Ο σύντροφος του εξορίστου Ντοστογιέφσκυ
Ο Ντοστογιέφσκυ έσερνε τα βήματά του με την συνοδεία βαρβάρων, στον βαρβαρώτερο τόπο της εξορίας: Την Σιβηρία. Ήταν αντίπαλος του καθεστώτος. Σ’ έναν από τους σταθμούς του θλιβερού ταξιδιού του, μια γυναίκα τούβαλε στο χέρι 25 ρούβλια, αρκετά για να αγοράση λίγο ψωμί, σαπούνι, ρούχα, όχι όμως και τη γαλήνη του πνεύματός του. Αλλά μαζί με το χαρτονόμισμα τούδωσε και μια Αγία Γραφή. Αυτή η Βίβλος βοήθησε να μην πεθάνη το μεγάλο πνεύμα του Ντοστογιέφσκυ. Στις σελίδες της έσβησε τη δίψα της ψυχής του.
Και ενώ τα πόδια επλήγιαζαν στην γη της εξορίας, το πνεύμα του εξεκουραζόταν στην Πατρίδα της Πίστεως, της Ειρήνης, της Αγάπης…
Η φωνή του Πνεύματος
Διηγούνται, πως κάποτε μια συντροφιά ασεβών βρήκε τρόπο διασκεδάσεως τη διακωμώδηση του ιερού Ευαγγελίου. Πήρε ο πρώτος της παρέας στα χέρια του την αγία Γραφή και άρχισε να διαβάζη απομιμούμενος τη φωνή του ιερέως του. Το κομμάτι που διάβαζε, ήταν κατά τύχην η παραβολή του Ασώτου.
«Άνθρωπος τις είχε δύο υιούς», εδιάβαζε ο κωμωδός. «Και συναγαγών άπαντα ο νεώτερος απεδήμησεν εις χώραν μακράν…». «Σαν και σένα, Γιάννη», του φώναξε ο πιο έξυπνος και η παρέα άρχισε να καγχάζη.
«Και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού, ζων ασώτως». «Σαν και σένα, Γιάννη», του ξαναφώναξαν αστεϊζόμενοι. Αλλ’ εκείνος αυτή τη φορά δε μίλησε. Κάτι ένοιωθε μέσα του, καθώς έβλεπε μέσα στις γραμμές της παραβολής, που θέλησε να περιγελάση, να αναδύεται ο ίδιος ο εαυτός του. Ένας κόμπος έδενε το λαιμό του. Και όταν έφθασε στο «Αναστάς, πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου», ξέσπασε σε δάκρυα. Οι άλλοι τον κύτταζαν κατάπληκτοι. Αλλ’ εκείνος «αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού». Το πνεύμα του Θεού του είχε μιλήσει σε μια αναπάντεχη στιγμή με ένα εντελώς ξεχωριστό τρόπο…
Και σε σένα κράζει το Πνεύμα, φίλε αναγνώστα. Προσπάθησε ν’ ακούσης τη φωνή του. «Εξαπέστειλεν ο Θεός το πνεύμα του υιού αυτού εις τας καρδίας υμών, κράζον, Αββά ο πατήρ». Ακούεις την κραυγή του; (Από το βιβλίο «Ύδωρ εκ Πέτρας» του κ. Κ. Κούρκουλα)
Απαραίτητη ώρα
Ο περίφημος πρόεδρος των Ηνωμένων πολιτειών Αβραάμ Λίνκολν, εκάλεσε κάποτε ένα συνεργάτη του εις ακρόασιν στις 5 το πρωί. Παρά τέταρτο ο προσκεκλημένος βρισκόταν στα γραφεία του προέδρου και ήκουε συζήτησιν.
- Ποιος είναι μέσα; Ηρώτησε τον θυρωρόν.
- Ο Πρόεδρος, κύριε.
- Συζητεί με κανέναν;
- Όχι, μελετά την Αγία Γραφήν.
- Τόσο πρωί;
- Μάλιστα, κύριε. Ο Πρόεδρος από τις 4 έως τις 5 κάθε πρωί μελετά την Αγίαν Γραφήν και προσεύχεται.
Άραγε στο δικό μας πρόγραμμα υπάρχει μια τέτοια ώρα;
Γιατί είναι γραμμένος ο λόγος του Θεού (Χρυσόστομος)
Θα ήταν βέβαια πιο καλά να μην έχουμε καθόλου ανάγκη από τα γράμματα, αλλά να παρουσιάζουμε βίο έτσι καθαρό, ώστε η χάρις του Θεού, αντί σε βιβλία, να είναι τυπωμένη στις ψυχές μας. Κι όπως το χαρτί είναι γραμμένο με μελάνι, έτσι κι η καρδιά μας να είναι γραμμένη με το Άγιο Πνεύμα. Αλλά μια και ξεπέσαμε από τέτοια χάρι, ας εκμεταλλευόμαστε τουλάχιστο αυτόν τον δεύτερο τρόπο.
Αφού είναι κακό να χρειαζώμαστε τα γράμματα και να μην μπορούμε να δεχθούμε απ’ ευθείας το Πνεύμα , σκέψου τι βαρειά ευθύνη πέφτει επάνω μας, όταν δεν επωφελούμαστε από τη βοήθεια των γραμμάτων. (Χρυσόστομος)
Η λυδία λίθος της ψυχής (Χρυσόστομος)
Οι χρυσοχόοι έχουν μίαν πέτραν πολύτιμον, που την ονομάζουν λυδίαν λίθον. Η πέτρα αυτή έχει την ιδιότητα να ξεχωρίζη το πραγματικό χρυσάφι από το κίβδηλο.
Αλλά μια τέτοια πέτρα, μια τέτοια λυδία λίθος, με την οποίαν ημπορούμεν να ξεχωρίσωμεν την αρετήν από την κακίαν, τους πραγματικούς χριστιανούς από τους ψεύτικους, είναι η Αγία Γραφή. Θέλεις να ιδής αν είσαι γνήσιος ή ψεύτικος χριστιανός; Σε συμβουλεύω ν’ αγοράσης αυτήν την λυδίαν λίθον, την Γραφήν, και ν’ αρχίσης να την μελετάς προσεκτικά. Κάθε φορά που θα διαβάζης έναν στίχον, να ελέγχης τον εαυτόν σου και να τον ερωτάς: αυτό που γράφεται εδώ, το εφήρμοσα; Από την στιγμήν αυτήν θ’ αρχίσης να μπαίνης εις το μεγάλο νόημα του Χριστιανισμού και να γίνεσαι συνειδητός χριστιανός.
(Χρυσόστομος)
Η μελέτη της Γραφής
«Επί πολύν καιρόν εζάλιζα τον εαυτόν μου – λέγει ένας γέρων – δια μερικά δυσνόητα μέρη της Αγίας Γραφής. Ήτο αδύνατον να τα καταλάβω, ή να έχω ικανοποιητικήν ερμηνείαν από άλλους πιο εντριβείς εις τας Γραφάς.
Τέλος, είπα, θα κάνω εις την μελέτην της Γραφής, ό,τι κάνω και όταν τρώγω ψάρι. Όταν συναντώ κάτι τι, που δεν το εννοώ, το αφήνω κατά μέρος και λέγω αυτό είναι «κόκκαλο». Γιατί να πνιγώ με το κόκκαλο, ενώ λέγω ίσως τα καταφέρω να βγάλω και από το κόκκαλο τροφήν. Μεγάλος είναι ο Θεός! Και προσεύχομαι πάντα, να μου ανοίγη ο Θεός τα μάτια, να βλέπω τα θαυμάσια Του, εν τω λόγω της αληθείας Του, τη Αγία Γραφή.
Δεν βιάζομαι και δεν εκβιάζω ερμηνείας. Ένα πράγμα που δεν εννοούσα άλλοτε, με εφώτισε ο Θεός και το κατάλαβα σήμερον. Όλα θέλουν καιρόν και υπομονήν. Η υπομονή είναι σοφία, και αποβαίνει πάντοτε, συν Θεώ σωτηρία».
(από το βιβλίο Ψιχία από της τραπέζης, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)