Για τον Γέροντα Ιωσήφ, ο κύριος εχθρός της αγάπης προς τον πλησίον, εκείνο το οποίο την εμποδίζει να ολοκληρωθεί ή εκείνο το οποίο απειλεί να καταστρέψει τον «σύνδεσμο της αγάπης» είναι η κρίση του πλησίον.
Καθώς ο άνθρωπος κοιτάζει τα λάθη ή τις ελλείψεις των άλλων, ευρίσκεται συνεργός του πονηρού, ο οποίος αναζητεί να φέρει την αντίθεση μεταξύ των ανθρώπων και να καταστρέψει τον σύνδεσμο της αγάπης που υπάρχει μεταξύ των αδελφών, για να κατακτήσει τις ψυχές τους και να τους κάμει παίγνιον της κακίας και της πανουργίας του. Αυτός ο οποίος κρίνει τον άλλον αμέσως χάνει την χάρη και γίνεται απρόκοπος εις το αγαθόν.
Η κατάκριση είναι βαθιά συνδεδεμένη με την αυτοδικαίωση, δηλαδή με το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του ως δίκαιο (και ως σημείο αναφοράς ή ως κανόνα) και κατά συνέπεια με το να δικαιολογεί τις ιδικές του ελλείψεις και τα ιδικά του λάθη. Για τον λόγο αυτόν το κύριο μέσο για να αποφεύγει κανείς να κρίνει τον άλλον είναι να αποκτήσει αυτογνωσία και να κρίνει τον εαυτόν του, να γνωρίζει την ιδίαν ασθένεια, τα πάθη και ελαττώματα, να αποκτήσει συναίσθηση της ιδικής του αμαρτίας και να καταδικάζει τον εαυτό του.
Θα πρέπει ταυτοχρόνως να είναι κανείς εντελώς τυφλός, όσον αφορά τις ελλείψεις των άλλων, και εξ αντιθέτου να είναι προσεκτικός να ανακαλύψει τα προτερήματά τους, διότι ο Θεός έχει δώσει προτερήματα ιδιαίτερα σε κάθε άνθρωπο, και για να είναι κανείς δίκαιος προς τον Θεό πρέπει να τα αναγνωρίζει.
«Και τούτο είναι αληθώς το υστέρημα όπου πάσχομεν ημείς οι άνθρωποι του ογδόου αιώνος. Όπου δεν αναγνωρίζομεν ο είς του ετέρου το χάρισμα… Αυτό που έχει ο ένας δεν το έχει ο άλλος. Και, αν αναγνωρίζωμεν τούτο, πολλή ταπείνωσις γίνεται. Καθότι τιμάται και δοξάζεται ο Θεός, όστις ποικιλοτρόπως εστόλισε τους ανθρώπους και υπέδειξεν ανισότητα εις όλα του τα δημιουργήματα», λέει ο Γέροντας Ιωσήφ.
Επειδή δεν εδέχθησαν από τον Θεό όλοι τα ίδια χαρίσματα, δεν μπορεί να κρίνουμε τον άνθρωπο διότι δεν έχει το ένα ή το άλλο χάρισμα – και παρουσιάζει το ένα ή το άλλο ελάττωμα – καθιστώντας τον έτσι υπεύθυνο και κατηγορώντας τον. Καθόσον όλα τα αγαθά που διαθέτουν οι άνθρωποι προέρχονται από τον Θεό, εάν ένας άνθρωπος στερείται το ένα ή το άλλο χάρισμα, θα πρέπει να λέμε ότι αυτό συμβαίνει, διότι ο Θεός δεν του το έδωσε. Αντί να προσάπτουμε στον πλησίον την απουσία αυτού του χαρίσματος, πρέπει να τον συμπαθούμε και να ζητούμε από τον Θεό να του δώσει αυτό το οποίο του λείπει.
Αλλά επειδή ο Θεός δίδει πλουσίως την χάρη του σε όλους, θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι εάν ο πλησίον δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο πνευματικό χάρισμα, τούτο συμβαίνει επειδή διάφοροι παράγοντες τον εμποδίζουν να το λάβει από τον Θεό. Ο Γέροντας Ιωσήφ υπενθυμίζει τους τρεις εχθρούς που πολεμούν το ανθρώπινο γένος: τον διάβολο, την πεπτωκυία φύση και την κακή συνήθεια.
Όταν ο πλησίον διαπράττει κάποιο λάθος, αυτούς τους τρεις εχθρούς πρέπει να καταδικάσουμε και όχι τον πλησίον: ο πλησίον μας είναι μόνον το θύμα των τριών αυτών αντιπάλων και έτσι μάλλον πρέπει να του δείχνουμε συμπάθεια και να παρακαλούμε να ελευθερωθεί από αυτούς.
(Jean Claude Larchet, Η αγάπη προς τον πλησίον κατά τον Γέροντα Ιωσήφ, ΙΝ: Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Άγιον Όρος- Φιλοκαλική Εμπειρία. Πρακτικά Διορθοδόξων Επιστημονικών Συνεδρίων Αθηνών (2004) και Λεμεσού (2005))