Ο σύντροφος του εξορίστου.
Ο Ντοστογιέφσκυ «έσερνε τα βήματά του με την συνοδεία βαρβάρων, στον βαρβαρώτερο τόπο εξορίας: Την Σιβηρία.
Ήταν αντίπαλος του καθεστώτος. Σ’ έναν από τους σταθμούς του θλιβερού ταξιδιού του, μια γυναίκα τούβαλε στο χέρι 25 ρούβλια, αρκετά για να αγοράση λίγο ψωμί, σαπούνι, ρούχα, όχι όμως και την γαλήνη του πνεύματός του.
Αλλά μαζί με το χαρτονόμισμα τούδωσε και μια Αγία Γραφή. Αυτή η Βίβλος βοήθησε να μην πεθάνη το μεγάλο πνεύμα του Ντοστογιέφσκυ.
Στις σελίδες της έσβησε τη δίψα της ψυχής του.
Και ενώ τα πόδια επλήγιαζαν στη γη της εξορίας, το πνεύμα του εξεκουραζόταν στην Πατρίδα της Πίστεως, της Ειρήνης, της Αγάπης...
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο316)
Στον αγρό της ψυχής...
Στην εποχή του Κριμαϊκού πολέμου ένας ευσεβής Γάλλος, που εφλογίζετο από την επιθυμία να σπείρη τα θεία λόγια, επενόησε το εξής:
Αγόρασε αρκετά αντίτυπα της Αγ. Γραφής και τα μοίρασε με σβελτωσύνη και χαρά στους στρατιώτες. Όλοι τα δέχτηκαν, αλλά ένας με σαρκαστικό ύφος του είπε:
— Αυτό θα καθαρίση ωραία την πίπα μου!
Αλήθεια τα 5—6 φύλλα εκαθάρισαν την πίπα μου, αλλά τα υπόλοιπα την ψυχή του.
Γιατί κάποτε από περιέργεια τα διάβασε και βρήκε το δρόμο της ζωής.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο282)