«Παρέλαβε η κιβωτός (του Νώε) άλογα ζώα και έσωσε άλογα ζώα· παραλαμβάνει η Εκκλησία παράλογους ανθρώπους και όχι μόνο τους σώζει, αλλά και τους μεταμορφώνει.
Παρέλαβε η κιβωτός κόρακα και έστειλε κόρακα· παραλαμβάνει η Εκκλησία ανθρώπους μαύρους από την αμαρτία, σαν τον κόρακα, και τους παραδίδει αθώους σαν τα περιστέρια·
παραλαμβάνει ανθρώπους με άγρια αισθήματα, σαν το λύκο, και τους παραδίδει ήμερους σαν τα πρόβατα.
Γιατί, όταν μπει μέσα στην Εκκλησία άνθρωπος που αρπάζει, που είναι πλεονέκτης, και ακούσει τα θεία λόγια της χριστιανικής διδασκαλίας, αλλάζει νοοτροπία, και αντί για λύκος που ήταν γίνεται πρόβατο.
Και ο μεν λύκος αρπάζει και τα ξένα πρόβατα, ενώ το πρόβατο χαρίζει και το μαλλί του» (Εις πτωχόν Λάζαρον, Λόγος ΣΤ,7,ΕΠΕ 25,606)
«Δεν θα σφάλει κανείς, αν ονομάσει την Εκκλησία ανώτερη από την κιβωτό.
Γιατί η κιβωτός δεχόταν ζώα και τα διατηρούσε ζώα, ενώ η Εκκλησία παίρνει τα ζώα και τα μεταβάλλει.
Για παράδειγμα· μπήκε εκεί γεράκι και βγήκε γεράκι· μπήκε λύκος και βγήκε λύκος· ενώ εδώ, στην Εκκλησία, μπαίνει κανείς γεράκι και βγαίνει περιστέρι· μπαίνει λύκος και βγαίνει πρόβατο·
μπαίνει φίδι και βγαίνει αρνί, όχι γιατί αλλάζει η φύση, αλλά γιατί απομακρύνεται η κακία» (Περί μετανοίας, Ομιλ. Η, 1 ΕΠΕ 30,284-286)