχοί του μοναστικού κέντρου της Όπτινα τον τιμούσαν υπερβολικά και τον αποκαλούσαν «πάτερ», ενώ δεν είχε καρή μοναχός.
Απομονωμένος στο ήσυχο δάσος, με το διακόνημα του δασοφύλακος, και βυθισμένος στην προσευχή, εξαϋλώθηκε. Τόση παιδική και αγγελική χάρι είχε πάνω του, που τα ζώα του δάσους τον αγαπούσαν. Τον χειμώνα όταν χιόνιζε, έβγαινε έξω από το κελλί του, έριχνε στο κεφάλι, στους ώμους, στα γένεια και στα χέρια του καναβούρι και έδινε το σύνθημα:
-Πτίτσκι, πτίτσκι, πτίτσκι! ( Πουλάκια, πουλάκια,πουλάκια!)
Και αμέσως ακούγονταν αναρίθμητα φτερουγίσματα και σφυρίγματα χαράς. Το κεφάλι του, το πρόσωπό του, τα χέρια του γέμιζαν πουλιά. Ο χαριτωμένος ερημίτης, οι φτερωτοί φίλοι του που τσιμπούσαν με λαιμαργία τους σπόρους, το χιόνι που εξακολουθούσε να πέφτη, τα λευκοντυμένα δέντρα… αποτελούσαν μια εξωτική σκηνή! Πολλοί αδελφοί της Όπτινα, που έτυχε ν’απολαύσουν αυτό το θέαμα, νόμιζαν πως αντίκρυζαν θεϊκή οπτασία.
Κάποια φορά, προχωρώντας ο π. Ελισσαίος στο δάσος, βρέθηκε αντιμέτωπος με λύκους! Τον προσπέρασαν σαν γνώριμο φίλο τους, χωρίς να τον ενοχλήσουν καθόλου! Στον ταπεινό ειρηνικό ερημίτη, έμψυχα και άψυχα, ήμερα και άγρια, όλα του φέρονταν ειρηνικά. Γράφει σχετικά ο αββάς Ισαάκ: « Ειρήνευσον εν σεαυτώ και ειρηνεύσει σοι ο ουρανός και η γη».
( Στάρετς Αμβρόσιος)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.267-268)
Η μακροθυμία του οσίου
Την περίοδο που ο όσιος Δωρόθεος διακονούσε στο νοσοκομείο της μονής του αββά Σερίδου στη Γάζα, κάποιος αδελφός τον έβρισε χωρίς καμμιά αφορμή. Ο όσιος δεν παραπονέθηκε καθόλου. Δεν του είπε ούτε μια λέξη!
Ο ηγούμενος Σέριδος πληροφορήθηκε για τη συμπεριφορά του αδελφού και θέλησε να τον τιμωρήση. Τότε ο ανεξίκακος όσιος Δωρόθεος έπεσε στα πόδια του λέγοντας:
-Μη, γέροντα μου… Μη, για την αγάπη του Χριστού… Εγώ έσφαλα. Δεν φταίει ο αδελφός!
Άλλοτε, μερικοί αδελφοί έρχονταν κάθε μέρα και τίναζαν τις γεμάτες κοριούς ψάθες τους μπροστά στο κελλί του οσίου Δωροθέου. Από την ανυπόφορη ζέστη οι κοριοί ήταν αναρίθμητοι και δεν προλάβαινε να τους σκοτώνη. Πήγαινε το βράδυ, κατάκοπος από το διακόνημα του νοσοκόμου, να κοιμηθή, και μαζεύονταν όλοι πάνω του. Από την πολλή κόπωση τον έπαιρνε ο ύπνος και ξυπνούσε με το σώμα καταφαγωμένο. Ποτέ όμως δεν είπε σε κανένα από τους αδελφούς: « Μην κάνης έτσι», ή « Σταμάτα να μ’ ενοχλής», ή « Γιατί το κάνεις αυτό;».
Ποτέ δεν παραπονέθηκε σε κανένα! Ούτε είπε κάτι που θα υποτιμούσε ή θα πλήγωνε κάποιον!
(Αββάς Δωρόθεος)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.85-86)
108. Ποιός είναι ο ανώτατος φορέας της εκκλησιαστικής εξουσίας;
Φυσικά ο επίσκοπος, δυνάμει του αξιώματος της αρχιεροσύνης του. Στη βάση αυτοί όλοι οι επίσκοποι είναι ίσοι μεταξύ τους. Την ισότητα αυτή δεν παραβλάπτουν εκκλησιαστικές διακρίσεις που απονέμονται σε επισκόπους διοικητικών περιφερειών, τους μητροπολίτες, η επίσημων πρωτευουσών πόλεων, τους Πατριάρχες, τέσσερις μετά το σχίσμα: Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων. Οι Πατριάρχες διαφέρουν από τους μητροπολίτες και αυτοί από τους επισκόπους μόνο κατά την καθέδρα και αλλά διοικητικά προνόμια (με αυτά ασχολείται το κανονικό δίκαιο). Ως γνωστό, σε κάθε αυτοκέφαλη Εκκλησία διοικητική αρχή είναι το συνοδικό σύστημα.
Η ανώτατη αρχή των τοπικών Εκκλησιών είναι η σύνοδος των επισκόπων, όλων δε των ορθόδοξων Εκκλησιών το σύνολο των επισκόπων, συνερχομένων σε σύνοδο Οικουμενική. Σ’ αυτή εκφράζεται το αλάθητο της Εκκλησίας, που αυτή έχει από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μένει σ’ αυτή, τη φωτίζει και την οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν» (’Ιωαν. 16,13). Οι δογματικές αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων ως εν Αγίω Πνεύματι ειλημμένες είναι αλάθητες, αιώνιες και ακατάλυτες, δεσμεύουσες την πίστη της Εκκλησίας. Οτι δε είναι αποφάσεις λαμβανόμενες με το φωτισμό και την επιστασία του Αγίου Πνεύματος, φανερώνει ο τρόπος με τον οποίο οι συνοδικοί επίσκοποι υπογράφουν τα θεσπίσματα των οικουμενικών συνόδων: «Έδοξε τω αγίω Πνεύματι» και «ταύτα ορίσας υπέγραψα». Παρόλο όμως ότι οι επίσκοποι στην οικουμενική σύνοδο αποφαίνονται jure divino (θείω δικαίω) και όχι ως απλοί εντολοδόχοι των πιστών, εντούτοις η αποδοχή των αποφάσεων τους από το πλήρωμα της Εκκλησίας αποτελεί το εξωτερικό κριτήριο ότι δογματίζοντες χειραγωγούνταν από το Άγιο Πνεύμα και ερμήνευαν ορθώς την πίστη της Εκκλησίας.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στις οικουμενικές συνόδους δεν είναι φανέρωση νέων δογμάτων, γιατί η θεία αποκάλυψη έκλεισε οριστικά στο πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Λόγου του Θεού, αλλ΄ απλή επιστασία, δηλαδή προφύλαξη των συνοδικών από κάθε πλάνη, και χειραγωγία στην αλάθητη διατύπωση των δογμάτων της πίστεως. Αυτό διαπιστώνεται και από το γεγονός ότι οι επίσκοποι στη σύνοδο δεν αναμένουν μηχανικά την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, αλλά συζητούν ελεύθερα τα ζητήματα και εργάζονται με όσες δυνάμεις ο καθένας διαθέτει, το δε επιστατούν Πνεύμα, χωρίς να καταργεί την ανθρώπινη προσπάθειά τους, την ενισχύει και την καθοδηγεί στη διατύπωση της θείας αλήθειας.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 152-154)
107. Πόσοι είναι οι βαθμοί της ιερωσύνης;
Είναι τρεις, ο του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου, όλοι μαρτυρούμενοι στην Αγία Γραφή. Και ο μεν επίσκοπος είναι το κέντρο της πνευματικής εξουσίας και η ορατή κεφαλή της κατά τόπους Εκκλησίας. Χωρίς αυτόν δεν μπορεί να νοηθεί η Εκκλησία. Στο αξίωμά του καθίσταται δια χειροτονίας από άλλους επισκόπους, αυτός δε πάλι δια χειροτονίας καθιστά στον οικείο βαθμό τους διακόνους και τους πρεσβυτέρους. Οι διάκονοι είναι απλοί βοηθοί των επισκόπων και των πρεσβυτέρων, χωρίς ευρύτερη μυστηριακή δικαιοδοσία. Οι δε πρεσβύτεροι τελούν ό,τι και ο επίσκοπος εκτός από τη μετάδοση της ιερωσύνης και τον καθαγιασμό του άγιου μύρου, η τέλεση των οποίων ανήκει μόνο στον επίσκοπο. Καλούνται δε και ιερείς, επειδή προσφέρουν τη θυσία της θείας Ευχαριστίας.
Αληθεύει βέβαια ότι στην Κ. Διαθήκη οι όροι επίσκοπος και πρεσβύτερος ήταν κατ’ άρχάς ισοδύναμοι και εναλλάσσονταν. Έτσι οι πρεσβύτεροι στην Έφεσο και τους Φιλίππους ονομάζονταν και επίσκοποι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ταύτιση των δυο ιερατικών βαθμών. Παρά την εναλλαγή των ονομάτων, άλλοι ήταν οι πρεσβύτεροι και άλλοι οι επίσκοποι. Πρώτοι επίσκοποι της Εκκλησίας ήταν οι Απόστολοι, οι μαθητές του Χριστοί, οι οποίοι χειροτονούσαν τους ιδίως επισκόπους ως διαδόχους των στο έργο της εκκλησιαστικής διακονίας. Ως τέτοιοι επίσκοποι μνημονεύονται ο Τιμόθεος στην Έφεσο και ο Τίτος στην Κρήτη, όπως επίσκοποι ήταν και οι επτά άγγελοι των Εκκλησιών της Αποκαλύψεως.
Το τρισσόν της εκκλησιαστικής ιεραρχίας μαρτυρείται περιφανώς από τη χορεία των ιερών Πατέρων της Εκκλησίας. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του άγιου Ιγνατίου Αντιόχειας: «Ομοίως πάντες εντρεπέσθωσαν τους διακόνους ως εντολήν Ιησού Χριστού και τον επίσκοπον ως Ιησούν Χριστόν τους δε πρεσβυτέρους ως συνέδριον Θεού και ως σύνδεσμον των Αποστολων».
Διατυπώθηκε βέβαια και η ιδέα (Ιερώνυμος) ότι στην αρχή την Εκκλησία κυβερνούσαν οι πρεσβύτεροι και ότι προς αποφυγή ερίδων εξέλεξαν ένα εξ αυτών για να τους κυβερνά, τον οποίον ονόμασαν επίσκοπο. Στην άποψη αυτή στηρίζουν ορισμένοι εκ των Διαμαρτυρομένων τη γένεση του επισκοπικού αξιώματος. Αυτό όμως δεν είναι σωστό, γιατί, κι αν αλήθευε η γνώμη αυτή, δεν εξηγείται πώς σε όλα τα μέρη και κατά τον ίδιο τρόπο κανονίσθηκε το πράγμα. Ούτε πάλι είναι σωστή η άλλη προτεσταντική θεωρία κατά την οποία πρώϊμα ορισμένοι φίλαρχοι πρεσβύτεροι σφετερίσθηκαν το επισκοπικό αξίωμα, δηλαδή ανακηρύχθηκαν οι ίδιοι επίσκοποι. Ένα τέτοιο «πραξικόπημα» θα δημιουργούσε οπωσδήποτε αντιδράσεις, οι οποίες όμως δεν μαρτυρούνται πουθενά, ούτε το φαινόμενο της υφαρπαγής μαρτυρείται από την ιστορία της αρχαίας Εκκλησίας. Τουναντίον οι επισκοπικοί κατάλογοι των ορθόδοξων Εκκλησιών ανέρχονται αδιάκοπα μέχρι των Αποστόλων.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 151-152)
«Ο λίθος έγινε… λίθος στον οποίο σκοντάφτουν οι άπιστοι και πέτρα εξαιτίας της οποίας σκανδαλίζονται» (Α’ Πετ. 2:7-8)
Ο Θωμάς Πέιν, ένας πρόσφυγας που ήρθε στην Αμερική το 1787, απέκτησε φήμη γράφοντας κάποια εμπνευσμένα φυλλάδια περί «ελευθερίας». Λίγο μετά διέπραξε ένα θανάσιμο λάθος. Άρχισε να γράφει το αριστούργημά του, όπως το ονόμασε, «Ο αιώνας της Αιτιοκρατίας», με το οποίο χλεύαζε τη χριστιανική αλήθεια. «Το βιβλίο αυτό θα θανατώσει την Αγ. Γραφή», είπε. «Μέσα σε 100 χρόνια οι Γραφές θα βρίσκονται μόνο σε Μουσεία ή σε σκονισμένα ράφια παλαιοπωλείων». Το βιβλίο του αυτό εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1794, αλλά έφερε τόση μιζέρια και μοναξιά στη ζωή του, που κάποτε είπε: «Θα έδινα κόσμους ολόκληρους για να μην είχα γράψει το βιβλίο μου αυτό». Ο Πέιν κατέληξε να ζει σε μια αναπηρική καρέκλα μέχρι το τέλος της ζωής του, χωρίς φίλους, βυθισμένος στη μοναξιά, αλλ’ η Αγ. Γραφή εξακολουθεί να κρατάει τα σκήπτρα της κυκλοφορίας.
«Είναι μάταιο να κλωτσάει κανείς σε καρφιά», είπε ο Κύριος στο Σαούλ, το διώχτη Του. Όταν κάποιος αντιτίθεται στο Θεό είναι σαν να κλωτσάει καρφιά. Θα ματώσει, θα αιμορραγεί, θα πεθάνει, θα αφανιστεί αιώνια. Ο Παύλος σταμάτησε να κλωτσάει, δέχτηκε την κλήση του Θεού και σώθηκε. Μήπως εσύ, αγαπητέ μας φίλε, συνεχίζεις;
«Του λέει ο Ιησούς: Εγώ είμαι ο Δρόμος και η Αλήθεια και η Ζωή. Κανένας δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μονάχα περνώντας από μένα» (Ιωάννης 14:6)
Γύρω στις δύο μετά τα μεσάνυχτα χτύπησε το τηλέφωνο. Είχε χτυπήσει ο συναγερμός του γραφείου μας δείχνοντας ότι είχε παραβιαστεί η κεντρική είσοδος. Ντύθηκα βιαστικά και ξεκίνησα. Οδηγούσα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Λίγο πριν φτάσω βρήκα το δρόμο μπλοκαρισμένο με πυροσβεστικά που προσπαθούσαν να σβήσουν μια πυρκαγιά σ’ ένα σπίτι. Ήταν αδύνατο να περάσω. Οι πυροσβέστες μου υπέδειξαν να πάρω άλλο δρόμο, που δεν τον ήξερα. Χάθηκα, λοιπόν, μέσα στην άγρια νύχτα, άλλαξα πολλούς δρόμους και τελικά μπήκα σ’ έναν πιο κεντρικό δρόμο που δεν είχε τελειωμό. Σταμάτησα σε μια άκρη, όπου υπήρχε μια επιγραφή μιας πόλης, και τηλεφώνησα στην τροχαία να ρωτήσω πώς θα βρω το δρόμο μου. Τους είπα το όνομα της πόλης και πού ήθελα να πάω. Μου είπαν πως είχα πάρει αντίθετη κατεύθυνση και είχα απομακρυνθεί πάνω από μία ώρα. Έπρεπε να γυρίσω πίσω. Τελικά κατά τα ξημερώματα έφτασα στα γραφεία της AMG!
Αυτό συμβαίνει και με τον άνθρωπο που θέλει να βρει στη σωτηρία του παίρνοντας δρόμους άλλους εκτός από το Χριστό. Αυτός είναι ο μόνος Δρόμος προς τη σωτηρία. Όσοι Τον δεχτήκαμε βρήκαμε το Δρόμο μας. Εσύ;
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
293. «Οὗ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη’ 20). Γιατί υπόσχεται ο Χριστός την παρουσία του κατ’ εξοχήν στους δύο ή στους τρείς; Γιατί εκεί όπου είναι δύο ή τρεις συνηγμένοι στο όνομα του Χριστού, υπάρχει η Εκκλησία, η ένωσις πίστεως και αγάπης. Εκεί υπάρχει η αμοιβαία αγάπη. «Εν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ιω. ιγ’ 35).
294. Να πιστεύης ακράδαντα ότι, όπως είναι εύκολο για σένα να αναπνεής τον αέρα και έτσι να ζης, άλλο τόσο και ακόμη πιο πολύ είναι εύκολο για την πίστι σου να λαμβάνη όλες τις πνευματικές δωρεές του Κυρίου. Η προσευχή είναι η αναπνοή της ψυχής. Η προσευχή είναι η πνευματική μας βρώσις και πόσις.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 127)
289. Όλα τα πιθανά αμαρτήματα και πάθη είναι έτοιμα να εισβάλουν στην ψυχή σου και κάθε στιγμή προσπαθούν να το επιτύχουν. Να αγωνίζεσαι εναντίον τους γενναία, πάνοπλος, έως την τελευταία σου πνοή. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά ψευδαισθήσεις, που επινοεί το πονηρό πνεύμα.
290. Να είσαι τόσο βέβαιος για το ότι ο Θεός είναι πολύ κοντά σου, ώστε, όταν προσεύχεσαι, να αισθάνεσαι ότι τον εγγίζεις όχι μόνο με την καρδιά σου, αλλά και με το στόμα σου: «ἐγγύς σου τὸ ρῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου» (Ρωμ. ι’ 8), δηλαδή ο Θεός.
291. Να μη συγχέης τον άνθρωπο –εικόνα του Θεού- με τις αμαρτίες στις οποίες έπεσε. Η αμαρτία είναι ένα επεισόδιο. Η πραγματική φύσις του ανθρώπου –η εικόνα του Θεού- πάντοτε παραμένει.
292. Το Άγιο Πνεύμα, σαν τον αέρα, φθάνει παντού και διεισδύει παντού. Γι’ αυτό λέμε στην προσευχή μας προς Αυτό: «Ο πανταχοῦ παρών καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Όσοι προσεύχονται θερμά, ελκύουν το Άγιο Πνεύμα πάνω τους και προσεύχονται μέσα στο Άγιο Πνεύμα.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 126-127)
"Να ζυγίζουμε καλά το καλό που θα κάνουμε"
Έλεγε ο π. Πορφύριος ότι πολλοί άνθρωποι, πολλές φορές,
θέλουν να κάνουν το καλό, αλλά από την ενέργειά τους
αντί να γίνει καλό, βγαίνει κακό.
Πρέπει, έλεγε, να ζυγίζουμε τα πράγματα και μία και δύο και δέκα φορές
και να βεβαιωνόμαστε ότι η πράξη κι η ενέργειά μας
δεν πρόκειται να φέρει αντίθετα αποτελέσματα.
Κι αν αμφιβάλλουμε ότι η ενέργειά μας δεν θα φέρει το καλό,
θα πρέπει να συμβουλευθούμε ανθρώπους έμπειρους επί του θέματος
κι ακόμη να πάρουμε και την ευλογία του πνευματικού μας,
όπως κάνουν και οι μοναχοί στα Μοναστήρια, γιατί, έλεγε,
κι εμείς στον κόσμο ζούμε κι ενεργούμε σαν σε Μοναστήρι με γεροντάδες και πνευματικούς.
Αυτή είναι η σειρά της Εκκλησίας κι η Ορθοδοξία.
[Πορ. 37]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 162)
Ο αγιασμός της εργασίας
Ο καθένας πρέπει με την προσευχή του, με την ζωή του,
να αγιάζει την εργασία του και να αγιάζεται.
Αλλά, αν είναι αφεντικό και έχει ευθύνη, να βοηθάει πνευματικά και τους υπαλλήλους του.
Αν έχει καλή εσωτερική κατάσταση, αγιάζει και την δουλειά του.
Όταν λ.χ. πηγαίνουν νέοι σε έναν τεχνίτη να τους μάθει την δουλειά, παράλληλα
πρέπει να βοηθηθούν να ζουν πνευματικά. Αυτό θα ωφελήσει και τον ίδιο
και τους υπαλλήλους και τους πελάτες του, γιατί ο Θεός θα ευλογει την εργασία του.
Το κάθε επάγγελμα αγιάζεται. Ένας γιατρός λ.χ. δεν πρέπει να ξεχνάει ότι στην ιατρική
αυτό που βοηθάει πολύ είναι η Χάρις του Θεού. Γι’ αυτό να προσπαθήσει να γίνει δοχείο της θείας Χάριτος.
Ο γιατρός που είναι καλός Χριστιανός, παράλληλα με την επιστήμη του, βοηθάει τους αρρώστους
με την καλωσύνη και με την πίστη του, γιατί τους ενθαρρύνει να αντιμετωπίζουν την αρρώστια τους με πίστη.
Σε μια σοβαρή αρρώστια μπορεί να πει στον άρρωστο: «Μέχρις εδώ έχει προχωρήσει η επιστήμη.
Από δώ και πέρα όμως υπάρχει και ο Θεός που κάνει θαύματα».
Ή ένας δάσκαλος πρέπει να προσπαθήσει να κάνει την διακονία του δασκάλου με χαρά
και να βοηθάει τα παιδιά για την πνευματική αναγέννηση, πράγμα που δεν έχουν την δυνατότητα
όλοι οι γονείς να το κάνουν, έστω και αν έχουν καλή διάθεση.
Να φροντίσει παράλληλα με τα γράμματα που μαθαίνουν τα παιδιά να γίνουν και σωστοί άνθρωποι.
Διαφορετικά, τί θα τους ωφελήσουν τα γράμματα; Η κοινωνία έχει ανάγκη από σωστούς ανθρώπους,
οι οποίοι, όποιο επάγγελμα κι αν κάνουν, θα το κάνουν καλά.
Ο δάσκαλος δεν πρέπει να κοιτάζει μόνον αν οι μαθητές ξέρουν καλά το μάθημα,
αλλά να λαμβάνει υπ’ όψιν του και άλλα καλά που έχουν τα παιδιά, όπως την ευλάβεια,
την καλωσύνη, το φιλότιμο. Οι βαθμοί του Θεού δεν συμφωνούν πάντοτε με τους βαθμούς των δασκάλων.
Μπορεί το τέσσερα ενός παιδιού για τον Θεό να είναι δέκα και μπορεί το δέκα ενός άλλου για τον Θεό να είναι τέσσερα.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 173-174)
Αμαρτωλός
Με το Χριστό μεταβάλλεται
«Δεν ήρθα στον κόσμο (λέει ο Κύριος)
για να παραμείνουν οι άνθρωποι αμαρτωλοί,
αλλά για να μετανοήσουν και να γίνουν καλύτεροι».
Ε.Π.Ε. 10,314
να μη γίνη χειρότερος
Πρέπει να προλάβουμε, για να μη γίνει χειρότερο το τραύμα.
Αλλά και εκείνο, που κερδίσαμε, να μη το χάσουμε με την αμετρία.
Ε.Π.Ε.19,134
νεκρός
Ο Παύλος λογίζεται ως νεκρό και κοιμισμένο τον άνθρωπο της αμαρτίας.
Είναι αλήθεια, ότι αποπνέει δυσοσμία, όπως ο νεκρός.
Είναι αδρανής, όπως ο κοιμισμένος.
Όπως ο κοιμισμένος τίποτε δεν βλέπει,
παρά μόνο βλέπει όνειρα και φαντάζεται.
Ε.Π.Ε. 20,144
σύγκριση με αγίους και αγγέλους
Οι άνθρωποι, συγκρινόμενοι με τους αγγέλους είναι αμαρτωλοί,
κι όταν ακόμα είναι ενάρετοι.
Ε.Π.Ε. 20,144
πρώτος
Αν ο Παύλος, που είχε εκτελέσει όλες τις εντολές του νόμου,
έλεγε ότι ήταν ο πρώτος των αμαρτωλών,
πώς άραγε θα μπορούσε να ονομαστεί δίκαιος;
Ε.Π.Ε. 23,182
αδιόρθωτος
Τι σημαίνει «προοδεύουν σε κρίση»;
Σημαίνει αυτόν που ξαναπέφτει στα ίδια αμαρτήματα,
αυτόν που παραμένει αδιόρθωτος,
αυτόν που ενώ υπάρχει ελπίδα να σωθεί,
δεν κάνει τίποτε.
Ε.Π.Ε. 23,412
συγκεκριμένα
Αν κάποιος σκέπτεται κάθε μέρα τα δικά του αμαρτήματα,
οπωσδήποτε θα φτάσει και στη γιατρειά τους.
Αν όμως λέει, «είμαι αμαρτωλός», αλλά δεν τα σκέπτεται
ένα ένα χωριστά και δεν λέει «έκανα αυτό κι αυτό»,
ποτέ δεν θα σταματήσει μεν να ομολογεί πώς είναι αμαρτωλός,
αλλά και ποτέ δεν θα φροντίσει για τη διόρθωση του.
Ε.Π.Ε. 24,442
συγκεκριμένα, κατά είδος
Ας πείθουμε τους εαυτούς μας, ότι αμαρτήσαμε.
Κι ας μη το λέμε μόνο με τη γλώσσα, αλλά και με τη διάνοια.
Ας μην αποκαλούμε απλώς τους εαυτούς μας αμαρτωλούς,
αλλά κι ας αναλογιζόμαστε και τ’ αμαρτήματα μας,
εξετάζοντας τα ένα προς ένα.
Ε.Π.Ε. 25,318
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 159-161)