{Απάντηση του Μεγάλου Βασιλείου στον αιρετικό αρειανό ύπαρχο Μόδεστο που απείλησε τον Μ. Βασίλειο με σκοπό να τον κάνει αρειανό}
«Κανείς έως τώρα δεν μίλησε σε μένα (τον Μόδεστο) έτσι και με τόσο θάρρος. Ισως επειδή δεν συνάντησες ακόμη επίσκοπο, του απάντησε (ο Βασίλειος), οπότε θα σου μιλούσε με αυτόν τον τρόπο, αφού θα αγωνιζόταν για τέτοια πράγματα. Διότι στα άλλα μεν εμείς, ύπαρχε, είμαστε μετριοπαθείς και πιο ταπεινοί από τον καθένα, διότι έχουμε αυτήν την εντολή. Και όχι μόνο σε τόσο μεγάλη δύναμη αλλά και σε έναν τυχαίο δεν δείχνουμε υπερηφάνεια. Οπου όμως είναι ο Θεός αυτό που διακυβεύεται ως αγώνας μας και είναι μπροστά μας, περιφρονούμε τα άλλα και σε αυτόν μόνο ατενίζουμε. Η φωτιά, το ξίφος, τα θηρία, τα νύχια που ξεσχίζουν τις σάρκες, είναι για μας ευχαρίστηση μάλλον, παρά φόβος. Για αυτά ύβριζέ μας, φοβέριζε, κάμε ό,τι σου αρέσει, απόλαυσε την εξουσία σου. Ας τα ακούσει αυτά και ο βασιλιάς· ότι δηλαδή εμάς δεν θα μας συλλάβεις, ούτε θα μας πείσεις να συνθηκολογήσουμε με την ασέβεια, ακόμη και με φοβερότερες απειλές»
(Γρηγορίου Θεολόγου, Επιτάφιος εις Μέγαν Βασίλειον, ΕΠΕ τομ. 6 σελ. 213)
«Ουκ αρνησόμεθά σε, φίλη Ορθοδοξία· ου ψευσόμεθά σου, πατροπαράδοτον σέβας· εν σοι εγεννήθημεν, και σοι ζωμεν και εν σοι κοιμηθησόμεθα· ει δε καλέσει καιρός, και μυριάκις υπέρ σου τεθνηξόμεθα» (Ιωσήφ Βρυέννιος)
«Το φίδι, όταν συντριβεί όλο το σώμα του, φυλάσσει την κεφαλή του και ο σοφός μοναχός σε κάθε δύσκολη περίσταση προφυλάσσει την πίστη του, που είναι αρχή της ζωής του»
(Ισαάκ ο Σύρος τομ. 8Γ, εκδ. ΕΠΕ σελ. 115)
«Όπως είναι το κεφάλι προτιμότερο από όλα τα μέλη του σώματός σου, και αν κατευθυνθεί εναντίον σου πέτρα ή ρόπαλο ή ξίφος, προβάλλεις τα άλλα μέλη του σώματος, θέλοντας να αποφύγεις το χτύπημα στο κεφάλι, επειδή γνωρίζεις ότι χωρίς αυτό δεν είναι δυνατόν να ζήσεις σε αυτήν τη ζωή· έτσι να είναι σε σένα προτιμότερη από όλα η πίστη της αγίας και ομοούσιας Τριάδος, διότι χωρίς αυτήν είναι αδύνατον να ζήσει κανείς την πραγματική ζωή»
(Οσίου Εφραίμ του Σύρου Εργα, τομ. Γ σελ. 23)
«Εγώ, χριστιανοί μου, έφθειρα την ζωήν μου εις την σπουδήν σαράντα-πενήντα χρόνους, εγώ διάβασα και περί ιερέων και περί ασεβών και περί αθέων και περί αιρετικών, τα βάθη της σοφίας ερεύνησα. Ολες οι πίστες είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του διαβόλου. Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ουράνιον, σωστόν, τέλειον, και δια λόγου μου και δια λόγου σας: πώς μόνη η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών είναι καλή και αγία, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος»
(άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Διδαχή Α 1)