Λιώσαμε, ρέψαμε, μύριους θανάτους πεθάναμε˙ και αυτά είναι σε θέση να τα πουν πιο αναλυτικά εκείνοι που μεταφέρουν τα γράμματα, αν και λίγο έζησαν κοντά μας, προς τους οποίους ούτε λίγο να μιλήσουμε δεν μπορέσαμε, καταβεβλημένοι από τους συνεχείς πυρετούς, τους οποίους έχοντας νύχτα μέρα ήμουν αναγκασμένος να βαδίζω και επί πλέον να πολιορκούμαι από τη ζέστη, να λιώνω από την αγρυπνία, να χάνομαι από την έλλειψη των αναγκαίων και από εκείνους που θα με βοηθούσαν. Χειρότερα έχουμε πάθει και υποφέρουμε από αυτούς που δουλεύουν στα μεταλλεία και από αυτούς που κρατούνται στις φυλακές.
Όταν δε ύστερα από πολλά πάτησα στην Καισάρεια, ήλθα σαν από τρικυμία σε γαλήνη και σε λιμάνι. Αλλ’ ούτε αυτό το λιμάνι κατάφερε να γιατρέψη τη συμφορά˙ τόσο μεγάλο κακό πάθαμε τον περασμένο χρόνο.
Εν τούτοις, όταν ήλθα στην Καισάρεια ανακουφίσθηκα λιγάκι, γιατί ήπια νερό καθαρό, γιατί δεν έφαγα ούτε βρώμικο ούτε κατάξερο ψωμί, γιατί δεν λουζόμουν ακόμη μέσα σε σπασμένα πιθάρια αλλά βρήκα οπωσδήποτε ένα λουτρό, γιατί έχω την άδεια, για την ώρα, να ξαπλώσω σε κρεβάτι.
Μπορούσα ακόμη περισσότερα από αυτά να πω, αλλά για να μη φέρω σύγχυση σ’ αυτά που έμαθες, σταματώ εδώ τον λόγο, προσθέτοντας εκείνο, ότι δηλαδή να μη σταματήσης να ελέγχης όσους μας «αγαπούν», γιατί αν και έχουμε τόσους πιστούς φίλους, με τόσο μεγάλη δύναμη, δεν καταφέραμε αυτό που καταφέρνουν οι κατάδικοι, να μείνουμε σε πιο καλό, σε πιο κοντινό τόπο˙ έτσι, αν και το σώμα μας είναι σε απελπιστική κατάσταση και ο φόβος των Ισαύρων πολιορκεί τα πάντα, δεν καταφέραμε αυτή τη μικρή και τιποτένια χάρη.
Δόξα τω Θεώ και γι' αυτό! Διότι δεν σταματούμε να τον δοξάζουμε για όλα. Είη το όνομα αυτού ευλογημένον εις τους αιώνας!
Πολύ όμως απόρησα και με το δικό σου, γιατί τέταρτη είναι ή και πέμπτη αυτή η επιστολή που έχω στείλει στην αγάπη σου και στην κοσμιότητά σου, και δέχθηκα μία μονάχα. Αν και τούτο δεν ήταν δύσκολο, να γράφης πιο συχνά. Και αυτά δεν σου τα λέγω κατηγορώντας σε˙ γιατί η αγάπη δεν βγαίνει από την πίεση, αλλά από την διάθεση.
Πάρα πολύ όμως στεναχωρούμαι, που τόσο γρήγορα μας έβγαλες από το μυαλό σου και μας έστειλες ύστερα από τόσο καιρό ένα γράμμα.
Αν λοιπόν δεν ζητούμε τίποτε το φορτικό ή το δύσκολο, να μας δίνης αυτό που εξουσιάζεις, που είναι στο χέρι σου. Γιατί για τα άλλα δεν ενοχλούμε, για να μην κουράζεσαι μάταια και σου φανούμε φορτικοί και βαρετοί. (120η επιστολή του. Προς Θεοδώρα, Migne 52,674-675)
(αρχιμ. Χρυσοστόμου Αβαγιανού, Αyτοβιογραφικές σελίδες και απάνθισμα κειμένων, εκδ. Αποστολ. Διακονία, σελ. 103-104)