Αν Το Έμβρυο Είχε Επιλογή;
Στο κρεβάτι της ΜΕΘ εδώ και λίγες μέρες νοσηλεύεται ένας ασθενής με βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού, που χρειάστηκε σε κάποια φάση της να αντιμετωπιστεί με διασωλήνωση και μηχανικό αερισμό του πάσχοντα. Ο ασθενής, γύρω στα σαράντα με ιστορικό μεσογειακής αναιμίας, που χρειάζεται κάθε περίπου τριάντα ημέρες μετάγγιση αίματος.
Η μεσογειακή αναιμία είναι μια γενετική νόσος, που οφείλεται στην αδυναμία παραγωγής αλυσίδων β, απαραίτητων για την κατασκευή της αιμοσφαιρίνης που μεταφέρει το οξυγόνο στον οργανισμό, λόγω ελαττωματικών γονιδίων κληρονομημένων και από τους δύο γονείς.
Τα παιδιά που γεννιούνται με τη νόσο αυτή χρειάζεται, αφού δεν μπορούν τα ίδια να παράγουν φυσιολογική αιμοσφαιρίνη, να την παίρνουν μέσω μεταγγίσεων ανάλογα με τη βαρύτητα του προβλήματος περίπου κάθε μήνα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά επειδή με τις μεταγγίσεις αυξάνεται ο σίδηρος του οργανισμού και κινδυνεύει να καταστρέψει τα διάφορα όργανα εναποτιθέμενος σε αυτά, σε καθημερινή βάση σχεδόν, πρέπει να γίνεται η λεγόμενη αποσιδήρωση μέσω υποδόριας έγχυσης κάποιας σιδηροδεσμευτικής ουσίας. Αν όλα γίνουν σωστά, τα παιδιά αυτά έχουν ένα φυσιολογικό προσδόκιμο επιβίωσης, αν και είναι πιο ευαίσθητα σε λοιμώξεις και άλλες εξωτερικές επιδράσεις.
Ο συγκεκριμένος λοιπόν ασθενής, στο πλαίσιο αυτής της ευαισθησίας του οργανισμού του, προσβλήθηκε από κάποιον ιό και χρειάστηκε η νοσηλεία του στη ΜΕΘ για να τον ξεπεράσει. Ήταν όμως ήδη πολύ καλά και ετοιμαζόταν η έξοδός του, που σε λίγες ημέρες θα τον οδηγούσε και πάλι πίσω στις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Εκείνο που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση σε όλο το προσωπικό της ΜΕΘ ήταν το πόσο συνειδητά συνεργάστικε κατά τη διάρκεια δύσκολων φάσεων της νοσηλείας του και πόσο πολύ πάλεψε για την αποκατάσταση της υγείας του και τη ζωή του.
Τέτοια ήταν η εντύπωση που είχε προκληθεί, ώστε ο ιατρός της ΜΕΘ και με το θάρρος του κοινού αγώνα που τόσες μέρες έδιναν, τον ρώτησε: «Δε σου πέρασε από το μυαλό να εγκαταλείψεις τον αγώνα; Δεν κουράστηκες τόσα χρόνια με τον τρόπο που ζεις και τους περιορισμούς της ασθένειάς σου;». Η απάντηση ήρθε άμεση και χωρίς δεύτερη σκέψη, έτσι ώστε φάνηκε ότι δεν ήταν παρόρμηση της στιγμής αλλά ώριμη σκέψη ετών:
«Ούτε μια στιγμή δε σκέφτηκα ότι θα ήταν προτιμότερο να πεθάνω. Και ξέρεις γιατί; Γιατί είμαι ευτυχισμένος που ζω. Και θεωρώ ότι το πρόβλημα της υγείας μου έχει συμβάλει στο να ωριμάσω νωρίτερα και να δω τη ζωή με πιο ουσιαστική ματιά. Από μικρός έμαθα να εκτιμώ την αξία της ζωής, βίωσα έμπρακτα την αγάπη και τη στοργή της οικογένειάς μου, έβαλα στόχους στη ζωή που δεν αφορούσαν το άτομό μου αλλά το κοινωνικό σύνολο.
Η ασθένειά μου με έκανε να δω με θετική ματιά τον κόσμο και να θελήσω να συμβάλω κι εγώ στο να γίνει καλύτερος, θέλησα να γίνω δάσκαλος για να βοηθώ τα παιδιά στη ζωή τους. Έμαθα όντας ‘διαφορετικός' να σέβομαι τη διαφορετικότητα και να αντιμετωπίζω τους άλλους όπως ήθελα να με αντιμετωπίζουν κι εκείνοι. Θα σου φανεί πολύ παράξενο, αλλά αντιμετωπίζοντας συχνά τον κίνδυνο του θανάτου, έμαθα να εκτιμώ τη ζωή. Έμαθα να ευχαριστώ τον Θεό γιατί επέτρεψε τη δοκιμασία που με έκανε καλύτερο».
Ο γιατρός απομακρύνθηκε βιαστικά για να μη δει ο ασθενής δύο δάκρυα στα μάτια του.
Αυτός είναι ένας ακόμη άνθρωπος που η φυσική επιλογή θα τον είχε οδηγήσει μετά από προγεννητικό έλεγχο στα σκουπίδια κάποιας κλινικής. Έχει συμβεί πολλές φορές καλοπροαίρετα πρόσωπα και μάλιστα σχετιζόμενα με τον Θεό να επιμένουν ότι είναι καλό να μη γεννιούνται παιδιά με προβλήματα υγείας και ότι είναι θεάρεστη κίνηση να τα απαλλάσσουμε από τον πόνο που θα τα συνοδεύει μια ολόκληρη ζωή.
Είναι η κλασική κοσμική αντίληψη ότι ο πόνος είναι κάτι κακό, η θυσία ανεπιθύμητη και πρέπει να αποφεύγεται με κάθε τρόπο. Είναι η λογική της αποφυγής του Σταυρού, που όμως, σύμφωνα με τον Κύριο, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σωτηρία.
(Νικόλαος Κ. Παναγιωτόπουλος, 20 χρόνια στην Εντατική, Νέα Σμύρνη 2017, σελ. 93-95)