Αφού μελετάς με επιμέλεια την Αγία Γραφή και τους Πατέρες, πρέπει να ξέρεις ότι καμιά αμαρτία μας δεν μπορεί ν’ αναμετρηθεί με το έλεος του Δημιουργού μας, πόσο μάλλον να το νικήσει!
Αν έχεις εξομολογηθεί κι έχεις λάβει άφεση για αμαρτία που διέπραξες στο παρελθόν, δεν είναι απαραίτητο να την εξομολογηθείς πάλι. Αλλά μερικές φορές ίσως είναι ωφέλιμο να την ξαναθυμάσαι, γιατί έτσι θα ταπεινώνεσαι και θα βρίσκεσαι στη σωτήρια κατάσταση της αδιάλειπτης μετάνοιας, όπως ο προφήτης Δαβίδ: «... ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιον μού εστί διαπαντός» (Ψαλμ. 50:5). Πρόσεξε όμως, μην τυχόν και αυτό σε οδηγεί σε αντίθετο και αρνητικό αποτέλεσμα, δηλαδή στην κατάθλιψη ή στην απογοήτευση. Αν συμβαίνει αυτό, ξέχασε αμέσως την αμαρτία σου.
Προσπάθησε πάντως να σπάσεις τη σκληροκαρδία σου με την καλλιέργεια της ταπεινώσεως, και όχι με την τεχνητή πρόκληση δακρύων. Τα δάκρυα είναι ειδικό χάρισμα, που δίνεται από το Θεό σε όσους Τον πλησιάζουν με ταπεινό φρόνημα. Θυμήσου τον υπέροχο μάγειρο του κοινοβίου, που περιγράφει στον τέταρτο λόγο του ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος. Βλέποντας ο όσιος το μοναχό εκείνο να έχει δάκρυα πολλά, τον ικέτεψε να του φανερώσει πώς αξιώθηκε να λάβει ένα τέτοιο χάρισμα. Κι εκείνος του αποκάλυψε το πως: «Ποτέ δεν σκέφτηκα πως υπηρετώ ανθρώπους, αλλά το Θεό. ‘Έκρινα τον εαυτό μου ανάξιο για κάθε είδους ανάπαυση» — βλέπεις ταπείνωση; — «και κοιτάζοντας τη φωτιά του μαγειρείου, θυμάμαι συνεχώς τη μελλοντική φλόγα της κολάσεως» — βλέπεις και μνήμη θανάτου; Φοβάμαι πώς δεν βρίσκεσαι στην κατάσταση του μακαρίου εκείνου μοναχού. Γι’ αυτό είναι επικίνδυνο να επιζητείς δάκρυα πριν προκόψεις στην πνευματική ζωή, η έστω πριν σταθεροποιήσεις λίγο-πολύ μέσα σου τη μνήμη του θανάτου. Στα δάκρυα που προέρχονται από τη μνήμη του θανάτου, γράφει κάπου πάλι ο όσιος Ιωάννης, δεν βρίσκει τόπο ούτε η έπαρση ούτε η κλοπή από το διάβολο, αλλά η κάθαρση και η πρόοδος στην αγάπη του Θεού. Γιατί, τελικά, ο Θεός δεν έχει ανάγκη από δάκρυα, ούτε θέλει βέβαια να είμαστε βυθισμένοι στο πένθος και την οδύνη. Θέλει να μας βλέπει γεμάτους χαρά και εσωτερική αγαλλίαση από την αγάπη που θα βιώνουμε γι’ Αυτόν κι από τη μυστική ένωσή μας μαζί Του.
***
Χωρίς τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὅπως εἴμαστε βουτηγμένοι στά πάθη, δέν ἔχουμε καμιάν ἐλπίδα νά ἐκπληρώσουμε τό ἅγιο θέλημά Του καί νά προκόψουμε στήν ἀγάπη πρός Ἐκεῖνον καί πρός τόν συνάνθρωπό μας. «Ἐν φόβῳ Κυρίου ἐλπίς ἰσχύος... ποιεῖ δέ ἐκκλίνειν ἐκ παγίδος θανάτου» (Παροιμ. 14. 26, 27). Δέν εἶναι δυνατό νά ζήσουμε χριστιανικά, «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην», παρά μόνο «ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 7. 1). Ἀλλά θά μέ ρωτήσεις: Πῶς ἀποκτάει ὁ ἀνθρωπος φόβο Θεοῦ;
Γιά νά τό μάθεις, διάβασε προσεκτικά τήν τέταρτη ἀπό τίς διδασκαλίες τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου, πού ἀναφέρεται σ᾿ αὐτό τό θέμα*. Ἐγώ τώρα σοῦ λέω, μέ δυό μόνο λόγια, ὅτι, καθῶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, τό φόβο τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νά τόν ἀποκτήσουμε μέ τή διαρκή μνήμη τοῦ θανάτου καί τῆς κολάσεως, μέ τήν καθημερινή ἐξέταση τοῦ ἑαυτοῦ μας ( κάθε βράδυ πῶς περάσαμε τή μέρα καί κάθε πρωΐ πῶς περάσαμε τή νύχτα) καί μέ τήν ἐκκοπή τῆς παρρησίας, τῆς ἀργολογίας καί ὅλων γενικά τῶν ἁμαρτημάτων τῆς γλώσσας. Τέλος, πολύ βοηθάει ἡ συμβίωση καί συναναστροφή μέ ἄλλους ἀνθρώπους, πού ἔχουν ἀληθινό φόβο Θεοῦ.
Μήν ξεχνᾶς ὅτι, στίς τάξεις τοῦ ἐχθροῦ μας διαβόλου, οἱ τρεῖς γενναιότεροι πολεμιστές – οἱ τρεῖς ἰσχυρότεροι ἀντίπαλοί μας – εἶναι « ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονία τοῦ βίου » (Α΄ Ἰω. 2. 16). Ἄν οἱ τρεῖς αὐτοί κατορθώσουν, μέ τή στήριξη τῆς φιλαυτίας μας, ν᾿ ἀποκτήσουν ἕνα πάτημα στό νοῦ καί στήν καρδιά μας, ἡ θύρα τῆς ψυχῆς μας θ᾿ ἀνοίξει σύντομα σ᾿ ἕνα πλῆθος ἄλλων ἁμαρτιῶν καί παθῶν, πού θά μᾶς βασανίζουν κατόπιν μόνιμα, πολεμώντας μας ὅλες τίς ὧρες καί ἀπ᾿ ὅλες τίς μεριές...
Προσοχή στόν πειρασμικό ἐκεῖνο λογισμό, πού σέ βεβαιώνει πώς εἶναι πλούσια ἡ φιλανθρωπία καί ἡ ἐπιείκεια τοῦ Θεοῦ – πάντοτε ὅμως πρίν ἁμαρτήσεις. Καί ἀντίθετα, σέ παραλύει, παρουσιάζοντάς σου τόν Θεό σάν σκληρό, ἄτεγκτο, ὀργισμένο τιμωρό – πάντοτε ὅμως ἀφοῦ ἁμαρτήσεις. Νά ἕνας σίγουρος τρόπος γιά νά πέσεις στήν ἀπελπισία. Νά μιά φανερή παγίδα τοῦ διαβόλου.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.88-91)