Από το βιβλίο του Αρχιεπ. Antony Bloom «Ζωντανή προσευχή»
Το θαύμα δεν είναι παραβίαση των νόμων που διέπουν μεταπτωτικά τον κόσμο, αλλά είναι επάνοδος της κυριαρχικής επικράτησης των νόμων της Βασιλείας του Θεού. Ένα θαύμα γίνεται μόνο όταν πιστεύουμε ότι ο νόμος βασίζεται στην αγάπη του Θεού και όχι στη δύναμή Του. Μπορεί να πιστεύουμε πως ο Θεός είναι παντοδύναμος αλλά να μην πιστεύουμε στον πρόνοιά Του και τότε το θαύμα δεν μπορεί να γίνει. Διαφορετικά θα έπρεπε ο Θεός να επιβάλει δια της βίας την θέλησή Του. Αυτό όμως δεν το κάνει. Γιατί το πιο βασικό και ευαίσθητο σημείο στις σχέσεις Του με τον κόσμο, παρά την πτώση του ανθρώπου, είναι ότι σέβεται απόλυτα την ανθρώπινη ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Όταν λέμε στο Θεό: «Πιστεύω, γι’ αυτό ζητάω τη βοήθειά Σου», είναι σαν να του λέμε: «Πιστεύω, πως είσαι πρόθυμος να με εισακούσεις, ότι έχεις αγάπη και ότι ενδιαφέρεσαι για το κάθε γεγονός της ζωής μου». Όταν έτσι καταθέτουμε την αδύνατη πίστη μας, τότε δημιουργούμε σωστή κοινωνία με το Θεό και δίνουμε τη δυνατότητα να γίνει το θαύμα.
Εκτός όμως από αυτή την κατηγορία των αμφιβολιών μας, που αναφέρονται στην αγάπη του Θεού και που είναι λανθασμένες, υπάρχει και μια άλλη κατηγορία αμφιβολιών που επιτρέπονται. Μπορούμε να λέμε στο Θεό: «Σου ζητώ αυτό, αν είναι σύμφωνο με το θέλημά Σου ή είναι για το καλό μου ή αν δεν υπάρχει κάποιος κρυφός κακός σκοπός μέσα μου όταν Σου το ζητώ», και άλλα παρόμοια. Αυτού του είδους οι αμφιβολίες επιτρέπονται γιατί δείχνουν πως δεν έχουμε εμπιστοσύνη στο λογισμό μας. Και όταν ζητάμε κάτι από το Θεό έτσι πρέπει να του το ζητάμε.
Όπως ακριβώς η Εκκλησία είναι η συνέχεια της παρουσίας του Χριστού στο χρόνο και στο χώρο, έτσι και η προσευχή του χριστιανού πρέπει να είναι προσευχή του Χριστού, αν και αυτό προϋποθέτει αγνότητα καρδιάς, την οποία δεν έχουμε. Η προσευχή της Εκκλησίας είναι η προσευχή του Χριστού, ειδικώτερα όμως η Θεία Λειτουργία, όπου αποκλειστικά και αδιάλειπτα ο Χριστός προσεύχεται. Αλλά οποιαδήποτε άλλη προσευχή, με την οποία ζητάμε κάτι συγκεκριμένο από το θεό, είναι προσευχή γεμάτη ερωτηματικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν γνωρίζουμε τι θα ζητούσε ο Χριστός, αν βρισκόταν σε μια τέτοια περίσταση. Γι’ αυτό, πριν από τα λόγια της προσευχής μας βάζουμε ένα «εάν», που σημαίνει: Σύμφωνα με όσα εγώ καταλαβαίνω, σύμφωνα με εκείνο που γνωρίζω για το θέλημα του Θεού, θα ήθελα να γίνει έτσι αυτό το πράγμα, για να εκπληρωθεί το θέλημά Του.
Ένα τέτοιο «εάν» επίσης σημαίνει ότι περικλείω στα λόγια της προσευχής μου την επιθυμία μου να γίνει το καλύτερο δυνατό σε κάθε περίπτωση. Γι’ αυτό, Θεέ μου, Συ μπορείς να μεταβάλεις το κάθε συγκεκριμένο αίτημά μου σε ο,τιδήποτε Εσύ θα έκρινες ασύμφορο, διατηρώντας μόνο την πρόθεσή μου, που είναι να γίνει και στο θέμα αυτό το θέλημά Σου, ακόμη και τότε που τόσο ανόητα σου υποδεικνύω και το πώς θα μου άρεσε εμένα να γίνει το θέλημά Σου (Ρωμ. 8,26).
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Όταν προσευχόμαστε για να γίνει κάποιος καλά, ή να επιστρέψει από ένα ταξίδι σ’ ένα ορισμένο χρονικό διάστημα - γιατί υπάρχει σοβαρός λόγος γι’ αυτό- τότε η προσευχή μας έχει σκοπό το καλό αυτού του προσώπου. Δεν έχουμε όμως τόσο καθαρή πνευματική όραση, ώστε να διακρίνουμε το πραγματικό καλό του προσώπου και πιθανόν το χρονοδιάγραμμα που εμείς συσχετίζουμε με το πρόσωπο αυτό να είναι λανθασμένο.
Το «εάν» επίσης σημαίνει πως, σύμφωνα με τα κριτήριά μου, αυτό που Σου ζητώ είναι σωστό και σκόπιμο να γίνει έτσι, με τον τρόπο, που εγώ νομίζω. Αν όμως κάνω λάθος, να μην λάβεις υπόψη Σου τα λόγια μου, αλλά την πρόθεσή μου.
Ο Στάρετς Αμβρόσιος της Όπτινα είχε το χάρισμα να διαβλέπει ποιο ήταν το πραγματικό καλό για έναν άνθρωπο. Ο αγιογράφος της Μονής είχε πάρει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και ετοιμαζόταν να ξεκινήσει για την πατρίδα του. Θα είχε οπωσδήποτε προσευχηθεί να φύγει σύντομα. Αλλά ο στάρετς τον καθυστέρησε επίτηδες τρεις μέρες και έτσι τον έσωσε από τη ληστεία και τη δολοφονία, που είχε σχεδιάσει εναντίον του ένας από τους εργάτες του. Όταν ο αγιογράφος ανεχώρησε από τη Μονή ο κακοποιός είχε εγκαταλείψει την κρυψώνα του. Πέρασαν χρόνια για να ανακαλύψει ο αγιογράφος τον κίνδυνο από τον οποίο τον γλίτωσε ο στάρετς.
Μερικές φορές προσευχόμαστε για κάποιον που αγαπάμε και που έχει κάποια ανάγκη, χωρίς να μπορούμε να τον βοηθήσουμε. Πολλές φορές δεν ξέρουμε και τι είναι σωστό να ζητήσουμε. Δεν βρίσκουμε λέξεις, ακόμα και για να βοηθήσουμε κάποιον που υπεραγαπάμε.
(«Ζωντανή προσευχή», Αρχιεπ. Antony Bloom, εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»)