(Αναστασίου αρχιεπισκόπου Αλβανίας).
Τζαϊνισμός ή Τζινισμός. Ινδικό θρήσκευμα ασκητικών, δυαλιστικών και αθεϊστικών αρχών. Οι Τζαϊνιστές υποστηρίζουν ότι ακολουθούν την αρχαϊκή ινδική Θρησκεία, από την οποία παρέκκλιναν οι Βραχμάνοι. Θεωρούν τη θρησκεία τους αιώνια. Παρά το μικρό ποσοστό τους, επί 2.500 χρόνια διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ινδικού πολιτισμού και αναγνωρίζονται ως διακεκριμένο θρήσκευμα της Ινδίας. Ο όρος Τζάιν (Jain ή Jin) προέρχεται από τη λέξη Τζίνα (Jina), που σημαίνει νικητής, κατακτητής• αποδίδεται ειδικότερα σε 24 μεγάλους δασκάλους, οι οποίοι, χωρίς υπερφυσική βοήθεια, κατόρθωσαν να σπάσουν τα δεσμά της φυσικής ύπαρξης και να απελευθερωθούν από τον κλοιό των συνεχών γεννήσεων. Διαμορφωτής του Τζαϊνισμού θεωρείται ο Μαχαβίρα (Mahavira).
Οι Τζαϊνιστές διακρίνονται σε δύο βασικούς κλάδους, τους Σβετάμπαρα (Svetambara), τους «λευκοντυμένους» και τους Ντιγκάμπαρα (Digambara), τους «ντυμένους τον ουρανό», δηλ. γυμνούς. Υπάρχουν ακόμη ορισμένα παρακλάδια πχ οι Στανακβάσιν (Sthanakvasin) (βλ. Ιστορική διαδρομή). Βάση και σκοπός του Τζαϊνισμού είναι η αυστηρή άσκηση. Εντούτοις οι ασκητές αποτελούν μικρό μόνο ποσοστό του συνόλου των Τζαϊνιστών, ενώ η πλειοψηφία είναι λαϊκοί, με σαφή όμως ασκητικά ιδεώδη και ήθη.
Πηγές. Στο θέμα των ιερών κειμένων δεν υπάρχει συμφωνία. Οι Σβετάμπαρα αποδέχονται ως κανονική ιερή Γραφή τη «Σιντάντα»• συλλογή από 45 βιβλία γραμμένα στην Πράκριτ (Praktit), ομάδα αρχαϊκών ινδικών τοπικών διαλέκτων. Το παλαιότερο τμήμα του κανόνα αυτού συνιστούν οι 12 Angas, που περιλαμβάνουν αρχαία ασκητικά κείμενα, κηρύγματα και διαλόγους του Μαχαβίρα. Οι Στανακβάσιν ανακήρυξαν αυθεντικά 32 μόνο βιβλία της «Σιντάντα». Οι Ντιγκάμπαρα ισχυρίζονται ότι οι ιερές Τζαϊνικές Γραφές καταστράφηκαν το 789 μ.Χ. και ως ιερή συλλογή αναγνωρίζουν την «Ανουγιόγκα» (Anuyoga. δηλ Εκθέσεις), που πυρήνα της έχει δύο παλαιά κείμενα στο γλωσσικό ιδίωμα Πράκριτ και συμπληρώνεται με υπομνήματα και άλλα μεταγενέστερα κείμενα. Υπάρχει μια δεύτερη κατηγορία τζαϊνικών κειμένων στη Σανσκριτική. Τα τελευταία περιλαμβάνουν υπομνήματα στα παλιότερα ιερά βιβλία καθώς επίσης φιλοσοφικά, διδακτικά και κοσμοθεωριακά έργα. Υπάρχει τέλος και τρίτη κατηγορία πηγαίου υλικού για τον Τζαϊνισμό, έργα γραμμένα σε νεότερες ινδικές γλώσσες και, τον τελευταίο αιώνα στην Αγγλική.
Διδασκαλία. Ο πυρήνας της τζαϊνικής διδασκαλίας διαμορφώθηκε τον 6ο αι. π.Χ. από τον Βαρνταμάνα Τζναπιούτρα Μαχαβίρα (Vardhama – na Jnatputra Mahavira)• το τελευταίο όνομα είναι τιμητικός τίτλος. Ο Μαχαβίρα γεννήθηκε το 599 π.Χ. στη Β.Α. Ινδία και ανήκε στην κάστα των Ξάτριγυα (πολεμιστών). Στα 30 του εγκατέλειψε τον κοινωνικό βίο και άρχισε την περιπλάνηση ως επαίτης ασκητής. Ύστερα από 12 χρόνια φοβερών στερήσεων και έντονης περισυλλογής πέτυχε, κατά την παράδοση, την πλήρη απόσπαση από τις κοσμικές επιθυμίες, τη γνώση της φύσης του σύμπαντος και δίδαξε επί 30 χρόνια, συγκεντρώνοντας χιλιάδες οπαδούς, τους οποίους οργάνωσε άρτια. Πέθανε, κατά την τζαϊνική έκφραση, «εισήλθε στη Νιρβάνα», το 527/526 π.Χ. και το χρονικό αυτό σημείο αποτελεί την έναρξη της τζαϊνικής χρονολογίας. (Σύμφωνα με άλλη άποψη, ο θάνατος του συνέβη έναν αιώνα αργότερα).
Οι Τζαϊνιστές απορρίπτουν την ύπαρξη Θεού ή θεών. Το μόνο υπερβατικό που παραδέχονται είναι οι Τιρτάμκαρα (Tirthamkara), δηλ. οι τέλειοι, αλλά αυτοί δεν θεωρούνται θεία όντα• υπήρξαν ενάρετοι άνθρωποι που έφτασαν στην τελειότητα και η τιμή και ο σεβασμός που τους αποδίδονται, στηρίζονται στα πρότυπα της απάρνησης, τα οποία προσφέρουν. Για τον Τζαϊνισμό, το σύμπαν υπήρξε ανέκαθεν και θα παραμένει πάντα διηρημένο σε δύο απόλυτες αρχές, αιώνιες, ανεξάρτητες, τις jiva (καταχρηστικά θα τις αποκαλούσαμε ψυχές) και τα ajiva (άψυχα όντα). Οι Τζίβα δεν προέρχονται από ενιαία πηγή, ούτε συγχωνεύονται ή διαλύονται μέσα σε κάτι άλλο. Δεν υπάρχει υπέρτατο Τζίβα. Μέσα σ’ αυτό το αθεϊστικό και δυαλιστικό πλαίσιο έχει αναπτυχθεί μια πολυσύνθετη μεταφυσική. Ο Τζαϊνισμός επιμένει ότι η ουσιαστική πραγματικότητα είναι η αλλαγή. Το σύμπαν αποτελείται από 5 οντότητες (αστικάγια - astikaya): ψυχές (τζίβα), ύλη (πουντγκάλα- pudgala), διάστημα (ακάσα - akasa), κίνηση (ντάρμα - dharma), ανάπαυση (αντάρμα - adharma). Σ' αυτές μερικές σχολές προσθέτουν το χρόνο. Όλα είναι αιώνια. Τα 2 πρώτα είναι απειράριθμα τα υπόλοιπα απλά.
Τα ζώντα όντα είναι συνθέσεις ψυχής και ύλης, που συντίθενται από το Κάρμα, του οποίου υπάρχουν 8 είδη με πολλαπλές υποδιαιρέσεις το καθένα. Στον Τζαϊνισμό αντίληψη περί Κάρμα έχει ορισμένες ιδιομορφίες, που τη διακρίνουν από την αντίστοιχη του Iνδουισμού. Το κάρμα θεωρείται λεπτή μορφή ύλης. Η πουντγκάλα (ύλη) εφοδιάζει τις ψυχές με διάφορα σώματα, το οποία είναι 5 ειδών, καθένα με διαφορετικές λειτουργίες. Όλα τα ενσώματα όντα έχουν τουλάχιστον 2 «σώματα», το πύρινο και το καρμικό. Το τελευταίο προέρχεται από προηγούμενες υπάρξεις• προσκολλάται ενδόμυχα στην τζίβα, τη δεσμεύει και έτσι την οδηγεί στην ανακύκληση των μεταβιώσεων. Υπάρχουν 4 μορφές ύπαρξης, ανθρώπινη, θεία, ζωική και καταχθόνια. Για την επίτευξη της διάλυσης του δεσμού μεταξύ τζίβα και κάρμα επιβάλλεται απόλυτη απάρνηση από κάθε τι που δεν είναι τζίβα. Δεν αρκεί η απλή νοητική ή πνευματική άσκηση• απαιτείται άμεση φυσική στέρηση.
Η τζαϊνική αντίληψη περί κόσμου (λόκα - loka), πλησιάζοντας, χωρίς όμως να ταυτίζεται, την παραδοσιακή βραχμανική, υποστηρίζει ότι ο κόσμος αποτελείται από 3 μέρη: Το κατώτερο, που περιλαμβάνει 7 περιοχές Άδη, όπου συνωστίζονται και υποφέρουν όντα που έζησαν με σκληρότητα• το μεσαίο χώρο, που μοιάζει, με λεπτό δίσκο, όπου ζουν οι άνθρωποι και όπου μπορεί να επιτευχθεί η πνευματική ανάνηψη και λύτρωση• και τον άνω κόσμο, που αρχίζει στο διάστημα πάνω από τα άστρα και έχει διάφορα επίπεδα τα οποία βαθμηδόν γίνονται καθαρότερα. Στο υψηλότερο συναθροίζονται οι τέλειοι, οι απελευθερωμένες ψυχές.
Οι Τζαϊνιστές μιλούν για κύκλους εξέλιξης και διάλυσης, που ο καθένας έχει 6 εποχές. Δύο κύκλοι διαμορφώνουν μια μεγάλη χρονική περίοδο Γιούγκα: Ο πρώτος είναι η ουτσαρπίνη (utsarpini), ο ανοδικός κύκλος, κατά το διάστημα του οποίου τόσο οι άνθρωποι όσο και όλος ο κόσμος αρχίζουν άσχημα και εξελίσσονται προς το καλύτερο. Ο άλλος κύκλος, η αβασαρπίνι (avasarpini), είναι καθοδικός• τα πράγματα προχωρούν στο χειρότερο, οι άνθρωποι γεννιώνται μικρόσωμοι, πεθαίνουν γρηγορότερα. Η σύγχρονη περίοδος είναι η προτελευταία φάση της αβασαρπίνι. Σε κάθε κύκλο εμφανίζονται 24 Τζίνα ή Τιρ- τάμκαρα. Οι Τζίνα του παρόντος κύκλου έχουν ήδη εμφανιστεί και τα ονόματα τους είναι γνωστά. Ο πρώτος υπήρξε ο Ρισάμπα (Rsabha). Ο 22ος, ονομαζόμενος Νέμι (Nemi), θεωρείται ότι έζησε στα 5500 περίπου χρόνια π.Χ. Ο 23ος ήταν ο Πάρσβα (Parsva. θάν 776 π.Χ.). και 24ος ο Μαχαβίρα.
Ο υπέρτατος σκοπός, η σωτηρία (moksa), τον οποίο ένας Τζαϊνιστής επιδιώκει, με διανοητική και ηθική πειθαρχία, είναι η απελευθέρωση από τα υλικά δεσμά, από τα περιβλήματα που κρατούν αιχμάλωτη την ψυχή• είναι η Νιρβάνα η κατάσταση της μη-σύνθεσης, στην οποία δεν υπάρχει πλέον πόνος, ενσαρκώσεις, αλλά ζωή απόλυτης μακαριότητας. Η αντίληψη αυτή περί Νιρβάνα δεν ταυτίζεται με την αντίστοιχη ινδουιστική, δεδομένου ότι είναι ανύπαρκτη η έννοια του Θείου, του Βράχμαν και για τους Τζαϊνιστές η ατομικότητα παραμένει αιώνια.
Μοναχισμός. Η τζαϊνική κοινότητα (σάμγκα - samgha) είναι «τετράπλευρη». Αποτελούμενη από μοναχούς, μοναχές, λαϊκούς άνδρες και γυναίκες. Τους συνδέουν τα «τρία κοσμήματα» (τριράτνα - triratna): ορθή πίστη, ορθή γνώση, ορθή συμπεριφορά. Ο Τζαϊνισμός τονίζει απερίφραστα, περισσότερο από τον Ινδουισμό και το Βουδδισμό, την υπεροχή του ασκητικού βίου. Μόνο ο μοναχός ο «ελεύθερος από δεσμά» (νιργκράντα - nirgratha) μπορεί να λυτρωθεί από την ανακύκληση των μεταβιώσεων, αλλά και γι' αυτό θα απαιτηθούν πολλές ζωές σκληρής άσκησης.
Μοναχοί και λαϊκοί δίνουν επίσημες υποσχέσεις, οι οποίες καθορίζουν την ηθική τους στάση. Η όλη πορεία προς τη λύτρωση - η διαδοχική αποδέσμευση της τζίβα από τα καρμικά δεσμά και η ανάκτηση όλων των ενδογενών δυνατοτήτων της - συντελείται σε 14 φάσεις (γκουναστάνα - gunasthana). Μόλις στην 4η φάση αποκτά κανείς την αναγκαία πρώτη αποδέσμευση, ώστε να ζήσει ως ευλαβής λαϊκός Τζαϊνιστής. Στην 6η φάση αρχίζει η μοναστική πορεία. Κατόπιν ανοίγονται εμπρός στον ασκητή άλλα διακεκριμένα πεδία ασκητικού αγώνα. Η είσοδος στην 6η γκουναστάνα καθορίζεται με μοναστικές υποσχέσεις (μαχαβράτα - mahavrata) και επισφραγίζεται με τελετή μύησης, κατά την οποία ο μοναχός παίρνει νέο όνομα. Έκτοτε οφείλει να τηρεί με κάθε αυστηρότητα τις 5 βασικές υποσχέσεις: Να μη βλάπτει οποιοδήποτε ζωντανό• να αποφεύγει το ψέμμα την κλοπή• τις γενετήσιες σχέσεις και την κατοχή οιουδήποτε αντικειμένου.
Ο Τζαϊνιστής ασκητής ζει σε μοναστήρι ή ως περιοδεύων επαίτης. Απαγορεύεται να απευθύνει λόγο σε γυναίκα ή να την κοιτάξει από κοντά. Μια φορά το χρόνο ξυρίζει τα μαλλιά του. Οφείλει να είναι απόλυτα συγκροτημένος όταν μιλάει, τρώει βαδίζει χρησιμοποιεί κάποιο αντικείμενο• να μην επιθυμεί τίποτε, να μην προσκολλάται σε τίποτε. Πολλοί ασκητές, φτάνοντας σε γεροντική ηλικία και έχοντας την πεποίθηση ότι πολλές ακόμη ζωές απαιτούνται για την επίτευξη του τελικού σκοπού, αποφασίζουν να διακόψουν την παρούσα ζωή με μια τελετουργική νηστεία μέχρι θανάτου τη σαμλεκάνα (samlekhana).
Ηθικότητα - Ασκητικότητα των λαϊκών. Θεμέλιο της τζαϊνικής Ηθικής είναι η Αχίμσα, η μη βία, το μη βλάπτειν. Η βία (χίμσα - himsa) θεωρείται το σοβαρότερο από το 18 βασικά αμαρτήματα. Η Αχίμσα απαιτεί τη μη πρόκληση κακού σε οποιοδήποτε ον - άνθρωπο, ζώο, έντομο κλπ., διότι όλων η ζωή είναι εξίσου ιερή - και επεκτείνεται στην αποφυγή κάθε μορφής επιθετικότητας. Άμεση συνέπεια της αρχής αυτής είναι ότι οι Τζαϊνιστές, μοναχοί και λαϊκοί, είναι χορτοφάγοι και αντιτίθενται έντονα στη σφαγή ζώων. Οι αυστηρότεροι διυλίζουν το νερό που πίνουν και φέρουν μπροστά στο στόμα ένα μικρό πέπλο, για να μην καταπιούν κατά λάθος έντομα. Σήμερα στην Ινδία διατηρούν άσυλα προοριζόμενα για ηλικιωμένα ή άρρωστα ζώα. Η Αχίμσα δεν αποτελεί για τους Τζαϊνιστές ηθικό μόνο σκοπό, αλλ' ακόμη μεταφυσική αρχή, καθοριστική της πορείας προς τη λύτρωση.
Η τζαϊνική παράδοση διαμόρφωσε διάφορους πίνακες επιταγών - συνήθως αναφέρονται 52 για τους μοναχούς και 35 για τους λαϊκούς. Θεμελιώδεις πάντως είναι οι 5 ανουβράτα (anuvrata), «μικρές υποσχέσεις» που τηρούνται από όλους. Μη φονεύεις και κατ' επέκταση, μη συμμετέχεις σε ό,τι απειλεί τη ζωή. Μην ψεύδεσαι για οποιοδήποτε λόγο. Μην κλέβεις, με οποιοδήποτε τρόπο. Να κυριαρχείς στη γενετήσια ορμή. Περιόρισε στο ελάχιστο τις προσωπικές σου ανάγκες. Ακολουθούν 3 «ενισχυτικές υποσχέσεις» και 4 «υποσχέσεις πνευματικής πειθαρχίας», από τις οποίες η τελευταία είναι η ντάνα (dana) η συμπάθεια, η ελεημοσύνη (με πρώτους αποδέκτες τους ασκητές). Άλλες υποχρεώσεις, που μπορούν όλοι να αποδεχθούν, σχετίζονται με περιορισμούς στην κίνηση του σώματος, τον αριθμό των προσώπων που θα συναντήσουν, τη χρήση αντικειμένων, την ένταση της προσοχής στη σκέψη, στα λόγια, στις ενέργειες, την άσκηση σε μακρά περισυλλογή ή ακινησία, παρατεταμένη νηστεία, προσφορά φιλοξενίας κ.ά.
Οι λαϊκοί υποχρεούνται να εξασκούν έντιμο επάγγελμα στο οποίο να μην υπάρχει περίπτωση να σκοτώσουν κάτι. Οφείλουν να είναι απλοί στην ενδυμασία και τη συμπεριφορά τους, να παντρεύονται περιοριζόμενοι στις συζυγικές σχέσεις, να διαβάζουν καθημερινά τις Τζαϊνικές Γραφές και να αγαθοεργού ν. Στον κοινωνικό τομέα οι Τζαϊνιστές έχουν υιοθετήσει κοινωνική δομή, που θυμίζει τις ινδουιστικές «κάστες». Αλλά αυτές στην τζαϊνική κοινότητα δεν εμφανίζονται τόσο ως ιεραρχικές διακρίσεις όσο ως παράγοντες οικογενειακής σταθερότητας.
Λατρεία. Υπάρχει πλήθος από τζαϊνικούς Ναούς σ' όλη την Ινδία. Ακόμη και μικρές κοινότητες διαθέτουν ένα ή και περισσότερους. Ο άξονας της Λατρείας στο Ναό είναι η έκφραση του σεβασμού στα αγάλματα των Τιρτάμκαρα, οι οποίοι απεικονίζονται σε στάση βαθιάς περισυλλογής, καθιστοί ή όρθιοι, ακίνητοι με τα χέρια στα πλάγια. Στο άγαλμα προσφέρεται ένα είδος λατρείας (puja), που περιλαμβάνει δοξολογικές εκφράσεις (πχ. «Τιμή στους Τζίνα, τιμή στις ψυχές που έχουν επιτύχει την απολύτρωση»), προσφορές 8 πραγμάτων, που συμβολίζουν θρησκευτικές αρετές, απαγγελία των ονομάτων των 24 Τιρτάμκαρα κ.ά. Οι Τζαϊνιστές δεν έχουν ιδιαίτερο Ιερατείο. Η Λατρεία σε Ναούς βρίσκεται στην αρμοδιότητα των λαϊκών. Δεν υπηρετούν εκεί μοναχοί και μοναχές, ούτε καν είναι επιθυμητή η παρουσία τους κατά την τέλεση της πούτζα. Ιδιαίτεροι πόλοι έλξης για τους Τζαϊνιστές είναι διάφοροι προσκυνηματικοί τόποι που συνδέονται με την επίτευξη της απολύτρωσης από κάποιο Τιρτάμκαρα ή άλλο ιερό πρόσωπο του Τζαϊνισμού (π.χ. Shatrun-jaya στο Gujarat, στην Karnataka και Sameta, Sikhara και Pavapuri στο Bihar και Sravana-Belgola), (όπου, στην κορυφή ενός λόφου, υψώνεται ένα κολοσσιαίο άγαλμα 17,37 μ., που κατασκευάστηκε περίπου το 980 μ.Χ.).
Οι Τζαϊνιστές έχουν πολύπλοκο ετήσιο σύστημα Εορτών, που καθορίζεται από γεγονότα της ζωής των Τιρτάμκαρα. Η ημέρα της γέννησης του Μαχαβίρα (Μάρτιος / Απρίλιος) και της λύτρωσής του (Οκτώβριος / Νοέμβριος) εορτάζονται από όλους τους Τζαϊνιστές. Σημαντική είναι η λεγάμενη «Αθάνατη Τρίτη», που τελείται την 3η ημέρα του σεληνιακού μήνα Βαϊσάκ (Απρίλιος / Μάιος). Σ' αυτήν τονίζεται η αρετή της ελεημοσύνης και βοήθειας στους ασκητές, με αφορμή την ανάμνηση της πρώτης προσφοράς στον πρώτο Τιρτάμκαρα. Αλλά η πιο σπουδαία εορταστική περίοδος είναι η Παρυουσάνα (Paryushana) την εποχή των βροχών (Αύγουστος / Σεπτέμβριος), οπότε οι ασκητές βρίσκονται σε μακρά περισυλλογή. Διαρκεί για τους Σβετάμπαρα 8 ημέρες και για τους Ντιγκάμπαρα 10.
Σε παλαιότερη εποχή δεν υπήρχαν τζαϊνικές τελετουργίες για τους βασικούς σταθμούς της ανθρώπινης ζωής. Καθορίστηκαν στα μέσα της 1ης χιλιετίας μ.Χ. με τη νέα άνθιση του Τζαϊνισμού και είναι αντίστοιχες των ινδουιστικών μυήσεων (samskara). Από αυτές 22 αναφέρονται στη ζωή του οικογενειάρχη, ενώ 31 στο στάδια μετά την απάρνηση της οικογενειακής ζωής και την ασκητική πορεία προς τη λύτρωση. Συνήθως όμως οι Τζαϊνιστές υιοθετούν 16 τελετουργίες, που καλύπτουν όλο τον κύκλο του ανθρώπινου βίου• δεν τηρούν όμως μεταθανάτιες ιερουργίες, όπως οι ινδουιστές. Οι καθιερωμένες τελετές τερματίζονται με την καύση του νεκρού.
Ιστορική διαδρομή. Η πρώτη περίοδος του Τζαϊνισμού, από τον 6ο αι. π.Χ. ως τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, υπήρξε διαμορφωτική με κέντρο τη μοναχική κοινότητα. Για τη σταθεροποίηση της τζαϊνικής παράδοσης και των ιερών κειμένων συνήλθαν αρκετές Σύνοδοι. Οι μαθητές του Μαχαβίρα διέδωσαν τη διδασκαλία του από τις ΒΑ. ως τις ΒΔ. περιοχές της Α. Ινδίας. Κατά τον 3ο αι. π.Χ. ο Τζαϊνισμός διείσδυσε στην Κεντρική και Ν. Ινδία. Η ανάπτυξη του Τζαϊνισμού περιορίστηκε στην ινδική χερσόνησο.
Η τζαϊνική κοινότητα χωρίστηκε (79 μ.Χ.) στους Σβετάμπαρα και στους Ντιγκάμπαρα. Οι τελευταίοι υποστηρίζουν ότι ένας τέλειος Άγιος είναι απόλυτα ελεύθερος από κάθε τι γι’ αυτό δεν πρέπει να κατέχει ούτε ένα κουρέλι. Για να προσεγγίσουν αυτό το ιδανικό, οι μοναχοί δεν φορούν τίποτε. Ακόμη και οι λαϊκοί παλαιότερα περιφέρονταν γυμνοί, ώσπου οι Μουσουλμάνοι τους επέβαλαν ένα κόσμιο ένδυμα. Σήμερα και αυτοί φορούν έναν απλό, λευκό χιτώνα αλλά η παλαιά διάκριση παραμένει. Υπάρχουν ακόμη και άλλες διαφορές, που σταθεροποιούν αυτό το Σχίσμα. Οι Ντιγκάμπαρα π.χ. πιστεύουν ότι μία γυναίκα δεν μπορεί να σωθεί, όσον καιρό παραμένει στις επίγειες ενσαρκώσεις γυναίκα και θεωρούν απόκρυφες τις ιερές Γραφές που αναγνωρίζει ο άλλος κλάδος. Στο Σχίσμα αυτά συνέβαλαν, εκτός των θρησκευτικών, και λόγοι γλωσσικοί, τοπικιστικοί κ.ά. Οι δύο κλάδοι των Τζαϊνιστών αναπτύχθηκαν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές: Οι Σβετάμπαρα κυρίως στο βόρειο και το δυτικό τμήμα της χώρας, οι Ντιγκάμπαρα στην Κεντρική και Ν. Ινδία.
Η δεύτερη περίοδος, από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ως το 12ο αι. χαρακτηρίζεται από γενικότερη ανθοφορία και μεγαλύτερη συμμετοχή των λαϊκών στην ανάπτυξη του Τζαϊνισμού. Συγκεκριμένες δομές για την κοινότητα των λαϊκών διαμορφώθηκαν τον 5ο αι. μ.Χ.
Στην τρίτη περίοδο, 12ος αι μ.Χ. παρατηρούνται τάσεις μεταρρυθμίσεων και νέων ανελίξεων. Κάτω από την πίεση αναγεννητικών θεϊστικών κινημάτων του Ινδουισμού (12ος αι μ.Χ.) και στη συνέχεια κάτω από την προέλαση του Ισλάμ άρχισε η συρρίκνωση. Από το 1500 σταθεροποιείται η κατανομή των Τζαϊνιστών σε διάφορες επαρχίες της Ινδίας. Πολλές ανανεωτικές κινήσεις εμφανίστηκαν μέσα στον Τζαϊνισμό. Από τους Σβετάμπαρα προήλθαν το 1653 οι Στανακβάσιν και το 1761 οι Τεραπάντιν (Terapanthin) διαμαρτυρόμενοι για την προσφερόμενη τιμή στα αγάλματα και γενικότερα για το λατρευτικό τυπικό στους Ναούς.
Στην εποχή μας οι Τζαϊνιστές ανέπτυξαν αξιόλογες προσπάθειες στο χώρο των κοινωνικών αναζητήσεων. Ο ίδιος ο Μαχάτμα Γκάντι επηρεάστηκε από τη διδασκαλία και το ήθος τους. Οι Τζαϊνιστές σήμερα στην Ινδία υπολογίζονται στο 3.000.000 (κατά την απογραφή του 1981, 2,6). που αντιστοιχούν σε λιγότερο από 0.5% του ινδικού πληθυσμού. Τα 50% των Τζαϊνιστών ζουν σε αστικά κέντρα και είναι ως επί το πλείστον ευκατάστατοι και με κοινωνική επιρροή. Οι μοναχοί και μοναχές το 1977 υπολογίζονταν σε 5.500. Ο Τζαϊνισμός παρουσίασε μεγάλη ανθεκτικότητα. Η ιστορία του μέσα στην Ινδία υπήρξε συνεχής -πράγμα που δεν πέτυχε π.χ. ο Βουδδισμός.
Γράμματα-Τέχνες. Ο Τζαϊνισμός καλλιέργησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα γράμματα, σε διάφορες τοπικές ινδικές γλώσσες (π.χ. τον 5ο αι. οι Ντιγκάμπαρα στην Κεντρική και Ν. Ινδία, και μερικούς αιώνες αργότερα οι Σβετάμπαρα στη Β. και Δ. Ινδία). Από τα μεσαιωνικά χρόνια θεωρούνταν ιδιαίτερα αξιόμισθο έργο η αντιγραφή ενός ιερού κειμένου. Οι τζαϊνικές βιβλιοθήκες περιέχουν πολύτιμους θησαυρούς τζαϊνικών και μη χειρογράφων. Σήμερα, με χορηγία Τζαϊνιστών, λειτουργούν σημαντικοί εκδοτικοί οίκοι και πολλά κέντρα μελέτης και έρευνας.
Οι Τζαϊνιστές φημίζονται στο χώρο της αρχιτεκτονικής. Ως έκφραση ευλάβειας ανεγείρουν επιβλητικούς και περίτεχνους Ναούς. Μερικοί από τους ωραιότερους Ναούς στην Ινδία οικοδομήθηκαν για να στεγάσουν αγάλματα των Τιρτάμκαρα, όπως στα όρη Girnar και Abu (όπου ένας από τους παλαιότερους Ναούς ανεγέρθηκε το 1032 και πολλοί χτίστηκαν με λευκό, φροντισμένο μάρμαρο). Οι Τζαϊνιστές καλλιτέχνες διακρίθηκαν επίσης στη γλυπτική με τα επιβλητικά αγάλματα, που δημιούργησαν από λίθο, μάρμαρο, τερρακότα ή μέταλλο (ένα άγαλμα στο Αμπού ζυγίζει περισσότερο από 4 τόνους)• επίσης στην ξυλογλυπτική, που καλλιεργήθηκε εντυπωσιακά στις περιοχές του Ρατζαστάν και Γκουτζαράτ, και στη ζωγραφική, η οποία χρησιμοποιήθηκε για διακόσμηση των Ναών, και ιδιαίτερα των πολλών χειρογράφων.
Η τζαϊνική τέχνη, παρά τα πολυτελή μέσα που χρησιμοποιεί, προσπαθεί να εκφράσει το ασκητικό ιδεώδες, τονίζοντας ότι η πραγμάτωση της φύσης των ανθρώπων πρέπει να αναζητηθεί στην απάρνηση.