Η φτερούγα της θελήσεως
Ο κόσμος εύκολα επηρεάζεται και προς το καλό και προς το κακό. Προς το κακό επηρεάζεται πιο εύκολα, γιατί εκεί κανοναρχεί και ο διάβολος. Πες σε έναν λ.χ. να κόψη το τσιγάρο, γιατί βλάπτει. Μόλις θα αποφασίση να το κόψη, θα πάη ο διάβολος και θα του πη: «Εκείνο το τσιγάρο έχει λιγώτερο φαρμάκι, το άλλο έχει φίλτρο και καθαρίζει... Κάπνισε από ’κείνα· δεν θα σε βλάψουν». Θα του βρη δηλαδή μια δικαιολογία, για να μην το κόψη· θα του βρη... μια λύση! Γιατί ο διάβολος μπορεί να μας βρη ένα σωρό δικαιολογίες. Και εκείνο το τσιγάρο που του προτείνει, μπορεί να τον βλάψη ακόμη περισσότερο. Γι' αυτό χρειάζεται να έχουμε θέληση. Και αν κανείς δεν κόψη τα κουσούρια του, όταν είναι ακόμη νέος, μετά είναι δύσκολο να τα κόψη, γιατί, όσο περνάει η ηλικία, εξασθενεί η θέληση.
Αν ο άνθρωπος δεν έχη θέληση, δεν μπορεί να κάνη τίποτε. Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει: «Εν τω θέλειν και τω μη θέλειν κείται το πάν». Δηλαδή όλα εξαρτώνται από το αν θέλη ή αν δεν θέλη ο άνθρωπος. Μεγάλη υπόθεση! Ο Θεός είναι φύσει αγαθός και θέλει πάντοτε το καλό μας. Χρειάζεται όμως να θέλουμε και εμείς. Γιατί ο άνθρωπος πετά πνευματικά με δυο φτερούγες· με την θέληση του Θεού και με την θέληση την δική του. Ο Θεός την μια φτερούγα – την δική του θέληση – μας την έχει κολλήσει μόνιμα στον έναν ώμο μας. Αλλά για να πετάξουμε πνευματικά, πρέπει και εμείς να κολλήσουμε στον άλλο ώμο την δική μας φτερούγα, την ανθρώπινη θέληση. Άμα ο άνθρωπος έχη δυνατή θέληση, έχει την φτερούγα την ανθρώπινη, που ισορροπεί με την θεϊκή φτερούγα, οπότε πετάει. Ενώ, αν η θέλησή του είναι ατροφική, πάει να πετάξη λίγο και τουμπάρει. Ξαναπροσπαθεί λίγο, πάλι τούμπα!
– Γέροντα, καλλιεργείται η θέληση;
– Δεν έχουμε πει ότι όλα καλλιεργούνται; Θέληση υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, σε άλλους λίγη και σε άλλους περισσότερη. Όταν ο άνθρωπος έχη διάθεση να αγωνισθή, προσεύχεται και ζητά από τον Θεό να του αυξήση την θέληση, και ο Θεός τον βοηθάει. Όταν δεν κάνη προκοπή ο άνθρωπος, τότε να ξέρη ότι ή δεν βάζει καθόλου θέληση ή θα βάζη λίγη και αυτή θα είναι εξασθενημένη, οπότε και αυτό πάλι δεν βοηθάει. Ένα πουλί, ας υποθέσουμε, έχει την μία φτερούγα του γερή, αλλά παραμελεί την άλλη· της πέφτουν μερικά φτερά και μετά δεν μπορεί να πετάξη σωστά. Η μία φτερούγα δουλεύει καλά, η άλλη όμως είναι σαν την σπασμένη τσατσάρα. Την κουνάει το πουλί, αλλά μπαίνει αέρας ενδιάμεσα και δεν μπορεί να πετάξη καλά. Πετάει λίγο και μετά κάνει τούμπες. Πρέπει να έχη ακέραιη και αυτήν την φτερούγα, για να μπορή να πετάη.
Έτσι και ο άνθρωπος, θέλω να πω, πρέπει να προσέχη και να μην παραμελή την ανθρώπινη θέληση, αν θέλη να πετάη συνέχεια σωστά, πνευματικά. Γιατί το ταγκαλάκι τι κάνει; Πάει σιγά-σιγά και τραβάει από την ανθρώπινη φτερούγα πρώτα κανένα μικρούτσικο φτερό, ύστερα κανένα λίγο μεγαλύτερο, και αν δεν προσέξη ο άνθρωπος, του βγάζει και ένα μεγάλο, οπότε πάει να πετάξη και δεν μπορεί. Και αν τυχόν του τραβήξη μερικά φτερά, τότε, όταν πάη να πετάξη, μπαίνει αέρας στην φτερούγα που της λείπουν φτερά και κάνει τούμπες.
Η θεϊκή φτερούγα είναι πάντα γεμάτη, συμπληρωμένη· δεν της λείπουν φτερά, γιατί ο διάβολος δεν μπορεί να τα τραβήξη και να τα βγάλη· είναι θεϊκή. Να προσέχη ο άνθρωπος να μην αμελήση και του βγάλη ο διάβολος κανένα φτερό από την δική του φτερούγα. Όταν αρχίζη σιγά-σιγά λίγο η τεμπελιά, λίγο η αδιαφορία, εξασθενεί η θέληση. Τι να κάνη ο Θεός, αν δεν θέλη ο άνθρωπος; Δεν θέλει να επέμβη, γιατί σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου. Αχρηστεύει έτσι ο άνθρωπος και την φτερούγα του Θεού. Όταν όμως έχη θέληση, έχη δηλαδή και την δική του φτερούγα ακέραιη, τότε θέλει ο Θεός, θέλει και ο άνθρωπος, και πετάει ο άνθρωπος.
– Δηλαδή, Γέροντα, τι είναι ακριβώς αυτό το πέταγμα; Εννοείτε να θέλω να προοδεύσω πνευματικά, να θέλω την σωτηρία μου;
– Ναι, βρε παιδί! Όταν λέω πέταγμα, εννοώ την άνοδο την πνευματική, δεν εννοώ να πετάξω να ανέβω σε κανένα κυπαρίσσι!
("Γέροντος Παϊσίου Λόγοι", τόμος Β΄, σελ. 116-118)