ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΟΥ
Ο θυμός είναι μια σύντομη τρέλα. Αυτοί που θυμώνουν βάζουν πολλές φορές μόνοι τους τον εαυτό τους σε ολοφάνερο κίνδυνο, γιατί η μανία τους για εκδίκηση τους κάνει να ξεχνούν το συμφέρον τους. Όταν σκέφτονται αυτούς που τους στενοχώρησαν, είναι σαν να τους τσιμπάει μύγα και, από μέσα τους, τους κάνει ο θυμός να χτυπιούνται και να τινάζονται. Και δεν ησυχάζουν, αν δεν κάνουν κάτι κακό σε αυτόν που τους θύμωσε ή αν δεν πάθουν οι ίδιοι κάτι κακό. Κι αυτό το τελευταίο είναι πιθανό, όπως ακριβώς συμβαίνει με κάτι που σκάει κι εκρήγνυται: μπορεί να σπάσει σε κομμάτια και να πάθει συχνά μεγαλύτερο κακό από το κακό που προκάλεσε. (Μ. Βασίλειος)
«...[από τότε] ούτε μια φορά δεν οργίστηκα εναντίον κάποιου, γιατί η ψυχή μου θυμάται την αγάπη του Κυρίου και τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος και ξεχνάει την προσβολή».
(όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης)
ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΝΤΡΟΠΗ
Ποιος, πες μου, είναι άξιος αποδοχής; Εκείνος που ταράζεται, που συγχύζεται, που γίνεται θηρίο και σαν θηρίο φέρεται στους συνανθρώπους του ή εκείνος που έχει γαλήνη, αταραξία και πνευματική αντιμετώπιση; Δεν μοιάζουν ο ένας με άγγελο και ο άλλος ούτε καν με άνθρωπο; Ο ένας δεν μπορεί ούτε τα δικά του προβλήματα να αντέξει ενώ ο άλλος καταφέρνει να σηκώνει και τα ξένα. Αυτός που θυμώνει δεν μπορεί ούτε τον εαυτό του να υποφέρει ενώ ο πράος ανέχεται και τον άλλον. Ο πρώτος είναι ναυαγός ενώ ο δεύτερος πλέει με ασφάλεια μέσα σε πλοίο που το οδηγεί ούριος άνεμος. Γιατί δεν άφησε τον αέρα του θυμού να πέσει στα πανιά και να ανατρέψει το σκάφος της ψυχής του. Αντίθετα, για χάρη του, φύσηξε λεπτή και γλυκιά αύρα, το αεράκι της ανεξικακίας, και τον οδήγησε πολύ ήσυχα στο λιμάνι της φιλοσοφημένης στάσης.
Όσοι θυμώνουν κάνουν σαν τους ναύτες σε πλοίο που βουλιάζει: ρίχνουν στη θάλασσα ό, τι βρουν μπροστά τους, χωρίς να ξέρουν αν είναι πράγματα δικά τους ή είναι ξένα, που τους τα έδωσαν να τα φυλάξουν, ούτε αν είναι πολύτιμα ή δεν είναι. Όταν όμως σταματήσει η κακοκαιρία, τότε αναλογίζονται όσα πέταξαν και κλαίνε, και η ζημιά που πάθανε δεν τους αφήνει να χαρούν το γαλήνεμα της θάλασσας. Έτσι και αυτοί που θυμώνουν. Όταν τους πιάσει ο θυμός και ξεσπάσει η καταιγίδα, πετάνε ό,τι δεν πρέπει, κι όταν τους περάσει ο θυμός, τότε αναλογίζονται τι έβγαλαν προς τα έξω και καταλαβαίνουν τη ζημιά και δεν έχουν ανάπαυση, γιατί θυμούνται τα λόγια που είπαν και ντρόπιασαν τον ίδιο τους τον εαυτό. Με τα λόγια αυτά έπαθαν τη χειρότερη ζημιά, όχι σε χρήμα αλλά στην εκτίμηση που τους είχαν οι άλλοι, ότι είναι καλοί και πράοι άνθρωποι. (Ιωάννης Χρυσόστομος)
«Το σύμπαν είναι κατοικήσιμο εφόσον έχουμε τον Θεό πατέρα και τον συνάνθρωπο αδελφό μας». (Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης)
(Ελένη Κονδύλη, Μικρή Φιλοκαλία της καρδιάς, εκδ. Ατέρμονον, σελ. 77-79)