Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Όλο το μυστικό είναι η προσευχή.

Όταν υπάρχει ταπείνωση δεν υπάρχει κατάθλιψη. Ο εγωιστής στενοχωριέται πολύ με το καθετί.

Ο ταπεινός είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος απ’ όλους κι απ’ όλα.

Αυτό γίνεται μόνο με την ένωση με τον Χριστό.

Όπου αγάπη, εκεί ελευθερία.

Ζώντας μέσα στην αγάπη του Θεού, ζείτε μέσα στην ελευθερία.

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Ήταν Νοέμβριος του 1971. Οι δύο φοιτητές κατηφόρισαν από τους Δανιηλαίους με κρατημένη αναπνοή. Πέρασαν το πρώτο σπιτάκι, υποκλίθηκαν στον μοναχό που σκυφτός εργοχειρούσε, λέγοντας «ευλόγησον, γέροντα», και συνέχισαν παρακάτω για το ησυχαστήριο του παπα-Εφραίμ. Ο πρώτος, πιο ζωηρός, λιγότερο προσεκτικός, μετά δύο- τρία αναπάντητα χτυπήματα στην εξωτερική πόρτα, άνοιξε και ακολουθούμενος από τον ευγενικό και συνεσταλμένο συμφοιτητή του προχώρησε. Πέρασε μπρος από το φουρνάκι και συνέχισε στο μικρό μπαλκονάκι έξω από την κουζίνα. «Παπα-Εφραίμ», φώναξε διακριτικά. Άκρα σιγή.
Μια σκιά αδημονίας πέρασε από την ψυχή του. Πού να ‘ναι άραγε; Η ψυχή του γεμάτη τόση λαχτάρα, τόσο θαυμασμό από όσα είχε ακούσει για τη χειμαρρώδη αγάπη, για τη δια βίου υπακοή, για τη γνώση και άσκηση της νοεράς προσευχής και άλλα θαυμαστά, βιαζόταν να συναντήσει τον ποθούμενο. Η φαντασία του γεμάτη σχήματα και ιδέες που προσπαθούσε να τις συνταιριάσει, για να παραστήσει εκ των προτέρων τον ασκητή παπα-Εφραίμ.
Ξαναφώναξε λίγο δυνατότερα κάτω απ’ τα παράθυρα του σπιτιού και πέρασε σκυφτός τη μικρή παλιά πόρτα της μεγάλης ισογείου τζαμαρίας. Έκανε δεξιά και άρχισε να ανεβαίνει την πετρόχτιστη σκάλα. Επιτέλους ακούστηκαν βαριά βήματα στο ξύλινο πάτωμα του ορόφου. Στα τελευταία δύο σκαλιά η πόρτα της απλωταριάς άνοιξε και φάνηκε η λεπτή υψηλή κορμοστασιά, τυλιγμένη σε μακρύ χιλιομπαλωμένο παλτό. Ο παπα-Εφραίμ. Ένα πρόσωπο λαμπερό, νεανικό, πλαισιωμένο με μία πάλλευκη γενιάδα. Το αετίσιο βλέμμα φωλιασμένο στις βαθειές κόγχες, οξύ και διερευνητικό, αστραφτερό.
Κάθησαν στο παγκάκι της κλειστής με τζαμαρία απλωταριάς, έξω από την εκκλησία. Ο παπα-Εφραίμ κράτησε κοντά του τον δεύτερο νέο και άρχισαν μια χαριτωμένη συνομιλία περί του γέροντος Αιμιλιανού, ηγουμένου τότε του Μεγάλου Μετεώρου και αργότερα της Σιμωνόπετρας. Ήταν ο πνευματικός πατέρας του νέου.
«Ήρθε», έλεγε ο Γέροντας, «κάθησε απέναντί μου στο δωμάτιο, έβγαλε τον σκληρό σκούφο του. Ντυμένος σαν πριγκιπόπουλο. ‘‘Είμαι ηγούμενος στα Μετέωρα’’, είπε. ‘‘Θα ήθελα να σας ρωτήσω για τη νοερά προσευχή’’. ‘‘Στα Μετέωρα πολύς κόσμος, γέροντα. Να έρθετε στο Άγιον Όρος’’, του απάντησα. Σαν έφυγε, λέω: ‘‘Ας κάνω λίγη προσευχή να δω τι άνθρωπος είναι αυτός’’». Κούνησε χαρακτηριστικά το χέρι του. «Αυτός, παιδί μου, είναι ευωδία». Κάποια στιγμή γύρισε στον άλλο νέο που τελείως σιωπηλός άκουγε.
─ Εσύ δεν λες τίποτε.
─ Ακούω, Γέροντα.
Ήθελε να του πει: «Μου αρκεί που σε βλέπω».
Θέλοντας όμως να διαπιστώσει τα υψηλά νοήματα και καταστάσεις του νηπτικού ασκητή που είχε στην ιδέα του, ρώτησε: «Γέροντα, πώς θα σωθούμε εμείς;» Έπεσε καταπέλτης επάνω του η απλότητα της απάντησης: «Με την εξομολόγηση και τη Θ. Μετάληψη. Όλα τα άλλα μόνα τους θα ακολουθήσουν». Χίλιες δύο νηπτικές ιδέες και περίτεχνα θεωρήματα της ευσεβούς διανοίας διαλύθηκαν μπρος σ’ αυτήν την απλότητα.

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000

 

Το κυριώτερο μέλημα
Πρώτιστο και κύριο μέλημα κάθε ανθρώπου πρέπει να είναι η μέριμνα για τη σωτηρία της πολύτιμης και αθάνατης ψυχής του. Ούτε η δημιουργία περιουσίας ούτε η κατάληψη επίζηλων θέσεων, ούτε η απόκτηση επιστημονικών γνώσεων, ούτε οτιδήποτε άλλο από εκείνα στα οποία αφοσιώνονται συνήθως οι άνθρωποι, μπορεί να παραβληθεί και να συγκριθεί με την ανάγκη του πνευματικού καταρτισμού μας. Είναι όντως ασύγκριτη και ανώτερη κάθε άλλης επιδιώξεως και προσπάθειας η αδιάλειπτη και συνεχής φροντίδα για την καλλιέργεια της ψυχής μας, γιατί από αυτήν εξαρτάται το αιώνιο μέλλον μας και η παντοτινή μας ευτυχία. Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει «Να μην επιδιώκουμε την απόκτηση πλούτου, να μην αποφεύγουμε τη φτώχεια, αλλά πάνω απ’ όλα να φροντίζουμε την ψυχή μας και να την κάνουμε ικανή να διάγει καλώς στην παρούσα ζωή και να είναι έτοιμη για την αιώνια ζωή». (Περί μετανοίας και προσευχής, ομιλία δ΄Mont faucon 305D)
Πόσο μεγάλο και σοβαρό είναι το θέμα της σωτηρίας της ψυχής μας αποδεικνύεται από το ότι, ακριβώς γι’ αυτήν, χρειάσθηκε ένας Θεός να γίνει άνθρωπος και «δι ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν» να προσφέρει εκουσίως τον Εαυτό Του θυσία και λύτρο, ώστε να μας χαρίσει την απολύτρωση και τη θέωση. Για τούτο και ο Θεάνθρωπος Κύριος ονομάζεται Ιησούς, που σημαίνει Σωτήρ. Με την σταυρική Του θυσία έγινε «ο αρχηγός της σωτηρίας» μας (Εβρ. 2,10). Γι’ αυτό και ο Ιερός Χρυσόστομος χαρακτηριστικά παρατηρεί «Θάνατου θάνατος ο θάνατος (του Κυρίου) γέγονε» (P.G. 60, 485).
Σκοπός μας λοιπόν είναι να θέσουμε επί κεφαλής των φροντίδων μας το πως θα κατορθώσουμε να οικειοποιηθούμε, δηλ. να καταστήσουμε δική μας τη σωτηρία και τη χάρη που μας προσφέρει ο Ιησούς. Εάν αυτό δεν το θελήσουμε μόνοι μας και αν δεν αποφασίσουμε να εκμεταλλευθούμε αυτή τη σπουδαία ευκαιρία, θα μένουμε διαρκώς στην πλάνη και πυκνό σκοτάδι θα κυριαρχεί εντός μας. Το φως του Χριστού θα παραμένει για μας άγνωστο και ενώ ονομαζόμαστε χριστιανοί, εν τούτοις μικρή ή καμμία σχέση θα έχουμε με τον Κύριο και το σωτηριώδες έργο Του. Αντίθετα, αν με την θέλησή μας επιθυμήσουμε τον πνευματικό μας καταρτισμό, τότε σύντομα θα δούμε τους καρπούς της προσπάθειάς μας πάνω στον εαυτό μας και θα αισθανθούμε την ικανοποίηση, που προσφέρει στον άνθρωπο η μυστική εσωτερική πληροφορία για τη σωτηρία του.

Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Εκδόσεις Χρυσοπηγή

ΑΓΑΠΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΓΑΜΟ

Είναι από τα ευαγγελικά παράδοξα να είμαστε πληρωμένοι στην κένωσή μας,

δοξασμένοι στο σταυρό μας, αυξημένοι στην ελάττωσή μας, πλούσιοι στη φτώχεια μας,

δυνατοί στην ασθένεια μας. Αυτός είναι ο πνευματικός νόμος, ο νόμος της αγάπης,

που χαρίζεται σαν νόμος των τελείων, νόμος της ελευθερίας.

Γιατί μόνο η αγάπη είναι η μόνη δυνατή ελευθερία, η αληθινά ελεύθερη ελευθερία.

Είναι η ζωή που «αρχίζει όταν προτιμάμε τον άλλο από τον εαυτό μας, όταν δεχόμαστε

τη διαφορά του και την απαράγραπτη ελευθερία του».

Αυτή είναι η υπερβολή της αγάπης που νικά την ένδεια και το φόβο, την αμφιβολία και

την αβεβαιότητα, την εγωκεντρική πίεση και τη μοναξιά, την αδυναμία και τους περιορισμούς,

τη δουλεία και την αλλοτρίωση, την κόλαση και το θάνατο. Είναι η παντοδυναμία που κάνει

πραγματικά δυνατή τη ζωή αυτού εδώ του κόσμου και αποκαλύπτει την ποιοτική διάσταση

του μέλλοντα αιώνα, όταν βέβαια η αγάπη παραμένει «πηγή πυρός» (Ιωάννης της Κλίμακος).

("Μείνατε εν τη εμή ΑΓΑΠΗ", εκδόσεις Ακρίτας, σ. 53)

Εάν παρακαλέσω τους αγίους για το πάθος της ψυχής ή του σώματος, και πιστεύω ότι υπάρχει άμεση θεραπεία, άραγε θα γίνει έτσι, κι αν ακόμα δε με συμφέρει η άμεση θεραπεία;

Απόκριση Ιωάννη: Δεν είναι καλό από τώρα να προσεύχεσαι με αυθεντία, χωρίς να γνωρίζεις αν σε συμφέρει να γιατρευθείς από το πάθος, αλλά να το αφήσεις σ’ εκείνον που είπε· «ο ουράνιος Πατέρας σας γνωρίζει τι χρειάζεσθε, προτού να του το ζητήσετε». Έτσι λοιπόν προσευχήσου στο Θεό, λέγοντας· “Δέσποτα, είμαι στα χέρια σου, ελέησε με σύμφωνα με το θέλημα σου· και αν με συμφέρει, θεράπευσε με γρήγορα”. Παρακάλεσε τους αγίους να προσευχηθούν το ίδιο και πίστεψε αδίστακτα, ότι θα κάνει αυτό που σε ωφελεί. Και ευχαρίστησε τον σε κάθε περίπτωση, ενθυμούμενος το, «να τον ευχαριστείτε για το κάθε τι», και θα ωφεληθείς στην ψυχή και στο σώμα.

(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τ. 18Β, σ. 271)

Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα των Θεοφανίων περιέχει έναν λόγο του Χριστού μεγάλης σπουδαιότητας. Σ’ αυτόν τώρα θέλω λίγο να στρέψω την προσοχή σας.

Του μεγάλου αυτού γεγονότος της Θεοφάνειας του Κυρίου προηγείται κήρυγμα στις όχθες του Ιορδάνη ποταμού, του Ιωάννου του Προδρόμου του Κυρίου, του μείζονος μεταξύ των ανθρώπων που γέννησαν ποτέ οι γυναίκες. Το φλογερό του κήρυγμα της μετανοίας για το οποίο προετοιμαζόταν είκοσι ολόκληρα χρόνια στην έρημο της Ιουδαίας τραβούσε προς αυτόν μεγάλο πλήθος ανθρώπων. Ο πύρινος λόγος του κηρύγματός του έκαιγε τις καρδιές των ανθρώπων τους οποίους βάπτιζε στα νερά του Ιορδάνη καθαρίζοντας τις αμαρτίες τους. Την μεγάλη εκείνη ημέρα με πολλή έκπληξη παρατήρησε ότι μεταξύ των άλλων που έρχονται για να βαπτιστούν βρίσκεται και Εκείνος τον οποίον μέχρι τότε δεν είχε γνωρίσει αλλά περί του οποίου του είχε αποκαλυφθεί ότι θα βαπτίζει με το Πνεύμα το Άγιο. Και αφού έπεσε στα πόδια του, του είπε με δέος: «εγώ χρείαν έχω υπό Σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;» (Μτ. 3, 14).

Εμείς, που ήδη είμαστε βαπτισμένοι εν Πνεύματι Αγίω και πυρί, δεν θα μπορούσαμε να καταλάβουμε γιατί ο αναμάρτητος Υιός του Θεού πήγε στο δούλο του τον Ιωάννη και ζήτησε να βαπτιστεί από αυτόν με το βάπτισμα της μετανοίας για να Του αφε­θούν οι αμαρτίες του, τις οποίες δεν είχε, αν ο ίδιος ο Χριστός δεν μας το έλεγε απαντώντας στην ερώτηση του Προδρόμου το εξής: «άφες άρτι· ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην» (Μτ. 3, 15).

Ω, Κύριε μας! Σε προσκυνούμε εσένα και τον Πρόδρομο Σου και Σε ευχαριστούμε από τα βάθη της καρδιάς μας για το ότι μας έμαθες να σεβόμαστε και να τιμάμε «πάσαν δικαιοσύνην» και να μισούμε την οποιαδήποτε αδικία, διότι εκείνη προέρχεται από τον διάβολο. Κάθε δικαιοσύνη, ακόμα και η πιο ασήμαντη δίκαιη πράξη, είναι ευλογημένη από τον Θεό. Έλαβες το βάπτισμα από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη ποταμό για την άφεση αμαρτιών διότι ήθελες να εκπληρώσεις ό,τι προβλέπει το σχέδιο του Θεού. Η κατάδυση στα νερά του Ιορδάνη αποτελούσε σφράγισμα της μετανοίας γι’ αυτούς που έρχονταν να βαπτιστούν. Διότι για την ολόκαρδη μετάνοια, αυτός που δεχόταν το βάπτισμα του Ιωάννη, λάμβανε από τον Θεό την άφεση των αμαρτιών του.

Το βάπτισμα όμως αυτό δεν ανακαίνιζε τον άνθρωπο και δεν ήταν γι’ αυτόν μία δεύτερη γέννηση, όπως αυτό γίνεται στο μεγάλο μυστήριο του βαπτίσματος, με το άγιο Πνεύμα, με το οποίο βαπτιζόμαστε εμείς οι χριστιανοί. Ήταν λοιπόν δίκαιο το βάπτισμα του Ιωάννου. Δεν μίλησε όμως μόνο γι’ αυτήν την δικαιοσύνη, ο Σωτήρας μας στον Ιωάννη για να τον καθησυχάσει και να λύσει την απορία του, αλλά για την πάσα δικαιοσύνη, δηλ. το σχέδιο του Θεού. Με τον θείο λόγο του αγίασε και ευλόγησε την κάθε αλήθεια και συνεπώς κατέκρινε την οποιαδήποτε αδικία.

Σκεφτείτε, αγαπητοί μου, άνθρωποι του ίδιου με μένα πνεύματος, κοινωνοί του μικρού ποιμνίου του Χριστού, πόση αδικία υπάρχει στον κόσμο! Πόσο μεγάλη αμαρτία είναι ο πόλεμος, όταν οι λαοί, ακόμα και οι χριστιανικοί λαοί, εξοντώνουν ο ένας τον άλλον! Αν ο φόνος ενός μόνο ανθρώπου σε πολλούς λαούς τιμωρείται με θάνατο, τότε πώς ο Κύριος θα τιμωρήσει αυτούς που ευθύνονται για το φόνο δεκά­δων εκατομμυρίων ανθρώπων; Η οποιαδήποτε αμαρτία είναι αδικία και ο πόλεμος είναι η εσχάτη αδικία την οποία όλοι μας πρέπει να την μισούμε.
Μεγάλη αδικία υπάρχει στα κράτη εκείνα όπου η γη, που δόθηκε από τον Θεό σε όλους τους ανθρώπους, και ιδιαίτερα σ’ αυτούς που την καλλιεργούν, δεν ανήκει στον λαό και στο κράτος αλλά σ’ εκείνους τους ανθρώπους που έχουν εξουσία, που τους την δίνει το χρήμα. Και πόση ακόμα αδικία υπάρχει στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, ακόμα και μεταξύ των συγγενών και μελών της ίδιας οικογένειας. Η αδικία αυτή χαροποιεί πάρα πολύ το διάβολο. Δεν ήταν έτσι τα πράγματα στην εποχή των αποστόλων, μεταξύ των πρώτων χριστιανών. «Του δε πλήθους των πιστευσάντων ην η καρδία και η ψυχή μία, και ουδέ εις τι των υπαρχόντων αυτώ έλεγεν ίδιον είναι, αλλ’ ην αυτοίς άπαντα κοινά. Και μεγάλη δυνάμει απεδίδουν το μαρτύριον οι απόστολοι της αναστάσεως του Κυρίου Ιησού, χάρις τε μεγάλη ην επί πάντας αυτούς. Ουδέ γαρ ενδεής τις υπήρχεν εν αυτοίς· όσοι γαρ κτήτορες χωρίων ή οικιών υπήρχον, πωλούντες έφερον τας τιμάς των πιπρασκομένων και ετίθουν παρά τους πόδας των αποστόλων διεδίδοτο δε εκάστω κα­θότι αν τις χρείαν είχεν» (Πράξ. 4, 32-35).

Δεν είναι μόνο ο λόγος αυτός του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, για το σχέδιο του Θεού, που αποτελεί το μεγαλείο της σημερινής εορτής. Η Βάπτι­ση του Κυρίου μας έχει για μας επίσης ύψιστη σημασία διότι έχουμε την φανέρωση της Αγίας Τριάδος. Την στιγμή που ο Υιός του Θεού ανέβαινε από το νερό πάνω, από τον ουρανό, ακούστηκε η φωνή του Θεού Πατέρα που μαρτυρούσε για τον Υιό του λέγοντας: «ουτός εστίν ο Υ’ιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (Μτ. 3, 17). Και το Πνεύμα το Άγιο «εν είδει περιστεράς» κατέβηκε από τον ουρανό πάνω στο κεφάλι του προαιώνιου Υιού του Θεού. Έχει μεγάλη σημασία αυτή η Θεοφάνεια, όπως αλλιώς ονομάζεται η εορτή της Βαπτίσεως του Κυρίου. Ο ίδιος ο τρισυπόστατος Θεός φανέρωσε την θεότητα του Δευτέρου Προσώπού του, του ενσαρκωμένου Λόγου του Θεού. Ο Θεός Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα σαν να παρουσίασαν στην ανθρωπότητα τον Σωτήρα του γένους των ανθρώπων.

Δεν αρκούν αυτά σ’ εκείνους που δεν πιστεύουν στον Κύριο Ιησού Χριστό; Δεν τους συγκινεί η θεία του διδασκαλία, με την οποία δεν μπορεί να συγκριθεί καμμία ανθρώπινη; Δεν τους αρκούν τα θαύματά του με τα οποία ο Χριστός επιβεβαίωνε το κήρυγμά του; Δεν τους φτάνει το ότι το κήρυγμά του το σφράγισε με το τίμιο αίμα του πάνω στον φοβερό σταυρό του Γολγοθά; Και το ότι αναστήθηκε την τρίτη ημέρα μετά το θάνατό του, και που για σαράντα ημέρες, μετά την ανάστασή του, φανερώθηκε πολλές φορές στους μαθητές του, και ολοκλήρωσε το έργο της σωτηρίας του κόσμου με την ένδοξη ανάληψή Του στους ουρανούς από το όρος των Ελαιών;

Ω, Υιέ του Θεού! Ω, Σωτήρα μας, Κύριε Ιησού Χριστέ! Στα έργα της αγάπης σου, στα αμέτρητα θαύματά σου, πρόσθεσε και ένα άλλο θαύμα: άγγιξε με την δεξιά σου τη λίθινη καρδιά τους και δώσε σ’ αυτούς «καρδιά σαρκίνη». Αμήν.

(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας, «Λόγοι και Ομιλίες», τ. Β΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ.53-57)

[…] Αλλά τι να πούμε και για τον προερχόμενον από την έρημον Ιωάννη, το παράδοξο αυτό και πολυπόθητο για τους Ισραηλίτες θέαμα, τον άγγελο του Θεού, ο οποίος χειροτονήθηκε απόστολος πριν τους Αποστόλους; Όμως ένας τόσο μεγάλος Βασιλιάς τέτοιο στρατιώτη έπρεπε να έχει, αυτόν τον τόσο μεγάλο Προφήτη, ο μέγιστος Αρχιερεύς. Και ας κατανοήσουμε ποιο και πόσο μεγάλο μυστήριο έχουμε ενώπιον μας: επειδή ήταν ανάρμοστο, ενώ παρευρίσκεται ο νυμφαγωγός, να απουσιάζει ο νυμφίος, και ενώ η φωνή αναβοά, να μην ακούεται ο Λόγος, τι γίνεται, πώς τα οικονόμησε ο Θεός; Συστέλλεται κάπως στην αφάνεια ο Ιωάννης από τη βρεφική ακόμη ηλικία, ζώντας υπερφυσικά σαν κάποιος «λύχνος υπό μόδιον (κάδο)» μέσα στην έρημο· και εκεί ακούει θείες φωνές και αξιώνεται να δει θείες οπτασίες· μυσταγωγείται στα απόρρητα και διδάσκεται, όπως τότε που ήταν ακόμη έμβρυο, ποιος είναι ο Ιησούς, ότι δηλαδή είναι Υιός Θεού, και ότι εκείνος στον οποίο θα δει την πνευματοειδή περιστερά να «καταβή και να μείνη επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίσων (που θα βαπτίσει) εν Πνεύματι Αγίω».

Και όταν συμπληρώθηκε «το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» και η περίοδος της τριακονταετούς παρατάσεως έλαβε τέλος, τότε «και ο λύχνος επί την λυχνίαν καιόμενος, και φαίνων πάσι τοις εν τη οικία αγαλλιάσιμα» – εάν εννοήσουμε ως οικία την Ισραηλιτική Συναγωγή. Επεφάνη δε τότε και το αληθινό φως που φωτίζει τον κόσμο. Ω του θαύματος! Ο ήλιος προς τον αστέρα, ο λόγος προς τη φωνή, ο νυμφίος προς τον φίλο, επειδή αυτό ήταν το σχέδιο της Θείας Οικονομίας, ώστε με αυτόν τον τρόπο της προσεγγίσεως να εκπληρωθεί στο πρόσωπο του Ιησού «πάσα δικαιοσύνη», και για να μιλήσουμε ευαγγελικά, «ο μεν ένας να αυξάνη, ο δε άλλος να ελαττούται». Πράγματι, πώς θα ήταν δυνατόν να μην ελαττωθεί το φως του λύχνου, ή και να αποσυρθεί εντελώς, αφού ήδη ο Ήλιος της δικαιοσύνης με τα θαύματά του αστραποβολούσε εξαίσια; Βλέπεις πόσο χρονικό διάστημα χρειάσθηκε για να ολοκληρωθεί σωματικά ο Ιησούς, κατά την διάρκεια του οποίου υποτασσόταν στους γονείς του; «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού»! Γιατί άραγε; Όσοι είναι υψηλοί στις θεωρητικές αναβάσεις και γνωρίζουν τα βάθη του Πνεύματος, ας δώσουν ο καθένας τη δική του εξήγηση· κατά τη δική μου γνώμη όμως, για δύο λόγους: για να νομοθετήσει ο νομοθέτης όλων των νομοθετών με τη δική του υποταγή την υπακοή των τέκνων προς τους γονείς και για να αγιάσει όλα τα στάδια της ηλικίας και τρίτον για να μην επιδείξει ο παντέλειος κάποια ξένη προς τη δική μας και ανόμοια βιοτή, εφ’ όσον μάλιστα ήθελε να μας παρουσιάσει τον τέλειο τρόπο ζωής. Αφού και τώρα, μολονότι είχε φθάσει στην τελεία ανδρική ηλικία, ο Άρειος τόλμησε να διακηρύξει ότι το σώμα του ήταν άψυχο· ο δε Απολινάριος, ακολουθώντας τον προηγούμενο ως προς την ασέβεια, να φλυαρήσει ότι ο Κύριός μας δεν είχε νου· ο δε νέος Μανιχαίος φθάνοντας στο αποκορύφωμα της ασέβειας, να δογματίσει ότι δεν πρέπει να εικονίζεται. Και ας δούμε πόση είναι η διαφορά του ενός από το άλλο· αυτός μεν που δίδει τον χαρακτηρισμό του άψυχου, αφαιρεί τη ζωή από το σώμα του Δεσπότη· διότι ό,τι στερείται ψυχής, βρίσκεται βεβαίως και έξω από τη ζωή. Εκείνος δε που φλυαρεί ότι ο Κύριος είναι άνους, τον συναριθμεί με την άλογη φύση επειδή κάθε τι που δεν έχει νου είναι και άλογο· ο άλλος δε που υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να εικονίζεται, αρνείται εντελώς τη σωματική φύση του Δεσποτικού σώματος· διότι αφού δεν εικονίζεται σημαίνει ότι είναι ασώματο. Πράγματι αν έχει σώμα, και κάθε σώμα μπορείς να το αγγίσεις, και έχει κάποιο χρώμα, αναγκαίως έπεται ότι ημπορεί και να εικονισθεί, εκτός βέβαια εάν περιττολογούμε· διότι εάν δεν είναι δυνατόν να εικονισθεί, τότε αναμφιβόλως εξέρχεται από τα όρια του σωματικού και ανήκει στη φύση των ασωμάτων. Τίποτε, όπως φαίνεται, δεν μπορεί να συγκρατήσει τη γλώσσα που ασεβεί, όταν υποστηρίζεται και από τη δύναμη της εξουσίας.

Ας ανυψώσουμε όμως το βλέμμα στις προφητικές θεοπτίες και ας δούμε πώς προτυπώνεται σ’ αυτές το ιερότατο βάπτισμα· διότι σ’ αυτό μας καλεί η συνέχεια του λόγου. Τι λέγει λοιπόν ο Ησαΐας; Ας αναφέρουμε εκλεκτικά: «Ευφράνθητι έρημος διψώσα, ότι ερράγη (θα αναβλύσει) εν ερήμω ύδωρ, και φάραγξ εν γη διψώση». Απευθύνεται δηλαδή στην ανθρωπινή φύση, αυτή που είναι έρημος όσον αφορά την καρποφορία, η οποία προϋποθέτει πίστη και αγαθά έργα· και ως εκ τούτου, επειδή διψά το ύδωρ της υιοθεσίας, ανέβλυσε προς χάριν της σαν ρεύμα ποταμού το ύδωρ του Βαπτίσματος στον Ιορδάνη· και τότε τι έγινε; «Και έσται η άνυδρος εις έλη», εννοεί πλούσια σε πίστη· «και εις την διψώσαν γην, πηγή ύδατος έσται», η κρήνη αυτή της υιοθεσίας δηλαδή· «και εκεί έσται ευφροσύνη ορνέων», εκείνων δηλαδή που αναγεννιούνται με το βάπτισμα, οι οποίοι ως προς τον τρόπο της ζωής μοιάζουν με τα όρνεα, αφού και αυτά εκ φύσεως ευχαριστούνται να διαβιώνουν στα νερά. Αλλά και κατά τον Γεδεών τι είναι η πλήρης ύδατος λεκάνη; Και εδώ ο λόγος σημαίνει την όμοια με μήτρα κολυμβήθρα, η οποία έχει σχήμα κυκλικό και είναι τορνευμένη από παντού, όπως η αναμαρτησία· σ’ αυτήν ξεχύθηκε η ιαματική δροσιά του νοητού πόκου, η πλήρης Αγίου Πνεύματος. Εδώ αναγεννιούνται οι «νεοτελείς παίδες» του Θεού αντικαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την «εκ σαρκός και αίματος» γέννησή τους· και ανυψώνονται «εις άνδρα τέλειον» τόσον, ώστε να κατανικούν με την Τριαδική λατρεία το γένος των δαιμόνων. Και κατά τον Ηλία όμως, τι είναι η τριπλή έκχυση του ύδατος επάνω στο θυσιαστήριο και στο ολοκαύτωμα; Θεωρώ ότι φανερώνει ή την τριττή υπόσταση της θείας μακαριότητας, την οποίαν επικαλείται ο ιερέας κατά το βάπτισμα, ή την τριττή κατάδυση του βαπτιζόμενου. Και ο Νεεμάν ανέρχεται από το νερό, σύμφωνα με τη διαταγή του Ελισαίου, πλήρως καθαρισμένος· «επέστρεψε», λέγει, «η σαρξ αυτού ως σαρξ παιδαρίου μικρού, και εκαθαρίσθη». Το θαύμα αυτό συμβολίζει την πλήρη απαλλαγή του βαπτιζομένου από τις πληγές των αμαρτιών, και σημαίνει ότι αυτός ανέρχεται από το νερό με ψυχή καθαρισμένη από κάθε κηλίδα των προηγούμενων πλημμελημάτων.

Εάν μάλιστα θέλεις να μάθεις και το άμισθο της πνευματικής αναγεννήσεως, άκουσε τον Ησαΐα που λέγει; «Οι διψώντες. πορεύεσθε εφ’ ύδωρ και όσοι μη έχετε αργύριον, βαδίσαντες αγοράσατε, και φάγετε και πίεσθε άνευ αργυρίου και τιμής». Όποιος δηλαδή επιθυμεί κάποιο χάρισμα, ακόμη και αν δεν το λάβει, κέρδισε ζωή. Αλλά αυτά ούτως ή άλλως λαμβάνονται και μετέχοντα εδώ μερικώς· και η ιδική μου δε πτωχή διάνοια προσκόμισε ανάλογο με τη δεκτικότητά της αφιέρωμα στα προεόρτια. Συ όμως, παρακαλώ, κοίταξε τι γεγονότα θαυμαστά παρατηρούνται· οι κολυμβήθρες έχουν γεμίσει από νερά· βλέπουμε τις πηγές και τις βρύσες, τους ποταμούς και τις λίμνες να έχουν γίνει δοχεία του Πνεύματος· η φύση των υδάτων ανυψώθηκε σε τιμή υπέρτιμο· φώτα πολύμορφα που μοιάζουν με αστέρια ετοιμάζονται να φωτίσουν όλη τη γη κατά την ιερή εκείνη νύκτα. Σε κάθε δε πόλη και χώρα υπάρχουν κήρυκες της Εκκλησίας, οι οποίοι ιερουργούν τα θεία και υψηλά αυτά μυστήρια και αγιάζουν τα ύδατα διά της επιφοιτήσεως σε αυτά του θείου Πνεύματος. Είθε με την μετάληψή τους να αγιαστούμε και εμείς και να φωτισθούμε αυτή την ημέρα από το γεμάτο φως Πνεύμα, «εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ω η δόξα και το κράτος, συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».

("Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", εκδ. Ι. Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Άγιον Όρος, σελ. 642-646)

9. Έχουμε βαπτιστεί εν Χριστώ τω Κυρίω ημών. Είμαστε χριστιανοί μόνο στους τύπους· δεν είμαστε όπως θα μας ήθελε ο Θεός. Τίποτα καλό δεν υπάρχει μέσα μας…. δεν μπορεί να υπάρχει, αφού έχουμε αρνητικούς λογισμούς και οργιζόμαστε, περιφρονώντας τον πλησίον μας. Διαβάζουμε βιβλία, αλλά δεν κατανοούμε. Ποιος από τους φιλοσόφους και τους επιστήμονες θα μπορούσε να πει για τον εαυτό του, «Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάνν. 14,6); Ούτε ένας. Ούτε ένας τους δε θα μπορούσε να πει «Εγώ ειμί ο άρτος της ζωής» (Ιωαν. 6,47). Οι άνθρωποι είναι πολύ στενόμυαλοι. Πολύ λίγοι καταλαβαίνουν. Βρίσκονται πλησιέστερα στο ψέμα παρά στην αλήθεια.

10.Έχουμε κληθεί να κάνουμε καλά έργα, αλλά δεν θα σωθούμε μέσα από αυτά. Αν ήταν να σωζόμαστε εξαιτίας των καλών μας έργων, τότε δε θα ήταν απαραίτητο να κατέλθει ο Κύριος στη γη για να μας σώσει. Σωζόμαστε μόνο δια του ελέους του Θεού. Είναι το έλεος του Θεού που μας σώζει. Ο Κύριος σώζει. Τα καλά μας έργα μπορεί να μας δώσουν κάποια ανταμοιβή, αλλά τη σωτηρία είναι ο Κύριος που τη δίνει.

(από το βιβλίο «Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας - Βίος και διδαχές του Γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα», σελ. 204-205)

Η πιο φοβερή κι η πιο ανεξιχνίαστη δύναμη στον κόσμο είναι ο Χρόνος, ο Καιρός. Καλά-καλά τι είναι αυτή η δύναμη δεν το ξέρει κανένας, κι όσοι θελήσανε να την προσδιορίσουνε μάταια πασκίσανε.

Το μυστήριο του Χρόνου απόμεινε ακατανόητο, κι ας μας φαίνεται τόσο φυσικός αυτός ο Χρόνος. Τον ίδιο το Χρόνο δε μπορούμε να τον καταλάβουμε τι είναι, αλλά το νοιώθουμε μοναχά από την ενέργεια που κάνει, από τα σημάδια που αφήνει πάνω στην πλάση. Η μυστηριώδης πνοή του όλα τ’ αλλάζει. Δεν απομένει τίποτα σταθερό, ακόμα κι όσα φαίνονται σταθερά κι αιώνια. Μια αδιάκοπη κίνηση στριφογυρίζει όλα τα πάντα, μέρα-νύχτα, κι αυτή την άπιαστη και κρυφή κίνηση δε μπορεί να τη σταματήσει καμιά δύναμη. Τούτο το πράγμα που το λέμε Χρόνο, το έχουμε συνηθίσει, είμαστε εξοικειωμένοι μαζί του, αλλιώς θα μας έπιανε τρόμος, αν είμαστε σε θέση να νοιώσουμε καλά τι είναι και τι κάνει. Όπως είπαμε, δουλεύει μέρα-νύχτα, αιώνες αιώνων, αδιάκοπα, βουβά, κρυφά, κι όλα τ’ αλλάζει με μία καταχθόνια δύναμη, άπιαστος, αόρατος, ανυπάκουος, τόσο, που να τον ξεχνά κανένας και να θαρρεί πως δεν υπάρχει, αυτός που είναι το μόνο πράγμα που υπάρχει και που δε μπορεί η διάνοιά μας, με κανέναν τρόπο, να καταλάβει πως κάποτε δεν θα υπάρχει, πως θα καταστραφεί, πως θα λείψει. Πώς, αφού αυτό το «κάποτε» είναι ο ίδιος ο Χρόνος; Πώς μπορεί να φανταστεί κανένας πως κάποτε θα πάψει να υπάρχει αυτό το ίδιο το «κάποτε»;

Αν λείψει ο Χρόνος, θα λείψουνε όλα τα πάντα. Αυτός τα γεννά κι αυτός πάλι τα λυώνει, τα κάνει θρύψαλα, και τα εξαφανίζει. Γι’ αυτό οι αρχαίοι Έλληνες λέγανε στη Μυθολογία τους πως ο Κρόνος, δηλαδή ο Χρόνος, έτρωγε τα παιδιά του. Γέννηση, μεγάλωμα, φθορά και θάνατος είναι τ’ ακατάπαυστα έργα του. Ενώ βρίσκεται γύρω μας, απάνω μας, μέσα μας, δεν το νοιώθουμε ολότελα, αυτό τον ακατανόητο άρχοντά μας, αυτός που είναι φίλος κι εχθρός μας, γιατί αυτός μας φέρνει όλα τα καλά που μας χαροποιούνε, κι όλα τα κακά που μας πικραίνουνε. Μας δίνει τη γέννηση, τη γλυκιά λέξη της ζωής, τη χαρά της νιότης, τη δύναμη της αντρείας, μας δωρίζει παιδιά, εγγόνια, έργα λαμπρά που μας ξεγελούνε, κάθε λογής ευχαρίστηση κι ανάπαψη. Και πάλι, ο ίδιος μας δίνει τις στενοχώριες, τις θλίψεις, τους πόνους, τις αρρώστιες, το απίστευτο άλλαγμα και χάλασμα του κορμιού μας και των έργων, που κοπιάσαμε να τα κάνουμε, και στο τέλος μας ποτίζει το φαρμάκι από το ίδιο ποτήρι που μας πότισε το γλυκό κρασί της χαράς, δίνοντάς μας το θάνατο, σε εμάς και στους δικούς μας.


Ω! ποιός θα πιάσει αυτόν τον κλέφτη, που μέρα-νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι, την ώρα που κοιμόμαστε και την ώρα που είμαστε ξυπνητοί, αδιάκοπα, χωρίς να σταματήσει μήτε όσο ανοιγοκλείνει το μάτι μας, τριγυρίζει παντού, ολόγυρά μας, μέσα μας, στο φως και στο σκοτάδι, μπαίνει σε κάθε μέρος, στον ουρανό που γυρίζουνε τ’άστρα και στα καταχθόνια, σε κάθε στεριά και σε κάθε θάλασσα, σε κάθε τρύπα, σε κάθε ζωντανό κι άψυχο, σε κάθε αρμό του βράχου, σε κάθε καρδιά, κι όλα τα παλιώνει, τα τρίβει σαν τη μυλόπετρα, τα κάνει σκόνη· και πάλι από την άλλη μεριά ο ίδιος φτιάνει κάθε λογής κτίσμα και κάθε πλάσμα, κάθε κορμί, κάθε τι που υπάρχει σε τούτον τον κόσμο!

Όπως, λοιπόν, όλα τα πάντα, έτσι κι εμείς οι άνθρωποι είμαστε μπαίγνια στα χέρια αυτού του ακαταμάχητου γίγαντα, που είναι μαζί ευεργέτης μας και τύραννός μας. Και δεχόμαστε το ποτήρι που μας κερνά με το ’να χέρι του και που ’ναι γεμάτο γλυκό κρασί, και πίνουμε, και τ’ άλλο ποτήρι που κρατά στ’άλλο χέρι του και που έχει μέσα το πικρό φαρμάκι. Τι είναι, λοιπόν, αυτό το σκληρό παιχνίδι που παίζει με μας αυτό το τέρας, που δεν έχει μήτε μορφή, μήτε φωνή, μήτε τίποτα απ ό,τι έχουνε όσα πλάσματα γεννά και σκοτώνει, και που το παίζει δίχως να γελά, μήτε να κλαίει, αδιάφορος κι ανέκφραστος, κρύος σαν φάντασμα, αυτός ο ίδιος που ανάβει τη φλόγα της ζωής;

Αλλοίμονο! Αυτή την άσπλαχνη μυλόπετρα που τ’αλέθει όλα στον κόσμο, τη γιορτάζουμε κάθε πρωτοχρονιά, και τη ευχαριστούμε για όσα μας έκανε πριν, και για όσα θα μας κάνει ύστερα, για τα πολλά κακά που θα πάθουμε απ’ αυτή, κοντά στα λίγα καλά που θα μας φέρει και που θα μας τα πάρει βιαστικά. Εμείς είμαστε σαν τους δυστυχισμένους κατάδικους που καλοπιάνουνε τον δήμιό τους, σαν τους μονομάχους της Ρώμης που χαιρετούσανε τον Καίσαρα, πριν να σφάξει ο ένας τον άλλον, κράζοντάς του: «Χαίρε, ω Καίσαρ, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούνε»! Έτσι, κι εμείς, χαιρετάμε τον καινούριο Χρόνο που θα μας πάει πιο κοντά στο στόμα του για να μας φάγει και χοροπηδάμε και τραγουδάμε οι δύστυχοι, σαν τα σαλιγκάρια του Αισώπου, την ώρα που ψηνόντανε.

Τούτος ο υλικός κόσμος είναι το βασίλειο του Χρόνου, που τον κάνει ν’ ανθίζει και να μαραίνεται αδιάκοπα. Η φθορά είναι ο σκληρός νόμος που έβαλε απάνω του τούτος ο τύραννος. Μ αυτή την άσπαστη αλυσίδα βαστά και τον άνθρωπο, σκλάβο ανήμπορο κάτω από τα πόδια του.

Μόνο μία ελπίδα υπάρχει γι αὐτόν, να γλυτώσει από τη φθορά: ο Χριστός, ο λυτρωτής, ο καθαιρέτης της φθοράς. Εκείνος που πάτησε το θάνατο και που είπε: «ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται. Εγώ ειμί ο άρτος ο ζων, ο εκ του ουρανού καταβάς. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, ζήσεται εις τον αιώνα»!

 (Ο Χρόνος και ο κόσμος της φθοράς, Φώτης Κόντογλου, Μικρό εορταστικό, Ακρίτας, 2006)

Ο Άγιος Βασίλης, σαν περάσανε τα Χριστούγεννα, πήρε το ραβδί του και γύρισε σ' όλα τα χωριά, να δει ποιος θα τόνε γιορτάσει με καθαρή καρδιά.

Πέρασε από λογιών-λογιών πολιτείες κι από κεφαλοχώρια, μα σ' όποια πόρτα κι αν χτύπησε δεν τ' ανοίξανε, επειδή τον πήρανε για διακονιάρη. Κ' έφευγε πικραμένος, γιατί ο ίδιος δεν είχε ανάγκη από τους ανθρώπους, μα ένοιωθε το πόσο θα πονούσε η καρδιά κανενός φτωχού από την απονιά που του δείξανε κείνοι οι άνθρωποι.

Μια μέρα έφευγε από ένα τέτοιο άσπλαχνο χωριό, και πέρασε από το νεκροταφείο, κ' είδε τα κιβούρια πως ήταν ρημαγμένα, οι ταφόπετρες σπασμένες κι αναποδογυρισμένες, και τα νιόσκαφτα μνήματα είτανε σκαλισμένα από τα τσακάλια. Σαν άγιος που είτανε άκουσε πως μιλούσανε οι πεθαμένοι και λέγανε: «Τον καιρό που είμαστε στον απάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι αφήσαμε πίσω μας παιδιά κ' εγγόνια να μας ανάβουνε κανένα κερί, να μας καίγουνε λίγο λιβάνι μα δεν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπά στο κεφάλι μας να μας διαβάσει παραστάσιμο (τρισάγιο) μήτε κόλλυβα, παρά σαν να μην αφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ο άγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ' είπε: «Τούτοι οι χωριάτες ούτε σε ζωντανό δε δίνουνε βοήθεια, ούτε σε πεθαμένον», και βγήκε από το νεκροταφείο, και περπατούσε ολομόναχος μέσα στα παγωμένα χιόνια.

***

Παραμονή της πρωτοχρονιάς έφταξε σε κάτι χωριά που είτανε τα πιο φτωχά ανάμεσα στα φτωχοχώρια, στα μέρη της Ελλάδας. Ο παγωμένος αγέρας βογκούσε ανάμεσα στα χαμόδεντρα και στα βράχια, ψυχή ζωντανή δεν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Είδε μπροστά του μια ραχούλα, κι από κάτω της είτανε μια στρούγκα τρυπωμένη. Ο άγιος Βασίλης μπήκε στη στάνη και χτύπησε με το ραβδί του την πόρτα της καλύβας και φώναξε:

- Ελεήστε με, τον φτωχό, για την ψυχή των αποθαμένων σας κι ο Χριστός μας διακόνεψε σε τούτον τον κόσμο!

Τα σκυλιά ξυπνήσανε και χυθήκανε απάνω του, μα σαν πήγανε κοντά του και τον μυριστήκανε, πιάσανε και κουνούσανε τις ουρές τους και πλαγιάζανε στα ποδάρια του και γρούζανε παρακαλεστικά και χαρούμενα. Απάνω σ' αυτά, άνοιξε η πόρτα και βγήκε ένας τσοπάνης, ως εικοσιπέντε χρονών παλληκάρι, με μαύρα στριφτά γένεια, ο Γιάννης ο Μπαρμπάκος, άνθρωπος αθώος κι απελέκητος, προβατάνθρωπος, και πριν να καλοϊδεί ποιος χτύπησε, είπε:

- Έλα, έλα μέσα. Καλή μέρα, καλή χρονιά!

Μέσα στο καλύβι έφεγγε ένα λυχνάρι, κρεμασμένο από πάνω από μία κούνια, που είτανε δεμένη σε δυο παλούκια. Δίπλα στα τζάκι είτανε τα στρωσίδια τους και κοιμότανε η γυναίκα του Γιάννη. Αυτός, σαν εμπήκε μέσα ο Άγιος Βασίλης, κ' είδε πως είτανε γέρος σεβάσμιος, πήρε το χέρι του και τ' ανεσπάσθηκε κ' είπε:

- Να 'χω την ευχή σου γέροντα, και το 'λεγε σαν να τον γνώριζε κι από πρωτύτερα, σα να 'τανε πατέρας του.

Και κείνος του είπε:

- Βλογημένος να 'σαι, εσύ κι όλο το σπιτικό σου, και τα πρόβατά σου· η ειρήνη του Θεού να 'ναι απάνω σας!

Σηκώθηκε κ' η γυναίκα και πήγε και προσκύνησε και κείνη τον γέροντα και φίλησε το χέρι του και τη βλόγησε. Κι ο άγιος Βασίλης είτανε σαν καλόγερος ζητιάνος, με μια σκούφια παλιά στο κεφάλι του, και τα ράσα του είτανε τριμμένα και μπαλωμένα και τα τσαρούχια του τρύπια, κ' είχε κ' ένα παλιοτάγαρο αδειανό. Ο Γιάννης ο Βλογημένος έβαλε ξύλα στο τζάκι. Και παρευθύς, φεγγοβόλησε το καλύβι και φάνηκε σαν παλάτι. Και φανήκανε τα δοκάρια, σα να 'τανε μαλαμοκαπνισμένα, κ' οι πυτιές που είτανε κρεμασμένες φανήκανε σαν καντήλια, κ' οι καρδάρες και τα τυροβόλια και τ' άλλα τα σύνεργα που τυροκομούσε ο Γιάννης, γινήκανε σαν ασημένια, και σαν πλουμισμένα με διαμαντόπετρες φανήκανε, και τ' άλλα, τα φτωχά τα πράγματα που 'χε μέσα στο καλύβι του ο Γιάννης ο Βλογημένος. Και τα ξύλα που καιγόντανε στο τζάκι τρίζανε και λαλούσανε σαν τα πουλιά που λαλούνε στον παράδεισο, και βγάζανε κάποια ευωδιά πάντερπνη.

Τον άγιο Βασίλη τον βάλανε κ' έκατσε κοντά στη φωτιά κ' η γυναίκα του 'θεσε μαξιλάρια να ακουμπήσει. Κι ο γέροντας ξεπέρασε το ταγάρι του από το λαιμό του και το 'βαλε κοντά του, κ' έβγαλε και το παλιόρασό του κι απόμεινε με το ζωστικό του.

Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε κι άρμεξε τα πρόβατα μαζί με τον παραγυιό του, κ' έβαλε μέσα στην κοφινέδα τα νιογέννητα τ' αρνιά, κι ύστερα χώρισε τις ετοιμόγεννες προβατίνες και τις κράτησε στο μαντρί, κι ο παραγυιός τα 'βγαλε τα άλλα στη βοσκή. Λιγοστά είτανε τα ζωντανά του, φτωχός είτανε ο Γιάννης, μα είτανε Βλογημένος. Κ' είχε μία χαρά μεγάλη, σε κάθε ώρα, μέρα και νύχτα, γιατί είτανε καλός άνθρωπος κ' είχε και καλή γυναίκα, κι όποιος λάχαινε να περάσει από την καλύβα τους, σαν να 'τανε αδελφός τους, τον περιποιόντανε. Για τούτο κι ο άγιος Βασίλης κόνεψε στο σπίτι τους, και κάθησε μέσα, σα να 'τανε δικό του σπίτι, και βλογηθήκανε τα θεμέλιά του. Κείνη τη νύχτα τον περιμένανε όλες οι πολιτείες και τα χωριά της Οικουμένης, οι αρχόντοι, οι δεσποτάδες κ' οι επίσημοι ανθρώποι· μα εκείνος δεν πήγε σε κανέναν, παρά πήγε και κόνεψε στο καλύβι του Γιάννη του Βλογημένου.

***

Το λοιπόν, σαν σκαρίσανε τα πρόβατα, μπήκε μέσα ο Γιάννης και λέγει στον άγιο:

- Γέροντα, έχω χαρά μεγάλη. Θέλω να μας διαβάσεις τα γράμματα τ' Άη Βασίλη. Εγώ είμαι άνθρωπος αγράμματος, μα αγαπώ τα γράμματα της θρησκείας μας. Έχω και μία φυλλάδα από έναν γούμενο αγιονορίτη, κι όποτε τύχει να περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τον βάζω και μου διαβάζει από μέσα την φυλλάδα, γιατί δεν έχουμε κοντά μας εκκλησία.

Έπιασε και θαμπόφεγγε κατά το μέρος της ανατολής. Ο άγιος Βασίλης σηκώθηκε και στάθηκε κατά την ανατολή κ' έκανε το σταυρό του, ύστερα έσκυψε και πήρε μία φυλλάδα από το ταγάρι του, κ' είπε:

- Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε και στάθηκε από πίσω του, κ' η γυναίκα βύζαξε το μωρό και πήγε και κείνη και στάθηκε κοντά του, με σταυρωμένα χέρια. Κι ο άγιος Βασίλης είπε το «Θεὸς Κύριος» και τ' απολυτίκο της Περιτομής «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», δίχως να πει και το δικό του το απολυτίκιο που λέγει «Εἰς πάσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Η φωνή του είτανε γλυκειά και ταπεινή, κι ο Γιάννης κ' η γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ας μην καταλαβαίνανε τα γράμματα. Κ' είπε ο άγιος Βασίλης όλον τον Όρθρο και τον Κανόνα της Εορτής: «Δεῦτε λαοὶ ἄσωμεν ἄσμα Χριστῷ τῷ Θεῶ», χωρίς να πει το δικό του τον Κανόνα, που λέγει «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κ' ύστερα είπε όλη τη λειτουργία κ' έκανε απόλυση και τους βλόγησε.

Και σαν καθήσανε στο τραπέζι και φάγανε κι αποφάγανε, έφερε η γυναίκα τη βασιλόπητα και την έβαλε απάνω στο σοφρά. Κι ο άγιος Βασίλης πήρε το μαχαίρι και σταύρωσε τη βασιλόπητα, κ' είπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»· κ' έκοψε το πρώτο το κομμάτι κ' είπε «τοῦ Χριστοῦ» κ' ύστερα είπε «τῆς Παναγίας», κ' ύστερα είπε «τοῦ νοικοκύρη Γιάννη τοῦ Βλογημένου». Του λέγει ο Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τον άη Βασίλη!». Του λέγει ο άγιος: «Ναί, καλά!» κ' ύστερα λέγει: «Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου». Κ' ύστερα λέγει πάλι: «Τοῦ νοικοκύρη», «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ παιδιοῦ», «τοῦ παραγυιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν». Τότε λέγει στον άγιο ο Γιάννης ο Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δεν έκοψες για την αγιωσύνη σου;». Του λέγει ο άγιος: «Έκοψα, Βλογημένε!», μα, ο Γιάννης δεν κατάλαβε τίποτα, ο μακάριος. Κ' ύστερα, σηκώθηκε όρθιος ο άγιος Βασίλειος κ' είπε την ευχή του «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου».

Κ' είπε ο Γιάννης ο Βλογημένος:

- Πες μου, γέροντα, που ξέρεις τα γράμματα, σε ποια παλάτια άραγες πήγε σαν απόψε ο άγιος Βασίλης; Οι αρχόντοι κ' οι βασιληάδες τι αμαρτίες να 'χουνε; Εμείς οι φτωχοί είμαστε αμαρτωλοί, επειδής η φτώχεια μας κάνει να κολαζόμαστε.

Κι ο άγιος Βασίλης δάκρυσε κ' είπε πάλι την ευχή, αλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου «Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Και πάλι δεν κατάλαβε τίποτα ο Γιάννης ο μακάριος, ο Γιάννης ο Βλογημένος...

"Το βλογημένο μαντρί"_Φώτη Κόντογλου

Σελίδα 1 από 519

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (608) Αγάπη Θεού (351) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (167) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (231) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (98) Άγιο Φως (1) άγιοι (179) άγιος (198) αγνότητα (43) άγχος (36) αγώνας (105) αγώνας πνευματικός (276) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (128) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (15) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (119) αμαρτία (345) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (146) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (324) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (11) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (201) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (111) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (149) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (10) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (19) βάπτισμα (32) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (32) Βασιλεία Θεού (34) Βασίλειος ο Μέγας (33) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (42) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (2) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (126) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (16) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (26) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (10) γυναίκα (37) δάκρυα (58) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (29) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (235) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (148) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (39) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (71) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (20) εγωισμός (250) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (56) εκκλησία (240) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (17) ελεημοσύνη (116) ελευθερία (63) Ελλάδα (19) ελπίδα (62) εμπιστοσὐνη (59) εντολές (13) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (169) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (186) έρωτας (20) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (195) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (34) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (16) ευγνωμοσὐνη (43) ευλογία (6) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (54) Εφραίμ Άγιος Νέας Μάκρης (1) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (43) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (40) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (311) θάρρος (100) θαύμα (260) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (180) Θεία Λειτουργία (131) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (58) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (37) θεολογία (29) Θεός (333) Θεοφάνεια (8) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (6) θέωση (6) θλίψεις (282) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (15) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (7) ιεραποστολή (49) ιερέας (177) ιερωσύνη (17) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουλιανός Παραβάτης (2) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (65) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (12) Ιστορία Παγκόσμια (16) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Άγιος Σιναΐτης Κλίμακος (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (332) Ιωάννης Χρυσόστομος (402) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (7) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (122) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (7) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (26) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (6) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (49) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Κωνσταντίνος Άγιος (2) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (118) λόγος Θεού (22) Λουκάς Ευαγγελιστής Άγιος (1) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (13) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (103) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (373) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (3) μίσος (12) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (20) μοναχισμός (115) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (11) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (3) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (3) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (55) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) όραμα (26) οράματα (33) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (295) όρκος (1) πάθη (270) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (381) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (337) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (23) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (28) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (552) πλησἰον (69) πλούτος (75) Πνευματικές Νουθεσίες (93) πνευματική ζωή (280) πνευματικός πατέρας (121) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (29) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (274) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (91) προορισμός (16) προσευχή (821) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (12) Σιλουανός Άγιος (3) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (86) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (98) συκοφαντία (3) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (24) συναξάρι (2) συνείδηση (27) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (63) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (37) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (271) ταπείνωση (198) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (21) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (44) υπακοή (130) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (28) υπομονή (230) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (11) φιλία (31) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (55) φὀβος Θεοὐ (26) φύση (1) φως (47) Φώτιος άγιος (1) χαρά (124) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (122) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (367) Χριστούγεννα (70) χρόνος (38) ψαλμωδία (7) ψεύδος (24) ψυχαγωγία (10) ψυχή (279) ψυχολογία (25)