“Απόστολοι εκ περάτων”.
Κι όταν όλα αυτά είχαν τελειώσει, ένας βροντερός ήχος συγκλόνισε το σπίτι της Παναγίας. Άρχισαν να καταφθάνουν οι Άγιοι Απόστολοι από τα πέρατα της γης, όπου ο καθένας τους βρισκόταν και κήρυττε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Σύννεφα, σαν υπερπόντια αεροπλάνα, μετέφεραν θαυματουργικά τους Αποστόλους, τον ένα μετά τον άλλον στο φτωχό σπιτάκι της Παναγίας. Έτσι εκπληρώθηκε ο προφητικός λόγος: “Ιδού η κλίνη του Σολωμών, εξήκοντα δυνατοί κύκλω αυτής από δυνατών Ισραήλ” (Άσμα Α.γ' 7).
Ανάμεσα τους ήταν και “Διονύσιος ο Αεροπαγίτης συν τω Ιεροθέω και Τιμοθέω τω θείω”. Η Θεοτόκος εξηγησε στους έκπληκτους Αποστόλους τον λόγο, για τον οποίο τόσο ξαφνικά τους συγκέντρωσε η χάρις του αγίου Πνεύματος και με μητρική στοργή παρηγόρησε την μεγάλη θλίψι τους.
Εν τω μεταξύ έφθασε και ο απόστολος Παύλος, το σκεύος της εκλογής του Χριστού. Τότε, εκείνος αφού έπεσε στα πόδια της Θεομήτορος και την προσκύνησε, άνοιξε το χρυσό στόμα του και άρχισε να εγκωμιάζη τη Θεοτόκο, λέγοντας περίπου τα εξής: “Χαίρε Μητέρα της ζωής και υπόθεσις του κηρύγματός μου. Αν και δεν είδα τον Χριστό, τώρα που βλέπω Εσένα, θεωρώ ότι είδα εκείνον”!
Ύστερ' απ' αυτά, υψώνοντας τα δυό της άχραντα χέρια στον Ουρανό (πρβλ. Τα περί “Δεομένης” σημειώματα), προσευχήθηκε για την ειρήνη του κόσμου και ευλόγησε τους Αποστόλους. Έπειτα ξάπλωσε στο κρεββάτι και αφού τακτοποίησε το σχήμα του σώματός της όπως αυτή ήθελε παρέδωσε την παναγία ψυχή της στα χέρια του Υιού και Θεού της.
Η θαυμαστή παράστασις των Αποστόλων στις τελευταίες στιγμές της Θεοτόκου υποδηλώνει το θέλημα του Θεού να μή παραμένη ο άνθρωπος μόνος του στις τελευταίες στιγμές της ζωής του. Το θέλημα αυτό του Θεού καλούνται να εκπληρώνουν ιδιαίτερα οι συγγενείς και οι φίλοι. Ο χριστιανός που έζησε μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, πρέπει και να τελειώνη τη ζωή του μέσα στη σύναξι της Εκκλησίας.
Η χριστιανική Κηδεία δεν είναι κοινωνικό και κοσμικό “χρέος”. Είναι έκφρασις της εκκλησιαστικής συνειδήεως, ότι ο χριστιανός δεν είναι ποτέ μόνος. Ο χριστιανός φεύγει από τον κόσμο αυτό, πλαισιωμένος από τη Στρατευομένη Εκκλησία, ενώ στην αντίπερα όχθη τον υποδέχεται η Θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Αν η έξοδος ενός απλού μέλους της Εκκλησίας από τον κόσμο τούτο είναι εκκλησιαστικό γεγονός, η Έξοδος της Πρώτης μέσα στην Εκκλησία, της Θεοτόκου, ήταν κατ΄εξοχήν εκκλησιαστικό γεγονός. Απήχησις της αλήθειας αυτής είναι ο πάνδημος εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. (15 Αυγούστου). Η γιορτή αυτή στην Ορθοδοξία αποτελεί ένα δεύτερο Πάσχα. Είναι το Πάσχα του καλοκαιριού!
Με τον τρόπο αυτό, η Εκκλησία εκδηλώνει την πίστι και την ελπίδα της, ότι, όπως το πρώτο κατ' εξοχήν μέλος της, η Παναγία “πέρασε” (πάσχα στα εβραϊκά σημαίνει “πέρασμα”) στη ζωή και τη χαρά της Θριαμβευούσης Εκκλησίας, έτσι και το κάθε πιστό και αγωνιζόμενο μέλος της: Θα “περάση” στο φώς και τη χαρά του Ουρανού, ακολουθώντας το δρόμο που άνοιξε ο Αναστημένος Χριστός και η Παναγία Μητέρα Του.
Απόστολοι εκ περάτων,
συναθροισθέντες ενθάδε,
Γεθσημανή τω χωρίω,
κηδεύσατέ μου το σώμα.
Και συ Υιέ και Θέε μου
παράλαβέ μου το πνεύμα.
(Εξαποστειλάριον 15ης Αυγούστου)
(ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ-ΕΥΘΥΜΙΟΥ Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ, “Η ΠΡΩΤΗ-ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ”, εκδόσεις ΓΡΗΓΟΡΗ, σελ. 259-260)