«Στράφηκαν και προς αυτή την εκκλησία του κοιμητηρίου [στο Όλονετς]. Αποφάσισαν να την γκρεμίσουν.
Όλοι οι άνθρωποι από φόβο εγκατέλειψαν την εκκλησία.
Τότε βρέθηκε μια νέα γυναίκα. Ήταν περίπου 25 χρόνων. Ήλθε, λοιπόν, στην εκκλησία και την έκανε σπίτι της. Ήλθαν οι εργάτες και κάποια μηχανήματα για να γκρεμίσουν την εκκλησία, αλλά η ίδια αντιστάθηκε. Δεν έβγαινε απ’ την εκκλησία.
Το παράδοξο είναι ότι οι άθεοι υποχώρησαν μάλλον για δύο λόγους. α) Η νέα αυτή γυναίκα ήταν δυναμική προσωπικότητα κι όλοι στην περιοχή τη σέβονταν. Αν γκρέμιζαν την εκκλησία και τη σκότωναν, πιθανόν να υπήρχαν αντιδράσεις. β) Υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι άθεοι που γκρέμιζαν ή βεβήλωναν ναούς, αντιμετώπιζαν την τιμωρία του Θεού. Σε κάποια διπλανή πόλι, ένας άθεος που γκρέμιζε το καμπαναριό μιας εκκλησίας, έπεσε και σκοτώθηκε. Το γεγονός διαδόθηκε κι έκοψε σε πολλούς τα φτερά.
Έτσι οι εχθροί της πίστεως, είτε από σεβασμό είτε από φόβο, δεν τόλμησαν να την πειράξουν. Υπολόγισαν μάλιστα, πως αυτή η γυναίκα θα καθίση λίγες μέρες ή μήνες και θ’ αναγκασθή να βγη. Άλλωστε ο βαρύς χειμώνας, με τις τόσο χαμηλές θερμοκρασίες, δεν επιτρέπει τέτοιους ηρωϊσμούς. Όμως διαψεύσθηκαν. Η γυναίκα αυτή έμεινε μέσα στην εκκλησία 15 χρόνια! Την περιποιόταν, τη φρόντιζε, ενώ απ’ ότι φαίνεται οι πιστοί κρυφά της προμήθευαν τρόφιμα κι ό,τι άλλο χρειαζόταν.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μπροστά στην προέλασι των Γερμανών, ο Stalin αναγκάσθηκε να συμβιβασθή και να ζητήση τη βοήθεια της Εκκλησίας. Έτσι η Εκκλησία γνώρισε μια ανέλπιστη ελευθερία κι αναγέννησι. Πολλοί ναοί άνοιξαν κι οι πιστοί μπορούσαν να εκδηλώσουν το πιστεύω τους. Την εποχή εκείνη η γυναίκα αυτή άφησε την εκκλησία κι επέστρεψε στο σπίτι της.
Όμως η αντιθρησκευτική προπαγάνδα γνώρισε νέα έξαρσι στην εποχή του Khrushchev. Παρά την αποσταλινοποίησι, ο Khrushchev φάνηκε ιδιαίτερα σκληρός απέναντι στην Εκκλησία. Και τότε καταστράφηκαν πολλές εκκλησίες. Όπως ήταν επόμενο, η μικρή αυτή εκκλησία ήταν “κάρφος εν τω οφθαλμώ” και ξαναμπήκε στο στόχαστρο των αθέων. Ήταν γύρω στο 1960. Μόλις αυτή η γυναίκα πληροφορήθηκε τις προθέσεις τους δεν έχασε καιρό. Παρά την ηλικία της –πλησίαζε τότε τα 60 χρόνια της- ήλθε κι εγκαταστάθηκε πάλι στην εκκλησία. Τα σχέδια των αθέων ματαιώθηκαν. Αυτή τη φορά έμεινε 10 χρόνια μέσα στην εκκλησία. Και μόνο να φαντασθή κανείς πως άντεξε συνολικά 25 χειμώνες με θερμοκρασίες που φθάνουν και 40 υπό το μηδέν, μπορεί να καταλάβη πόσος ηρωϊσμός χρειάζεται. Αλλά για φαντασθήτε να περάσης 25 χρόνια, το ένα τέταρτο της ζωής σου, σε μια εκκλησία! Πάντως, χάρι στην αυτοθυσία της η εκκλησία σώθηκε.
Όταν κατά το 1971 βεβαιώθηκε ότι η εκκλησία δεν κινδυνεύει, επέστρεψε στο σπίτι της. Θέλησε όμως να αφιερωθή στον Κύριο. Έτσι ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και πήρε το όνομα Βαρβάρα. Επειδή τα μοναστήρια είχαν κλείσει, μόναζε στο φτωχικό σπιτάκι της εκτελώντας τα μοναχικά της καθήκοντα. Όλοι τη θεωρούν ηρωΐδα εδώ στην περιοχή. Πάλεψε μόνη της με μια αντίχριστη υπερδύναμι και με τη χάρι του Θεού νίκησε. Αυτή η αδύναμη, η άσημη, η φτωχή. Όπως λέει κι ο απόστολος Παύλος: “Τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα τους σοφούς καταισχύνη· και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα καταισχύνη τα ισχυρά· και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση”(Α’ Κορ 1, 27 – 28)»(ΡΦ, 75).
(στο αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Η μητέρα μας η Εκκλησία, Σταμάτα 2014, όπου παρατίθεται η πηγή: Κέντρου νεότητος Θηβών, επιμ. Αρχιμ. Νεκταρίου Αντωνοπούλου, Ρωσία-Φιλανδια, Ταξιδιωτικό Χρονικό, εκδ. Ακρίτας, Αθηνα 2004)