Προς κατηγόρους.
Μια Κυριακή, ο μέγας ποιητής της Χριστιανωσύνης Δάντης, εκεί που άκουε τη λειτουργία, δεν γονάτισε σ’ ένα ωρισμένο σημείο της, όπως έκαναν όλοι οι πιστοί. Μερικοί, που τον φθονούσαν, έσπευσαν και τον κατηγόρησαν για ασέβεια στον επίσκοπο.
— Πραγματικά, είπε ο ποιητής στον επίσκοπο. Η ψυχή μου ήταν τόσο συγκεντρωμένη στην προσευχή, ώστε δεν σκεφτόμουν καθόλου τις κινήσεις του σώματος. Αυτοί, όμως, που ήρθαν να με κατηγορήσουν, δεν θάχαν ασφαλώς συγκεντρωθή στην προσευχή, γι’ αυτό είχαν τον καιρό να με παρατηρούν.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο445)
Να μη χαθούμε οι ίδιοι
Ένας άγιος ιερεύς, κηρύττοντας μια Κυριακή σε ένα κύκλο ευσεβών ενοριτών του, που τον βοηθούσαν στο πνευματικό και φιλανθρωπικό έργο κι είχαν δοθή στην προσπάθεια αναγεννήσεως της Εκκλησίας μας, τους ρώτησε:
-Ξέρετε τι απέγιναν οι τεχνίτες, που έφτιαξαν την Κιβωτό του Νώε;
—Όχι, αποκρίθηκαν μερικοί.
— Κι όμως το ξέρετε, είπε ο πνευματικός τους πατέρας. Δεν μπήκαν στο σωτήριο αυτό σκάφος, όταν έγινε ο Κατακλυσμός, αλλά πνίγηκαν με τους άλλους αμαρτωλούς. Και πρόσθεσε:
Προσοχή, παιδιά μου, ώστε βοηθώντας να γίνη η Εκκλησία, όπως τη θέλη ο Κύριος, να μη παραμελήσουμε την ατομική μας σωτηρία
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο664)