(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικο στο κατά Ιωάννην, Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
Ιωάννου 6,1 Μετὰ ταῦτα(1) ἀπῆλθεν(2) ὁ Ἰησοῦς πέραν τῆς θαλάσσης τῆς Γαλιλαίας(3) τῆς Τιβεριάδος·
Ιω. 6,1 Επειτα από αυτά ανεχώρησεν ο Ιησούς εις τα μέρη της Γαλιλαίας και επέρασε μαζή με τους μαθητάς του στο απέναντι μέρος της θαλάσσης της Γαλιλαίας, η οποία ονομάζεται και θάλασσα της Τιβεριάδος (μετάφραση Ι. Κολιτσάρα).
(1) Γενική έκφραση μετάβασης, η οποία δεν παρέχει ορισμένη χρονολογία. Ο Ιωάννης υπαινίσσεται ότι εδώ πρέπει να αναζητηθεί η ιστορία πολλών μηνών από τους άλλους ευαγγελιστές (b).
(2) Φαίνεται να υποδηλώνεται μία ανάγκη απομόνωσης και ησυχίας. Όντως σύμφωνα με το Μάρκο (στ 30) και το Λουκά (θ 10) οι απόστολοι μόλις προ ολίγου συναντήθηκαν με τον διδάσκαλό τους γυρίζοντας από την περιοδεία, στην οποία είχαν σταλθεί από αυτόν, και ο Κύριος ήθελε να δώσε σε αυτούς κάποια ξεκούραση περνώντας κάποιες ώρες απομόνωσης μαζί τους. Αυτό μάλιστα γινόταν περισσότερο αναγκαίο, αφού είχε αναγγελθεί πριν λίγο και ο αποκεφαλισμός του Βαπτιστή (g).
(3) Ο Λουκάς καθορίζει τον τόπο ως «έρημο πόλης που ονομάζεται Βηθσαϊδά» (Λουκ. θ 10)(g). Θάλασσα της Γαλιλαίας, έτσι ονομάζεται στο Ματθαίο και το Μάρκο η σύμφωνα με το Λουκά (ε 1) λίμνη Γεννησαρέτ και σύμφωνα με τον Ιωάννη (κα 1) θάλασσα της Τιβεριάδας. Η Τιβεριάς ήταν πόλη νέα που χτίστηκε στη δυτική όχθη της λίμνης το 22 μ.Χ. από τον Ηρώδη τον Αντίπα και ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Τιβερίου (β).
Εάν ο Ιωάννης έγραφε στην Παλαιστίνη, θα αρκούνταν στη συνηθισμένη ονομασία της λίμνης «θάλασσα της Γαλιλαίας». Εφόσον όμως έγραφε έξω από την Παλαιστίνη και μάλιστα απευθυνόμενος προς Έλληνες, πρόσθεσε και το «της Τιβεριάδος» για διασαφήνιση (g). Η θάλασσα της Γαλιλαίας ονομαζόταν και θάλασσα της Τιβεριάδος. Δες Ιωσήπου Ιουδ. Πολ. ΙΙΙ 57,ΙV 456, και Παυσανίου V Μ,3 (χ) από τον οποίο ονομάζεται Τιβερίς. Πουθενά όμως στους συνοπτικούς δεν ονομάζεται έτσι.
«Τη θάλασσα της Γαλιλαίας, δηλαδή της Τιβεριάδος. Διότι θάλασσα της Γαλιλαίας ονομάζει τη λίμνη της Τιβεριάδος» (Ζ). «Αδιαφορεί επίσης πολλές φορές και ο λόγος των εκτός της πίστεως, ώστε να μην αποφεύγουν κάποιοι να ονομάζουν πολλές φορές λίμνη τη θάλασσα» (Κ).
Ιω. 6,2 καὶ ἠκολούθει(1) αὐτῷ ὄχλος πολύς, ὅτι(2) ἑώρων αὐτοῦ τὰ σημεῖα(3) ἃ ἐποίει ἐπὶ τῶν ἀσθενούντων(4).
Ιω. 6,2 Και τον ακολουθούσε πολύς λαός, διότι έβλεπαν τα θαύματα που έκαμνε δια την θεραπείαν των ασθενών.
(1) Δες και Ματθ. ιδ 13,Λουκ. θ 11,Μάρκ. στ 33. Ο Παρατατικός δηλώνει, ότι αυτή η ακολούθηση δεν άρχισε εκείνη τη στιγμή, αλλά πριν και συνεχιζόταν τώρα. Άρχισε να τον ακολουθεί πριν ακόμη διασχίσει τη λίμνη (β).
(2) Ο λόγος για τον οποίο τον ακολουθούσαν. Και κατά τη διήγηση των συνοπτικών (Μάρκ. α 29-40, β 1,γ 1,στ 5,Ματθ. ιδ 14,Λουκ. θ 11) είχε επιτελέσει θεραπείες ο Ιησούς, τις οποίες ο Ιωάννης εδώ δεν αναφέρει λεπτομερώς, αρκούμενος μόνο να σημειώσει την περιληπτική αυτή φράση «τα θαύματα που έκανε πάνω στους αρρώστους» (β).
(3) «Τον ακολουθούσαν όχι από πολύ σταθερό φρόνημα· διότι αν και απόλαυσαν τόση πολλή διδασκαλία, ελκύονταν από τα θαύματα περισσότερο, πράγμα το οποίο φανέρωνε πιο παχυλή σκέψη» (Χ).
(4) Ο Κύριος εφόσον ήλθε για να ευεργετεί, ζούσε συνεχώς ανάμεσα στον όχλο, ο οποίος του παρείχε ενόχληση μάλλον παρά τιμή. Αγαθοί και ευεργετικοί άνδρες δεν παραπονιούνται για το φόρτο του μόχθου και της εργασίας, εφόσον με αυτά υπηρετούν το Θεό και τη γενιά τους. Θα υπάρξει και για αυτούς αρκετός χρόνος για απόλαυση και ανάπαυση, όταν θα έλθουν στον άλλο κόσμο, όπου θα απολαμβάνουν το Θεό και θα αναπαύονται στο Θεό.
Ιω. 6,3 ἀνῆλθε δὲ εἰς τὸ ὄρος(1) ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐκεῖ ἐκάθητο(2) μετὰ τῶν μαθητῶν(3) αὐτοῦ.
Ιω. 6,3 Ανέβηκε δε στο όρος ο Ιησούς και εκεί εκάθισε μαζή με τους μαθητάς του.
(1) Μπαίνει και το άρθρο όχι για να δηλώσει κάποιο όρος γνωστό ήδη από την προηγούμενη αφήγηση του Ιωάννη, αλλά για διάκριση της ορεινής περιοχής από την πεδιάδα που εκτεινόταν εκεί=το όρος που υψωνόταν στη μικρή πεδιάδα κοντά στην ακτή (g).
(2) Σε τόπο ήσυχο συζητώντας με τους μαθητές του.
«Είναι κατάλληλη για φιλοσοφία η ερημιά. Πολλές φορές λοιπόν και αυτός μόνος του πηγαίνει στο βουνό και διανυκτερεύει και προσεύχεται διδάσκοντάς μας, ότι αυτός που κατεξοχήν πλησιάζει προς το Θεό πρέπει να απαλλαχτεί από κάθε ταραχή και να επιζητά και καιρό και τόπο καθαρό από θόρυβο» (Χ).
Η εδώ φρασεολογία του Ιωάννη συμπίπτει σε πολλά με αυτήν στο Ματθ. ιε 29 (g). Υπάρχει και η γραφή: εκαθέζετο.
(3) Σύμφωνα με την αφήγηση των συνοπτικών (Μάρκ. στ 30,Λουκ. θ 10) μαθητές ήταν οι 12 απόστολοι. Αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε και από την αφήγηση του Ιωάννη, διότι ο αριθμός των κοφινιών (12) υποδηλώνει, ότι 12 ήταν και οι μαθητές που τα κουβάλησαν (β).
Ιω. 6,4 ἦν δὲ ἐγγὺς τὸ πάσχα(1), ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων(2).
Ιω. 6,4 Επλησίαζε δε το πάσχα, η μεγάλη αυτή εορτή των Ιουδαίων.
(1) Είναι το προτελευταίο πάσχα της ζωής του Κυρίου. Μετά ένα χρόνο ακριβώς συνέπεσε το πάθημά του. Όπως φαίνεται και από το ζ 1, ο Κύριος λόγω της προς αυτόν εχθρότητας των Ιουδαίων των Ιεροσολύμων, απέφυγε να ανεβεί στα Ιεροσόλυμα κατά το πάσχα αυτό. Προκλήθηκε ζήτημα για ποιο λόγο ο Ιωάννης εισάγει την πληροφορία αυτή εδώ. Διάφορες εξηγήσεις. Σύμφωνα με τους μεν, για να εξηγηθεί η παρουσία του πολλού όχλου: Υπήρχε μεγάλη συρροή ανθρώπων κατά την εποχή αυτή του έτους (b). Αντιπαρατηρήθηκε όμως, ότι το μέρος όπου τώρα ο Κύριος βρίσκεται, είναι από απόμακρο και απέχει πολύ από την οδό, η οποία οδηγούσε στα Ιεροσόλυμα και ήταν τελείως απίθανο ότι οι προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα θα απομακρύνονταν τόσο πολύ από το δρόμο τους. Μάλλον πρέπει να αποδώσουμε την εισαγωγή αυτής της πληροφορίας σε συνήθεια του Ιωάννη να παρεμβάλλει τέτοιους χρονολογικούς καθορισμούς στην αφήγησή του (δες β 13,ζ 2,ια 55)(β). Αξιόλογη όμως και η παρατήρηση.
«Ενώ όλοι βιάζονται να πάνε στα Ιεροσόλυμα, αυτός έρχεται στη Γαλιλαία, και όχι αυτός μόνος αλλά οδηγώντας και τους μαθητές. Λίγο λίγο λοιπόν καταργούσε το νόμο παίρνοντας αφορμή από την ιουδαϊκή πονηρία» (Χ), «που τον καταδίωκε και δείχνει σε αυτούς που προσέχουν, ότι έχει παύσει ο τύπος από τη στιγμή που ήλθε η αλήθεια» (Θφ).
Η έννοια δηλαδή της εισαγωγής της πληροφορίας αυτής θα εκφραζόταν με άλλα λόγια από τον Κύριο ως εξής: Τι θέλουμε να πάμε για εορτασμό του Πάσχα στα Ιεροσόλυμα; Να εδώ με το πλήθος αυτό μπορούμε να γιορτάσουμε το Πάσχα μας (g). Τα ακόλουθα λόγια του Κυρίου για το σώμα και το αίμα του, τα οποία υπενθυμίζουν την τυπική θυσία του πασχάλιου αμνού, παρουσιάζονται να συμφωνούν με αυτήν την εκδοχή.
(2) Η κατεξοχήν γιορτή των Ιουδαίων. Δίνει ο ευαγγελιστής εξήγηση της λέξης Πάσχα για τους Έλληνες αναγνώστες του.
Ιω. 6,5 ἐπάρας οὖν ὁ Ἰησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς(1) καὶ θεασάμενος ὅτι πολὺς ὄχλος ἔρχεται(2) πρὸς αὐτόν, λέγει πρὸς τὸν Φίλιππον(3)· πόθεν(4) ἀγοράσωμεν ἄρτους ἵνα φάγωσιν οὗτοι;
Ιω. 6,5 Και καθώς εσήκωσε ο Ιησούς τα μάτια και είδεν ότι πολύς λαός έρχεται προς αυτόν, είπε προς τον Φιλιππον• “από που και με τι χρήματα θα αγοράσωμεν ψωμιά, δια να φάγουν αυτοί οι άνθρωποι;”.
(1) Για τη φράση δες δ 35, όπου επίσης ακολουθεί το θεάσθαι (β).
«Εδώ δείχνει ότι… καθόταν μαζί με τους μαθητές… για να τους μιλήσει με μεγαλύτερη ακρίβεια και να τους διδάξει… Διότι κάθονταν μαζί με αυτόν βλέποντας ίσως ο ένας τον άλλον» (Χ).
Ενώ δηλαδή ήταν απασχολημένος με τη συνομιλία με τους μαθητές, η προσοχή του ξαφνικά αποσπάστηκε από το πλήθος που ερχόταν (ο).
(2) Ο λαός ερχόταν ανά ομάδες πεζή για συνάντηση του Ιησού. Μέρος από το πλήθος αυτό προερχόταν από την απέναντι όχθη της λίμνης, όπου μέχρι τότε βρισκόταν μαζί με τον Ιησού, και διέτρεξε τον γύρο της δυτικής όχθης της λίμνης. Άλλοι κατέφθαναν από τα γειτονικά χωριά. Σύμφωνα με την αφήγηση των συνοπτικών ο όχλος ερχόταν από το πρωί και η ημέρα διατέθηκε για διδασκαλία και θεραπεία των ασθενών που έφεραν. Η βαθμιαία προσέλευση του πλήθους προϋποτίθεται από την αφήγηση του Μάρκου (στ 33). Κάποιο τμήμα από αυτό θα ήλθε ίσως και γύρω στο απόγευμα, οπότε το πλήθος εξογκώθηκε υπερβολικά, και τότε και οι μαθητές ήλθαν στον Ιησού για να τον προτρέψουν να απολύσει τους όχλους (g).
(3) «Οι μεν άλλοι ευαγγελιστές λοιπόν λένε ότι οι μαθητές ήλθαν να ρωτήσουν και να παρακαλέσουν, ώστε να μην τους διώξει νηστικούς, ενώ αυτός εισάγει στη διήγηση τον Φίλιππο να ρωτιέται από το Χριστό. Και μου φαίνεται ότι και τα δύο είναι αληθινά, αλλά δεν έγιναν στον ίδιο καιρό… ώστε άλλα μεν είναι εκείνα και άλλα αυτά» (Χ).
«Είναι λογικό δηλαδή να έγιναν και τα δύο, και αφού πρώτα οι μαθητές υπενθύμισαν στον Κύριο να απολύσει τους όχλους, ο Φίλιππος ρωτήθηκε από τον Κύριο από πού θα διατραφούν» (Θφ).
«Για ποιο λόγο λοιπόν ρωτά το Φίλιππο; Γνώριζε ποιοι από τους μαθητές χρειάζονταν κατεξοχήν περισσότερη διδασκαλία» (Χ).
«Ο Φίλιππος λοιπόν ήταν άνθρωπος που αναζητούσε και φιλομαθής, αλλά δεν ήταν πολύ γρήγορος στο να μπορεί να καταλαβαίνει με θερμότητα αυτά που πρέπουν περισσότερο στο Θεό» (Κ).
«Αυτός λοιπόν (ο Φίλιππος) είναι που μετά από αυτά λέει: Δείξε μας τον Πατέρα και μας αρκεί» (Χ).
Ή, πιο πιθανή εκδοχή, ο Φίλιππος καταγόταν από τα γειτονικά στην τοποθεσία αυτή μέρη (Ιω. ιβ 21) και θα περίμενε ο καθένας, ότι αυτός γνωρίζοντας καλά την περιφέρεια αυτή θα ήταν σε θέση να πληροφορήσει πού θα μπορούσαν να βρουν τροφές (μ).
(4) Υποτίθεται ότι και τα αναγκαία για αυτό χρήματα δεν υπήρχαν στο φτωχό ταμείο του Ιησού και των μαθητών του, αλλά και ο τόπος ήταν έρημος από χωριά και πόλεις (δες Ματθ. ιδ 15) ώστε να αγοράσουν αυτοί τροφές (κ).
Ο καθένας θα νόμιζε, ότι ο Χριστός, αφού, όπως φαίνεται από την παράλληλη αφήγηση των συνοπτικών, είχε διδάξει τα πλήθη εκεί και θεράπευσε τους ασθενείς τους, είχε πλέον επιτελέσει ό,τι επιβαλλόταν σε αυτόν και ότι μάλλον τα πλήθη θα έπρεπε να φροντίσουν για την ανάπαυση και διατροφή του Ιησού και των μαθητών του. Όμως ο Κύριος λαμβάνει φροντίδα και για τη σωματική διατροφή του πλήθους. Εκείνοι, οι οποίοι θα λάβουν τα πνευματικά χαρίσματα του Χριστού, αντί να πληρώσουν για αυτά, θα πληρωθούν για το ότι δέχτηκαν αυτά με διάθεση αγαθή. Ο Χριστός εδώ αφού έθρεψε τις ψυχές τους με τη διδασκαλία του, τρέφει και τα σώματά τους με τροφή κατάλληλη και δείχνει έτσι ότι, και το «σώμα μας ανήκει στον Κύριο, και ο Κύριος στο σώμα» και μας ενθαρρύνει να απευθυνόμαστε σε αυτόν και να ζητάμε από αυτόν τον καθημερινό μας άρτο.
Ιω. 6,6 τοῦτο δὲ ἔλεγε πειράζων(1) αὐτόν· αὐτὸς γὰρ ᾔδει τί ἔμελλε ποιεῖν(2).
Ιω. 6,6 Ελεγε δε τούτο ο Κυριος, δια να δοκιμάση την πίστιν του Φιλίππου. Διότι αυτός εγνώριζε πολύ καλά τι επρόκειτο με την παντοδυναμίαν του να κάμη έντος ολίγου.
(1) «Γυμνάζοντας στην πίστη τον μαθητή (Κ). «Τον βάζει σε απορία, έτσι ώστε, αφού ομολογήσει την απορία του, να καταλάβει ακριβέστερα το μέγεθος του θαύματος που πρόκειται να γίνει. Διότι αν γινόταν έτσι απλά, δεν θα φαινόταν τόσο μεγάλο» (Ζ).
«Θέλει επίσης να κάνει αυτός γνωστό πόση πίστη έχει» (Θφ). Δοκίμαζε τον Φίλιππο ζητώντας να δει, αν θα έδινε απάντηση που θα πρόδιδε την πίστη του ή θα εκδήλωνε δισταγμό και αμφιβολίες για το δυνατό της διατροφής τόσου πλήθους (g).
(2) Ο Κύριος είχε ήδη λάβει τις αποφάσεις του. Και «γνώριζε ακριβώς» (Χ) τι επρόκειτο να πράξει για διατροφή εκείνου του πλήθους.
Ιω. 6,7 ἀπεκρίθη αὐτῷ Φίλιππος(1)· διακοσίων δηναρίων(2) ἄρτοι οὐκ ἀρκοῦσιν αὐτοῖς ἵνα ἕκαστος αὐτῶν βραχύ τι λάβῃ.
Ιω. 6,7 Απήντησεν εις αυτούς ο Φιλιππος• “ούτε διακοσίων δηναρίων ψωμιά δεν αρκούν εις αυτούς, όχι να χορτάσουν, αλλά δια να πάρη ο κάθε ένας ένα μικρό κόμματι”.
(1) «Δες την ασθένεια της διάνοιας του Φιλίππου, που δεν μπόρεσε να καταλάβει τη δύναμη της θεότητας» (Ζ).
«Ακούγοντας το «από πού θα αγοράσουμε», το οποίο ειπώθηκε για να τον δοκιμάσει, συναρπάζεται αμέσως και βλέπει μόνο το δρόμο μέσω χρημάτων» (Κ). Ο Φίλιππος λησμονεί το θαύμα της Κανά, στο οποίο ήταν παρών και υπολογίζει με βάση καθαρά ανθρώπινα μέσα (κ).
(2) Το δηνάριο ήταν ρωμαϊκό νόμισμα που ισοδυναμούσε με περίπου 0,85 χρυσά λεπτά. Διακόσια δηνάρια λοιπόν= 170 δραχμές χρυσές, ποσό το οποίο ήταν αδύνατον να έχουν μαζί τους οι μαθητές (g), δεδομένου ότι σύμφωνα με το Ματθ. κ 2 το ημερομίσθιο τότε πληρωνόταν για ένα δηνάριο (β).
Επομένως «όσον αφορά την αφιλοχρηματία των μαθητών, και το ότι δεν είχαν τίποτα, και την ίδια τη σκέψη του Φιλίππου, η οποία δεν απέβλεπε ακόμα τελείως προς το εξαίρετο αξίωμα του Σωτήρα μας, μετατρέπεται πλέον κατά κάποιο τρόπο σε αδυναμία» η διατροφή των όχλων (Κ).
Ιω. 6,8 λέγει αὐτῷ εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἀνδρέας(1) ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου(2).
Ιω. 6,8 Λεγει εις αυτόν ένας από τους μαθητάς του, ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σιμωνος Πετρου•
(1) Και στο ιβ 20-22 παρουσιάζονται οι Φίλιππος και Ανδρέας με απορία να αντιμετωπίζουν και οι δύο το πρακτέο. Φαίνεται, ότι ήταν στενά συνδεδεμένοι, αφού άλλωστε κατάγονταν από την ίδια πόλη, την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας.
(2) Ο Πέτρος κατά το χρόνο και στον τόπο τον οποίο έγραφε ο Ιωάννης, ήταν γνωστότερος του Ανδρέα (b). Επιπλέον το πρόσωπο του Ανδρέα δεν μπορούσε να νοηθεί στο πνεύμα του Ιωάννη, χωρίς αυτός να θυμηθεί και τον Πέτρο, τον κορυφαίο των αποστόλων (g).
Ιω. 6,9 ἔστι(1) παιδάριον(2) ἓν ὧδε, ὃς ἔχει πέντε ἄρτους κριθίνους(3) καὶ δύο ὀψάρια(4)· ἀλλὰ ταῦτα τί ἐστιν εἰς τοσούτους;
Ιω. 6,9 “είναι εδώ κάποιος νέος, που έχει πέντε κρίθινα ψωμιά και δύο ψάρια• αλλά τι είναι αυτά εμπρός εις τόσο πλήθος ανθρώπων;”
(1) Ή, «σκέφτεται και φρονεί όμοια με το Φίλιππο… Μην κατανοώντας δηλαδή τη δύναμή του, και μη έχοντας διδαχτεί από την μεγαλουργία εκείνων που είχαν προηγηθεί, ότι μπορούσε να κάνει τα πάντα ο Ιησούς… αναγγέλλει βέβαια αυτά που είχε το παιδί, ωστόσο φαίνεται να έχει ατονήσει ως προς την πίστη» (Κ). «Αυτά όμως τα είπε, για να μη δώσει την εντύπωση ότι αποκρύπτει κάτι από τα υπάρχοντα λόγω προσωπικής ανάγκης. Διότι το ότι αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά σε τόσο πλήθος, και ο ίδιος το είπε και το πράγμα δεν γινόταν αλλιώς» (Θμ).
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία. «Ο Ανδρέας έχει υψηλότερο μεν φρόνημα από τον Φίλιππο, αλλά δεν έφθασε το παν… Ανέβηκε μεν σε κάποιο ύψος, αλλά δεν μπόρεσε να φτάσει στην ίδια την κορυφή» (Χ).
«Διότι νόμισε ότι θα αυξήσει μεν ίσως τους άρτους ο Κύριος, αλλά εάν ήταν περισσότεροι, θα γινόταν μεγαλύτερη και η αύξηση, κρίνοντας οπωσδήποτε εσφαλμένα» (Θφ).
(2) Από αυτά που λέγονται μία φορά στην Κ.Δ.. Κυριολεκτικά σημαίνει μικρό παιδί. Μάλλον όμως είναι νεαρός υπηρέτης. Είναι αξιοσημείωτο ότι η ίδια λέξη χρησιμοποιείται για τον υπηρέτη του Ελισσαίου στο Δ Βασ. δ 38,41, όπου γίνεται πάλι λόγος για θαύμα πολλαπλασιασμού άρτων (β).
Για αυτό και ο Χ. παρατηρεί: «Νομίζω ότι ο Ανδρέας δεν το είπε αυτό τυχαία, αλλά έχοντας ακούσει τα θαύματα των προφητών και πώς ο Ελισσαίος έκανε το θαύμα με τους άρτους».
(3) Ήταν φτηνότεροι από τους άρτους από σιτάρι, και για αυτό ο κρίθινος άρτος ήταν συνηθισμένος άρτος των φτωχών (β).
(4) Οψάριον είναι υποκοριστικό του όψον=η μαγειρευμένη τροφή, η οποία τρωγόταν μαζί με το ψωμί. Κατάντησε να σημαίνει το ψάρι, επειδή αυτή ήταν ευκολότερη και συνηθέστερη τροφή. Ίσως πρόκειται εδώ για ψάρια παστά. Από το ότι το οψάριον είναι υποκείμενο δεν μπορούμε να συμπεράνουμε κάτι για το μέγεθος των ψαριών, διότι το υποκοριστικό αναφέρεται στο είδος και όχι στο ποσό της τροφής (β,ο). Οι ανάγκες του κόσμου δεν είναι τόσο μεγάλες σε σχέση με τα μέσα, με τα οποία θα εξυπηρετηθούν αυτές, όταν ο Κύριος είναι παρών και διευθύνει αυτός τη διάθεση και διανομή τους (τ).
Ιω. 6,10 εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς(1)· ποιήσατε(2) τοὺς ἀνθρώπους ἀναπεσεῖν(3)· ἦν δὲ χόρτος πολὺς ἐν τῷ τόπῳ(4). ἀνέπεσον οὖν(5) οἱ ἄνδρες(6) τὸν ἀριθμὸν ὡσεὶ πεντακισχίλιοι(7).
Ιω. 6,10 Ο Ιησούς όμως τους είπε• “Βαλτε τους ανθρώπους να καθίσουν”. Υπήρχε δε πολύ χορτάρι στον τόπον, διότι ήτο άνοιξις. Εκάθισαν, λοιπόν, πρώτον οι άνδρες των οποίων ο αριθμός έφθανε περίπου τας πέντε χιλιάδας.
(1) «Όταν λοιπόν έπαυσαν να ελπίζουν και οι δύο μαθητές, τότε θαυματουργεί. Διότι έτσι κέρδισαν περισσότερο, με το να ομολογήσουν πρώτα την δυσκολία του πράγματος, έτσι ώστε, όταν γίνει, να μάθουν τη δύναμη του Θεού» (Χ).
(2) Μπαίνει τώρα σε δοκιμασία η πίστη των μαθητών κυρίως, έπειτα όμως και του όχλου. Η διαταγή αυτή του Κυρίου «έχει πολλή έμφαση» (Κ).
«Διότι λες και ήταν έτοιμο και προετοιμασμένο το τραπέζι, τους διέταξε να κάτσουν αμέσως» (Χ). Βάλτε τους να καθίσουν, παρόλο που δεν έχετε τίποτα να τους παραθέσετε. Για αυτό όμως εμπιστευτείτε εμένα.
(3) Παρόμοιο με το ρήμα ανακλίνω=κάθομαι κάτω, ξαπλώνω. Δες Ιω. ιγ 12, κα 20 (β).
(4) «Ήταν καιρός της πόας, αφού ήταν λοιπόν άνοιξη· διότι ήταν κοντά, λέει, το Πάσχα» (Σχ). Ο σιναϊτικός γράφει τόπος αντί χόρτος. «Επισημαίνει… δείχνοντας ότι ήταν κατάλληλος ο χώρος στο να μπορέσουν να καθίσουν οι άνδρες» (Κ).
(5) «Αμέσως υπάκουσαν οι μαθητές και δεν θορυβήθηκαν, ούτε είπαν· τι είναι αυτό τέλος πάντων; Πώς διατάζεις να κάτσουν αφού δεν φαίνεται τίποτα στη μέση; Έτσι και πριν δουν το θαύμα, άρχισαν να πιστεύουν» (Χ).
(6) Προηγουμένως είπε «τους ανθρώπους», διότι με αυτό δήλωνε και τα γυναικόπαιδα. Τώρα λέει «οι άνδρες», όχι διότι τα γυναικόπαιδα δεν κάθισαν, αλλά εκτός του ότι οι άνδρες έπιασαν τις πιο εξέχουσες εκτάσεις, από την άλλη όμως μόνο οι άνδρες αριθμούνται (περίπου 5000), και για αυτό αναφέρει τώρα μόνο αυτούς (ο,β).
«Αν και το πλήθος των τρεφομένων ήταν ανάμικτο, δηλαδή ήταν παρούσες γυναίκες μαζί με παιδιά, απαρίθμησε μόνο τους άνδρες, ακολουθώντας, όπως νομίζω, τις σύμφωνα με το νόμο συνήθειες. Γιατί διατάσσοντας ο Θεός… τον Μωϋσή… ο προφήτης συνέταξε μακρό κατάλογο ονομάτων, όμως φαίνεται να μην έχει υπολογίσει καθόλου τις γυναίκες και τους ανηλίκους, αλλά καταγράφει μόνο το πλήθος που είχε συμπληρώσει την εφηβική ηλικία» (Κ).
(7) Ο σιναϊτικός γράφει τρισχίλιοι.
Ιω. 6,11 ἔλαβε δὲ τοὺς ἄρτους ὁ Ἰησοῦς καὶ εὐχαριστήσας(1) διέδωκε τοῖς μαθηταῖς, οἱ δὲ μαθηταὶ(2) τοῖς ἀνακειμένοις· ὁμοίως καὶ ἐκ τῶν ὀψαρίων(3) ὅσον ἤθελον(4).
Ιω. 6,11 Επήρε δε ο Ιησούς εις τα χέρια του τα ψωμιά και αφού ευχαρίστησε τον πατέρα, εμοίρασε στους μαθητάς, οι δε μαθηταί εμοίρασαν στους καθισμένους εκεί ανθρώπους. Το ίδιο έκαμαν και με τα ψάρια και έδιδαν στον καθένα όσο ήθελε, δια να χορτάση.
(1) Από τους συνοπτικούς χρησιμοποιείται στο παράλληλο χωρίο το «ευλογώ» (Μάρκ. στ 41,Ματθ. ιδ 19,Λουκ. θ 16), προκειμένου όμως για το άλλο θαύμα της διατροφής των 4.000 ο Ματθαίος (ιε 36) και ο Μάρκος (η 6) χρησιμοποιούν το «ευχαριστώ», όπως εδώ. Μπορούμε να πάρουμε και το ευλογώ με την έννοια του δοξολογώ, οπότε καταλήγει να σημαίνει σχεδόν ό,τι και το ευχαριστώ. Και θα έχουμε έτσι την προσευχή της ευχαριστίας, η οποία απευθυνόταν πάντοτε πριν το φαγητό στο Θεό από κάθε ευσεβή Ιουδαίο (β).
Έτσι με την ευχαριστία δείχνει «ότι αυτοί που αρχίζουν το φαγητό, πρέπει να ευχαριστούν το Θεό» (Χ).
Και «ευχαριστεί προς υποτύπωση της δικής μας ευχαριστίας και προς υπόδειγμα της ευλάβειας που πρέπει να υπάρχει σε εμάς, και ως άνθρωπος αναθέτει πάλι στη θεία φύση τη δύναμη για το παράδοξο… Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι αντί για το ευχαρίστησε ο Ματθαίος είπε το ευλόγησε. Γιατί ο Παύλος αποδεικνύει ότι και τα δύο σημαίνουν το ίδιο, λέγοντας: «διότι κάθε τροφή… αγιάζεται με το λόγο του Θεού και την προσευχή» (Κ).
Είτε η τροφή μας είναι άφθονη, είτε είναι πενιχρή οφείλουμε να ευχαριστούμε το Θεό για αυτό που έχουμε και ουδέποτε να είμαστε μεμψίμοιροι.
(2) Υπάρχει και η γραφή: ευχαριστήσας διέδωκε τοις ανακειμένοις. Η φράση «τοῖς μαθηταῖς, οἱ δὲ μαθηταὶ» πιθανώς αποτελεί παρεμβολή από το ευαγγέλιο του Ματθαίου (g). Οι προμήθειες διαμοιράστηκαν από το χέρι του Χριστού διαμέσου των χεριών των αποστόλων. Όλες οι ανέσεις και τα μέσα της συντήρησής μας έρχονται σε εμάς από το χέρι του Χριστού. Οποιοσδήποτε και αν μας τα φέρει, ο Χριστός μας στέλνει αυτά και αυτός τα διανέμει σε εκείνους, οι οποίοι μας τα μοιράζουν. «Ανοίγεις εσύ το χέρι σου και γεμίζεις καθετί που ζει με ευδοκία».
(3) Εκφράζεται άριστα ο τρόπος της διανομής=σαν από κάποια πηγή έκοβαν τεμάχια από τα ψάρια (ο).
(4) Αυτό αντιτίθεται με αυτό που είπε ο Ανδρέας: «αλλά τι είναι αυτά μπροστά σε τόσους;».
«Ασφαλώς η κυβέρνηση του κόσμου ολόκληρου, είναι μεγαλύτερο θαύμα από ότι ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων ανθρώπων με πέντε άρτους και όμως κανείς δεν θαυμάζει το πρώτο, αλλά το δεύτερο θαυμάζουν όχι διότι είναι μεγαλύτερο, αλλά διότι είναι σπάνιο. Διότι ποιος τρέφει τώρα ολόκληρο τον κόσμο, αν όχι αυτός που δημιουργεί τον αγρό για θερισμό από λίγα σπέρματα; Διότι από όπου πολλαπλασιάζει την παραγωγή των αγρών από λίγα σπέρματα, από την ίδια πηγή πολλαπλασίασε στα χέρια του τους πέντε άρτους. Η δύναμη όντως ήταν στα χέρια του Χριστού, αλλά οι πέντε εκείνοι άρτοι υπήρξαν ως σπέρματα που δεν εμπιστεύθηκαν πραγματικά στη γη, αλλά πολλαπλασιάστηκαν από αυτόν που δημιούργησε τη γη» (Αυ).
Ιω. 6,12 ὡς δέ ἐνεπλήσθησαν, λέγει τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· συναγάγετε τὰ περισσεύσαντα κλάσματα, ἵνα μή τι ἀπόληται(1).
Ιω. 6,12 Αφού δε εχόρτασαν όλοι, είπεν ο Ιησούς στους μαθητάς του• “μαζέψτε τα κομμάτια που επερίσσεψαν, δια να μη χαθή τίποτε”.
(1) Ο Κύριος εύκολα πληθύνει. Αλλά όμως δεν θέλει τα πράγματα, τα οποία έκανε, να χάνονται χωρίς λόγο (b). Μάθημα οικονομίας.
Και «θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος ότι από φειδώ προς τα περισσεύματα διέταξε ο Χριστός τους μαθητές του να τα μαζέψουν» (Κ).
Όταν χορταίνουμε, πρέπει να θυμόμαστε, ότι υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι στερούνται και πεινούν, και ενδέχεται και εμείς να περιέλθουμε στην ίδια ανάγκη. Εάν άφηναν τα περισσεύματα στη χλόη, θα μαζεύονταν αυτά από τα θηρία του αγρού και από τα πετεινά του ουρανού. Αλλά ό,τι είναι χρήσιμο και αναγκαίο για τη συντήρηση των ανθρώπων, χάνεται όταν αντί να δίνεται στους πεινασμένους ομοίους μας, ρίχνεται για διατροφή σκυλιών και αλόγων πλασμάτων. Αξιοσημείωτη και η ερμηνεία που πρόκριναν οι Πατέρες: Η περισυλλογή τόσων πολλών περισσευμάτων «κάνει το θαύμα ολοφάνερο… γιατί υπάρχει μια τόσο μεγάλη ενέργεια εξουσίας που ταιριάζει στο Θεό στο πράγμα αυτό, ώστε όχι μόνο… να χορτάσει τόσος πολύς λαός, αλλά μαζί με αυτό, να συγκεντρωθούν επιπλέον περισσεύματα δώδεκα κοφινιών» (Κ).
Επιπλέον όμως και «για να μη φανεί ότι είναι κάποια φαντασία αυτό που έγινε» (Ζ) αλλά «ώστε να πιστέψουν ότι οπωσδήποτε και πραγματικά χόρτασαν με την τροφή» (Κ) «και να φανεί σε όλους, ότι πράγματι τόσο πολύ χόρτασαν, ώστε και να περισσεύσουν τόσα πολλά» (Θφ).
Ιω. 6,13 συνήγαγον οὖν καὶ ἐγέμισαν δώδεκα κοφίνους(1) κλασμάτων ἐκ τῶν πέντε ἄρτων τῶν κριθίνων(2) ἃ ἐπερίσσευσε τοῖς βεβρωκόσιν(3).
Ιω. 6,13 Τα εμάζεψαν, λοιπόν, και εγέμισαν δώδεκα κοφίνια από τα κομμάτια των πέντε κριθίνων άρτων, τα οποία επερίσσεψαν εις εκείνους που είχαν φάγει.
(1) «Γεμίζουν δώδεκα κοφίνια για τον καθένα μαθητή χωριστά, όπως ήταν λογικό· διότι τόσοι ήταν και αυτοί» (Κ).
«Ώστε όλοι να κουβαλήσουν και ούτε και ο Ιούδας να μη μείνει αμέτοχος αυτού… και να ωφεληθεί έστω και από αυτό… Διότι δεν πρόσταξε μάταια τους αποστόλους να βαστήξουν τα κοφίνια, αλλά για να θυμούνται πάντα το θαύμα» (Θφ).
Φαίνεται, ότι πρόκειται για ταξιδιωτικά κοφίνια, τα οποία συνήθιζαν να κουβαλούν μαζί τους οι Ιουδαίοι ταξιδευτές (Κριτ. στ 19, δες και Juvenalius, Sat. III 14). Ενδέχεται όμως και να δανείστηκαν αυτά οι απόστολοι από αυτούς που ήταν συμπαρόντες (g).
(2) Τα περισσεύματα ήταν ακριβώς τα ίδια με την αρχική πηγή, από την οποία προήλθαν· ήταν κομμάτια των αρχικών άρτων (g). Ο Μάρκος (στ 43) μιλά και για περισσεύματα από τα ψάρια. «Επέτρεψε να περισσέψουν τόσα πολλά κομμάτια… ώστε να μη νομιστεί ότι το πράγμα ήταν φαντασία» (Θμ).
(3) Από αυτά που λέγονται μοναδική φορά. Δες πόσο γενναιόδωρη φαίνεται προς εμάς η θεία αγαθότητα. Δεν αρκείται στο να γεμίσει το ποτήρι, αλλά και ξεχειλίζει αυτό. Στην οικία του Πατέρα περισσεύουν από ψωμιά.
Ιω. 6,14 Οἱ οὖν(1) ἄνθρωποι, ἰδόντες ὃ ἐποίησε σημεῖον(2) ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης(3) ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον.
Ιω. 6,14 Οι άνθρωποι, λοιπόν, όταν είδαν αυτό το καταπληκτικό θαύμα, που έκαμεν ο Ιησούς, έλεγαν ότι αυτός πράγματι είναι ο προφήτης εκείνος, που σύμφωνα με την προφητείαν του Μωϋσέως έρχεται στον κόσμον.
(1) Φανερώνει την κατάπληξη του λαού και την ομολογία πίστης στον Ιησού που επακολούθησαν ως συνέπεια του θαύματος.
(2) «Ω υπερβολή γαστριμαργίας! Έκανε αμέτρητα πιο θαυμαστά από αυτό και πουθενά δεν ομολόγησαν αυτό, αλλά όταν χόρτασαν» (Χ). Ότι η πίστη τους ήταν τόσο παχυλή και επιπόλαιη, αποδεικνύεται από τον σκανδαλισμό, τον οποίο πολλοί από αυτούς εκδήλωσαν την επόμενη ημέρα στην Καπερναούμ με αφορμή τα λόγια του Κυρίου για τη σάρκα του. Υπήρξαν πολλοί, οι οποίοι πείστηκαν, ότι ο Ιησούς ήταν ο προφήτης, ο οποίος θα ερχόταν στον κόσμο. Όμως δεν έκαναν δική τους τη διδασκαλία του, ούτε έμειναν σταθεροί στην ακρόασή της. Τέτοια αξιοκατάκριτη ασυμφωνία και αστάθεια υπάρχει μεταξύ των δυνάμεων της ψυχής που είναι διεφθαρμένη και όχι ακόμη αγιασμένη, ώστε είναι δυνατόν στους ανθρώπους να αναγνωρίζουν ότι ο Χριστός είναι ο Προφήτης και όμως να αποστρέφουν τα αυτιά από αυτόν.
(3) «Αυτός που προσδοκούσαν από την υπόσχεση του Μωϋσή» (Ζ), στο Δευτ. ιη 18. Κάποιοι τον προφήτη αυτόν τον διέκριναν από τον Μεσσία (δες Ιω. α 21,25). Άλλοι όμως ταύτιζαν αυτόν με τον Μεσσία (g).
«Δεν τους νοιάζει πλέον η παράβαση του Σαββάτου, δεν έχουν πλέον ζήλο χάριν του Θεού, αλλά όλα τα απέρριψαν αφού γέμισαν την κοιλιά τους» (Χ).
Ιω. 6,15 Ἰησοῦς οὖν γνοὺς(1) ὅτι μέλλουσιν ἔρχεσθαι καὶ ἁρπάζειν(2) αὐτὸν ἵνα ποιήσωσιν αὐτὸν βασιλέα(3), ἀνεχώρησε(4) πάλιν εἰς τὸ ὄρος(5) αὐτὸς μόνος(6).
Ιω. 6,15 Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή αντελήφθη καθαρώτατα, ότι οι άνθρωποι εκείνοι επάνω στον ενθουσιασμόν των, επρόκειτο να έλθουν να τον αρπάξουν, δια να τον ανακηρύξουν βασιλέα, έφυγε πάλιν μόνος του στο όρος.
(1) Μπορούσε να αντιληφθεί αυτό είτε από τη στάση του πλήθους και ορισμένες κινήσεις του, είτε από συνομιλία με κάποιους από τους εκεί παρόντες. Δεν αποκλείεται όμως να έμαθε αυτό και υπερφυσικά, όπου του αποκαλύφθηκε από τη θεία φύση που κατοικούσε μέσα του (g).
(2) Το πάσχα ήταν κοντά. Πλήθος πολύ κατέκλυζε τα Ιεροσόλυμα, και ανάμεσά του πολυάριθμες τολμηρές καρδιές, που ποθούσαν την απελευθέρωση του Ισραήλ, θα βρίσκονταν να ριψοκινδυνεύσουν το παν αμέσως μόλις θα φαινόταν επικεφαλής του πλήθους που εξόρμησε από τη Γαλιλαία, ο βασιλιάς που επρόκειτο να στεφθεί με τη βία και με επανάσταση. Η ευκαιρία λοιπόν παρουσιαζόταν κατάλληλη (ο). «Πόσο εύκολη είναι η γνώμη τους! Διότι αφού γέμισε η κοιλιά τους, ήταν όλα για αυτούς, και προφήτης και άξιος βασιλείας» (Ζ).
(3) Ο σιναϊτικός γράφει: αναδεικνύναι βασιλέα.
«Πώς λοιπόν; Δεν ήταν βασιλιάς, ώστε να φοβηθεί μήπως γίνει βασιλιάς; Ήταν βεβαίως, αλλά όχι τέτοιος όπως αυτοί που γίνονται από τους ανθρώπους, αλλά τέτοιος ο οποίος θα παρείχε βασίλειο στους ανθρώπους. Διότι είχε έλθει όχι να βασιλεύσει άμεσα αλλά με την έννοια με την οποία προσευχόμαστε: Ας έλθει η βασιλεία σου… Η βασιλεία του θα είναι βασιλεία Χριστιανών, οι οποίοι ήδη μαζεύονται και ετοιμάζονται και εξαγοράζονται με το αίμα του Χριστού. Η βασιλεία του θα φανερωθεί όταν η δόξα των αγίων του θα αποκαλυφθεί μετά την κρίση από Αυτόν» (Αυ).
Ο ζήλος που εκδηλώθηκε από το λαό ήταν ιδιοτελής και όχι με επίγνωση. Βασιζόταν πρωτίστως σε πλανεμένη αντίληψη για τη φύση της βασιλείας του Χριστού, σαν αυτή να ήταν από τον κόσμο αυτόν και έπρεπε να εμφανιστεί με εξωτερική μεγαλοπρέπεια, με στέμμα στο κεφάλι και στράτευμα στα πόδια αυτού που κάθεται στο θρόνο της. Από την άλλη πήγαζε ο ζήλος αυτός από σαρκική αγάπη. Θα ανακήρυτταν βασιλιά εκείνον, ο οποίος μπορούσε να τρέφει αυτούς άφθονα χωρίς να κοπιάσουν και να απαλλάξει αυτούς από την κατάρα του να τρώνε με τον ιδρώτα του προσώπου τους τον άρτο τους. Απέβλεπε επίσης και στην πραγμάτωση κοσμικού σκοπού. Ήλπιζαν ότι παρουσιαζόταν κατάλληλη ευκαιρία να αποτινάξουν τον ρωμαϊκό ζυγό που τους πίεζε.
(4) Έτσι λοιπόν «ο Χριστός εμφανίζεται σε εμάς υπόδειγμα έλλειψης φιλοδοξίας… και αρνούμενος τη βασιλεία που είναι ανώτατη σε εμάς… δίνει σε αυτούς που αποβλέπουν στη ελπίδα της μελλοντικής ζωής να σκεφτούν, ότι είναι μικρό για αυτούς, εκείνο που φαίνεται μεγάλο για τον κόσμο» (Κ).
(5) «Υπονοείται από αυτό ότι ο Κύριος, όταν κάθισε στο βουνό με τους μαθητές του και είδε τους όχλους να έρχονται προς αυτόν, είχε κατέβει από το βουνό… στα κατώτερα μέρη του» (Αυ).
(6) Οι συνοπτικοί αναφέρουν ότι ο Ιησούς «ανάγκασε τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να τον προλάβουν στην αντίπερα όχθη» (Ματθ. ιδ 22, δες Μάρκ. στ 45), χωρία να αναφέρουν το λόγο αυτής της εσπευσμένης ενέργειας του Κυρίου. Αυτός εξηγείται τώρα από τον Ιωάννη. Ο Ιησούς μπροστά στον κίνδυνο της έκρηξης ενός τέτοιου κινήματος, που απέβλεπε στην ανακήρυξή του ως βασιλιά, σπεύδει να απομακρύνει τους μαθητές, μη τυχόν και αυτοί παρασυρθούν από το πλήθος (g).
Μένοντας λοιπόν έτσι μόνος με το πλήθος προσπάθησε να καθησυχάσει αυτό, και φαίνεται ότι πέτυχε τουλάχιστον μέρος από αυτό να διαλυθεί («και αφού απέλυσε τους όχλους» Ματθ. ιδ 23), έως ότου βρήκε την ευκαιρία να διαφύγει μόνος στο βουνό, αφήνοντας ίσως τους ζωηρότερους να συζητούν τα σχετικά με το παράτολμο σχέδιό τους (β).
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 206-212 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. )
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας, Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος, Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος, Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας, Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης, Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας, Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός, Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940