(Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Μ. Βασιλείου, Βασιλείου Χαρώνη)
Α') Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
750.Είναι μεγάλο και βαρύ το αμάρτημα; Σου χρειάζεται πολλή εξομολόγηση, πικρά δάκρυα, συνεχής αγρυπνία και διαρκής νηστεία . («Πρόσεχε σεαυτώ», 4, ΕΠΕ6, 224ΒΕΠ54, 31 ΜΟ 31,205).
Β') ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΜΕ ΣΤΟ ΘΕΟ
751.. Ο μέθυσος είναι εχθρός του Θεού... Εάν λοιπόν θέλεις με την εξομολόγηση να επανέλθεις στο Θεό, να αποφεύγεις τη μέθη, για να μη σου χειροτερέψει την αποξένωση.
(Περί νηστείας, λόγ. Β', 7, ΕΠΕ6, 70ΒΕΠ54,26ΜΟ 31,196).
Γ) ΠΟΙΟΙ ΗΤΑΝ ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΕΡΩΤΉΣΙΣ ΣΠΗ' (288)
752.Εκείνος που θέλει να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του, οφείλει να εξομολογείται σε όλους, και στους τυχόντες, ή σε ποιους.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Το σχέδιο της φιλανθρωπίας του Θεού για κείνους που αμαρτάνουν είναι φανερό στο λόγο της Αγίας Γραφής: «Δεν θέλω εγώ τον θάνατο του αμαρτωλού, όσο θέλω να επιστρέψει και να ζήσει ευτυχισμένος»1 . Επειδή λοιπόν και ο τρόπος της επιστροφής πρέπει να είναι ανάλογος με το αμάρτημα και επειδή απαιτούνται καρποί άξιοι της μετάνοιας, όπως λέει η Γραφή: «Να καρποφορήσετε καρπούς άξιους της μετάνοιας»2, για να μην πραγματοποιηθεί λόγω της ελλείψεως των καρπών η απειλή που αναφέρεται στη συνέχεια από τη Γραφή: «Κάθε δένδρο που δεν κάνει καλό καρπό, κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά»3, είναι ανάγκη να εξομολογούμαστε τα αμαρτήματα μας σ’ εκείνους στους οποίους έχει εμπιστευθεί η Εκκλησία τη διαχείριση των μυστηρίων του Θεού4. Γιατί εκείνοι που μετανοούσαν παλιότερα, συνήθιζαν να εξομολογούνται κατά τον ίδιο τρόπο στους αγίους. Γιατί το μεν Ευαγγέλιο αναφέρει ότι εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους στον Βαπτιστή Ιωάννη5, οι δε Πράξεις των αποστόλων6 ότι εξομολογούνταν στους αποστόλους, από τους οποίους και εβαπτίζονταν όλοι.
ΓΟροι κατ’ έπιτομήν, ερώτ. ΣΠΗ, ΕΠΕ9, 356358ΒΕΠ53, 351352 ΜΟ 31,12841285). 1,Ιεζ.33,11 2.Ματθ.3,8 3.Λουκ.3,8-9 4.Κορ.4,1 5. Ματθ.3,6 6.Πραξ.19,18
Δ’) ΝΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥΣ«ΤΑ ΚΡΥΠΤΑΤ ΉΣ ΚΑΡΔΙΑΣ»
753. Ο καθένας από τους υποτακτικούς, εάν βέβαια θέλει να παρουσιάσει αξιόλογη προκοπή και να συνηθίσει τη ζωή που είναι σύμφωνη με τις εντολές του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου, δεν πρέπει να κρύβει μέσα του κανένα κίνημα (καμιά κατάσταση) της ψυχής του ούτε να βγάζει κανένα λόγο από το στόμα του, χωρίς να τον εξετάσει προσωπικά. Αντίθετα πρέπει να απογυμνώνει τους κρυφούς λογισμούς και τα κρυφά συναισθήματα της καρδιάς του στους αδελφούς στους οποίους έχει ανατεθεί η ευθύνη να φροντίζουν για τους πνευματικά ασθενείς με ευσπλαχνία και συμπάθεια Γιατί έτσι κάθε τι που είναι αξιέπαινο θα επαινείται, και ό,τι είναι ανάξιο θα θεραπεύεται με κατάλληλο τρόπο. Από αυτή την από κοινού άσκηση με τη βαθμιαία πρόοδο θα προέλθει η τελειοποίησή μας. (“Οροι κατά πλάτος, ερώτ. ΚΣΤ, ΕΠΕ8, 304ΒΕΠ53,184ΜΟ 31, 985988
Ε') Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Σ’ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΘΕΡΑΠΕΥΣΟΥΝ ΤΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ.
ΕΡΩΤΉΣΙΣ ΣΚΘ΄΄
754. Εάν πρέπει να εξομολογούμαστε τις πράξεις που απαγορεύονται χωρίς να ντρεπόμαστε σε όλους η σε μερικούς και σε ποιους.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Η εξομολόγηση των αμαρτημάτων γίνεται για τον ίδιο λόγο, που γίνεται και η επίδειξη των σωματικών τραυμάτων. "Όπως λοιπόν τα τραύματα του σώματος οι άνθρωποι δεν τα αποκαλύπτουν σε όλους ούτε στους τυχόντες, αλλά μόνον σ’ εκείνους που έχουν πείρα και γνωρίζουν τον τρόπο της θεραπείας τους, έτσι και η εξομολόγηση των αμαρτημάτων πρέπει να γίνεται σ’ εκείνους που μπορούν να τα θεραπεύσουν, σύμφωνα με το λόγο της Γραφής: «Σεις οι δυνατοί στην πίστη και στην αρετή να ανέχεστε τις πνευματικές αδυναμίες των αδελφών σας» , δηλαδή να τις θεραπεύετε με τη φροντίδα σας.
ΣΤ) ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΜΕΙΩΝΟΥΝ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΩΝ ΕΠΙΤΙΜΙΩΝ
755.Αν βεβαίως καθένας από αυτούς που έπεσαν στα αμαρτήματα που προαναφέρθηκαν, κατά τη διάρκεια της μετάνοιας και εξομολογήσεως του δείξει εξαιρετικό ζήλο και επιμέλεια, ο Πνευματικός στον οποίον η φιλανθρωπία του Θεού εμπιστεύθηκε την εξουσία να συγχωρεί ή να μη συγχωρεί αμαρτίες, δεν θα είναι αξιοκατάκριτος, αν δείξει περισσότερο φιλάνθρωπο πνεύμα, βλέποντας την ειλικρινή και θερμή μετάνοια του αμαρτωλού, και μειώσει τη χρονική διάρκεια των επιτιμίων. Γιατί τα γεγονότα που διηγείται η 'Αγ. Γραφή μας διδάσκουν ότι όσοι μετανοούν και εξομολογούνται με πόνο ψυχής, κερδίζουν γρήγορα τη φιλανθρωπία του Θεού. (ξΕπιστ. 217, Αμφιλοχία) περί Κανόνων, 74, ΕΠΕ1, 234ΒΕΠ55, 257ΜΟ 32,804).
Ζ’) ΕΛΑΦΡΥΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΠΙΤΙΜΙΩΝ
756 ."Ας υποτεθεί ότι το αμάρτημα που κρίνεται είναι η πορνεία. 5 Αλλά, άλλος μεν διέπραξε την πορνεία, γιατί από την αρχή ανατράφηκε με αισχρές συνήθειες γιατί και από ασελγείς γονείς οδηγήθηκε σ’ αυτόν το βίο, και έζησε με φαύλες συνήθειες, με μεθύσια, με θορυβώδεις διασκεδάσεις και αισχρές διηγήσεις. Αντίθετα, άλλος, ενώ είχε πολλές αφορμές που τον παρακινούσαν σε ενάρετες πράξεις, είχε δηλαδή ανατροφή, δασκάλους, ακρόαση του θείου λόγου, σωτήρια αναγνώσματα, συμβουλή των γονέων, διηγήσεις που οδηγούν στη σεμνότητα και τη σωφροσύνη, τρόπο ζωής συγκροτημένο, αργότερα παρασύρθηκε στην ίδια αμαρτία με τον προηγούμενο όταν θα δώσει λόγο για τις πράξεις του, δεν είναι δίκαιο να τιμωρηθεί με βαρύτερες ποινές από τον άλλο;
7Ερμη ν. εις Ζ' Ψαλμ., 5, ΕΠΕ 5, 54ΒΕΠ52,24ΜΟ 29,240).
Η') ΤΙ ΘΑ ΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ΥΠΟΨΗ ΤΟΥΣ ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΤΑ ΕΠΙΤΙΜΙΑ ΣΤΟΥΣ ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΜΑΡΤΉΜΑ
ΕΡΩΤΉΣΙΣ ΠΑ'
757.Εάν πρέπει να επιβάλλουμε το ίδιο επιτίμιο στους ευλαβείς και τους αδιάφορους, όταν διαπράττουν το ίδιο αμάρτημα και οι δύο.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Εάν προσέξουμε τη διάθεση αυτού που αμάρτησε και τον τρόπο με τον όποιον διέπραξε το αμάρτημα, θα γνωρίσουμε και τον τρόπο της επιβολής του επιτιμίου. Γιατί, κι αν ακόμη το αμάρτημα του αδιάφορου φαίνεται να είναι το ίδιο με το αμάρτημα του ευλαβούς, όμως η διαφορά μεταξύ τους είναι μεγάλη γιατί ο μεν ευλαβής, επειδή είναι ευλαβής και αγωνιά και αγωνίζεται συγχρόνως να γίνει αρεστός στο Θεό, από κάποια κακοτυχία και σχεδόν παρά τη θέληση του έσφαλε και γλύστρισε στο κακό, ενώ ο αδιάφορος, επειδή δεν λογαριάζει ούτε τον εαυτό του ούτε το Θεό, και επειδή δεν ξεχωρίζει καθόλου την αμαρτία από την αρετή, όπως φανερώνει και το ίδιο το όνομα (αδιάφορος), νοσεί από τα βασικά και μεγάλα κακά η περιφρονεί δηλαδή το Θεό η δεν πιστεύει στην ύπαρξή του. Γιατί αυτά τα δυο είναι η αιτία που αμαρτάνει η ψυχή, όπως μαρτυρεί η 'Αγία Γραφή, όταν λέει άλλοτε μεν: «Ο παράνομος που πήρε την απόφαση να αμαρτήσει λέει μέσα του: Δεν υπάρχει φόβος Θεού μπροστά μου. Δεν φοβούμαι τη δίκαια κρίση του Θεού»1, άλλοτε δε: «Είπε ο ανόητος μέσα του δεν υπάρχει Θεός. Αυτός όμως και οι όμοιοι του έχουν διαφθαρεί και έγιναν μισητοί από το Θεό εξαιτίας των έργων τους»2. Συνεπώς ή έχει περιφρονήσει το Θεό, και γι’ αυτό αμαρτάνει, ή αρνείται την ίδια την ύπαρξη του Θεού και γι’ αυτό διαφθείρεται με τα άνομα έργα του, ακόμη κι όταν φαίνεται ότι ομολογεί πίστη, γιατί, όπως λέει η Γραφή: «Ομολογούν με τα λόγια ότι γνωρίζουν το Θεό, τον αρνούνται όμως με τα έργα τους»3. Αφού λοιπόν αυτά έτσι έχουν, νομίζω ότι και ο τρόπος της επιτιμήσεως αυτών των ανθρώπων πρέπει να είναι διαφορετικός. Γιατί ο μεν ευλαβής χρειάζεται, κατά κάποιον τρόπο, τοπική βοήθεια και πρέπει να επιτιμηθεί μόνον για την περίπτωση στην οποία έσφαλε, ενώ ο αδιάφορος, επειδή διέφθειρε ό,τι καλό είχε η ψυχή του, και επειδή πάσχει από γενικότερη ασθένεια, πρέπει να πενθείται και να νουθετείται και να επιτιμάται ή ως καταφρονητής του Θεού, όπως είπα, ή ως άπιστος, μέχρις ότου μπορέσει να πεισθεί ή ότι ο Θεός είναι δίκαιος κριτής, και φοβηθεί, ή ότι πράγματι υπάρχει ο Θεός, και τρομάξει’’. "Όμως πρέπει να γνωρίζουμε και τούτο, ότι τα σφάλματα των ευλαβών γίνονται πολλές φορές κατ’ οικονομία (μετά από παραχώρηση του Θεού) προς το συμφέρον. Τους επιτρέπει δηλαδή μερικές φορές ο Θεός να παρασυρθούν, για να θεραπευθεί η έπαρση (η αλαζονεία) που τους έχει ήδη καταλάβει, όπως είναι για παράδειγμα αυτό που είπε με καύχηση ο Πέτρος ότι δεν θα συμβεί ποτέ σ’ αυτόν (να αρνηθεί το Χριστό) και το όποιον εντούτοις συνέβη σ’ αυτόν τον ίδιο5.
Όροι κατ’ έπιτομήν, ερώτ. ΠΑ' ΕΠΕ9,108110ΒΕΠ53, 264265ΜΟ 31,1140).
1. Ψαλμ.35,2. 2. Ψαλμ. 13,1. 3. Τίτ. 1,16.
4. «Καν δέη συν σοι αποθανείν, ου μη σε απαρνήσομαι» (Ματθ. 26, 35. Μάρκ. 14,31).
5. «Ο Πέτρος άρχισε να καταριέται και να ορκίζεται ότι δεν γνωρίζω τον άνθρωπο αυτό, για τον όποιον μιλάτε» (Μάρκ. 14,71. Ματθ. 26,74).
Θ') ΠΟΙΑ ΕΠΙΤΙΜΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ
ΓΕΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΜΑΡΤΉΜΑ
ΕΡΩΤΉΣΙΣ ΠΒ'
758.Επειδή ο απόστολος Παύλος έχει γράφει: «Τις ηλικιωμένες να τις μεταχειρίζεστε σαν μητέρες»1, εάν συμβεί η ηλικιωμένη να πέσει στο ίδιο με τη νεώτερη αμάρτημα, πρέπει να της επιβάλουμε το ίδιο επιτίμιο (την ίδια πνευματική ποινή;]
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Ο απόστολος Παύλος εδίδαξε να τιμούμε τις ηλικιωμένες σαν μητέρες υπό τον όρο ότι δεν κάνουν τίποτε άξιο πνευματικής ποινής. Εάν όμως συμβεί κάποτε η ηλικιωμένη να κάνει το ίδιο αμάρτημα με τη νεώτερη, πρέπει πρώτα να λαμβάνουμε υπόψη τα φυσικά, θα έλεγα, ελαττώματα της ηλικίας και υστέρα να ορίζουμε την πνευματική ποινή που αρμόζει σε κάθε μία από τις δυο ηλικίες. Για παράδειγμα, είναι φυσικό σχεδόν για τα γηρατειά η βραδύτητα (οι αργές κινήσεις), όχι όμως και για τη νεότητα όπως είναι φυσικά για τη νεότητα, αλλ’ όχι για τα γηρατειά, η ανήσυχη σκέψη, η ταραχή, η θρασύτητα και όσα παρόμοια χαρακτηρίζουν τη νεότητα, όχι όμως και τα γηρατειά. Φαίνεται ότι αυτά τα ελαττώματα ενισχύονται από τη θερμόαιμη εκ φύσεως νεότητα "Ώστε το ίδιο αμάρτημα, για παράδειγμα η βραδύτητα στην εκτέλεση των καθηκόντων, αξίζει βαρύτερη πνευματική ποινή (επιτίμιο) για τη νεώτερη, γιατί η ηλικία της δεν το συγχαίρει (δεν το επιτρέπει). Και το ίδιο αμάρτημα, για παράδειγμα η ανήσυχη σκέψη και συμπεριφορά ή η θρασύτητα ή η ταραχή, κάνει την ηλικιωμένη άξια βαρύτερης πνευματικής ποινής, γιατί η ηλικία της τη βοηθεί να είναι πράη και ήρεμη. Επί πλέον όμως πρέπει να εξετάζουμε και τον τρόπο της τελέσεως του αμαρτήματος για το κάθε ένα από τα δύο πρόσωπα και έτσι να εφαρμόζουμε την κατάλληλη θεραπεία, χρησιμοποιώντας το ανάλογο επιτίμιο (την πνευματική ποινή) που αρμόζει.
(Όροι κατ' έπιτομήν, ΠΒ' (82), ΕΠΕ 9,112 ΒΕΠ53, 265266ΜΟ 31, 1141). 1. Α'Τιμ. 5,2.
Ι') Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΝΔΕΙΚΝΥΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
759.Η παιδική ηλικία, απλή και αδόλη και αδέξια στο να ψεύδεται, καθώς είναι, εξομολογείται εύκολα τα απόρρητα (τα μυστικά) της ψυχής.
ΓΌροι κατά πλάτος, ΙΕ', 3, ΕΠΕ 8, 256258 ΒΕΠ53, 169 ΜΟ 31, 956Α).