Στις ζούγκλες της Αφρικής έχουν βρει έναν πολύ ενδιαφέροντα και πολύ «ζωόφιλο» τρόπο για να πιάνουν ζωντανές τις μαϊμούδες χωρίς να τις βασανίζουν, ή να τις κυνηγούν, και να τις στέλνουν γερές και αλώβητες για τους ζωολογικούς κήπους και το τσίρκο.
Οι κυνηγοί χρησιμοποιούν βαριές μποτίλιες με στενόμακρο λαιμό, μέσα στις οποίες βάζουν μια χούφτα ζαχαρωμένα και μυρωδάτα καρύδια. Τις μποτίλιες τις αφήνουν στο χώμα, ή μερικές φορές τις δένουν, και την άλλη μέρα το πρωί βρίσκουν σε κάθε μια τους έναν παγιδευμένο πίθηκο.
Ο πίθηκος έλκεται από το άρωμα των καρυδιών, πλησιάζει να δει τι συμβαίνει, βάζει μέσα το χέρι του, πιάνει με τη χούφτα του μερικά καρύδια και αυτό ήταν, παγιδεύτηκε. Δεν καταλαβαίνει ο δυστυχής ότι για να ελευθερώσει το χέρι του πρέπει να παρατήσει τα γλυκά καρύδια και αρνείται να τα αφήσει. Και η μποτίλια είναι πολύ βαριά, ή ακόμη και δεμένη, ώστε να μην μπορεί να την πάρει μαζί του και να φύγει.
(Άκης Αγγελάκης, Ιστορίες που θα θυμάσαι για πάντα σελ. 69-70)
«Αν παρατηρήσεις με προσοχή, θα ανακαλύψεις τις παγίδες του Εχθρού να είναι αλειμμένες με μέλι και με γλυκύτητα· ώστε αυτός που θέλει να γευθεί το μέλι να πιαστεί από την παγίδα.
Μην επιθυμείς ένα τέτοιο μέλι, και τότε δεν θα πιαστείς από την παγίδα· διότι η γλυκύτητά του γεμίζει στο τέλος με χολή και με πίκρα εκείνους που την ποθούν» (Οσίου Εφραίμ του Σύρου Εργα, τομ. Γ σελ. 12) «ω γαρ τις ήττηται, τούτω και δεδούλωται» (Β΄ Πέτρου β 19) «διότι σε εκείνο το πάθος, από το οποίο κανείς έχει νικηθεί, σε αυτό και έχει υποδουλωθεί»