ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

759-     ΠΟΥ ΦΘΑΝΕΙ Η ΖΗΛΕΙΑ.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη σκηνή που είδα κάποτε σε μια οικογένεια. Μια μητέρα εγκυμονούσα έλεγε εντελώς αψυχολόγητα στο μόλις πέντε χρονών παιδί της, ότι αν δεν είναι φρόνιμο δε θα το αγαπά, αλλά θα προτιμήση το αδελφάκι του, που θα έρθη στον κόσμο. Το ατίθασο παιδί ακούγοντας αυτά έσφιξε τα δόντια του και του γρόνθους του και ώρμησε να κτυπήση τα σπλάχνα της μητέρας του. Σε τέτοιο μίσος και εκδίκησι ωθεί η ζήλεια.

760-     ΑΓΑΠΗ ΖΩΡΙΣ ΖΗΛΕΙΑ. 

Ο κατηχητής διηγόταν στα παιδιά την ιστορία του Άβελ και του Κάϊν και πως ο Κάϊν από φθόνο σκότωσε τον αδελφό του. Στο τέλος του μαθήματος ο κατηχητής ρωτά ένα μικρό παιδί. -Και συ τι θα έκανες αν ο πατέρας σου και η μητέρα σου αγαπούσαν περισσότερο τον άλλο σου αδερφό; -Θα ήμουν ενθουσιασμένος, γιατί θα είμαστε τρεις που θα τον αγαπούσαμε, απάντησε ο μικρός.

761-     ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΞΙΟΛΥΠΗΤΗ.

Σε μια καλή χριστιανή της ανέφεραν ότι η γειτόνισσά της την ζήλευε τρομερά και δεν έκανε άλλο παρά να την κατηγορή. -Αφήσατέ την, την δυστυχισμένη, απάντησε, γιατί είναι πραγματικά αξιολύπητη · ξέρω γιατί υποφέρει τρομερά. Υποφέρει από τον εαυτό της και από τις αρετές που νομίζει ότι εγώ έχω.

(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 349-350 )

ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ (+356)
     «Και στα θέματα της πίστης ήταν πολύ αξιοθαύμαστος και ευσεβής. Διότι ούτε με τους σχισματικούς Μελιτιανούς ήρθε ποτέ σε επικοινωνία, διότι γνώριζε την πονηρία και την αποστασία τους που έδειξαν από την αρχή, ούτε με τους Μανιχαίους ή με άλλους αιρετικούς μίλησε φιλικά παρά μόνο μέχρι τη συμβουλή να επιστρέψουν στην ευσέβεια, διότι πίστευε και συμβούλευε, ότι η φιλία και η συναναστροφή με αυτούς είναι καταστροφή και απώλεια της ψυχής. Έτσι ακριβώς σιχαινόταν και την αίρεση των αρειανών και παρήγγειλε σε όλους ούτε να τους πλησιάζουν ούτε να έχουν την κακοπιστία τους. Όταν κάποτε παρουσιάστηκαν σε αυτόν μερικοί φανατικοί αρειανοί, αφού τους ανέκρινε και αντιλήφθηκε ότι ήταν ασεβείς, τους έδιωξε από το όρος λέγοντας ότι τα λόγια τους ήταν χειρότερα από το δηλητήριο των φιδιών. Όταν επίσης κάποτε οι αρειανοί είχαν διαδώσει ψευδώς ότι ο Αντώνιος είχε την ίδια πίστη με αυτούς, αγανάκτησε και θύμωνε εναντίον τους Έπειτα επειδή τον παρακάλεσε και ο επίσκοπος και όλοι οι αδελφοί, κατέβηκε από το όρος. Όταν μπήκε στην Αλεξάνδρεια αποκήρυξε τους αρειανούς λέγοντας, ότι αυτή είναι η πιο φοβερή αίρεση και πρόδρομος του αντιχρίστου… για αυτό καμία απολύτως επικοινωνία να μην έχετε με τους ασεβέστατους αρειανούς…»(Μ. Αθανασίου, Βίος οσίου Αντωνίου, ΕΠΕ,τομ. 11, σελ 131-133)
     «Καμία επικοινωνία να μην έχετε με τους σχισματικούς, ούτε και με τους Αρειανούς. Διότι γνωρίζετε πώς τους απέφευγα και εγώ λόγω της χριστομάχου και ετερόδοξης αίρεσής τους»(ο.π. σελ.163)
     «Ενώ καθόταν και εργαζόταν, έπεσε σε ένα είδος έκστασης και αναστέναζε πολύ καθώς έβλεπε την οπτασία… και άρχισε να τρέμει και προσευχόταν και γονάτισε και έμεινε γονατιστός για πολύ. Όταν σηκώθηκε έκλαιγε ο γέρων… Αφού αναστέναξε και πάλι πολύ έλεγε· Παιδιά μου, καλύτερα να πεθάνω πριν να συμβούν αυτά που είδα στην οπτασία… αφού δάκρυσε είπε· Πρόκειται να καταλάβει την Εκκλησία οργή και να παραδοθεί σε ανθρώπους όμοιους με τα άλογα κτήνη. Διότι είδα την αγία Τράπεζα του Ναού και γύρω από αυτήν να στέκονται κυκλικά από παντού μουλάρια και να κλωτσούν μέσα έτσι… Άκουσα κάποια φωνή που έλεγε· Θα γίνει βδέλυγμα το θυσιαστήριό μου. Αυτά είπε ο γέρων και μετά από δύο έτη έγινε η τωρινή εκστρατεία των Αρειανών… (συνεχίζει ο Αντώνιος προς τους μοναχούς) Μόνο προσέχετε να μην μολύνετε τους εαυτούς σας ερχόμενοι σε επαφή με τους Αρειανούς. Διότι η διδασκαλία τους δεν είναι διδασκαλία των Αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και τους πατέρα τους διαβόλου, ή καλύτερα είναι άκαρπη και ανόητη διδασκαλία και γέννημα όχι ισορροπημένης διάνοιας, όπως είναι η αλογία των μουλαριών» (ο.π. σε. 149-151)

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ (+378)
    Μόδεστος (στάλθηκε από τον αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη να απειλήσει τον Μ. Βασίλειο): Κανεὶς μέχρι τώρα δὲ μίλησε μὲ τόσο θάρρος στὸ Μόδεστο, κανεὶς δὲν εἶχε μπροστά μου τόση παρρησία.Ἦρθε καὶ ἡ ὥρα τοῦ κεραυνοῦ. Ὁ Βασίλειος δὲν κρατήθηκε. Οἱ ὧρες εἶναι μεγάλες, κρίσιμες, ἱστορικές. Γι’ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν κατηγορήσει κανεὶς ἐγωϊστή!
Βασίλειος: Γιατί δὲ συνάντησες ποτέ σου ἀληθινὸ ἐπίσκοπο. Ἀλλοιῶς θὰ σοῦ μιλοῦσε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἀφοῦ θ’ ἀγωνιζόταν γιὰ τόσο ὑψηλὰ πράγματα. (Ὁ Βασίλειος εἶδε τώρα τὸ συντριμμένο ἔπαρχο, μέτρησε καὶ τὸ βαρὺ λόγο ποὺ ξεστόμησε καὶ θέλησε νὰ μαλακώσει τὴν ἀτμόσφαιρα). Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, ἔπαρχε, εἴμαστε καλοὶ καὶ ταπεινοὶ ὅσο κανεὶς ἄλλος. Ὄχι μόνο στὸ βασιλιὰ δὲ φερόμαστε ὑπεροπτικά, μὰ οὔτε καὶ στὸν πιὸ μικρὸ ἄνθρωπο. Ἂν ὅμως τύχει νὰ κινδυνεύει ἡ πίστη στὸ Θεό, τότε περιφρονοῦμε τὰ πάντα καὶ ἀγκαλιάζουμε αὐτήν. Τότε ἡ φωτιά, τὸ ξίφος τοῦ δήμιου, τὰ θηρία καὶ τὸ ξέσκισμα τῆς σάρκας μας μὲ τὰ νύχια τῶν βασανιστῶν φέρνει σὲ μᾶς περισσότερο εὐχαρίστηση παρὰ φόβο. Γι’ αὐτὸ κάνε ὅ,τι θέλεις, ὅ,τι ἔχεις δικαιοδοσία. Βρίσε με, ἀπείλησέ με ὅσο θέλεις. Ἂς τὸ ἀκούσει ὅμως κι ὁ βασιλιάς, δὲν θὰ μὲ καταφέρεις νὰ δεχθῶ τὴν κακοδοξία, ἔστω κι ἂν ἀπειλήσεις χειρότερα.(Ἀπό τό βιβλίο:Ἡ ζωὴ ἑνὸς Μεγάλου: Βασίλειος Καισαρείας, Στυλιανού Παπαδοπούλου, Ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας)
    «Δεν αναγνωρίζω ως επίσκοπο ούτε θα συγκαταριθμήσω μεταξύ των ιερέων του Χριστού αυτόν που προβλήθηκε στην αρχή (=χειροτονήθηκε) από τα βέβηλα χέρια (αιρετικού αρχιερέα) για κατάλυση της πίστης» (Μεγάλου Βασιλείου, ΕΠΕ, τόμος 3,227)
    «Μου έρχεται να πω τα λόγια του Διομήδη: “Μακάρι να μην είχες ικετεύσει διότι ο άνδρας είναι πολύ υπερήφανος”. Πράγματι οι υπερήφανοι χαρακτήρες όταν κολακεύονται είναι φυσικό να γίνονται πιο υπερόπτες από όσο είναι. Εξάλλου εάν ο Κύριος μας σπλαχνιστεί ποια άλλη βοήθεια χρειαζόμαστε; Εάν όμως συνεχιστεί η εναντίον μας οργή του Θεού ποια βοήθεια μπορεί να μας προσφέρει το δυτικό φρύδι; Αυτοί ούτε γνωρίζουν την αλήθεια ούτε ανέχονται να την μάθουν… Εγώ μάλιστα σκέπτομαι να γράψω προς τον κορυφαίο από αυτούς (τον επίσκοπο Ρώμης Δάμασο) έξω από τους συμβατισμούς του πρωτοκόλλου… για να υπαινιχθώ το ότι ούτε γνωρίζουν την αλήθεια για την κατάσταση που επικρατεί εδώ, ούτε καταδέχονται να ακολουθήσουν την οδό με την οποία θα μπορούσαν να την μάθουν. Να του γράψω δηλαδή ότι δεν πρέπει… να θεωρούν ως αρετή την υπερηφάνεια, η οποία είναι αμάρτημα αρκετό να δημιουργήσει, μόνο του αυτό, έχθρα προς τον Θεό» (Μ. Βασιλείου, Επιστολή 239, ΕΠΕ 1,305)
    «Πιστεύω ότι η συνάντηση με άνδρα καλόγνωμο θα προκαλούσε τον σεβασμό προς αυτόν και θα ήταν πολύ καρποφόρα. Αν όμως η συζήτηση είναι με άνδρα υπερόπτη και επηρμένο που κάθεται σε θρόνο υψηλό και για αυτό δεν μπορεί να ακούει εκείνους που του εκθέτουν από χαμηλά την αλήθεια, ποιο όφελος θα απέρρεε για τα κοινά από τις διαπραγματεύσεις;» (Μ. Βασιλείου, Επιστολή 215, ΕΠΕ 1,335)
     «Είναι φανερή έκπτωση από την πίστη και απόδειξη υπερηφάνειας το να αθετεί κάποιος κάτι από όσα έχουν γραφτεί ή να προσθέτει σε αυτά κάτι από εκείνα που δεν έχουν γραφτεί, διότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε «τα δικά μου πρόβατα ακούνε τη φωνή μου»»(Μ. Βασιλείου, Περί Πίστεως PG 31,680AB)
     «Εμείς ούτε παραδεχόμαστε νεώτερη πίστη που γράφτηκε από άλλους για μας, ούτε οι ίδιοι τολμούμε να σας παραδώσουμε αυτά που γεννά η δική μας διάνοια, για να μην κάνουμε ανθρώπινα τα λόγια της ευσεβείας· αλλά αυτά ακριβώς που διδαχτήκαμε από τους αγίους Πατέρες, αυτά εξαγγέλλουμε σε όσους μας ρωτούν» (Μ.Βασίλειος,PG 32,588C)
     «(ο μοναχός) πρέπει να ειρηνεύει με όσους έχουν την ίδια πίστη και να αποστρέφεται τους αιρετικούς» (Μ.Βασίλειος,Περί ασκήσεως, ΕΠΕ 8, 159(7-8)
«Εκείνοι που δεν βαπτίστηκαν στα παραδεδομένα σε μας ονόματα, στην πραγματικότητα δεν βαπτίστηκαν… Δεν έχουμε χρέος να κάνουμε χάρη σε αυτούς (τους αιρετικούς), αλλά να υπηρετούμε την ακρίβεια των κανόνων» (ΕΠΕ 1,σελ. 187,189)
     «Τους αιρετικούς που μετανοούν κατά την ώρα του θανάτου πρέπει να τους δεχόμαστε, φυσικά να τους δεχόμαστε όχι άκριτα, αλλά εξετάζοντας αν δείχνουν αληθινή μετάνοια και αν έχουν καρπούς που μαρτυρούν το ζήλο τους για την σωτηρία» (ο.π. 193)
     «Τώρα που η κατάσταση είναι δυσκολότερη και σκοτεινότερη [σε σχέση με την εισβολή Σκυθών], χρειάζεται ακόμη μεγαλύτερη φροντίδα. Διότι τώρα (με την αίρεση) δεν κλαίμε καταστροφή γήινων οικοδομημάτων, αλλά άλωση Εκκλησιών (από τους αρειανούς)· ούτε δουλεία σωματική αλλά αιχμαλωσία ψυχών που βλέπουμε να ενεργείται καθημερινά από τους υπέρμαχους της αίρεσης» (ΕΠΕ 2, 17)
     «Ένα είναι τώρα (στον διωγμό που κάνουν οι αρειανοί) το έγκλημα που τιμωρείται σκληρά, η ακριβής τήρηση των πατερικών παραδόσεων. Για αυτό οι ευσεβείς εξορίζονται… Παραδοθήκαμε πρώτοι να καταβροχθιστούμε με τα ωμοφάγα δόντια των εχθρών του Θεού… στεκόμαστε στο στάδιο αγωνιζόμενοι για το κοινό κτήμα, τον πατρικό θησαυρό της υγιούς πίστης» (ΕΠΕ 2,39)
     «Μπορεί όλες οι άλλες ενέργειές μας να είναι αξιοθρήνητες, αλλά ως προς το συγκεκριμένο αυτό σημείο τολμώ να καυχιέμαι εν Κυρίω ότι δεν είχα ποτέ πλανημένες τις περί Θεού απόψεις ούτε είχα παλαιότερα διάφορα φρονήματα και τα μετέβαλα αργότερα» (ΕΠΕ 2, 75)
     «Τόσο απέχουμε από το να εξημερώσουμε βαρβάρους με τη δύναμη του Πνεύματος και την ενέργεια των χαρισμάτων του, ώστε με το μέγα πλήθος των αμαρτιών μας να έχουμε κάνει αγρίους και τους ήμερους. Διότι την αιτία του ότι τόσο ευρέως έχει επεκταθεί η κυριαρχία των αιρετικών πρέπει να καταλογίσουμε στους εαυτούς μας και στις αμαρτίες μας. Πράγματι λοιπόν κανένα σχεδόν μέρος της οικουμένης δεν έχει διαφύγει τον εμπρησμό από την αίρεση» (ΕΠΕ 2, 165)
     «Να είσαι βέβαιος ότι και εμείς με πόνο και άφθονο θρήνο υποφέρουμε τον χωρισμό από αυτούς που παρεκκλίνουν από την ορθή πίστη, αλλά τον υποφέρουμε. Διότι για τους εραστές της αλήθειας δεν είναι τίποτα προτιμότερο από τον Θεό» (ΕΠΕ 2, 297)
     «Θα ήμασταν πράγματι οι πιο παράλογοι από όλους τους ανθρώπους, εάν ευχαριστιόμασταν στα σχίσματα και τις διασπάσεις των Εκκλησιών και δεν θεωρούσαμε την ένωση των μελών του σώματος του Χριστού ως το μέγιστο των αγαθών… Την φιλαυτία που ρίζωσε από μακρά συνήθεια στις ψυχές δεν μπορεί να αφαιρέσει ούτε ένας άνδρας ούτε μία επιστολή ούτε σύντομος χρόνος… Αλλά πάντως ζητούν και την δική μας ψυχή (ζωή) εκείνοι που επιβάλλουν χέρι σε όλους. Όμως δεν θα παραλείψουμε για τον λόγο αυτόν τον οφειλόμενο ζήλο στις Εκκλησίες του Θεού» (ΕΠΕ 3, 49)
     «Εγώ κρίνω σκληρότερο τον πόλεμο εκ μέρους των ομοφύλων, διότι από μέν τους κηρυγμένους εχθρούς είναι εύκολο να φυλαχτεί κάνεις, ενώ μπροστά σε ανθρώπους αναμειγμένους με εμάς, αναγκαστικά είμαστε εκτεθειμένοι σε κάθε βλάβη. Αυτό έχετε πάθει και εσείς. Διώχτηκαν βέβαια και οι πατέρες μας, αλλά από τους ειδωλολάτρες· και αρπάχτηκε η περιουσία τους και ανατράπηκαν τα σπίτια και οι ίδιοι εξορίστηκαν από αυτούς που φανερά μας πολεμούσαν για το όνομα του Χριστού. Οι διώκτες όμως που φάνηκαν τώρα, μας μισούν όχι λιγότερο από εκείνους και για εξαπάτηση των πολλών προβάλλουν το όνομα του Χριστού, ώστε αυτοί που διώκονται να μην έχουν ούτε την παρηγοριά ότι είναι ομολογητές, διότι οι πολλοί και αφελέστεροι παραδέχονται μεν ότι αδικούμαστε, αλλά δεν θεωρούν ως μαρτύριο τον θανάτο υπέρ της αλήθειας. Για αυτό εγώ είμαι πεπεισμένος ότι περισσότερος μισθός απόκειται σε εμάς παρά στους τότε μάρτυρες από το δίκαιο Κριτή, εφόσον εκείνοι και την αποδοχή από τους ανθρώπους είχαν εξασφαλισμένη και τον μισθό από το Θεό περίμεναν, ενώ σε εμάς δεν αποδίδονται από τους λαούς ίσες τιμές με τα κατορθώματα· ώστε είναι εύλογο ότι για τους κόπους υπέρ της ευσεβείας απόκειται πολλαπλάσια ανταπόδοση στον μέλλοντα αιώνα» (ΕΠΕ 3, 57)
     «Σκεφτήκαμε λοιπόν την τέχνη του διαβολικού πολέμου, πώς δηλαδή, επειδή ο διάβολος είδε ότι με τους διωγμούς εκ μέρους των εθνικών η εκκλησία αυξάνει σε πλήθος και ακμάζει περισσότερο, μετέτρεψε την βουλή του και δεν πολεμά πλέον φανερά, αλλά μάς τοποθετεί κρυφές παγίδες, καλύπτοντας τις κακές προθέσεις τους με το όνομα το οποίο περιφέρουν (οι αρειανοί το «Χριστιανός»), έτσι ώστε και τα ίδια με τους πατέρες μας να πάθουμε και να μη φανούμε ότι πάσχουμε υπέρ του Χρήστου εφόσον και οι διώκτες έχουν το όνομα των χριστιανών» (ΕΠΕ 3,65)
     «Της ευσεβείας τα δόγματα έχουν ανατραπεί, της Εκκλησίας οι θεσμοί έχουν πάθει σύγχυση… Έχει αμαυρωθεί η ακρίβεια των κανόνων, μεγάλη είναι η ελευθερία προς την αμαρτία… Εκείνοι που ομολογούν την αποστολική πίστη, να διαλύσουν τα σχίσματα που επινόησαν και στο εξής να υποταχτούν στην αυθεντία της Εκκλησίας… Έτσι… θα δούμε να απολαμβάνουν και οι δικές μας Εκκλησίες το αρχαίο καύχημα της Ορθοδοξίας… Είναι πράγματι άξιο του ανωτάτου μακαρισμού το χάρισμα που δόθηκε από τον Κύριο στη θεοσέβειά σας, το να διακρίνετε δηλαδή το κίβδηλο από το γνήσιο και καθαρό, την δε ομολογία πίστεως των πατέρων να κηρύσσετε χωρίς καμία υποχώρηση» (ΕΠΕ 3, 87-93)
     «Αποφάσισα να σιωπήσω, όπως και έκανα. Πράγματι, είναι αυτό το τρίτο έτος κατά το οποίο ενώ χτυπιέμαι από τις συκοφαντίες, υποφέρω μαστιγώματα της κατηγορίας, αρκούμενος στο ότι έχω ως μάρτυρα της συκοφαντίας τον Κύριο, ο οποίος είναι γνώστης των κρυφών. Επειδή όμως βλέπω ότι ήδη πολλοί πήραν τη σιωπή μας ως επιβεβαίωση των συκοφαντιών και δεν νόμισαν ότι σιωπούμε από μακροθυμία αλλά για το ότι δεν μπορούμε να ανοίξουμε το στόμα προς την αλήθεια, για αυτό επιχείρησα να σας γράψω παρακαλώντας την εν Χριστώ αγάπη σας να μην παραδέχεστε με οποιοδήποτε τρόπο τις συκοφαντίες που προέρχονται από ένα μέρος ως αληθινές,… και αν εμείς σιωπούμε είναι δυνατόν να αντιληφθείτε τι συμβαίνει. Διότι οι κατήγοροί μας για κακοδοξία φάνηκαν τώρα ότι προσχωρούν ανοιχτά στην μερίδα των αιρετικών … Αυτές είναι οι απόψεις μας με όλη την αλήθεια· αυτός που μας κατηγορεί για αυτά, ας κατηγορεί· αυτός που μας διώκει, ας διώκει· αυτός που πιστεύει τις εναντίον μας συκοφαντίες ας ετοιμαστεί για την αντιδικία. Ο Κύριος είναι κοντά· Ας μη μεριμνούμε για τίποτα … Εμείς αποφεύγουμε ως ασεβείς και αναθεματίζουμε με όμοιο τρόπο και αυτούς που έχουν την ασθένεια του Σαβελλίου και αυτούς που υπερασπίζονται τα δόγματα του Αρείου» (ΕΠΕ, 3,101-111)
     «Η ένωση είναι δυνατόν να επιτευχθεί, εάν δείξουμε επιείκεια προς τους ασθενέστερους, όταν μπορούμε να το πράξουμε χωρίς να βλάπτουμε τις ψυχές» (ΕΠΕ 3, 253)
«Πάνω από όλα παρακαλούμε να θυμάστε την πίστη των Πατέρων και να μην σαλεύεστε από αυτούς που επιχειρούν να σας περιφέρουν, διαταράσσοντας την ησυχία σας, γνωρίζοντας ότι ούτε η ακρίβεια του τρόπου ζωής είναι από μόνη της ωφέλιμη, εάν δεν φωτίζεται από την πίστη στο Χριστό, ούτε ορθή ομολογία μπορεί να μας φέρει μπροστά στο Θεό εάν είναι άμοιρη από αγαθά έργα, αλλά πρέπει να συνυπάρχουν και τα δύο για να είναι ολοκληρωμένος ο άνθρωπος του Θεού και να μην χωλαίνει η ζωή μας. Διότι κατά τον Απόστολο η πίστη μάς σώζει «ενεργουμένη δια της αγάπης»» (ΕΠΕ 3,325)
     «Αυτά είναι, αδελφοί μου, τα μυστήρια της Εκκλησίας, αυτές είναι οι παραδόσεις των Πατέρων. Εξορκίζουμε κάθε άνθρωπο που φοβάται τον Κύριο και περιμένει την κρίση του Θεού να μην παρασύρεται από τις ποικιλώνυμες διδασκαλίες. Να προφυλάγεστε από άνθρωπο ο οποίος διδάσκει ξένα δόγματα και δεν έρχεται στα υγιή λόγια της πίστης, αλλά παραμερίζοντας τα λόγια του Πνεύματος, καθιστά τη δική του διδασκαλία προτιμότερη από τα ευαγγελικά διδάγματα» (ΕΠΕ 3, 519)
     «Στους Ιουδαίους αρμόζει το σχίσμα. Η Εκκλησία όμως του Θεού η οποία δέχτηκε τον άρραφο χιτώνα, αυτόν που υφάνθηκε από τον ουρανό, που διαφυλάχτηκε άσχιστος από τους στρατιώτες, η Εκκλησία η οποία φόρεσε το Χριστό, ας μη σχίζει το ιμάτιο» (ΕΠΕ 7,285)
     «Ήλθε στη σκέψη μου το βιβλίο των Κριτών που διηγείται ότι ο καθένας έκανε ό,τι του φαινόταν σωστό διότι τις ημέρες εκείνες δεν υπήρχε βασιλιάς του Ισραήλ. Αυτά λοιπόν ήρθαν στο νου μου και σκέφτηκα για την τωρινή κατάσταση εκείνο που είναι ίσως φοβερό και παράδοξο να πω, αλλά πάρα πολύ αληθινό για να το κατανοήσουμε· ότι μήπως και τώρα αυτή η τόσο μεγάλη διαφωνία και διαμάχη μεταξύ των χριστιανών γίνεται εξαιτίας της περιφρόνησης του ενός, μεγάλου, αληθινού και μοναδικού βασιλιά των πάντων και Θεού. Διότι ο καθένας απομακρύνεται από τη διδασκαλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και διεκδικεί να επιβάλει συμπεράσματα και κανόνες δικούς του με τρόπο αυθεντικό και θέλει μάλλον να κυβερνά αντίθετα προς τον Κύριο παρά να εξουσιάζεται από αυτόν… Ιδιαίτερα όμως η μεταξύ των περισσότερων διαφωνία οφείλεται στο ότι γίναμε ανάξιοι της φροντίδας του Κυρίου» (ΕΠΕ 8,25-27)
     «Αν όλοι όσοι ονομάζονται Χριστιανοί, ήθελαν να μη διαστρεβλώνουν σε τίποτα την αλήθεια του Ευαγγελίου, αλλά να εμμένουν στην παράδοση των αποστολών και στην απλότητα της πίστης, δεν θα αναγκαζόμουν καθόλου να εκφωνήσει το λόγο. Επειδή όμως ο εχθρός της αλήθειας, ο διάβολος… κοντά στα ζιζάνια που από την αρχή έσπειρε στην εκκλησία βρήκε και τώρα όργανα που δέχονται με προθυμία όλη την πανουργία του και υπό το πρόσχημα του χριστιανισμού εισάγει κρυφά την άρνηση της θεότητας του Χριστού…» (ΕΠΕ 10,29)
     «Δεν είναι έξω από τον σκοπό η εξέταση των συλλαβών. Επομένως το ότι είναι μικρά τα ερωτήματα, όπως θα νομίσει κάποιος, δεν σημαίνει ότι αξίζει να τα παραβλέψουμε, αλλά επειδή η αλήθεια δύσκολα συλλαμβάνεται πρέπει από παντού να την εξιχνιάσουμε. Αν κάποιος παραβλέψει τα πρώτα στοιχεία ως μικρά, ποτέ δεν θα πετύχει την τελειότητα της σοφίας. Το «ναι» και το «όχι» είναι δύο συλλαβές αλλά όμως το ύψιστο από τα αγαθά δηλαδή η αλήθεια και το έσχατο όριο της πονηρίας, δηλαδή το ψέμα περιέχονται πολλές φορές στις μικρές αυτές λέξεις… αν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα ποια από τις λέξεις με θεολογικό περιεχόμενο είναι τόσο ασήμαντη ώστε… να μην έχει μεγάλη επίδραση είτε θετική είτε αρνητική; Διότι αν από τον ευαγγελικό νόμο δεν πρόκειται να χαθεί ούτε ένα γιώτα, ούτε ένα γράμμα, πώς θα ήταν ακίνδυνο για μας να προσπερνάμε και τα πιο μικρά; Αυτά λοιπόν… είναι συγχρόνως μικρά και μεγάλα· ως προς τη συντομία της προφοράς είναι μικρά και για αυτό το λόγο ίσως να είναι και ευκαταφρόνητα· ως προς τη δύναμη όμως της σημασίας τους είναι μεγάλα… Βρίσκομαι τόσο μακριά από το να ντρέπομαι για το ασήμαντο αυτών των λέξεων, ώστε αν κατόρθωνα να πετύχω ελάχιστο μέρος της αξίας τους, θα νόμιζα ότι πέτυχα για τον εαυτό μου μεγάλα πράγματα» (ΕΠΕ 10,281-283)
     «Εκείνο που πολεμιέται είναι η πίστη και κοινός σκοπός όλων των εχθρών της ορθής διδασκαλίας είναι να διαταράξουν τη στερεότητα της πίστης στο Χριστό, να αφανίσουν την Αποστολική παράδοση αφού την ισοπεδώσουν… Εμείς όμως δεν θα παραδώσουμε την αλήθεια ούτε θα προδώσουμε από δειλία την συμμαχία με αυτήν… Είναι ίση η ζημιά και όταν πεθάνει κάνεις χωρίς να βαπτιστεί και όταν δεχτεί κάτι που απουσιάζει από την Παράδοση… και την ομολογία την οποία καταθέσαμε κατά την πρώτη είσοδό μας στην εκκλησία αν δεν την κρατά κάνεις σε κάθε καιρό και δεν την προσέχει σε όλη του τη ζωή ως ασφαλές φυλακτό, αποξενώνει τον εαυτό του από τις υποσχέσεις του Θεού» (ΕΠΕ 10,343-345)

Όταν το 1570 ο τσάρος της Ρωσίας Ιβάν ο Τρομερός, γνωστός για την αντιφατική προσωπικότητά του, ήρθε στην πόλη Νόβγκοροντ, διέταξε τον θάνατο χιλιάδων κατοίκων της, επειδή υποψιαζόταν συνεργασία με τους εχθρούς του.
Μετά την απάνθρωπη αυτή σφαγή, ξεκίνησε για τη γειτονική πόλη Πσκώφ, στην οποία ζούσε ο δια Χριστόν σαλός Νικόλαος. Έντρομοι οι κάτοικοι του Πσκώφ περίμεναν και στην πόλη τους την ίδια αντιμετώπιση από τον τσάρο. Τότε ο δούλος του Θεού Νικόλαος και ο διοικητής της πόλεως συνεργάστηκαν και έδωσαν εντολή να στρώσουν στους δρόμους τραπέζια με ψωμί και αλάτι, εθιμική ένδειξη φιλοξενίας, και να υποδεχτούν τον τσάρο με βαθιά και γεμάτη σεβασμό υπόκλιση.
Μετά την πάνδημη αυτή εκδήλωση αφοσιώσεως, ο τσάρος πλησίασε τον Νικόλαο για να πάρη την ευλογία του. Τότε ο σαλός του πρόσφερε σ’ένα πιάτο ωμό κρέας, παρά το γεγονός μάλιστα ότι ήταν περίοδος Σαρακοστής! Ο τσάρος αρνήθηκε να το δεχτή.
-Είμαι χριστιανός! Δεν τρώγω κρέας σε περίοδο νηστείας.
Και ο Νικόλαος του απάντησε:
-Δεν τρως κρέας… Πίνεις όμως ανθρώπινο αίμα!
Ο τσάρος κατάλαβε το έγκλημά του και δεν το επανέλαβε στο Πσκώφ.

( Άγιοι της αρχαίας Ρωσίας)

( Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ Παρακλήτου, τόμος γ΄, σελ. 73-74)

- Γέροντα, με πειράζει η συνείδηση, όταν οικονομάω τον εαυτό μου. Σκέφτομαι: «Πώς οι Άγιοι βίαζαν τον εαυτό τους;».

- Όταν ο άνθρωπος ξεπερνά τα όρια της αντοχής του, αγωνιζόμενος ταπεινά, με φιλότιμο, τότε έρχεται σ’ αυτόν θεία δύναμη, υπερφυσική.

- Γέροντα, ο Αββάς Βαρσανούφιος λέει: «Μη ζητήσης σωματικήν ανάπαυσιν, εάν μη δώη σοι αυτήν ο Κύριος». Τι εννοεί;

- Θέλει να πη να μην κοιτάζη κανείς το χουζούρι του, το βόλεμά του. Αυταπάρνηση χρειάζεται πρώτα και ύστερα έρχονται πολλές θείες δυνάμεις, γιατί, όταν υπάρχη αυταπάρνηση, τότε ο Θεός δίνει στον άνθρωπο την Χάρη Του.
Αν ο άνθρωπος έχη το πνεύμα της θυσίας, τότε δέχεται την Θεία βοήθεια, τον οικονομάει ο Θεός. Ανάλογη με την θυσία και με την προσευχή που κάνει κανείς για τον συνάνθρωπό του, είναι και η βοήθεια που λαμβάνει από τον Θεό.

Μια φορά που πήγαινα αργά το απόγευμα από την Μονή Σταυρονικήτα στο Καλύβι του παπα-Τύχωνα - το ετοίμαζα τότε, για να μείνω εκεί - με σταμάτησε στον δρόμο κάποιος που είχε πολλά προβλήματα. Στάθηκα όρθιος, φορτωμένος με τον τουρβά γεμάτο πράγματα και τον άκουγα· ψιχάλιζε κιόλας. Νύχτωσε και εκείνος έλεγε-έλεγε συνέχεια. Ψιχάλα-ψιχάλα, είχαμε γίνει μούσκεμα. Κάποια στιγμή μου ήρθε ο λογισμός: «Πώς θα βρω το καλύβι; Νύχτα, λάσπη, το μονοπάτι δύσκολο, δεν έχω και φακό, αλλά πώς να τον διακόψω;». Τον ρώτησα που θα μείνη, μου είπε σε ένα κοντινό κελλί. Σταθήκαμε λοιπόν εκεί μέχρι τα μεσάνυχτα. Μόλις χωρίσαμε και πήρα το μονοπάτι, γλίστρησα κι έπεσα μέσα στα βάτα. Τα παπούτσια έφυγαν κάτω, ο τουρβάς πιάστηκε στα κλαδιά, το ζωστικό μαζεύτηκε στον λαιμό. Δεν έβλεπα τίποτε. Οπότε είπα: «Καλύτερα ας μείνω εδώ και ας αρχίσω το Απόδειπνο. Θα κάνω και το Μεσονυκτικό και τον Όρθρο, θα φωτίση και θα βρω το κελλί μου. Άραγε αυτός ο καημένος θα βρη τον δρόμο του;».

Μόλις έφθασα στο «Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου», ξαφνικά, ένα φως, σαν προβολέας, φώτισε όλον τον λάκκο της Καλιάγρας! Βρήκα τα παπούτσια και ξεκίνησα. Όλο το μονοπάτι ήταν μεσ’ το φως. Έφθασα στο Καλύβι, βρήκα και το κλειδί από το λουκέτο, που ήταν τόσο μικρό και το είχα βάλει σε τέτοιο μέρος που, και μέρα να ήταν, δύσκολα θα το έβρισκα. Μπήκα μέσα, άναψα τα καντήλια στο εκκλησάκι, και τότε χάθηκε εκείνο το φως. Δεν χρειαζόταν άλλο!...

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σ. 55-56)

ΑΝ ΚΑΤΟΡΘΩΣΕΙΣ να θεωρείς την περιφρόνηση σαν έπαινο, την φτώχεια καθώς τον πλούτο, την στέρηση σαν καλοπέραση, τότε μην φοβάσαι πια την αμαρτία. Όποιος φτάσει σ’ αυτά τα μέτρα, δεν έχει φόβο να πέσει σε πάθη ακάθαρτα και να πλανηθεί από τον διάβολο, έλεγε κάποιος σοφός Γέροντας.


-ΔΩΣΕ αίμα και λάβε Πνεύμα, έλεγε ο Αββάς Λογγίνος σ’ όσους αγωνίζονταν να φτάσουν σε απάθεια.


-ΑΔΥΝΑΤΟΝ είναι να γίνει ο άνθρωπος απαθής αν δεν κατοικήσει μέσα του ο Θεός, έλεγε άλλος Πατήρ.


-ΈΝΑΣ νέος μοναχός συνάντησε στον δρόμο του μια μέρα μερικές καλόγριες, που κατέβαιναν στην πόλη. Αμέσως άλλαξε δρόμο, για να μην τις χαιρετήσει. Η Προεστώσα τότε τον σταμάτησε και του είπε:
- Καλά έκανες, αδελφέ, για την ασθένεια σου. Αν ήσουν όμως τέλειος μοναχός, δεν θα έβαζες στον νου σου πως είμαστε γυναίκες.


-ΚΑΠΟΙΟΣ ασκητής είχε ζήσει πενήντα χρόνια στην έρημο, χωρίς να φάει ψωμί και να βάλει κρασί στο στόμα του, κι έλεγε πως είχε νεκρώσει εντελώς τα πάθη της σαρκός, καθώς και την φιλαργυρία και την κενοδοξία.

Όταν τ’ άκουσε ο Αββάς Αβραάμ, πήγε μια μέρα να βεβαιωθεί.

- Είπες τέτοιο λόγο, αδελφέ; τον ρώτησε.
- Ναι, αποκρίθηκε με πεποίθηση εκείνος.
- Ας υποθέσουμε, του είπε τότε ο Γέροντας, πως, μπαίνοντας ξαφνικά στο κελλί σου, βρίσκεις μια γυναίκα στο στρώμα σου. Έχεις την δύναμη να σκεφθείς πως δεν είναι γυναίκα;
- Όχι βέβαια, αναγκάστηκε να ομολογήσει ο Ερημίτης. Μα αγωνίζομαι να διώξω την κακή επιθυμία.
- Βλέπεις πως ζει ακόμη μέσα σου το πάθος; Δεν έχει νεκρωθεί, μόνο το έχεις περιορίσει. Ας πούμε τώρα πως στον δρόμο που πηγαίνεις, βλέπεις λιθάρια και όστρακα κι ανάμεσά τους χρυσάφι. Είσαι σε θέση να το περιφρονήσεις σαν εκείνα;
- Όχι, αποκρίθηκε πάλι ο Ερημίτης. Αντιστέκομαι μόνο στον λογισμό μου και δεν το αγγίζω.
- Να που κι η φιλαργυρία ζει ακόμη μέσα σου, αλλά κι αυτή είναι δεμένη. Υπόθεσε τώρα πως δύο άνθρωποι έρχονται να σε επισκεφθούν και ξέρεις πως ο ένας σ’ επαινεί διαρκώς, ενώ ο άλλος σε κακολογεί. Μπορείς να έχεις και τους δύο το ίδιο;
- Καθόλου, είπε πάλι με ειλικρίνεια ο Ασκητής. Θα προσπαθήσω όμως να φερθώ με καλοσύνη και σ’ εκείνον που με κακολογεί.
- Τότε, αδελφέ μου, τον συμβούλεψε ο Αββάς, πάψε να νομίζεις και να λες πως έφτασες σε απάθεια. Ζουν μέσα σου τα πάθη, γι’ αυτό χρειάζεσαι αγώνα ως το τέλος της ζωής σου.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 71-72)

76. Για να γίνουμε τέλεια ευάρεστοι στον Χριστό, πρέπει να μάθουμε να αδιαφορούμε για την σάρκα μας. Λόγου χάριν, αν νοιώθουμε υπνηλία κατά την διάρκεια της προσευχής και όμως βιάζουμε τον εαυτό μας να συνεχίση την προσευχή, τότε δείχνουμε αδιαφορία απέναντι της σαρκός μας. Οι μάρτυρες και οι Όσιοι είχαν αυτήν την τελεία αδιαφορία απέναντι της σαρκός.

77. Στο τέλος της πρωινής και της εσπερινής προσευχής, που κάνεις κατ’ ιδίαν, να επικαλήσαι τους Αγίους: Πατριάρχας, Προφήτας, Αποστόλους, Μάρτυρας, Ομολογητάς, Πατέρας της Εκκλησίας, Οσίους. Έτσι στην κάθε μία από αυτές τις χορείες τους, θα βλέπης την πραγματοποίησι των διαφόρων αρετών και θα εμπνέεσαι για να τους μιμήσαι στη δική σου ζωή. Μάθε από τους Πατριάρχας του περιουσίου λαού την παιδική πίστι και υπακοή στον Κύριο. Από τους Προφήτας και τους Αποστόλους, τον ζήλο για την δόξα του Θεού και για την σωτηρία των ανθρωπίνων ψυχών. Από τους Αγίους Πατέρας, την εντρύφησι στην Αγία Γραφή και τον πόθο να δοξάσης τον Θεό, κηρρύτοντας τον ανάμεσα στους ανθρώπους. Από τους Μάρτυρας και τους Ομολογητάς, τη στερεά πίστι και το αλύγιστο φρόνημα μπροστά στους απίστους και τους άθεους. Από τον ασκητικό βίο των Οσίων, το να σταυρώνης τη σάρκα σου με τα πάθη και τις επιθυμίες της, το να προσεύχεσαι θερμά και επίμονα, το να πλημμυρίζης τον εσωτερικό σου κόσμο με άγια αισθήματα και οσίους λογισμούς. Και από όλους, το να αγαπάς άδολα τον πλησίον σου και να προστρέχης δωρεάν σε όσους έχουν την ανάγκη σου.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 49-50)

74. Όταν προσεύχεσαι – και ιδίως διαβάζοντας από κάποιο κείμενο την προσευχή σου – μη παραλείπεις να περνάς από το νου σου τη σημασία κάθε λέξεως, να την τοποθετής στην καρδιά σου. Μη λες λοιπόν μηχανικά και ψυχρά την προσευχή σου. Υπόταξε την καρδιά σου στην προσευχή και πρόσφερε στον Θεό αυτή την υποταγμένη καρδιά σαν θυσία ευπρόσδεκτο. «Δός μοι, υἱέ, σήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ΄26). Τότε η προσευχή θα σε ενώση με τον Θεό και την βασιλεία του και θα απολαύσης τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, όλα τα άγια αισθήματα: δικαιοσύνη, ειρήνη, χαρά, αγάπη, πραότητα, καρτερία, κατάνυξι. Θέλεις ή προσευχή σου να έχη αναπαυτικά αποτελέσματα και στο ταλαιπωρημένο σώμα σου; Προσευχήσου θερμά και θα έχης κατόπιν ύπνο ειρηνικό, ασκανδάλιστο, που θα ανανεώση τις δυνάμεις του σώματος. Να αποφεύγης τον απεριόριστο ύπνο. Να προσεύχεσαι με ζέσι κάθε πρωί. Έτσι θα επιτύχης ηρεμία, ενεργητικότητα και καλή ανταπόκριση στις ανάγκες της εργασίας σου καθ’ όλη την ημέρα.
Είναι η καρδιά σου ατίθασος; Κινείται προς τα μάταια και τα κοσμικά ενδιαφέροντα; Βάλε την κάτω από τον έλεγχο σου. Κάμε ώστε ο θησαυρός της να μην είναι η γήινη ματαιότης, αλλά ο Θεός. Μονάχα με αυτούς τους όρους, θα έχης καρποφορία σε πίστι και ζωή.

75. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, κατά τον επίγειο βίο του, δεν είχε που να γείρη το κεφάλι. Και όμως είχε μέσα του όλο τον πλούτο της ζωής της αληθινής. Οι πλούσιοι του κόσμου τούτου κτίζουν μέγαρα και ζουν μέσα σε αυτά. Αλλά αλλοίμονο! Μέσα σε τόση χλιδή, που τους περιβάλλει, δεν έχουν αληθινή ζωή στην καρδιά τους. Δεν μπορούν να χαρούν ικανοποιητικά τα μάταια αγαθά τους. Νοιώθουν τον εαυτό τους κενό και δυστυχισμένο μέσα στα ωραία μέγαρά τους. Έτσι κατά βάθος, πολλοί ισχυροί του κόσμου αυτού θα ήθελαν να αλλάξουν τα πολυτελή καταλύματα τους με το καλύβι του φτωχού, αν επρόκειτο έτσι να αποκτήσουν τη δική του εσωτερική ειρήνη.


(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 48-49)

«Εγώ είμαι το φως του κόσμου» (Ιωάν. 8:12).

    Ο ΧΡΙΣΤΟΣ είναι το ΦΩΣ για το δρόμο της επιστροφής μας στο Θεό και το ΦΩΣ για την χριστιανική μας πορεία μετά την επιστροφή μας. Δεν υπάρχει άλλο φως εκτός από το Χριστό. Κι αν αυτό δεν το πάρουμε στα σοβαρά και το παρατρέξουμε, θα θερίσουμε συνέπειες ανυπολόγιστες και ανεπανόρθωτες. Κι αυτές τις συνέπειες δε θα τις υποστούν μόνο εκείνοι που αρνούνται τελείως το Χριστό, αλλά κι εκείνοι που πιστεύουν μόνο διανοητικά σ’ Αυτόν χωρίς όμως να τον αναγνωρίζουν ως τη μόνη οδό που οδηγεί στο Θεό και χωρίς να Τον κάνουν Σωτήρα τους, αλλά διαλέγουν δρόμους της δικής τους εκλογής, που νομίζουν πως θα τους σώσουν. «Κανένας δεν έρχεται προς τον Πατέρα, παρά μόνο περνώντας από μένα», φωνάζει ο Κύριος. Ο Κύριος, που είναι το ΦΩΣ του κόσμου, μιλάει απόλυτα λέγοντας: «ΚΑΝΕΝΑΣ, από πουθενά αλλού, παρά μονάχα περνώντας από μένα».
    «Υπάρχει πολύ φως για εκείνους που θέλουν να δουν φως, και πολύ σκοτάδι και κείνους που δε θέλουν» είπε κάποτε ο μεγάλος Πασκάλ. Εσύ το είδες το ΦΩΣ αυτό;

 

«…οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι περισσότερο παρά το φως» (Ιωάν. 3:19).

    ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ: «Δε σε ωφελεί να είσαι κοντά στο φως, αν πεισματικά κρατάς τα μάτια σου κλειστά».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που είναι αιχμάλωτοι προκαταλήψεων, ιδιαίτερα σε σχέση με την αλήθεια του Χριστού, και δεν μπορούν να δουν το φως Του και να σωθούν. Αρκούνται σ’ αυτό που έχουν μάθει και ικανοποιούνται με αυτό, κλείνοντας έτσι την καρδιά τους σε κάθε κλήση του Κυρίου, που ζητάει να μπει μέσα και να τους φωτίσει με όλη την αλήθεια. Ο λόγος του Θεού φωνάζει: «Όλα να τα εξετάζετε, το καλό να κρατάτε». Δεν εννοεί να τα εξετάσει κάποιος άλλος για σένα, ούτε να βασιστείς σε κείνον που τα εξέτασε. Αλλά εσύ ο ίδιος να δοκιμάσεις, να πειραματιστείς ποιος είναι ο Χριστός και τότε να κρίνεις. «Γευθείτε και δείτε ότι αγαθός είναι ο Κύριος» λέει ξανά ο Λόγος του Θεού. Και σε ένα άλλο σημείο μας προκαλεί ο Θεός λέγοντάς μας: «Δοκιμάστε με και θα δείτε αν δεν ανοίξω τους ουρανούς μου και σας στείλω ευλογίες που να μην έχετε τόπο να τις βάλετε».

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

 ΈΝΑΣ ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ μια νύχτα δέχτηκε επίσκεψη ληστών. Φοβήθηκε και άρχισε να καλεί βοήθεια. Ξύπνησαν οι αδελφοί, κυνήγησαν τους ληστές και τους έβαλαν στην φυλακή. Ύστερα όμως μετανόησαν γι’ αυτό και το εξομολογήθηκαν στον Όσιο Ποιμένα.  Ο Όσιος λυπήθηκε που είδε τόση μικροψυχία στους μοναχούς κι έγραψε στον Ησυχαστή:  «Σκέψου καλά, αδελφέ, να βρεις από που πήγασε η πρώτη προδοσία και θα καταλάβεις ευθύς και της δευτέρας την αιτία. Αν εσύ ο ίδιος δεν είχες προδοθεί από την ολιγοπιστία και την δειλία σου, δεν θα παρέδιδες στα χέρια της εξουσίας ανθρώπους για να τιμωρηθούν, όσο κακή και αν ήταν η πράξη τους».  Όταν άκουσε αυτά ο Ησυχαστής, κατάλαβε το σφάλμα του και φρόντισε να βγάλει τους ανθρώπους από την φυλακή.

 ΚΑΠΟΙΟΣ ΣΟΦΟΣ Πατήρ λέει:  «Εκείνος που αδικείται και συγχωρεί, ομοιάζει με τον Ιησού. Εκείνος που δεν αδικεί, αλλά ούτε να αδικείται του αρέσει, είναι στην θέση του Αδάμ. Ο άδικος όμως, ο κακεντρεχής κι ο συκοφάντης δεν διαφέρει από τον διάβολο».

 Ο ΑΒΒΑΣ ΓΕΛΑΣΙΟΣ είχε ένα πολύ ωραίο βιβλίο, που περιείχε καλλιγραφημένη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Άξιζε, του είχαν πει, πάνω από δεκαπέντε νομίσματα. Το άφηνε όμως στην εκκλησία να το χρησιμοποιούν όλοι οι αδελφοί στην σκήτη.  Κάποτε, ένας περαστικός καλόγερος έκλεψε το βιβλίο. Ο Αββάς Γελάσιος, αν και το κατάλαβε αμέσως, δεν θέλησε να κυνηγήσει τον κλέφτη.  Εκείνος μόλις κατέβηκε στην πόλη βρήκε αγοραστή και άρχισε να διαπραγματεύεται την πώληση του βιβλίου. Γύρευε δεκαέξι νομίσματα. Ο αγοραστής έλεγε πως δεν άξιζε τόσο. Τέλος, συμφώνησαν να του αφήσει ο καλόγερος το βιβλίο, να το δείξει σε κάποιο γνωστό του, ειδικό σ’ αυτά. Έτσι, το πήρε ο άνθρωπος και το πήγε στον Αββά Γελάσιο, που ήταν φίλος του.  - Να αγοράσω αυτό το βιβλίο για δεκαέξι νομίσματα, Αββά; αξίζει τόσο; τον ρώτησε.
 Ο Όσιος το γνώρισε αμέσως, αλλά δεν το φανέρωσε. Το πήρε στα χέρια του, το ψηλάφησε, σαν να το έβλεπε για πρώτη φορά.
 - Αξίζει, αγόρασέ το, είπε στον φίλο του.
 Γυρίζοντας όμως εκείνος δεν είπε την αλήθεια.
 - Έδειξα το βιβλίο σου στον Αββά Γελάσιο και μου είπε πως γυρεύεις πολλά. Δεν αξίζει τόσο.
 - Δεν σου είπε άλλο τίποτε; ρώτησε εκείνος ταραγμένος, μόλις άκουσε για τον Αββά Γελάσιο.
 - Όχι.
 - Μετανόησα. Δεν θα το πουλήσω, είπε υστέρα από λίγο ο καλόγερος.
 Μέσα του γινόταν μια πάλη. Από την μια μεριά θαύμαζε την ανεξικακία του Όσιου και από την άλλη ελεγχόταν για την κακή πράξη του. Πήρε λοιπόν το βιβλίο κι ανέβηκε στην σκήτη. Όταν βρήκε τον Αββά Γελάσιο, έπεσε στα πόδια του και ζήτησε συγχώρεση, δίνοντας πίσω το κλοπιμαίο. Εκείνος πάλι, όχι μόνο τον συγχώρεσε με όλη του την ψυχή, αλλά επέμενε να του χαρίσει το βιβλίο. Που να το δεχθεί τώρα ο καλόγερος!
 - Αν δεν το πάρεις πίσω, Αββά, δεν θα βρει αναπαύση η ψυχή μου.
 - Αν είναι έτσι, πήγαινε στην εκκλησία και άφησέ το εκεί απ΄ όπου το πήρες, του είπε με καλοσύνη ο Όσιος.
 Από τότε διορθώθηκε ο κακοσυνηθισμένος καλόγερος και ποτέ πια δεν έπεσε σε τόσο βαρύ σφάλμα.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 60-61 )

katafigioti

lifecoaching